ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σιαφκάλης ν. Θ.Ο.Κ. (Αρ.1) (1989) 3 ΑΑΔ 2640
Mαραγκός Aνδρέας και Άλλος ν. Θεατρικού Oργανισμού Kύπρου (1990) 3 ΑΑΔ 1481
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 68/1979 - Ο περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (Τροποποιητικός) Νόμος του 1979
Ν. 71/1970 - Ο περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμος του 1970
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1999) 4 ΑΑΔ 452
30 Aπριλίου, 1999
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΠΕΜΠΕΔΕΛΗ,
Αιτήτρια,
v.
1. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1018/96)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ― Φύση του Οργανισμού και της υπηρεσιακής κατάστασης των ηθοποιών.
Διοικητικό Δίκαιο ― Διοικητική πράξη ― Ανάκληση διοικητικής πράξης ― Το κατ' αρχήν αμετάκλητο των διοικητικών πράξεων ― Η δυνατότητα ανάκλησης λόγω μεταβολής του πραγματικού υποβάθρου επί του οποίου στηρίχθηκε η έκδοση της διοικητικής πράξης ― Κατά πόσο συνέτρεχε μεταβολή πραγματικών συνθηκών στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Όρια ― Ανάκληση διοικητικής πράξης, λόγω μεταβολής των πραγματικών συνθηκών επί των οποίων στηρίχθηκε η έκδοσή της ― Εφόσον η μεταβολή των συνθηκών καταγράφεται και στην αιτιολογία της πράξης, το αναθεωρητικό Δικαστήριο δε δικαιούται να επιχειρήσει το σχηματισμό ιδίας κρίσης, για το εάν η μεταβολή κατέστησε ή όχι άσκοπη την περαιτέρω διατήρηση της πράξης.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ― Διοικητικό Συμβούλιο του Θ.Ο.Κ. ― Λήψη της συμβουλής της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Θ.Ο.Κ. ― Πότε απαιτείται ― Άρθρο 5(4) του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (Τροποποιητικού) Νόμου του 1979, Ν. 68/79 ― Δεν απαιτείτο στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Η αιτήτρια προσέβαλε την ανάκληση της απόφασης διορισμού της στη θέση Πρώτου Ηθοποιού για τη περίοδο 1/10/1996 έως 30/9/1997 και τη συνακόλουθη απομάκρυνσή της από τον Καθ' ου η αίτηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Σύμφωνα με το Άρθρο 3 του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμο του 1970, Ν. 71/70, όπως τροποποιήθηκε, ο Οργανισμός αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο.
Η πρόσληψη των ηθοποιών πραγματοποιείται κατόπιν προκήρυξης για πλήρωση κενών θέσεων ανά θεατρική περίοδο με βάση σύμβαση καθορισμένη χρονικής διάρκειας.
Παρά το ότι οι ηθοποιοί στο ΘΟΚ διορίζονται επί συμβάσει ορισμένης χρονικής διάρκειας, προσλαμβάνονται σε οργανική θέση δημοσίου νομικού προσώπου προς πλήρωση οργανικών του αναγκών και κατά το χρόνο διάρκειας της σύμβασης αποτελούν μόνιμο προσωπικό η δε σχέση η οποία τους συνδέει με την υπηρεσία, εκτός από τη συμφωνημένη διάρκειά της, διέπεται από τους κανόνες του δημοσίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου.
2. Εκτελεστές πράξεις διοικητικών οργάνων καταργούνται είτε διά της δικαιοδοτικής οδού, κατόπιν δικαστικής ακύρωσης, είτε διά της διοικητικής οδού, κατόπιν ανάκλησης από το διοικητικό όργανο το οποίο τις εξέδωσε.
Η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών βάσει των οποίων εκδόθηκε η πράξη, αίρει το αμετάκλητο και παρέχει στη διοίκηση την ευχέρεια ανάκλησης της πράξης η οποία εκδόθηκε υπό διαφορετικές πραγματικές συνθήκες.
Στην πιο πάνω κατηγορία ανήκει και η περίπτωση κατά την οποία η μη τήρηση των υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από την πράξη ή τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς, είτε ρητά είτε σιωπηρά, θεωρούνται συμφυείς προς την αιτία έκδοσης της πράξης και δυνατόν να άρουν την αμετάκλητη ιδιότητά της.
3. Με επιστολή της ημερ. 29/8/96, η αιτήτρια εν προκειμένω ζήτησε την παραχώρηση άδειας απουσίας άνευ απολαβών για συμμετοχή σε παράσταση στην Αθήνα, αναφέροντας ότι είχε θεωρήσει υποχρέωσή της να αποδεχθεί την πρόταση συνεργασία της με τον αθηναϊκό θίασο.
Ακολούθως, στις 12/9/96 υπέγραψε το συμβόλαιο εργοδότησής της και ζήτησε να της παραχωρηθεί άδεια από 1/10/96 μέχρι 31/7/97.
Το Διοικητικό Συμβούλιο απέρριψε το αίτημά της αφού έλαβε μεταξύ άλλων υπόψη την απουσία της με άδεια άνευ απολαβών για δύο συνεχείς θεατρικές περιόδους.
Κατά της πιο πάνω απόφαση η αιτήτρια δεν άσκησε προσφυγή.
Με επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 19/9/97 κλήθηκε βάσει του συμβολαίου εργοδότησής της να συμμετάσχει στις δοκιμές του έργου για τη νέα θεατρική περίοδο. Η αιτήτρια δεν προσήλθε και αντί τούτου, με επιστολή της ημερ. 19/9/97, ζήτησε την επανεξέταση του αιτήματός της για άδεια άνευ απολαβών υπογραμμίζοντας την πρόθεσή της για μη εγκατάλειψη του έργου στην Αθήνα, αίτημα το οποίο εκ νέου απορρίφθηκε.
Η αιτιολογία της ανάκλησης του διορισμού της στηρίχθηκε στα ακόλουθα: (α) στο γεγονός ότι ειδοποιήθηκε γραπτώς ότι εντάχθηκε στη διανομή έργου η ανάγνωση του οποίου θα εγίνετο στις 20/9/97 (β) στο ότι στην απορριπτική για επανεξέταση του αιτήματός της για άδεια άνευ απολαβών επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 20/9/96 της είχε γνωστοποιηθεί ότι παρέμεινε στο Διοικητικό Συμβούλιο να εξετάσει τις κατά νόμο συνέπειες της απόφασής της να μην εγκαταλείψει το θίασο στην Αθήνα εάν δεν προσήρχετο στην εργασία της και (γ) στο γεγονός ότι μέχρι την ημερομηνίας λήψης της προσβαλλομενης απόφασης δεν προσήλθε στην εργασία της.
4. Η έμπρακτη άσκηση από τον δημόσιο λειτουργό των καθηκόντων της θέσης του, αποτελεί έννομο δικαίωμα αλλά και υποχρέωσή του.
Εν προκειμένω, η ανάκληση του διορισμού της αιτήτριας δεν στηρίχθηκε απλώς σε μεταβολή των αντιλήψεων της διοίκησης ή σε διαφορετική εκτίμηση των ιδίων πραγματικών συνθηκών οι οποίες ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης, αλλά σε μεταβολή των πραγμάτων η οποία επήλθε για πρώτη φορά μετά την έκδοση της πράξης, εφόσον, μετά την επανειλημμένη απόρριψη των αιτημάτων της για άδεια άνευ απολαβών οι καθ' ων η αίτηση, εύλογα, θα ανέμεναν από την αιτήτρια να αναλάβει τα καθήκοντα τα οποία απέρρεαν από το συμβόλαιο το οποίο υπέγραψε.
Η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών κρίνεται επαρκώς αποδεδειγμένη και εφόσον η μεταβολή αυτή φέρεται και στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης σαν η αιτιολογία της ανάκλησης, το Δικαστήριο δε δικαιούται να επιχειρήσει το σχηματισμό ιδίας κρίσης για το εάν η μεταβολή κατέστησε ή όχι άσκοπη την περαιτέρω διατήρηση της πράξης.
5. Η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν άκυρη για το λόγο ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δε ζήτησε τη γνώμη της Καλλιτεχνικής Επιτροπής επί του θέματος δεν ευσταθεί, για το λόγο ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 5(4) του περί Θεατρικού Οργανισμού (Τροποποιητικού) Νόμου του 1979, Ν. 68/79, το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τέτοια συμβουλή όσον αφορά, μεταξύ άλλων, ζητήματα πρόσληψης, αξιολόγησης και απόλυσης του καλλιτεχνικού και άλλου προσωπικού και εν προκειμένω επρόκειτο για ανάκληση διορισμού, ζήτημα το οποίο δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των θεμάτων τα οποία απαρριθμούνται στο πιο πάνω άρθρο του Νόμου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σιαφκάλης ν Θ.Ο.Κ. (1) (1989) 3 Α.Α.Δ. 2640,
Μαραγκός κ.ά. ν. Θ.Ο.Κ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1481,
Παπαγεωργίου ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 4 Α.Α.Δ. 1802.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία από 14.10.96 ανακλήθηκε ο επαναδιορισμός της αιτήτριας στη θέση Πρώτου Ηθοποιού για την περίοδο από 1.1.06 μέχρι 30/9/97 στον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου.
Σ. Μαμαντόπουλος, για την Αιτήτρια.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο τις πιο κάτω θεραπείες:-
"Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή η απόφαση των καθ' ων η αίτηση, κοινοποιηθείσα προς την αιτήτρια με επιστολή τους ημερ. 17/10/96, με την οποία ανακαλείται από 14/10/96 ο επαναδιορισμός της αιτήτριας στη θέση Πρώτου Ηθοποιού για την περίοδο από 1/10/96 μέρι 30/9/97, είναι άκυρη, παράνομη, εστερημένη οποιουδήποτε νομικού κύρους και ισχύος και/ή λήφθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας.
Β. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση, κοινοποιηθείσα προς την αιτήτρια με επιστολή τους ημερ. 17/10/96, με την οποία η αιτήτρια απολύεται και/ή απομακρύνεται από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου είναι άκυρη, παράνομη, εστερημένη οποιουδήποτε νομικού κύρους και ισχύος και/ή λήφθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας.".
Στην αιτήτρια παραχωρήθηκε άδεια απουσίας άνευ απολαβών για τις θεατρικές περιόδους 1993-1994 και 1995-1996.
Με βάση την καθιερωμένη πρακτική, ο Οργανισμός, στις 3/5/96 προκήρυξε τις υπάρχουσες προς πλήρωση κενές θέσεις ηθοποιών για την ανασύσταση του θιάσου του ΘΟΚ για τη θεατρική περίοδο 1996-1997 με τελευταία προθεσμία υποβολής αιτήσεων από τους ενδιαφερόμενους την 23/5/96.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης των προκηρυχθεισών κενών θέσεων ηθοποιών στον Οργανισμό για τη θεατρική περίοδο 1996-1997 και με προσφορά διορισμού ημερομηνίας 23/7/96 πληροφόρησε την αιτήτρια αναφορικά με την απόφαση επαναδιορισμού της στη θέση Πρώτου Ηθοποιού με σύμβαση για περίοδο ενός έτους, από 1/10/96 μέχρι 30/9/97 και την κάλεσε να υπογράψει και επιστρέψει το σχετικό έγγραφο προσφοράς.
Η αιτήτρια με επιστολή της ημερομ. 29/8/96 πληροφόρησε, μεταξύ άλλων, τον Οργανισμό ότι, λόγω της τεράστιας επιτυχίας της παράστασης "Χάρολντ και Μωντ" στην οποία πρωταγωνιστούσε με τον θίασο Γιάννη Βούρου στην Αθήνα κατά την προηγηθείσα θεατρική χρονιά, όταν αυτή απουσίαζε με άδεια άνευ απολαβών από το ΘΟΚ, αποφασίστηκε η επανάληψη της παράστασης αυτής στην Αθήνα και η ίδια θεωρούσε σαν μη επιτρεπτή την άρνηση της συνεργασίας της για επανάληψη της παράστασης, ζήτησε δε για το σκοπό αυτό να της παραχωρηθεί νέα άδεια απουσίας από τον Οργανισμό.
Με επιστολή ημερ. 4/9/96 ο Οργανισμός την πληροφόρησε ότι το αίτημά της δεν μπορούσε να τύχει εξέτασης εφόσον δεν είχε υπογράψει και επιστρέψει την προσφορά διορισμού της για τη νέα θεατρική περίοδο και ότι τούτο θα εξετάζετο εφόσον υπέγραφε πρώτα τη σύμβασή της και διευκρίνιζε τη συγκεκριμένη περίοδο για την οποία ζητούσε την παραχώρηση της άδειας.
Στις 12/9/96 η αιτήτρια επέστρεψε υπογεγραμμένη την προσφορά διορισμού της και με επιστολή ίδιας ημερομηνίας διευκρίνισε ότι η χρονική περίοδος για την οποία ζητούσε να της παραχωρηθεί άδεια άνευ απολαβών ήταν μεταξύ της 1/10/96 και της 31/7/97.
Σε συνεδρίαση ημερομ. 16/9/96 το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού εξέτασε και απέρριψε το αίτημά της για παραχώρηση άδειας αφού έλαβε υπόψη,
(α) το γεγονός ότι η κα. Μπεμπεδέλη απουσίαζε με άδεια απουσίας χωρίς απολαβές κατά τις θεατρικές περιόδους 1993/94 (1.10.93-24.4.94) και 1995/96 (1.10.95-30.9.96),
(β) το γεγονός ότι ο ΘΟΚ είχε ανάγκη των υπηρεσιών της κας Μπεμπεδέλη σύμφωνα με τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό του για τη θεατρική περίοδο 1996/97, και
(γ) το σχετικό γραπτό διάβημα της ΕΗΚ προς τον Οργανισμό για το θέμα της απουσίας της χωρίς απολαβές για δύο συνεχείς θεατρικές περιόδους (1995/96 και 1996/97) με αποτέλεσμα να παραμένει κενή μια θέση Πρώτου Ηθοποιού.
Αναφορικά με την πιο πάνω απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου η αιτήτρια ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή του Διευθυντή ημερ. 17/9/97 και με επιστολή ημερ. 19/9/97 κλήθηκε στην ανάγνωση έργου στις 20/9/97, ημερομηνία κατά την οποία θα άρχιζαν οι εργασίες του θιάσου για τη νέα θεατρική περίοδο.
Με αναφορά στις πιο πάνω επιστολές του Οργανισμού η αιτήτρια με επιστολή της ημερ. 19/9/97 δήλωσε την πρόθεσή της να μην εγκαταλείψει το έργο στην Αθήνα πριν ολοκληρωθούν οι παραστάσεις και ζήτησε από τον Οργανισμό την επανεξέταση του αιτήματός της για παραχώρηση άδειας.
Με επιστολή ημερ. 20/9/96 η αιτήτρια πληροφορήθηκε αρμοδίως τα ακόλουθα:
"η επιστολή σας δεν προσθέτει οποιοδήποτε στοιχείο πέραν από εκείνα που το Διοικητικό Συμβούλιο στάθμισε ήδη σε σχέση με την αίτησή σας να σας παραχωρηθεί νέα άδεια απουσίας για τη θεατρική περίοδο 1996/97. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα επανεξέτασης της αίτησής σας από το Συμβούλιο.
Αντίθετα, στην επιστολή σας υπάρχει η θέση ότι δεν θα εγκαταλείψετε τον θίασο με τον οποίο συνεργάζεσθε στην Ελλάδα.
Παραμένει συνεπώς στο Διοικητικό Συμβούλιο να εξετάσει τις κατά Νόμο συνέπειες της απόφασης σας αυτής, εάν δεν προσέλθετε σήμερα στην εργασία σας.
Σημειώνεται ότι ο ΘΟΚ επιφυλάσσεται να αποφασίσει για τα περαιτέρω.".
Η αιτήτρια δεν προσήλθε στις δοκιμές του έργου οι οποίες άρχισαν στις 20/9/96.
Σε συνεδρίαση ημερ. 14/10/96 το Διοικητικό Συμβούλιο αφού έλαβε υπόψη, την επιστολή του Διευθυντή προς την αιτήτρια ημερ. 19/9/96 με την οποία ειδοποιήθηκε ότι εντάχθηκε στη διανομή του έργου το "Φιντανάκι" και ότι η ανάγνωση του έργου θα εγίνετο στις 20/9/96 η δε άδεια απουσίας της άνευ απολαβών η οποία έληγε κανονικά στις 30/9/96 εδιακόπτετο από τις 20/9/96, ημερομηνία κατά την οποία άρχιζαν οι εργασίες του θιάσου για τη νέα θεατρική περίοδο, την επιστολή της αιτήτριας ημερ. 19/9/96 και τη σχετική απάντηση του Προέδρου ημερ. 20/9/96 καθώς και το γεγονός ότι μέχρι την ημερομηνία της συνεδρίασης η αιτήτρια δεν παρουσιάστηκε στην εργασία της, έκρινε κατά πλειοψηφία, ότι δεν παρείχετο άλλη δυνατότητα ενέργειας παρά να θεωρήσει την άρνησή της για προσφορά εργασίας ως προσωπική της επιλογή για τερματισμό της προσφοράς επαναδιορισμού της από 23/7/96 με σύμβαση στη θέση Πρώτου Ηθοποιού για περίοδο ενός έτους και θεώρησε ως μη έχουσα ισχύ και υποχρεωτικά ανακάλεσε την απόφασή του ημερ. 17/7/96 καθόσον αφορά την αιτήτρια. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε επίσης να προχωρήσει στην πλήρωση της παραμένουσας για το λόγο αυτό κενής θέσης Πρώτου Ηθοποιού με βάση την προκήρυξη της 3/5/96 για την ανασύσταση του θιάσου για τη θεατρική περίοδο 1996-1997.
Είναι η εισήγηση του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι η ίδια η αιτήτρια είχε αποφασίσει να μην εκπληρώσει τους όρους του συμβολαίου το οποίο αποδέκτηκε με την υπογραφή της και η στάση της αυτή έναντι των υποχρεώσεών της καταδείκνυε στον Οργανισμό την άρνησή της για προσφορά υπηρεσιών. Εάν, όπως ανέφερε, αισθανόταν ότι είχε αδικηθεί με την απόρριψη της αίτησής της για άδεια ώφειλε να προσφύγει κατ' αυτής της διοικητικής απόφασης και όχι να αρνηθεί προσφορά υπηρεσιών.
Περαιτέρω, ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υπέβαλε ότι η αιτήτρια εστερείτο εννόμου συμφέροντος προσβολής της επίδικης απόφασης, για το λόγο ότι, (α) η ίδια δεν εκπλήρωσε την εκ της θέσεώς της υποχρέωση για ανάληψη καθηκόντων, (β) η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή πράξη για το λόγο ότι, μετά την επιλογή της για διορισμό, η οποία αποτελούσε και τη μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη, η σύμβαση την οποία υπέγραψε ενέπιπτε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και ήταν πράξη διαχείρισης (γ) εκτελεστή πράξη ήταν και η απόρριψη της αίτησής της για άδεια, την οποία δεν προσέβαλε, καθώς και ο διορισμός άλλου προσώπου στην κενωθείσα θέση Πρώτου Ηθοποιού τον οποίο επίσης δεν προσέβαλε.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου Νόμο του 1970, Ν. 71/70, όπως τροποποιήθηκε, ο Οργανισμός αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο.
Η πρόσληψη των ηθοποιών πραγματοποιείται κατόπιν προκήρυξης για πλήρωση κενών θέσεων ανά θεατρική περίοδο με βάση σύμβαση καθορισμένης χρονικής διάρκειας. Τα καθήκοντα, οι υποχρεώσεις και οι όροι υπηρεσίας των επί συμβάσει διοριζομένων υπαλλήλων καθορίζονται στη σχετική σύμβαση αλλά κάθε θέμα το οποίο δεν αναφέρεται στη σύμβαση ρυθμίζεται από τις διατάξεις των περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1974, Κ.Δ.Π. 229/74. Τέτοιες διατάξεις διαλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την απαγόρευση απασχόλησης μελών του καλλιτεχνικού προσωπικού εκτός του Οργανισμού άνευ αδείας του Διευθυντή, την υποχρέωση υπογραφής βιβλίου παρουσιών κλπ.
Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις, παρά το ότι οι ηθοποιοί στο ΘΟΚ διορίζονται επί συμβάσει ορισμένης χρονικής διάρκειας, προσλαμβάνονται σε οργανική θέση δημοσίου νομικού προσώπου προς πλήρωση οργανικών του αναγκών και κατά το χρόνο διάρκειας της σύμβασης αποτελούν μόνιμο προσωπικό η δε σχέση η οποία τους συνδέει με την υπηρεσία, εκτός από τη συμφωνημένη διάρκειά της, διέπεται από τους κανόνες του δημοσίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου. (Βλ. και, Νίκος Σιαφκάλης ν. Θ.Ο.Κ., (1989) 3 Α.Α.Δ. 2640 και Ανδρέας Μαραγκός κ.ά. ν. Θ.Ο.Κ. (1990) 3 Α.Α.Δ. 1481).
Η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση ότι η σύμβαση την οποία προσυπέγραψε η αιτήτρια ήταν πράξη διαχείρισης και ενέπιπτε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
Είναι ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επέφερε ουσιώδη μεταβολή στη νομική της κατάσταση και έπληξε τα έννομα συμφέροντά της η δε διοίκηση δεν εδικαιούτο να επικαλείται τις τυχόν συμβατικές της παραβάσεις προβαίνοντας στην απόλυσή της. Περαιτέρω υπέβαλε ότι, εάν οι καθ' ων η αίτηση θεωρούσαν την αιτήτρια ένοχη πειθαρχικού παραπτώματος ώφειλαν να ακολουθήσουν την προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία της πειθαρχικής δίωξης και όχι τη διαδικασία της απόλυσής της.
Εκτελεστές πράξεις διοικητικών οργάνων καταργούνται είτε διά της δικαιοδοτικής οδού, κατόπιν δικαστικής ακύρωσης, είτε διά της διοικητικής οδού, κατόπιν ανάκλησης από το διοικητικό όργανο το οποίο τις εξέδωσε. (Βλ. Μιχαήλ Δένδια, Τόμος Α΄, Έκδοσις Ε΄, σελ. 160).
Η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών βάσει των οποίων εκδόθηκε η πράξη αίρει το αμετάκλητο και παρέχει στη διοίκηση την ευχέρεια ανάκλησης της πράξης η οποία εκδόθηκε υπό διαφορετικές πραγματικές συνθήκες.
Στην πιο πάνω κατηγορία ανήκει και η περίπτωση κατά την οποία η μη τήρηση των υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από την πράξη ή τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς, είτε ρητά είτε σιωπηρά, θεωρούνται συμφυείς προς την αιτία έκδοσης της πράξης και δυνατόν να άρουν την αμετάκλητη ιδιότητά της.
Προς ανεύρεση του χαρακτήρα της επιβληθείσας υποχρέωσης παρέχεται στο Δικαστήριο στάδιο ερμηνείας και εκτίμησης της διοικητικής πράξης και στο διοικητικό δίκαιο, όπου προέχει η προστασία του δημοσίου συμφέροντος, η ερμηνεία της πράξης θα πρέπει να αποβλέπει κυρίως στην εξασφάλιση κατάστασης σύμφωνης προς το νόμο και το περιεχόμενο της πράξης.
Μεταβολή των πραγματικών συνθηκών η οποία απλώς επιδρά στην εκτίμηση στην οποία προέβη το διοικητικό όργανο κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης δεν επιδρά άνευ ετέρου και στον αμετάκλητο χαρακτήρα της. Είναι όμως δυνατόν να υπάρξουν περιπτώσεις κατά τις οποίες η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών να επήλθε εξ' υπαιτιότητας του διοικουμένου από έλλειψη επιμέλειας για τη διατήρηση της πράξης, στη διατήρηση της οποίας ήταν υπόχρεος, οπότε συντρέχει περίπτωση ανάκλησης λόγω αθέτησης των συμφυών προς την πράξη υποχρεώσεων.
Με επιστολή της ημερ. 29/8/96 η αιτήτρια ζήτησε την παραχώρηση άδειας απουσίας άνευ απολαβών για συμμετοχή σε παράσταση στην Αθήνα αναφέροντας ότι είχε θεωρήσει υποχρέωσή της να αποδεχθεί την πρόταση συνεργασίας της με τον αθηναϊκό θίασο.
Ακολούθως, στις 12/9/96 υπέγραψε το συμβόλαιο εργοδότησής της και ζήτησε να της παραχωρηθεί άδεια από 1/10/96 μέχρι 31/7/97.
Το Διοικητικό Συμβούλιο απέρριψε το αίτημά της αφού έλαβε υπόψη την απουσία της με άδεια άνευ απολαβών για δύο συνεχείς θεατρικές περιόδους, το γεγονός ότι ο ΘΟΚ είχε ανάγκη των υπηρεσιών της σύμφωνα με τον προγραμματισμό του για τη νέα θεατρική περίοδο καθώς και το γραπτό διάβημα της Ένωσης Ηθοποιών Κύπρου προς τον Οργανισμό για το θέμα με αποτέλεσμα να παραμένει επί μακρόν κενή θέση την οποία δυνατόν να διεκδικούσαν άλλοι ηθοποιοί.
Κατά της πιο πάνω απόφασης η αιτήτρια δεν άσκησε προσφυγή.
Με επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 19/9/97 κλήθηκε βάσει του συμβολαίου εργοδότησής της να συμμετάσχει στις δοκιμές του έργου για τη νέα θεατρική περίοδο. Η αιτήτρια δεν προσήλθε και αντί τούτου με επιστολή της ημερ. 19/9/97 ζήτησε την επανεξέταση του αιτήματός της για άδεια άνευ απολαβών υπογραμμίζοντας την πρόθεσή της για μη εγκατάλειψη του έργου στην Αθήνα, αίτημα το οποίο εκ νέου απορρίφθηκε.
Η αιτιολογία της ανάκλησης του διορισμού της στηρίχθηκε στα ακόλουθα: (α) στο γεγονός ότι ειδοποιήθηκε γραπτώς ότι εντάχθηκε στη διανομή έργου η ανάγνωση του οποίου θα εγίνετο στις 20/9/97. (β) στο ότι στην απορριπτική για επανεξέταση του αιτήματός της για άδεια άνευ απολαβών επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 20/9/96 της είχε γνωστοποιηθεί ότι παρέμενε στο Διοικητικό Συμβούλιο να εξετάσει τις κατά νόμο συνέπειες της απόφασής της να μην εγκαταλείψει το θίασο στην Αθήνα εάν δεν προσήρχετο στην εργασία της και (γ) στο γεγονός ότι μέχρι την ημερομηνία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης δεν προσήλθε στην εργασία της.
Η έμπρακτη άσκηση από τον δημόσιο λειτουργό των καθηκόντων της θέσης του αποτελεί έννομο δικαίωμα αλλά και υποχρέωσή του.
Εν προκειμένω, η ανάκληση του διορισμού της αιτήτριας δεν στηρίχθηκε απλώς σε μεταβολή των αντιλήψεων της διοίκησης ή σε διαφορετική εκτίμηση των ιδίων πραγματικών συνθηκών οι οποίες ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης αλλά σε μεταβολή των πραγμάτων η οποία επήλθε για πρώτη φορά μετά την έκδοση της πράξης, εφόσον, μετά την επανειλημμένη απόρριψη των αιτημάτων της για άδεια άνευ απολαβών οι καθ' ων η αίτηση, εύλογα, θα ανέμεναν από την αιτήτρια να αναλάβει τα καθήκοντα τα οποία απέρρεαν από το συμβόλαιο το οποίο υπέγραψε.
Η μη προσέλευσή της στην εργασία της, τόσο κατά την ταχθείσα προς αυτήν ημερομηνία για εμφάνιση και ανάληψη καθηκόντων με την ανάγνωση έργου όσο και η παράλειψη προσέλευσής της η οποία εξακολούθησε για διάστημα 24 περίπου ημερών μέχρι τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, αποτελούσε έκτακτο και απρόβλεπτο γεγονός το οποίο επέφερε τη μεταβολή των περιστατικών στα οποία στηρίχθηκε ο διορισμός της και διατάραξε καίρια τη βάση του.
Εν προκειμένω, η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών επήλθε εξ' υπαιτιότητας της αιτήτριας λόγω έλλειψης εκ μέρους της της δέουσας επιμέλειας προς διατήρηση της πράξης διορισμού της, στη διατήρηση της οποίας ήταν από την ίδια την πράξη υπόχρεη, λόγω αθέτησης των συμφυών προς το διορισμό της υποχρεώσεων.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις γενικές αρχές οι οποίες διέπουν την ανάκληση και ενόψει των πραγματικών συνθηκών της παρούσας υπόθεσης δεν δύναται να θεωρηθεί ότι ο χρόνος ο οποίος διέρρευσε μεταξύ της κλήσης της αιτήτριας προς ανάληψη καθηκόντων και της ημερομηνίας λήψης της απόφασης για ανάκληση δεν ήταν εύλογος ή ότι ήταν αντίθετος προς τις αρχές της αγαθής και χρηστής διοίκησης ή ότι είχε δημιουργήσει υπέρ αυτής μια πραγματική εξ' υποκειμένου κατάσταση δεκτική έννομης προστασίας. (Βλ. αντίθετα ΣτΕ 35/1956).
Η μεταβολή των πραγματικών συνθηκών κρίνεται επαρκώς αποδεδειγμένη και εφόσον η μεταβολή αυτή φέρεται και στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης σαν η αιτιολογία της ανάκλησης, το Δικαστήριο δεν δικαιούται να επιχειρήσει το σχηματισμό ιδίας κρίσης για το εάν η μεταβολή κατέστησε ή όχι άσκοπη την περαιτέρω διατήρηση της πράξης. (Βλ. σχετικά, Κώστας Παπαγεωργίου ν. Ε.Δ.Υ. (1997) 4 Α.Α.Δ. 1802 και Πορίσματα Νομολογίας ΣτΕ 1929-1959, σελ. 227).
Περαιτέρω, η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν άκυρη για το λόγο ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν ζήτησε τη γνώμη της Καλλιτεχνικής Επιτροπής επί του θέματος δεν ευσταθεί, για το λόγο ότι, σύμφωνα με το άρθρο 5(4) του περί Θεατρικού Οργανισμού (Τροποποιητικού) Νόμου του 1979, Ν. 68/79, το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τέτοια συμβουλή όσον αφορά, μεταξύ άλλων, ζητήματα πρόσληψης, αξιολόγησης και απόλυσης του καλλιτεχνικού και άλλου προσωπικού και εν προκειμένω επρόκειτο για ανάκληση διορισμού, ζήτημα το οποίο δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των θεμάτων τα οποία απαρριθμούνται στο πιο πάνω άρθρο του Νόμου.
Εφόσον οι λόγοι ανάκλησης εκτέθηκαν με σαφήνεια και επάρκεια στο σχετικό πρακτικό και εφόσον δεν προκύπτει κατάχρηση εξουσίας ή κακή χρήση της εκτίμησης της διοίκησης όσον αφορά τη μεταβολή η οποία επήλθε στις πραγματικές συνθήκες και δεν δημιουργήθηκε κατάσταση η οποία προσέκρουε σε κεκτημένα δικαιώματα το Διοικητικό Συμβούλιο είχε δικαίωμα να ανακαλέσει το διορισμό της αιτήτριας.
Η προσφυγή αποτυγχάνει με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση. Η επίδικη πράξη ανάκλησης επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.