ΕΠΕΙΔΗ στην παρούσα φάση η Δημοκρατία διέρχεται δύσκολη οικονομική περίοδο και προς αποφυγή περαιτέρω επιδείνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης, καθίσταται αναγκαία η αύξηση των εσόδων του κράτους και η χρησιμοποίησή τους για μείωση του δημοσίου χρέους· και
ΕΠΕΙΔΗ σύμφωνα με τον περί της Συμφωνίας Διευκόλυνσης Χρηματοδοτικής Στήριξης (Κυρωτικό) Νόμο του 2013, σημαντικό μέρος των εσόδων του κράτους θα πρέπει να προέλθει από την εφαρμογή ενός προγράμματος αποκρατικοποιήσεων· και
ΕΠΕΙΔΗ μέσω του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων αναμένεται να προκύψουν σημαντικά οφέλη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και για την προώθηση επενδύσεων· και
ΕΠΕΙΔΗ το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται καλύτερα από τη μετατροπή ορισμένων οργανισμών δημοσίου δικαίου σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου· και
ΕΠΕΙΔΗ για το σκοπό αυτό επιβάλλεται να ληφθούν κατάλληλα νομοθετικά μέτρα·
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ρύθμισης Θεμάτων Αποκρατικοποίησης Νόμος του 2014.
2.Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
«αποκρατικοποίηση» σημαίνει την παραχώρηση ή μεταβίβαση σε νομικό ή φυσικό πρόσωπο, με οποιαδήποτε μέθοδο από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 4, όλων ή ορισμένων δικαιωμάτων δημοσίου οργανισμού ή της Δημοκρατίας, επί των περιουσιακών τους στοιχείων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο·
«δημόσιος οργανισμός» σημαίνει ολόκληρο ή τμήμα οργανισμού που υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, εταιρείες ή άλλα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου τα οποία ανήκουν είτε εξ ολοκλήρου είτε μερικώς στον οργανισμό, είτε τα διαχειρίζεται ο οργανισμός·
«δημόσιος υπάλληλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο από τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο·
«Εμπειρογνώμονας» σημαίνει εμπειρογνώμονα που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 8·
«εσωτερικός έλεγχος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εσωτερικού Ελέγχου Νόμου·
«εταιρεία» σημαίνει εταιρεία εγγεγραμμένη σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή με οποιαδήποτε ανάλογη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας·
«ευρύτερος δημόσιος τομέας» σημαίνει κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό δημοσίου δικαίου ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό δημοσίου δικαίου χωρίς νομική προσωπικότητα που θεσμοθετείται με νόμο προς το δημόσιο συμφέρον και τα κεφάλαια του οποίου είτε παρέχονται είτε είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία·
«Έφορος» σημαίνει τον Έφορο Αποκρατικοποιήσεων που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 8·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή», σημαίνει την Επιτροπή που αποτελείται από τη Διυπουργική Επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 7, και από εκπροσώπους των εργαζομένων του φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση και λειτουργεί στη βάση κανόνων που συμφωνούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη ψήφιση του παρόντος Νόμου.
«Μονάδα Αποκρατικοποιήσεων» ή «Μονάδα», σημαίνει τη Μονάδα που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 8·
«Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου» ή «ΝΠΔΔ», σημαίνει οργανισμό που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα·
«περιουσιακά στοιχεία», με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) του άρθρου 3, σημαίνει:
(α) ακίνητη ιδιοκτησία, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, ή
(β κινητή ιδιοκτησία οποιουδήποτε είδους, περιλαμβανομένων αγώγιμων δικαιωμάτων, μετοχών ή άλλων δικαιωμάτων επί εταιρειών ή άλλης μορφής επιχειρήσεων, αξιογράφων και προνομίων,
είτε αυτά βρίσκονται εντός ή εκτός της Δημοκρατίας·
«τρίτη χώρα» σημαίνει οποιαδήποτε χώρα μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«φορέας υποκείμενος σε αποκρατικοποίηση» σημαίνει δημόσιο οργανισμό εφόσον έχει κηρυχθεί ως φορέας υποκείμενος σε αποκρατικοποίηση με σχετικό διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, για τον οποίο μπορεί να αρχίσει η σχετική διαδικασία αποκρατικοποίησης.
3.(1) Με τον παρόντα Νόμο καθορίζονται βασικές αρχές, θεσπίζονται αναγκαίες διαδικασίες και εγκαθιδρύονται αρμόδια όργανα για την αποκρατικοποίηση.
(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες εταιρείες, οι τίτλοι των οποίων είναι εισηγμένοι σε οργανωμένη αγορά.
4.(1) Tηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, η αποκρατικοποίηση πραγματοποιείται με οποιαδήποτε από τις μεθόδους που είναι αποδεκτές στις συνήθεις εμπορικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένων της πώλησης και μεταβίβασης ή μίσθωσης ή παραχώρησης δικαιώματος χρήσης, διαχείρισης ή εκμετάλλευσης κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας, όλου ή μέρους αυτής, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή με οποιαδήποτε άλλη οικεία νομοθεσία.
(2) Οποιαδήποτε μέθοδος αναφέρεται στο εδάφιο (1), εφαρμόζεται με βάση τις αρχές της διαφάνειας, της μη διάκρισης και της ίσης μεταχείρισης, στα πλαίσια της εκάστοτε ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας.
5. Η αποκρατικοποίηση οποιουδήποτε φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, κατ’ εφαρμογή του παρόντος Νόμου, δεν ολοκληρώνεται, εκτός αν προηγηθούν τα ακόλουθα στάδια:
(α) Διαβούλευση και ανταλλαγή πληροφοριών στη Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή και διασφάλιση του καθεστώτος εργοδότησης και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, περιλαμβανομένων των εργασιακών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και ωφελημάτων, των δικαιωμάτων εκπροσώπησης και των δικαιωμάτων που προκύπτουν σε περίπτωση κατάργησης θέσης εργαζομένου σε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση, όπως αυτά απορρέουν από το Σύνταγμα, τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, τους συναφείς Κανονισμούς και τις γενικές αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου:
(β) λήψη απόφασης από το Υπουργικό Συμβούλιο αναφορικά με τη μέθοδο αποκρατικοποίησης·
(γ) διασφάλιση κάθε θέματος που άπτεται της εθνικής ασφάλειας, μη αποκλειόμενης της εξαίρεσης τομέων δραστηριότητας από το πεδίο αποκρατικοποιήσεων·
(δ) ρύθμιση των υποχρεώσεων του φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε υποχρεώσεων που θα προέλθουν από απαιτήσεις και δικαιώματα των εργαζομένων στο φορέα αυτό·
(ε) τροποποίηση ή κατάργηση οποιασδήποτε νομοθεσίας, η οποία ρυθμίζει θέματα που αφορούν την ίδρυση, τη λειτουργία, τις τοπικές ή διεθνείς υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του προσωπικού του φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση·
(στ) θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας για τη ρύθμιση μονοπωλίων που ένεκα της φύσης των δραστηριοτήτων του φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, δυνατό να δημιουργηθούν ως αποτέλεσμα της αποκρατικοποίησης·
(ζ) έγκριση σχετικών Κανονισμών από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσίευση τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οι οποίοι ρυθμίζουν:
(i) το χρόνο έναρξης της ισχύος της αποκρατικοποίησης για κάθε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση,
(ii) τα περιουσιακά στοιχεία και δικαιώματα που ανήκουν σε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση ή στη Δημοκρατία, τα οποία θα μεταβιβαστούν ή θα παραχωρηθούν σε νομικό ή φυσικό πρόσωπο,
(iii) το ποσό της αντιπαροχής,
(iv) τη διαδικασία είσπραξης της αντιπαροχής.
6.(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), το Υπουργικό Συμβούλιο:
(α) εγκρίνει, με ή χωρίς τροποποιήσεις ή απορρίπτει εισηγήσεις που η Διυπουργική Επιτροπή υποβάλλει σε αυτό για έγκριση, με βάση τον παρόντα Νόμο·
(β) εκδίδει καθοδηγητικές οδηγίες είτε γενικής εφαρμογής είτε που αφορούν συγκεκριμένους φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση, για σκοπούς βελτίωσης των διαδικασιών αποκρατικοποίησης·
(γ) τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε σχετικού Νόμου, μεταβιβάζει ή παραχωρεί, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, σε νομικό ή σε φυσικό πρόσωπο, οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στη Δημοκρατία ή σε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση·
(δ) ασκεί οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο, με διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται:
(α) να καθορίζει τα περιουσιακά στοιχεία της Δημοκρατίας, τους φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση και να ορίζει την έναρξη της διαδικασίας αποκρατικοποίησής τους και τις διαδικασίες και μεθόδους αποκρατικοποίησης·
(β) να καθορίζει ότι, σε κατάλληλες περιπτώσεις, για φορείς που υπόκεινται σε αποκρατικοποίηση, ορισμένες διαδικασίες αποκρατικοποίησης δε θα αναλαμβάνονται και δε θα εκτελούνται από τη Μονάδα Αποκρατικοποιήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, αλλά θα αναλαμβάνονται και θα εκτελούνται από το αρμόδιο υπουργείο·
(γ) να προβαίνει στη ρύθμιση οποιωνδήποτε θεμάτων σχετικών με τις διαδικασίες αποκρατικοποίησης.
7. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει Διυπουργική Επιτροπή, υπό την προεδρία του Υπουργού Οικονομικών, αποτελούμενη από τέσσερις (4) τουλάχιστον Υπουργούς, για να ασκεί, μεταξύ άλλων, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) υποβολή στο Υπουργικό Συμβούλιο εισηγήσεων αναφορικά με οποιαδήποτε μέτρα κρίνει ότι απαιτούνται ή αποφάσεων που πρέπει να ληφθούν ή διαταγμάτων που πρέπει να εκδοθούν, για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής του παρόντος Νόμου·
(β) έκδοση κατευθυντήριων γραμμών ή επί μέρους οδηγιών σχετικά με διαδικασίες αποκρατικοποίησης, οι οποίες συνάδουν με την οικεία νομοθεσία επί του θέματος·
(γ) εποπτεία και παροχή καθοδήγησης στον Έφορο αναφορικά με οποιαδήποτε θέματα αποκρατικοποίησης που οφείλει ή εντέλλεται να επιληφθεί·
(δ) μελέτη, επεξεργασία, έγκριση ή διαφοροποίηση οποιωνδήποτε εισηγήσεων που της υποβάλλει ο Έφορος·
(ε) υποβολή στο Υπουργικό Συμβούλιο των διαδικασιών και των χρονοδιαγραμμάτων αποκρατικοποίησης και των αναγκαίων ενδιάμεσων σταδίων που θα εφαρμόζονται για κάθε περίπτωση αποκρατικοποίησης, με εισηγήσεις του Εφόρου κατόπιν έγκρισης της Διυπουργικής Επιτροπής·
(στ) διεξαγωγή διαπραγματεύσεων και σύνδεσμος με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τρίτες χώρες και οποιουσδήποτε άλλους διεθνείς οργανισμούς σε θέματα που αφορούν την υιοθέτηση ή την εφαρμογή πολιτικών επί των αποκρατικοποιήσεων·
(ζ) άσκηση οποιωνδήποτε άλλων αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
8.(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
(α) εγκαθιδρύει Μονάδα Αποκρατικοποιήσεων, η οποία θα ασκεί τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στο άρθρο 11˙ και
(β) διορίζει ως Έφορο Αποκρατικοποιήσεων πρόσωπο υψηλού επαγγελµατικού και ηθικού επιπέδου, με οργανωτικές ικανότητες, μόρφωση και πείρα, σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, περιλαμβανομένης επιχειρηματικής πείρας επί των συναλλαγών, ο οποίος προσλαμβάνεται με σύμβαση, την οποία εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο και υπογράφει ο Υπουργός Οικονομικών και στην οποία περιλαμβάνονται οι όροι, η διάρκεια της απασχόλησης και η αμοιβή του Εφόρου:
(2) Η Μονάδα απαρτίζεται από όχι περισσότερους από τέσσερις (4) δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι αποσπώνται στη Μονάδα για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 47 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
(3)(α) Η Μονάδα ενισχύεται από όχι περισσότερους από έξι (6) Εμπειρογνώμονες, οι οποίοι παρέχουν στον Έφορο υπηρεσίες σύμφωνα με τη σύμβαση που θα συνάψουν με το Υπουργείο Οικονομικών, στην οποία θα τίθενται οι όροι και η διάρκεια των υπηρεσιών τους.
(β) Η σύναψη της πιο πάνω σύμβασης θα γίνεται κατ’ εφαρμογή του περί Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(γ) Τα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά προσόντα που θα πρέπει να κατέχουν οι Εμπειρογνώμονες για να θεωρηθούν κατάλληλοι για παροχή υπηρεσιών στη Μονάδα θα καθορίζονται πριν από την προκήρυξη του διαγωνισμού και θα τυγχάνουν της έγκρισης της Διυπουργικής Επιτροπής.
(δ) Οι Εμπειρογνώμονες είναι πρόσωπα διαφορετικά από τους συμβουλευτικούς οίκους ή φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12.
(4) Στον Έφορο και στη Μονάδα παρέχεται γραφειακός χώρος στο Υπουργείο Οικονομικών, καθώς επίσης οι επαρκείς πόροι και τα απαραίτητα μέσα, περιλαμβανομένου του αναγκαίου προσωπικού, προς άσκηση των αρμοδιοτήτων τους και η Διυπουργική Επιτροπή ασκεί γενική εποπτεία ως προς την αποτελεσματική λειτουργία της Μονάδας.
(5) Η Μονάδα λειτουργεί με βάση εσωτερικούς κανονισμούς που ετοιμάζει ο Έφορος και εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο.
(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του οποτεδήποτε κρίνει ότι οι σκοποί εγκαθίδρυσης της Μονάδας έχουν επιτευχθεί ή έπαυσαν να υφίστανται τερματίζει τη λειτουργία της.
9.(1) Ο Έφορος:
(α) προΐσταται όλων των δραστηριοτήτων της Μονάδας και ευθύνεται για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της· και
(β) καθοδηγεί και εποπτεύει τα υπόλοιπα μέλη της Μονάδας στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
(2) Ο Έφορος δεν επιτρέπεται να κατέχει οποιαδήποτε άλλη θέση ή αξίωμα στη Δημοκρατία ή να απασχολείται σε οποιαδήποτε άλλη εργασία.
10.(1) Ο Έφορος, χωρίς να επηρεάζονται οι όροι υπηρεσίας του που διαλαμβάνονται στη σχετική σύμβαση, μπορεί κατά τη διάρκεια της θητείας του να υποβάλει γραπτώς προς το Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτηση του.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο τερματίζει τις υπηρεσίες του Εφόρου, για τους ακόλουθους λόγους:
(α) αποτυχία στην εκτέλεση των όρων της σύμβασης του∙
(β) πνευματική ή σωματική ανικανότητα ή αναπηρία ή οποιαδήποτε ασθένεια, η οποία τον καθιστά ανίκανο να εκπληρώνει επαρκώς τα καθήκοντα του·
(γ) ανάρμοστη συμπεριφορά ή συστηματική απουσία ή αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του·
(δ) παραβίαση διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(ε) κήρυξή του σε κατάσταση πτώχευσης·
(στ) παραπομπή σε δίκη ενώπιον Κακουργοδικείου, λόγω διάπραξης ποινικού αδικήματος·
(ζ) οποιοδήποτε άλλο λόγο που αιτιολογημένα κατά την κρίση του Υπουργικού Συμβουλίου καθιστά αναγκαίο τον τερματισμό των υπηρεσιών του Εφόρου.
(3) Η σύμβαση απασχόλησης του Εφόρου, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), δύναται να περιλαμβάνει όρο, με βάση τον οποίο, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να τερματίζει πρόωρα τις υπηρεσίες του έναντι καταβολής αποζημίωσης που καθορίζεται στη σύμβαση.
11.(1)(α) Η Μονάδα, η οποία εγκαθιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, ενεργεί ως συμβουλευτικό και συντονιστικό όργανο υπό τις οδηγίες του Εφόρου, ο οποίος ενεργεί με βάση τις οδηγίες της Διυπουργικής Επιτροπής ή/και του Υπουργικού Συμβουλίου, ανάλογα με την περίπτωση.
(β) Η Μονάδα είναι αρμόδια για την εφαρμογή των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, ενεργούσα πάντοτε υπό τις οδηγίες και την εποπτεία του Εφόρου.
(2)Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), η Μονάδα:
(α) προβαίνει σε δημοσιεύσεις και σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες για την προσέλκυση προσώπων και οργανισμών που ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση και διεξάγει μαζί τους σχετικές διαπραγματεύσεις·
(β) διενεργεί έρευνες, διεξάγει μελέτες και ετοιμάζει εκθέσεις με εισηγήσεις για τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων που διευκολύνουν το έργο της αποκρατικοποίησης·
(γ) παρακολουθεί το έργο και τη λειτουργία κάθε φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, συλλέγει και αξιολογεί πληροφορίες αναφορικά με τις εργασίες, την οργανωτική διάρθρωση, την άσκηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους που προκύπτουν από συμβάσεις με τρίτους, την οικονομική τους κατάσταση και τη ρευστότητά τους, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες που θεωρεί αναγκαίες ή χρήσιμες για το έργο της·
(δ) προβαίνει, με βάση σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την εγγραφή εταιρειών, τη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων και τη διευθέτηση υποχρεώσεων κάθε φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση·
(ε) μεριμνά για την εξασφάλιση ή έκδοση αδειών, εγκρίσεων, πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που κρίνονται αναγκαία για σκοπούς σχετικούς με την αποκρατικοποίηση·
(στ) μεριμνά για τη γενική ενημέρωση του κοινού σε θέματα αποκρατικοποιήσεων, σύμφωνα με τις αρχές επικοινωνιακής πολιτικής που εγκρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα και με τις οδηγίες της Διυπουργικής Επιτροπής·
(ζ) ετοιμάζει τα έγγραφα διαγωνισμού και ακολούθως μελετά και αξιολογεί τις υποβληθείσες από ενδιαφερόμενους επενδυτές προσφορές, υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση του Εφόρου·
(η) διασφαλίζει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εκτίμησης των περιουσιακών στοιχείων των φορέων υποκείμενων σε αποκρατικοποίηση∙
(θ) συνεργάζεται με τις Τεχνικές Υπηρεσιακές Επιτροπές που προβλέπονται στο άρθρο 18·
(ι) εκτελεί οποιαδήποτε άλλη εργασία σχετική με τις αρμοδιότητες της.
12.(1) Ο Έφορος, προΐσταται της Μονάδας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 και ενεργεί ως σύμβουλος της Διυπουργικής Επιτροπής στα θέματα που ζητούνται από αυτόν από το Υπουργικό Συμβούλιο και προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την εφαρμογή της διαδικασίας αποκρατικοποιήσεων.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), ο Έφορος:
(α) ετοιμάζει και υποβάλλει στη Διυπουργική Επιτροπή, Ειδικό Πρόγραμμα Αποκρατικοποίησης για κάθε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση, στο οποίο περιλαμβάνονται όλα τα ενδιάμεσα στάδια και τα σχετικά χρονοδιαγράμματα εφαρμογής του·
(β) μελετά και εφαρμόζει τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου που αφορούν ή σχετίζονται με τις επί μέρους διαδικασίες αποκρατικοποίησης ενός εκάστου φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση·
(γ) εισηγείται προς τη Διυπουργική Επιτροπή τη λήψη νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων, τα οποία θεωρεί για το σκοπό αυτό αναγκαία·
(δ) εισηγείται στη Διυπουργική Επιτροπή τη διεξαγωγή διαγωνισμού υποβολής ενδιαφέροντος και προσφορών από επενδυτές για φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση και μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των προσφορών που έχουν υποβληθεί από την Μονάδα Αποκρατικοποιήσεων, ακολούθως εισηγείται στη Διυπουργική Επιτροπή την αποδοχή, τη διαπραγμάτευση ή την απόρριψή τους·
(ε) εκπροσωπεί τη Δημοκρατία στις γενικές συνελεύσεις των μετόχων εταιρειών, στις οποίες η Δημοκρατία κατέχει ή διατηρεί μετοχές, στις περιπτώσεις όπου οι εν λόγω εταιρείες αποτελούν φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση ή στις οποίες μεταβιβάστηκαν περιουσιακά στοιχεία με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μετά από οδηγίες του Υπουργού, στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτει ο φορέας υποκείμενος σε αποκρατικοποίηση·
(στ) ενεργεί ως σύνδεσμος, με τις αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθώς και με άλλα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τρίτες χώρες και οποιουσδήποτε άλλους διεθνείς οργανισμούς, σε τεχνικής φύσεως θέματα που αφορούν αποκρατικοποιήσεις·
(ζ) εισηγείται, εάν κριθεί αναγκαίο, στη Διυπουργική Επιτροπή την εξασφάλιση εξειδικευμένων υπηρεσιών, μέσω του Υπουργείου Οικονομικών, από συμβουλευτικούς οίκους ή φυσικά πρόσωπα, με σχετική επαγγελματική πείρα, προς υποβοήθηση του έργου της Μονάδας, πέραν από τους Εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 8:
(η) υποβάλλει προτάσεις στη Διυπουργική Επιτροπή αναφορικά με τη γενική ή την ειδική αναδιάρθρωση των φορέων υποκείμενων σε αποκρατικοποίηση, όπου ήθελε αυτό κριθεί αναγκαίο∙
(θ) εκτελεί οποιαδήποτε άλλη εργασία ή αρμοδιότητα του ανατίθεται από το Υπουργικό Συμβούλιο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
13.(1) Ο Έφορος, οι Εμπειρογνώμονες και οι δημόσιοι υπάλληλοι που αποσπώνται στη Μονάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8, οι οποίοι έχουν, είτε οι ίδιοι είτε συγγενείς τους μέχρι τέταρτου βαθμού, συμφέρον σε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση ή σε συνδεδεμένη επιχείρησή του ή έχουν εργοδοτηθεί ή παρείχαν υπηρεσίες σε τέτοιο φορέα ή σε συνδεδεμένη επιχείρησή του κατά τους τελευταίους έξι (6) μήνες προτού κληθούν να παράσχουν τις υπηρεσίες τους στη Μονάδα ή να αποσπαστούν στη Μονάδα, συνιστά κώλυμα ή/και ασυμβίβαστο να ενισχύσουν τη Μονάδα.
(2) Ο Έφορος, οι Εμπειρογνώμονες που παρέχουν τις υπηρεσίες τους στη Μονάδα και οι δημόσιοι υπάλληλοι που αποσπώνται στη Μονάδα, μετά την ολοκλήρωση της υπηρεσίας τους στη Μονάδα, δεν επιτρέπεται να εργαστούν για περίοδο δύο (2) ετών, σε οποιοδήποτε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση, του οποίου η διαδικασία αποκρατικοποίησης έχει ολοκληρωθεί.
14.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Έφορος και τα μέλη της Μονάδας έχουν εξουσία:
(α) να εισέρχονται σε εγκαταστάσεις και σε οποιοδήποτε άλλο χώρο, ο οποίος ανήκει ή κατέχεται από φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση με σκοπό την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους·
(β) να ζητούν, αφού εξασφαλίσουν έγκριση από τη Διυπουργική Επιτροπή από οποιοδήποτε φορέα υποκείμενο σε αποκρατικοποίηση, ή υπουργείο ή τμήμα υπουργείου ή οποιαδήποτε άλλη κρατική υπηρεσία ή ανεξάρτητο κρατικό αξιωματούχο ή από οποιοδήποτε δημόσιο οργανισμό, οποιαδήποτε πληροφορία ή πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο που θεωρούν αναγκαίο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου, ο Έφορος μπορεί να προβαίνει σε διευθετήσεις για την εξασφάλιση από άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που βρίσκονται εντός ή εκτός της Δημοκρατίας, οποιωνδήποτε πληροφοριών ή άλλων στοιχείων που αφορούν φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση.
15. Σε περίπτωση αγωγής ή άλλης νομικής διαδικασίας εναντίον τους, ο Έφορος και τα μέλη της Μονάδας δεν ευθύνονται για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η εν λόγω πράξη ή παράλειψη δεν έγινε καλή τη πίστει ή ήταν αποτέλεσμα αμέλειας κατά παράβαση της υποχρέωσης τους να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια σύμφωνα με τον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο.
16.(1) Ο Έφορος και τα μέλη της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, θεωρούν και χειρίζονται ως εμπιστευτικό κάθε ζήτημα πoυ εγέρθηκε ή συζητήθηκε σε oπoιαδήπoτε συvεδρία ή άλλη εργασία της Μονάδας καθώς και κάθε πληρoφoρία, γραπτή ή πρoφoρική, πoυ περιήλθε σε γvώση τoυς κατά τηv εκτέλεση τωv καθηκόvτωv τoυς και δεν απoκαλύπτουν ούτε μεταδίδουν oπoιoδήπoτε τέτoιo ζήτημα ή πληρoφoρία, εκτός εάν έχει δοθεί γραπτή συγκατάθεση της Διυπουργικής Επιτρoπής, υπογραμμένη από τov Υπουργό Οικονομικών ή η αποκάλυψη ή μετάδοση κρίθηκε απόλυτα αναγκαία για τη δέoυσα εκτέλεση τωv καθηκόvτωv τoυς:
(2) Σε περίπτωση που ο Έφορος και τα μέλη της Μονάδας παραβιάσουν την υποχρέωση προς εχεμύθεια σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), είναι ένοχα αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης τους, υπόκεινται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€ 20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
17.(1) Ο Έφορος, κάθε τρεις (3) μήνες, ετοιμάζει έκθεση προόδου αναφορικά με τις δραστηριότητές του κατά την τριμηνία που έληξε, η οποία κοινοποιείται στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω της Διυπουργικής Επιτροπής και ακολούθως κοινοποιείται στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(2) Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποκρατικοποίησης φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, το Υπουργικό Συμβούλιο ανακοινώνει δημόσια το αποτέλεσμα της εν λόγω διαδικασίας, το οποίο ακολούθως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
18.(1) ΝΠΔΔ που έχει κηρυχθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ως φορέας υποκείμενος σε αποκρατικοποίηση, εγκαθιστά στην έδρα του Τεχνική Υπηρεσιακή Επιτροπή, αποτελούμενη από ένα (1) ή περισσότερους εργαζόμενους του με σκοπό να συνεργάζεται με τον Έφορο, αναλαμβάνοντας την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών και την παροχή πληροφοριών επί τεχνικής κυρίως φύσεως σε θέματα που αφορούν τις δραστηριότητες του εν λόγω ΝΠΔΔ.
(2) Τα πρόσωπα που αποτελούν την Τεχνική Υπηρεσιακή Επιτροπή, η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (1), επιλέγονται από το διοικητικό συμβούλιο του ΝΠΔΔ στο οποίο υπηρετούν με γνώμονα πάντοτε την εύρυθμη πρόοδο της διαδικασίας αποκρατικοποίησης και εξουσιοδοτούνται όπως ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1):
(3) Η Τεχνική Υπηρεσιακή Επιτροπή αναφορικά με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις της που προβλέπονται από τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), υπάγεται και λογοδοτεί απευθείας στο διοικητικό συμβούλιο του ΝΠΔΔ.
19.(1) Το διοικητικό συμβούλιο φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση με γραπτή απόφαση του παρέχει, χωρίς προσκόμματα, είτε το ίδιο είτε εξουσιοδοτώντας τις Τεχνικές Υπηρεσιακές Επιτροπές, στα μέλη της Μονάδας τις απαραίτητες διευκολύνσεις και πληροφορίες εμπιστευτικής ή μη φύσεως που ζητούν ο Έφορος και τα μέλη της Μονάδας και αφορούν τις αποκρατικοποιήσεις:
(2) Πρόσωπο, το οποίο ζήτησε τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), που θα αποδειχθεί εκ των υστέρων ότι δεν ήταν πρόδηλα αναγκαίες για τους σκοπούς της αποκρατικοποίησης ή χρησιμοποιήθηκαν για αλλότριους σκοπούς, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€ 20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
20. (1) Όλες οι εισπράξεις από τη διαδικασία αποκρατικοποίησης, κατατίθενται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 165 του Συντάγματος.
(2) Όλες οι εισπράξεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), θα προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα, εντός ή εκτός της Δημοκρατίας ή από άλλα κρατικά ταμεία εκτός της Δημοκρατίας.
21. (1) Η Μονάδα προβαίνει στις απαραίτητες διευθετήσεις για την εφαρμογή και λειτουργία συστήματος εσωτερικού ελέγχου για τις διαδικασίες, πρακτικές και πολιτικές που εφαρμόζει, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(2) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του περί της Καταθέσεως Στοιχείων και Πληροφοριών στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας Νόμου όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας προβαίνει σε έλεγχο όλων των οικονομικής φύσεως πράξεων και διαδικασιών που διενεργεί ή εφαρμόζει η Μονάδα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το Υπουργικό Συμβούλιο το αργότερο εντός δύο (2) ετών, μετά την έναρξη της λειτουργίας της Μονάδας, αναθέτει σε ανεξάρτητο ειδικό σύμβουλο εγνωσμένου κύρους, την αξιολόγηση των εργασιών και δραστηριοτήτων της Μονάδας.
22. Πρόσωπο το οποίο, κατά την παροχή πληροφοριών για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων οδηγιών ή διαταγμάτων εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδή, παραπλανητική ή απατηλή δήλωση ή αποκρύπτει πληροφορίες ή με οποιοδήποτε τρόπο παρεμποδίζει τη διενέργεια έρευνας από τη Μονάδα, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€ 20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
23. Το διοικητικό συμβούλιο, φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, στις περιπτώσεις που απαιτείται η λήψη σημαντικών αποφάσεων περιλαμβανόμενων των επενδύσεων κεφαλαίου, των υποχρεώσεων που δεν προκύπτουν από συνήθεις δραστηριότητες που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την αξία ενός φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση, διαβουλεύεται με τη Μονάδα και τη Διυπουργική Επιτροπή πριν την υλοποίηση των εν λόγω αποφάσεων.