ΜΕΡΟΣ VI ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Διάφορα αδικήματα

24.-(1) Πας όστις παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθή προς Κανονισμόν γενόμενον δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο ποινές και το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη δήμευση οποιασδήποτε ουσίας σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα.

(2) Πας όστις παραβαίνει οιονδήποτε όρον αδείας εκδοθείσης δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου ή αδείας ή ετέρας εξουσιοδοτήσεως εκδοθείσης δυνάμει Κανονισμών εκδοθέντων δυνάμει του παρόντος Νόμου, μη ούσης αδείας εκδοθείσης δυνάμει Κανονισμών εκδοθέντων συμφώνως προς το άρθρον 11(2) (θ), είναι ένοχος αδικήματος.

(3) Πρόσωπον τι διαπράττει αδίκημα εάν, εν τη προσπαθεία αυτού να εμφανισθή συμμορφούμενον προς οιανδήποτε υποχρέωσιν παροχής πληροφορίας ην τούτο υπέχει δυνάμει ή λόγω κανονισμών γενομένων δυνάμει του παρόντος Νόμου, παρέχη οιανδήποτε πληροφορίαν ήτις ειναι εν γνώσει του ψευδής εν ουσιώδη λεπτομερεία ή αμελώς παρέχη οιανδήποτε πληροφορίαν ήτις είναι ψευδής.

(4) Πρόσωπον τι διαπράττει αδίκημα εάν, προς τον σκοπόν εξασφαλίσεως δι’ εαυτόν ή δι’ έτερον πρόσωπον της εκδόσεως ή ανανεώσεως αδείας ή ετέρας εξουσιοδοτήσεως δυνάμει του παρόντος Νόμου ή δυνάμει οιωνδήποτε κανονισμών γενομένων δυνάμει του παρόντος Νόμου-

(α) προβαίνη εις δήλωσιν ή παρέχη πληροφορίαν ήτις είναι εν γνώσει του ψευδής εις ουσιώδη τινά λεπτομέρειαν ή αμελώς παρέχη οιανδήποτε πληροφορίαν ήτις είναι ψευδής˙ ή

(β) προσάγη ή άλλως χρησιμοποιή οιονδήποτε βιβλίον, αρχείον ή έτερον έγγραφον όπερ εν γνώσει του περιέχει δήλωσιν  ή πληροφορίαν ήτις έιναι εν γνώσει του ψευδής  εις ουσιώδη τινά λεπτομέρειαν.

(5) Σε πρόσωπο το οποίο παραβαίνει πρόνοιες Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νομου δύναται να επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζεται με Κανονισμούς.

Ενθάρρυνση και προώθηση παράνομης χρήσης ελεγχόμενων φαρμάκων

24Α.-(1) Τηρουμένου του εδαφίου (2), του άρθρου 24, πρόσωπο το οποίο ενθαρρύνει ή προωθεί ή προάγει την παράνομη χρήση ελεγχόμενων φαρμάκων με έντυπα, φωτογραφίες, κινηματογραφικές ταινίες, βιτεοκασέτες ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο προβολής ή διαφήμισης ή παρέχει πληροφορίες για την κατασκευή ή την προμήθεια τους ή διανέμει δοκιμαστικά δείγματα ανεξάρτητα από το ποσοστό ελεγχόμενου φαρμάκου που περιέχουν, με σκοπό ακριβώς την παράνομη διάδοση των ελεγχόμενων αυτών φαρμάκων είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων.

(2) Δε συνιστά αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (1), η διατύπωση γνώμης ή επιστημονικής κρίσης σχετικά με τα ναρκωτικά όταν γίνεται από δικαιολογημένο κοινωνικό ενδιαφέρον κατά την άσκηση δικαιώματος ή την εκπλήρωση καθήκοντος νοουμένου ότι από τον τρόπο διατύπωσης ή από τις περιστάσεις που έγινε η πράξη δεν προκύπτει σκοπός ενθάρρυνσης, προώθησης ή διαφήμισης.

Απόπειρα διάπραξης αδικήματος

25.-(1) Όποιος αποπειράται να διαπράξει αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή υποκινεί ή αποπειράται να υποκινήσει άλλο πρόσωπο να διαπράξει τέτοιο αδίκημα είναι ένοχος αδικήματος.

(2) Οι ποινές οι οποίες δύνανται να επιβληθούν σε πρόσωπο που καταδικάστηκε για αδίκημα δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι εκείνες οι οποίες βάσει του Τρίτου Πίνακα δύνανται να επιβληθούν επί προσώπου που καταδικάζεται για το ουσιώδες αδίκημα.

(3) Στο παρόν άρθρο “ουσιώδες αδίκημα” σημαίνει το αδίκημα στο οποίο αναφέρεται η απόπειρα ή η υποκίνηση ή η πειραθείσα υποκίνηση για διάπραξη, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου.

Βοήθεια ή υποκίνησις διαπράξεως αδικήματος εκτός της Δημοκρατίας δυνάμει αντιστοίχου Νόμου

26. Πας όστις εν τη Δημοκρατία παρέχει βοήθειαν ή υποκινεί την διάπραξιν, εν οιωδήποτε τόπω κειμένω εκτός της Δημοκρατίας,  αδικήματος τιμωρουμένου δυνάμει των διατάξεων του εν τω τόπω τούτω τελούντος εν ισχύϊ αντιστοίχου Νόμου, είναι ένοχος αδικήματος.

Αδικήματα νομικών προσώπων

27. Οσάκις αποδεικνύεται ότι η υπό τινος νομικού προσώπου διάπραξις αδικήματος κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου εγένετο τη συναινέσει ή τη συνενοχή, ή δύναται να αποδοθή εις αμέλειαν οιουδήποτε διευθυντού, γραμματέως ή ετέρου αναλόγου θέσεως υπαλλήλου του νομικού προσώπου ή οιουδήποτε προσώπου φερομένου ως ενεργούντος υπό τοιαύτην ιδιότητα, διά το αδίκημα τούτο κρίνονται ένοχοι τόσον το νομικόν πρόσωπον όσον και ο εν λόγω υπάλληλος, αμφότεροι δε υπόκεινται εις δίωξιν.

Περαιτέρω εξουσία εκδόσεως κανονισμών

28. Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται διά κανονισμών να προνοή-

(α) διά την εξαίρεσιν, εν τοιαύταις περιπτώσεσιν οίαι δυνατόν να καθορισθώσι-

(i) της εφαρμογής οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου ήτις δημιουργεί αδίκημα˙ή

(ii) της εφαρμογής οιασδήποτε των διατάξεων του περί Διοικήσεως Τελωνείων Νόμου καθ’ ην έκτασιν αύται αφορούν εις απαγόρευσιν ή περιορισμόν εισαγωγής ή εξαγωγής ισχυούσης δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου˙

(β) διά την εφαρμογήν οιασδήποτε των διατάξεων των άρθρων 15 έως 17 του παρόντος Νόμου και του Δευτέρου Πίνακος τούτου μεθ’ οιωνδήποτε τοιούτων τροποποιήσεων οίαι ήθελον καθορισθή-

(i) εν σχέσει προς οιανδήποτε πρόθεσιν του Υπουργού να εκδίδη οδηγίαν δυνάμει του άρθρου 13(2) του παρόντος Νόμου˙ ή

(ii) διά τοιούτους σκοπούς των Κανονισμών δυνάμει του παρόντος Νόμου ως ήθελε καθορισθή˙

(γ) διά την εφαρμογήν οιασδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών ή διαταγμάτων επί των υπαλλήλων ή αντιπροσώπων της Δημοκρατίας υπό την επιφύλαξιν τοιούτων εξαιρέσεων, προσαρμογών και τροποποιήσεων οίαι ήθελον καθορισθή.

Εξουσία έκδοσης Κανονισμών για τον καθορισμό, την επιβολή και είσπραξη τελών και διοικητικών προστίμων

28Α. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που προβλέπυν για -

(α) Τον καθορισμό τελών και δικαιωμάτων που είναι πληρωτέα σε σχέση με τη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών εξέταση ή/και χορήγηση αδειών και εγκρίσεων και την παροχή συναφών με αυτές υπηρεσιών.

(β) τον καθορισμό διοικητικών προστίμων που δύναται να επιβληθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού. και

(γ) τη διαδικασία και τον τρόπο είσπραξης των πληρωτέων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών τελών και δικαιωμάτων τα οποία εισπράττονται σε σχέση με την εξέταση ή/και χορήγηση αδειών ή εγκρίσεων.

Εξουσία ερεύνης και λήψεως μαρτυρίας

29.-(1) Αστυφύλαξ ή έτερον πρόσωπον εξουσιοδοτηθέν προς τούτο διά γενικού ή ειδικού διατάγματος του Υπουργού κέκτηται εξουσίαν  προς τον σκοπόν εφαρμογής του παρόντος Νόμου όπως εισέρχηται εις οιονδήποτε υποστατικόν ένθα πρόσωπον τι ασκεί την επιχείρησιν του παραγωγού ή προμηθευτού παντός ελεγχομένου φαρμάκου και απαιτήση όπως προσάγωνται αυτώ προς επιθεώρησιν άπαντα τα βιβλία ή έγγραφα τα αφορώντα εις τας περί τα τοιαύτα φάρμακα δοσοληψίας και επιθεωρή παν απόθεμα τοιούτων φαρμάκων.

(2) Αστυφύλαξ έχων εύλογον αιτίαν να υποπτεύηται ότι οιονδήποτε πρόσωπον κατέχει ελεγχόμενον φάρμακον κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων κανονισμών δύναται-

(α) να ερευνήση το πρόσωπον τούτο και να κρατήση τούτο διά σκοπούς ερεύνης˙

(β) να ερευνήση οιονδήποτε όχημα ή σκάφος εν τω οποίω ο αστυφύλαξ υποπτεύεται ότι το φάρμακον δυνατόν να ευρίσκηται και προς τον σκοπόν τούτον να απαιτήση όπως το πρόσωπον το έχον υπό τον έλεγχον αυτού το ρηθέν όχημα ή σκάφος σταματήση τούτο˙

(γ) να κατάσχη και κατακρατήση διά τους σκοπούς της διαδικασίας δυνάμει του Νόμου, ο,τιδήποτε ανευρέθη κατά την διάρκειαν της ερεύνης όπερ φαίνεται κατά την γνώμην του αστυφύλακος ότι αποτελεί μαρτυρίαν δι’ αδίκημα κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου.

Εν τω παρόντι εδαφίω “σκάφος” περιλαμβάνει ταχύπλουν σκάφος και ουδέν εν τω παρόντι εδαφίω θέλει επηρεάσει δυσμενώς οιανδήποτε εξουσίαν δι’ έρευναν ή διά σύλληψιν ή κατακράτησιν περιουσίας ην δύναται να ασκήση αστυφύλαξ τις ανεξαρτήτως του παρόντος άρθρου.

(3) Εφ’ όσον δικαστής ήθελε ικανοποιηθή βάσει ενόρκου καταγγελίας ότι υπάρχει εύλογος υποψία-

(α) ότι οιαδήποτε ελεγχόμενα φάρμακα ευρίσκονται κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών εν τη κατοχή  προσώπου τινός εν οιωδήποτε υποστατικώ˙ ή

(β) ότι έγγραφον όπερ αμέσως ή εμμέσως αφορά ή έχει σχέσιν προς συναλλαγήν ή πράξιν ήτις αποτελεί αδίκημα συμφώνως τω παρόντι Νόμω ή σκοπουμένην συναλλαγήν ή πράξιν ήτις διενεργουμένη θα αποτέλει αδίκημα εναντίον του παρόντος Νόμου ή εν τη περιπτώσει συναλλαγής ή πράξεως διενεργηθείσης ή διενεργηθησομένης εν οιωδήποτε τόπω εκτός της Δημοκρατίας, ήτις αποτελεί ή θα αποτελεί αδίκημα εναντίον των διατάξεων του εν τω τόπω τούτω τελούντος εν ισχύϊ αντιστοίχου Νόμου, ευρίσκεται εν τη κατοχή προσώπου τινός, ούτος δύναται να εκδώση ένταλμα ερεύνης παρέχον εξουσίαν εις το εν τω εντάλματι καθοριζόμενον πρόσωπον όπως κατά πάντα χρόνον εντός ενός μηνός από της ημερομηνίας εκδόσεως του εντάλματος να εισέρχηται, εν ανάγκη και διά της χρήσεως βίας, εις τα εν τω εντάλματι καθοριζόμενα υποστατικά και να ερευνά ταύτα ως και παν πρόσωπον όπερ ευρίσκεται εν τοις υποστατικοίς˙ εάν δε υπάρχη εύλογος υποψία ότι διεπράχθη αδίκημα τι εναντίον του παρόντος Νόμου αναφορικώς προς οιαδήποτε ελεγχόμενα φάρμακα άτινα ήθελον ευρεθή εν τοις υποστατικοίς ή εν τη κατοχή παντός τοιούτου προσώπου ή ότι έγγραφον ούτω ευρεθέν είναι έγγραφον εκ των μνημονευομένων εν τη παραγράφω (β) ανωτέρω, παρέχον εξουσίαν όπως κατάσχη και κατακρατήση τα τοιαύτα φάρμακα ή, αναλόγως της περιπτώσεως, έγγραφα.

(4) Πας όστις-

(α) εσκεμμένως παρακωλύει πρόσωπον τι εν τη ενασκήσει των δυνάμει του παρόντος άρθρου εξουσιών αυτού˙ ή

(β) αποκρύπτει από πρόσωπον τι ενεργούν εν τη ενασκήσει των εξουσιών του δυνάμει του εδαφίου (1) ανωτέρω οιαδήποτε τοιαύτα βιβλία, έγγραφα. Αποθέματα ή φάρμακα ως αναφέρεται εν τω ως είρηται εδαφίω˙ ή

(γ) άνευ ευλόγου δικαιολογίας (το βάρος της αποδείξεως της οποίας φέρει ούτος) παραλείπει να προσαγάγη οιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα ως ανωτέρω αναφέρεται, οσάκις η προσαγωγή αυτών απαιτήται υπό προσώπου τινός εν τη ενασκήσει των εξουσιών του δυνάμει του ως είρηται άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος.

Δίωξις και τιμωρία

30.-(1) Ο Τρίτος Πίναξ του παρόντος Νόμου θα ισχύη συμφώνως προς το εδάφιον (2) κατωτέρω εν σχέσει προς τον τρόπον καθ’ ον αδικήματα κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου τιμωρούνται εν περιπτώσει καταδίκης.

(2) Ανεξαρτήτως παντός διαλαμβανομένου εν τω περί Δικαστηρίω Νόμω, τω περί Ποινική Δικονομία Νόμω ή οιωδήποτε ετέρω Νόμω, ο Γενικός Εισαγγελεύς της Δημοκρατίας δύναται, αφού διεξέλθη τον φάκελλον της αστυνομικής ανακρίσεως τον αναφερόμενον εις οιονδήποτε αδίκημα κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε κανονισμών γενομένων δυνάμει τούτου, να διατάξη όπως το τοιούτον αδίκημα εκδικασθή και αποφασισθή είτε συνοπτικά είτε υπό Κακουργοδικείου.

Νοείται ότι σε κατηγορούμενο που κρίθηκε ένοχος για αδίκημα που αφορά χρήση, κατοχή ή μεταφορά ελεγχόμενου φαρμάκου για προσωπική χρήση επιβάλλεται ποινή φυλάκισης που δε θα υπερβαίνει τα δύο έτη, αν:-

(i) δεν είχε συμπληρώσει, κατά το χρόνο της διάπραξης του αδικήματος, το εικοστοπέμπτο (25ο) έτος της ηλικίας του, και

(ii) δεν έχει οποιαδήποτε προηγούμενη καταδίκη για αδίκημα κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

(3) Σε σχέση με αδίκημα κατά παράβαση διάταξης του παρόντος Νόμου που καθορίζεται στην πρώτη στήλη του εν λόγω Πίνακα:

(α) Η δεύτερη, τρίτη και τέταρτη στήλες δείχνουν αντίστοιχα τις ποινές οι οποίες μπορεί να επιβληθούν στο πρόσωπο που καταδικάστηκε για αδίκημα, ανάλογα του κατά πόσο το ελεγχόμενο φάρμακο σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ήταν της τάξης Α, Β ή Γ˙ και

(β) η πέμπτη στήλη δείχνει τις ποινές οι οποίες μπορεί να επιβληθούν στο πρόσωπο που καταδικάστηκε για αδίκημα, ανεξάρτητα από το αν το αδίκημα διαπράχθηκε σε σχέση με ελεγχόμενο φάρμακο και, αν διαπράχθηκε σε σχέση με ελεγχόμενο φάρμακο ανεξάρτητα από το αν το φάρμακο ήταν της τάξης Α, Β ή Γ.

(4) Χωρίς επηρεασμό οποιωνδήποτε άλλων σχετικών διατάξεων και επιπρόσθετα απ’ αυτές, το δικαστήριο κατά την επιμέτρηση της ποινής μεταξύ άλλων λαμβάνει υπόψη του τα ακόλουθα περιστατικά:

(α) Ως καθιστώντα το αδίκημα ιδιαίτερα σοβαρό-

(i) Την ανάμειξη στη διάπραξη του αδικήματος οργανωμένης ομάδας εγκληματιών στην οποία ο κατηγορούμενος ανήκει˙

(ii) την ανάμειξη του κατηγορουμένου σε διεθνείς οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες˙

(iii) την ανάμειξη του κατηγορουμένου σε άλλες παράνομες δραστηριότητες οι οποίες διευκολύνονται με τη διάπραξη του αδικήματος˙

(iv) τη χρήση βίας, πυροβόλων όπλων ή επιθετικών όπλων ή αντικειμένων κατά τη διάπραξη του αδικήματος˙

(v) το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κατέχει δημόσιο αξίωμα ή θέση και το αδίκημα το οποίο διαπράχθηκε σχετίζεται με το εν λόγω αξίωμα ή θέση˙

(vi) τη θυματοποίηση ή εκμετάλλευση ανηλίκων ή διανοητικώς ή λόγω ψυχικής νόσου πασχόντων˙

(vii) το γεγονός ότι το αδίκημα διαπράχθηκε στις φυλακές ή σε κρατητήριο της Αστυνομίας ή στέγη ή ίδρυμα υπό τον έλεγχο, επίβλεψη ή φροντίδα του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή πλησίον τέτοιων στεγών ή ιδρυμάτων ή σε άλλους χώρους όπου συχνάζουν μαθητές ή φοιτητές για εκπαιδευτικές, αθλητικές, κοινωνικές ή άλλες δραστηριότητες˙

(viii) το γεγονός ότι το αδίκημα διαπράχθηκε σε χώρο εντός εκπαιδευτικού ιδρύματος ή σε χώρους εκδηλώσεων για ανηλίκους, συμπεριλαμβανομένων παιδότοπων και άλλων οργανωμένων χώρων συνάθροισης παιδιών ή σε αθλητικούς χώρους ή σε απόσταση που δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) μέτρα από την είσοδο ή την έξοδο ή την περίφραξή τους.

(β) Ως καθιστώντα το αδίκημα λιγότερο σοβαρό-

(i) Η ηλικία του κατηγορουμένου˙

(ii) το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε το αδίκημα παρασυρόμενος από πρόσωπα δυνάμενα να ασκήσουν επιρροή σ’ αυτόν˙

(iii) ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε οποιαδήποτε ανάμειξη σε εμπορία ή διακίνηση ναρκωτικών και ότι το παράπτωμα του σχετίζεται αποκλειστικά με χρήση ναρκωτικών˙

(iv) το βαθμό της εξάρτησης του κατηγορουμένου από ναρκωτικά˙

(v) την αποδεδειγμένη μεταμέλεια του κατηγορουμένου η οποία μεταξύ άλλων μαρτυρείται από τη συνεργασία του με τις αρχές για τη δίωξη των προμηθευτών και την προθυμία του να υποβληθεί σε θεραπεία για απεξάρτηση˙

(vi) το είδος και την ποσότητα των απαγορευμένων ουσιών που βρέθηκαν στην κατοχή του˙

(vii) το γεγονός ότι δεν υπάρχει οποιοδήποτε από τα περιστατικά που αναφέρονται στο (α)(i)-(vi) πιο πάνω.

Τεκμήρια

30Α.  Εφόσον ήθελε αποδειχθεί ότι πρόσωπο καλλιέργησε, ή κατείχε ή μετέφερε ελεγχόμενο φάρμακο ή ουσία, που αναφέρεται στην πρώτη στήλη, σε ποσότητα που υπερβαίνει την καθοριζόμενη στη δεύτερη στήλη, θεωρείται ότι καλλιέργησε, ή κατείχε ή μετέφερε το ελεγχόμενο αυτό φάρμακο ή την ουσία με σκοπό να το προμηθεύσει σε τρίτο πρόσωπο, εκτός αν ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο.

Παράνομη καλλιέργεια

 

Πρώτη Στήλη                                          Δεύτερη Στήλη

Οποιοδήποτε φυτό του γένους κάνναβις (cannabis)                Τρία ή περισσότερα φυτά

Οποιοδήποτε φυτό του γένους μήκων η υπνοφόρος
(papaver somniferum L)                                                     Είκοσι ή περισσότερα φυτά

οποιοδήποτε φυτό του γένους ερυθρόξυλος
(erythroxylum coca)                                                           Πέντε ή περισσότερα φυτά

 

Παράνομη κατοχή ή μεταφορά

 

Πρώτη Στήλη                                           Δεύτερη Στήλη

Κάνναβις ή παράγωγα αυτής                                              30 ή περισσότερα γραμμάρια

Παρασκευασμένο όπιο ή παράγωγα αυτού                           10 ή περισσότερα γραμμάρια

Παρασκευασμένη κοκαΐνηή παράγωγα αυτής                        10 ή περισσότερα γραμμάρια

Οποιοδήποτε ελεγχόμενο φάρμακο                                       20 ή περισσότερα γραμμάρια υπό στερεή                                                                                       μορφή, ή είκοσι ή περισσότερα κυβικά                                                                                           εκατοστά σε υγρή μορφή.

Δήμευσις

31.-(1) Τηρουμένου του εδαφίου (2) κατωτέρω, το δικαστήριον υπό του οποίου πρόσωπον τι κατεδικάσθη δι’ αδίκημα κατά παράβασιν του παρόντος Νόμου, δύναται να διατάξη την δήμευσιν οιουδήποτε πράγματος όπερ κατά την γνώμην του σχετίζεται με το αδίκημα καθώς και την καταστροφήν ή διάθεσιν τούτου καθ’ οιονδήποτε τρόπον οίον το δικαστήριον ήθελε διατάξει.

(2) Το δικαστήριον δεν διατάσσει την δήμευσιν οιουδήποτε πράγματος δυνάμει του παρόντος άρθρου οσάκις το πρόσωπον όπερ ισχυρίζεται ότι είναι ιδιοκτήτης τούτου ή ενδιαφέρεται δι’ αυτό καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον ζητή να ακουσθή υπό του δικαστηρίου, εκτός εάν παρεσχέθη εις αυτό ευκαιρία να δείξη λόγον διατί το τοιούτο διάταγμα δεν έδει να εκδοθή.

Πρόσθετες εξουσίες του Δικαστηρίου

31Α.-(1) Το Δικαστήριο το οποίο έχει καταδικάσει πρόσωπο για αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να αποστερήσει τον καταδικασθέντα της ικανότητας να κατέχει ή να πάρει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα το οποίο το Δικαστήριο θα καθορίσει.

(2) Στις περιπτώσεις όπου το πρόσωπο το οποίο αποστερείται της ικανότητας να κατέχει ή να πάρει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος δυνάμει του εδαφίου (1), είναι κάτοχος άδειας, η άδεια αυτή ακυρώνεται και παύει να ισχύει κατά το διάστημα της επιβληθείσας ανικανότητας.

(3) Η δυνάμει του εδαφίου (1) αποστέρηση άδειας οδήγησης επιβάλλεται ως πρόσθετη ποινή ή σε αντικατάσταση οποιασδήποτε άλλης ποινής που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει.

(4) Σε περίπτωση επιβολής της ποινής της αποστέρησης της άδειας οδήγησης αναγράφονται στην άδεια οδήγησης του καταδικασθέντος οι λεπτομέρειες της επιβληθείσας ανικανότητας.

(5) Οι πρόνοιες του άρθρου 20 του περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Νόμου εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις αποστέρησης της άδειας οδήγησης με βάση τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.

Απόδειξις αγνοίας, κλπ., αποτελούσιν υπεράσπισιν εν τη εκδικάσει ωρισμένων αδικημάτων

32.-(1) Το παρόν άρθρον εφαρμόζεται εις αδικήματα βάσει των ακολούθων διατάξεων του παρόντος Νόμου, ήτοι των άρθρων 5(2) και (3), 6(2) και (3), 7(2) και 10.

(2) Υπό την επιφύλαξιν του εδαφίου (3) κατωτέρω εν τη εκδικάσει οιουδήποτε αδικήματος εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται, αποτελεί υπεράσπισιν διά τον κατηγορούμενον η απόδειξις ότι δεν είχε γνώσιν ή υποψίαν ούτε λόγον να υποψιασθή την  ύπαρξιν οιουδήποτε γεγονότος προβαλλομένου υπό της κατηγορίας όπερ η κατηγορία δέον να αποδείξη ίνα καταδικασθή ούτος διά το εν τω κατηγορητηρίω αδίκημα.

(3) Εν τη εκδικάσει οιουδήποτε αδικήματος διά το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται, ίνα καταδικασθή ο κατηγορούμενος δέον όπως η κατηγορία αποδείξη ότι ουσία τις ή προϊόν  τι σχετιζόμενον με το προσαπτόμενον αδίκημα ήτο το ελεγχόμενον φάρμακον όπερ η κατηγορία ισχυρίζεται και αποδεικνύεται ότι η εν λόγω ουσία ή προϊόν ήτο τω όντι το εν λόγω ελεγχόμενον φάρμακον-

(α) ο κατηγορούμενος δεν απαλλάσσεται του αδικήματος λόγω μόνον ότι ούτος αποδεικνύει ότι δεν εγνώριζεν ή υποπτεύετο ούτε είχε λόγον να υποπτευθή ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο το ειδικώς αναφερόμενον φάρμακον περί ου ο ισχυρισμός˙ αλλά ούτος

(β)  απαλλάσσεται του αδικήματος-

(i) εάν αποδείξη ότι δεν είχε γνώσιν ή υποψίαν ή λόγον να υποπτεύηται ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο ελεγχόμενον φάρμακον˙ ή

(ii) εάν αποδείξη ότι επίστευε, ότι η εν λόγω ουσία ή το εν λόγω προϊόν ήτο ελεγχόμενον φάρμακον, ή ελεγχόμενον φάρμακον τοιαύτης περιγραφής ώστε, εάν τούτο ήτο πράγματι το εν λόγω ελεγχόμενον φάρμακον ή ελεγχόμενον φάρμακον τοιαύτης περιγραφής, ούτος δεν θα διέπραττε κατά τον ουσιώδη χρόνον αδίκημα εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται.

(4) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων θέλει επηρεάσει δυσμενώς οιανδήποτε υπεράσπισιν ην δύναται να προβάλη πρόσωπον τι κατηγορούμενον δι’ αδίκημα εις το οποίον το παρόν άρθρον εφαρμόζεται.

Επίδοσις εγγράφων

33.-(1) Πάσα γνωστοποίησις ή έτερον έγγραφον όπερ δυνάμει οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου απαιτείται ή δέον όπως επιδοθή εις οιονδήποτε πρόσωπον, δύναται να επιδίδηται εις αυτόν είτε ιδιοχείρως ή αφίεται εις την συνήθη διεύθυνσιν αυτού ή αποστέλλεται εις αυτόν ταχυδρομικώς.

(2) Πάσα γνωστοποίησις ή έτερον έγγραφον όπερ απαιτείται ή δέον όπως δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιδοθή εις νομικόν πρόσωπον, θεωρείται δεόντως επιδοθέν εάν επιδοθή εις τον γραμματέα ή οιονδήποτε υπάλληλον του εν λόγω νομικού προσώπου.

(3) Δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου η ορθή διεύθυνσις οιουδήποτε προσώπου είναι, εν τη περιπτώσει του γραμματέως ή υπαλλήλου του νομικού προσώπου το εγγεγραμμένον ή κύριον γραφείον του εν λόγω νομικού προσώπου, και εις πάσαν άλλην περίπτωσιν η τελευταία διεύθυνσις του προσώπου προς το οποίον δέον να επιδοθή και η οποία είναι γνωστή εις τον Υπουργόν.

(4) Οσάκις οιονδήποτε των ακολούθων εγγράφων, ήτοι:

(α) γνωστοποίησις δυνάμει του άρθρου 12(1) ή του άρθρου 16(6) του παρόντος Νόμου˙ ή

(β) αντίγραφον οδηγίας δοθείσης συμφώνως προς το άρθρον 13(2), το άρθρον 14(1) ή το άρθρον 17(3) του παρόντος Νόμου, επιδίδηται δι’ αποστολής αυτού διά συστημένης επιστολής ή διά της ιδιοχείρου (δεόντως αναγραφομένης εν τω σχετικώ αρχείω) επιδόσεως τούτου θεωρείται ως επιδοθέν κατά τον χρόνον καθ’ ον η περιέχουσα τούτο επιστολή θα παρεδίδετο κατά την συνήθη πορείαν του ταχυδρομείου.

Άδεια και εξουσιοδοτήσεις

34. Άδεια  ή ετέρα εξουσιοδότησις εκδοθείσα υπό του Υπουργού διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή κανονισμών γενομένων δυνάμει τούτου, δύναται να είναι γενική ή ειδική μέχρι βαθμού τινος και να εκδίδηται υπό τοιούτους όρους και υπό τοιαύτας επιφυλάξεις (περιλαμβανομένης εν τη περιπτώσει αδείας της πληρωμής καθωρισμένου τέλους) ως ο Υπουργός ήθελε θεωρήσει σκοπίμους και δύναται να τροποποιήται ή ανακαλήται υπ’ αυτού καθ’ οιονδήποτε χρόνον.

Εξουσία εκδόσεως κανονισμών εν σχέσει προς εκθέσεις διά ψυχοτρόπους ουσίας

35. Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση κανονισμούς προβλέποντας όπως πρόσωπον αποσύρον εκ των τελωνείων οιασδήποτε ψυχοτρόπους ουσίας καθορισθησομένας εν τοις κανονισμοίς, παρέχη έκθεσιν εντός προθεσμίας καθορισθησομένης εν τοις κανονισμοίς εν σχέσει προς τας τοιαύτας ουσίας. Η εν λόγω έκθεσις θέλει είναι υπό τοιαύτην μορφήν και θέλει περιέχει τοιαύτας λεπτομερείας ως ήθελε καθορισθή εν τοις κανονισμοίς.

Γενικαί διατάξεις διά τους κανονισμούς

36. Κανονισμοί εκδοθέντες υπό του Υπουργικού Συμβουλίου δυνάμει οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος Νόμου:

(α) δύνανται να εισαγάγωσι διαφοροποιήσεις εν σχέσει προς διάφορα ελεγχόμενα φάρμακα, διαφόρους τάξεις προσώπων, διαφόρους διατάξεις του παρόντος Νόμου ή ετέρας διαφόρους περιπτώσεις ή περιστατικά˙

(β) δύνανται να καταστήσωσι ουσιώδη διά τους σκοπούς οιασδήποτε προνοίας των κανονισμών την γνώμην, συναίνεσιν ή έγκρισιν καθοριζομένης αρχής ή οιουδήποτε εξουσιοδοτημένου προσώπου κατά τον καθωρισμένον τρόπον˙ και

(γ) δύνανται να διαλαμβάνωσι τοιαύτας συμπληρωματικάς, παρεμπιπτούσας και μεταβατικάς διατάξεις ως το Υπουργικόν Συμβούλιον ήθελε θεωρήσει σκόπιμον.

Κατάθεσις Κανονισμών εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων

37. Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος Νόμου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

Ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου

38. Ο παρών Νόμος τίθεται εν ισχύϊ εις ημερομηνίαν καθορισθησομένην υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, διάφοροι δε ημερομηνίαι δύνανται να ορισθώσι διά διαφόρους σκοπούς και διαφόρους διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Κατάργησις και επιφύλαξις

39.-(1) Επί τη ενάρξει της ισχύος του παρόντος Νόμου ο περί Ναρκωτικών Φαρμάκων Νόμος του 1967 και παν Διάταγμα εκδοθέν δυνάμει του ως είρηται Νόμου καταργούνται.

(2) Ουδέν εν τω παρόντι Νόμω θέλει επηρεάσει οιουσδήποτε Κανονισμούς γενομένους, άδειαν εκδοθείσαν, εξουσιοδότησιν ή ένταλμα χορηγηθέν ή οιανδήποτε ετέραν πράξιν γενομένην δυνάμει νομοθετήματος καταργουμένου διά του παρόντος Νόμου αλλά πας τοιούτος κανονισμός, άδεια, εξουσιοδότησις, ένταλμα ή πράξις άτινα τελούν εν ισχύϊ κατά την έναρξιν του παρόντος Νόμου θα εξακολουθώσιν να είναι εν ισχύϊ ως εάν είχον γενή ή εκδοθή ή χορηγηθή δυνάμει της αντιστοίχου διατάξεως του παρόντος Νόμου.

(3) Μνεία εν οιωδήποτε εγγράφω νομοθετήματος καταργουμένου διά του παρόντος Νόμου, ερμηνεύεται ως μνεία της αντιστοίχου διατάξεως του παρόντος Νόμου.

(4) Η εν τω παρόντι άρθρω μνεία ωρισμένων θεμάτων ουδόλως επηρεάζει την γενικήν εφαρμογήν του περί Ερμηνείας Νόμου, καθ’ όσον αφορά τας συνεπείας άτινας επάγεται η κατάργησις νομοθετημάτων.