ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1994) 4 ΑΑΔ 1759

8 Σεπτεμβρίου, 1994

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΛΕΚΑ ΠΑΛΑΙΚΥΘΡΙΤΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ THΣ

EΠITPOΠHΣ ΔHMOΣIAΣ YΠHPEΣIAΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 864/93)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Εξομοίωση του χρόνου σπουδών προς απόκτηση τίτλου προς υπηρεσία ή πείρα ― Η εγκύκλιος 908 και οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικοί) Κανονισμοί του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91) ― Απαραίτητη η απουσία από την υπηρεσία είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια για σπουδές επί πλήρους βάσεως για να στοιχειοθετηθεί η εξομοίωση ― Δικαιολογημένη η διαφορετική ρύθμιση ως προς το διδακτορικό δίπλωμα.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Πεδίο ενεργείας του Δικαστηρίου ― Δεν αποφασίζει πρωτογενώς αλλά ελέγχει την κρίση του διοικητικού οργάνου ― Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν είναι δυνατόν να αναμορφωθεί εκ των υστέρων με προβολή ενώπιον του Δικαστηρίου αιτιολογίας άλλης από αυτήν που στηρίχθηκε η πράξη ― Διαφορετική η περίπτωση της επίκλησης εσφαλμένης νομοθετικής διάταξης.

Με την προσφυγή η αιτήτρια προσέβαλε την απόρριψη του αιτήματός της να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.  Η αιτήτρια έλαβε το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό τίτλο με σπουδές προ της προσλήψεώς της στην δημόσια υπηρεσία και μόνο τις τελικές εξετάσεις προς απόκτηση του τίτλου έδωσε ως δημόσιος υπάλληλος κατόπιν αδείας απουσίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.   Μετά την εγκύκλιο 908 και τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91) που επακολούθησαν δεν είναι πλέον το γεγονός της απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου ο κρίσιμος παράγων.  Σε αντίθεση προς όσα ίσχυαν προηγουμένως, δεν είναι η ίδια η απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου που κατά πλάσμα εξομοιώνεται με υπηρεσία ή πείρα, αλλά ο χρόνος σπουδών που διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτησή του υπό την προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, ότι το προσόν αποκτήθηκε μετά από σπουδές πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου.

     Χωρίς απουσία από την υπηρεσία για σπουδές πάνω σε πλήρη βάση, δεν υπάρχει αντικείμενο για εξομοίωση προς υπηρεσία ή πείρα.  Η αιτήτρια δεν απουσίασε από την εργασία της για να σπουδάσει.  Συμπλήρωσε τις σπουδές της πριν προσληφθεί στη Δημόσια Υπηρεσία και δεν υπήρχε δυνατότητα για ικανοποίηση του αιτήματός της.

2.   Ο Κανονισμός 15(1)(δ) των Περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών) Κανονισμών (ΚΔΠ 98/91), υπό τους όρους που θέτει, αναγνωρίζει ως υπηρεσία ή πείρα μέχρι ένα έτος από το χρόνο σπουδών που διανύθηκε για απόκτηση διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου πριν από το διορισμό του κατόχου του στη δημόσια υπηρεσία.

     Η διαφορετική ρύθμιση ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, είναι δικαιολογημένη αφού αυτή η ρύθμιση λειτουργεί ως ιδιαίτερο κίνητρο προσέλκυσης στη Δημόσια Υπηρεσία επιστημόνων που απέκτησαν το ανώτερο ακαδημαϊκό προσόν σε τομέα σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης. Η μόνη διάκριση στην οποία προβαίνουν οι Κανονισμοί αφορούσε στους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου.  Όλοι οι άλλοι στους οποίους συγκαταλέγεται και η αιτήτρια τοποθετήθηκαν σε ίση μοίρα.  Με την αναγνώριση του εύλογου της διάκρισης ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, δεν υπάρχει υπόβαθρο προς στήριξη του ισχυρισμού για παραβίαση της αρχής της ισότητας.

3.   Τα δεδομένα στην παρούσα περίπτωση δεν επιτρέπουν εξέταση του ισχυρισμού περί συσχετισμού μεταξύ των καθηκόντων του Τελωνειακού Λειτουργού και του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου της αιτήτριας.  Δεν στηρίχτηκε σε τέτοια αιτιολογία η ΕΔΥ και, όπως είναι θεμελιωμένο, δεν είναι δυνατό να αναμορφωθεί εκ των υστέρων η διοικητική απόφαση.  Το Δικαστήριο δεν αποφασίζει ορισμένο διοικητικό ζήτημα πρωτογενώς αλλά ελέγχει αν η κρίση του διοικητικού οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή.  Η περίπτωση της στήριξης αιτιολογίας που δίδεται, σε Νόμο άλλο από εκείνο που τη νομιμοποιεί, είναι διαφορετική.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Christodoulides v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1297,

Θεοδουλίδου v. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 2605.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της αιτήτριας να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής της το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.

Γ. Κορφιώτης, για την Aιτήτρια.

Ε. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

KΩNΣTANTINIΔHΣ, Δ.:   Tο αίτημα της αιτήτριας προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής της το μεταπτυχιακό της δίπλωμα, απορρίφθηκε με την ακόλουθη αιτιολογία:

"2.  Σύμφωνα με την παράγραφο 15(1)(α) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91), θα αναγνωρίζεται ως υπηρεσία ή πείρα για σκοπούς προαγωγής, ο χρόνος που διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου, όταν απουσίαζε από τα καθήκοντά του για να αποκτήσει το προσόν αυτό, νοουμένου ότι το προσόν σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης ή των θέσεων που κατείχε ο υπάλληλος και ότι αυτό αποκτήθηκε μετά από σπουδές στην Κύπρο ή στο εξωτερικό πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του.

3.  Με βάση τις πρόνοιες του πιο πάνω κανονισμού και τα στοιχεία που περιέχονται στον Προσωπικό σας φάκελο, προκύπτει ότι δεν απουσιάσατε από τα καθήκοντά σας, είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια, για να αποκτήσετε το μεταπτυχιακό σας δίπλωμα, και συνεπώς δεν τίθεται θέμα αναγνώρισης ως υπηρεσίας στη θέση Τελωνειακού Λειτουργού, 3ης τάξης, του χρόνου που διανύσατε για την απόκτηση του εν λόγω διπλώματος".

Tα γεγονότα πάνω στη βάση των οποίων συζητήθηκε το νόμιμο της απόφασης, είναι παραδεκτά.  Η αιτήτρια είναι απόφοιτος του Τμήματος Γαλλικών Σπουδών (1982) και Αγγλικών Σπουδών (1986) του Πανεπιστημίου Αθηνών.  Από τον Μάϊο 1988 παρακολούθησε σε πλήρη βάση το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Trenton State College της Νέας Υερσέης των ΗΠΑ.  Στις 15 Ιουνίου 1989 προσλήφθηκε στη Δημόσια Υπηρεσία ως Τελωνειακός Λειτουργός Τρίτης Τάξης.  Τον ίδιο μήνα και κατά τον Ιούλιο του 1989 απουσίασε από την εργασία της και παρακάθησε με επιτυχία στις τελικές εξετάσεις.  Το Δεκέμβριο 1989 υπέβαλε τη διπλωματική της εργασία και τον Αύγουστο 1990 της απονεμήθηκε ο μεταπτυχιακός τίτλος Master of Education.

Eίναι ο βασικός ισχυρισμός της αιτήτριας πως εσφαλμένα θεωρήθηκε ως προϋπόθεση για την εφαρμογή του Κανονισμού η απουσία του υπαλλήλου από την υπηρεσία για όλο το χρονικό διάστημα που απαιτείται για απόκτηση του μεταπτυχιακού του διπλώματος.  Υποστηρίζει πως ο Κανονισμός καλύπτει και την περίπτωση κατά την οποία ο υπάλληλος, ενώ άρχισε τις σπουδές πριν προσληφθεί απέκτησε το δίπλωμα μετά την πρόσληψή του. Προσθέτει ότι η ΕΔΥ ενήργησε υπό πλάνη όταν θεώρησε πως δεν απουσίασε απο την εργασία της για να το αποκτήσει.  Αντιτείνουν οι καθ' ων η αίτηση πως η αιτήτρια δεν απέκτησε το δίπλωμά της μετά από σπουδές στην Κύπρο ή στο εξωτερικό πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας της και προτείνουν πως ορθά απορρίφθηκε το αίτημά της.

Μέχρι και το 1990, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και αντίστοιχες εγκυκλίους, λογιζόταν ως υπηρεσία ή πείρα για τους σκοπούς των σχεδίων υπηρεσίας σε σχέση με θέσεις για τις οποίες απαιτείτο ορισμένη υπηρεσία ή πείρα, μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος αποκτούμενος από δημόσιους υπαλλήλους κατόπιν μελέτης στο εξωτερικό είτε πρίν είτε μετά το διορισμό τους στη δημόσια υπηρεσία. (Βλ. τις εγκυκλίους 300 (Φακ. 6026/62) ημερομηνίας 18 Σεπτεμβρίου 1973 και 614 (Φακ.  6111/54/VII) ημερομηνίας 3 Μαρτίου 1982 και τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 13 Σεπτεμβρίου 1973 και 10, 11 και 12 Φεβρουαρίου 1982).  Τα πράγματα άλλαξαν με την εγκύκλιο 908 (Φακ. 6111/54/ΧΙ) ημερομηνίας 20 Ιανουαρίου 1990 που εκδόθηκε βάσει της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 32848 ημερομηνίας 4 Ιανουαρίου 1990. Ακολούθησαν οι συζητούμενοι Κανονισμοί οι οποίοι αναπαρήγαγαν την τελευταία ρύθμιση με ορισμένες διαφοροποιήσεις που δεν αφορούσαν ακριβώς στο επίδικο ζήτημα.

Με μια εξαίρεση στην οποία θα αναφερθώ μετά, δεν είναι πλέον το γεγονός της απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου ο κρίσιμος παράγων.  Σε αντίθεση προς όσα ίσχυαν προηγουμένως, δεν είναι η ίδια η απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου που κατά πλάσμα εξομοιώνεται με υπηρεσία ή πείρα, αλλά ο χρόνος σπουδών που διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτησή του υπό την προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, ότι το προσόν αποκτήθηκε μετά από σπουδές πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου.

Χωρίς απουσία από την υπηρεσία για σπουδές πάνω σε πλήρη βάση, δεν υπάρχει αντικείμενο για εξομοίωση προς υπηρεσία ή πείρα.  Η αιτήτρια επικαλούμενη την εγκύκλιο 908, ζήτησε, όπως σημείωσα στην αρχή, να ληφθεί υπόψη το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.  Το γεγονός ότι οι Κανονισμοί είχαν ήδη υποκαταστήσει την εγκύκλιο, δεν έχει σημασία.  Επίσης δεν έχει σημασία η λανθασμένη αντίληψη που διαφαίνεται ότι είχε σχηματίσει η αιτήτρια ως προς την ουσία των διατάξεων που ρυθμίζουν το θέμα.  Η ΕΔΥ ορθά είδε τη διεκδίκηση ως αναφερόμενη στο χρόνο που διανύθηκε για την απόκτηση του προσόντος, και, όπως ανέφερε, την εξέτασε με γνώμονα τους ισχύοντες κανονισμούς.  'Οτι αυτό ήταν το αίτημα του αιτήματος της αιτήτριας το επιβεβαιώνει και η ίδια η θεραπεία που επιδιώκει με την προσφυγή της.  Ζητά ακύρωση της απόρριψης του αιτήματός της, "για αναγνώριση ως υπηρεσίας..του χρόνου που διάνυσε για να αποκτήσει μεταπτυχιακό δίπλωμα"  Η αιτήτρια δεν απουσίασε από την εργασία της για να σπουδάσει.  Συμπλήρωσε τις σπουδές της πριν προσληφθεί στη Δημόσια Υπηρεσία και δεν υπήρχε, για το λόγο που εξήγησα, δυνατότητα για ικανοποίηση του αιτήματός της.

Το γεγονός ότι η αιτήτρια παρακάθησε στις τελικές εξετάσεις κατά την εξεταστική περίοδο Ιουνίου - Ιουλίου 1989, αμέσως δηλαδή μετά το διορισμό της, δεν αλλάσσει την κατάσταση, και, πάντως δεν δικαιολογεί τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ πλανήθηκε ως προς τα γεγονότα.  Το αίτημα και στη συνέχεια η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αφορούσε σ' αυτή τη μικρή περίοδο αλλά στο σύνολο του χρόνου που αφιερώθηκε για τις σπουδές προς απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος.  Το κατά πόσο ο χρόνος που απαιτήθηκε για τη συμμετοχή στις τελικές εξετάσεις θα μπορούσε, στο πλάισιο των Κανονισμών, να αναγνωριστεί ως υπηρεσία, δεν καλύφθηκε από την προσβαλλόμενη απόφαση και, έχοντας υπόψη και την επιδιωκόμενη θεραπεία, δεν συνιστά αντικείμενο του αναθεωρητικού ελέγχου ως αυτοτελές ζήτημα.

Είναι ο διαζευκτικός ισχυρισμός της αιτήτριας πως εφόσον οι Κανονισμοί δεν την καλύπτουν, δημιουργείται ζήτημα δυσμενούς διάκρισης σε βάρος της και γι' αυτό το λόγο, όπως προσθέτει, είναι ultra vires ως προς τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν. 1/90).  Αυτός ο τελευταίος ισχυρισμός θα πρέπει να αποδοθεί σε σύγχυση των δυο εννοιών.  Εν πάση περιπτώσει η ενδεχόμενη διαπίστωση δυσμενούς διάκρισης θα ήταν αφ' εαυτής λόγος ακυρότητας, ως συνιστώσα παραβίαση της αρχής της ισότητας που κατοχυρώνει το άρθρο 28(1) του Συντάγματος.

Ο Κανονισμός 15(1)(δ), υπό τους όρους που θέτει, αναγνωρίζει ως υπηρεσία ή πείρα μέχρι ένα έτος από το χρόνο σπουδών που διανύθηκε για απόκτηση διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου πριν από το διορισμό του κατόχου του στη δημόσια υπηρεσία.  Η αιτήτρια επικαλείται αυτό το Κανονισμό, όχι όμως για να υποστηρίξει πως δεν υπάρχει εύλογη αιτιολογική βάση στη θέσπιση διαφορετικής ρύθμισης ως προς το διδακτορικό δίπλωμα ή τίτλο.  Παραθέτω τη σύντομη απάντησή της στην εισήγηση των καθ' ων η αίτηση πως η διάκριση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

"Αναφορικά προς το επιχείρημα της Αιτήτριας για δυσμενή διάκριση και βέβαια ο Νομοθέτης του Κανονισμού μπορεί να ρυθμίσει διαφορετικά τα πράγματα μεταξύ μεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώματος αυτό όμως που κατά την ταπεινή μας εισήγηση δεν μπορεί να κάμει είναι να μεταχειρισθή δυσμενώς κάποιον υπάλληλο της υπηρεσίας που απέκτησε τον μεταπτυχιακό τίτλο αρχίζοντας πριν την πρόσληψή του στην Υπηρεσία τες σπουδές, από κάποιο ο οποίος τον απέκτησε πριν ή αρχίζοντας τες σπουδές του μετά την πρόσληψή του."

Θα έλεγα πως η σύμπτωση των απόψεων αναφορικά με τη δυνατότητα διαφορετικής ρύθμισης ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, είναι δικαιολογημένη αφού αυτή η ρύθμιση λειτουργεί ως ιδιαίτερο κίνητρο προσέλκυσης στη Δημόσια Υπηρεσία επιστημόνων που απέκτησαν το ανώτερο ακαδημαϊκό προσό σε τομέα σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης.  'Ομως η μόνη διάκριση στην οποία προβαίνουν οι Κανονισμοί αφορούσε στους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου.  'Ολοι οι άλλοι στους οποίους συγκαταλέγεται και η αιτήτρια τοποθετήθηκαν σε ίση μοίρα.  Με την αναγνώριση του εύλογου της διάκρισης ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, δεν υπάρχει υπόβαθρο προς στήριξη του ισχυρισμού για παραβίαση της αρχής της ισότητας.

Με απασχόλησε, και το ανέφερα στις δυο πλευρές κατά τις διευκρινίσεις, ο Κανονισμός 15(2). Καλύπτει δημοσίους υπαλλήλους που υπηρετούσαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Κανονισμού οι οποίοι σύμφωνα με τις πρόνοιές του, διατηρούν το δικαίωμα αναγνώρισης ως υπηρεσίας ή πείρας μέχρι δυο έτη κατά ανώτατο όριο, του χρόνου που διανύθηκε για την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου προτού διοριστούν στη Δημόσια Υπηρεσία.  Υπήρχε όμοια πρόνοια και στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 20 Ιανουαρίου 1990.

Κατέληξα πως ορθά η αιτήτρια δεν επικαλέστηκε αυτό τον Κανονισμό ή την αμέσως προϊσχύσασα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.  Συνιστούν μεταβατική πρόνοια προς κατοχύρωση δικαιωμάτων που είχαν κτηθεί ήδη με βάση το καθεστώς που ίσχυε μέχρι το 1990.  Η αιτήτρια δεν είχε αποκτήσει τέτοιο δικαίωμα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1990 που είναι ο πρώτος ουσιώδης χρόνος στην περίπτωσή της αφού της απονεμήθηκε το μεταπτυχιακό δίπλωμα τον Αύγουστο του 1990.  Η περίπτωση της αιτήτριας, η οποία μετά τις σπουδές της και την επιτυχία της στις τελικές εξετάσεις, υπέβαλε τη διπλωματική εργασία της πριν από την αλλαγή που επέφερε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 20 Ιανουαρίου 1990, είναι ίσως ακραία.  Δεν θα ήμουν όμως έτοιμος να πω ότι δεν ήταν εύλογο να περιοριστεί η μεταβατική διάταξη στη διασφάλιση δικαιωμάτων ήδη κεκτημένων και όχι απλώς προσδοκουμένων.

Οι καθ' ων η αίτηση υπεστήριξαν πως η προσβαλλόμενη απόφαση θα ήταν εν πάση περιπτώσει νόμιμη αφού ο μεταπτυχιακός τίτλος της αιτήτριας δεν σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης της.  Επικαλέστηκαν συναφώς τις υποθέσεις Χριστοδουλίδης ν. Δημοκρατία (1984) 3 C.L.R. 1297 και Στέλλα Θεοδουλίδου ν. Δημοκρατία (1989) 3 Α.Α.Δ. 2605.

Τα δεδομένα στην παρούσα περίπτωση δεν επιτρέπουν εξέταση αυτού του ισχυρισμού όσο και αν πράγματι δεν φαίνεται συσχετισμός μεταξύ των καθηκόντων του Τελωνειακού Λειτουργού και του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου της αιτήτριας.  Δεν στηρίχτηκε σε τέτοια αιτιολογία η ΕΔΥ και, όπως είναι θεμελιωμένο, δεν είναι δυνατό να αναμορφωθεί εκ των υστέρων η διοικητική απόφαση.  Το Δικαστήριο δεν αποφασίζει ορισμένο διοικητικό ζήτημα πρωτογενώς αλλά ελέγχει αν η κρίση του διοικητικού οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή.   Η περίπτωση της στήριξης αιτιολογίας που δίδεται, σε Νόμο άλλο από εκείνο που τη νομιμοποιεί, είναι διαφορετική.  Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Γ. Χρυσοστομής Δ.

/ΚΧ"Π


 

      8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Λ. ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ., ΚαθΌυ η αίτηση

(Υπ. Αρ. 560/93). ____________________________________

      Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Ακυρωτική απόφαση ― Αποτελέσματα ― Δεδικασμένο ― Επανεξέταση με βάση το δεδικασμένο ― Καμμία συμμόρφωση με τις σχετικές αρχές στην κριθείσα περίπτωση ― Παράλειψη συμμόρφωσης της Διοίκησης και αιτιολόγησης της κατ' επανεξέταση πράξης σύμφωνα με τις προηγηθείσες διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις ― Η πράξη διορισμού του αυτού προσώπου ακυρώθηκε για τρίτη φορά.

Ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Εφόρου Αθλημάτων επαναλήφθηκε για τρίτη φορά μετά από δύο διαδοχικές ακυρώσεις του λόγω κακής συγκρότησης του διορίζοντος οργάνου την πρώτη φορά και λόγω ελλειπούς αιτιολογίας, πλημμελούς επανεξέτασης και έλλειψης δέουσας έρευνας τη δεύτερη.  Με την προσβαλλόμενη απόφαση αναδιατυπώθηκε απλώς η δεύτερη ακυρωθείσα πράξη και ο αιτητής προέβαλε δυστροπία των καθ'ων η αίτηση να συμμορφωθούν με την ακυρωτική απόφαση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.       Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για περισσότερους

από ένα λόγους, στην πραγματικότητα για τους ίδιους λόγους για τους οποίους ακυρώθηκε και η προηγούμενη.  Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Α. είχε πλέον τη σαφή δικαστική απόφαση ως οδηγό.  Ηταν δεδικασμένο που το δέσμευε η διαπίστωση της ανυπαρξίας φακέλων ή άλλου υλικού που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ως συμπλήρωμα αιτιολογίας, η επισήμανση ανάγκης για διεξαγωγή έρευνας ως προς την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και τελικά του ξεκαθαρίσματος, με τρόπο ρητό ώστε να μη δημιουργούνται ερωτηματικά, πώς οι αρχικές συνεντεύξεις δεν διαδραμάτισαν ρόλο.

Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έκαμε τίποτε από αυτά. Αιτιολόγησε την απόφασή του με τον ίδιο γενικό και αόριστο τρόπο προσθέτοντας μερικές λέξεις ως να ήταν η διατύπωση ή η έκταση του πρακτικού το πρόβλημα. Προχώρησε δε σε παραπομπή στο περιεχόμενο των φακέλων των αιτητών, γεγονός που προκάλεσε επιπρόσθετο παράπονο του αιτητή αφού δεν υπήρχαν φάκελοι.  Ετσι, εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε γιατί το ενδιαφερόμενο μέρος "υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων" ενώ ήταν υποχρέωση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α., ενόψει της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης, να εξειδικεύσει το στοιχείο ή στοιχεία της υπεροχής που είχε υπόψη του. Οπως έχουν τα πράγματα είναι και πάλι αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος του συμπεράσματος στο οποίο κατέληξε,

2.       Ο αιτητής πρότεινε ως λόγο ακυρότητας το γεγονός της

παρουσίας του Γενικού Διευθυντή του Κ.Ο.Α. κατά τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου.  Παρέπεμψε στη νομολογία αναφορικά με τη νόμιμη συγκρότηση των συλλογικών οργάνων αλλά άφησε αναπάντητη την επισήμανση

      των καθ' ων η αίτηση πως, σύμφωνα με την επιφύλαξη στο άρθρο 4(1) του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου του 1969 (Ν.41/69 όπως τροποποιήθηκε). "Ο Γενικός Διευθυντης δύναται να παρίσταται εις απάσας τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, λαμβάνει μέρος στας διεξαγομένας συζητήσεις και εκφράζει την γνώμην αυτού άνευ όμως δικαιώματος ψήφου".

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται

με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, Υπ. Αρ. 885/89 της 20/6/91.

Σάββα v. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, Υπ. Αρ. 714/91 της 30/4/93.

Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου και άλλοι v. Καραγιώργη και άλλων, ΑΕ 1163, 1178 και 1179 της 14/2/91.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την

οποία επαναδιόρισαν το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1.12.89, ύστερα από δύο διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.

Α. Χριστοδούλου (κα) για τον καθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

              Μετά από δύο διαδοχικές ακυρωτικές αποφάσεις (βλέπε Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού, Προσφυγή 885/89, ημερομηνίας 20/6/91 και Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού, Προσφυγή 714/91, ημερομηνίας 30/4/93), το

Διοικητικό Συμβούλιο του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού επαναδιόρισε το Λουκά Λουκά στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων, αναδρομικά από 1/12/89.  Ο αιτητής προσβάλλει το

κύρος του διορισμού.

                                   .../..

- 2 -

              Η πρώτη από τις ακυρωτικές αποφάσεις ήταν συνέπεια της κήρυξης του περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμου του 1988 (Ν.149/88) ως

αντισυνταγματικού, στις υποθέσεις Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου και

άλλοι ν. Χρίστος Καραγιώργης και άλλοι, Αναθεωρητικές Εφέσεις 1163, 1178 και 1179, ημερομηνίας 14/2/91 και του επακόλουθου επηρεασμού του νομίμου της συγκρότησης και του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α.  Την ίδια την ημέρα της έκδοσής της, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Ο.Α., νόμιμα πλέον συγκροτημένο, επανεξέτασε το θέμα και επαναδιόρισε τον ίδιο.  Το πρακτικό της

συνεδρίας ήταν το ακόλουθο:

      "Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ' αρ. 885/89 προσφυγή του Γεώργιου Σάββα εναντίον Κ.Ο.Α. και ...

Το Διοικητικό Συμβούλιο ομόφωνα αποφάσισε το

διορισμό του κ. Λουκά Λουκά (ενδιαφερόμενου

προσώπου) στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων & Αθλητικών Χώρων από 1/12/89 κρίνοντας αυτόν από το σύνολο των ενώπιον του στοιχείων ως τον καλύτερο και καταλληλότερο από τους υποψηφίους."

              Με τη δεύτερη από τις ακυρωτικές αποφάσεις κρίθηκε ότι:

       (α) Το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης δεν περιείχε νόμιμη αιτιολογία.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από τη σελίδα 4

της απόφασης του Δικαστή Σ. Νικήτα:

"Το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης που

παρέθεσα δεν περιέχει νόμιμη αιτιολογία.  Είναι τόσο στερεότυπο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε κάθε περίπτωση.  Είναι περισσότερο από πρόδηλο ότι η αοριστία που το χαρακτηρίζει δεν εξυπηρετεί τον πρωταρχικό σκοπό της αιτιολόγησης που είναι η παροχή δυνατότητας για δικαστικό έλεγχο.  Θα πρόσθετα ακόμη

.../..

                                          ― 3 -

πως δεν έχουμε εδώ την περίπτωση που η αιτιολογία μπορεί να ανευρεθεί ή ακόμη να συμπληρωθεί από τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν (δεν υπάρχει διοικητικός φάκελος)."

(β) Δεν συναγόταν από το πρακτικό ότι το Διοικητικό

Συμβούλιο αγνόησε, όπως όφειλε, τις υποκειμενικές εντυπώσεις του

προηγούμενου Διοικητικού Συμβουλίου του οποίου η σύνθεση ήταν διαφορετική ως προς την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις που είχαν διεξαχθεί στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας.

       (γ) Δεν διεξάχθηκε οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με την κατοχή από το Λ. Λουκά του απαιτούμενου προσόντος της πολύ καλής

γνώσης της αγγλικής γλώσσας.  Επισημάνθηκε ότι, αντίθετα προς ότι

συνέβαινε ως προς τον αιτητή ο οποίος είχε επισυνάψει σχετικά πιστοποιητικά, δεν υπήρχε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου οποιοδήποτε στοιχείο από το οποίο θα μπορούσε να διαφανεί ότι ο

Λ. Λουκά κατείχε αυτό το προσόν.

              Η δεύτερη επανεξέταση έγινε στις 10/5/93.  Το πρακτικό ήταν

το ακόλουθο:

                     "Προσφυγή με αριθμό 714/91

                                  Αιτητής:  Γιώργος Λ. Σάββα

                            Ενδιαφερόμενο Μέρος:  Λουκάς Λουκά

Το Δ.Σ. εξέτασε όλες τις αιτήσεις των υποψηφίων, τα πτυχία τους, αν κατέχουν την αγγλική γλώσσα και γενικά αν πληρούν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων.

                            (Ακολουθούν τα ονόματα των υποψηφίων)

     

                                          .../..

                            ― 4 -

Σ' αυτό το σημείο αποχώρησε από τη συνεδρία η

                     πρακτικογράφος.

Μετά από τη λεπτομερή μελέτη και αξιολόγηση όλων

των στοιχείων που είχε ενώπιον του το Δ.Σ. αποφάσισε ομόφωνα να διορίσει σήμερα στη θέση του Εφόρου Αθλημάτων και Αθλητικών Χώρων τον κ. Λουκά Λουκά, αναδρομικά από 1/12/89.

Ο κ. Λουκάς Λουκά διαθέτει όλα τα προνοούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα και προϋπηρεσία διορισμού και ως προκύπτει από τα ενώπιό του Δ.Σ. στοιχεία (φάκελλοι αιτητών) υπερέχει έναντι των άλλων υποψηφίων, και ως εκ τούτου κρίνεται ως ο πλέον κατάλληλος για διορισμό."

       Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η πεισματική, όπως τη χαρακτηρίζει, εμμονή του Διοικητικού Συμβουλίου στον ίδιο διορισμό "χωρίς να δίνει λογαριασμό για την απόφαση του αυτή" συνιστά ότι χαρακτηρίζεται ως "δυστροπία" της Διοίκησης έναντι του ακυρωτικού αποτελέσματος.  Παραπέμπει δε στην ανάλυση του φαινομένου από το Βάσσο Ρώτη (βλέπε Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1979, Τόμος 1, σ. 343) ως ιδιαιτέρως χαρακτηριστική.  Μεταφέρω εδώ ένα από τα αποσπάσματα

(σ. 363) που επικαλέστηκε ο αιτητής:

"... την αίτηση ακυρώσεως, ύστατο και σίγουρο

καταφύγιο στο Κράτος Δικαίου των αδικουμένων από την Διοίκηση, την υποσκάπτει ανεπανόρθωτα η δυστροπία της Διοικήσεως, που βλέπει τις ενέργειές της να ανατρέπονται χαρακτηριζόμενες ως μη νόμιμες, να συμμορφωθεί στα αποφασισθέντα.  Δυστροπία που κρύβει έναν επικίνδυνο δεσποτισμό της Διοικήσεως, ασυμβίβαστο προς κάθε έννοια νομιμότητας και Κράτους Δικαίου.  Στη περίπτωση αυτή διαπιστώνεται, με τις

.../..

                            ― 5 -

υπάρχουσες από τις κείμενες διατάξεις δυνατότητες

παρακάμψεως της αντιδράσεως, η έλλειψη αποτελεσματικότητας της ακυρώσεως.  Ελλειψη η οποία δεν οδηγεί μόνο σε αδιέξοδο και σε απόγνωση τους διοικουμένους, δημιουργεί σ' ευρείς κύκλους της κοινής γνώμης εκτιμήσεις και πεποιθήσεις διαλυτικές που εξασθενίζουν την επιρροή και φθείρουν το κύρος και το γόητρο της Διοικητικής Δικαιοσύνης."

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για περισσότερους

από

ένα λόγους£ στην πραγματικότητα για τους ίδιους λόγους για τους

οποίους ακυρώθηκε και η προηγούμενη.  Το Διοικητικό Συμβούλιο του

Κ.Ο.Α. είχε πλέον τη σαφή δικαστική απόφαση ως οδηγό.  Ηταν δεδικασμένο που το δέσμευε η διαπίστωση της ανυπαρξίας φακέλων ή

άλλου υλικού που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ως συμπλήρωμα αιτιολογίας, η επισήμανση ανάγκης για διεξαγωγή έρευνας ως

      προς

την κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και τελικά του ξεκαθαρίσματος, με τρόπο ρητό ώστε να μη

δημιουργούνται ερωτηματικά, πώς οι αρχικές συνεντεύξεις δεν διαδραμάτισαν ρόλο.

       Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έκαμε τίποτε από αυτά.  Αιτιολόγησε την απόφαση του με τον ίδιο γενικό και αόριστο τρόπο

προσθέτοντας μερικές λέξεις ως να ήταν η διατύπωση ή η έκταση του

πρακτικού το πρόβλημα.  Προχώρησε δε σε παραπομπή στο περιεχόμενο

των φακέλων των αιτητών, γεγονός που προκάλεσε επιπρόσθετο παράπονο του αιτητή αφού δεν υπήρχαν φάκελοι.  Ετσι, εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε γιατί ο Λ. Λουκά "υπερέχει έναντι

των άλλων υποψηφίων" ενώ ήταν υποχρέωση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Ο.Α., ενόψει της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης,

να εξειδικεύσει το στοιχείο ή στοιχεία της υπεροχής που είχε υπόψη του.  Οπως έχουν τα πράγματα είναι και πάλι αδύνατος ο δικαστικός έλεγχος του συμπεράσματος στο οποίο κατέληξε.

                     .../..

              ― 6 -

Αναφέρεται στο πρακτικό ότι το Διοικητικό Συμβούλιο

εξέτασε

αν οι υποψήφιοι κατέχουν την αγγλική γλώσσα και γενικά "αν πληρούν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας".  Σημειώθηκε πως ο

      Λ. Λουκά τα διαθέτει.  Μόνο που και ως προς αυτό το ζήτημα δε γνωρίζουμε τι ήταν εκείνο που οδήγησε σε αυτή την κατάληξη. Δεν

γίνεται αναφορά σε έρευνα που διεξάχθηκε άλλη από την απλή εξέταση των στοιχείων που υπήρχαν εξ αρχής και το έχουμε, ως δεδικασμένο, πως αυτά τα στοιχεία δεν αποκάλυπταν την απαιτούμενη

πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.  Τελικά, όπως ήδη σημείωσα,

με τη γενική παραπομπή στο σύνολο των στοιχείων, το Διοικητικό Συμβούλιο άφησε αναπάντητο το ερωτηματικό ως προς το αν περιλαμβάνονταν σε αυτά και οι αρχικές συνεντεύξεις, για να μείνει και αυτή η υποχρέωση του, όπως την προσδιόρισε η δεύτερη

ακυρωτική απόφαση, ανεκπλήρωτη.

       Ο αιτητής πρότεινε ως λόγο ακυρότητας το γεγονός της παρουσίας του Γενικού Διευθυντή του Κ.Ο.Α. κατά τη συνεδρία του

Διοικητικού Συμβουλίου.  Παρέπεμψε στη νομολογία αναφορικά με τη

νόμιμη συγκρότηση των συλλογικών οργάνων αλλά άφησε αναπάντητη την επισήμανση των καθ'ων η αίτηση πως, σύμφωνα με την επιφύλαξη

στο άρθρο 4(1) του περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμου του

1969 (Ν.41/69 όπως τροποποιήθηκε), "ο Γενικός Διευθυντής δύναται

να παρίσταται εις απάσας τας συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, λαμβάνει μέρος στας διεξαγομένας συζητήσεις και εκφράζει την γνώμην αυτού άνευ όμως δικαιώματος ψήφου."

     

       Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για τους λόγους που εξήγησα.  Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή. Η

προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

              Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

                     Δ.

\ΔΓ


 

      8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση,

(Συν. Υπ. Αρ. 391/92, 456/92, 492/92). ______________________________________

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Εκδηλη υπεροχή ― Οι ισχυρισμοί περί εκδήλου υπεροχής κρίθηκαν αβάσιμοι.

Οι αιτητές προσέβαλαν με τις προσφυγές την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού προβάλλοντας την υπεροχή τους έναντι αυτών η οποία θα έπρεπε να είχε οδηγήσει στην προτίμησή τους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με την επιλογή των ενδιαφερόμενων μερών ήταν εύλογα επιτρεπτή.  Οι αιτητές απέτυχαν να δείξουν λόγο ακυρότητας και ειδικά να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή.

Οι προσφυγές απορρίπτονται

χωρίς έξοδα.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 8/1/92, με την οποία προάχθηκαν στη μόνιμη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού (Τακτικός Προϋπολογισμός) Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί των αιτητών.

Π. Μιχαήλ (δ/νίς) για Α. Παπαχαραλάμπους, για τους αιτητές, στις υποθ. 391/92 και 456/92.

Δ. Χριστοδούλου, για Μιχ. Κυπριανού, για τον αιτητή στην υπόθ. 492/92.

Π. Χ" Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, Α' για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

       Με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 8/1/92 προάχθηκαν στη μόνιμη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Λειτουργού (Τακτικός Προϋπολογισμός) Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, οι Ανδρέας Γεωργίου, Χριστάκης Σ. Κωνσταντίνου,

                            .../..

- 3 -

Τάκης Κ. Διάκου, Ανδρέας Χρ. Παπίρης, Ιωάννης Ν. Πίτσιλλος, Μιχαήλ Αντωνίου, Αντρέας Καλιδώνης, Νίκη Πολυκάρπου, Μιχαήλ

      Σκουφάρης και Ιωάννης Κ. Ιωάννου.  Στην ίδια διαδικασία αποφασίστηκε η προσφορά προαγωγής και στον Ι. Περικλέους που θα

παρέμενε όμως σε εκκρεμότητα μέχρις ότου αποφασιζόταν πειθαρχική

υπόθεση που θα εκκρεμούσε εναντίον του.

       Ο αιτητής Α. Νικολαεδης (προσφυγή 391/92) προσβάλλει το κύρος της προαγωγής των πρώτων επτά ενδιαφερόμενων μερών.  Οι αιτητές Σ. Ανδρέου, Α. Μιλτιάδους (προσφυγή 456/92) και

Σπ. Κυπριανού (προσφυγή 492/92) προσβάλλουν το κύρος όλων των προαγωγών.  Στην προσφυγή 456/92 υπήρχε και τρίτος αιτητής, ο

      Κ. Τσολάκης, ο οποίος όμως την απέσυρε.  Στην προσφυγή 492/92 προσβαλλόταν και η προαγωγή του Α. Λιβέρα που είχε προαχθεί στο

πλαίσιο προηγηθείσας διαδικασίας και εγκαταλείφθηκε ως προς αυτόν.  Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.

       Ο Α. Νικολαεδης παίρνοντας ως δεδομένο ότι δεν υστερούσε ως

προς την αξία έναντι των ενδιαφερόμενων μερών ισχυρίζεται πως έπρεπε να προτιμηθεί αφού είναι αρχαιότερος και έχει υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα.  Δεν έχει δίκαιο.  Οπως επισημαίνουν οι καθ'ων η αίτηση ενώ πράγματι στις εμπιστευτικές εκθέσεις ο αιτητής είχε ελαφρά υπεροχή έναντι δύο από τα ενδιαφερόμενα μέρη

που αξιολογήθηκαν ως εξαίρετοι σε τρία από τα τελευταία πέντε χρόνια ενώ εκείνος σε τέσσερα, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν συστηθεί ενώ ο αιτητής δεν είχε συστηθεί από το Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.  Η αρχαιότητα του, που εν

πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να είναι αποφασιστικής σημασίας,

ήταν μικρής έκτασης και απομακρυσμένη.  Οπως σημείωσε η Ε.Δ.Υ. δεν μπορούσε να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ του.  Ως προς τον Α. Γεωργίου προηγείτο με βάση την προ-προηγούμενη αρχαιότητα τους

στη θέση Βοηθού Κτηματολογικού Γραφέα στην οποία διορίστηκαν στις

1/5/68 και 2/1/69 αντιστοίχως.  Ως προς τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα

μέρη προηγείτο με βάση την προηγούμενη αρχαιότητα τους στη θέση

Κτηματολογικού Γραφέα 2ης Τάξης στην οποία προάχθηκαν στις 1/6/71

                     .../..

- 4 -

και 1/3/72 αντιστοίχως.  Αναφορικά με τα προσόντα δεν τεκμηρίωσε

την κατ' ισχυρισμό υπεροχή του.  Τα πιστοποιητικά γνώσης της γερμανικής γλώσσας, προφανώς άσχετα προς τα καθήκοντα της θέσης,

δεν είναι δυνατό να υπερκεράσουν την αξία των ενδιαφερόμενων μερών.  Ο Α. Νικολαεδης δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή και η προσφυγή του πρέπει να απορριφθεί.

Ο Α. Μιλτιάδου προβάλλει ως λόγο ακυρότητας την

παραγνώριση

προσόντος του που το περιγράφει ως "εκπαιδευτική σειρά μαθημάτων

Business English, Business Training Ltd, Manchester, Ηνωμένο Βασίλειο" το οποίο, όπως ισχυρίζεται, "του δίνει προβάδισμα".

Επίσης ισχυρίζεται ότι οι εμπιστευτικές του εκθέσεις ήταν καλύτερες ως προς ορισμένα και ίσες ως προς τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη.

       Δε δικαιολογείται η διεκδίκηση "προβαδίσματος" λόγω της πιο

πάνω σειράς μαθημάτων και δεν τεκμηριώνεται έκδηλη υπεροχή του αιτητή έναντι οποιουδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.  Είχε μόνο

ελαφρά καλύτερες εμπιστευτικές εκθέσεις από τρια ενδιαφερόμενα μέρη και ίσες σε σχέση με τους άλλους.  Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή που πρόσθετε στην αξία

τους και επιπλέον ήταν αρχαιότεροι του.

       Ο αιτητής Σ. Ανδρέου συστήθηκε από το Διευθυντή.  Ομως, τα

επιχειρήματα του επικεντρώθηκαν στην επιλογή του Ι. Περικλέους η

οποία δεν αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής και δε μπορεί να ελεγχθεί.  Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν και εκείνα συστηθεί και επομένως δεν ετίθετο ζήτημα παραγνώρισης της σύστασης σε σχέση με

αυτούς και επακόλουθης ειδικής αιτιολογίας.  Ως προς τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν περίπου ισάξιος αφού υπερείχε μόνο ελαφρά

στις εμπιστευτικές εκθέσεις έναντι τριών, αλλά όλοι οι προαχθέντες ήταν αρχαιότεροι του άλλος ουσιαστικά και άλλοι έστω

οριακά.  Η επιλογή που έγινε ήταν και σε αυτή την περίπτωση εύλογα επιτρεπτή.

                            .../..

- 5 -

Ο αιτητής Σπ. Κυπριανού δεν είχε συστηθεί από το

Διευθυντή,

οι προαχθέντες ήταν αρχαιότεροι του και δεν επικαλέστηκε τις εμπιστευτικές του εκθέσεις.  Αντίθετα, εξάντλησε τα επιχειρήματα

του στην προσπάθεια του να πείσει ότι οι εμπιστευτικές του εκθέσεις θα έπρεπε να παρακαμφθούν ως μη αντικειμενικές. Απέδωσε

στους αξιολογούντες Λειτουργούς έχθρα ή προκατάληψη εναντίον του

και μετά από άδεια που του χορηγήθηκε προσήξε μαρτυρία με τη μορφή ενόρκων δηλώσεων.  Την ημέρα όμως που ορίστηκε για αντεξέταση εγκατέλειψε όλους τους ισχυρισμούς του που σχετίζονταν

με τη βαθμολογία του και συνεπώς η προσφυγή του απομένει χωρίς οποιοδήποτε ισχυρισμό για ύπαρξη ορισμένου λόγου ακυρότητας.

       Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με την επιλογή των ενδιαφερόμενων μερών ήταν εύλογα επιτρεπτή.  Οι αιτητές απέτυχαν

να δείξουν λόγο ακυρότητας και ειδικά να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή.  Οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

              Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

                     Δ.

\ΔΓ


 

8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ κ.άλλη.,

Αιτητών,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση,

(Συν. Υπ. Αρ. 266/93, 321/93). ____________________________________

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Ουσιώδης χρόνος κατοχής τους ― Ειδικά τα επιπρόσθετα προσόντα λαμβάνονται υπόψη οποτεδήποτε και αν αποκτήθηκαν μέχρι την ημέρα λήψης της απόφασης.

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος Συνεκδικαζόμενες προσφυγές ― Οι προσφυγές στρέφονταν εναντίον των αυτών προαγωγών ― Επιτυχία της μιάς αποστέρησε την άλλη προσφυγή από το αντικείμενό της.

Οι αιτητές προσέβαλαν με τις προσφυγές την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ιατρικού Λειτουργού 2ης τάξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, εν μέρει ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.       Η αιτήτρια στην προσφυγή 321/93 δεν περιελήφθη από την

Ε.Δ.Υ. στους υποψηφίους που διέθεταν ειδίκευση σε κλάδο

της Ιατρικής.  Είναι σαφές πως η μη συμπερίληψη της αιτήτριας μεταξύ των υποψηφίων που διέθεταν ειδίκευση, σημαίνει πως η Ε.Δ.Υ. ενήργησε με την αντίληψη πως στην περίπτωση της ο τίτλος στη Γενική Ιατρική δεν μπορούσε να συνεκτιμηθεί κατά τη διαδικασία επιλογής του καταλληλοτέρου επειδή το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου την αναγνώρισε ως Ειδικό Ιατρό μετά τον ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων.

Εχει γίνει λάθος.  Η τελευταία ημέρα της προθεσμίας μέσα στην οποία θα μπορούσαν να υποβληθούν οι αιτήσεις για διορισμό ήταν ο ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων, επιπρόσθετων.  Τα επιπρόσθετα προσόντα, μεταξύ των οποίων και οι τίτλοι σπουδών, όπως αποφασίστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις υποθέσεις Κυπριακή Δημοκρατία και άλλος v. Αδάμος Ανδρέου και άλλοι, Αναθεωρητικές Εφέσεις 1715 & 1723 και 1255 & 1261 ημερομηνίας 28/4/93, είναι νόμιμο να εκτιμούνται εφόσον αποκτήθηκαν οποτεδήποτε μέχρι την ημέρα λήψης της απόφασης.

Στην πιο πάνω υπόθεση η απόφαση της Ε.Δ.Υ. επικυρώθηκε επειδή το σφάλμα ως προς τη δυνατότητα συνεκτίμησης των επιπρόσθετων προσόντων, ενόψει του συνόλου των στοιχείων, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι άσκησε επίδραση στην κρίση της αναφορικά με το ποιοί ήταν οι καταλληλότεροι.  Η απόφαση ως προς το ρόλο που διαδραμάτισε ορισμένος χειρισμός όπως παρατήρησε η Ολομέλεια, κρίνεται με γνώμονα τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης. Το κριτήριο δεν μπορεί να είναι ποιά σημασία θα ήταν δικαιολογημένο να προσδοθεί στον ένα ή στον άλλο παράγοντα. Εκείνο που έχει σημασία είναι η βαρύτητα που τους προσδόθηκε στην πράξη στη συγκεκριμένη περίπτωση και κατ' επέκταση το κατά πόσο επέδρασε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. (Βλέπε την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Νιόβη Παπαϊωάννου και άλλοι v. Κυπριακή Δημοκρατία, Αναθεωρητική

Εφεση 891, ημερομηνίας 19/12/1991).

Στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η πλάνη της Ε.Δ.Υ. επέδρασε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Ρητά η Ε.Δ.Υ. έστρεψε την προσοχή της στις ειδικεύσεις των υποψηφίων.  Κατονόμασε όσους, τις διέθεταν και αιτιολόγησε ειδικά την κρίση της πως η αιτήτρια δεν τη διέθετε.  Δεν είναι όμως μόνο αυτό.  Συμπεριέλαβε στην ίδια την αιτιολογία της κρίσης της ως προς τους καταλληλότερους, ρητή αναφορά όχι μόνο στις ειδικεύσεις τους αλλά και στο γεγονός της αναγνώρισής τους από το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου.

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για το λόγο που εξήγησα και δεν θα εξετάσω τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν.  Αυτό ισχύει και αναφορικά με τον αιτητή στην πρώτη προσφυγή αφού, όπως έχει νομολογηθεί (βλέπε Κλέαρχος Μιλτιάδους και άλλοι v. Κυπριακή Δημοκρατία, Αναθεωρητικές Εφέσεις 789, 791 και 796 της 30 Μαϊου 1989 και Κυπριακή Δημοκρατία v. Βαρνάβας Χαραλάμπους και άλλος, Αναθεωρητική Εφεση 867 της 30 Ιουνίου 1992), η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης στην προσφυγή της αιτήτριας στη δεύτερη προσφυγή στερεί από το αντικείμενό της τη δική του.  Σημειώνω πάντως πως οι ισχυρισμοί των αιτητών για παράνομη συγκρότηση ή σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εγκαταλείφθηκαν.

Η επίδικη απόφαση

ακυρώνεται εν μέρει χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοκρατία και άλλος v. Ανδρέου και άλλων, Α.Ε. 1715, 1723, 1255 και 1261 της 28/4/93.

Παπαϊωάννου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 891 της 19/12/91.

Μιλτιάδους κ.ά. v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 789, 791 και 796 της 30/5/89.

Δημοκρατία v. Χαραλάμπους και άλλου, Α.Ε. 867 της 30/6/92.

Προσφυγές.

Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν στη μόνιμη θέση Ιατρικού Λειτουργού 2ης Τάξης (Τακτικός Προϋπολογισμός) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί οι αιτητές.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.

Π.Χ" Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α' για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

       Με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 17/9/92 και 12/11/92 που δημοσιεύτηκε στις 15/1/93, προάχθηκαν στη μόνιμη θέση Ιατρικού Λειτουργού 2ης Τάξης (Τακτικός Προϋπολογισμός) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας,

οι Παύλος Παύλου, Ελενα Ματβέεβα Μενελάου και Χρυστάλλα Μιτσίδου

Ηρακλέους.  Αμφισβητήθηκε το κύρος της απόφασης με τις προσφυγές

166/93, 266/93 και 321/93.  Η προσφυγή 166/93 αποσύρθηκε και απορρίφθηκε.  Ο αιτητής Ε. Ευαγγέλου απέσυρε την προσφυγή του αρ. 266/93 ως προς τους Π. Παύλου και Ε.Μ. Μενελάου.  Η

αιτήτρια

Α. Ιωσήφ απέσυρε την προσφυγή της αρ. 321/93 ως προς την Ε.Μ. Μενελάου.  Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.

       Οι τρεις θέσεις ανήκαν στον τομέα της Γενικής Ιατρικής. Οι

αιτητές ήταν οι μόνοι από τους υποψήφιους που κατείχαν την ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής.  Προσδόθηκε στο γεγονός αυτό κεντρική σημασία.  Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι για τον πιο πάνω

λόγο μόνο εκείνοι κατείχαν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας και

ειδικά το απαιτούμενο, όπως εισηγούνται, "μεταπτυχιακό δίπλωμα ή

τίτλο στην ειδικότητα στην οποία θα απασχοληθούν".  Διαζευτικά ότι κατά τη σύγκριση τους με τους συνυποψήφιους τους αυτό το προσόν τους αγνοήθηκε ενώ άλλα προσόντα των ενδιαφερόμενων μερών

που δεν απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, λήφθηκαν υπόψη. Αν

εθεωρείτο ότι η κατοχή της ειδικότητας ήταν απαραίτητο προσόν, η

αιτήτρια Α. Ιωσήφ πιθανότατα θα αποκλειόταν ως μη προσοντούχος.

                                   .../..

- 3 -

Εξασφάλισε τον τίτλο Ιατρικής Ειδικότητας στη Γενική

Ιατρική στις 17/5/91 αλλά το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου την αναγνώρισε ως Ειδικό στις 4/12/91 δηλαδή, όπως σημειώνει η Ε.Δ.Υ., "μετά τον πρώτο ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων που

είναι η 21/5/91".  Ας σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, οι κάτοχοι του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου στα

οποία αναφέρονται, και θα δούμε στη συνέχεια με ποιά έννοια, πρέπει να "θεωρούνται ως ειδικοί σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Ιατρών Νόμο".

       Δεν θα χρειαστεί όμως να εξετάσω το ζήτημα από αυτή τη σκοπιά γιατί κρίνω πως ήταν εύλογα επιτρεπτό να θεωρήσει η Ε.Δ.Υ. 

ως προσοντούχους και τους αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Είχαν προκηρυχθεί 18 θέσεις Ιατρικού Λειτουργού 1ης και 2ης Τάξης.              Με γνώμονα τις ανάγκες της Υπηρεσίας, οι τρείς

κατανεμήθηκαν στον τομέα της Γενικής Ιατρικής και οι υπόλοιπες στον τομέα της Ειδικής Ιατρικής σε ειδικότητες που καθορίστηκαν. 

Το Σχέδιο Υπηρεσίας, στο ουσιώδες για το ζήτημα μέρος του, προβλέπει ως απαιτούμενα προσόντα τα ακόλουθα:

"Εγγραφή στο Μητρώο Ιατρών Κύπρου.  Σε περίπτωση που οι ανάγκες της Υπηρεσίας απαιτούν την εκτέλεση καθηκόντων Ειδικής Ιατρικής, οι υποψήφιοι θα πρέπει να κατέχουν και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο στην ειδικότητα στην οποία θα απασχοληθούν, που αναγνωρίζεται στη χώρα που αποκτήθηκε και να θεωρούνται ως ειδικοί σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Ιατρών Νόμον."

Είναι καθαρό ότι, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ'ων η

αίτηση,

για τις θέσεις στον τομέα της Γενικής Ιατρικής απαιτείται μόνο

      εγγραφή στο Μητρώο Ιατρών Κύπρου και ότι μόνο για τις θέσεις στον

τομέα της Ειδικής Ιατρικής απαιτείται μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος, γι' αυτό και διευκρινίζεται πως αυτά θα πρέπει να καλύπτουν την ειδικότητα στην οποία θα απασχοληθούν.

       .../..

                            ― 4 -

       Ο διαζευτικός όμως ισχυρισμός που προβλήθηκε, είναι

σοβαρός.  Οχι ως προς τον αιτητή Ε. Ευαγγέλου.  Στην περίπτωση του η Ε.Δ.Υ. σημείωσε πως διαθέτει ειδίκευση σε κλάδο της Ιατρικής την οποία και έθεσε, όπως συνάγεται, σε ίση μοίρα σε σχέση με τις ειδικότητες όσων άλλων υποψηφίων επίσης τη διέθεταν,

τους οποίους και κατονομάζει.  Δεν περιλαμβάνεται όμως σε αυτούς

η Α. Ιωσήφ.  Αντίθετα σημειώθηκαν τα ακόλουθα:

"Επίσης η Επιτροπή σημείωσε ότι η υποψήφια Ιωσήφ Αντρη εξασφάλισε από τη Νομαρχία Αττικής τίτλο Ιατρικής Ειδικότητας στη Γενική Ιατρική στις 17/5/91 και το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου την αναγνώρισε ως Ειδικό Ιατρό στη Γενική Ιατρική στις 4/12/91, δηλαδή μετά τον πρώτο ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων που είναι η 21/5/91."

Είναι σαφές πως η μη συμπερίληψη της αιτήτριας μεταξύ

των

υποψηφίων που διέθεταν ειδίκευση σε συνδυασμό με την πιο πάνω σημείωση, σημαίνει πως η Ε.Δ.Υ. ενήργησε με την αντίληψη πως στην

περίπτωση της ο τίτλος στη Γενική Ιατρική δε μπορούσε να συνεκτιμηθεί κατά τη διαδικασία επιλογής του καταλληλοτέρου επειδή το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου την αναγνώρισε ως Ειδικό Ιατρό

μετά τον ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων.

       Εχει γίνει λάθος.  Η τελευταία ημέρα της προθεσμίας μέσα στην οποία θα μπορούσαν να υποβληθούν οι αιτήσεις για διορισμό ήταν ο ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων που απαιτούνταν από

το Σχέδιο Υπηρεσίας και όχι άλλων προσόντων, επιπρόσθετων. Τα

επιπρόσθετα προσόντα, μεταξύ των οποίων και οι τίτλοι σπουδών, όπως αποφασίστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις

υποθέσεις Κυπριακή Δημοκρατία και άλλος ν. Αδάμος Ανδρέου και άλλοι, Αναθεωρητικές Εφέσεις 1715 & 1723 και 1255 & 1261 ημερομηνίας 28/4/93, είναι νόμιμο να εκτιμούνται εφόσον αποκτήθηκαν οποτεδήποτε μέχρι την ημέρα λήψης της απόφασης.

                                   .../..

- 5 -

       Στην πιο πάνω υπόθεση η απόφαση της Ε.Δ.Υ. επικυρώθηκε επειδή το σφάλμα ως προς τη δυνατότητα συνεκτίμησης των επιπρόσθετων προσόντων, ενόψει του συνόλου των στοιχείων, δε μπορούσε να θεωρηθεί ότι άσκησε επίδραση στην κρίση της αναφορικά

με το ποιοί ήταν οι καταλληλότεροι.  Η απόφανση ως προς το ρόλο

που διαδραμάτισε ορισμένος χειρισμός όπως παρατήρησε η Ολομέλεια,

κρίνεται με γνώμονα τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης.

Το

κριτήριο δε μπορεί να είναι ποιά σημασία θα ήταν δικαιολογημένο

να προσδοθεί στον ένα ή στον άλλο παράγοντα.  Δεν θα επεκταθώ επομένως με αναφορά στη νομολογία ως προς τη βαρύτητα που δικαιολογείται να δίδεται στα επιπρόσθετα προσόντα.  Εκείνο που

έχει σημασία είναι η βαρύτητα που τους προσδόθηκε στην πράξη στη

συγκεκριμένη περίπτωση και κατ' επέκταση το κατά πόσο επέδρασε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.  (Βλέπε την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Νιόβη Παπαϊωάννου και άλλοι ν. Κυπριακή

Δημοκρατία, Αναθεωρητική Εφεση 891, ημερομηνίας 19/12/1991.)

       Στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η πλάνη της Ε.Δ.Υ. επέδρασε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. 

Οπως είδαμε, ρητά η Ε.Δ.Υ. έστρεψε την προσοχή της στις ειδικεύσεις των υποψηφίων.  Κατονόμασε όσους τις διέθεταν και αιτιολόγησε ειδικά την κρίση της πως η Α. Ιωσήφ δεν τη διέθετε. 

Δεν είναι όμως μόνο αυτό.  Συμπεριέλαβε στην ίδια την αιτιολογία

της κρίσης της ως προς τους καταλληλότερους, ρητή αναφορά όχι μόνο στις ειδικεύσεις τους αλλά και στο γεγονός της αναγνώρισης

τους από το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου.  Παραθέτω τα σχετικά αποσπάσματα από τα πρακτικά.  Πρέπει να εξηγηθεί ότι ο

Μιχ. Μιχαηλίδης που περιλαμβανόταν στους επιλεγέντες δεν αποδέχθηκε τελικά διορισμό στη θέση με επακόλουθο τη λήψη, στις

12/11/92, απόφασης για διορισμό της Χρυστάλλας Μιτσίδου Ηρακλέους.  Η τελευταία δεν διέθετε ειδίκευση και δεν υπάρχει στην περίπτωση της τέτοια αναφορά.

"1. ΜΕΝΕΛΑΟΥ-ΜΑΤΒΕΕΒΑ Ελενα, η οποία κρίθηκε ως εξαίρετη τόσο ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας

.../..

                            ― 6 -

Υπηρεσίας όσο και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαθέτει τίτλο ειδικότητας στη Χειρουργική Παίδων από το 1987, Πιστοποιητικό αναγνώρισής της από το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου ως Ειδικού στη Χειρουργική Παίδων (1987) και διαθέτει το πλεονέκτημα.

 2. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Μιχαλάκη, ο οποίος κρίθηκε ως εξαίρετος τόσο ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας όσο και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαθέτει βεβαίωση, ημερομηνίας 29.4.91, της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης ότι έχει επιτύχει στις εξετάσεις για απόκτηση άδειας χρησιμοποίησης του τίτλου της Ιατρικής Ειδικότητας Ρευματολογίας και πιστοποιητικό, ημερομηνίας 20.5.91, αναγνώρισής του από το Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου ως Ειδικού στη Ρευματολογία.

 3. ΠΑΥΛΟΥ Παύλο, ο οποίος κρίθηκε ως εξαίρετος τόσο ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας όσο και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαθέτει τον τίτλο "Membership of the Royal Colleges of Physicians" από το 1978 και πιστοποιητικό, ημερομηνίας 6.5.82, αναγνώρισής του από το

              Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου ως Ειδικού Παθολόγου."

Το γεγονός ότι πράγματι προσδόθηκε σημασία στις

ειδικεύσεις

είναι παραδεχτό και στην αγόρευση των καθ'ων η αίτηση.  Οι αιτητές ανέμειξαν, στην πληθώρα των ισχυρισμών που ανέπτυξαν, και

τη θέση πως τα επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα των ενδιαφερόμενων

μερών ήταν στοιχεία εξωγενή.  Οι καθ'ων η αίτηση επεσήμαναν πως

οι αιτητές δε μπορούσαν να επικαλούνται αυτά τα στοιχεία ως ενδεικτικά δικής τους υπεροχής και ταυτόχρονα να τα θεωρούν εξωγενή ως προς τους άλλους και, με αναφορά στη σχετική νομολογία, υπεραμύνθηκαν της ενέργειας της Ε.Δ.Υ. να τα λάβει

.../..

- 7 -

υπόψη, πολύ περισσότερο αφού στην παρούσα υπόθεση ήταν σχετικά με

τα καθήκοντα της θέσης.  Προσθέτω τελικά πως η Α. Ιωσήφ είχε κριθεί ως εξαίρετη κατά τη συνέντευξη τόσο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και ενώπιον της Ε.Δ.Υ.

       Οπως σημείωσα, δεν υπήρχαν στην περίπτωση της Χρυστάλλας Μ. 

Ηρακλέους επιπρόσθετα προσόντα για να ληφθούν υπόψη.  Τα πιο πάνω

όμως αφορούν και σε αυτή αφού δε μπορούμε να γνωρίζουμε ποιά θα

ήταν η κατάληξη αν συνυπολογιζόταν πως η Α. Ιωσήφ διέθετε την ειδίκευση στη Γενική Ιατρική.  Η Χρυστάλλα Μ. Ηρακλέους διέθετε

το πλεονέκτημα της πείρας που αποκτήθηκε σε υπηρεσία σε δημόσια

θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία, αλλά αυτό

παραγνωρίστηκε σε σχέση με αριθμό υποψηφίων, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής Ε. Ευαγγέλου.  Στην αγόρευση των καθ'ων η αίτηση υποστηρίζεται ως δικαιολογημένη η παραγνώριση κυρίως ενόψει της

καλύτερης απόδοσης του Π. Παύλου που δεν διέθετε το πλεονέκτημα,

στις συνεντεύξεις.  Η Α. Ιωσήφ απέδωσε καλύτερα από τη Χρυστάλλα

Μ. Ηρακλέους στη συνέντευξη ενώπιον της Ε.Δ.Υ. αφού εκείνη, όπως

σημείωσα, κρίθηκε ως εξαίρετη ενώ η συνυποψήφιος της ως πάρα πολύ

καλή.

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη για το λόγο που

εξήγησα

και δεν θα εξετάσω τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν. 

Αυτό ισχύει και αναφορικά με τον Ε. Ευαγγέλου αφού, όπως έχει νομολογηθεί (βλέπε Κλέαρχος Μιλτιάδους και άλλοι ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Αναθεωρητικές Εφέσεις 789, 791 και 796 της 30 Μαεου

1989 και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Βαρνάβας Χαραλάμπους και άλλος,

Αναθεωρητική Εφεση 867 της 30 Ιουνίου 1992), η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης στην προσφυγή της Α. Ιωσήφ στερεί από το

αντικείμενο της τη δική του.  Σημειώνω πάντως πως οι

      ισχυρισμοί

των αιτητών για παράνομη συγκρότηση ή σύνθεση της Συμβουλευτικής

Επιτροπής εγκαταλείφθηκαν.

                                   .../..

              ― 8 -

Η προσφυγή της Α. Ιωσήφ (321/93) επιτυγχάνει και η

προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται εν μέρει, δηλαδή ως προς τα ενδιαφερόμενα μέρη Π. Παύλου και Χρυστάλλα Μ. Ηρακλέους.  Η προσφυγή του Ε. Ευαγγέλου απορρίπτεται ως στερηθείσα του αντικειμένου της.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

                     Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

                            Δ.

\ΔΓ


 

      8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΛΩΡΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Αιτήτριας,

v.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση,

(Υπ. Αρ. 826/93). ____________________________________

      Προσφυγή  βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας ανήκει στην αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου ― Ελλείψει ισχυρισμού περί ελλιπούς έρευνας κατά την εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας στην κριθείσα περίπτωση δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος ακυρώσεως.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας ― Βαρύτητα ― Αναφορά του Διευθυντή σε τέτοιο προσόν κατά τη σύσταση ― Κρίθηκε σύννομη.

Η αιτήτρια προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού για λόγους που αφορούσαν κυρίως την μη αναγνώριση ακαδημαϊκού της προσόντος ως απαιτουμένου από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.       Δεν τίθεται ζήτημα ελλιπούς έρευνας και είναι ορθή η

θέση των καθ' ων η αίτηση πως, ενόψει της σταθεράς μας νομολογίας σύμφωνα με την οποία η έρευνα και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας ανήκει στην αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου, δεν στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.

Υπό το φως των στοιχείων, ήταν εύλογα επιτρεπτό να

θεωρηθεί ότι το προσόν της αιτήτριας δεν ταυτιζόταν με το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας ούτε εξισωνόταν προς αυτό.

2.       Δεν είναι ισχυρισμός της αιτήτριας πως ήταν εκείνη που

υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους και μάλιστα έκδηλα ή πως υπήρχε οτιδήποτε το μεμπτό στην διαδικασία της επιλογής.  Η αιτήτριας υποστήριξε μόνο πως η απόφαση είναι άκυρη γιατί ο διευθυντής, αιτιολογώντας τη σύσταση, ανέφερε πως το ενδιαφερόμενο μέρος "διαθέτει ειδικότητα στην Παθολογία η οποία, παρόλον που δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελεί πλεονέκτημα είναι προσόν που δεν μπορεί να αγνοηθεί παντελώς".!

Δεν βλέπω τίποτε το αξιοκατάκριτο στην πιο πάνω τοποθέτηση του Διευθυντή.  Είναι εναρμονισμένη προς τη νομολογία ως προς τη σημασία που είναι δυνατό να προσδοθεί σε επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας.  Ούτως ή άλλως η ΕΔΥ σημείωσε στο τέλος ότι συνεκτίμησε και την ειδικότητα του ενδιαφερομένου μέρους  αλλά και τον μεταπτυχιακό αναγνωρισμένο τίτλο της αιτήτριας και προκύπτει πως αυτό το στοιχείο ήταν εντελώς περιθωριακής σημασίας.

      Η προσφυγή απορρίπτεται

χωρίς έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προήγαγαν το ενδιαφερόμενο μέρος Σ. Φέττα στη θέση του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού, αντί της αιτήτριας.

Π. Μιχαήλ (δ/νίς) για Α. Παπαχαραλάμπους, για την αιτήτρια.

Ε. Κλεόπα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για προαγωγή του Σ. Φέττα στη θέση του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού.

Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε ως απαραίτητο προσόν "μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν

στη Δημόσια Υγεία ή τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας

       ή/και Νοσοκομείων".

Mόνο στην περίπτωση που δεν θα υπήρχαν υποψήφιοι που να κατέχουν αυτό το προσόν άνοιγε η δυνατότητα προαγωγής άλλων με βάση την υπηρεσία τους.  (Βλ. τη σημείωση στο σχέδιο υπηρεσίας.)    Η αιτήτρια διεκδίκησε κατοχή μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στη Δημόσια Υγεία.

Αν πράγματι κατείχε αυτό το προσόν θα παρέμενε χωρίς ανθυποψήφιο αφού όλοι οι άλλοι θα μπορούσαν να είναι υποψήφιοι μόνο με βάση τη σημείωση.

Η αιτήτρια, μετά από δωδεκάμηνες σπουδές στο London School of Hygiene Tropical Medicine του πανεπιστημίου του Λονδίνου, απέκτησε τον τίτλο Master of Science στην Επιδημιολογία.  Από το 1989 γνωστοποίησε το γεγονός στον Πρόεδρο της ΕΔΥ ως σχετικό προς την πλήρωση της θέσης του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού (βλ. ερ. 42).   Η αιτήτρια επανήλθε με νέα επιστολή της ημερομηνίας 7 Ιανουαρίου 1993 (ερ. 76) στην οποία επισύναψε αποσπάσματα από βιβλία επιδημιολογίας και κοινοτικής ιατρικής, του World Directory of Schools of Public Health της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και Προγράμματα Σπουδών του London School of Hygiene and Tropical Medicine, για να δείξει ότι η Επιδημιολογία είναι κλάδος της Δημόσιας Υγείας.   Τελικά, με επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 31 Μαρτίου 1993 (ερυθρό 77) διεκδίκησε δικαίωμα διορισμού με βάση το σχέδιο υπηρεσίας.

Η ΕΔΥ προέβη στη δική της έρευνα.   Ζήτησε πρώτα την άποψη του Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών.   Η απάντηση του περιέχεται στην επιστολή του ημερομηνίας 14 Μαεου 1992.  'Ηταν η ακόλουθη:

"Δια να εξακριβωθεί πέραν πάσης αμφιβολίας κατά

       πόσο το προσόν το οποίο απέκτησε η Δρ. 

Παπαντωνίου (Master of Science in Epidemiology)

είναι ισότιμο με το προσόν στη Δημόσια Υγεία ζητήθηκε σχετική διευκρίνηση από το Βρεττανικό Συμβούλιο.

       Σύμφωνα με τη σχετική διευκρίνηση του

Βρεττανικού Συμβουλίου η Επιδημιολογία αποτελεί

      ένα από τα βασικά θέματα για την απόκτηση του Τίτλου/Διπλώματος στη Δημόσια Υγεία.  Κατά συνέπεια κατά τη γνώμη μου, η Δρ. Λώρα Παπαντωνίου δεν είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στη Δημόσια Υγεία ή τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας ή/και Νοσοκομείων και κατά συνέπεια δεν πληροί τη σχετική πρόνοια των απαιτουμένων προσόντων Παρ. (1) του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού.  Αντίγραφα της σχετικής αλληλογραφίας επισυνάπτονται για πλήρη κατατόπισή σας."

Η επιστολή του Βρεττανικού Συμβουλίου στην οποία αναφέρθηκε o Διευθυντής ήταν η ακόλουθη:

"1.  Epidemiology is not recognised as a medical speciality in its own right in U.K.  As you rightly state it comes within the special-

      ity of Community Medicine, now called Public Health Medicine.

 2.  The recognised specialities in U.K. are listed in the NACPME Sheet "Becoming a Specialist" (attached).

 3.  A doctor who satisfactorily completes a recognised training post in his chosen speciality is awarded a Certificate of Accreditation by the appropriate Joint Committee.  This entitles him to practice as a Consultant in that speciality.

       4.       If Dr Papantoniou wants to find out how

much of the training and experience she's already had would count towards accreditation in the speciality of Public Health Medicine she would need to write, with full details of her previous posts, to the Faculty of Public Health Medicine at the Royal College of Physicians (London).

       5.       However, accredited specialist training is

only necessary in U.K. if the Doctor wishes to become a Consultant.   If he simply wishes to improve his knowledge and understanding of a subject he can do an academic course like the Msc in Epidemiology at the L.S.H.T.M.  This provides a recognised academic qualification but will only count in part towards accredited training in the appropriate speciality."

      Η ΕΔΥ έκαμε ένα ακόμα βήμα.   Απευθύνθηκε η ίδια προς το Βρεττανικό Συμβούλιο προς περαιτέρω διερεύνηση του θέματος.

Λήφθηκε η ακόλουθη απάντηση:

       "RE MSc IN EPIDEMIOLOGY

       Medical specialities in Britain are grouped in

      ten categories, one of which is Community Medicine.   Within this category fall Clinical Public Health, Government Medical Service, and Medical Administration.

       Epidemiology is part of the speciality, Public

      Health Medicine.  Our office has written:

Accredited specialist training is only necessary in UK if the Doctor wishes to become a Consultant.  If he simply wishes to improve his knowledge and understanding of a subject, he can do an academic course like the MSc in Epidemiology at the LSHTM.  This provides a recognised academic qualification but will only count in part toward accredited training in an appropriate speciality.

As you state that "candidates are not required to have a speciality in Public Health" and as Dr. Papantoniou has a recognised postgraduate degree (not merely a diploma), there seems to be no problem."

      Mε τη συμπλήρωση της έρευνας και αφού στο μεταξύ τέθηκαν ενώπιον της ΕΔΥ και οι απόψεις της αιτήτριας στις οποίες έχω αναφερθεί, η ΕΔΥ έκρινε πως η αιτήτρια δεν κατείχε το συζητούμενο προσόν.  Η επιστολή εκ μέρους του Προέδρου της ΕΔΥ ημερομηνίας 13 Σεπτεμβρίου 1993 (ερ. 79) προς τους δικηγόρους της αιτήτριας είναι σχετική και την παραθέτω.

"'Exω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με στοιχεία ΠΑ/Φ565/ΝΕ και ημερ. 31.3.93, εκ μέρους

      της κ. Λώρας Παπαντωνίου, Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας και να σας πληροφορήσω τα εξής:

2.  Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, εξέτασε το θέμα της κατοχής ή μή από την κ. Παπαντωνίου, του απαιτούμενου από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, "μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στη Δημόσια Υγεία ή τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας ή και Νοσοκομείων" στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης μιας κενής θέσης Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού.

3.  Η  Επιτροπή αφού μελέτησε προσεκτικά όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένων σχετικών επιστολών του Βρεττανικού Συμβουλίου, του Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, και της κ. Παπαντωνίου ημερ.  7.1.93, έκρινε ότι η κ. Παπαντωνίου δεν κατέχει το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης πιο πάνω προσόν, γιατί ο τίτλος "Μaster of Science Degree in Epidemiology, awarded by the University of London (London School of Hygiene and Tropical Medicine)", που η κ. Παπαντωνίου κατέχει, δεν είναι "στη Δημόσια Υγεία ή τη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας ή και Νοσοκομείων", όπως απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.

4.  Περαιτέρω πληροφορείστε ότι επειδή στην πιο πάνω διαδικασία ετύγχανε εφαρμογής η σχετική σημείωση του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης ότι "Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν υποψήφιοι που να κατέχουν το στο (1) απαιτούμενο προσόν, θα μπορούν να προαχθούν και υποψήφιοι που θα έχουν δεκαετή υπηρεσία στη θέση Ιατρικού Λειτουργού, 1ης και 2ης Τάξης,..." η Επιτροπή έκρινε ότι η κ. Παπαντωνίου είναι προσοντούχος και την έλαβε

υπόψη μαζί με άλλους υποψήφιους κατά την τελική εξέταση του θέματος.

4.  Το όνομα του επιλεγέντος υποψήφιου για

προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ιατρικού Λειτουργού, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας θα δημοσιευτεί σύντομα στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας."

      Η αιτήτρια υποστηρίζει πως, με βάση τα στοιχεία που υπήρχαν η ΕΔΥ όφειλε να είχε καταλήξει σε ευνοϊκή γι' αυτήν απόφαση ιδίως ενόψει της τελευταίας παραγράφου της δεύτερης επιστολής του Βρεττανικού Συμβουλίου που παρέθεσα πιο πάνω.

Δεν τίθεται ζήτημα ελλιπούς έρευνας και είναι ορθή η θέση των καθ' ων η αίτηση πως, ενόψει της σταθεράς μας νομολογίας σύμφωνα με την οποία η έρευνα και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας ανήκει στην αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου, δεν στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.

Υπό το φως των στοιχείων, ήταν εύλογα επιτρεπτό να θεωρηθεί ότι το προσόν της αιτήτριας δεν ταυτιζόταν με το απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας ούτε εξισωνόταν προς αυτό.   Δεν ήταν αφ' εαυτού αναγνωρισμένο ως ιατρική ειδικότητα αλλά αποτελούσε μόνο, όπως σημείωσε ο Διευθυντής, ένα από τα βασικά θέματα για την απόκτηση του τίτλου/διπλώματος στη Δημόσια Υγεία.  Η τελευταία παράγραφος της δεύτερης επιστολής του Βρεττανικού Συμβουλίου δεν είναι σχετική προς την ουσία του ερωτήματος που είχε τεθεί.   Η ΕΔΥ, στη δική της επιστολή προς το Βρεττανικό Συμβούλιο, ανέφερε πως σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας (προφανώς είχε κατά νούν τη σημείωση) οι υποψήφιοι δεν είναι απαραίτητο να έχουν ειδικότητα στη Δημόσια Υγεία.  Το Βρεττανικό Συμβούλιο, αφού απάντησε με τον τρόπο που φαίνεται στις επιστολές που παρέθεσα ως προς τη φύση των μεταπτυχιακών σπουδών στην Επιδημιολογία, απλώς σημείωσε πως δεν έβλεπε την ύπαρξη προβλήματος ενόψει της πληροφορόρησης που είχε ως προς το σχέδιο υπηρεσίας, εξηγώντας πως η αιτήτρια κατείχε αναγνωρισμένο μεταπτυχιακό τίτλο, γεγονός όμως που δεν είχε αμφισβητηθεί και δεν βρισκόταν υπό διερεύνηση.

Η αιτήτρια επεσύναψε στην αγόρευση της την ακόλουθη βεβαίωση του Ιατρικού Συμβουλίου Κύπρου ημερομηνίας 18 Μαρτίου 1993, ως αποδεικνύουσα ότι "η κατοχή τίτλου στην Επιδημιολογία αποτελεί κατοχή τίτλου σε "σχετικό κλάδο της ειδικότητας της Δημόσιας Υγείας..."

       "Με το παρόν βεβαιούται ότι, το Ιατρικό

      Συμβούλιο αποφάσισε σε συνεδρία του της 3ης

Μαρτίου 1993, να τροποποιήσει τους Κανονισμούς περί Ιατρών (Ειδικά Προσόντα) και να συμπεριλάβει στον Πίνακα των ήδη κατοχυρωμένων ειδικοτήτων εκείνη της Δημόσιας Υγείας.

'Ενα από τα απαιτούμενα προσόντα θα είναι η

κατοχή τίτλου σε σχετικό κλάδο.   Η επιδημιολογία έχει καθοριστεί ως τέτοιος."

Οι καθ' ων η αίτηση δεν αντέδρασαν στην προσαγωγή της βεβαίωσης αλλά εισηγήθηκαν πως είναι εντελώς άσχετη και

χωρίς οποιαδήποτε βαρύτητα.   Συμφωνώ πως δεν φαίνεται να αλλοιώνει με οποιοδήποτε τρόπο την κατάσταση.   Και εφόσον είχε υλοποιηθεί η εκφραζόμενη πρόθεση για τροποποίηση των Κανονισμών στην οποία αναφέρεται θα αφορούσε στο ξεχωριστό ζήτημα της συμπερίληψης της ειδικότητας της Δημόσιας Υγείας στις κατοχυρωμένες ειδικότητες και όχι στο γενικό συσχετισμό του μεταπτυχιακού τίτλου στην Επιδημιολογία προς την

ειδικότητα της Δημόσιας Υγείας που είναι το ζητούμενο στην παρούσα υπόθεση ενόψει του σχεδίου υπηρεσίας.   Εν πάση περιπτώσει, ακόμα και για τον ειδικό σκοπό που αναφέρθηκε, η επιδημιολογία φέρεται να έχει καθοριστεί μόνο ως ένα από τα απαιτούμενα προσόντα για την αναγνώριση της ειδικότητας στη Δημόσια Υγεία.

Η ΕΔΥ, αφού έκρινε πως εφαρμοζόταν η σημείωση, σύγκρινε τους υποψηφίους που ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις της, στους οποίους περιλαμβανόταν και η αιτήτρια.   Με εκτεταμένη αιτιολόγηση κατέληξε πως ο Σ. Φέττας τον οποίο είχε συστήσει και ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, υπερείχε.  Δεν χρειάζεται να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες γιατί δεν είναι ο ισχυρισμός της αιτήτριας πως ήταν εκείνη που υπερείχε και μάλιστα έκδηλα ή πως υπήρχε οτιδήποτε το μεμπτό στην διαδικασία της επιλογής.   Η αιτήτρια υποστήριξε μόνο πως η απόφαση είναι άκυρη γιατί ο Διευθυντής, αιτιολογώντας τη σύσταση, ανέφερε πως ο Σ.  Φέττας, "διαθέτει ειδικότητα στην Παθολογία η οποία, παρόλον που δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελεί πλεονέκτημα είναι προσόν που δεν μπορεί να αγνοηθεί παντελώς".

Δεν βλέπω τίποτε το αξιοκατάκριτο στην πιο πάνω τοποθέτηση του Διευθυντή.   Είναι εναρμονισμένο προς τη νομολογία ως προς τη σημασία που είναι δυνατό να προσδοθεί σε επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας.  Ούτως ή άλλως η ΕΔΥ σημείωσε στο τέλος ότι συνεκτίμησε και την ειδικότητα του Σ. Φεττά αλλά και το μεταπτυχιακό αναγνωρισμένο τίτλο της αιτήτριας και προκύπτει πως αυτό το στοιχείο ήταν εντελώς περιθωριακής σημασίας.   Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.   Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.   Καμιά διαταγή για έξοδα.

Γ. Κωνσταντινίδης

Δ.

/ΜΣι.


 

      8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΙΩΑΚΕΙΜ κ.ά.,

Αιτητών,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση,

(Υπ. Αρ. 274/93). ____________________________________

      Προσφυγή  βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Αντικείμενο -

 Προδικαστική ένσταση απτόμενη της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ― Προβλήθηκε για πρώτη φορά με τη γραπτή αγόρευση για τους καθ' ων η αίτηση και εξετάστηκε ― Κρίθηκε ότι η προσφυγή στρεφόταν εναντίον ανύπαρκτης απόφασης και στερούνταν αντικειμένου ― Η προσφυγή απορρίφθηκε.

Ερμηνεία ― Ο περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμος του 1982 (Ν.9/82), όπως τροποποιήθηκε) ― Ο καθορισμός χώρου στάθμευσης αστικού ταξί αποτελεί ανεξάρτητη διοικητική λειτουργία.

[Οι πιο πάνω τίτλοι περιλαμβάνουν τα νομικά σημεία της αποφάσεως του Δικαστηρίου εξαντλητικά.].

Η προσφυγή απορρίπτεται

χωρίς έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 19.1.93, στις Ιεραρχικές Προσφυγές με αριθμούς 243-247/92 με τις οποίες εισάγεται το σύστημα της "πιάτσας" για το ΤΑΞΙ στην οδό Κωστάκη Παντελίδη στη Λευκωσία.

Αρ. Γεωργίου, για τους αιτητές.

Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

- 2 -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

       Επειδή εγείρεται ζήτημα αν η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών πράγματι πήρε την απόφαση που προσβάλλεται με την προσφυγή αυτή,

είναι ανάγκη να σκιαγραφηθούν από την αρχή τα ουσιώδη γεγονότα.

Η προδικαστική ένσταση των καθ'ων η αίτηση προβλήθηκε

για

πρώτη φορά με τη γραπτή τους αγόρευση αλλά αυτό δε δικαιολογεί την άποψη των αιτητών πως έπρεπε να απορριφθεί χωρίς να εξεταστεί.  Το θέμα άπτεται της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.

       Οι χώροι στάθμευσης πέντε ταξί στις οδούς Ονασαγόρου, Απόλλωνος και Μεγάλου Αλεξάνδρου καταργήθηκαν με την απόφαση του

Δήμου Λευκωσίας για την πεζοδρομοποίηση των οδών Λήδρας και

      Ονασαγόρου.  Εξετάστηκαν τρόποι επίλυσης του προβλήματος επιβίωσης των ιδιοκτητών τους και αφού η αρχική απόφαση της Αρχής

Αδειών για μεταφορά τους κυρίως στην οδό Ρηγαίνης ανακλήθηκε μετά

από ενστάσεις που υποβλήθηκαν, στις 17/9/92 η Αρχή Αδειών προέκρινε την παραχώρηση σε όλους τους επηρεαζόμενους χώρων στάθμευσης στην οδό Κ. Παντελίδη.

Οι αιτητές ως ιδιοκτήτες αστικών ταξί που από χρόνια,

υπό

την επωνυμία "Ταξί Royal και Αποστράτης", χρησιμοποιούσαν ως χώρο

στάθμευσης την οδό Κ. Παντελίδη, άσκησαν ιεραρχικές προσφυγές. Η

Αναθεωρητική Αρχή Αδειών αφού άκουσε τους ενδιαφερόμενους κατέληξε ως εξής:

"(α) να δοθεί ένας χώρος στάθμευσης για κάθε αδειούχο ταξί το οποίο ανήκε στο γραφείο ταξί ROYAL κατά την 27.10.92 και εξακολουθεί να ανήκει σε αυτόν σήμερα, και

(β) να δοθούν χώροι στάθμευσης στα οχήματα των

ενδιαφερομένων μερών εις αντικατάσταση των χώρων που καταργήθηκαν.

                                   .../..

                            ― 3 -

Εφόσον, όπως μας αναφέρθηκε, στους χώρους εκείνους θα εφαρμοστεί το σύστημα της "πιάτσας" η Αρχή Αδειών κατά την υλοποίηση της παρούσας απόφασης θα πρέπει να ρυθμίσει το θέμα της κανονικής λειτουργίας του συστήματος της "πιάτσας" κατά τρόπο που να είναι ακριβοδίκαιος για όλους τους ενδιαφερομένους."

Με την προσφυγή επιδιώκεται η ακόλουθη θεραπεία:

"Απόφαση και/ή Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με την οποία να ακυρώνεται η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών ημερομηνίας 19/1/93 στις Ιεραρχικές Προσφυγές με αριθμούς 243-247/92 με τις οποίες εισάγεται το σύστημα της "πιάτσας" για το ΤΑΞΙ στην οδό Κωστάκη Παντελίδη στη Λευκωσία, και να κηρύσσει αυτήν ως εξ υπαρχής άκυρη και χωρίς κανένα έννομο αποτέλεσμα."

             Προκύπτει πως, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ'ων η αίτηση, η

Αναθεωρητική Αρχή Αδειών δεν αποφάσισε την εισαγωγή του συστήματος της "πιάτσας".  Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών περιορίστηκε στην απόρριψη των ιεραρχικών προσφυγών και στην παραχώρηση χώρων στάθμευσης στην οδό Κ. Παντελίδη.  Είναι καθαρό από το πρακτικό πως η αναφορά στο σύστημα της "πιάτσας" συνιστούσε απλή σύσταση για ακριβοδίκαιη ρύθμιση, στην περίπτωση

που θα αποφασιζόταν στο μέλλον, όχι από την ίδια, η εφαρμογή του. 

Αυτή η κατάληξη εναρμονίζεται και με το σύνολο των υπόλοιπων στοιχείων.  Στην απόφαση της Αρχής Αδειών ημερομηνίας 17/9/92 που

προσβλήθηκε με τις ιεραρχικές προσφυγές, σημειώθηκε πως "στο παρόν στάδιο δεν ενδείκνυται να υιοθετηθεί το σύστημα της "πιάτσας"".  Αυτό, ενόψει προφανώς εισήγησης της Επιτροπής Τροχαίας του Δήμου Λευκωσίας (βλέπε πρακτικό ημερομηνίας 3/8/92)

      για επίσπευση της διαδικασίας προς έγκριση από την Αρχή Αδειών και εφαρμογή του συστήματος.  Οι ίδιες οι ιεραρχικές προσφυγές είχαν βέβαια ως αντικείμενο την απόφαση ως προς τους χώρους

.../..

- 4 -

στάθμευσης και ήταν ως προς αυτό το θέμα που αναλώθηκε η ακροαματική διαδικασία ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών.

Στο πρακτικό της ημερομηνίας 27/10/92, περιλαμβάνεται και επισήμανση πως η Αρχή Αδειών δεν είχε αποφασίσει την υιοθέτηση του συστήματος της "πιάτσας".  Αναφέρουν οι καθ'ων η αίτηση πως

με ξεχωριστή μεταγενέστερη απόφαση της Αρχής Αδειών, που εξωτερικεύθηκε με την επιβολή όρων στις άδειες οδικής χρήσης που

εξέδωσε, εισήγαγε πράγματι το σύστημα της "πιάτσας".  Εφόσον έτσι

έχουν τα πράγματα, αυτή η μεταγενέστερη απόφαση δεν αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής.  Η προσφυγή στρέφεται εναντίον ανύπαρκτης απόφασης, στερείται αντικειμένου και πρέπει να απορριφθεί.

       Οι αιτητές ανέπτυξαν στην αγόρευση τους και επιχειρήματα ως

προς τη νομιμότητα της απόφασης που λήφθηκε αναφορικά με τους χώρους στάθμευσης.  Δεν παρέχεται δικαιοδοσία για την αναθεώρηση

αυτής της απόφασης αφού δεν αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής,

αλλά θα προσέθετα ότι, εν πάση περιπτώσει, τα παράπονα των αιτητών δεν είναι δικαιολογημένα.

       Ενώπιον της Αρχής βρίσκονταν όλα τα στοιχεία.  Περιλαμβάνονταν σε αυτά οι παραστάσεις των ενδιαφερόμενων μερών,

οι ενστάσεις των αιτητών και άλλων, οι θέσεις της Επιτροπής Τροχαίας του Δήμου Λευκωσίας, και βέβαια η ίδια η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών.  Πάνω από όλα ήταν ενώπιον της ως αδιαμφισβήτητο γεγονός η κατάργηση των χώρων στάθμευσης στις οδούς Ονασαγόρου, Απόλλωνος και Μεγάλου Αλεξάνδρου.  Συναφώς, με

δική της πρωτοβουλία, ενόψει των απόψεων που διατυπώθηκαν κατά την ακρόαση των ιεραρχικών προσφυγών, η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών

εξασφάλισε οριστική διευκρίνιση από την Επιτροπή Τροχαίας του Δήμου Λευκωσίας αναφορικά με την κατάσταση.

                     .../..

- 5 -

Οι ισχυρισμοί των αιτητών για παράλειψη διεξαγωγής

δέουσας

έρευνας παραμένουν ατεκμηρίωτοι και η απόφαση της Αναθεωρητικής

Αρχής Αδειών, αντίθετα προς την εισήγησή τους, ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.

Ο Δήμος Λευκωσίας, μετά την κατάργηση των χώρων

στάθμευσης

στις οδούς που αναφέρθηκαν και αφού, στη συνέχεια, αποφάσισε και

      την κατάργηση εκείνων στην οδό Ρηγαίνης, δημιούργησε νέους χώρους

στάθμευσης στη γειτονική οδό Κ. Παντελίδη.  Η Αναθεωρητική Αρχή

Αδειών σημείωσε στην απόφαση της τα ακόλουθα:

"Από τις διευκρινίσεις αυτές φαίνεται καθαρά ότι στην οδό Κωστάκη Παντελίδη θα δημιουργηθούν 25 συνολικά χώροι στάθμευσης ταξί ενώ θα καταργηθούν όλοι οι χώροι στην οδό Ρηγαίνης και στις οδούς Λήδρας και Ονασαγόρου οι οποίες έχουν μετατραπεί σε πεζόδρομους.

Αρμόδια Αρχή για τον καθορισμό χώρων στάθμευσης σε δημόσιους χώρους σε μια δημαρχούμενη περιοχή είναι ο Δήμος, στην προκειμένη περίπτωση ο Δήμος Λευκωσίας.

Εφόσον ο Δήμος Λευκωσίας έχει αποφασίσει να

καταργήσει τους υφιστάμενους χώρους στάθμευσης στην οδό Ρηγαίνης και αλλού και να δημιουργήσει τους χώρους στάθμευσης που αναφέρονται πιο πάνω στην οδό Κωστάκη Παντελίδη, αναπόφευκτα θα πρέπει οι χώροι αυτοί να δοθούν σε εκείνους των οποίων οι χώροι έχουν καταργηθεί."

       Οι αιτητές βλέπουν ως λόγο ακυρότητας το ότι, όπως ισχυρίζονται, ο Δήμος Λευκωσίας δεν άκουσε τις απόψεις τους πριν

αποφασίσει τη δημιουργία νέων χώρων στάθμευσης.  Ομως, ούτως ή

άλλως, δε μπορεί να τίθεται ζήτημα αναθεώρησης της απόφασης του

Δήμου Λευκωσίας στην παρούσα διαδικασία.  Δεν ήταν ούτε ενδιάμεση ούτε προπαρασκευαστική της απόφασης της Αναθεωρητικής

Αρχής Αδειών.  Από τα στοιχεία που υπάρχουν φαίνεται πως ο Δήμος

                                   .../..

                            ― 6 -

Λευκωσίας άσκησε τις δικές του αρμοδιότητες (βλέπε άρθρο 88 του

περί Δήμων Νόμου του 1985, Ν. 111/85, όπως τροποποιήθηκε). Ο

καθορισμός χώρου στάθμευσης αστικού ταξί αποτελεί ανεξάρτητη διοικητική λειτουργία που διέπεται από ειδικό Νόμο (βλέπε τον περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμο του 1982, Ν. 9/82, όπως τροποποιήθηκε).

Η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών πράγματι όφειλε να

προσεγγίσει

      το πρόβλημα με δοσμένη την κατάσταση αναφορικά με το πού, κατά την απόφαση του Δήμου Λευκωσίας, ήταν επιτρεπτό να σταθμεύουν οχήματα.  Η μη παραχώρηση νέου χώρου στάθμευσης των επηρεασθέντων

θα σήμαινε την καταστροφή τους και θα ήταν αδιανόητη.  Η οδός Κ. Παντελίδη γειτνίαζε προς τους καταργηθέντες χώρους στάθμευσης

και η επιλογή της ήταν εύλογη αν όχι αναπόφευκτη αφού ήταν σε αυτή που δημιουργήθηκαν νέοι χώροι στάθμευσης και όχι αλλού. Ο

ισχυρισμός των αιτητών πως δεν ερευνήθηκε αν πράγματι οι ανάγκες

δικαιολογούσαν τέτοια ρύθμιση ή ότι δε λήφθηκε υπόψη ότι θα επηρεάζονταν τα δικά τους συμφέροντα, παραγνωρίζει το γεγονός ότι

οι ενδιαφερόμενοι είχαν ήδη, για χρόνια μάλιστα, άδεια αστικού ταξί με χώρο στάθμευσης στην ίδια περιοχή και επομένως με δικό τους μερίδιο στην επιβατική κίνηση που φυσιολογικά, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, θα διοχετευόταν στην οδό Κ. Παντελίδη.

Στο τέλος οι αιτητές θεωρούν μεμπτή τη δημιουργία 25

χώρων

στάθμευσης στην οδό Κ. Παντελίδη, δηλαδή κατά δέκα περισσοτέρων

του συνολικού αριθμού των αρχικών αδειών.  Δεν έχει ληφθεί τέτοια

απόφαση από την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών.  Είναι ο Δήμος Λευκωσίας που δημιούργησε 25 χώρους στάθμευσης στην οδό

Κ. Παντελίδη, πράγμα που βέβαια δεν είναι το ίδιο.  Εκείνο που αύξησε η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών, αντικαθιστώντας στο σημείο αυτό την απόφαση της Αρχής Αδειών, ήταν οι χώροι στάθμευσης των

ίδιων των αιτητών, έτσι ώστε να έχουν πλέον ένα χώρο για κάθε αδειούχο ταξί που ανήκε στο γραφείο τους.

                                   .../..

- 7 -

       Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

                     Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

                            Δ.

\ΔΓ


 

      8 Σεπτεμβρίου, 1994

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.]

ΑΛΕΚΑΣ  ΠΑΛΑΙΚΥΘΡΙΤΟΥ,

Αιτήτριας,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση,

(Υπ. Αρ. 864/93). ____________________________________

      Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Εξομοίωση του χρόνου σπουδών προς απόκτηση τίτλου προς υπηρεσία ή πείρα Η εγκύκλιος 908 και οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικοί)

Κανονισμοί του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91) ― Απαραίτητη η απουσία από την υπηρεσία είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια για σπουδές επί πλήρους βάσεως για να στοιχειοθετηθεί η εξομοίωση ― Δικαιολογημένη η διαφορετική ρύθμιση ως προς το διδακτορικό δίπλωμα.

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος ― Πεδίο ενεργείας του Δικαστηρίου ― Δεν αποφασίζει πρωτογενώς αλλά ελέγχει την κρίση του διοικητικού οργάνου ― Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν είναι δυνατόν να αναμορφωθεί εκ των υστέρων με προβολή ενώπιον του Δικαστηρίου αιτιολογίας άλλης από αυτήν που στηρίχθηκε η πράξη ― Διαφορετική η περίπτωση της επίκλησης εσφαλμένης νομοθετικής διάταξης.

Με την προσφυγή η αιτήτρια προσέβαλε την απόρριψη του αιτήματός της να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.  Η αιτήτρια έλαβε το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό τίτλο με σπουδές προ της προσλήψεως της στην δημόσια υπηρεσία και μόνο τις τελικές εξετάσεις προς απόκτηση του τίτλου έδωσε ως δημόσιος υπάλληλος κατόπιν αδείας απουσίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.       Μετά την εγκύκλιο 908 και τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας

(Γενικούς) Κανονισμούς του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91) που

επακολούθησαν δεν είναι πλέον το γεγονός της απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου ο κρίσιμος παράγων.  Σε αντίθεση προς όσα ίσχυαν προηγουμένως, δεν είναι η ίδια η απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου που κατά πλάσμα εξομοιώνεται με υπηρεσία ή πείρα, αλλά ο χρόνος σπουδών που διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτησή του υπό την προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, ότι το προσόν αποκτήθηκε μετά από σπουδές πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου.

Χωρίς απουσία από την υπηρεσία για σπουδές πάνω σε πλήρη βάση, δεν υπάρχει αντικείμενο για εξομοίωση προς υπηρεσία ή πείρα.  Η αιτήτρια δεν απουσίασε από την εργασία της για να σπουδάσει.  Συμπλήρωσε τις σπουδές της πριν προσληφθεί στη Δημόσια Υπηρεσία και δεν υπήρχε δυνατότητα για ικανοποίηση του αιτήματός της.

2.       Ο Κανονισμός 15(1)(δ), υπό τους όρους που θέτει,

αναγνωρίζει ως υπηρεσία ή πείρα μέχρι ένα έτος από το χρόνο σπουδών που διανύθηκε για απόκτηση διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου πριν από το διορισμό του κατόχου του στη δημόσια υπηρεσία.

     

Η διαφορετική ρύθμιση ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, είναι δικαιολογημένη αφού αυτή η ρύθμιση λειτουργεί ως ιδιαίτερο κίνητρο προσέλκυσης στη Δημόσια Υπηρεσία επιστημόνων που απέκτησαν το ανώτερο ακαδημαϊκό προσόν σε τομέα σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης.  Η μόνη διάκριση στην οποία προβαίνουν οι Κανονισμοί αφορούσε στους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου.  Ολοι οι άλλοι στους οποίους συγκαταλέγεται και η αιτήτρια τοποθετήθηκαν σε ίση μοίρα.  Με την αναγνώριση του εύλογου της διάκρισης ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, δεν υπάρχει υπόβαθρο προς στήριξη του ισχυρισμού για παραβίαση της αρχής της ισότητας.

3.       Τα δεδομένα στην παρούσα περίπτωση δεν επιτρέπουν

εξέταση του ισχυρισμού περί συσχετισμού μεταξύ των καθηκόντων του Τελωνειακού Λειτουργού και του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου της αιτήτριας.  Δεν στηρίχτηκε σε τέτοια αιτιολογία η ΕΔΥ και, όπως είναι θεμελιωμένο, δεν είναι δυνατό να αναμορφωθεί εκ των υστέρων η διοικητική απόφαση.  Το Δικαστήριο δεν αποφασίζει ορισμένο διοικητικό ζήτημα πρωτογενώς αλλά ελέγχει αν η κρίση του διοικητικού οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή.  Η περίπτωση της στήριξης αιτιολογίας που δίδεται, σε Νόμο άλλο από εκείνο που τη νομιμοποιεί, είναι διαφορετική.

Η προσφυγή απορρίπτεται

χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χριστοδουλίδης v. Δημοκρατίας (1984) 3 C.L.R. 1303. Θεοδουλίδου v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 689/89 της 6/11/89. Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απέρριψαν αίτημα της αιτήτριας να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής της το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.

Γ. Κορφιώτης, για την αιτήτρια,

Ε. Κλεόπα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

Το αίτημα της αιτήτριας προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας να ληφθεί υπόψη για σκοπούς προαγωγής της το μεταπτυχιακό της δίπλωμα, απορρίφθηκε με την ακόλουθη αιτιολογία:

"2.  Σύμφωνα με την παράγραφο 15(1)(α) των περί

Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών) Κανονισμών του 1991

              (Κ.Δ.Π. 98/91), θα αναγνωρίζεται ως υπηρεσία ή

      πείρα για σκοπούς προαγωγής, ο χρόνος που

διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου, όταν απουσίαζε από τα καθήκοντά του για να αποκτήσει το προσόν αυτό, νοουμένου ότι το προσόν σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης ή των

      θέσεων που κατείχε ο υπάλληλος και ότι αυτό αποκτήθηκε μετά από σπουδές στην Κύπρο ή στο εξωτερικό πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του.

3.  Με βάση τις πρόνοιες του πιο πάνω κανονισμού και τα στοιχεία που περιέχονται στον Προσωπικό σας φάκελο, προκύπτει ότι δεν απουσιάσατε από τα καθήκοντά σας, είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια, για να αποκτήσετε το μεταπτυχιακό σας δίπλωμα, και συνεπώς δεν τίθεται θέμα αναγνώρισης ως υπηρεσίας στη θέση Τελωνειακού Λειτουργού, 3ης τάξης, του χρόνου που διανύσατε για την απόκτηση του εν λόγω διπλώματος".

      Tα γεγονότα πάνω στη βάση των οποίων συζητήθηκε το νόμιμο της απόφασης, είναι παραδεκτά.   Η αιτήτρια είναι απόφοιτος του Τμήματος Γαλλικών Σπουδών (1982) και Αγγλικών Σπουδών (1986) του Πανεπιστημίου Αθηνών.    Από τον Μάϊο 1988 παρακολούθησε σε πλήρη βάση το μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Trenton State College της Νέας Υερσέης των ΗΠΑ.   Στις 15 Ιουνίου 1989 προσλήφθηκε στη Δημόσια Υπηρεσία ως Τελωνειακός Λειτουργός Τρίτης Τάξης.   Τον ίδιο μήνα και κατά τον Ιούλιο του 1989 απουσίασε από την εργασία της και παρακάθησε με επιτυχία στις τελικές εξετάσεις.   Το Δεκέμβριο 1989 υπέβαλε τη διπλωματική της εργασία και τον Αύγουστο 1990 της απονεμήθηκε ο μεταπτυχιακός τίτλος Master of Education.

Eίναι ο βασικός ισχυρισμός της αιτήτριας πως εσφαλμένα θεωρήθηκε ως προϋπόθεση για την εφαρμογή του Κανονισμού η απουσία του υπαλλήλου από την υπηρεσία για όλο το χρονικό διάστημα που απαιτείται για απόκτηση του μεταπτυχιακού του διπλώματος.   Υποστηρίζει πως ο Κανονισμός καλύπτει και την περίπτωση κατά την οποία ο υπάλληλος, ενώ άρχισε τις σπουδές πριν προσληφθεί απέκτησε το δίπλωμα μετά την πρόσληψή του.  Προσθέτει ότι η ΕΔΥ ενήργησε υπό πλάνη όταν θεώρησε πως δεν απουσίασε απο την εργασία της για να το αποκτήσει.  Αντιτείνουν οι καθ' ων η αίτηση πως η αιτήτρια δεν απέκτησε το δίπλωμά της μετά από σπουδές στην Κύπρο ή στο εξωτερικό πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας της και προτείνουν πως ορθά απορρίφθηκε το αίτημά της.

Μέχρι και το 1990, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και αντίστοιχες εγκυκλίους, λογιζόταν ως υπηρεσία ή πείρα για τους σκοπούς των σχεδίων υπηρεσίας σε σχέση με θέσεις για τις οποίες απαιτείτο ορισμένη υπηρεσία ή πείρα, μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος αποκτούμενος από δημόσιους υπαλλήλους κατόπιν μελέτης στο εξωτερικό είτε πρίν είτε μετά το διορισμό τους στη δημόσια υπηρεσία.   (Βλ. τις εγκυκλίους 300 (Φακ. 6026/62) ημερομηνίας 18 Σεπτεμβρίου 1973 και 614 (Φακ.  6111/54/VII) ημερομηνίας 3 Μαρτίου 1982 και τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 13 Σεπτεμβρίου 1973 και 10, 11 και 12 Φεβρουαρίου 1982).    Τα πράγματα άλλαξαν με την εγκύκλιο 908 (Φακ. 6111/54/ΧΙ) ημερομηνίας 20 Ιανουαρίου 1990 που εκδόθηκε βάσει της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 32848 ημερομηνίας 4 Ιανουαρίου 1990.  Ακολούθησαν οι συζητούμενοι Κανονισμοί οι οποίοι αναπαρήγαγαν την τελευταία ρύθμιση με ορισμένες διαφοροποιήσεις που δεν αφορούσαν ακριβώς στο επίδικο ζήτημα.

Με μια εξαίρεση στην οποία θα αναφερθώ μετά, δεν είναι πλέον το γεγονός της απόκτησης του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του

τίτλου ο κρίσιμος παράγων.   Σε αντίθεση προς όσα ίσχυαν προηγουμένως, δεν είναι η ίδια η απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος ή του τίτλου που κατά πλάσμα εξομοιώνεται με υπηρεσία ή πείρα, αλλά ο χρόνος σπουδών που διανύθηκε από υπάλληλο για την απόκτησή του υπό την προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, ότι το προσόν αποκτήθηκε μετά από σπουδές πάνω σε πλήρη βάση είτε με υποτροφία είτε με εκπαιδευτική άδεια κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπαλλήλου.

Χωρίς απουσία από την υπηρεσία για σπουδές πάνω σε πλήρη βάση, δεν υπάρχει αντικείμενο για εξομοίωση προς υπηρεσία ή πείρα.    Η αιτήτρια επικαλούμενη την εγκύκλιο 908, ζήτησε, όπως σημείωσα στην αρχή, να ληφθεί υπόψη το μεταπτυχιακό της δίπλωμα.   Το γεγονός ότι οι Κανονισμοί είχαν ήδη υποκαταστήσει την εγκύκλιο, δεν έχει σημασία.   Επίσης δεν έχει σημασία η λανθασμένη αντίληψη που διαφαίνεται ότι είχε σχηματίσει η αιτήτρια ως προς την ουσία των διατάξεων που ρυθμίζουν το θέμα.  Η ΕΔΥ ορθά είδε τη διεκδίκηση ως αναφερόμενη στο χρόνο που διανύθηκε για την απόκτηση του προσόντος, και, όπως ανέφερε, την εξέτασε με γνώμονα τους ισχύοντες κανονισμούς.   Ότι αυτό ήταν το αίτημα του αιτήματος της αιτήτριας το επιβεβαιώνει και η ίδια η θεραπεία που επιδιώκει με την προσφυγή της.   Ζητά ακύρωση της απόρριψης του αιτήματός της, "για αναγνώριση ως υπηρεσίας....του χρόνου που διάνυσε για να αποκτήσει μεταπτυχιακό δίπλωμα".   Η αιτήτρια δεν απουσίασε από την εργασία της για να σπουδάσει.    Συμπλήρωσε τις σπουδές της πριν προσληφθεί στη Δημόσια Υπηρεσία και δεν υπήρχε, για το λόγο που εξήγησα, δυνατότητα για ικανοποίηση του αιτήματός της.

Το γεγονός ότι η αιτήτρια παρακάθησε στις τελικές εξετάσεις κατά την εξεταστική περίοδο Ιουνίου ― Ιουλίου 1989, αμέσως δηλαδή μετά το διορισμό της, δεν αλλάσσει την κατάσταση, και, πάντως δεν δικαιολογεί τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ πλανήθηκε ως προς τα γεγονότα.   Το αίτημα και στη συνέχεια η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αφορούσε σ' αυτή τη μικρή περίοδο αλλά στο σύνολο του χρόνου που αφιερώθηκε για τις σπουδές προς απόκτηση του μεταπτυχιακού διπλώματος.    Το κατά πόσο ο χρόνος που απαιτήθηκε για τη συμμετοχή στις τελικές εξετάσεις θα μπορούσε, στο πλάισιο των Κανονισμών, να αναγνωριστεί ως υπηρεσία, δεν καλύφθηκε από την προσβαλλόμενη απόφαση και, έχοντας υπόψη και την επιδιωκόμενη θεραπεία, δεν συνιστά αντικείμενο του αναθεωρητικού ελέγχου ως αυτοτελές ζήτημα.

Είναι ο διαζευκτικός ισχυρισμός της αιτήτριας πως εφόσον οι Κανονισμοί δεν την καλύπτουν, δημιουργείται ζήτημα δυσμενούς διάκρισης σε βάρος της και γι' αυτό το λόγο, όπως προσθέτει, είναι ultra vires ως προς τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο του 1990 (Ν. 1/90).   Αυτός ο τελευταίος ισχυρισμός θα πρέπει να αποδοθεί σε σύγχυση των δυο εννοιών.   Εν πάση περιπτώσει η ενδεχόμενη διαπίστωση δυσμενούς διάκρισης θα ήταν αφ' εαυτής λόγος ακυρότητας, ως συνιστώσα παραβίαση της αρχής της ισότητας που κατοχυρώνει το άρθρο 28(1) του Συντάγματος.

Ο Κανονισμός 15(1)(δ), υπό τους όρους που θέτει, αναγνωρίζει ως υπηρεσία ή πείρα μέχρι ένα έτος από το χρόνο σπουδών που διανύθηκε για απόκτηση διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου πριν από το διορισμό του κατόχου του στη δημόσια υπηρεσία.  Η αιτήτρια επικαλείται αυτό το Κανονισμό, όχι όμως για να υποστηρίξει πως δεν υπάρχει εύλογη αιτιολογική βάση στη θέσπιση διαφορετικής ρύθμισης ως προς το διδακτορικό δίπλωμα ή τίτλο.   Παραθέτω τη σύντομη απάντηση της στην εισήγηση των καθ' ων η αίτηση πως η διάκριση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

      "Αναφορικά προς το επιχείρημα της Αιτήτριας για δυσμενή διάκριση και βέβαια ο Νομοθέτης του Κανονισμού μπορεί να ρυθμίσει διαφορετικά τα πράγματα μεταξύ μεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώματος αυτό όμως που κατά την ταπεινή μας εισήγηση δεν μπορεί να κάμει είναι να μεταχειρισθή δυσμενώς κάποιον υπάλληλο της υπηρεσίας που απέκτησε τον μεταπτυχιακό τίτλο αρχίζοντας πριν την πρόσληψη του στην Υπηρεσία τες σπουδές, από κάποιο ο οποίος τον απέκτησε πριν ή αρχίζοντας τες σπουδές του μετά την πρόσληψη του."

Θα έλεγα πως η σύμπτωση των απόψεων αναφορικά με τη δυνατότητα διαφορετικής ρύθμισης ως προς τους κατόχους

διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, είναι δικαιολογημένη αφού αυτή η ρύθμιση λειτουργεί ως ιδιαίτερο κίνητρο προσέλκυσης στη Δημόσια Υπηρεσία επιστημόνων που απέκτησαν το ανώτερο ακαδημαϊκό προσό σε τομέα σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης.   Όμως η μόνη διάκριση στην οποία προβαίνουν οι Κανονισμοί αφορούσε στους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου.   Όλοι οι άλλοι στους οποίους συγκαταλέγεται και η αιτήτρια τοποθετήθηκαν σε ίση μοίρα.   Με την αναγνώριση του εύλογου της διάκρισης ως προς τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ή τίτλου, δεν υπάρχει υπόβαθρο προς στήριξη του ισχυρισμού για παραβίαση της αρχής της ισότητας.

Με απασχόλησε, και το ανέφερα στις δυο πλευρές κατά τις διευκρινίσεις, ο Κανονισμός 15(2).   Καλύπτει δημοσίους υπαλλήλους που υπηρετούσαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Κανονισμού οι οποίοι σύμφωνα με τις πρόνοιές του, διατηρούν το δικαίωμα αναγνώρισης ως υπηρεσίας ή πείρας μέχρι δυο έτη κατά ανώτατο όριο, του χρόνου που διανύθηκε για την απόκτηση μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου προτού διοριστούν στη Δημόσια Υπηρεσία.   Υπήρχε όμοια πρόνοια και στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 20 Ιανουαρίου 1990.

Κατέληξα πως ορθά η αιτήτρια δεν επικαλέστηκε αυτό τον Κανονισμό ή την αμέσως προϊσχύσασα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.  Συνιστούν μεταβατική πρόνοια προς κατοχύρωση δικαιωμάτων που είχαν κτηθεί ήδη με βάση το καθεστώς που ίσχυε μέχρι το 1990.   Η αιτήτρια δεν είχε αποκτήσει τέτοιο δικαίωμα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1990 που είναι ο πρώτος ουσιώδης χρόνος στην περίπτωση της αφού της απονεμήθηκε το μεταπτυχιακό δίπλωμα τον Αύγουστο του 1990.  Η περίπτωση της αιτήτριας, η οποία μετά τις σπουδές της και την επιτυχία της

στις τελικές εξετάσεις, υπέβαλε τη διπλωματική εργασία της πριν από την αλλαγή που επέφερε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 20 Ιανουαρίου 1990, είναι ίσως ακραία.   Δεν θα ήμουν όμως έτοιμος να πω ότι δεν ήταν εύλογο να περιοριστεί η μεταβατική διάταξη στη διασφάλιση δικαιωμάτων ήδη κεκτημένων και όχι απλώς προσδοκουμένων.

Οι καθ' ων η αίτηση υπεστήριξαν πως η προσβαλλόμενη απόφαση θα ήταν εν πάση περιπτώσει νόμιμη αφού ο μεταπτυχιακός τίτλος της αιτήτριας δεν σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης της.   Επικαλέστηκαν συναφώς τις υποθέσεις Χριστοδουλίδης ν. Δημοκρατία (1984) 3 CLR στη σελ.  1303 και Στέλλα Θεοδουλίδου ν. Δημοκρατία Προσφυγή 689/89 ημερομηνίας 6 Νοεμβρίου 1989.

Τα δεδομένα στην παρούσα περίπτωση δεν επιτρέπουν εξέταση αυτού του ισχυρισμού όσο και αν πράγματι δεν φαίνεται

συσχετισμός μεταξύ των καθηκόντων του Τελωνειακού Λειτουργού και του μεταπτυχιακού διπλώματος ή τίτλου της αιτήτριας.  Δεν στηρίχτηκε σε τέτοια αιτιολογία η ΕΔΥ και, όπως είναι θεμελιωμένο, δεν είναι δυνατό να αναμορφωθεί εκ των υστέρων η διοικητική απόφαση.    Το Δικαστήριο δεν αποφασίζει ορισμένο διοικητικό ζήτημα πρωτογενώς αλλά ελέγχει αν η κρίση του διοικητικού οργάνου είναι εύλογα επιτρεπτή.   Η περίπτωση της στήριξης αιτιολογίας που δίδεται, σε Νόμο άλλο

από εκείνο που τη νομιμοποιεί, είναι διαφορετική.    Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.   Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.   Καμιά διαταγή για έξοδα.

Γ. Κωνσταντινίδης

Δ.

/ΜΣι.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο