Για σκοπούς συμβατότητας με τα άρθρα 31 και 86(1) της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των ακόλουθων πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας -
«Κανονισμός 1493/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου, για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς» (EE L 179 της 14.7.1999), όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1795/2003/ΕΚ (EE L 262 της 14.10.2003, σ. 13),
Κανονισμούς εφαρμογής του Κανονισμού 1493/99/ΕΚ,
«Κανονισμός 1576/89/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών» (EE L 160 της 12/6/1989 σ.1-17), όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1882/2003/ΕΚ (EE L 284 της 31/10/2003 σ. 1-53),
Κανονισμούς εφαρμογής του Κανονισμού 1576/89/ΕΟΚ,
«Κανονισμός 1601/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αρωματισμένων οίνων, των αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και των αρωματισμένων κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων» (EE L 149 της 14/6/1991, σ. 1-9), όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1882/2003/ΕΚ (EE L 284 της 31/10/2003, σ. 1-53),
Κανονισμούς εφαρμογής του Κανονισμού 1601/91/ΕΟΚ,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Συμβουλίου Αμπελοοινικών Προϊόντων Νόμος του 2004.
2. Για σκοπούς του παρόντος Νόμου εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
«αλκοολούχο ποτό» σημαίνει το αλκοολούχο υγρό, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, του άρθρου 1 του Κοινοτικού Κανονισμού 1576/89/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών, (EE L 160 της 12/6/1989 σ.1-17) όπως εκάστοτε τροποποιείται.
«αμπελοοινικό προϊόν» περιλαμβάνει νωπά σταφύλια και οίνο, και όλα τα προϊόντα που παράγονται από αυτά με οποιαδήποτε μέθοδο.
«αμπέλι» σημαίνει κάθε τεμάχιο γης, το οποίο είναι φυτεμένο με φυτά αμπέλου, τα οποία καλλιεργούνται και κλαδεύονται ετήσια και με ελάχιστο αριθμό φυτών κατ’ εκτάριο που καθορίζεται από το Συμβούλιο ανάλογα με την περιοχή και τη μέθοδο φύτευσης.
«αμπελουργικό μητρώο» σημαίνει το αναγκαίο μητρώο για τη λήψη απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με το δυναμικό παραγωγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 20 του Κανονισμού 1493/99/ΕΚ για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς.
«αρωματισμένο κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων» σημαίνει το ποτό που πληροί τους όρους της υποπαραγράφου (γ), της παραγράφου (1), του άρθρου 2 του Κοινοτικού Κανονισμού 1601/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αρωματισμένων οίνων, των αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και των αρωματισμένων κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων, (EE L 149 της 16/6/1991, σ. 1-9), όπως εκάστοτε τροποποιείται.
«αρωματισμένος οίνος» σημαίνει το ποτό που πληροί τους όρους της υποπαραγράφου (α), της παραγράφου (1), του άρθρου 2 του Κανονισμού 1601/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αρωματισμένων οίνων, των αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και των αρωματισμένων κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων, (EE L 149 της 16/6/1991, σ. 1-9), όπως εκάστοτε τροποποιείται.
«αρωματισμένο ποτό με βάση τον οίνο» σημαίνει το ποτό που πληροί τους όρους της υποπαραγράφου (β), της παραγράφου (1), του άρθρου 2, του Κανονισμού 1601/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αρωματισμένων οίνων, των αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και των αρωματισμένων κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων (EE L 149 της 16/6/1991, σ. 1-9), όπως εκάστοτε τροποποιείται.
«γλεύκος σταφυλιών» σημαίνει το υγρό προϊόν που λαμβάνεται φυσικώς ή με φυσικές επεξεργασίες από νωπά σταφύλια, του οποίου αποκτημένος αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκον, δεν υπερβαίνει το 1% Vol.
«Διευθυντής» σημαίνει το σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 9 διοριζόμενο Διευθυντή του Συμβουλίου.
«Διαχειριστική Επιτροπή Οίνων» σημαίνει τη σύμφωνα με το άρθρο 74 του Κανονισμού 1493/99/ΕΚ συνιστώμενη επιτροπή.
«Διεθνής Οργανισμός Αμπέλου και Οίνου (O.I.V.)» σημαίνει τον Οργανισμό που ιδρύθηκε με τη Συμφωνία για την Ίδρυση του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου της 3ης Απριλίου 2001 στο Παρίσι, η οποία κυρώθηκε από τη Δημοκρατία με τον περί της Συμφωνίας για την Ίδρυση του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου (Κυρωτικός) Νόμο του 2002.
«Διοικητικό Συμβούλιο» σημαίνει το Διοικητικό Συμβούλιο του Συμβουλίου Αμπελοοινικών Προϊόντων που διορίζεται δυνάμει του άρθρου 3.
«Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Οίνων» σημαίνει τη σύμφωνα με το άρθρο 25 οριζόμενη επιτροπή εμπειρογνωμόνων οίνων.
«Κανονισμός 1493/99/ΕΚ» σημαίνει τον Κοινοτικό Κανονισμό 1493/99/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999, για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
«Κοινή Γεωργική Πολιτική» ή «ΚΓΠ» σημαίνει την Κοινή Γεωργική Πολιτική που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στον τομέα της γεωργίας.
«μητρώο παραγωγών» σημαίνει το τηρούμενο μητρώο μονάδων μεταποίησης αμπελοοινικών προϊόντων.
«μηχανισμοί αγοράς» σημαίνει τους μηχανισμούς αγοράς όπως καθορίζονται στον Τίτλο ΙΙΙ του Κανονισμού 1493/99/ΕΚ.
«νωπά σταφύλια» σημαίνει τον καρπό της αμπέλου που χρησιμοποιείται στην οινοποίηση, ώριμος ή ακόμα και ελαφρώς λιασμένος, που μπορεί να υποστεί έκθλιψη, να πιεστεί με τα συνήθη μέσα του οινοποιείου και να υποστεί μόνος του ζύμωση·
«οινόπνευμα» σημαίνει αιθυλικό οινόπνευμα που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση και λαμβάνεται με απόσταξη και ανακαθαρισμό αλκοολούχων ουσιών οι οποίες έχουν υποστεί ζύμωση.
«οίνος ή κρασί» σημαίνει το προϊόν που παράγεται αποκλειστικά με αλκοολική ζύμωση, ολική ή μερική, νωπών σταφυλιών, σπασμένων ή όχι, ή γλεύκους σταφυλιών.
«Οίνος Ελεγχόμενης Ονομασίας Προέλευσης» ή «ΟΕΟΠ» σημαίνει τον οίνο αναφορικά με τον οποίο έχει αποκτηθεί, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή τους εκάστοτε σε ισχύ Κοινοτικούς Κανονισμούς, δικαίωμα χρήσης ονομασίας προέλευσης.
«Οργανισμός Αγροτικών Πληρωμών» σημαίνει τον Οργανισμό που ιδρύεται δυνάμει των περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμων του 2003.
«Πρόεδρος» σημαίνει τον σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 3 διοριζόμενο Πρόεδρο του Συμβουλίου.
«Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο Αμπελοοινικών Προϊόντων.
«Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων» σημαίνει τον Οργανισμό που ιδρύθηκε δυνάμει των περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων Νόμων του 1965 έως 2001
και το οποίο μετονομάζεται δυνάμει του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου σε Συμβούλιο Αμπελοοινικών Προϊόντων.
«τοπικός οίνος» σημαίνει τον επιτραπέζιο οίνο με γεωγραφική ένδειξη.
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
«χυμός σταφυλιών» σημαίνει το μη ζυμωθέν αλλά επιδεκτικό ζυμώσεως υγρό προϊόν, το οποίο λαμβάνεται με επεξεργασίες που το καθιστούν κατάλληλο για κατανάλωση, το οποίο προέρχεται:
(i) από νωπά σταφύλια ή από γλεύκος σταφυλιών· ή
(ii) από ανασύσταση:
- από συμπυκνωμένο γλεύκος σταφυλιών, ή
- από συμπυκνωμένο χυμό σταφυλιών,
για τον οποίο ο αποκτημένος αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκον, που δεν υπερβαίνει το 1%, είναι αποδεκτός.
3.-(1) Το Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων μετονομάζεται σε Συμβούλιο Αμπελοοινικών Προϊόντων.
(2) Το Συμβούλιο έχει νομική προσωπικότητα.
(3) Το Συμβούλιο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και απαρτίζεται από τα πιο κάτω μέλη:
(α) Πρόεδρο, που είναι πρόσωπο υψηλού ηθικού και επαγγελματικού επιπέδου χωρίς οποιαδήποτε συμφέροντα σε θέματα που ρυθμίζονται από τον παρόντα Νόμο.
(β) ένα εκπρόσωπο του Υπουργείου Οικονομικών·
(γ) ένα εκπρόσωπο του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
(δ) ένα εκπρόσωπο του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
(ε) πέντε πρόσωπα από τον ιδιωτικό τομέα τα οποία διαθέτουν γνώσεις και πείρα σε θέματα που ρυθμίζονται από τον παρόντα Νόμο και δεν έχουν οποιοδήποτε συμφέρον στην αμπελοοινική βιομηχανία.
(4) Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου υπηρετούν για θητεία τριών ετών με δυνατότητα επαναδιορισμού τους για ακόμη μια θητεία.
(5) Το Συμβούλιο καταβάλλει στον Πρόεδρο και τα άλλα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αντιμισθία ή επιδόματα ή και τα δύο, μετά από έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου κατέχει και κενώνει τη θέση του, σύμφωνα με τους όρους του διορισμού του.
(2)(α) Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνο να παραιτηθεί από τη θέση του με έγγραφη γνωστοποίηση προς τον Υπουργό, ο οποίος τη διαβιβάζει προς το Υπουργικό Συμβούλιο.
(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος νέο μέλος στη θέση του παραιτηθέντος μέλους, για το υπόλοιπο της θητείας του.
(3) Σε περίπτωση που ο Υπουργός πεισθεί ότι οποιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου -
(α) Απουσίασε χωρίς εύλογη αιτία, από τέσσερις συνεχόμενες συνεδριάσεις, του Διοικητικού Συμβουλίου,
(β) κηρύχθηκε σε πτώχευση ή συνήψε συμβιβασμό με τους πιστωτές του,
(γ) είναι ανίκανο λόγω φυσικής ή πνευματικής νόσου,
(δ) παρέλειψε, χωρίς εύλογη αιτία, να γνωστοποιήσει πληροφορία την οποία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10 υποχρεούτο να γνωστοποιήσει, ή
(ε) είναι άλλως πως ανίκανο να εκπληρώσει τις αρμοδιότητες του ως μέλους,
δύναται να κηρύξει τη θέση τέτοιου μέλους ως χηρεύσασα και να γνωστοποιήσει το γεγονός στο Υπουργικό Συμβούλιο, ζητώντας την πλήρωση της θέσης. Η χηρεύσασα θέση δύναται να πληρωθεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 για το υπόλοιπο της θητείας τέτοιου μέλους.
5. Η εγκυρότητα οποιωνδήποτε πράξεων ή αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι οποιαδήποτε θέση μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι κενή ή χηρεύει με βάση τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 4 αντίστοιχα.
6.-(1) Σε περίπτωση που ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου απουσιάζει προσωρινά από τη Δημοκρατία ή είναι άλλως πως προσωρινά ανίκανος να εκτελέσει τις αρμοδιότητες της θέσης του, ή η θέση του Προέδρου είναι κενή ή χηρεύει με βάση τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 4 αντίστοιχα, ο Υπουργός δύναται να διορίσει, ως προεδρεύοντα, πρόσωπο από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, για τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος τέτοιας απουσίας ή ανικανότητας ή μέχρις ότου διοριστεί νέος Πρόεδρος σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 4.
(2) Διορισμός προεδρεύοντος όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1), μπορεί να ζητηθεί από τον ίδιο τον Πρόεδρο που απουσιάζει ή από οποιοδήποτε άλλο μέλος με αίτημα προς τον Υπουργό. Ο Υπουργός μπορεί επίσης να ενεργήσει αυτεπάγγελτα αν λάβει γνώση με οποιονδήποτε άλλο τρόπο του προβλήματος. Στη περίπτωση αυτή, ο Υπουργός ενημερώνει σχετικά όλους τους εμπλεκόμενους.
7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει εσωτερικούς κανονισμούς, οι οποίοι διέπουν τη λειτουργία του, τη σύγκληση των συνεδριάσεων του, τον απαιτούμενο αριθμό μελών του για ύπαρξη απαρτίας και τη διαδικασία που θα ακολουθείται κατά τις συνεδριάσεις αυτές.
(2) Κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται πρακτικά, τα οποία φυλάσσονται σε ειδικά τηρούμενο βιβλίο. Τα πρακτικά υπογράφονται από τον Πρόεδρο, ή σε περίπτωση απουσίας του από τον προεδρεύοντα της συνεδρίας και εφόσον είναι υπογραμμένα γίνονται δεκτά ως αποδεικτικό στοιχείο σε κάθε δικαστική διαδικασία, χωρίς να χρειάζονται περαιτέρω απόδειξη.
(3) Όλα τα έγγραφα που εκδίδονται από ή εκ μέρους του Συμβουλίου, υπογράφονται από τον Πρόεδρο ή από άλλο πρόσωπο, το οποίο εξουσιοδοτείται γι’ αυτό το σκοπό από το Συμβούλιο.
(4) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών, σε περίπτωση δε ισοψηφίας, ο Πρόεδρος, ή στην απουσία του ο προεδρεύων, έχει τη νικώσα ψήφο.
(5)(α) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να συγκροτεί Επιτροπές για την εξέταση ειδικών θεμάτων, τα οποία θεωρεί ότι θα τύχουν καλύτερης ρύθμισης και διαχείρισης από τέτοια Επιτροπή. Κάθε τέτοια Επιτροπή αναφέρει τα αποτελέσματα των εργασιών της στο Διοικητικό Συμβούλιο και συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του.
(β) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να αναθέτει το χειρισμό θεμάτων διαγωνισμών που οδηγούν στην ανάθεση συμβάσεων στο διευθυντή για ποσά μέχρι £5.000 ή σε υποεπιτροπή του Διοικητικού Συμβουλίου, αποτελούμενη από τουλάχιστο τρία μέλη του, για ποσά μέχρι £30.000, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 3 των περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) (Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου και Κοινότητες) Κανονισμών.
(6) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να καλεί σε συνεδριάσεις του οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η συμβουλή για ειδικό θέμα θεωρείται αναγκαία:
Νοείται ότι, τέτοιο πρόσωπο δεν έχει δικαίωμα ψήφου και αποχωρεί από τη συνεδρίαση κατά τη λήψη της απόφασης.
(7) Ο Διευθυντής παρίσταται σε όλες τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου.
8. Το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί τα καθήκοντα, εξουσίες και αρμοδιότητες που του παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο βοηθούμενο από το Διευθυντή και το προσωπικό που διορίζονται δυνάμει του άρθρου 9.
9.-(1) Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει, με βάση σχέδιο υπηρεσίας και την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, το Διευθυντή του Συμβουλίου, ο οποίος είναι το κύριο εκτελεστικό όργανο του Συμβουλίου και ο υπεύθυνος για την εφαρμογή της πολιτικής του Συμβουλίου και τη διαχείριση των τρεχουσών εργασιών του.
(2) Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει με βάση τα σχέδια υπηρεσίας, όπως προνοείται στο εδάφιο (4), το προσωπικό του Συμβουλίου, το οποίο κρίνεται αναγκαίο για να μπορεί αυτό να εκτελεί τα καθήκοντά του και να ασκεί τις αρμοδιότητές του.
(3) Οι θέσεις στο Συμβούλιο πληρούνται κατά τα διαλαμβανόμενα και σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Οι Κανονισμοί που αφορούν την πρόσληψη, προαγωγή και υπηρεσία του Διευθυντή και των μελών του προσωπικού του Συμβουλίου μεταξύ άλλων ρυθμίζουν και προβλέπουν γενικές προϋποθέσεις διορισμού, τους όρους υπηρεσίας τους, τις διαδικασίες που διέπουν την πλήρωση θέσεων, τη δυνατότητα υποβολής των υποψηφίων που κατέχουν τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, σε γραπτή ή/και προφορική εξέταση, τα σχέδια υπηρεσίας των μελών του προσωπικού του Συμβουλίου μαζί με τις κατηγορίες θέσεων, και τον πειθαρχικό κώδικα για το προσωπικό του Συμβουλίου.
(5) Τα καθήκοντα, ευθύνες και προσόντα του Διευθυντή και των μελών του προσωπικού του Συμβουλίου καθορίζονται σε σχέδια υπηρεσίας, τα οποία καταρτίζονται από το Συμβούλιο και εκδίδονται από αυτό μετά από έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
10. Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου υποχρεούται να δηλώσει πριν την έναρξη οποιασδήποτε συνεδρίασης, οποιοδήποτε προσωπικό άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που δυνατό να έχει σε σχέση με θέματα που θα συζητηθούν κατά την εν λόγω συνεδρίαση. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει για την εξαίρεση τέτοιου μέλους από τη συγκεκριμένη συνεδρίαση.
11.-(1) Το Διοικητικό Συμβούλιο εξασφαλίζει στον Υπουργό κάθε δυνατή διευκόλυνση για τη λήψη πληροφοριών αναφορικά με την περιουσία και τις δραστηριότητες του Συμβουλίου και υποβάλλει σ΄ αυτόν εκθέσεις, λογαριασμούς και άλλα συναφή στοιχεία. Εξασφαλίζει επίσης σ΄ αυτόν κάθε δυνατή διευκόλυνση για τον έλεγχο των πληροφοριών που του δίνονται.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 12 και της ανεξαρτησίας του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Υπουργός δύναται να διαβουλεύεται με το Διοικητικό Συμβούλιο για θέμα σχετικά με το οποίο πιστεύει ότι οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, επηρεάζουν ή ενδεχόμενα να επηρεάσουν το δημόσιο συμφέρον. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να λαμβάνει υπόψη τις απόψεις του Υπουργού.
12. Το Συμβούλιο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και καθήκοντα:
(α) Την τήρηση και διαχείριση του αμπελουργικού μητρώου σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 1493/99/ΕΚ και του Κοινοτικού Κανονισμού 2392/86/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 για την κατάρτιση του κοινοτικού αμπελουργικού μητρώου (EE L 208 της 31/7/1986, σ. 1-4) όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(β) τη ρύθμιση αμπελουργικών περιοχών, εκτάσεων ή τμημάτων γης για τη φύτευση αμπελιών, τον τύπο, ποικιλία ή είδος αμπελιού και την ταξινόμηση των ποικιλιών με βάση τη χρήση της παραγωγής τους όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99.
(γ) την τήρηση και διαχείριση εθνικού αποθεματικού δικαιωμάτων φύτευσης και αναφύτευσης, έγκριση και χορήγηση δικαιωμάτων φύτευσης και αναφύτευσης και έκδοση αδειών φύτευσης όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ.
(δ) την επεξεργασία και υποβολή στον Υπουργό ή/και στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σχεδίων που αφορούν την ενοποίηση αμπελιών, την αναδιάρθρωση με στόχο την ποικιλιακή μετατροπή, την επαναφύτευση σε υφιστάμενες ή νέες εκμεταλλεύσεις και την οριστική εγκατάλειψη αμπελώνων όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ.
(ε) τη συλλογή και επεξεργασία των στοιχείων της προβλεπόμενης εσοδείας/συγκομιδής, παραγωγής, επεξεργασίας ή/και εμπορίας και αποθεμάτων αμπελοοινικών προϊόντων και τον έλεγχο της πιστής εφαρμογής των κοινοτικών Κανονισμών που διέπουν τα πιο πάνω.
(στ) τη διαχείριση των μηχανισμών αγοράς, την παρακολούθηση της αγοράς και την υποβολή εισηγήσεων για μέτρα και έλεγχο της πιστής εφαρμογής τους όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ.
(ζ) την ετοιμασία, εφαρμογή, διαχείριση και τον έλεγχο της πιστής τήρησης οποιουδήποτε σχεδίου ή μέτρου που αφορά την απόσυρση, απόσταξη, αποθεματοποίηση ή/και την τμηματική διάθεση των αμπελοοινικών προϊόντων και υποπροϊόντων και τη σύναψη συμφωνιών με τους δικαιούχους τέτοιων σχεδίων.
(η) την εφαρμογή των πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αναφορικά με την παραγωγή και διακίνηση προϊόντων που προκύπτουν από απόσταξη και διατίθενται προς ανθρώπινη κατανάλωση ή βιομηχανική χρήση.
(θ) την εφαρμογή των πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που διέπουν τα μέτρα στήριξης της χρήσης γλεύκους σταφυλιών προς παρασκευή χυμού σταφυλιών και προώθηση της κατανάλωσης αυτού.
(ι) την τήρηση μητρώου για οινοποιεία, οινοπνευματοποιεία, ποτοποιεία και αποσταγματο-ποιεία, τα οποία εγκρίνονται σύμφωνα με τους περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμους του 1996 μέχρι (Αρ. 3) του 2003 και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού, για την παρασκευή και εμπορία οινικών προϊόντων, αλκοολούχων ποτών, προϊόντων ελεγχόμενης ονομασίας και ελεγχόμενης γεωγραφικής προέλευσης.
(ια) τον έλεγχο βιβλίων, εμπορικών και άλλων εγγράφων που τηρούνται από τα οινοποιεία, οινοπνευματοποιεία, ποτοποιεία και αποσταγματοποιεία σχετικά με την παραλαβή, παρασκευή, αποθεματοποίηση, διακίνηση και εμπορία των προϊόντων και υποπροϊόντων τους. Ο τρόπος τήρησης των πιο πάνω βιβλίων και εγγράφων καθορίζεται με οδηγίες του Συμβουλίου ή από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
(ιβ) τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την εφαρμογή των Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που αφορούν την ονομασία, τη σήμανση, περιγραφή, παρουσίαση, συσκευασία, διαφήμιση, παρασκευή και προέλευση των αμπελοοινικών προϊόντων εξαιρουμένων θεμάτων που αφορούν τις οινολογικές πρακτικές, αλκοολούχων ποτών, αρωματισμένων οίνων, αρωματισμένων ποτών με βάση τον οίνο και αρωματισμένων κοκτέιλ αμπελοοινικών προϊόντων, και τη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την προστασία των νόμιμων συμφερόντων των καταναλωτών και παραγωγών για την ομαλή λειτουργία της αγοράς.
(ιγ) τον καθορισμό και οριοθέτηση περιοχών για τη χρήση γεωγραφικών ενδείξεων «τοπικών οίνων» και «οίνων ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης» και τη ρύθμιση της κατάταξης και ανακατάταξης αυτών και την έκδοση αδειών χρήσης των πιο πάνω ενδείξεων όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ.
(ιδ) τον καθορισμό των όρων και κριτηρίων παραγωγής και εμπορίας «τοπικών οίνων» και «οίνων ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ.
(ιε) την ανάληψη αρμοδιοτήτων από τον Οργανισμό Αγροτικών Πληρωμών αναφορικά με θέματα που αφορούν τον τομέα των αμπελοοινικών προϊόντων με βάση τον Κανονισμό 1493/99/ΕΚ και σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμων του 2003·
(ιστ) τη συγκέντρωση, αξιολόγηση και έκδοση στατιστικών στοιχείων και πληροφοριακών δελτίων, τα οποία σχετίζονται με την παραγωγή και εμπορία των αμπελοοινικών προϊόντων:
Νοείται ότι, κατά την εφαρμογή των προνοιών της πιο πάνω παραγράφου δεν επιτρέπεται η αποκάλυψη οποιασδήποτε πληροφορίας, η οποία ελήφθη από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την άσκηση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου εκτός εάν γίνεται:
(i) με τη συναίνεση του προσώπου από το οποίο παρασχέθηκαν οι πληροφορίες,
(ii) στον Υπουργό ή σε άλλο άτομο το οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτόν, σύμφωνα με τις αρμοδιότητες του με βάση τον παρόντα Νόμο,
(iii) υπό τον τύπο σύνοψης παρόμοιων καταστάσεων ή πληροφοριών που παράσχονται από αριθμό προσώπων ή λαμβάνονται από αυτά, και τέτοια σύνοψη είναι διατυπωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η εξακρίβωση οποιωνδήποτε στοιχείων που αφορούν την επιχείρηση συγκεκριμένων ατόμων,
(iv) για τους σκοπούς δικαστικής διαδικασίας (αστικής ή ποινικής), ή διαιτησιών, δυνάμει του παρόντος Νόμου ή για τα πρακτικά τέτοιας διαδικασίας.
(v) προς την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατ’ εφαρμογή των υποχρεώσεων του Συμβουλίου προς αυτή.
(ιζ) την προβολή και διαφήμιση των κυπριακών οινικών προϊόντων εντός και εκτός Κύπρου και ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού.
(ιη) τη διοργάνωση ή και ανάθεση διοργάνωσης διαγωνισμών βράβευσης οίνων στα πλαίσια προβολής του κυπριακού οίνου και βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς του.
(ιθ) την ανάληψη ή ανάθεση της διεξαγωγής ερευνών της αγοράς των αμπελοοινικών προϊόντων.
(κ) τον έλεγχο της εφαρμογής των πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα των αμπελοοινικών προϊόντων, την ενημέρωση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για θέματα της αρμοδιότητάς του και τη συνεργασία με τους αρμόδιους λειτουργούς της εν λόγω Επιτροπής κατά τους επιτόπιους ελέγχους προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
(κα) τη συμμετοχή στη Διαχειριστική Επιτροπή Οίνων, στο Διεθνή Οργανισμό Αμπέλου και Οίνου και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς και δραστηριότητες για θέματα της αρμοδιότητάς του.
(κβ) την υποβολή εισηγήσεων στον Υπουργό για όλα τα θέματα της αρμοδιότητάς του και συμμετοχή στη διαμόρφωση των θέσεων του Υπουργείου που αφορούν την ανάπτυξη και προαγωγή των συντελεστών της αμπελοοινικής βιομηχανίας στα πλαίσια του σχεδιασμού της αγροτικής πολιτικής.
13. Το Συμβούλιο δύναται να:
(α) Συνάπτει συμφωνίες ή συμβάσεις για ανάληψη εργασιών ή αρμοδιοτήτων ως ανάδοχος από τον Οργανισμό Αγροτικών Πληρωμών που στόχο έχουν μεταξύ άλλων την υλοποίηση μέτρων που προνοούνται στις εκάστοτε ισχύουσες πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
(β) συνάπτει συμφωνίες γενικού περιεχομένου ή συμφωνίες επιστημονικής συνεργασίας που εξυπηρετούν την καλύτερη άσκηση των αρμοδιοτήτων του, συμπεριλαμβανομένων και συμφωνιών για την εφαρμογή σχεδίων ή προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα των αμπελοοινικών προϊόντων.
(γ) λαμβάνει αποφάσεις, μετά από έγκριση του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και του Υπουργού Οικονομικών ώστε να:
(i)Αποκτά με αγορά, ανταλλαγή, δωρεά ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ακίνητη ή κινητή περιουσία για τις ανάγκες στέγασης και λειτουργίας του Συμβουλίου,
(ii)αποδέχεται την παροχή χορηγιών από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνή Οργανισμό,
(iii)πωλεί, ανταλλάσσει, εκμισθώνει, εκχωρεί ή διαθέτει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία του Συμβουλίου και υποθηκεύει ή επιβαρύνει την εν λόγω περιουσία για τις ανάγκες του Συμβουλίου,
(iv)μισθώνει ή εξασφαλίζει άδεια χρήσης οποιασδήποτε ακίνητης περιουσίας για τις ανάγκες στέγασης και λειτουργίας του Συμβουλίου,
(v)συνάπτει συμβάσεις και πράττει οτιδήποτε σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στις παραγράφους (i), (ii), (iii), (iv) πιο πάνω ή που συντελούν στην εκπλήρωσή τους με την εγγύηση του Υπουργού Οικονομικών και όπου χρειάζεται της Βουλής των Αντιπροσώπων, τηρουμένων των διατάξεων των περί Ελέγχου των Δημοσίων Ενισχύσεων Νόμων του 2001 μέχρι 2003 και οποιουδήποτε άλλου νόμου ή διάταξης που αφορά στο θέμα των κρατικών ενισχύσεων,
(vi)συνάπτει δάνεια αναγκαία προς υλοποίηση των όσων αναφέρονται στις παραγράφους (i), (iii) και (iv).
(δ) προσλαμβάνει με Σύμβαση Παροχής Υπηρεσιών, τέτοιους εμπειρογνώμονες ή συμβούλους ως ήθελε κρίνει αναγκαίο για να το βοηθούν στην άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του.
(ε) ασκεί οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες εξουσίες και καθήκοντα, τα οποία παρέχονται στο Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
14. Ο Υπουργός δύναται να εγκρίνει, μετά από σχετική εισήγηση του Συμβουλίου την είσπραξη τελών από το Συμβούλιο σε σχέση με την εκ μέρους του άσκηση εξουσιών και αρμοδιοτήτων του που πηγάζουν από τον παρόντα Νόμο. Τα τέλη καθορίζονται με Διάταγμα του Υπουργού δυνάμει του παρόντος Νόμου, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
15. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να εγγυάται εκ μέρους της Κυβέρνησης, οποιοδήποτε δάνειο συνάπτεται από το Συμβούλιο με τέτοιο τρόπο και με τέτοιους όρους, τους οποίους ο ίδιος έκρινε κατάλληλους, τηρουμένων των διατάξεων των περί Δημοσίων Ενισχύσεων Νόμων του 2000 μέχρι 2003 και οποιουδήποτε άλλου νόμου ή διάταξης που αφορά στο θέμα των κρατικών ενισχύσεων.
16. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Διευθυντής και τα μέλη του προσωπικού του Συμβουλίου δεν υπέχουν προσωπική αστική ευθύνη για οτιδήποτε έγινε ή παραλήφθηκε ή λέχθηκε, ή για οποιαδήποτε γνώμη την οποία εξέφρασαν ή έκθεση ή άλλο έγγραφο που ετοίμασαν, κατά την καλόπιστη άσκηση των αντιστοίχων καθηκόντων, αρμοδιοτήτων και εξουσιών τους, δυνάμει του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
17.-(1) Το Συμβούλιο είναι αστικά υπεύθυνο και δύναται να ενάγει και να ενάγεται και να είναι διάδικος σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, η οποία εγείρεται σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων, αρμοδιοτήτων και εξουσιών του Συμβουλίου, του Διοικητικού Συμβουλίου, του Διευθυντή και των μελών του προσωπικού του Συμβουλίου.
(2) Σε διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής, το Συμβούλιο εκπροσωπείται από ασκούντα το επάγγελμα δικηγόρο και/ή από μέλος του προσωπικού του Συμβουλίου.
18. Το Συμβούλιο καταρτίζει κάθε έτος και υποβάλλει για έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο, Προϋπολογισμό εσόδων και δαπανών για το επόμενο οικονομικό έτος.
19. Το Συμβούλιο δύναται να διαθέτει τα κεφάλαια που έχει στη διάθεσή του μέσω του Προϋπολογισμού του για την κάλυψη των ακόλουθων:
(α) ´Oλων των δαπανών που απαιτούνται για την εκ μέρους του άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων του με βάση τον παρόντα Νόμο ή για οποιαδήποτε από αυτές τις αρμοδιότητες ή σχετικά με αυτές.
(β) όλα τα ποσά μισθών, απολαβών, ωφελημάτων και ποσά που αφορούν την συνεισφορά του Συμβουλίου στο Ταμείο Συντάξεων, το οποίο ιδρύθηκε δυνάμει των περί Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (Σχέδιο Συντάξεων και Χορηγημάτων για τους Υπαλλήλους του Συμβουλίου και για τους Εξαρτημένους τους) Κανονισμών του 1993 και 2000, που είναι πληρωτέα στο Διευθυντή και στα μέλη του προσωπικού του Συμβουλίου, τα ποσά που είναι πληρωτέα σε εξαρτώμενα πρόσωπα τους και τις οικογένειες των μελών αυτών καθώς και όλα τα ποσά αμοιβής, που είναι πληρωτέα δυνάμει Συμβάσεων ή εξασφάλιση υπηρεσιών που έχουν νόμιμα συναφθεί από το Συμβούλιο.
(γ) το τοκοχρεολύσιο οποιουδήποτε δανείου, το οποίο έχει συνάψει το Συμβούλιο.
(δ) οποιοδήποτε νόμιμα οφειλόμενο ποσό που κατέστη πληρωτέο δυνάμει οποιασδήποτε σύμβασης, που έχει συναφθεί νόμιμα από το Συμβούλιο.
(ε) οποιοδήποτε νόμιμα οφειλόμενο ποσό που κατέστη πληρωτέο σε σχέση με πληρωτέα δικηγορικά έξοδα ή αμοιβή σε σχέση με την εκπροσώπηση του Συμβουλίου ενώπιον των δικαστηρίων ή οποιασδήποτε διοικητικής ή άλλης αρχής ή σε σχέση με την παροχή νομικών συμβουλών στο Συμβούλιο.
(στ) οποιοδήποτε ποσό καθίσταται νομικά πληρωτέο για την άσκηση οποιασδήποτε αρμοδιότητας, εξουσίας ή καθήκοντος του Συμβουλίου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών, που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(ζ) για ποσά που προκύπτουν από την άσκηση οποιασδήποτε αρμοδιότητας του Συμβουλίου δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(η) για αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν εναντίον του Συμβουλίου από οποιοδήποτε Δικαστήριο για πράξεις, αποφάσεις ή παραλείψεις του κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του με βάση τον παρόντα Νόμο.
(θ) οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες ήθελαν κριθεί αναγκαίες για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του Συμβουλίου.
20. Το Συμβούλιο εισπράττει:
(α) ´Oλα τα έσοδα, που προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία του Συμβουλίου.
(β) όλα τα ποσά που προέρχονται από τέλη που επιβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 14.
(γ) οποιοδήποτε άλλο ποσό ή στοιχείο του ενεργητικού, το οποίο δυνατό να καταστεί πληρωτέο στο Συμβούλιο ή να περιέλθει σε αυτό ως αποτέλεσμα της άσκησης των αρμοδιοτήτων του.
(δ) οποιαδήποτε πρόστιμα και αποζημιώσεις.
21.-(1) Το Συμβούλιο τηρεί ακριβείς λογαριασμούς για κάθε ποσό που λαμβάνεται ή δαπανάται από αυτό σε κάθε οικονομικό έτος, για τα θέματα αναφορικά με τα οποία λήφθηκε ή δαπανήθηκε οποιοδήποτε ποσό, για το υφιστάμενο αποθεματικό του Συμβουλίου, για την κατάσταση του ενεργητικού και του παθητικού του Συμβουλίου, η οποία δείχνει ξεχωριστά τα στοιχεία πάγιου ενεργητικού ή πάγιου κεφαλαίου του Συμβουλίου και όλα τα οφειλόμενα ποσά λόγω συναφθέντων δανείων ή προκαταβολών που έγιναν.
(2) Οι λογαριασμοί του Συμβουλίου ελέγχονται από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας ή από ιδιωτικό γραφείο εγκεκριμένων λογιστών.
(3) Το Διοικητικό Συμβούλιο αποστέλλει, το συντομότερο, την έκθεση που ετοιμάζεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) στον Υπουργό, ο οποίος τη διαβιβάζει στο Υπουργικό Συμβούλιο.
22.-(1) Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να διορίζει υπαλλήλους του Συμβουλίου, οι οποίοι διενεργούν τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και των εκάστοτε ισχύοντων Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αναφορικά με τον αμπελοοινικό τομέα και οι οποίοι στο εξής θα καλούνται “επιθεωρητές”.
(2) Κάθε επιθεωρητής κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του παρόντος Νόμου έχει στην κατοχή του αποδεικτικό της ιδιότητάς του για την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων του και ειδικότερα δύναται να:
(α) Εισέρχεται σε εύλογο χρόνο σε υποστατικά, εγκαταστάσεις και αμπέλια με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών, την έρευνα και την επιθεώρηση αναφορικά με θέματα που εμπίπτουν εντός των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου, για τακτικούς ελέγχους και ελέγχους όπου υπάρχουν εύλογες υποψίες για παράβαση του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
(β) ελέγχει τα βιβλία και συνοδευτικά έγγραφα των ελεγχομένων μονάδων στα οποία είναι καταχωρημένες οι αναγκαίες πληροφορίες για την διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού και τους σχετικούς Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
(γ) λαμβάνει φωτοαντίγραφα ή αποσπάσματα των βιβλίων και συνοδευτικών εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο (β)·
(δ) ζητεί επί τόπου προφορικές εξηγήσεις από τους ιδιοκτήτες των εγκαταστάσεων, υποστατικών ή αμπελιών στους οποίους διενεργεί ελέγχους ή από τους νόμιμους εκπροσώπους των.
(ε) ερευνά μεταφορικά μέσα, εφόσον έχει εύλογες υποψίες ότι χρησιμοποιούνται κατά παράβαση του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
(στ) επιθεωρεί αμπελοοινικά προϊόντα και λαμβάνει δείγματα αυτών προς έλεγχο.
(ζ) συνοδεύεται κατά τη διενέργεια των ελέγχων και επιθεωρήσεων από αρμόδιους λειτουργούς της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινότητων.
(3) Για την αποτελεσματικότερη άσκηση των εξουσιών τους οι επιθεωρητές δύνανται να επικαλούνται και να χρησιμοποιούν τη συνδρομή της Αστυνομίας ή και άλλων υπηρεσιών της Δημοκρατίας.
(4) Πρόσωπο που παρεμποδίζει τους υπαλλήλους του Συμβουλίου στην εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) ή παρέχει ανακριβή ή ψευδή στοιχεία και πληροφορίες ή παρεμποδίζει με οποιονδήποτε άλλον τρόπο το έργο τους, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 2000 λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
23. Οποιοσδήποτε -
(α) Ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών και Διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(β) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς τους όρους οποιασδήποτε εξουσιοδότησης ή άδειας που χορηγήθηκε από το Συμβούλιο.
(γ) προβαίνει σε ψευδή καταχώρηση σε οποιοδήποτε μητρώο, βιβλίο ή έγγραφο, του οποίου η τήρηση απαιτείται από τον παρόντα Νόμο ή/και για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου ή σύμφωνα με τα πιο πάνω παρουσιάζει μητρώο, βιβλίο ή έγγραφο που είναι σε γνώση του ότι περιέχει ψευδή καταχώρηση ως προς ουσιώδη στοιχεία, ή αποκαλύπτει πληροφορία, η οποία λήφθηκε κατόπιν εξουσιοδότησης του Συμβουλίου ή με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η δε αποκάλυψη γίνεται κατά παράβαση της παραγράφου (ιστ), του άρθρου 12,
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 2000 λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
24.-(1) Το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς, για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου. Οι Κανονισμοί αυτοί υποβάλλονται για έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί εκδίδονται από το Συμβούλιο για τα πιο κάτω θέματα:
(α) Την οργανωτική διάρθρωση και λειτουργία των υπηρεσιών του.
(β) τη ρύθμιση του τρόπου άσκησης των αρμοδιοτήτων του που ορίζονται από τον παρόντα Νόμο και τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για θέματα του αμπελοοινικού τομέα.
(γ) τη ρύθμιση ζητημάτων που αφορούν διορισμούς, προαγωγές, πειθαρχία, αντιμισθία, άδειες υπαλλήλων του Συμβουλίου και τις σχετικές παραχωρηθείσες εγγυήσεις, τη χορήγηση συντάξεων στους υπαλλήλους του Συμβουλίου και συντάξεων και χορηγημάτων και άλλων επιδομάτων αφυπηρέτησης στους εξαρτώμενους υπαλλήλου που απεβίωσε.
(δ) την ίδρυση και συντήρηση ταμείων ιατρικής περίθαλψης, συντάξεων γήρατος, προνοίας ή ευημερίας, και τις εισφορές που καταβάλλονται στα ταμεία αυτά και τα οφέλη που προκύπτουν από αυτά.
(3) Κανονισμοί που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος Νόμου, κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν μετά την πάροδο εξήντα ημερών από την κατάθεσή τους, η Βουλή των Αντιπροσώπων δεν τους τροποποιήσει ή ακυρώσει, ολικά ή μερικά, τότε αμέσως μετά την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ από καθορισμένο προς τούτο στους Κανονισμούς, χρόνο έναρξης της ισχύος τους ή σε περίπτωση μη καθορισμού χρόνου έναρξης ισχύος, από την ημερομηνία δημοσίευσης τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Σε περίπτωση τροποποίησης τους, ολικώς ή μερικώς, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπως θα τροποποιηθούν από αυτήν, και τίθενται σε ισχύ από καθορισμένο προς τούτο στους Κανονισμούς χρόνο έναρξης της ισχύος τους, ή σε περίπτωση μη καθορισμού χρόνου έναρξης ισχύος, από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
25.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, δύναται να ορίζει Επιτροπές εμπειρογνωμόνων για θέματα που αφορούν Οίνους Ελεγχόμενης Ονομασίας Προέλευσης, οι οποίες -
(α) Προβαίνουν στη διεξαγωγή οργανοληπτικής εξέτασης του οίνου.
(β) εισηγούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο την κατάταξη του οίνου ως Οίνου Ελεγχόμενης Ονομασίας Προέλευσης μόνο στην περίπτωση κατά την οποία προκύπτει από την οργανοληπτική εξέταση ότι ο οίνος πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σε Διάταγμα του Υπουργού.
(γ) προτείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο άλλη κατάταξη στην περίπτωση κατά την οποία προκύπτει από τις οργανοληπτικές εξετάσεις ότι ο οίνος δεν είναι κατάλληλος να καταστεί Οίνος Ελεγχόμενης Ονομασίας Προέλευσης.
(δ) υποβάλλει στο Συμβούλιο εισηγήσεις για θέματα της αρμοδιότητάς του.
(2) Το Συμβούλιο καταβάλλει στα μέλη τέτοιων Επιτροπών αντιμισθία ή επιδόματα ή και τα δύο μετά την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
26.-(1) Ο Υπουργός δύναται να εκδίδει Διατάγματα για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), τα Διατάγματα αυτά μπορούν να προβλέπουν:
(α) Για την επιβολή τελών δυνάμει του άρθρου 14.
(β) για καθορισμό Οίνων Ελεγχόμενης Ονομασίας Προέλευσης και τοπικών οίνων και τις λεπτομέρειες καλλιέργειας και παραγωγής τους.
(γ) για οποιοδήποτε θέμα το οποίο με βάση τον Κανονισμό 2392/86, τον Κανονισμό 649/87, τον Κανονισμό 1576/89, τον Κανονισμό 1014/90. τον Κανονισμό 3201/90, τον Κανονισμό 1601/91, τον Κανονισμό 122/94, τον Κανονισμό 1493/1999, τον Κανονισμό 1227/2000, τον Κανονισμό 1607/2000, τον Κανονισμό 1623/2000, τον Κανονισμό 2729/2000, τον Κανονισμό 883/2001, τον Κανονισμό 884/2001, τον Κανονισμό 1282/2001 και τον Κανονισμό 753/2002, χρειάζεται να ρυθμιστεί από το Συμβούλιο.
27.-(1) Οι περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων Νόμοι του 1965 έως 2001, καταργούνται.
(2) Η νομική προσωπικότητα, του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων που ιδρύθηκε δυνάμει του καταργηθέντος Νόμου διατηρείται και ουδώλως επηρεάζεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Οποιοσδήποτε Κανονισμός, Διάταγμα, γνωστοποίηση, οδηγία, έντυπο ή άλλη πράξη, η οποία ίσχυε αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, έχει εκδοθεί δυνάμει του καταργηθέντος Νόμου και αφορά οποιοδήποτε ζήτημα, για το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ή το Συμβούλιο Αμπελοοινικών Προϊόντων έχει εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου για να εκδίδει Κανονισμούς ή Διατάγματα ή γνωστοποιήσεις ή να παρέχει οδηγίες ή επιβάλλει όρους ή περιορισμούς, ισχύει ως αν είχε εκδοθεί, παρασχεθεί ή επιβληθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στην έκταση που δεν αντίκειται στις πιο πάνω διατάξεις, μέχρι να ανακληθεί ή τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, τον Υπουργό ή το Συμβούλιο.
(4) Διορισμοί που έγιναν, εντολές, εξουσιοδοτήσεις, άδειες ή εγκρίσεις οι οποίες παρασχέθηκαν από το Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων δυνάμει των καταργηθέντων Νόμων, οι οποίοι τελούσαν σε ισχύ αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ισχύουν ως αν έγιναν ή παρασχέθηκαν δυνάμει της αντίστοιχης διάταξης του παρόντος Νόμου, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις πιο πάνω διατάξεις και εφόσον δεν ανακληθούν ή τροποποιηθούν ρητά.
(5) Έγγραφο το οποίο αναφέρεται στους Νόμους που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο, ερμηνεύεται εκτός αν προκύπτει πρόθεση για το αντίθετο στον παρόντα Νόμο, ως αναφερόμενο στον παρόντα Νόμο.
28.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Οι παράγραφοι (α), (β), (γ), (δ), (ε), (στ), (ζ), (η), (θ), (ιβ), (ιγ), (ιδ), η υποπαράγραφος (v) της παραγράφου (ιστ), (κ) και (κα) του άρθρου 12, η παράγραφος (β) του άρθρου 13, η παράγραφος (ζ), του εδαφίου (2) του άρθρου 22, τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
29.-(1) Ο Υπουργός δύναται, εάν το κρίνει σκόπιμο να εκδώσει Διάταγμα διάλυσης του Συμβουλίου.
(2) Ο Υπουργός, πριν εκδώσει το Διάταγμα διάλυσης του Συμβουλίου, δύναται να ζητήσει και να λάβει τις απόψεις του ίδιου του Συμβουλίου, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων φορέων που ο ίδιος κρίνει ότι θα ήταν χρήσιμο να λάβει την άποψή τους.
(3) Με την έκδοση του αναφερόμενου στο εδάφιο (1) Διατάγματος, το Συμβούλιο δεν ασκεί πλέον καμία αρμοδιότητά του, εκτός στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την οριστική διάλυσή του.
(4) Στο αναφερόμενο στο εδάφιο (1) Διάταγμα διάλυσης του Συμβουλίου, ο Υπουργός δύναται να περιλάβει τέτοιες διατάξεις που θεωρεί αναγκαίες για -
(α) την εκκαθάριση των υποθέσεων του Συμβουλίου·
(β) την επιβολή και τη διεκδίκηση επιβαρύνσεων για αντιμετώπιση των υποχρεώσεων του Συμβουλίου και των εξόδων της εκκαθάρισης, στο μέτρο που τέτοιες υποχρεώσεις και έξοδα δεν μπορούν να καλυφθούν από τα κεφάλαια ή από άλλα στοιχεία του ενεργητικού του Συμβουλίου·
(γ) τη χρησιμοποίηση οποιωνδήποτε πλεονάζοντων κεφαλαίων ή άλλων στοιχείων ενεργητικού για σκοπούς που καθορίζονται στο Διάταγμα·και
(δ) οποιαδήποτε άλλη σχετική διάταξη, κρίνει αναγκαία για τη διάλυση και εκκαθάριση.