Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο—
(α) [Διαγράφηκε]
(β) [Διαγράφηκε]·
(γ) [Διαγράφηκε]·
(δ) [Διαγράφηκε]·
(ε) «Οδηγία 94/63/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1994 για τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων (VOC) που προέρχονται από την αποθήκευση βενζίνης και τη διάθεση της από τις τερματικές εγκαταστάσεις στους σταθμούς διανομής καυσίμων» (EEL365 της 31ης Δεκεμβρίου 1994, σ. 24)·
(στ) [Διαγράφηκε]·
(ζ) [Διαγράφηκε]·
(η) [Διαγράφηκε]·
(θ) [Διαγράφηκε]·
(ι) «Οδηγία 87/217/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 1987 σχετικά με την πρόληψη και τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από αμίαντο» (EEL 0 85 της 28ης Μαρτίου 1987, σ. 40)·
(ια) [Διαγράφηκε]·
(ιβ) [Διαγράφηκε]·
(ιγ) «Απόφαση 97/283/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 1997 για τις εναρμονισμένες μεθόδους μετρήσεων της κατά μάζα συγκέντρωσης διοξινών και φουρανίων στις ατμοσφαιρικές εκπομπές σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2, της Οδηγίας 94/67/ΕΚ σχετικά με την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων (EEL 113 της 30ής Απριλίου 1997, σ. 11)·
(ιδ) [Διαγράφηκε]·
(ιε) [Διαγράφηκε]·
(ιστ) [Διαγράφηκε]·
(ιζ) «Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2000 για την αποτέφρωση των αποβλήτων», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(ιη) «Οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2001 για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(ιθ) «Οδηγία 2006/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2006 σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας και την τροποποίηση της Οδηγίας 2004/35/ΕΚ», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(κ) «Οδηγία 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(κα) «Οδηγία 2009/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη φάση ΙΙ της ανάκτησης ατμών βενζίνης κατά τη διάρκεια του ανεφοδιασμού μηχανοκίνητων οχημάτων σε πρατήρια καυσίμων», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με την παράγραφο 6 του άρθρου 5, της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο –
«Οδηγία (ΕΕ) 2015/2193 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2015 για τον περιορισμό των εκπομπών ορισμένων ρύπων στην ατμόσφαιρα από μεσαίου μεγέθους μονάδες καύσης»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας Νόμος του 2002.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια» σημαίνει την άδεια εκπομπής αερίων αποβλήτων, η οποία εκδίδεται με βάση το άρθρο 8 του παρόντος Νόμου·
«άδεια οικοδομής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 3 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου·
«Αρχιεπιθεωρητής» σημαίνει τον Αρχιεπιθεωρητή που διορίζεται από τον Υπουργό με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 24·
«ατμοσφαιρική ρύπανση» σημαίνει την άμεση ή έμμεση εισαγωγή στον ατμοσφαιρικό αέρα, από τον άνθρωπο, ουσιών ή ενέργειας που έχουν ως αποτέλεσμα βλαβερές επιπτώσεις τέτοιας φύσεως που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία του ανθρώπου, να βλάψουν τους βιολογικούς πόρους και τα οικοσυστήματα, να φθείρουν τα υλικά αγαθά και να βλάψουν ή να επέμβουν στις ανέσεις του κοινού, καθώς και στις άλλες νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος·
«εγκατάσταση» σημαίνει κάθε κινητή ή ακίνητη τεχνική μονάδα στην οποία εκτελούνται δραστηριότητες οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν ατμοσφαιρική ρύπανση και περιλαμβάνει όλες τις άλλες άμεσα συνδεδεμένες δραστηριότητες, τεχνικώς συναφείς με την ανωτέρω τεχνική μονάδα·
«εγκατάσταση εξορυκτικών αποβλήτων» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Διαχείρισης των Αποβλήτων της Εξορυκτικής Βιομηχανίας Νόμου·
«εκπομπή» σημαίνει την άμεση ή έμμεση εισαγωγή ουσιών στον ατμοσφαιρικό αέρα από σημειακές ή διάχυτες πηγές της εγκατάστασης·
«Επιθεωρητής» σημαίνει τον Επιθεωρητή που διορίζεται από τον Υπουργό με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 24·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«καταργηθείς νόμος» σημαίνει το Νόμο που καταργείται με το άρθρο 32 του παρόντος Νόμου·
«κράτη μέλη» σημαίνει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«οριακή τιμή εκπομπής» ή «ανώτατο όριο εκπομπής» σημαίνει τη συγκέντρωση ή/και τη μάζα ρυπαντικών ουσιών στις αέριες εκπομπές από εγκαταστάσεις για μια ορισμένη χρονική περίοδο, η υπέρβαση των οποίων δεν επιτρέπεται·
«πιστοποιητικό έγκρισης» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από άρθρο 10 του περί Οδών και Οικοδομών Νόμου·
«πολεοδομική άδεια» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου·
«Τεχνική Επιτροπή» σημαίνει την Τεχνική Επιτροπή για την Προστασία της Ατμόσφαιρας που εγκαθιδρύεται με βάση το Μέρος I του Παραρτήματος Ι και η οποία λειτουργεί με βάση τις διαδικασίες που καθορίζονται στο Μέρος ΙΙ του ίδιου Παραρτήματος·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και περιλαμβάνει και πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτόν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4Α∙
«φορέας εκμετάλλευσης» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο λειτουργεί ή ελέγχει την εγκατάσταση, ή στο οποίο έχει εκχωρηθεί αποφασιστική οικονομική εξουσία για την τεχνική λειτουργία της εγκατάστασης.
(2) Οποιαδήποτε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε “αδειοδοτούμενη εγκατάσταση” αποτελεί αναφορά σε εγκατάσταση, στην οποία εκτελούνται μια ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρεται στο Παράρτημα ΙΙ.
(3) Κάθε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε «μη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση», αποτελεί αναφορά σε εγκατάσταση της οποίας οι όροι λειτουργίας καθορίζονται με κανονισμούς που εκδίδονται με βάση το άρθρο 21 και η οποία δεν υπόκειται στην υποχρέωση εξασφάλισης άδειας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(4) Κάθε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε «υφιστάμενη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση» αποτελεί αναφορά σε αδειοδοτούμενη εγκατάσταση η οποία ευρίσκετο σε λειτουργία κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου ανεξάρτητα αν κατείχε ή όχι πιστοποιητικό εγγραφής σύμφωνα με τον καταργηθέντα Νόμο.
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η πρόληψη, η μείωση και ο έλεγχος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από εγκαταστάσεις, για την καλύτερη προστασία της υγείας και της ευημερίας του πληθυσμού και για την προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος, της πανίδας και της χλωρίδας στη Δημοκρατία.
4.-(1) Ο Υπουργός ασκεί τις εξουσίες που παρέχονται σ' αυτόν από τον παρόντα Νόμο με σκοπό να διασφαλιστεί ότι οι όροι λειτουργίας που καθορίζονται στις άδειες εκπομπής των αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων καθώς και οι όροι λειτουργίας των μη αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων τηρούνται και καθορίζει τις μεθόδους μέτρησης και προσδιορισμού των εκπομπών από εγκαταστάσεις.
(2) Κατά την άσκηση των εξουσιών του, ο Υπουργός λαμβάνει υπόψη τις θέσεις και εισηγήσεις της Τεχνικής Επιτροπής αναφορικά με οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο η Τεχνική Επιτροπή έχει αρμοδιότητα, με βάση το Νόμο, να εξετάζει σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο Παράρτημα I.
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου σχετικά με τον περιορισμό στην αποκάλυψη πληροφοριών, ο Υπουργός μεριμνά για την ανταλλαγή πληροφοριών με τα άλλα κράτη μέλη και με την Επιτροπή, πάνω σε εμπειρίες και γνώσεις που αποκτώνται σε σχέση με μέτρα πρόληψης και μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης καθώς και τις μεθόδους, τον τεχνικό εξοπλισμό και τις οριακές τιμές των εκπομπών.
(4) Ο Υπουργός θέτει στη διάθεση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους τις ίδιες πληροφορίες που παρέχει σε οποιοδήποτε πρόσωπο με βάση το εδάφιο (2) του άρθρου 18.
4A.-(1) Ο Υπουργός δύναται, με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτεί, εν όλω ή εν μέρει, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζει, την εκχώρηση οποιασδήποτε εξουσίας ή αρμοδιότητας που ασκείται από αυτόν για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών και/ή Διαταγμάτων σε-
(α) τμήμα ή υπηρεσία Υπουργείου της Δημοκρατίας, ή
(β) δημόσιο λειτουργό και/ ή πρόσωπο που κατέχει κατάλληλα προσόντα και εκπαίδευση, ή
(γ) οργανισμό δημόσιας ωφέλειας που ιδρύθηκε με Νόμο, για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, ή
(δ) αρχή τοπικής διοίκησης,αφού προηγουμένως διαβουλευθεί και συνομολογήσει έγγραφη συμφωνία με το λειτουργό, το πρόσωπο, την αρχή, το τμήμα, την υπηρεσία ή τον οργανισμό προς τον οποίο εκχωρούνται οι εν λόγω εξουσίες.
(2) Στην ως άνω συμφωνία καθορίζονται ρητά η συγκεκριμένη εξουσία, η οποία ανατίθεται στο λειτουργό, το πρόσωπο, την αρχή, το τμήμα, την υπηρεσία ή τον οργανισμό, η έκταση αυτής, καθώς και η έναρξη και η λήξη της χρονικής περιόδου, εντός της οποίας αυτή ασκείται.
(3) Ο λειτουργός, το πρόσωπο, η αρχή, το τμήμα, η υπηρεσία ή ο οργανισμός, τηρεί τις εν γένει αρχές, οι οποίες εφαρμόζονται κατά την άσκηση των εξουσιών του Υπουργού, όπως και τις επί τούτω οδηγίες του.
(4) Σε περίπτωση που, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρόσωπο, αρχή, τμήμα, υπηρεσία ή οργανισμός ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που ο παρών Νόμος και/ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί και/ή Διατάγματα αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, αρχή, τμήμα, υπηρεσία ή οργανισμό, ο παρών Νόμος και/ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού Κανονισμοί και/ή Διατάγματα εφαρμόζονται ως εάν να είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία ή το καθήκον στο λειτουργό, το πρόσωπο, την αρχή, το τμήμα, την υπηρεσία ή τον οργανισμό, που ασκεί αυτή την εξουσία ή το καθήκον αυτό.
(5) Ο Υπουργός δύναται, όταν το κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει απόφασή του για εκχώρηση οποιωνδήποτε εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του, η οποία λήφθηκε με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1).
5.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται και για εγκαταστάσεις που ανήκουν ή κατέχονται από τη Δημοκρατία και για εγκαταστάσεις που λειτουργούν από ή εκ μέρους της Δημοκρατίας.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις στις οποίες εμπλέκονται μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων της Δημοκρατίας και οι οποίες είναι στρατιωτικής φύσεως, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε επιχειρήσεων στη θάλασσα ή στον αέρα.
7. Εκτός αν άλλως ρητά αναφέρεται στον παρόντα Νόμο, οι διατάξεις του παρόντος Μέρους ισχύουν για όλες τις εγκαταστάσεις.
8.-(1)(α) Οι εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ θεωρούνται ως αδειοδοτούμενες εγκαταστάσεις και πρέπει να εξασφαλίζουν άδεια από τον Υπουργό για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(β) Η άδεια ισχύει για την περίοδο που ο Υπουργός καθορίζει για κάθε εγκατάσταση και δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.
(γ) Έξι (6) μήνες πριν από τη λήξη της ισχύος της άδειας, ο φορέας εκμετάλλευσης της αδειοδοτούμενης εγκατάστασης υποβάλλει στον Υπουργό αίτηση για ανανέωση της άδειας.
(2) Για κάθε υφιστάμενη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση, εφόσον δεν είχε εξασφαλισθεί πιστοποιητικό εγγραφής με βάση τον καταργηθέντα νόμο, πρέπει να υποβληθεί αίτηση στον Υπουργό για χορήγηση άδειας μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(3) Κάθε υφιστάμενη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση, η οποία είχε εξασφαλίσει πιστοποιητικό εγγραφής με βάση τον καταργηθέντα νόμο, θεωρείται ότι της έχει χορηγηθεί προσωρινή άδεια με τους ίδιους όρους λειτουργίας και περίοδο ισχύος που είχαν τεθεί στο εν λόγω πιστοποιητικό εγγραφής. Η προσωρινή άδεια θα ισχύει μέχρι αντικατάστασής της με τη χορήγηση γραπτής άδειας ή μέχρι ανάκλησης, ή τροποποίησης των όρων της, ή προσθήκης νέων όρων από τον Υπουργό με βάση τις διατάξεις του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου. Έξι μήνες πριν τη λήξη ισχύος της προσωρινής άδειας, ο φορέας εκμετάλλευσης της εγκατάστασης πρέπει να υποβάλει στον Υπουργό δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για ανανέωση της άδειας.
(4) Κάθε νέα αδειοδοτούμενη εγκατάσταση πρέπει, να υποβάλλει αίτηση στον Υπουργό για χορήγηση άδειας προτού τεθεί σε λειτουργία.
(5) Αίτηση για χορήγηση άδειας θα υποβάλλεται στον Υπουργό σε ειδικό έντυπο και θα περιέχει τέτοιες πληροφορίες, όπως θα καθορίζονται με διάταγμα που εκδίδει ο Υπουργός και θα πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή τουλάχιστον των πιο κάτω:
(α) Της εγκατάστασης και της φύσης και έκτασης των δραστηριοτήτων της,
(β) του διαγράμματος των κύριων εναλλακτικών τεχνικών λύσεων που μελετήθηκαν από το φορέα εκμετάλλευσης,
(γ) των προϊόντων που παράγονται από την εγκατάσταση,
(δ) των πρώτων και βοηθητικών υλών, των ουσιών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται ή παράγονται από την εγκατάσταση,
(ε) των πηγών αέριων εκπομπών της εγκατάστασης,
(στ) των συνθηκών του χώρου όπου θα λειτουργήσει η εγκατάσταση,
(ζ) της φύσης και των ποσοτήτων των προβλεπόμενων εκπομπών από την εγκατάσταση στην ατμόσφαιρα καθώς και προσδιορισμό των σημαντικών επιπτώσεων των αέριων εκπομπών στο περιβάλλον,
(η) της προβλεπόμενης τεχνολογίας και των άλλων τεχνικών που αποσκοπούν στην πρόληψη των αέριων εκπομπών που προέρχονται από την εγκατάσταση ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη μείωσή τους,
(θ) των μέτρων πρόληψης και αξιοποίησης των αέριων αποβλήτων που παράγει η εγκατάσταση, εφόσον απαιτείται,
(ι) των προβλεπόμενων μέτρων παρακολούθησης των αέριων εκπομπών στο περιβάλλον,
(ια) των προβλεπόμενων μέτρων παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα στην περιοχή της εγκατάστασης εφόσον απαιτείται,
(ιβ)(i) αναφορικά με τις εγκαταστάσεις του Παραρτήματος ΙΙ, άλλων μέτρων που προβλέπονται για τη συμμόρφωση του φορέα εκμετάλλευσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου,
(ii) [Διαγράφηκε].
(6) Στην αίτηση για τη χορήγηση άδειας περιλαμβάνεται μη τεχνικού περιεχομένου περίληψη των λεπτομερειών που αναφέρονται στο εδάφιο (5) και επισυνάπτονται αντίγραφα της πολεοδομικής άδειας ή/και της άδειας οικοδομής ή/και του πιστοποιητικού έγκρισης της εγκατάστασης, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (11).
(7) Στις περιπτώσεις που πληροφορίες παρεχόμενες σύμφωνα με τις διατάξεις άλλης νομοθεσίας, ανταποκρίνονται σε οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις του εδαφίου (5), οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην αίτηση:
(8) Ο Υπουργός, μετά την παραλαβή της αίτησης, μεριμνά ώστε να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Γνωστοποίηση στην οποία αναφέρεται-
(α) Η ημερομηνία λήψεως της αίτησης,
(β) ότι η αίτηση είναι διαθέσιμη στο κοινό για επιθεώρηση κατά τις εργάσιμες ώρες, και
(γ) ότι οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλει, εντός είκοσι οκτώ ημερών από τη δημοσίευση, στον Υπουργό απόψεις ή εισηγήσεις αναφορικά με την αιτούμενη άδεια ή το περιεχόμενο της αίτησης.
(9) Ο Υπουργός χορηγεί ή ανανεώνει την άδεια αν ικανοποιείται ότι ο φορέας εκμετάλλευσης της εγκατάστασης διαθέτει τα μηχανήματα ή τον εξοπλισμό που απαιτούνται για συμμόρφωση προς όλες τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και οποιωνδήποτε κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν και προς όλους τους όρους λειτουργίας που ο Υπουργός θα επισυνάψει στην άδεια.
(10) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, ο Υπουργός δεν χορηγεί άδεια εκτός εάν ικανοποιείται για τα πιο πάνω.
(11) Ειδικότερα, ο Υπουργός θα χορηγεί ή ανανεώνει την άδεια μόνον εφόσον διαπιστώσει ότι-
(α) Έχουν ληφθεί όλα τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, με τον όρο ότι η εφαρμογή τέτοιων μέτρων δε συνεπάγεται υπερβολικό κόστος,
(β) η λειτουργία της εγκατάστασης δε θα προκαλέσει σημαντική ατμοσφαιρική ρύπανση, κυρίως με την εκπομπή των ουσιών που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV,
(γ) δε θα σημειωθεί υπέρβαση οποιασδήποτε από τις εκάστοτε ισχύουσες οριακές τιμές εκπομπής,
(δ) θα ληφθούν υπόψη όλες οι ισχύουσες οριακές τιμές ποιότητας του αέρα, και
(ε) (i) σε περίπτωση υφιστάμενης εγκατάστασης, η εγκατάσταση διαθέτει πολεοδομική άδεια ή/και άδεια οικοδομής ή/και πιστοποιητικό έγκρισης:
(ii) σε περίπτωση νέας εγκατάστασης, η εγκατάσταση διαθέτει πιστοποιητικό έγκρισης:
(12) Κατά τη χορήγηση ή την ανανέωση της άδειας, ο Υπουργός δύναται να επισυνάψει σ' αυτή οποιουσδήποτε όρους λειτουργίας οι οποίοι, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, πρέπει να τηρούνται κατά τη λειτουργία της εγκατάστασης. Οι όροι λειτουργίας δυνατόν να αναφέρονται-
(α) Σε τεχνικές προδιαγραφές για οποιαδήποτε μηχανήματα ή εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση,
(β) σε ανώτατα όρια εκπομπής οποιασδήποτε συγκεκριμένης ουσίας ή ομάδας ουσιών που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα από την εγκατάσταση,
(γ) σε εξοπλισμό που πρέπει να εγκατασταθεί και να χρησιμοποιείται για παρεμπόδιση της εκπομπής ουσιών στην ατμόσφαιρα ή για να τις καταστήσει αβλαβείς ή ακίνδυνες, πριν από την εκπομπή τους στην ατμόσφαιρα,
(δ) σε προδιαγραφές ποιότητας οποιωνδήποτε υλικών, περιλαμβανομένων και των καυσίμων, που χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση,
(ε) σε εξοπλισμό ή όργανα που πρέπει να εγκατασταθούν σε κατάλληλα σημεία και να χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της συγκέντρωσης, του ρυθμού εκπομπής ή της ολικής ποσότητας οποιασδήποτε ουσίας που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα σε συγκεκριμένη περίοδο ή οποιασδήποτε άλλης παραμέτρου λειτουργίας,
(στ) σε όργανα μέτρησης ή άλλο εξοπλισμό που πρέπει να εγκαταστήσει ο φορέας εκμετάλλευσης, με δικές του δαπάνες, σε σημεία τα οποία θα εγκρίνει ο Υπουργός για σκοπούς μέτρησης της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα,
(ζ) σε προϋποθέσεις ή τεχνικές προδιαγραφές, περιλαμβανομένου και του ύψους, που αφορούν στην ανέγερση καπνοδόχου ή φουγάρου μέσω του οποίου θα διοχετεύονται οι αέριες εκπομπές στην ατμόσφαιρα,
(η) σε εύλογες διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή μετρήσεων και τη λήψη δειγμάτων οποιωνδήποτε ουσιών που χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση ή εκπέμπονται από αυτή στην ατμόσφαιρα· οι διευκολύνσεις αυτές αφορούν ειδικότερα στην κατασκευή κατάλληλων δειγματοληπτικών θυρίδων στο φουγάρο εκπομπής και κατάλληλης σταθερής εξέδρας, η οποία διασφαλίζει την ελεύθερη και ασφαλή πρόσβαση,
(θ) σε πρόγραμμα μετρήσεων που θα πρέπει να διεξάγει ο φορέας εκμετάλλευσης, σε τεχνικές εκθέσεις στις οποίες θα περιλαμβάνονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων καθώς και άλλα σχετικά περιβαλλοντικά στοιχεία και στη συχνότητα αποστολής των εκθέσεων στον Υπουργό,
(ι) σε όργανα, εξοπλισμό ή συστήματα για αποθήκευση των μετρήσεων και τηλεμετάδοσής τους στην αρχή που θα ορίσει ο Υπουργός,
(ια) σε εκθέσεις που θα πρέπει να ετοιμάζονται από το φορέα εκμετάλλευσης σχετικά με την περιβαλλοντική διαχείριση των θεμάτων που αφορούν τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, και
(ιβ) στην ακριβή τοποθεσία που επιτρέπεται η λειτουργία της εγκατάστασης.
(12Α) [Διαγράφηκε].
(12Β)(α) Αναφορικά με εγκατάσταση εξορυκτικών αποβλήτων, η άδεια που χορηγείται ή ανανεώνεται περιλαμβάνει κάθε αναγκαίο όρο και πρακτική λεπτομέρεια που εξασφαλίζει ότι ο φορέας λαμβάνει τα δέοντα μέτρα για την πρόληψη ή τη μείωση των εκπομπών σκόνης και/ ή αερίων.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφου (α), ο όρος “φορέας” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Διαχείρισης των Αποβλήτων της Εξορυκτικής Βιομηχανίας Νόμου.
(13) Η διαδικασία για τη χορήγηση άδειας, περιγράφεται στο Μέρος II του Παραρτήματος I.
(14) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι μελέτες και τα σχέδια οποιασδήποτε αδειοδοτούμενης εγκατάστασης θα υποβάλλονται στον Υπουργό μαζί με την αίτηση για εξασφάλιση της άδειας.
(15) (α) Χωρίς επηρεασμό της υποχρέωσης χορήγησης άδειας και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 4, ο Υπουργός δύναται να εκδώσει διάταγμα, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με το οποίο καθορίζει γενικούς όρους λειτουργίας για ορισμένες κατηγορίες αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων.
(β) Σε περίπτωση ύπαρξης τέτοιων γενικών όρων λειτουργίας, αυτοί επισυνάπτονται στην άδεια και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.
(γ) Σε περίπτωση που ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (α), η άδεια χορηγείται ή ανανεώνεται χωρίς την προηγούμενη εξέτασή της από την Τεχνική Επιτροπή.
9.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει, εκτός από τους Κανονισμούς που αναφέρονται ρητά στον παρόντα Νόμο, και όσους απαιτούνται για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού και γενικά για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:
(α) [Διαγράφηκε],
(β) όρους λειτουργίας, συνθήκες λειτουργίας, οριακές τιμές εκπομπής, τεχνικές προδιαγραφές, πρόσθετες υποχρεώσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων, που θα πρέπει να τηρούνται από το φορέα εκμετάλλευσης,
(γ) τη ρύθμιση της διαχείρισης συγκεκριμένων κατηγοριών αερίων αποβλήτων,
(δ) την επιβολή οικονομικών επιβαρύνσεων σε συγκεκριμένες κατηγορίες αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει»,
(ε) την παροχή κινήτρων για μείωση των αερίων αποβλήτων στην πηγή, καθώς και για την εγκατάσταση και χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών,
(στ) τον καθορισμό συγκεκριμένων ζωνών στη Δημοκρατία εντός των οποίων οι ευρισκόμενες εγκαταστάσεις θα υποχρεούνται να τηρούν οριακές τιμές εκπομπής αυστηρότερες από τις καθοριζόμενες για τις υπόλοιπες αδειοδοτούμενες εγκαταστάσεις, και
(ζ) τον καθορισμό κατηγοριών των αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων οι οποίες μπορούν να λειτουργούν στο εσωτερικό των ζωνών που αναφέρονται στην παράγραφο (στ) καθώς και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για τη λειτουργία τους.
(3) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο μπορούν να προβλέπουν κυρώσεις για τυχόν παραβιάσεις των διατάξεων των Κανονισμών αυτών.
(4) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο μπορούν να εξουσιοδοτούν τον Υπουργό να εκδίδει διατάγματα για την καλύτερη εφαρμογή τους.
(4Α) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου δύναται να εξουσιοδοτούν τον Υπουργό να εκδίδει διατάγματα με τα οποία τροποποιούνται τεχνικής φύσεως θέματα που ρυθμίζονται στα παραρτήματα των Κανονισμών προς συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, o Υπουργός, με διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να προβλέψει για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:
(α) Tην υποχρεωτική εφαρμογή προτύπων, τα οποία έχει εγκρίνει ο Κυπριακός Οργανισμός Προώθησης Ποιότητας (ΚΟΠΠ), τα οποία αποτελούν ευρωπαϊκά, διεθνή ή/και κυπριακά πρότυπα,
(β) τον καθορισμό γενικών όρων λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (15) του άρθρου 8,
(γ) τον καθορισμό του ύψους των τελών που επιβάλλονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23.
10.-(1) Ο Υπουργός μεριμνά ώστε τα μέλη της Τεχνικής Επιτροπής να παρακολουθούν την εξέλιξη των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και της κατάστασης του περιβάλλοντος. Ο Υπουργός με βάση την εξέλιξη αυτή, επιβάλλει,
αν απαιτείται, στις εγκαταστάσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια, κατάλληλους όρους, αφού λάβει υπόψη αφενός την εξέλιξη αυτή και αφετέρου τη σκοπιμότητα να μην προκύπτει υπερβολικό κόστος για τις εγκαταστάσεις αυτές, ενόψει κυρίως της οικονομικής τους κατάστασης.
(2) Με βάση την εξέλιξη της βέλτιστης διαθέσιμης τεχνικής και της κατάστασης του περιβάλλοντος, ο Υπουργός σε συνεννόηση με την Τεχνική Επιτροπή, εκδίδει διάταγμα στο οποίο καθορίζει πολιτικές και στρατηγικές που θα εφαρμόζει στις οποίες περιλαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για σταδιακή προσαρμογή των υφιστάμενων αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων στην βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως-
(α) Τα τεχνικά χαρακτηριστικά της εγκατάστασης,
(β) το ποσοστό χρησιμοποίησης και την υπολειπόμενη διάρκεια ζωής της εγκατάστασης,
(γ) τη φύση και το μέγεθος των ρυπαντικών εκπομπών της εγκατάστασης, και
(δ) τη σκοπιμότητα του να μην προκύπτει υπερβολικό κόστος για την εν λόγω εγκατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως, την οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων της υπό εξέταση κατηγορίας.
11. Ο φορέας εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης υποχρεούται-
(α) Να τηρεί τους όρους της άδειας στην εγκατάστασή του,
(β) να ενημερώνει τον Υπουργό για τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των αερίων εκπομπών της εγκατάστασης, εφόσον και όπως απαιτείται στους όρους της άδειας,
(γ) να ενημερώνει αμέσως τον Υπουργό για κάθε συμβάν ή ατύχημα που επηρεάζει σημαντικά το περιβάλλον, και
(δ) να παρέχει στον Αρχιεπιθεωρητή και τους Επιθεωρητές κάθε διευκόλυνση που κρίνεται αναγκαία για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων της εγκατάστασης, τη δειγματοληψία και τη συλλογή στοιχείων που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται με βάση τον παρόντα Νόμο.
12.-(1) Σε περίπτωση αλλαγής του φορέα εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης ή σε περίπτωση ανάληψης της εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης από νέο φορέα, ο νέος φορέας εκμετάλλευσης είναι υποχρεωμένος-
(α) Να ενημερώσει τον Υπουργό για την αλλαγή, και
(β) να τηρεί τους όρους που επιβάλλονται με την άδεια.
(2) Ο νέος φορέας εκμετάλλευσης, από τη στιγμή της ανάληψης της λειτουργίας της εγκατάστασης αναλαμβάνει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του προηγούμενου φορέα εκμετάλλευσης με βάση τον παρόντα Νόμο.
12Α. Οι διατάξεις –
(α) του άρθρου 10,
(β) της παραγράφου (δ) του άρθρου 11, και
(γ) των άρθρων 20Α και 20Β,
εφαρμόζονται στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις με την έναρξη ισχύος του περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2008.
13.-(1) Για οποιαδήποτε υφιστάμενη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση, ο Υπουργός μπορεί-
(α) Να προβαίνει σε χορήγηση της άδειας, έστω και αν ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει τα μηχανήματα ή τον εξοπλισμό που αναφέρονται στο εδάφιο (9) του άρθρου 8, ορίζοντας όμως χρονική περίοδο μέσα στην οποία τα μηχανήματα ή ο εξοπλισμός θα πρέπει να τοποθετηθούν, και
(β) να ορίσει χρονική περίοδο μέσα στην οποία ο φορέας εκμετάλλευσης δε θα είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται προς οποιουσδήποτε καθορισμένους όρους λειτουργίας.
(2) Κατά τη διάρκεια της περιόδου που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός μπορεί, αφού δώσει ενός μήνα προειδοποίηση, να προσθέσει νέους όρους ή να διαφοροποιήσει τους όρους λειτουργίας της εγκατάστασης προς τους οποίους πρέπει να συμμορφωθεί ο φορέας εκμετάλλευσης μετά τη λήξη της περιόδου.
14.-(1) Σε περίπτωση χορήγησης ή ανανέωσης της άδειας, ο Υπουργός πρέπει να ορίσει-
(α) Την έναρξη και λήξη της χρονικής περιόδου, εντός της οποίας, τηρουμένου του άρθρου 16, δε θα υπάρξει ανάκληση της άδειας,
(β) για κάθε όρο που επιβάλλει, την έναρξη και λήξη της χρονικής περιόδου εντός της οποίας, τηρουμένου του άρθρου 16, δε θα γίνει διαφοροποίηση του όρου αυτού, και
(γ) σε σχέση με τους όρους λειτουργίας, την έναρξη και λήξη της χρονικής περιόδου εντός της οποίας, τηρουμένου του άρθρου 16, δε θα προστεθούν νέοι όροι.
(2) Σε περίπτωση χορήγησης ή ανανέωσης της άδειας, κάθε διαφοροποίηση των όρων λειτουργίας περιλαμβανομένης και της προσθήκης νέου όρου, θα υπάγεται στους περιορισμούς που επιβάλλονται με βάση το άρθρο 16.
15.-(1) Κάθε πρόσωπο που λειτουργεί ή εν γνώσει του επιτρέπει τη λειτουργία αδειοδοτούμενης εγκατάστασης-
(α) Η οποία δεν έχει εξασφαλίσει άδεια από τον Υπουργό, ή
(β) σε τοποθεσία άλλη από εκείνη που ορίζεται στην άδεια, ή
(γ) κατά τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με οποιοδήποτε όρο λειτουργίας που επισυνάπτεται στην άδεια,
είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται στις ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 26.
(2) Αποτελεί υπεράσπιση σε οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), αν ο κατηγορούμενος αποδείξει ότι η μη συμμόρφωσή του προς όρο λειτουργίας οφειλόταν σε ενέργεια ή παράλειψη άλλου προσώπου ή σε ατύχημα ή σε άλλη αιτία πέρα από τον έλεγχό του και ότι έλαβε όλες τις εύλογες προφυλάξεις και κατέβαλε όλη την οφειλόμενη φροντίδα για να αποφύγει την παράβαση του όρου είτε ο ίδιος είτε εργοδοτούμενός του είτε αντιπρόσωπος του και ότι, εν πάση περιπτώσει, μόλις αντιλήφθηκε την παράβαση έλαβε όλα τα εφικτά μέτρα για επανόρθωση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο κατηγορείται για αδίκημα με βάση το εδάφιο (1) ζητά να επικαλεστεί για υπεράσπισή του πράξη ή παράλειψη άλλου προσώπου-
(α) Δε θα έχει το δικαίωμα να το πράξει, εκτός αν-
(i) Τουλάχιστον επτά ημέρες πριν την ημερομηνία της ακρόασης, δώσει στον κατήγορο γραπτώς πληροφορίες που κατέχει, οι οποίες θα βοηθήσουν την κατηγορούσα αρχή να επισημάνει και εντοπίσει το άλλο πρόσωπο, ή
(ii) έχει την άδεια του δικαστηρίου να την επικαλεστεί·
(β) το άλλο πρόσωπο μπορεί να κατηγορηθεί για αδίκημα και να κηρυχθεί ένοχο, ανεξάρτητα από το αν ο αρχικός κατηγορούμενος κηρυχθεί ή δεν κηρυχθεί ένοχος.
(4) Αποτελεί υπεράσπιση σε οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1), αν ο κατηγορούμενος αποδείξει ότι ήταν εργοδοτούμενος που ενεργούσε με βάση οδηγίες που δόθηκαν σε αυτόν από ή εκ μέρους του εργοδότη του και ότι δεν είχε λόγο να πιστεύει ότι η συμμόρφωση προς τις οδηγίες αυτές θα οδηγούσε στη διάπραξη του αδικήματος για το οποίο κατηγορείται.
16.-(1) Ο Υπουργός μπορεί, οποτεδήποτε κρίνει ότι δικαιολογείται ή επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, της δημόσιας ασφάλειας ή του περιβάλλοντος-
(α) Να ανακαλέσει την άδεια,
(β) να ακυρώσει ή τροποποιήσει οποιοδήποτε όρο της άδειας,
(γ) να προσθέσει νέο όρο στην άδεια, και
(δ) να συντομεύσει το χρόνο ισχύος της άδειας.
(1Α) [Διαγράφηκε].
(2) Η διαδικασία για ανάκληση ή τροποποίηση όρου της άδειας καθορίζεται στο Μέρος II του Παραρτήματος I.
(3) Όταν η τροποποίηση όρου της άδειας ή η προσθήκη νέου όρου πραγματοποιείται μέσα στην ισχύουσα χρονική περίοδο που δηλώνεται με βάση το άρθρο 14 ή όταν ανακαλείται η άδεια, καταβάλλεται στο φορέα εκμετάλλευσης αποζημίωση, εκτός αν η τροποποίηση ή η προσθήκη του νέου όρου γίνεται λόγω αλλαγής των συνθηκών οι οποίες δεν μπορούσαν εύλογα να προβλεφθούν κατά το χρόνο που οι όροι λειτουργίας καθορίσθηκαν για πρώτη φορά στην άδεια. Ως αλλαγή των συνθηκών μπορεί να θεωρηθεί και η αλλαγή πληροφοριών που έχει στη διάθεσή του ο Υπουργός, αναφορικά με τις εκπομπές των αερίων αποβλήτων της εγκατάστασης.
(4) Δεν υφίσταται υποχρέωση αποζημίωσης εκ μέρους του Υπουργού στις περιπτώσεις προσθήκης ή τροποποίησης όρων συνεπεία της θέσπισης νεώτερης νομοθεσίας προς το σκοπό εναρμόνισης με την αντίστοιχη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή συνεπεία της εξέλιξης των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 10.
(5) Σε περίπτωση τροποποίησης της άδειας με την προσθήκη νέου όρου ή με την τροποποίηση υφιστάμενου, θα δηλώνεται νέα έναρξη και λήξη της χρονικής περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας, τηρουμένων των προνοιών του παρόντος εδαφίου, καμιά περαιτέρω διαφοροποίηση δε θα γίνεται χωρίς καταβολή αποζημίωσης σύμφωνα με το εδάφιο (3).
(6) Σε περίπτωση προσθήκης νέου όρου ή τροποποίησης υφιστάμενου, η χρονική περίοδος που καθορίζεται για συμμόρφωση πρέπει να είναι εύλογη.
(7) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου, εάν, κατά τη λήξη της χρονικής ισχύος της άδειας, ο Υπουργός διαπιστώσει ότι δεν έχει συντελεστεί καμιά μεταβολή στη λειτουργία της εγκατάστασης, δύναται να παρατείνει τη χρονική περίοδο ισχύος της άδειας με τους ίδιους όρους για περίοδο που δε θα υπερβαίνει το ένα έτος.
17.-(1) Σε περίπτωση απόρριψης αίτησης για χορήγηση ή ανανέωση άδειας, ο αιτητής μπορεί, μέσα σε είκοσι μία ημέρες, να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης για απόρριψη της αίτησης, για το λόγο ότι έχει όλα τα απαραίτητα μηχανήματα και τον απαραίτητο εξοπλισμό για τη χορήγηση ή ανανέωση της άδειας.
(2) Σε περίπτωση που αίτηση για χορήγηση ή ανανέωση άδειας εγκρίνεται υπό ορισμένους όρους λειτουργίας, ο αιτητής μπορεί, μέσα σε είκοσι μία ημέρες, να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή αναφορικά-
(α) Με οποιοδήποτε από τους όρους που επιβλήθηκαν για το λόγο ότι δεν είναι εύλογος, λαμβανομένων υπόψη της προτεινόμενης τοποθεσίας και οποιωνδήποτε άλλων σχετικών συνθηκών, και
(β) με οποιαδήποτε από τις χρονικές περιόδους που ορίζονται με βάση το άρθρο 14 για το λόγο ότι είναι υπερβολικά σύντομη υπό τις περιστάσεις.
(3) Σε περίπτωση που η άδεια τροποποιείσαι με την προσθήκη νέου όρου ή με την τροποποίηση υφιστάμενου, ο αιτητής μπορεί μέσα σε είκοσι μία ημέρες να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή εναντίον της διαφοροποίησης για το λόγο ότι αυτή δεν είναι εύλογη, λαμβανομένων υπόψη της τοποθεσίας, της εγκατάστασης και οποιωνδήποτε άλλων συνθηκών.
(4) Η ιεραρχική προσφυγή με βάση το παρόν άρθρο υποβάλλεται στο Υπουργικό Συμβούλιο.
18.-(1) Ο Υπουργός μεριμνά για την τήρηση και τη λειτουργία Αρχείου αναφορικά με τα εξής, δηλαδή-
(α) Για αιτήσεις που υποβάλλονται για χορήγηση ή ανανέωση άδειας με βάση το άρθρο 8,
(β) για άδειες που χορηγούνται, για τους όρους λειτουργίας οι οποίοι δυνατό να επισυνάπτονται στις άδειες αυτές και για οποιεσδήποτε μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους, και
(γ) για τα αποτελέσματα των μετρήσεων εκπομπών στην ατμόσφαιρα από εγκαταστάσεις.
(2) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του περί της Ελεύθερης Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που σχετίζονται με Θέματα Περιβάλλοντος Νόμου του 2000, καθώς και του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου, κάθε πρόσωπο δικαιούται έπειτα από αίτηση, ο τύπος της οποίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού, να λάβει αντίγραφο οποιασδήποτε καταχώρησης στο Αρχείο, έναντι καταβολής τέλους που καθορίζεται από τον Υπουργό.
19. Κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε φορέα εκμετάλλευσης, ο Υπουργός μπορεί να εγκρίνει την εξαίρεση από τη δημοσίευση, οποιουδήποτε όρου λειτουργίας, η δημοσίευση του οποίου κατά τη γνώμη του-
(α) Παραβλάπτει σε βαθμό πέραν του εύλογου μέτρου ιδιωτικό συμφέρον του αιτητή με την αποκάλυψη πληροφοριών αναφορικά με εμπορικό μυστικό, ή
(β) παραβλάπτει το δημόσιο συμφέρον.
20.-(1) Αν ο φορέας εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης του Παραρτήματος ΙΙ προτίθεται να προβεί σε επεκτάσεις, τροποποιήσεις ή άλλες αλλαγές στην εν λόγω εγκατάσταση, οι οποίες ενδέχεται να έχουν επιπρόσθετες σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, οφείλει να υποβάλλει νέα αίτηση για χορήγηση άδειας προτού προβεί στις εν λόγω αλλαγές.
(2) Ο φορέας εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης του Παραρτήματος ΙΙ μπορεί να αποταθεί στον Υπουργό για γραπτή βεβαίωση ότι η ανωτέρω προτεινόμενη επέκταση, τροποποίηση ή αλλαγή στην εγκατάστασή του δεν θα απαιτήσει χορήγηση νέας άδειας. Εφόσον δοθεί τέτοια βεβαίωση, δεν θα είναι αναγκαία η υποβολή νέας αίτησης για χορήγηση άδειας.
(3) Ο Υπουργός μπορεί με διάταγμα να δημοσιεύει κατευθυντήριες γραμμές ως προς το τι θεωρεί σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, και να τις τροποποιεί από καιρό σε καιρό.
(4) Αποτελεί αδίκημα για φορέα εκμετάλλευσης αδειοδοτούμενης εγκατάστασης του Παραρτήματος ΙΙ να τη λειτουργεί ενώ έχει κάνει επεκτάσεις, τροποποιήσεις ή άλλες σημαντικές αλλαγές σε αυτή, οι οποίες μπορούν να έχουν επιπρόσθετες σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, προτού του χορηγηθεί νέα άδεια για αυτές ή προτού λάβει γραπτή βεβαίωση από τον Υπουργό με βάση το εδάφιο (2).
21.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, να εκδώσει κανονισμούς με τους οποίους να καθορίσει όρους λειτουργίας για οποιαδήποτε κατηγορία μη αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων. Οι όροι λειτουργίας δυνατό να αναφέρονται-
(α) Σε τεχνικές προδιαγραφές για οποιαδήποτε μηχανήματα ή εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση,
(β) σε ανώτατα όρια εκπομπής οποιασδήποτε συγκεκριμένης ουσίας ή ομάδας ουσιών που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα από την εγκατάσταση,
(γ) σε εξοπλισμό που πρέπει να εγκατασταθεί και να χρησιμοποιείται για παρεμπόδιση της εκπομπής ουσιών στην ατμόσφαιρα ή για να τις καταστήσει αβλαβείς ή ακίνδυνες, πριν από την εκπομπή τους στην ατμόσφαιρα,
(δ) σε προδιαγραφές ποιότητας οποιωνδήποτε υλικών, περιλαμβανομένων και των καυσίμων, που χρησιμοποιούνται στην εγκατάσταση,
(ε) σε εξοπλισμό ή όργανα που πρέπει να εγκατασταθούν και να χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση της συγκέντρωσης, του ρυθμού εκπομπής ή της ολικής ποσότητας οποιασδήποτε ουσίας που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα σε συγκεκριμένη περίοδο ή οποιασδήποτε άλλης παραμέτρου λειτουργίας της εγκατάστασης,
(στ) σε όργανα μέτρησης ή άλλο εξοπλισμό που πρέπει να εγκαταστήσει ο φορέας εκμετάλλευσης, με δικές του δαπάνες, σε σημεία τα οποία θα εγκρίνει ο Διευθυντής του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας για σκοπούς μέτρησης της ποιότητας του αέρα,
(ζ) σε προϋποθέσεις ή τεχνικές προδιαγραφές, περιλαμβανομένου και του ύψους, που αφορούν στην ανέγερση καπνοδόχου ή φουγάρου μέσω του οποίου θα διοχετεύονται οι αέριες εκπομπές στην ατμόσφαιρα,
(η) σε εύλογες διευκολύνσεις για τη διεξαγωγή μετρήσεων και τη λήψη δειγμάτων οποιωνδήποτε ουσιών που χρησιμοποιούνται στη εγκατάσταση ή εκπέμπονται από αυτή στην ατμόσφαιρα,
(θ) σε πρόγραμμα μετρήσεων που θα πρέπει να τηρεί ο φορέας εκμετάλλευσης, σε τεχνικές εκθέσεις στις οποίες να περιλαμβάνονται και αποτελέσματα μετρήσεων καθώς και άλλα σχετικά περιβαλλοντικά στοιχεία και στη συχνότητα αποστολής των εκθέσεων στον Υπουργό,
(ι) σε όργανα, εξοπλισμό ή συστήματα για αποθήκευση των μετρήσεων και τηλεμετάδοσής τους στην αρχή που θα ορίσει ο Υπουργός, και
(ια) σε εκθέσεις που θα πρέπει να ετοιμάζονται από το φορέα εκμετάλλευσης σχετικά με την περιβαλλοντική διαχείριση των θεμάτων που αφορούν τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
(2) Οι κανονισμοί μπορούν να περιλαμβάνουν διατάξεις για μεταβατικές περιόδους για καθορισμένες κατηγορίες μη αδειοδοτούμενων εγκαταστάσεων με βάση τις οποίες κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου να υπάρχουν εύλογοι περιορισμοί όπως θα καθοριστεί στους κανονισμούς.
(2Α) Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση τα εδάφια (1) ή (2) μπορούν να έχουν αναδρομική ισχύ, υπό την προϋπόθεση ότι δεν επιβάλλουν αναδρομικά οποιαδήποτε υποχρέωση.
(3) Οι πιο πάνω κανονισμοί που εκδίδονται με βάση τα εδάφια (1) ή (2), μπορούν-
(α) Να καθορίζουν τα πρόσωπα ή τις κατηγορίες προσώπων τα οποία, σε περίπτωση παράβασης διατάξεων των κανονισμών ή απαγόρευσης που επιβλήθηκε με βάση τους κανονισμούς, θα είναι ένοχα αδικήματος είτε επιπρόσθετα είτε αποκλειομένων άλλων προσώπων ή κατηγοριών προσώπων,
(β) να εξουσιοδοτούν οποιοδήποτε Επιθεωρητή να επιδίδει σε φορέα εκμετάλλευσης ειδοποίηση για βελτίωση αν η εγκατάσταση ή ο εξοπλισμός του φορέα εκμετάλλευσης δε διατηρεί το επίπεδο λειτουργίας που απαιτείται όσον αφορά τις εκπομπές,
(γ) να εξουσιοδοτούν οποιοδήποτε Επιθεωρητή να επιδίδει σε φορέα εκμετάλλευσης απαγορευτική ειδοποίηση αν από τη λειτουργία της εγκατάστασης ενδέχεται να δημιουργηθεί σοβαρός κίνδυνος στην υγεία οποιουδήποτε προσώπου ή στο περιβάλλον ως αποτέλεσμα παραβίασης των σχετικών κανονισμών,
(δ) να προνοούν για την ύπαρξη καθορισμένης υπεράσπισης σε διαδικασία για αδίκημα δυνάμει των κανονισμών, είτε γενικά είτε υπό ειδικές περιστάσεις,
(ε) μπορούν να προβλέπουν ως ανώτατες ποινές, φυλάκιση που δε θα υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή πρόστιμο που δε θα υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή και τις δύο ποινές, και
(στ) να επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών τόσο από το φορέα εκμετάλλευσης όσο και από τον εισαγωγέα, κατασκευαστή, προμηθευτή ή συντηρητή του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται στη μη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση.
(4) Μέχρις ότου εκδοθούν οι κανονισμοί που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, κάθε Επιθεωρητής, μετά από σχετική εντολή του Υπουργού, μπορεί να επιδίδει ειδοποίηση βελτίωσης σε οποιαδήποτε μη αδειοδοτούμενη εγκατάσταση, η λειτουργία της οποίας προκαλεί ή είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει σημαντική ατμοσφαιρική ρύπανση, ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή υπέρμετρη οχληρία στην περιοχή. Η ειδοποίηση βελτίωσης θα καθορίζει τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν από τον φορέα εκμετάλλευσης καθώς και τη χρονική περίοδο εντός της οποίας τα μέτρα αυτά θα πρέπει να εφαρμοστούν.
(5) Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης μη αδειοδοτούμενης εγκατάστασης δε λάβει τα μέτρα που αναφέρονται στην ανωτέρω ειδοποίηση βελτίωσης εντός της ορισθείσης προθεσμίας, ο Επιθεωρητής επιδίδει στο φορέα εκμετάλλευσης απαγορευτική ειδοποίηση με την οποία θα δίδει εντολή για διακοπή της λειτουργίας της εγκατάστασης.
(6) Αποτελεί αδίκημα η άρνηση ή η παράλειψη συμμόρφωσης προς την απαγορευτική ειδοποίηση καθώς και η παράλειψη συμμόρφωσης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ή μέσα στο χρόνο που ορίζεται στην ειδοποίηση βελτίωσης.
22.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Επιθεωρητής διαπιστώσει παράβαση οποιουδήποτε όρου της άδειας, μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης ειδοποίηση βελτίωσης στην οποία αναφέρεται-
(α) Ότι ο Επιθεωρητής διαπίστωσε παράβαση οποιουδήποτε από τους όρους της άδειας,
(β) ο όρος ή οι όροι της άδειας αναφορικά με τους οποίους διαπιστώθηκε η παράβαση, και
(γ) η χρονική περίοδος, όχι μικρότερη από 21 ημέρες, μέσα στην οποία η παράβαση πρέπει να αρθεί.
(2) Σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής διαπιστώσει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης δε συμμορφώνεται με όσα αναφέρονται στην ειδοποίηση βελτίωσης εντός της καθοριζόμενης χρονικής περιόδου, μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης, ή αν αυτός απουσιάζει, σε οποιοδήποτε πρόσωπο υπεύθυνο για την εγκατάσταση, απαγορευτική ειδοποίηση. Η απαγορευτική αυτή ειδοποίηση αναφέρει-
(α) Τα συγκεκριμένα μέτρα που καθορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης τα οποία, κατά τη γνώμη του Επιθεωρητή, ο φορέας εκμετάλλευσης παρέλειψε να εφαρμόσει,
(β) τα μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν αμέσως για να σταματήσει το συντομότερο δυνατό η λειτουργία της εγκατάστασης, και
(γ) ότι η εγκατάσταση δεν πρέπει να επαναρχίσει μέχρις ότου ο φορέας εκμετάλλευσης συμμορφωθεί πλήρως με τα μέτρα που καθορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης.
(3) Σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής διαπιστώσει ότι αδειοδοτούμενη εγκατάσταση λειτουργεί ή πρόκειται να λειτουργήσει κατά τρόπο που ενδέχεται λόγω πυρκαγιάς, έκρηξης ή εκπομπής οποιασδήποτε τοξικής ουσίας, ή λόγω σοβαρής παράβασης των όρων λειτουργίας να δημιουργήσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης οποιουδήποτε προσώπου ή του περιβάλλοντος, μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης, ή αν αυτός απουσιάζει, σε οποιοδήποτε πρόσωπο υπεύθυνο για την εγκατάσταση, απαγορευτική ειδοποίηση.
(4) Η πιο πάνω απαγορευτική αυτή ειδοποίηση αναφέρει-
(α) Τους λόγους οι οποίοι, κατά την άποψη του επιθεωρητή, δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο,
(β) οδηγίες για συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου, και
(γ) χρονική περίοδο, μετά την παρέλευση της οποίας η εγκατάσταση θα σταματήσει, αν δεν εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και δε ληφθούν τα μέτρα για τα οποία έδωσε οδηγίες σύμφωνα με την παράγραφο (β):
Νοείται ότι εάν ο Επιθεωρητής έχει τη γνώμη ότι ο κίνδυνος είναι άμεσος, η ειδοποίηση αναφέρει τα μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν αμέσως από το φορέα εκμετάλλευσης για να σταματήσει το συντομότερο δυνατόν η λειτουργία της εγκατάστασης και επιβάλλει όπως η εγκατάσταση μη επαναρχίσει μέχρις ότου εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και ληφθούν τα μέτρα που αναφέρονται στην ειδοποίηση.
(5) Αποτελεί αδίκημα η άρνηση ή η παράλειψη συμμόρφωσης προς την απαγορευτική ειδοποίηση καθώς και η παράλειψη συμμόρφωσης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ή μέσα στο χρόνο που ορίζεται στην ειδοποίηση βελτίωσης.
(6) Η Δημοκρατία και οι δημόσιοι λειτουργοί δε θα φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις αποκλειστικά και μόνο λόγω οποιωνδήποτε δυσμενών επιπτώσεων που προκύπτουν από συμμόρφωση οποιουδήποτε προσώπου προς ειδοποίηση βελτίωσης ή απαγορευτική ειδοποίηση, εκτός αν αποδειχθεί ότι δεν ενεργούσαν καλόπιστα.
23.-(1) Για την υποβολή αίτησης για χορήγηση άδειας με βάση το άρθρο 8 ο Υπουργός δύναται-
(α) Να χρεώνει επαρκές τέλος για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται ο χειρισμός της αίτησης,
(β) ενόσω παραμένει σε ισχύ η άδεια, να χρεώνει ετήσιο τέλος για την κάλυψη των εξόδων της συνήθους παρακολούθησης και διεξαγωγής μετρήσεων των αερίων αποβλήτων,
(γ) σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης εγκατάστασης που εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος Νόμου εγκαθιστά εξοπλισμό μέτρησης ή και καταγραφής οποιασδήποτε ουσίας ή παραμέτρου στα αέρια απόβλητα, είτε οικειοθελώς είτε σύμφωνα με όρο της άδειας, ο Υπουργός μπορεί να επιστρέψει τόσο ποσό του ετήσιου τέλους όπως θα κρίνει εύλογο. Τα ετήσια τέλη δυνατό να διαφέρουν κατά περίπτωση.
24.-(1) Ο Υπουργός μπορεί με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να διορίσει Αρχιεπιθεωρητή και Επιθεωρητές, καθώς και οποιουσδήποτε άλλους λειτουργούς κρίνει σκόπιμο για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου. Ο Αρχιεπιθεωρητής θα ρυθμίζει τις περιπτώσεις και τον τρόπο κατά τον οποίο οι Επιθεωρητές, ή οποιοσδήποτε από αυτούς, θα ασκούν τις εξουσίες τους και θα εκτελούν τα καθήκοντά τους.
(2) Ο Υπουργός μπορεί με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτήσει προσοντούχα πρόσωπα για να εκτελούν οποιαδήποτε από τα καθήκοντα και να ασκούν οποιεσδήποτε από τις εξουσίες του Επιθεωρητή όπως θα ορίζεται στην εξουσιοδότηση. Οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτείται με βάση το παρόν εδάφιο, θα τελεί υπό την επίβλεψη και θα υπόκειται στις οδηγίες του Αρχιεπιθεωρητή και θα λαμβάνει ως αμοιβή ποσό που θα καθοριστεί με κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου.
(3) Οι Επιθεωρητές και άλλα πρόσωπα που διορίζονται με βάση το παρόν άρθρο, θα εφοδιάζονται με κατάλληλες ταυτότητες.
25.-(1) Ο Επιθεωρητής μπορεί, για σκοπούς διεκπεραίωσης των καθηκόντων του, να ασκεί οποιαδήποτε ή όλες από τις πιο κάτω εξουσίες, δηλαδή-
(α) Να εισέρχεται ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση σε οποιαδήποτε εγκατάσταση στην οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι διεξάγεται ή θα διεξάγεται δραστηριότητα ή πρόκειται να διεξαχθεί διεργασία, η οποία δυνατό να οδηγήσει σε παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του Νόμου την οποία έχει καθήκον να εφαρμόσει,
(β) να εισέρχεται σε οποιαδήποτε εγκατάσταση με σκοπό την άσκηση, εκ μέρους του Υπουργού, της εξουσίας που παρέχεται από το εδάφιο (1) του άρθρου 4,
(γ) να συνοδεύεται από αστυνομικό όργανο αν έχει εύλογη αιτία να υποψιάζεται σοβαρή παρεμπόδιση του στην άσκηση των εξουσιών του,
(δ) να συνοδεύεται από προσοντούχο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 24 να ασκεί τις εξουσίες που έχουν οριστεί στην εξουσιοδότηση και να φέρει οποιοδήποτε εξοπλισμό ή οποιαδήποτε υλικά απαιτούνται για την άσκηση των εξουσιών του Επιθεωρητή ή του προσοντούχου προσώπου,
(ε) να συνοδεύεται από άλλα πρόσωπα τα οποία θα το βοηθούν στην άσκηση των εξουσιών του ή των εξουσιών του εξουσιοδοτημένου προσοντούχου προσώπου,
(στ) να διενεργεί δοκιμές, μετρήσεις και δειγματοληψίες οι οποίες κρίνονται αναγκαίες για τη σωστή άσκηση των εξουσιών του ή να διευθετεί τη διενέργεια τους από προσοντούχο πρόσωπο,
(ζ) να επιθεωρεί, εξετάζει και ελέγχει τη λειτουργία οποιωνδήποτε μηχανημάτων ή εξοπλισμού που βρίσκονται στην εγκατάσταση και να προβαίνει σε μετρήσεις και στη λήψη φωτογραφιών, όπως θα κρίνει αναγκαίο, για τη σωστή άσκηση των εξουσιών του,
(η) να δίνει οδηγίες όπως η εγκατάσταση ή οποιοδήποτε μέρος της ή οποιοσδήποτε εξοπλισμός ή μηχάνημα ή ουσία μέσα σε αυτό, παραμένει ως έχει για όσο χρόνο θεωρείται εύλογα αναγκαίος, για σκοπούς οποιασδήποτε δοκιμής, μέτρησης, εξέτασης και ελέγχου λειτουργίας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (στ) ή (ζ) νοουμένου ότι συμμόρφωση προς τις οδηγίες για σταθερές συνθήκες λειτουργίας δε συνεπάγεται τη διακοπή οποιουδήποτε ουσιώδους μέρους της παραγωγικής διεργασίας ή οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση στην παραγωγική διεργασία,
(θ) να ζητά την παρουσίαση για επιθεώρηση οποιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων, ή οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών σε όποια μορφή κι αν βρίσκονται, τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορίες σχετιζόμενες με το σκοπό της διερεύνησής του,
(ι) να ζητά-
(i) από το φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης, ή
(ii) από οποιοδήποτε πρόσωπο που βρίσκεται στην εγκατάσταση, ή
(iii) από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είχε απασχοληθεί στην εγκατάσταση ή είχε σχέση με την εγκατάσταση καθ' οιονδήποτε χρόνο κατά τη διάρκεια των προηγούμενων τριών μηνών,
οποιεσδήποτε πληροφορίες μπορεί να έχει ή προς τις οποίες έχει πρόσβαση και που είναι σχετικές με το σκοπό της έρευνας ή διερεύνησής τους,
(ια) να λαμβάνει και μεταφέρει οποιοδήποτε αντικείμενο ή οποιοδήποτε • δείγμα οποιασδήποτε ουσίας που δυνατό να απαιτείται για σκοπούς περαιτέρω διερεύνησης ή μαρτυρίας σε ποινική διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις τις οποίες έχει καθήκον να εφαρμόζει,
(ιβ) να ζητά από το φορέα εκμετάλλευσης ή οποιοδήποτε από τους αντιπροσώπους του ή τους εργοδοτουμένους του-
(i) να του παρέχει ασφαλή πρόσβαση προς οποιοδήποτε μέρος της εγκατάστασης,
(ii) να θέσει στη διάθεσή του οποιαδήποτε ευλόγως διαθέσιμα μέσα για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων κρίνονται αναγκαίες για τους σκοπούς της διερεύνησης.
(2) Ο Αρχιεπιθεωρητής έχει εξουσία να ζητά όπως του παρέχονται σημεία δειγματοληψίας και επιθεώρησης τα οποία θα είναι ευλόγως απαραίτητα για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων.
(3) Τα αποτελέσματα των μετρήσεων και αναλύσεων των δειγμάτων που λαμβάνονται στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, τεκμαίρονται ως ορθά.
26.-(1) Πρόσωπο διαπράττει αδίκημα αν-
(α) Παρεμποδίζει τον Επιθεωρητή στην εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών του,
(β) παρεμποδίζει οποιοδήποτε αστυνομικό όργανο ή προσοντούχο πρόσωπο ή άλλο πρόσωπο που εισήλθε σε εγκατάσταση μαζί με τον Επιθεωρητή, σύμφωνα με τις παραγράφους (γ), (δ) ή (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 25 το οποίο παρέχει ή πρόκειται να παράσχει νόμιμη βοήθεια στον Επιθεωρητή,
(γ) παραλείπει να συμμορφωθεί προς οδηγία που δίδεται νόμιμα σε αυτό από Επιθεωρητή δυνάμει της παραγράφου (η) του εδαφίου (1) του άρθρου 25,
(δ) παραλείπει να παρουσιάσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο που οφείλει να παρουσιάσει όταν ζητηθεί δυνάμει της παραγράφου (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 25, εκτός αν αποδεδειγμένα-
(i) αγνοεί ότι η παρουσίασή του απαιτείται από τον Επιθεωρητή,
(ii) δεν είχε πρόσβαση σ' αυτό, ή
(iii) δεν έχει αρμοδιότητα να το πράξει,
(ε) ενώ είναι πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις των υποπαραγράφων (i) έως (iii) της παραγράφου (ι) του εδαφίου (1) του άρθρου 25, παραλείπει να δώσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, πληροφορίες οι οποίες απαιτείται νομίμως να δοθούν σε Επιθεωρητή που ενεργεί σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο (ι), ή δίνει πληροφορίες που είναι αναληθείς ή λανθασμένες ή δεν είναι πλήρεις,
(στ) ενώ είναι πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (ιβ) του εδαφίου (1) του άρθρου 25, παραλείπει κατόπιν νόμιμης απαίτησης από Επιθεωρητή, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα-
(i) να παράσχει στον Επιθεωρητή ή σε οποιοδήποτε προσοντούχο πρόσωπο ή σε άλλο πρόσωπο που εισήλθε στο υποστατικό μαζί του, ασφαλή πρόσβαση προς οποιοδήποτε μέρος των εγκαταστάσεων, ή
(ii) να θέσει στη διάθεση του Επιθεωρητή ή οποιουδήποτε προσοντούχου προσώπου το οποίο εισήλθε στην εγκατάσταση μαζί του, οποιαδήποτε μέσα για τη διεξαγωγή δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων,
νοουμένου ότι σε κάθε περίπτωση έχει εξουσία να το πράξει και ότι τα μέσα που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) είναι ευλόγως διαθέσιμα.
(2) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3), (4), (5), (6) και (7) του άρθρου 8, των άρθρων 11, 12 και 15, των εδαφίων (1) και (4) του άρθρου 20, του άρθρου 31 και/ή των προνοιών των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Όταν το αδίκημα που διαπράττεται με βάση τον παρόντα Νόμο από πρόσωπα που υπηρετούν στη Δημόσια Υπηρεσία αποδειχθεί ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση ή τη συνεργασία ή ότι η διάπραξή του έχει διευκολυνθεί από αμέλεια εκ μέρους οποιουδήποτε Προϊσταμένου Τμήματος ή άλλου προσώπου που υπηρετεί τη Δημόσια Υπηρεσία, τόσο ο Προϊστάμενος Τμήματος όσο και το άλλο αυτό πρόσωπο που υπηρετεί στη Δημόσια Υπηρεσία θα θεωρούνται ένοχοι αδικήματος και θα υπόκεινται σε δίωξη και ποινή.
26Α.-(1)(α) Σε περίπτωση που Επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 15, του εδαφίου (4) του άρθρου 20 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 26, δύναται να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος.
(β) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται από τον Επιθεωρητή είναι ανάλογο με τη σοβαρότητα του αδικήματος και δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000).
(γ) Σε περίπτωση που ο Αρχιεπιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 15, του εδαφίου (4) του άρθρου 20 και των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 26 και που συνιστά σοβαρής φύσεως αδίκημα, δύναται να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του εν λόγω αδικήματος.
(δ) Το ποσό της εξώδικης ρύθμισης που καθορίζεται από τον Αρχιεπιθεωρητή είναι ανάλογο με την σοβαρότητα του αδικήματος και δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000).
(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση, στην οποία καθορίζεται το αδίκημα, ο χρόνος της διάπραξής του και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο καλείται να καταβάλει.
(3)(α) Σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη, την οποία ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, θεωρεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ότι συνιστά αδίκημα, επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την επίδοση της ειδοποίησης της εξώδικης ρύθμισης, ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να καθορίσει ποσό εξώδικου προστίμου διπλάσιο του αρχικού ποσού και, σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α), σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών σύμφωνα με τις οδηγίες του Επιθεωρητή ή του Αρχιεπιθεωρητή, ανάλογα με την περίπτωση, τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράλειψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται, θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα για το οποίο ο Αρχιεπιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για ποινική δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(4) Ο Επιθεωρητής ή ο Αρχιεπιθεωρητής, ανάλογα με την περίπτωση, εκδίδει σχετική απόδειξη στο πρόσωπο που καταβάλει το ποσό της εξώδικης ρύθμισης, στην οποία αναγράφονται τα ακόλουθα:
(α) Το όνομα του προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε το αδίκημα,
(β) συνοπτική αναφορά του αδικήματος,
(γ) ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος, και
(δ) το ποσό που καταβλήθηκε.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), σε περίπτωση που το χρηματικό ποσό που ορίζεται στις διατάξεις των εδαφίων (1) ή (3), ανάλογα με την περίπτωση, καταβληθεί εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, ουδεμία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά με τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), με την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της σχετικής απόδειξης, δεν ασκείται οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά με το εν λόγω αδίκημα και η προσαγωγή στο δικαστήριο της απόδειξης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (5) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορουμένου.
(7) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν αποτελεί καταδίκη, σε περίπτωση όμως καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιου αδικήματος, το δικαστήριο δύναται να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.
(8) Σε περίπτωση που περιέλθουν στην αντίληψη του Αρχιεπιθεωρητή νέα στοιχεία που να το δικαιολογούν, δύναται, με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση που κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, να αποσύρει ή να τροποποιήσει την ειδοποίηση εξώδικης ρύθμισης αδικήματος.
27.-(1) Για αδίκημα που έχει διαπραχθεί κατά παράβαση των άρθρων 11, 15, 20(4) ή 22(5) ή κατά παράβαση κανονισμών που εκδίδονται με βάση το άρθρο 21 και για το οποίο έχει προσαφθεί κατηγορία εναντίον προσώπου, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση προσωρινού διατάγματος απαγορεύοντας τη συνέχιση ή επανάληψη της ισχυριζόμενης παράνομης πράξης μέχρι της τελικής εκδίκασης της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει προσαφθεί η κατηγορία.
(2) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατόπιν αίτησης είτε του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είτε από μέρους και εξ ονόματος της ενδιαφερόμενης αρχής τοπικής διοίκησης.
(3) Οι προϋποθέσεις εκδόσεως τέτοιου διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
(4) Το προσωρινό διάταγμα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση κατ' εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτή για σκοπούς καταχώρησης ενστάσεως ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντιδίκου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις ημέρες.
(5) Αν το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1), δεν υπακούει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
28.-(1) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των άρθρων 11, 15, 20(4) ή 22(5) ή οποιωνδήποτε κανονισμών που εκδόθηκαν με βάση τα άρθρα 9 ή 21, το εκδικάζον δικαστήριο δύναται, επιπρόσθετα με την επιβολή οποιασδήποτε ποινής, να διατάξει τον άμεσο τερματισμό ή την αναστολή της λειτουργίας της επιχείρησης στην οποία ανήκει η εγκατάσταση σε σχέση με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα για όσο χρόνο και με τέτοιους άλλους όρους που το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να καθορίσει στη διαταγή του.
(2) Κάθε πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διαταγή δυνάμει του εδαφίου (1) και το οποίο αμελεί, παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με αυτή, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
29. Κάθε αρχή τοπικής διοίκησης, στα εδαφικά όρια της οποίας διαπράττεται αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να κινήσει τη διαδικασία ποινικής δίωξης.
30. Πρόσωπο που έχει αποκτήσει πληροφορίες κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του παρόντος Νόμου είτε άμεσα, είτε μέσω άλλου προσώπου, διαπράττει αδίκημα, αν αποκαλύπτει οποιεσδήποτε από αυτές που αφορούν εμπορικό μυστικό, εκτός αν η αποκάλυψη-
(α) Πραγματοποιείται με τη συγκατάθεση του φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης ή του προσώπου που έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί ή να τηρεί το εμπορικό μυστικό, ή
(β) είναι αναγκαία για σκοπούς εφαρμογής οποιωνδήποτε διατάξεων τις οποίες έχει υποχρέωση δια νόμου να εφαρμόζει, ή
(γ) είναι αναγκαία για σκοπούς ποινικής διαδικασίας, ή
(δ) είναι αναγκαία για σκοπούς οποιασδήποτε έρευνας που διεξάγεται από ή εκ μέρους του Υπουργικού Συμβουλίου ή του Υπουργού σε σχέση με την εφαρμογή οποιωνδήποτε διατάξεων τις οποίες έχει υποχρέωση να εφαρμόζει.
31. Όταν αδίκημα που διαπράττεται με βάση τον παρόντα Νόμο από εταιρεία, συνεργατικό ίδρυμα ή άλλη ένωση προσώπων, αποδειχθεί ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση και συνεργασία, ή ότι η διάπραξή του έχει διευκολυνθεί λόγω αμέλειας οποιουδήποτε διευθύνοντος συμβούλου, προέδρου, διευθυντή, γραμματέα, ή άλλου λειτουργού της εταιρείας, του συνεργατικού ιδρύματος ή της ένωσης προσώπων, τόσο το πρόσωπο αυτό όσο και η εταιρεία, το συνεργατικό ίδρυμα ή η ένωση προσώπων θα θεωρούνται ένοχοι του αδικήματος και θα υπόκεινται σε ποινική δίωξη και επιβολή ποινής αναλόγως της περιπτώσεως.
31Α. Οι τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες για την προσαρμογή των Παραρτημάτων ΙΙ και IV στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο και τη συμμόρφωση με διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας, θεσπίζονται με διάταγμα του Υπουργού, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
32.-(1) Οι περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας Νόμοι του 1991 και 1992 καταργούνται.
(2) Οποιεσδήποτε διοικητικές πράξεις έχουν εκδοθεί με βάση τον καταργηθέντα νόμο, θα εξακολουθήσουν να ισχύουν στο βαθμό που δε συγκρούονται με τον παρόντα Νόμο, μέχρις ότου αντικατασταθούν από νέες που θα εκδοθούν με βάση τον παρόντα Νόμο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
(Άρθρο 4)
ΜΕΡΟΣ I
ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑΣ
1. Ιδρύεται Επιτροπή με την ονομασία «Τεχνική Επιτροπή για Προστασία της Ατμόσφαιρας» στην οποία συμμετέχουν ένας εκπρόσωπος από -
(α) το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
(β) το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος,
(γ) το Υπουργείο Υγείας,
(δ) το Υπουργείο Εσωτερικών,
(ε) το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού,
(στ) το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων,
(ζ) το Επιστημονικό και Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, και
(η) την Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου.
2. Το καθένα από τα Υπουργεία ορίζει εκπρόσωπό του για συμμετοχή στις συνεδρίες της Τεχνικής Επιτροπής.
3. Ο εκπρόσωπος κάθε Υπουργείου μπορεί να συνοδεύεται κατά τις συνεδρίες από ένα ή δύο επιστημονικούς ή τεχνικούς συμβούλους.
4. Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής είναι ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και, σε περίπτωση απουσίας αυτού, εκλέγεται από τα υπόλοιπα μέλη άλλος εκπρόσωπος για να προεδρεύσει της συνεδρίας.
5. Σε κάθε συνεδρία της Τεχνικής Επιτροπής, η παρουσία πέντε (5) μελών αποτελεί απαρτία.
6. Οι συνεδρίες της Τεχνικής Επιτροπής συγκαλούνται από τον πρόεδρο. οποιοδήποτε μέλος της Τεχνικής Επιτροπής μπορεί να ζητήσει γραπτώς έκτακτη συνεδρία αφού δηλώσει τους λόγους που την επιβάλλουν και το θέμα που πρέπει να συζητηθεί. η έκτακτη συνεδρία συγκαλείται από τον Πρόεδρο μέσα σε δεκατέσσερις (14) ημέρες από την ημερομηνία που ζητείται η σύγκλησή της.
7. Οι αρμοδιότητες της Τεχνικής Επιτροπής καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και στο παρόν Μέρος.
8. Για οποιοδήποτε θέμα που θα συζητηθεί σε συνεδρία της Τεχνικής Επιτροπής, ο πρόεδρος μεριμνά ώστε η ειδοποίηση για τη συνεδρία αυτή να αποσταλεί χωρίς καθυστέρηση για να παραληφθεί από τα μέλη της Τεχνικής Επιτροπής επτά (7) τουλάχιστον μέρες πριν από τη συνεδρία.
9. Στην πιο πάνω ειδοποίηση αναφέρονται λεπτομέρειες σχετικές με το κάθε θέμα που θα συζητηθεί και κάθε εργασία που θα διεξαχθεί και ιδιαίτερα λεπτομέρειες που αφορούν:
(α) οριακές τιμές εκπομπής,
(β) γενικούς όρους λειτουργίας που ισχύουν ή που θα πρέπει να υιοθετηθούν και πρόσθετους όρους εάν πρόκειται για θέματα που αφορούν αδειοδοτούμενες εγκαταστάσεις με βάση τον παρόντα Νόμο,
(γ) την άδεια και τους όρους υπό τους οποίους έχει χορηγηθεί ή θα πρέπει να χορηγηθεί,
(δ) ακύρωση, ανάκληση ή τροποποίηση της άδειας ή των όρων υπό τους οποίους έχει χορηγηθεί,
(ε) τον τύπο αίτησης που εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 8 του Νόμου, και
(στ) οποιοδήποτε άλλο θέμα θα συζητηθεί.
10. Η ειδοποίηση για τη συνεδρία της Τεχνικής Επιτροπής μαζί με την ημερήσια διάταξη και αντίγραφα των σχετικών εγγράφων, αποστέλλονται επίσης σε κάθε έπαρχο, δήμο ή/και κοινοτικό συμβούλιο, εφόσον τα θέματα που θα συζητηθούν αφορούν άμεσα ή έμμεσα την περιοχή δικαιοδοσίας τους.
11. Ειδοποίηση αποστέλλεται επίσης και στο φορέα εκμετάλλευσης εγκατάστασης, η αίτηση του οποίου για άδεια θα εξεταστεί από την Τεχνική Επιτροπή.
ΜΕΡΟΣ II
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ
3. Όλες οι αιτήσεις για χορήγηση ή ανανέωση άδειας με βάση το άρθρο 8 θα αποστέλλονται στον Υπουργό.
4.- (1) Τηρουμένων των διατάξεων της υποπαραγράφου (2) ο Υπουργός θα είναι υπεύθυνος:
(α) να θέτει και επισυνάπτει στην άδεια, όλους τους όρους λειτουργίας της εγκατάστασης,
(β) να καθορίζει τις οριακές τιμές εκπομπής, και
(γ) να λαμβάνει απόφαση για ανάκληση της άδειας καθώς και διαφοροποίηση της άδειας με ακυρώσεις, προσθήκες και τροποποιήσεις όρων λειτουργίας.
(2) Ο Υπουργός θα συμβουλεύεται την Τεχνική Επιτροπή προτού λάβει απόφαση σε σχέση με οποιοδήποτε από τα πιο πάνω.
5.- (1). Οι διαβουλεύσεις σε σχέση με θέματα που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (1) της παραγράφου 4, θα γίνονται σε συνεδρία της Τεχνικής Επιτροπής. Σε περίπτωση διαφωνίας οποιοδήποτε μέλος μπορεί να ζητήσει από τον Πρόεδρο να παραπεμφθεί το θέμα στο Υπουργικό Συμβούλιο.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο θα εξετάζει το θέμα και θα λαμβάνει τελική απόφαση.
6.Όλες οι αποφάσεις που αφορούν την άδεια θα αποστέλλονται στον αιτητή από τον Υπουργό.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
(Άρθρο 8)
ΑΔΕΙΟΔΟΤΟΥΜΕΝΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
1. Βιομηχανία ενέργειας
1.1 Εγκαταστάσεις παραγωγής λιπαντικών από αργό πετρέλαιο.
1.2 Εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, φυσικού ή συνθετικού αερίου και άνθρακα (παραγωγή, επεξεργασία, αποθήκευση).
1.3 Εγκαταστάσεις παραγωγής καρβούνου.
1.4 Εγκαταστάσεις καύσης που χρησιμοποιούν ελαφρύ ή/και βαρύ μαζούτ με περιεκτικότητα σε θείο πέραν του 1%.
2. Παραγωγή και μεταποίηση μετάλλων
2.1 Πλήρεις εγκαταστάσεις παραγωγής ακατέργαστου χυτοσιδήρου ή ακατέργαστου χάλυβα ωριαίας δυναμικότητας κάτω των 2,5 τόνων.
2.2 Χυτήρια σιδηρούχων μετάλλων με δυναμικότητα παραγωγής κάτω των 20 τόνων ημερησίως.
2.3 Εγκαταστάσεις παραγωγής και τήξης μη σιδηρούχων μετάλλων και κραμάτων, περιλαμβανομένων των προϊόντων ανάκτησης (εξευγενισμός, χύτευση), με τηκτική δυναμικότητα κάτω των τεσσάρων (4) τόνων για το μόλυβδο και το κάδμιο ή κάτω των είκοσι (20) τόνων και άνω του μισού (0,5) τόνου για όλα τα άλλα μέταλλα ημερησίως.
2.4 Εγκαταστάσεις επιφανειακής επεξεργασίας μετάλλων με ηλεκτρολυτικές ή με χημικές διεργασίες ή με γαλβανισμό, εφόσον ο όγκος των κάδων που χρησιμοποιούνται για την κατεργασία είναι μικρότερος από τριάντα κυβικά μέτρα (30m³) και μεγαλύτερος του ενός κυβικού μέτρου (1m³).
3. Βιομηχανία ορυκτών προϊόντων
3.1 Εγκαταστάσεις παραγωγής κλίνκερ τσιμέντου σε περιστροφικούς κλιβάνους, με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής κάτω των 500 τόνων, ή άσβεστου σε περιστροφικούς κλιβάνους με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής κάτω των 50 τόνων, ή σε άλλου είδους κλιβάνους με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής κάτω των 50 τόνων.
3.2 Εγκαταστάσεις παραγωγής γυαλιού, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων παραγωγής ινών γυαλιού, με ημερήσια δυναμικότητα κάτω των 20 τόνων.
3.3 Εγκαταστάσεις τήξης ορυκτών υλών, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων παραγωγής ινών από ορυκτές ύλες, με ημερήσια τηκτική δυναμικότητα κάτω των 20 τόνων.
3.4 Εγκαταστάσεις παραγωγής κεραμικών ειδών με ψήσιμο, ιδίως δε κεραμιδιών, τούβλων, πυρίμαχων πλίνθων, πλακιδίων, ψευδοπορσελάνης ή πορσελάνης με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής κάτω των 75 τόνων ή/και με δυναμικότητα κλιβάνου κάτω των 4 m3 και πυκνότητα φορτώσεως κάτω των 300 Kg/m3.
4. Χημική βιομηχανία
4.1 Χημικές εγκαταστάσεις για την παραγωγή ολεφινών, παραγώγων των ολεφινών, μονομερών και πολυμερών.
4.2 Χημικές εγκαταστάσεις για την παραγωγή άλλων ενδιάμεσων οργανικών προϊόντων.
4.3 Εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν αμίνες για παραγωγή άλλων προϊόντων.
4.4 Εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν αμμωνία για παραγωγή άλλων προϊόντων.
4.5 Εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν ανθρακασβέστιο για παραγωγή άλλων προϊόντων.
4.6 Εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν ακετυλένιο για παραγωγή άλλων προϊόντων.
4.7 Εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν για σκοπούς παραγωγής χλώριο, βρώμιο, φθόριο, ιώδιο, υδρόθειο, θειούχες οργανικές ενώσεις, μονοξείδιο και διοξείδιο του άνθρακα, οξείδια και υποξείδια του αζώτου και οξείδια του θείου.
4.8 Εγκαταστάσεις παρασκευής φαρμάκων (ιατρικών, κτηνιατρικών).
4.9 Εγκαταστάσεις παρασκευής ή και συσκευασίας φυτοφαρμάκων και γενικά γεωργικών φαρμάκων.
4.10 Εγκαταστάσεις παρασκευής ή/και συσκευασίας απορρυπαντικών και τασιενεργών ουσιών σε μορφή σκόνης ή κόκκων.
4.11 Εγκαταστάσεις παραγωγής ή/και συσκευασίας λιπασμάτων (ανόργανων, οργανικών) σε μορφή σκόνης ή κόκκων.
5. Διάθεση των αποβλήτων
5.1 Εγκαταστάσεις καύσης επικίνδυνων αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων και των κλινικών αποβλήτων, ημερήσιας δυναμικότητας κάτω των 10 τόνων.
5.2 Εγκαταστάσεις επεξεργασίας άλλων στερεών και υγρών αποβλήτων με καύση με ωριαία δυναμικότητα κάτω των 3 τόνων.
5.3 Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ή την αξιοποίηση των επικίνδυνων αποβλήτων (όπως αυτά ορίζονται στο Δεύτερο Πίνακα του Παραρτήματος I του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001) και χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων (δηλαδή κάθε χρησιμοποιημένου ημίρευστου ή ρευστού προϊόντος που συντίθεται εν όλω ή εν μέρει από ορυκτό ή συνθετικό ορυκτέλαιο, περιλαμβανομένων και των πετρελαιοειδών καταλοίπων των δεξαμενών, των μιγμάτων ελαίου και ύδατος και των γαλακτωμάτων), όπως οι εγκαταστάσεις αυτές ορίζονται στον Έβδομο Πίνακα του Παραρτήματος I του ιδίου πιο πάνω Νόμου και ενέργειες που μπορούν να οδηγήσουν σε αξιοποίηση των αποβλήτων χωρίς να προκαλείται κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που θα μπορούσαν να βλάψουν το περιβάλλον και που αφορούν την ανάκτηση ή αναγέννηση διαλυτών, την αναγέννηση οξέων ή βάσεων, την αξιοποίηση προϊόντων που χρησιμεύουν για τη δέσμευση των ρύπων, την αναγέννηση ή άλλη επαναχρησιμοποίηση ελαίων και την κύρια χρήση των αποβλήτων ως καύσιμο ή ως άλλο μέσο παραγωγής ενέργειας, ημερήσιας δυναμικότητας κάτω των 10 τόνων.
5.4 Εγκαταστάσεις καύσης αστικών αποβλήτων (δηλαδή κάθε τεχνικός εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την καύση των αστικών απορριμμάτων, με ή χωρίς ανάκτηση της παραγόμενης θερμότητας καύσης, εκτός από τις εγκαταστάσεις που προορίζονται ειδικά για την καύση των ιλύων καθαρισμού, των χημικών, τοξικών και επικινδύνων αποβλήτων, των απορριμμάτων που προέρχονται από ιατρικές δραστηριότητες νοσοκομείων ή άλλων ειδικών απορριμμάτων, στην ξηρά όπως και στη θάλασσα, ακόμη και όταν στις εγκαταστάσεις αυτές μπορούν να καίγονται και αστικά απορρίμματα. Ο παρών ορισμός καλύπτει το χώρο και το σύνολο της εγκατάστασης που αποτελείται από τον καυστήρα και τα συστήματα τροφοδοσίας του με απορρίμματα, με καύσιμα και με αέρα, καθώς και τις συσκευές και εγκαταστάσεις για τον έλεγχο των λειτουργιών της καύσης και τη συνεχή καταγραφή και παρακολούθηση των συνθηκών καύσης) με ωριαία δυναμικότητα κάτω των 3 τόνων.
5.5 Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ακίνδυνων αποβλήτων (κατηγορίες 8 και 9 του Έβδομου Πίνακα του Παραρτήματος I του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001), με ημερήσια δυναμικότητα κάτω των 50 τόνων.
5.6 Χώροι ταφής που δέχονται κάτω των δέκα τόνων ημερησίως ή ολικής χωρητικότητας κάτω των 25.000 τόνων, εκτός από τους χώρους ταφής αδρανών απορριμμάτων.
5.7 Εγκαταστάσεις καύσης πτωμάτων ζώων ή υπολειμμάτων ζώων.
5.8 Κεντρικοί σταθμοί επεξεργασίας οικιακών ή βιομηχανικών υγρών αποβλήτων.
5.9 Εγκαταστάσεις εξορυκτικών αποβλήτων.
6. Άλλες δραστηριότητες
6.1 Εγκαταστάσεις παραγωγής χημικού χαρτοπολτού με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα κάτω των 20 τόνων.
6.2 Σφαγεία με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής σφάγιων κάτω των πενήντα (50) τόνων και άνω του ενός (1) τόνου.
6.3 Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ή την αξιοποίηση σφάγιων και ζωικών απορριμμάτων με ημερήσια δυναμικότητα επεξεργασίας κάτω των 10 τόνων.
6.4 Εγκαταστάσεις παραγωγής καπνιστού κρέατος με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων κάτω των 75 τόνων.
6.5 Εγκαταστάσεις εξευγενισμού εδώδιμων ελαίων, ανάκτησης πυρηνελαίων ή παραγωγής σπορέλαιων με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων κάτω των 300 τόνων.
6.6 Εγκαταστάσεις παραγωγής μοριοσανίδων ή άλλων προϊόντων ξύλου με χημικές οι θερμικές μεθόδους.
6.7 Εγκαταστάσεις κατασκευής επίπλων ή επεξεργασίας ξύλου και προϊόντων ξυλείας δυναμικότητας άνω των 100 κυβικών μέτρων το χρόνο.
6.8 Εγκαταστάσεις παραγωγής ή χρήσης βαφών, μελανιών, βερνικιών, ή άλλων επικαλυπτικών υλικών με παραγωγή ή κατανάλωση άνω των 5 τόνων ανά έτος.
6.9 Εγκαταστάσεις εκτύπωσης επί χάρτη με συνολική κατανάλωση υλικών εκτύπωσης (μελάνια, βερνίκια, κλπ.) άνω των 5 τόνων ανά έτος.
6.10 Εγκαταστάσεις παραγωγής ή χρήσης οργανικών διαλυτών.
6.11 Εγκαταστάσεις κατασκευής ή συναρμολόγησης ηλεκτρικών συσσωρευτών.
6.12 Εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας (δραστηριότητες πλύσης, λεύκανσης, μερσερισμού) ή βαφής ινών ή υφασμάτων, με ημερήσια δυναμικότητα επεξεργασίας κάτω των 10 τόνων.
6.13 Εγκαταστάσεις δέψης δερμάτων εφόσον η ημερήσια δυναμικότητα κατεργασίας δεν υπερβαίνει τους 12 τόνους τελικών προϊόντων.
6.14 Εγκαταστάσεις ηλεκτροστατικής βαφής αντικειμένων.
6.15 Εγκαταστάσεις αποτέφρωσης νεκρών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
(Άρθρο 8)
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΠΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ
ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ
ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΝΟΜΟΥ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1.Οι πρόνοιες του παρόντος Νόμου δεν αφορούν τις εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για την έρευνα, την ανάπτυξη και την πειραματική δοκιμή νέων προϊόντων και βιομηχανικών μεθόδων.
2.Οι αναφερόμενες παρακάτω οριακές τιμές αναφέρονται κατά κανόνα σε παραγωγή, δυναμικότητα ή σε αποδόσεις. Εάν ο ίδιος φορέας λειτουργίας ασκεί πολλές δραστηριότητες της ίδιας κατηγορίας στην ίδια εγκατάσταση ή στον ίδιο χώρο, οι δυναμικότητες των δραστηριοτήτων αυτών αθροίζονται.
1.Βιομηχανίες ενεργειακών δραστηριοτήτων
1.1.Εγκαταστάσεις καύσης με θερμική ισχύ καύσης μεγαλύτερη των 50 MW.
1.2.[Καταργήθηκε].
1.3.[Καταργήθηκε].
1.4.[Καταργήθηκε].
2.Παραγωγή και μεταποίηση μετάλλων [Καταργήθηκε].
2.1.[Καταργήθηκε].
2.2.[Καταργήθηκε].
2.3. [Καταργήθηκε].
2.4.[Καταργήθηκε].
2.5. [Καταργήθηκε].
2.6. [Καταργήθηκε].
3. Βιομηχανία ορυκτών προϊόντων [Καταργήθηκε].
3.1.[Καταργήθηκε].
3.2.[Καταργήθηκε].
3.3.[Καταργήθηκε].
3.4.[Καταργήθηκε].
3.5.[Καταργήθηκε].
4. Χημική βιομηχανία [Καταργήθηκε].
4.1. [Καταργήθηκε].
4.2. [Καταργήθηκε].
4.3.[Καταργήθηκε].
4.4.[Καταργήθηκε].
4.5.[Καταργήθηκε].
4.6.[Καταργήθηκε].
5. Διαχείριση των αποβλήτων [Καταργήθηκε].
5.1 [Καταργήθηκε].
5.2.[Καταργήθηκε].
5.3.[Καταργήθηκε].
5.4.[Καταργήθηκε].
6. Άλλες δραστηριότητες [Καταργήθηκε].
6.1. [Καταργήθηκε].
6.2.[Καταργήθηκε].
6.3.[Καταργήθηκε].
6.4. [Καταργήθηκε].
6.5.[Καταργήθηκε].
6.6. [Καταργήθηκε].
6.7.[Καταργήθηκε].
6.8.[Καταργήθηκε].
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
(Άρθρο 8)
ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΠΛΕΟΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΡΥΠΑΝΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ
1. Διοξείδιο του θείου και άλλες ενώσεις του θείου.
2. Οξείδια του αζώτου και άλλες ενώσεις του αζώτου.
3. Μονοξείδιο του άνθρακα.
2. Πτητικές οργανικές ενώσεις.
3. Μέταλλα και ενώσεις τους.
7. Σκόνη.
8. Αμίαντος (σωματίδια εν αιωρήσει και ίνες).
9. Ίνες υάλου και πετρωμάτων.
10. Χλώριο και ενώσεις του χλωρίου.
11. Φθόριο και ενώσεις του φθορίου.
12. Αρσενικό και ενώσεις του αρσενικού.
13. Κυανιούχες ενώσεις.
14. Ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιότητες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες, ή ικανές να βλάψουν την αναπαραγωγή μέσω της ατμόσφαιρας.
15. Πολυχλωροδιβενζοδιοξίνη και πολυχλωροδιβενζοφουράνια.
Το Παράρτημα III του βασικού νόμου διαγράφεται. [Σ.Σ.: Η παρούσα διάταξη τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2016.]
13.(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (2), (3) και (4), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.180(Ι)/2013] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Οι διατάξεις του άρθρου 2, των παραγράφων (γ), (ζ) και (η) του άρθρου 4, του άρθρου 6, του άρθρου 7 και του άρθρου 11 [Σ.Σ.: του Ν.180(Ι)/2013] τίθενται σε ισχύ από την 7η Ιανουαρίου 2014.
(3) Οι διατάξεις του άρθρου 12 [Σ.Σ.: του Ν.180(Ι)/2013] τίθενται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2016.
(4)(α) Οι διατάξεις των παραγράφων (δ) και (ε) του άρθρου 4 [Σ.Σ.: του Ν.180(Ι)/2013], όσον αφορά τη χορήγηση ή ανανέωση άδειας υφιστάμενης εγκατάστασης, τίθενται σε ισχύ πέντε (5) χρόνια μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.180(Ι)/2013].
(β) Εντός του χρονικού διαστήματος των πέντε (5) χρόνων, ο Υπουργός δύναται να χορηγήσει ή ανανεώσει άδεια διάρκειας ισχύος μέχρι δύο (2) χρόνων, με δυνατότητα ανανέωσής της, υπό την προϋπόθεση ότι έχει λάβει τη γραπτή συγκατάθεση του Υπουργού Εσωτερικών.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 126(Ι)/2021] τίθεται σε ισχύ την 4η Οκτωβρίου 2021.