31Α.-(1) Το Δικαστήριο το οποίο έχει καταδικάσει πρόσωπο για αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να αποστερήσει τον καταδικασθέντα της ικανότητας να κατέχει ή να πάρει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα το οποίο το Δικαστήριο θα καθορίσει.
(2) Στις περιπτώσεις όπου το πρόσωπο το οποίο αποστερείται της ικανότητας να κατέχει ή να πάρει άδεια οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος δυνάμει του εδαφίου (1), είναι κάτοχος άδειας, η άδεια αυτή ακυρώνεται και παύει να ισχύει κατά το διάστημα της επιβληθείσας ανικανότητας.
(3) Η δυνάμει του εδαφίου (1) αποστέρηση άδειας οδήγησης επιβάλλεται ως πρόσθετη ποινή ή σε αντικατάσταση οποιασδήποτε άλλης ποινής που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει.
(4) Σε περίπτωση επιβολής της ποινής της αποστέρησης της άδειας οδήγησης αναγράφονται στην άδεια οδήγησης του καταδικασθέντος οι λεπτομέρειες της επιβληθείσας ανικανότητας.
(5) Οι πρόνοιες του άρθρου 20 του περί Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Νόμου εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις αποστέρησης της άδειας οδήγησης με βάση τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.