Απαγορευμένες με νόμο διακρίσεις

6. (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου αποτελεί απαγορευμένη με νόμο διάκριση, κάθε μεταχείριση ή συμπεριφορά, διάταξη, όρος, κριτήριο, ή πρακτική, που στα πλαίσια δραστηριοτήτων στο δημόσιο ή και στον ιδιωτικό τομέα δραστηριοτήτων διέπεται ειδικά, απαγορεύεται ή δεν επιτρέπεται, από οποιοδήποτε εκάστοτε σε ισχύ νόμο ή κανονισμούς επί τω ότι συνιστά σύμφωνα με τις διατάξεις τους άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας, πεποιθήσεων, κοινότητας, γλώσσας, χρώματος, ειδικών αναγκών, ηλικίας, και γενετήσιου προσανατολισμού.

(2) Διάκριση δυνατόν να είναι απαγορευμένη με νόμο διάκριση, στην έννοια του εδαφίου (1), καθ’ όσον αφορά οποιοδήποτε θέμα, περιλαμβανομένων θεμάτων -

(α)Όρων πρόσβασης, πρόσληψης, προαγωγής, και κριτηρίων επιλογής σε απασχόληση, αυτοαπασχόληση, και εργασία.

(β)πρόσβασης σε επαγγελματικό προσανατολισμό, επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση, και απόκτησης πρακτικής επαγγελματικής πείρας.

(γ)εργασιακών συνθηκών και όρων απασχόλησης, απολύσεων και αμοιβών.

(δ)ιδιότητας μέλους και συμμετοχής σε οργανώσεις εργαζομένων, εργοδοτών, επαγγελμάτων ή οποιονδήποτε άλλων εργασιών, και πλεονεκτημάτων που χορηγούνται από αυτές.

(ε)κοινωνικής προστασίας, κοινωνικής ασφάλισης, και υγειονομικής περίθαλψης.

(στ)εκπαίδευσης.

(ζ)πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες, παροχής αυτών, και στέγασης.