1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Προστασίας των Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων Νόμος του 2006.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο -
«αίτηση καταχώρησης» σημαίνει την αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11˙
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει την καθοριζόμενη δυνάμει του άρθρου 4 Αρμόδια Αρχή˙
«Γεωργικός Χημικός» σημαίνει οποιοδήποτε Λειτουργό Γεωργίας ο οποίος ασκεί καθήκοντα χημικού στο Τμήμα Γεωργίας˙
«Γραφείο» σημαίνει το Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού˙
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας˙
«Δικαστήριο» σημαίνει αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο˙
«Επιθεωρητής» σημαίνει το πρόσωπο που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26˙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 510/2006» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, ως ήθελε εκάστοτε τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί·
«Κοινοτικό Σύμβολο» σημαίνει το σύμβολο όπως ορίζεται στο άρθρο 5 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2037/93 της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1993 περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, ως αυτό ήθελε εκάστοτε τροποποιηθεί·
«Μητρώο» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 20 τηρούμενο μητρώο˙
«ΠΟΠ» σημαίνει την Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης˙
«ΠΓΕ» σημαίνει την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη˙
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την κατά το άρθρο 5 καθιδρυόμενη Επιτροπή˙
«Τεχνική Επιτροπή» σημαίνει την Τεχνική Επιτροπή που ορίζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 13˙
«Τμήμα Γεωργίας» σημαίνει το Τμήμα Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος˙ και
«φορέας ελέγχου» σημαίνει το Τμήμα Γεωργίας.
(2) Οι όροι που δεν ορίζονται ειδικά στον παρόντα Νόμο έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
4. Ως Αρμόδια Αρχή για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ορίζεται ο Υπουργός και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες -
(α) Παραλαμβάνει, ελέγχει, αξιολογεί και διαβιβάζει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αιτήσεις καταχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006˙
(β) μεριμνά για την πληροφόρηση του πολίτη σχετικά με τις αιτήσεις καταχώρησης που υποβλήθηκαν για την προστασία τους σε εθνικό επίπεδο για κατοχύρωση έτσι ώστε αυτός να μπορεί να υποβάλει ένσταση˙
(γ) παραλαμβάνει, εξετάζει και αποδέχεται ή απορρίπτει ενστάσεις κατά των προτεινόμενων καταχωρήσεων γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων που υποβάλλονται σε εθνικό επίπεδο˙
(δ) εγκρίνει, εφόσον πληρούνται οι κατά τον παρόντα Νόμο προϋποθέσεις, τη χρήση μιας κατοχυρωμένης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης ενός γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου μετά από σχετικό αίτημα οποιουδήποτε ενδιαφερομένου˙
(ε) μεριμνά για την πληροφόρηση του πολίτη σχετικά με τις προτεινόμενες καταχωρήσεις γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006˙
(στ) δύναται να υποβάλλει ένσταση κατά της προτεινόμενης καταχώρησης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(ζ) παραλαμβάνει και προωθεί ενστάσεις προς την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της προτεινόμενης καταχώρησης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου το οποίο έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία που υποβάλλονται σε αυτή δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ˙
(η) παραλαμβάνει, εξετάζει και προωθεί στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τροποποιήσεις προδιαγραφών σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006˙
(θ) αποφαίνεται σχετικά με την έγκριση τροποποιήσεων των προδιαγραφών δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(ι) δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας τις εγκριθείσες τροποποιημένες προδιαγραφές δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(ια) ενημερώνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εγκριθείσες τροποποιήσεις των προδιαγραφών και την αιτιολόγησή τους δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(ιβ) παραλαμβάνει, ελέγχει, αξιολογεί και διαβιβάζει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αιτήματα που αφορούν την ακύρωση της καταχώρησης ΠΟΠ ή ΠΓΕ δυνάμει του άρθρου 12 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(ιγ) ανακοινώνει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τον κατάλογο των υπηρεσιών ή/και των οργανισμών που έχουν εγκριθεί για σκοπούς ελέγχου των προδιαγραφών και τις σχετικές αρμοδιότητές τους σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 10 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006˙
(ιδ) συμμετέχει στην επιτροπή που καθορίζεται με το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006˙
(ιε) μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεών της και για την άσκηση των λοιπών σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων της ενώπιον των δικαστικών ή άλλων αρχών·
(ιζ) δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου των αρμοδιοτήτων της σε άλλα πρόσωπα ή υπηρεσίες.
4Α.-(1) Ο Υπουργός δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς στο Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που υπηρετεί στο εν λόγω Τμήμα την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στην Αρμόδια Αρχή:
(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1) έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις τυχόν οδηγίες του Υπουργού.
(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και να ανακαλεί τη μεταβίβαση που έγινε δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή ειδοποίηση προς το Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας ή το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.
(4) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύο ή περισσότερα πρόσωπα ταυτόχρονα ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ούτως ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή να εκτελεί το καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.
(5) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή στους εκδιδόμενους δυνάμει αυτού κανονισμούς, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί εφαρμόζονται ωσάν να είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκών αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελών αυτό πρόσωπο.
5. Καθιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία έχει την αρμοδιότητα να εξετάζει αιτήσεις καταχώρησης και να εισηγείται προς την Αρμόδια Αρχή κατά πόσο συγκεκριμένη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη ορισμένου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, μπορεί να εγγραφεί ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, καθώς και να επιλαμβάνεται οποιουδήποτε άλλου θέματος της ανατίθεται δυνάμει του παρόντος Νόμου από την Αρμόδια Αρχή.
6.-(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή διορίζεται από τον Υπουργό, είναι πενταμελής και απαρτίζεται από τα ακόλουθα μέλη -
(α) Το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή εκπρόσωπό του ως Πρόεδρο,
(β) το Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας ή εκπρόσωπο του,
(γ) Λειτουργό του Τμήματος Γεωργίας, ο οποίος κατέχει ειδικές γνώσεις σε θέματα ΠΟΠ και ΠΓΕ γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων,
(δ) εκπρόσωπο του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού και
(ε) εκπρόσωπο του Κυπριακού Οργανισμού Προώθησης Ποιότητας.
(2) Η θητεία των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι τετραετής, αρχίζει από το διορισμό τους, τα δε μέλη αυτής μπορούν να επαναδιοριστούν:
Νοείται ότι ο Υπουργός, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους.
(3) Σε περίπτωση που ο Πρόεδρος κωλύεται προσωρινά λόγω οποιασδήποτε αιτίας στην άσκηση των καθηκόντων του, ο Υπουργός διορίζει προσωρινά ένα από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως Πρόεδρο για το χρόνο που κωλύεται ο Πρόεδρος.
(4) Στην περίπτωση που η θέση του Προέδρου ή μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής χηρέψει πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Υπουργός προβαίνει στο διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του απερχόμενου σύμφωνα με τις περί διορισμού διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(5) Ο Πρόεδρος, τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο που δύναται να καλέσει η Συμβουλευτική Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 13, λαμβάνουν αποζημίωση που θα καθορίσει ο Υπουργός με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών.
7. Ο Πρόεδρος προΐσταται της Συμβουλευτικής Επιτροπής, συγκαλεί αυτή σε συνεδρία κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 και υπογράφει τα πρακτικά και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
8.-(1) Ο Πρόεδρος συγκαλεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή σε συνεδρία όποτε κρίνει τούτο αναγκαίο, οφείλει όμως να συγκαλέσει συνεδρία το ενωρίτερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση σε προθεσμία ενός μηνός, αν το ζητήσουν γραπτώς δύο τουλάχιστον από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής που καθορίζουν συγχρόνως και τα προς συζήτηση θέματα.
(2) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται προς όλα τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής τουλάχιστον τρεις ημέρες πριν από την ορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία.
(3) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται στα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής μαζί με την πρόσκληση για συνεδρία.
9.-(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως αν στη συνεδρία παρίσταται ο Πρόεδρος και δύο από τα μέλη της. Η Συμβουλευτική Επιτροπή καταλήγει σε πόρισμα/εισήγηση προς την Αρμόδια Αρχή μετά από εξέταση της αίτησης καταχώρησης και εφόσον υπάρξει η σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας. Σε περίπτωση που υπάρχει ισοψηφία, ο Πρόεδρος έχει, επιπρόσθετα με τη δική του ψήφο, δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(2) Ο Πρόεδρος μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής να εισηγηθεί προς τον Υπουργό να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους, αν συντρέχει ένας από τους πιο κάτω λόγους-
(α) Απουσιάσει από τρεις συνεχείς συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής χωρίς τη σχετική άδεια του Προέδρου ή χωρίς δικαιολογημένη κατά την κρίση του Προέδρου αιτία ή
(β) καταστεί ανίκανο να εκτελεί τα καθήκοντά του λόγω σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας, ή
(γ) καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
11.-(1) Κάθε ομάδα που επιθυμεί την εγγραφή οποιασδήποτε ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης σε σχέση με γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο το οποίο παράγει ή επιτυγχάνει, δύναται να υποβάλει αίτηση καταχώρησης δυνάμει του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 στην Αρμόδια Αρχή.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση καταχώρησης συμπληρώνεται σε έντυπο που καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 37 του παρόντος Νόμου και περιλαμβάνει -
(α) Το όνομα και τη διεύθυνση της αιτούσας ομάδας·
(β) τις προδιαγραφές του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου όπως προβλέπονται στο άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006·
(γ) το συμπληρωμένο ενιαίο έγγραφο με τα ακόλουθα στοιχεία:
(i) τα κύρια στοιχεία των προδιαγραφών, όπως την ονομασία, την περιγραφή του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, των ειδικών κανόνων που αφορούν τη συσκευασία και την επισήμανσή του, και τη συνοπτική περιγραφή της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής,
(ii) την περιγραφή του δεσμού του προϊόντος με το γεωγραφικό περιβάλλον ή τη γεωγραφική καταγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχεία (α) ή (β) του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, ανάλογα με την περίπτωση, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, των ειδικών στοιχείων της περιγραφής του προϊόντος ή της μεθόδου απόκτησης που τεκμηριώνουν το δεσμό αυτό·
(δ) προαιρετική δήλωση για παραχώρηση προσωρινής προστασίας σε Εθνικό Επίπεδο·
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ζητά τα πιο κάτω επιπρόσθετα στοιχεία:
(i) Κατάλογο των μελών της ομάδας,
(ii) το όνομα, τη διεύθυνση και τις λεπτομέρειες επικοινωνίας της ομάδας,
(iii) αντίγραφο του ιδρυτικού εγγράφου και καταστατικού της ομάδας όπου αυτά υπάρχουν,
(iv) έγκριση της πλειοψηφίας των μελών ή της γενικής συνέλευσης της ομάδας για την υποβολή της αίτησης καταχώρησης για προστασία της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης,
(v) αποδεικτικά στοιχεία ότι η ομάδα είναι ανοικτή σε άλλα μέλη με αναφορά στα δικαιώματα και στις ευθύνες της ομάδας προς μελλοντικά της μέλη, και
(vi) αποδεικτικά στοιχεία ότι τα μέλη της ομάδας παράγουν το προϊόν, για την ονομασία του οποίου υποβάλλεται αίτηση καταχώρησης για προστασία, και με ενδεικτικές ποσότητες για κάθε μέλος.
12.-(1) Η Αρμόδια Αρχή παραλαμβάνει την αίτηση καταχώρησης και εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι πιο κάτω προκαταρκτικές προϋποθέσεις -
(α) Εάν η αίτηση καταχώρησης περιλαμβάνει τα απαιτούμενα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 11 και
(β) εάν πληρώθηκε το καταβλητέο τέλος.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση καταχώρησης δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε από τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 11 του παρόντος Νόμου, ή δεν καταβλήθηκε το τέλος, η αίτηση καταχώρησης δε γίνεται αποδεκτή από την Αρμόδια Αρχή και ενημερώνεται γραπτώς ο αιτητής ως προς τους λόγους της μη αποδοχής. Ο αιτητής εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησης της επιστολής της Αρμόδιας Αρχής μπορεί να υποβάλει τα ελλείποντα στοιχεία, τις πληροφορίες ή τα έγγραφα στην Αρμόδια Αρχή.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν υποβληθούν τα απαιτούμενα δυνάμει του εδαφίου (2) στοιχεία από τον αιτητή, η αίτηση καταχώρησης, μετά την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας, θεωρείται ως απορριφθείσα.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των ονομασιών για τις οποίες της έχουν υποβληθεί αιτήσεις καταχώρησης.
13.-(1) Εφόσον η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει ότι η αίτηση πληρεί τις προϋποθέσεις του άρθρου 12, την παραπέμπει στη Συμβουλευτική Επιτροπή για εξέταση και έκδοση σχετικού πορίσματος.
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται και εξετάζει την αίτηση καταχώρησης το συντομότερο δυνατόν προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και αν πληρεί τους όρους του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 και καταλήγει σε πόρισμα ως προς την προώθηση της αίτησης καταχώρησης στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για εγγραφή της προτεινόμενης ΠΟΠ ή ΠΓΕ του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ορίσει Τεχνική Επιτροπή η οποία να έχει την αρμοδιότητα της τεχνικής επεξεργασίας των στοιχείων και της εξέτασης της αίτησης καταχώρησης και η οποία θα συντάσσει εισηγητική έκθεση προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
(4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, όπου θεωρεί τούτο χρήσιμο, να ζητήσει απόψεις από αρμόδιες κυβερνητικές ή μη υπηρεσίες και ειδικούς για την εξέταση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την αίτηση καταχώρησης.
(5) Σε περίπτωση που η Συμβουλευτική Επιτροπή θεωρεί ότι απαιτούνται συμπληρωματικά στοιχεία για την εξέταση της αίτησης καταχώρησης, μπορεί να απαιτήσει από τον αιτητή να υποβάλει τις απαραίτητες πληροφορίες εγγράφως μέσα σε τρεις μήνες, ή εντός χρονικού διαστήματος που καθορίζει η Συμβουλευτική Επιτροπή, από την ημερομηνία της επιστολής.
(6) Η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή το πόρισμά της.
(7) H Αρμόδια Αρχή, εάν κρίνει ότι πληρούνται οι προδιαγραφές που καθορίζονται στην παράγραφο 2, άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 και οι διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου, δημοσιοποιεί την αίτηση.
14. Απορρίπτονται από την Αρμόδια Αρχή και δεν προωθούνται προς την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αιτήσεις καταχώρησης, εφόσον-
(α) Η αίτηση καταχώρησης αντιστοιχεί στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006,
(β) υπάρχουν ήδη καταχωρημένες ΠΟΠ και ΠΓΕ δυνάμει του άρθρου 13 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, ή
(γ) η αίτηση καταχώρησης αντιστοιχεί στην περίπτωση που καθορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
15.-(1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εφόσον έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, δύναται να υποβάλει, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία της αναφερόμενης δημοσιοποίησης στο εδάφιο (7), του άρθρου 13, γραπτή ένσταση κατά της αίτησης καταχώρησης για εγγραφή της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης.
(2) Η ένσταση υποβάλλεται στην Αρμόδια Αρχή με την καταβολή τέλους και πρέπει να στηρίζεται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
(3) Ο ενιστάμενος προσδιορίζει ειδικά τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η ένστασή του, η οποία πρέπει να συνοδεύεται με πλήρη αποδεικτικά στοιχεία.
(4) Σε περίπτωση που τα στοιχεία τα οποία συνοδεύουν την ένσταση είναι ελλιπή ή ανεπαρκή, η Αρμόδια Αρχή δύναται να ζητήσει από τον ενιστάμενο να προσκομίσει οποιαδήποτε επιπρόσθετα στοιχεία εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών. Σε περίπτωση δε που ο ενιστάμενος παραλείπει ή αρνείται να πράξει τούτο η ένσταση απορρίπτεται.
(5) Ο ενιστάμενος δύναται να λάβει από την Αρμόδια Αρχή οποιαδήποτε πληροφορία μετά από έρευνα στο φάκελο, σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης καταχώρησης για εγγραφή ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου καθώς επίσης και το πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(6) Η Αρμόδια Αρχή αποστέλλει αντίγραφο της ένστασης στον αιτητή, ο οποίος, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία αποστολής της, έχει δικαίωμα να υποβάλει στην Αρμόδια Αρχή αντέκθεση με την οποία να αντικρούονται οι λόγοι της ένστασης. Σε περίπτωση που ο αιτητής παραλείψει να υποβάλει αντέκθεση, τότε θεωρείται ότι εγκαταλείπει την αίτησή του.
(7)(α) Η ένσταση και η αντέκθεση, αν υπάρχει, διαβιβάζονται από την Αρμόδια Αρχή στη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία εξετάζει το παραδεκτό της ένστασης σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
(β) Εάν η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει ότι-
(i) η ένσταση είναι παραδεκτή, καλεί τους ενδιαφερόμενους σε διαβουλεύσεις. Εάν εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη των διαβουλεύσεων -
(αα) οι ενδιαφερόμενοι καταλήξουν σε συμφωνία, η οποία δεν περιλαμβάνει ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης που έχει δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 13, η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7Α) του παρόντος άρθρου·
(ββ) οι ενδιαφερόμενοι καταλήξουν σε συμφωνία, η οποία περιλαμβάνει ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης που έχει δημοσιοποιηθεί σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 13, η Συμβουλευτική Επιτροπή ενημερώνει την Αρμόδια Αρχή, η οποία δημοσιοποιεί εκ νέου, σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 13, την αίτηση καταχώρισης ως έχει τροποποιηθεί και παρέχει νέα προθεσμία για υποβολή ενστάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου·
(γγ) οι ενδιαφερόμενοι δεν καταλήξουν σε συμφωνία, η Συμβουλευτική Επιτροπή υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία, λαμβάνοντας υπόψη τις θεμιτές παραδοσιακές χρήσεις και τους πραγματικούς κινδύνους σύγχυσης, λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7Α) του παρόντος άρθρου·
(ii) η ένσταση δεν είναι παραδεκτή, υποβάλλει πόρισμα στην Αρμόδια Αρχή, η οποία λαμβάνει απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7Α) του παρόντος άρθρου.
(7Α) Η Αρμόδια Αρχή, κατά τη λήψη απόφασης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (7), δύναται -
(α) να απορρίψει το σύνολο των ενστάσεων που έχουν υποβληθεί κατά της οικείας αίτησης καταχώρισης και να προωθήσει την αίτηση καταχώρισης στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16· ή
(β) να αποδεχτεί μια ή περισσότερες ενστάσεις και να μην προωθήσει προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων την αίτηση καταχώρισης· ή
(γ) να αποδεχτεί, εν όλω ή εν μέρει, μια ή περισσότερες ενστάσεις και να κάνει εισηγήσεις προς τον αιτητή, οι οποίες πρέπει να ικανοποιηθούν εντός ταχθείσας προθεσμίας:
(i) δεν έχουν ως αποτέλεσμα την ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης, η Αρμόδια Αρχή ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 16.
(ii) έχουν ως αποτέλεσμα την ουσιώδη τροποποίηση της αίτησης καταχώρισης, η τροποποιημένη αίτηση δημοσιοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 13 και παρέχεται νέα προθεσμία για υποβολή ενστάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), του παρόντος άρθρου.
(8) Η Αρμόδια Αρχή κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτητή και στον ενιστάμενο.
16. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 11, 12, 13, 14 και 15, η Αρμόδια Αρχή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας την ευνοϊκή της απόφαση για προώθηση της αίτησης καταχώρησης στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθώς και τις προδιαγραφές στις οποίες βασίζεται η εν λόγω απόφαση.
17.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να παραχωρήσει περίοδο μεταβατικής εθνικής προστασίας της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στην περίπτωση που αυτό έχει ζητηθεί από τον αιτητή.
(2) Στην περίπτωση παραχώρησης μεταβατικής εθνικής προστασίας δυνάμει του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει γραπτώς τον αιτητή για την εγγραφή της ονομασίας προέλευσης ή της γεωγραφικής ένδειξης στο Μητρώο.
(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να παραχωρήσει περίοδο προσαρμογής σε επιχειρήσεις δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 6 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
(4) Η μεταβατική εθνική προστασία τερματίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία λαμβάνεται απόφαση αναφορικά με την καταχώρηση της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης δυνάμει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 στο Μητρώο ΠΟΠ και ΠΓΕ που τηρείται από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δυνάμει της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
18.-(1) Κατά τη διάρκεια της προσωρινής μεταβατικής εθνικής προστασίας, οι παραγωγοί μπορούν να περιλάβουν στη σήμανση του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου τις ενδείξεις "Ονομασία Προέλευσης (ΟΠ)" ή "Γεωγραφική Ένδειξη (ΓΕ)", ανάλογα με την περίπτωση.
(2) Στην περίπτωση που η αιτούμενη ονομασία εγκρίνεται από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι παραγωγοί χρησιμοποιούν στη σήμανση του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου τις ενδείξεις "Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ)" ή "Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ)", ανάλογα με την περίπτωση.
(3) Σε περίπτωση που η αιτούμενη ονομασία απορριφθεί από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι ενδείξεις ΟΠ ή ΓΕ όπως αναφέρονται στο εδάφιο (1) τερματίζονται. Τυχόν αδιάθετα αποθέματα γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων υπόκεινται σε αφαίρεση της σήμανσης ΟΠ και ΓΕ μετά την πάροδο το αργότερο έξι μηνών από την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
19. Η σήμανση γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου με ΠΟΠ ή ΠΓΕ πρέπει να περιλαμβάνει -
(α) Το σήμα πιστοποίησης του φορέα ελέγχου,
(β) την κατοχυρωμένη ονομασία του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου με την αντίστοιχη προστατευόμενη ένδειξη "Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ)" ή "Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ)", ανάλογα με την περίπτωση.
20.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου τηρείται από το Γραφείο Μητρώο, στο οποίο εγγράφεται κάθε ονομασία προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου για την οποία έχει παραχωρηθεί προσωρινή μεταβατική εθνική προστασία σε εθνικό επίπεδο.
(2) Στο Μητρώο μπορεί να γίνεται έρευνα χωρίς πληρωμή τέλους. Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει και να εξασφαλίσει πιστοποιημένα αντίγραφα τμημάτων του Μητρώου, με την καταβολή τέλους.
21. Για την εφαρμογή του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η Αρμόδια Αρχή δέχεται ενστάσεις, το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Οι ενστάσεις αυτές αφορούν αιτήσεις καταχώρησης που κατατίθενται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τρίτες χώρες και πρέπει να στηρίζονται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
22. Για τροποποίηση των προδιαγραφών η Αρμόδια Αρχή δέχεται αιτήσεις με την καταβολή τέλους και τις διαβιβάζει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δυνάμει του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
24.-(1) Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο επιθυμεί να τοποθετήσει στην αγορά γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα με τις ενδείξεις ΠΟΠ ή ΠΓΕ, το Κοινοτικό Σύμβολο καθώς και το σήμα πιστοποίησης που προβλέπεται στα άρθρα 18 και 19 του παρόντος Νόμου θα πρέπει να τύχει έγκρισης.
(2) Η έγκριση χρήσης χορηγείται για περίοδο πέντε ετών από την Αρμόδια Αρχή ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου σύμφωνα με το εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου η οποία υποβάλλεται τουλάχιστο ένα μήνα πριν την έναρξη της δραστηριότητάς του, και κατόπιν εξακρίβωσης από την Αρμόδια Αρχή ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
(3) Η αίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία -
(α) Το όνομα και τη διεύθυνση του ενδιαφερόμενου,
(β) το είδος και την ονομασία του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου,
(γ) την κατηγορία ΠΟΠ ή ΠΓΕ, και
(δ) την ημερομηνία έναρξης της παραγωγής του συγκεκριμένου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να αναστέλλει ή να ανακαλεί την ως άνω έγκριση για όσο χρονικό διάστημα κρίνει απαραίτητο εφόσον-
(α) Δεν τηρούνται οι προδιαγραφές ΠΟΠ ή ΠΓΕ του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, ή/και
(β) παραβιάζεται οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006.
25.-(1) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει και τηρεί Μητρώο Δικαιούχων Χρήσης Ενδείξεων ΠΟΠ ή ΠΓΕ, το οποίο αποτελεί δημόσιο βιβλίο και η πρόσβαση σε αυτό είναι ελεύθερη σε κάθε ενδιαφερόμενο.
(2) Στο Μητρώο Δικαιούχων Χρήσης Ενδείξεων ΠΟΠ ή ΠΓΕ καταχωρούνται τουλάχιστο τα εξής στοιχεία -
(α) Το όνομα και η διεύθυνση του δικαιούχου·
(β) το είδος και η ονομασία του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου·
(γ) η κατηγορία ΠΟΠ ή ΠΓΕ· και
(δ) η ημερομηνία έγκρισης, ανανέωσης, ή/και ανάκλησης ή/και αναστολής του δικαιώματος χρήσης των εν λόγω γεωγραφικών ενδείξεων και ονομασιών προέλευσης.
26. Η Αρμόδια Αρχή διορίζει, με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Επιθεωρητές Λειτουργούς του Τμήματος Γεωργίας, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη διεξαγωγή επίσημων ελέγχων προς διαπίστωση ότι τηρούνται οι διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, του παρόντος Νόμου, όπως και των Κανονισμών που θεσπίζονται δυνάμει αυτού.
27.-(1) Ο Επιθεωρητής έχει εξουσία σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο να εισέρχεται σε οποιαδήποτε εγκατάσταση, στην οποία έχει εύλογη υποψία ότι παράγεται, παρασκευάζεται, συντηρείται, συσκευάζεται, σημαίνεται, αποθηκεύεται γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο που προορίζεται για έγκριση χρήσης προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, χώρο πώλησης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ή σε οποιαδήποτε υποστατικά στα οποία αυτός έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι υπάρχουν οποιαδήποτε γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης ή που προορίζονται να πωληθούν ή είναι έτοιμα να πωληθούν ως τέτοια με σκοπό -
(α) Την επιθεώρηση των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων ως προς την παραγωγή, τη μεταχείριση, τη διαλογή, τη συντήρηση, την αποθήκευση, την παρουσίαση, τη συσκευασία, τη σήμανση και τη μεταφορά τους˙
(β) την επιθεώρηση του χώρου παραγωγής, της συντήρησης, της αποθήκευσης, της μεταχείρισης, της συσκευασίας, της παρουσίασης και της μεταφοράς των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων˙
(γ) τον έλεγχο οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή άλλων στοιχείων τα οποία βρίσκονται στους τόπους παραγωγής πρώτης ύλης ή μεταποίησης προϊόντων που αφορούν την τήρηση κανόνων σύμφωνα με τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, και τη λήψη αντιγράφων τους˙
(δ) τη λήψη δειγμάτων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου από κάθε γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο που βρίσκεται στους τόπους που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, περιλαμβανομένου και γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου που βρίσκεται πάνω σε όχημα˙
(ε) να προβαίνει στην κατάσχεση ή στην κατακράτηση, για όση χρονική περίοδο κρίνεται απαραίτητο, γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων για τα οποία εύλογα πιστεύει ότι έχει παραβιαστεί οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή των πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 24 και να διατάξει να παραμείνει ή να μεταφερθεί το γεωργικό αυτό προϊόν ή τρόφιμο σε οποιοδήποτε μέρος θα υποδείξει:
Νοείται ότι Επιθεωρητής δε δικαιούται να εισέλθει σε κατοικία παρά μόνο με ένταλμα Δικαστηρίου.
(2) Σε περίπτωση λήψης δείγματος ο Επιθεωρητής χωρίζει το δείγμα που λήφθηκε σε τρία ίσα μέρη, καθένα από τα οποία σημαίνεται και σφραγίζεται ή προσδένεται με τέτοιο τρόπο, όπως η φύση αυτού το επιτρέπει, και παραδίδει ένα από αυτά τα μέρη στον παραγωγό ή εκπρόσωπό του που κατέχει το γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο, διατηρεί ένα από τα μέρη αυτά για μελλοντική σύγκριση και υποβάλλει το τρίτο μέρος για ανάλυση στο Γεωργικό Χημικό, ο οποίος δύναται να αποστείλει το δείγμα σε οποιοδήποτε άλλο διαπιστευμένο εργαστήριο σε περίπτωση που αδυνατεί να διεξάγει ο ίδιος αποτελεσματική ανάλυση του δείγματος. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) σε περίπτωση κατά την οποία ο κάτοχος του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου δεν είναι ο παραγωγός, τότε το δείγμα χωρίζεται σε τέσσερα ίσα μέρη και το τέταρτο μέρος του δείγματος παραδίδεται σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εναντίον του οποίου δυνατό να προσαφθεί κατηγορία αναφορικά με την πώληση του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(4) Ο αγοραστής γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου δύναται, εφόσον καταβάλει σχετικό τέλος, να ζητήσει από το φορέα ελέγχου τη διεξαγωγή δειγματοληψίας και ανάλυσης του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(5) Σε περίπτωση υποβολής ένστασης για τα αποτελέσματα των αναλύσεων που διεξάγονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, μπορεί να ζητηθεί από πρόσωπο στο οποίο δίνεται μέρος του δείγματος σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) ή τον αντιπρόσωπο αυτού, καταβάλλοντας τα έξοδα της ανάλυσης, επανέλεγχο του δείγματος στο Γενικό Χημείο του Κράτους ή σε οποιοδήποτε διαπιστευμένο εργαστήριο. Στον επανέλεγχο αναλύεται το μέρος του δείγματος που φυλάγεται από τον Επιθεωρητή και τα αποτελέσματα της ανάλυσης είναι οριστικά.
(6) Επιθεωρητής εισερχόμενος σε οποιεσδήποτε κτιριακές εγκαταστάσεις ή υποστατικά δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να φέρει μαζί του τον αναγκαίο εξοπλισμό και να συνοδεύεται από άλλα πρόσωπα όπου θεωρεί αναγκαίο.
28.-(1) Σε περίπτωση κατακράτησης ή κατάσχεσης γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, ο κάτοχος δύναται να υποβάλει ένσταση προς το Διευθυντή, εντός τριών εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν.
(2) Ο Διευθυντής εξετάζει χωρίς καθυστέρηση την ένσταση και έχει εξουσία να αναθέσει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς του φορέα ελέγχου την εξέταση των θεμάτων που αφορούν την ένσταση πριν την έκδοση της τελεσίδικης απόφασής του, την οποία κοινοποιεί εγγράφως στον ενδιαφερόμενο εντός τριάντα ημερών.
29.-(1) Ο Πρόεδρος και τα ΅έλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οι Επιθεωρητές και άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση ένεκα της θέσης τους ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, έχουν υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλουν να ΅ην κοινοποιούν αυτές εκτός στην έκταση που επιβάλλεται προς εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Την ίδια υποχρέωση προς εχεμύθεια έχει και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των πληροφοριών αυτών κατ εφαρμογή του παρόντος Νόμου κατά τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο διαδικασίες.
(3) Παράβαση της κατά το άρθρο αυτό υποχρέωσης προς εχεμύθεια συνιστά ποινικό αδίκημα τι΅ωρού΅ενο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 34, προκειμένου δε περί δημόσιων υπαλλήλων, συνιστά πειθαρχικό αδίκημα τι΅ωρού΅ενο κατά τις οικείες πειθαρχικές διατάξεις.
30.-(1) Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα, το οποίο παράγει γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο και υποβάλλει αίτηση για χρήση ΠΟΠ ή ΠΓΕ δυνάμει του άρθρου 24, οφείλει να -
(α) Γνωστοποιεί τις δραστηριότητες του στην Αρμόδια Αρχή˙
(β) παρέχει στους Επιθεωρητές οποιεσδήποτε συμπληρωματικές πληροφορίες κρίνονται απαραίτητες για τη μελέτη των προδιαγραφών˙
(γ) υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή ενημερωμένο κατάλογο με τα ονόματα και τις διευθύνσεις των φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται στη διαδικασία παραγωγής του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου και υπόκεινται σε έλεγχο δυνάμει του άρθρου 27˙
(δ) παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εύρυθμη αξιολόγηση των αιτήσεων και διεκπεραίωση των ελέγχων.
(2) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα που υπάγεται στο σύστημα ελέγχου υποχρεούται να τηρεί και να θέτει στη διάθεση του Επιθεωρητή για έλεγχο, λογιστικά βιβλία για όλες τις εισροές που χρησιμοποιεί στην παραγωγική διαδικασία (είδος, ποσότητες, προέλευσης, τρόπος χρήσης, κ.λ.π.) καθώς επίσης και για τις πωλήσεις γεωργικών προϊόντων που πραγματοποιεί (είδος, ποσότητες, προορισμός) και τυχόν αποθέματα, για τουλάχιστο ένα έτος.
31.-(1) Ο φορέας ελέγχου διενεργεί επίσημους ελέγχους για να διασφαλίσει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Οι έλεγχοι διενεργούνται-
(α) Τακτικά˙
(β) σε περίπτωση που υπάρχουν υπόνοιες ότι τα γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα δεν είναι σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος Νόμου˙
(γ) ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο, και ιδιαίτερα σε συνάρτηση με τους κινδύνους και την κτηθείσα πείρα.
(3) Οι έλεγχοι καλύπτουν όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης, συσκευασίας, κυκλοφορίας, πώλησης, έκθεσης προς πώληση, αποθήκευσης περιλαμβανομένων και των ελέγχων των πρώτων υλών.
(4) Οι έλεγχοι δύνανται να διαλαμβάνουν τον έλεγχο των εγγράφων, την αντιστοιχία μεταξύ των εγγράφων και γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, το φυσικό έλεγχο και τις διαδικασίες παραγωγής, συσκευασίας αποθήκευσης και μεταφοράς.
(5) Οι έλεγχοι διεξάγονται κατά κανόνα απροειδοποίητα, εκτός αν αποφασίσει διαφορετικά ο φορέας ελέγχου.
32.-(1) Πρόσωπο το οποίο-
(α) Παρακωλύει Επιθεωρητή από του να εκτελέσει τα καθήκοντά του σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή
(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του επιβάλλει δικαιωματικά ο Επιθεωρητής δυνάμει του άρθρου 27, ή
(γ) παραλείπει να παράσχει στον Επιθεωρητή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία, την οποία εύλογα θα ζητήσει ο Επιθεωρητής προς το σκοπό εκπλήρωσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου,
διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δυο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο το οποίο, παρέχοντας οποιαδήποτε πληροφορία από τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1), προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και στις δυο αυτές ποινές.
33. Στην περίπτωση κατακράτησης ή κατάσχεσης των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων, ο Επιθεωρητής οφείλει να πληροφορήσει τον κάτοχό τους για τα αποτελέσματα του ελέγχου το ταχύτερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει μέσα σε τριάντα εργάσιμες ημέρες από την ημέρα κατάσχεσης ή κατακράτησης των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων.
34. Όποιος εκ προθέσεως και προς το σκοπό προσπορισμού αθέμιτου οφέλους, παραβιάζει την κατά το άρθρο 29 υποχρέωση προς εχεμύθεια, διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
35. Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δεν είναι Επιθεωρητής, παρουσιάζεται να ενεργεί ως τέτοιος, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης, σε ποινή φυλάκισης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
36.-(1) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, η πώληση ή/και η διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, που παράγεται στην Κύπρο, χωρίς αυτό να είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της σήμανσης, όπως καθορίζονται στα άρθρα 18 και 19 του παρόντος Νόμου.
(2) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, η πώληση ή/και η διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, που παράγεται σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή σε τρίτη χώρα, χωρίς αυτό να είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της σήμανσης, όπως καθορίζονται στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους ή τρίτης χώρας.
(3) Απαγορεύεται η κυκλοφορία, η πώληση ή/και η διάθεση οποιουδήποτε γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης χωρίς να είναι σύμφωνο με τη φύση, τη σύσταση και την ποιότητα όπως καθορίζονται στις προδιαγραφές του.
(4) Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση από οποιοδήποτε πάνω στη συσκευασία ή στην ετικέτα ενός γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, που παράγεται στην Κύπρο, μιας κατοχυρωμένης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης χωρίς την έγκριση της Αρμόδιας Αρχής.
(5) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρι 2 χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
37.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για τη ρύθμιση κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), οι εν λόγω κανονισμοί μπορεί να προνοούν για όλα ή για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα θέματα -
(α) Οποιοδήποτε επιπρόσθετο στοιχείο που η Αρμόδια Αρχή θεωρεί απαραίτητο για την εξέταση των αιτήσεων˙
(β) τα τέλη που καταβάλλονται για -
(i) την υποβολή της αίτησης καταχώρησης που προνοείται στο άρθρο 11,
(ii) την υποβολή της ένστασης που προνοείται στο άρθρο 15,
(iii) την υποβολή των αιτήσεων τροποποίησης,
(iv) την υποβολή αιτημάτων ακύρωσης,
(v) την έκδοση πιστοποιημένων αντιγράφων για πληροφορίες που περιέχονται στο προσωρινό Μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 20,
(vi) τη διαδικασία διεκπεραίωσης ελέγχων και δειγματοληψιών για αναλύσεις γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων,
(vii) τις αναλύσεις·
(viii) την έγκριση χρήσης μιας ΠΟΠ ή ΠΓΕ και την ανανέωση τέτοιας έγκρισης χρήσης·
(ix) [Διαγράφηκε]·
(x) τη διενέργεια επιθεώρησης.
(γ) τη θέσπιση συμπληρωματικών μέτρων εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, και των πράξεων που θεσπίζονται δυνάμει αυτού˙
(δ) τις διαδικασίες για τροποποίηση της προδιαγραφής ή ενός συστήματος ελέγχου μιας ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης ή ενός συστήματος ελέγχου˙
(ε) τις διαδικασίες προώθησης των δειγμάτων, που λαμβάνονται κατά τις δειγματοληψίες, σε αναγνωρισμένα χημεία˙
(στ) [Διαγράφηκε]·
(ζ) τα έντυπα και τις διαδικασίες για την υποβολή των αιτήσεων και των ενστάσεων, για τη διενέργεια ελέγχων, την ετοιμασία εκθέσεων και για την έκδοση αποφάσεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
38. Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει διατάγματα που μπορεί να προβλέπουν για όλα ή οποιαδήποτε από τα ακόλουθα θέματα -
(α) Για την περαιτέρω ρύθμιση ειδικών τεχνικών θεμάτων, τα οποία ρυθμίζονται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, κατ´ εξουσιοδότηση των κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
(β) για την τροποποίηση των παραρτημάτων των κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
(γ) το σήμα πιστοποίησης του φορέα ελέγχου που θα χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
39. Οποιεσδήποτε εκκρεμούσες αιτήσεις για ονομασία προέλευσης και γεωγραφική ένδειξη, έχουν υποβληθεί βάσει του περί Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων ή Τροφίμων Νόμου υπόκεινται σε εξέταση δυνάμει του παρόντος Νόμου.