8.-(1) Όσον αφορά τόσο στα νέα όσο και στα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Α, Β, Γ και Δ -
(α) η κατασκευή και η συντήρηση του κύτους, των κύριων και των βοηθητικών μηχανών και των ηλεκτρικών και αυτομάτων εγκαταστάσεων, συμμορφώνονται προς τα πρότυπα κατάταξης, τα οποία καθορίζονται στους κανόνες αναγνωρισμένου οργανισμού ή σε ισοδύναμους κανόνες που χρησιμοποιούνται από μια αρχή σύμφωνα με το Άρθρο 11 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2009/15/ΕΚ και κατ’ επέκταση με το άρθρο 10 (3) (α) και (β) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Αναγνώριση και Εξουσιοδότηση Οργανισμών) Νόμου·
(β) εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κεφαλαίου IV, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων GMDSS του 1988, και των Κεφαλαίων V και VI της Σύμβασης SOLAS, όπως έχει τροποποιηθεί.
(2) Όσον αφορά στα νέα επιβατηγά πλοία-
(α) γενικές απαιτήσεις:
(i) τα νέα επιβατηγά πλοία της κατηγορίας Α πρέπει να πληρούν εξ ολοκλήρου τις απαιτήσεις της Σύμβασης SOLAS, και τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου. ως προς τους κανονισμούς των οποίων η ερμηνεία επαφίεται, κατά τη Σύμβαση SOLAS, στη διακριτική ευχέρεια της αρχής κάθε κράτους, η Αρμόδια Αρχή εφαρμόζει τις ερμηνείες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ·
(ii) τα νέα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Β, Γ και Δ πρέπει να πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
(β) απαιτήσεις σχετικά με τη γραμμή φορτώσεως:
(i) όλα τα νέα επιβατηγά πλοία μήκους 24 μέτρων και άνω, πρέπει να είναι σύμφωνα με τη Σύμβαση LL·
(ii) παρά τα προβλεπόμενα στο σημείο (i), τα νέα επιβατηγά πλοία της κατηγορίας Δ εξαιρούνται από την απαίτηση ελάχιστου ύψους πρώρας που καθορίζεται στη Σύμβαση LL﮲
(iii) τα νέα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Α, Β, Γ και Δ πρέπει να διαθέτουν πλήρες κατάστρωμα.
(3)΄Οσον αφορά στα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία-
(α) τα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία της κατηγορίας Α πρέπει να είναι σύμφωνα με τους κανονισμούς για τα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία που καθορίζονται στη Σύμβαση SOLAS, και με τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου. ως προς τους κανονισμούς εκείνους, των οποίων η ερμηνεία επαφίεται, κατά τη Σύμβαση SOLAS, στη διακριτική ευχέρεια του κάθε κράτους, η Αρμόδια Αρχή εφαρμόζει τις ερμηνείες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα I της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ·
(β) τα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία της κατηγορίας Β πρέπει να πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
(γ) τα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Γ και Δ συμμορφώνονται προς τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα Νόμο και, όσον αφορά στους τομείς που δεν διέπονται από τις εν λόγω απαιτήσεις, στους κανόνες της αρχής του κράτους της σημαίας, οι οποίοι πρέπει να παρέχουν επίπεδο ασφάλειας ισοδύναμο προς το επίπεδο των Κεφαλαίων ΙΙ-1 και ΙΙ-2 του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών τοπικών συνθηκών λειτουργίας στις θαλάσσιες περιοχές στις οποίες τα πλοία αυτών των κατηγοριών επιτρέπεται να εκτελούν δρομολόγια:
(δ) όταν η Αρμόδια Αρχή θεωρεί ότι οι κανόνες που απαιτεί η αρχή του κράτους λιμένα σύμφωνα με την παράγραφο (γ) είναι παράλογοι, το γνωστοποιεί αμέσως στην Επιτροπή.
(4) Όσον αφορά στα επιβατηγά ταχύπλοα σκάφη-
(α) τα επιβατηγά ταχύπλοα σκάφη, τα οποία ναυπηγούνται ή υφίστανται επισκευές, μετασκευές ή μετατροπές μεγάλης κλίμακας από την 1η Ιανουαρίου 1996 και εξής πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις των Κανονισμών Χ/2 και Χ/3 της Σύμβασης SOLAS, εκτός εάν-
(i) η τρόπιδα τους είχε ήδη τεθεί ή ευρίσκετο σε ανάλογο στάδιο κατασκευής όχι αργότερα από την 1η Ιουλίου 1998·
(ii) έχουν παραδοθεί και τέθηκαν σε υπηρεσία το αργότερο τον Δεκέμβριο του 1998﮲ και
(iii) πληρούν στο ακέραιο τις απαιτήσεις του Κώδικα DSC∙
(β) τα επιβατηγά ταχύπλοα σκάφη που έχουν ναυπηγηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 1996 και πληρούν τις απαιτήσεις του Κώδικα HSC εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τα πιστοποιητικά που τους έχουν δοθεί βάσει αυτού του Κώδικα·
(γ) τα επιβατηγά ταχύπλοα σκάφη που έχουν ναυπηγηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 1996 και δεν πληρούν τις απαιτήσεις του Κώδικα HSC δεν μπορούν να εκτελούν εσωτερικά δρομολόγια, εκτός αν εκτελούσαν ήδη εσωτερικά δρομολόγια στη Δημοκρατία κατά την 1η Ιουλίου 1998, οπότε μπορεί να τους επιτραπεί να συνεχίσουν να εκτελούν εσωτερικά δρομολόγια στη Δημοκρατία. τα σκάφη αυτά οφείλουν να πληρούν τις απαιτήσεις του Κώδικα DSC.
(δ) η ναυπήγηση, η συντήρηση των επιβατηγών ταχυπλόοων σκαφών και του εξοπλισμού τους πρέπει να είναι σύμφωνες με τους κανόνες αναγνωρισμένου οργανισμού για την κατάταξη ταχυπλόων σκαφών ή με ισοδύναμους κανόνες που χρησιμοποιούνται από μια αρχή σύμφωνα με το Άρθρο 11 (2) της Οδηγίας 2009/15/ΕΚ και κατ’ επέκταση με το εδάφιο (3) του άρθρου 10 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Αναγνώριση και Εξουσιοδότηση Οργανισμών) Νόμου.
(5) Όσον αφορά τα νέα και τα υπάρχοντα πλοία, οι μεγάλης έκτασης επισκευές, μετατροπές και μετασκευές καθώς και ο συνδεόμενος με τις εργασίες αυτές εξοπλισμός συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις των διατάξεων του εδαφίου 2(α) για τα νέα πλοία· οι μετατροπές πλοίου με αποκλειστικό σκοπό να ενισχυθεί η βιωσιμότητά του, δεν θεωρούνται ως μετασκευές μεγάλης έκτασης.
(6) Πλοία που έχουν κατασκευαστεί με ισοδύναμο υλικό πριν από τις 20 Δεκεμβρίου 2017 συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ και του παρόντος Νόμου έως τις 22 Δεκεμβρίου 2025.
(7) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ, η Αρμόδια Αρχή εφόσον διαπιστώσει ότι η Δημοκρατία είχε στις 20 Δεκεμβρίου 2017 εγγεγραμμένα στο Κυπριακό Νηολόγιο περισσότερα από 60 επιβατηγά πλοία κατασκευασμένα από κράμα αλουμινίου που έφεραν τη σημαία της, δύναται να εξαιρεί από τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ και κατ’ επέκταση του παρόντος Νόμου τα ακόλουθα επιβατηγά πλοία, για τις ακόλουθες περιόδους:
(α) τα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Β, Γ και Δ που είναι κατασκευασμένα από κράμα αλουμινίου μετά τις 20 Δεκεμβρίου 2017 για περίοδο δέκα (10) ετών μετά την εν λόγω ημερομηνία, και
(β) τα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Β, Γ και Δ που είναι κατασκευασμένα από κράμα αλουμινίου πριν από τις 20 Δεκεμβρίου 2017 για περίοδο δώδεκα (12) ετών μετά την εν λόγω ημερομηνία,
υπό τον όρο ότι τα εν λόγω πλοία εκτελούν δρομολόγια αποκλειστικά μεταξύ λιμένων της Δημοκρατίας.
9. Τα επιβατηγά οχηματαγωγά πλοία ro-ro της κατηγορίας Γ, των οποίων είχαν τοποθετηθεί οι τρόπιδες ή τα οποία βρίσκονταν σε ανάλογο στάδιο ναυπήγησης κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2004, και όλα τα επιβατηγά οχηματαγωγά πλοία ro-ro των κατηγοριών Α και Β συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του άρθρου 7, 9 και 10 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Ειδικές Απαιτήσεις Ευστάθειας για Επιβατηγά Οχηματαγωγά Πλοία (Ro-Ro)) Νόμου με τον οποίο εφαρμόζεται η Οδηγία 2003/25/ΕΚ.
10.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εξασφαλίζει τη λήψη των κατάλληλων μέτρων, βάσει, εφόσον είναι εφικτό, των κατευθυντήριων γραμμών του Παραρτήματος ΙΙΙ της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ, για να παρέχεται στα άτομα μειωμένης κινητικότητας η δυνατότητα να έχουν ασφαλή πρόσβαση σε όλα τα επιβατηγά πλοία των κατηγοριών Α, Β, Γ και Δ και σε όλα τα ταχύπλοα σκάφη, τα οποία χρησιμοποιούνται για δημόσιες μεταφορές και των οποίων είχε τοποθετηθεί η τρόπιδα ή τα οποία βρίσκονταν σε ανάλογο στάδιο κατασκευής κατά ή μετά την 1η Οκτωβρίου 2004.
(2) Η Αρμόδια Αρχή συμβουλεύεται και συνεργάζεται με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ατόμων μειωμένης κινητικότητας σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ.
(3) Για τους σκοπούς της μετασκευής επιβατηγών πλοίων των κατηγοριών Α, Β, Γ και Δ και ταχύπλοων επιβατηγών σκαφών, τα οποία χρησιμοποιούνται για δημόσιες μεταφορές και των οποίων είχε τοποθετηθεί η τρόπιδα ή τα οποία βρίσκονταν σε ανάλογο στάδιο κατασκευής πριν από την 1η Οκτωβρίου 2004, η Αρμόδια Αρχή εφαρμόζει τις κατευθυντήριες γραμμές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ, εφόσον είναι λογικό και εφικτό από οικονομική άποψη.
11.-(1) Εάν η Αρμόδια Αρχή ή μια ομάδα κρατών μελών συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας κρίνει ότι οι ισχύουσες απαιτήσεις ασφαλείας πρέπει να βελτιωθούν σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγω ειδικών τοπικών συνθηκών, και εάν έχει αποδειχθεί η ανάγκη αυτή, τότε μπορεί να ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση των απαιτήσεων ασφαλείας με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4).
(2) Η Αρμόδια Αρχή μπορεί, με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4), να θεσπίζει μέτρα που επιτρέπουν την εφαρμογή απαιτήσεων ισοδύναμων προς ορισμένες ειδικές απαιτήσεις της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ και κατ’ επέκταση του παρόντος Νόμου, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω ισοδύναμες απαιτήσεις είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικές με τις απαιτήσεις αυτές.
(3) Εφόσον δεν υποβαθμίζεται το επίπεδο ασφαλείας, η Αρμόδια Αρχή μπορεί, με τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4), να θεσπίσει μέτρα για να εξαιρεί πλοία από ορισμένες ειδικές απαιτήσεις της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ και κατ’ επέκταση του παρόντος Νόμου, προκειμένου για την εκτέλεση εσωτερικών δρομολογίων στη Δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένων των αρχιπελαγικών περιοχών των προφυλαγμένων από τις συνθήκες της ανοιχτής θάλασσας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις λειτουργίας, όπως μικρότερο σημαντικό ύψος κύματος, περιορισμένη χρονική περίοδος του έτους, δρομολόγιο μόνον κατά τη διάρκεια της ημέρας ή με κατάλληλες κλιματικές ή καιρικές συνθήκες ή περιορισμένη διάρκεια πλού ή εγγύτητα προς υπηρεσίες διάσωσης.
(4) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3) η Αρμόδια Αρχή ακολουθεί την εξής διαδικασία:
(α) Κοινοποιεί στην Επιτροπή τα μέτρα που προτίθεται να θεσπίσει και περιλαμβάνει στην εν λόγω κοινοποίηση επαρκείς διευκρινίσεις που βεβαιώνουν ότι διατηρείται επαρκώς το επίπεδο ασφαλείας·
(β) εάν, εντός έξι (6) μηνών από την κοινοποίηση, η Επιτροπή εκδώσει εκτελεστικές πράξεις που περιέχουν απόφασή της η οποία κρίνει τα προτεινόμενα μέτρα ως μη δικαιολογημένα η Αρμόδια Αρχή τροποποιεί ή δεν θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα·
(γ) τα θεσπιζόμενα μέτρα καθορίζονται με Απόφαση του Υφυπουργού Ναυτιλίας που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ανακοινώνονται με όλες τις σχετικές διευκρινίσεις στην Επιτροπή για σκοπούς ενημέρωσης των άλλων κρατών μελών·
(δ) κάθε μέτρο αυτού του είδους εφαρμόζεται σε όλα τα επιβατηγά πλοία της ίδιας κατηγορίας ή στα σκάφη που εκτελούν δρομολόγια υπό τους ίδιους καθοριζόμενους όρους, χωρίς διακρίσεις λόγω της σημαίας τους ή της εθνικότητας ή της έδρας του έχοντος την εκμετάλλευσή τους·
(ε) τα μέτρα που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (3) ισχύουν μόνο για όσο χρόνο το πλοίο ή το σκάφος εκτελεί δρομολόγια υπό τους καθοριζόμενους όρους.
(5)(α) Όταν η Αρμόδια Αρχή κρίνει ότι ένα επιβατηγό πλοίο ή σκάφος που εκτελεί εσωτερικό δρομολόγιο στη Δημοκρατία, παρά το ότι πληροί τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ και κατ’ επέκταση του παρόντος Νόμου δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια της ζωής, της περιουσίας ή του περιβάλλοντος, η λειτουργία του εν λόγω πλοίου ή σκάφους μπορεί να ανασταλεί, ή να επιβληθούν περαιτέρω μέτρα ασφαλείας, μέχρις ότου εκλείψει ο κίνδυνος.
(β) Στις ανωτέρω περιστάσεις η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για την απόφασή της, εκθέτοντας τεκμηριωμένα τους σχετικούς λόγους.
(γ) Εάν η Επιτροπή-
(i) εξετάσει κατά πόσον η απόφαση της Αρμόδιας Αρχής να αναστείλει τη λειτουργία του εν λόγω πλοίου ή σκάφους ή να επιβάλλει τα πρόσθετα μέτρα ασφαλείας είναι ή όχι δικαιολογημένη λόγω σοβαρού κινδύνου για την ασφάλεια της ζωής ή της περιουσίας ή του περιβάλλοντος, και
(ii) εκδώσει εκτελεστικές πράξεις που περιέχουν την απόφασή της σχετικά με το αν η απόφαση της Αρμόδιας Αρχής να αναστείλει τη λειτουργία του εν λόγω πλοίου ή σκάφους ή να επιβάλλει τα πρόσθετα μέτρα ασφαλείας είναι ή όχι δικαιολογημένη λόγω σοβαρού κινδύνου για την ασφάλεια της ζωής ή του περιβάλλοντος, και αποφασίσει, ότι η αναστολή ή τα μέτρα δε δικαιολογούνται,
η Αρμόδια Αρχή οφείλει να ανακαλέσει την αναστολή ή τα μέτρα.