10. Οι συνήθεις ημερήσιες ώρες εργασίας υπαλλήλου καταστήματος είναι οκτώ (8):
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18 του παρόντος Νόμου, υπάλληλος καταστήματος δύναται, με τη συγκατάθεσή του, να απασχοληθεί υπερωριακά μέχρι δύο ώρες ημερησίως, πέραν των συνήθων ημερήσιων ωρών εργασίας.
11. Οι συνήθεις εβδομαδιαίες ώρες εργασίας υπαλλήλου καταστήματος είναι τριάντα οκτώ (38):
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18 του παρόντος Νόμου, υπάλληλος καταστήματος δύναται, με τη συγκατάθεσή του, να απασχοληθεί υπερωριακά μέχρι οκτώ (8) ώρες εβδομαδιαίως, πέραν των συνήθων εβδομαδιαίων ωρών εργασίας.
12.-(1) Κάθε υπάλληλος καταστήματος έχει δικαίωμα σε ελάχιστη περίοδο ανάπαυσης έντεκα (11) συνεχόμενων ωρών ανά εικοσιτετράωρο και σε εβδομαδιαία ανάπαυση ελάχιστης περιόδου είκοσι τεσσάρων (24) συνεχόμενων ωρών ανά εβδομάδα.
(2) Κάθε υπάλληλος γενικού καταστήματος, το οποίο λειτουργεί όλες τις ημέρες της εβδομάδας, περιλαμβανομένης της Κυριακής, έχει δικαίωμα σε ελάχιστη περίοδο ανάπαυσης έντεκα (11) συνεχόμενων ωρών ανά εικοσιτετράωρο και σε εβδομαδιαία ανάπαυση ελάχιστης περιόδου σαράντα οκτώ (48) ωρών, η οποία δύναται να χορηγείται από τον εργοδότη είτε ως μια περίοδος σαράντα οκτώ (48) συνεχόμενων ωρών ανά εβδομάδα είτε ως δύο ξεχωριστές περίοδοι είκοσι τεσσάρων (24) συνεχόμενων ωρών ανά εβδομάδα:
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε κάθε υπάλληλο καταστήματος, ο οποίος εργάζεται Κυριακή, θα παρέχεται εβδομαδιαία ανάπαυση η οποία θα πρέπει ανά δύο εβδομάδες να περιλαμβάνει υποχρεωτικά μία Κυριακή, με εξαίρεση υπάλληλο ειδικού καταστήματος, το οποίο με βάση το άρθρο 21 δύναται να λειτουργεί μέχρι και επτά (7) ημέρες ανά εβδομάδα, στον οποίο θα παρέχεται υποχρεωτικά ένα (1) ελεύθερο απόγευμα Κυριακής κάθε δεύτερη εβδομάδα:
13. Σε κάθε υπάλληλο καταστήματος, κατά τη διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησής του, παρέχεται ένα διάλειμμα για γεύμα ή ανάπαυση, ελάχιστης διάρκειας δεκαπέντε (15) λεπτών και μέγιστης διάρκειας μιας (1) ώρας:
Νοείται ότι, κατά την περίοδο που εφαρμόζεται η μεταμεσημβρινή ανάπαυση, όπως αυτή ρυθμίζεται από το άρθρο 24 του παρόντος Νόμου, το εν λόγω διάλειμμα μπορεί να επεκταθεί μέχρι και τη χρονική διάρκεια της μεταμεσημβρινής ανάπαυσης.
14. Το ημερήσιο ωράριο εργασίας υπαλλήλου καταστήματος είναι συνεχές, με διακοπή μόνο για το διάλειμμα, όπως τούτο ρυθμίζεται από το άρθρο 13, και για τη μεταμεσημβρινή ανάπαυση, όπως αυτή ρυθμίζεται από το άρθρο 24.
15.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 12, υπάλληλος γενικού καταστήματος το οποίο δεν λειτουργεί Κυριακή, σε περίπτωση που εργάζεται έξι (6) ημέρες την εβδομάδα, έχει δικαίωμα σε τρία (3) ελεύθερα πρωινά ή απογεύματα ανά εβδομάδα ή σε ένα (1) ελεύθερο εικοσιτετράωρο και σε ένα (1) ελεύθερο πρωινό ή απόγευμα ανά εβδομάδα και σε περίπτωση που εργάζεται πέντε (5) ημέρες την εβδομάδα, έχει δικαίωμα σε ένα (1) ελεύθερο πρωινό ή απόγευμα ανά εβδομάδα:
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 12, σε κάθε υπάλληλο γενικού καταστήματος παρέχεται ένα (1) ελεύθερο απόγευμα ή πρωινό ανά εβδομάδα:
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 12, υπάλληλος ειδικού καταστήματος ο οποίος εργάζεται έξι (6) ημέρες την εβδομάδα έχει δικαίωμα σε τρία (3) ελεύθερα πρωινά ή απογεύματα ανά εβδομάδα ή σε ένα (1) ελεύθερο εικοσιτετράωρο και σε ένα (1) ελεύθερο πρωινό ή απόγευμα ανά εβδομάδα και σε περίπτωση που εργάζεται πέντε (5) ημέρες την εβδομάδα έχει δικαίωμα σε ένα (1) ελεύθερο πρωινό ή απόγευμα ανά εβδομάδα:
(4) Κάθε παρεχόμενο ελεύθερο απόγευμα αρχίζει μετά τις 2:00 μ.μ. της ημέρας που παραχωρείται, ενώ κάθε ελεύθερο πρωινό διαρκεί μέχρι τις 2:00 μ.μ.
16. Κάθε υπάλληλος καταστήματος δικαιούται τις ακόλουθες, επί πληρωμή, αργίες:
(α) 1η Ιανουαρίου·
(β) 2η Ιανουαρίου·
(γ) 6η Ιανουαρίου·
(δ) Καθαρή Δευτέρα·
(ε) 25η Μαρτίου·
(στ) 1η Απριλίου·
(ζ) Κυριακή του Πάσχα·
(η) Δευτέρα του Πάσχα·
(θ) 1η Μαίου·
(ι) Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος·
(ια) 15η Αυγούστου·
(ιβ) 1η Οκτωβρίου·
(ιγ) 28η Οκτωβρίου·
(ιδ) 25η Δεκεμβρίου· και
(ιε) 26η Δεκεμβρίου.
17.-(1) Κάθε καταστηματάρχης αναρτά σε περίοπτο χώρο, εντός του καταστήματος, στον οποίο υπάρχει πρόσβαση από τους υπαλλήλους καταστημάτων, τα ακόλουθα έγγραφα:
(α) Κατάλογο με τα ονόματα των υπαλλήλων του καταστήματος που απασχολούνται σε αυτό·
(β) πίνακα που καθορίζει το ημερήσιο ωράριο εργασίας και το διάλειμμα κάθε υπαλλήλου καταστήματος·
(γ) πίνακα που δείχνει τις ημέρες που ορίσθηκαν για την ημερήσια και την εβδομαδιαία ανάπαυση, τα ελεύθερα πρωινά ή απογεύματα· και,
(δ) πίνακα που δείχνει την ετήσια άδεια που δικαιούται κάθε υπάλληλος καταστήματος και το υπόλοιπό της:
Νοείται ότι, οι πιο πάνω κατάλογοι και πίνακες έχουν ισχύ τουλάχιστον δύο (2) εβδομάδων.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 30, καταστηματάρχης ο οποίος-
(α) Παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1),
(β) αναρτά ψευδή έγγραφα, κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1),
είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τα τριακόσια ευρώ (€300) και, σε περίπτωση κατ’ εξακολούθηση αδικήματος σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα εξακόσια ευρώ (€600) για κάθε ημέρα κατά την οποία συνεχίζεται το αδίκημα μετά την καταδίκη· και
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), σε περίπτωση που Επιθεωρητής ο οποίος έχει οριστεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοσδήποτε καταστηματάρχης διαπράττει αδίκημα κατά παράβαση των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (2), έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, αποδεχόμενος την καταβολή από τον εν λόγω καταστηματάρχη ποσού που δεν υπερβαίνει τα τριακόσια ευρώ (€300).
(4) Για τους σκοπούς άσκησης της εξώδικης ρύθμισης που προβλέπεται στο εδάφιο (3), ο Επιθεωρητής επιδίδει στον καταστηματάρχη, τον οποίο θεωρεί ότι διέπραξε το αδίκημα, σχετική ειδοποίηση στην οποία καθορίζεται το αδίκημα και ο χρόνος διάπραξής του, καθώς επίσης και το χρηματικό ποσό που ο καταστηματάρχης αυτός καλείται να καταβάλει.
(5) Σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη η οποία σύμφωνα με το εδάφιο (2) συνιστά αδίκημα δεκτικό εξώδικης ρύθμισης επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης εξωδίκου, ο Επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξώδικου προστίμου διπλάσιου του ποσού που καθορίστηκε κατά την πρώτη παράβαση και, σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, τότε ο Επιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για άσκηση ποινικής δίωξης του παραβάτη.
(6) Κάθε ποσό που καταβάλλεται με βάση τα εδάφια (3) ή (5) λογίζεται ως χρηματική ποινή η οποία επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.
(7) Το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στα εδάφια (3) και (5) δύναται να καταβληθεί άμεσα στον Επιθεωρητή εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης από τον Επιθεωρητή στα κατά τόπους Επαρχιακά Γραφεία του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων και με την καταβολή του χρηματικού ποσού εκδίδεται απόδειξη στον καταστηματάρχη που το καταβάλλει, στην οποία αναγράφονται-
(α) Το όνομα ή/και η επωνυμία του καταστηματάρχη για τον οποίο υπάρχει υπόνοια για διάπραξη του αδικήματος,
(β) ο αριθμός μητρώου της εταιρείας του καταστηματάρχη,
(γ) συνοπτική αναφορά του αδικήματος,
(δ) ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος. και
(ε) το ποσό που καταβλήθηκε:
(8) Η εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού δεν αποτελεί καταδίκη, σε περίπτωση όμως καταδικαστικής απόφασης του δικαστηρίου για το ίδιο αδίκημα, το δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη το γεγονός αυτό για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.
18.-(1) Σε κάθε υπάλληλο καταστήματος καταβάλλεται αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση, όχι μικρότερη της αναλογίας 1:2 για την Κυριακή και τα ελεύθερα πρωινά ή απογεύματα, όπως αυτά καθορίζονται από το άρθρο 15, και 1:1½ για τις υπόλοιπες ημέρες.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 10 και 11, καταβάλλεται αποζημίωση όχι μικρότερη της αναλογίας 1:2 σε κάθε υπάλληλο καταστήματος, ο οποίος με τη συγκατάθεσή του εργάζεται-
(α) κατά τις αργίες που καθορίζονται στο άρθρο 16. και
(β) κατά την Κυριακή που αποτελεί μέρος της εβδομαδιαίας ανάπαυσής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12.