ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1993) 4 ΑΑΔ 1525

25 Ιουνίου, 1993

[ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

ΠΕΤΡΟΣ ΔΥΜΙΩΤΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 658/91)

 

Οι περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86) — Καν. 23(3) — Για θέσεις σε κλίμακα Α15 και άνω, η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή — Καν. 23(4) — Για θέσεις κατώτερες της κλίμακας Α15 λαμβάνει υπόψη τις απόψεις της Επιτροπής Επιλογής και της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής — Δυνατότητα Επιτροπής Επιλογής βάσει του Καν. 10 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα, να θεωρήσει ως υποψήφιους, υπαλλήλους που δεν έχουν υποβάλει αίτηση — Παρόμοια εξουσία δεν παρέχεται στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή για θέσεις στην κλίμακα Α15 και άνω — Απόφαση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου να συμπεριλάβουν στους υποψηφίους για θέση της κλίμακας Α15, υπάλληλο που δεν είχε υποβάλει αίτηση, αποτελεί απόφαση που λήφθηκε με νομική πλάνη, που οδηγεί σε ακύρωση της προαγωγής του εν λόγω υπαλλήλου.

Ο κυριότερος ισχυρισμός του αιτητή στην παρούσα προσφυγή, ήταν ότι η καθ' ης η αίτηση Αρχή έλαβε την επίδικη απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους με πλάνη ως προς το Νόμο, καθ'ότι τον συμπεριέλαβε στους υποψηφίους χωρίς αυτός να έχει υποβάλει αίτηση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Ο ευπαίδευτος δικηγόρoς της Αρχής εισηγήθηκε ότι τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και η Αρχή, θεωρώντας το Ενδιαφερόμενο Μέρος ως υποψήφιο για πλήρωση της θέσης, παρόλο που ο ίδιος δεν υπέβαλε ποτέ αίτηση, ενήργησαν νόμιμα και σύμφωνα με την πρόνοια του Κανονισμού 10 του Μέρους Ι του Δεύτερους Πίνακα των Κανονισμών της Αρχής.

Το Δικαστήριο διαφωνεί με την εισήγηση αυτή, για τον απλούστατο λόγο, ότι παραγνωρίζει την υφιστάμενη διάκριση στην ακολουθητέα διαδικασία στις περιπτώσεις πλήρωσης κενών θέσεων με μισθολογική κλίμακα κάτω της Α15, στις οποίες, εκτός από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, έχει αρμοδιότητα και η Επιτροπή Επιλογής κάτω από τον Κανονισμό αρ. 18, αφ' ενός, και στην ακολουθητέα διαδικασία στις περιπτώσεις πλήρωσης κενών θέσεων με μισθολογική κλίμακα Α15 και άνω, όπως είναι η επίδικη θέση, στις οποίες αρμοδιότητα έχει μόνο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κάτω από τον Κανονισμό αρ. 19, αφ'ετέρου. Η νομική πλάνη τόσο της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όσο και της Αρχής, έγκειται στην παραγνώριση της εν λόγω διάκρισης και στην εφαρμογή, κατά τη διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης, του Κανονισμού 5 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα των Κανονισμών, ο οποίος, δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση. Αν ο νομοθέτης ήθελε να συμπεριλάβει στον Κανονισμό 5 του Μέρους ΙΙ του Δεύτερου Πίνακα, παρόμοια πρόνοια με αυτή που ίσχυε στην περίπτωση πλήρωσης κενών θέσεων με κλίμακα κάτω της Α15, θα μπορούσε να το είχε ρητά κάμει, όπως έκαμε και στην περίπτωση του Κανονισμού 10 του Μέρους Ι του εν λόγω Πίνακα. Ο Κανονισμός 5 του Μέρους ΙΙ του Πίνακα μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς την ύπαρξη τέτοιας πρόνοιας και, σίγουρα, δεν είναι επιτρεπτό να εισάγονται στο κείμενο του λέξεις και φράσεις που δεν υπάρχουν.

Προκύπτει από τα πιο πάνω, ότι δεν υπάρχει νομοθετική πρόνοια με βάση την οποία θα μπορούσε η Αρχή να θεωρήσει ως υποψήφιο το Ενδιαφερόμενο Μέρος, εφόσον δεν είχε υποβάλει αίτηση. Η επί του προκειμένου νομική πλάνη της Αρχής, οδηγεί σε ακύρωση της προσβαλλόμενης προαγωγής. Η προκήρυξη της επίδικης θέσης σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(1), αποτελεί προϋπόθεση για τη νόμιμη πλήρωσή της. Προϋπόθεση νόμιμης προαγωγής σ'αυτή οποιουδήποτε προσοντούχου υπαλλήλου της Αρχής, αποτελεί η εμπρόθεσμη υποβολή αίτησης από τον εν λόγω υπάλληλο.

H προσφυγή επιτυγχάνει με £100 έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ρ.Ι.Κ. και Άλλοι v. Καραγιώργη και Άλλου (1991) 3 Α.Α.Δ. 159,

Μεταξά και Άλλοι v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 2608.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος, στη θέση Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγικού Σταθμού Δεκέλειας.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Γ. Κακογιάννης, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠOΓIATZHΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή του ο Αιτητής Πέτρος Δυμιώτης προσβάλλει για τρίτη κατά συνέχεια φορά την προαγωγή, από 1/6/1987, του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ανδρέα Φιλίππου στη θέση Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας.

Το Ενδιαφερόμενο Μέρος προάχθηκε για πρώτη φορά στην επίδικη θέση με απόφαση της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η "Αρχή"), ημερομηνίας 19/5/1987. Η εν λόγω απόφαση προσβλήθηκε με την προσφυγή του Αιτητή με αρ.438/87 και κηρύχθηκε άκυρη από το Δικαστήριο για το λόγο ότι δεν καταγράφηκαν στα πρακτικά οι συστάσεις και οι απόψεις του Διευθυντή και των Διευθυντών Υπηρεσίας της Αρχής, τις οποίες η Αρχή είχε λάβει υπόψη στη διαδικασία πλήρωσης της εν λόγω θέσης.

Μετά την έκδοση της εν λόγω ακυρωτικής απόφασης, η Αρχή επανεξέτασε το θέμα και στη συνεδρία της ημερομηνίας 3/11/1989 αποφάσισε και πάλιν την προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους στην επίδικη θέση αναδρομικά από 1/6/1987.  Εναντίον της δεύτερης αυτής απόφασης της Αρχής ο Αιτητής καταχώρησε την προσφυγή με αρ.103/90 με αποτέλεσμα να επιτύχει την ακύρωση της απόφασης από το Δικαστήριο για το λόγο ότι το όργανο που την εξέδωσε ήταν παράνομα συγκροτημένο αφού κατά την κρίσιμη συνεδρία συμμετείχαν ως μέλη του συμβουλίου και παρατηρητές βάσει του Ν.149/88 ο οποίο κηρύχθηκε αντιστυνταγματικός με απόφαση της Ολομέλειας, στην ΡΙΚ και Άλλοι v. Καραγιώργη και Άλλου (1991) 3 Α.Α.Δ. 159.

Μετά τη δεύτερη ακυρωτική απόφαση η Αρχή επιλήφθηκε και πάλιν του θέματος. Κατ' αρχή η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή για θέματα προσωπικού (που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η "Συμβουλευτική Υπεπιτροπή") συνήλθε στις 2 και 8 Μαΐου 1991 για να επανεξετάσει το θέμα. Όπως φαίνεται στα πρακτικά της Τεκμ.3 στην ένσταση, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, αφού εξέτασε τα στοιχεία του Αιτητή και του Ενδιαφερόμενου Μέρους και αφού έλαβε επίσης υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή, αποφάσισε, όπως είχε πράξει και στο παρελθόν, να συστήσει στην Αρχή την προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους.  Ακολούθως η Αρχή κατά τη συνεδρία της με ημερομηνία 21/5/1991, αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή, αποφάσισε να προάξει το Ενδιαφερόμενο Μέρος στην επίδικη θέση αναδρομικά από 1/6/1987. Το σχετικό πρακτικό της συνεδρίας της Αρχής με ημερομηνία 21/5/1991 αναφέρει επί του προκειμένου τα εξής:

"Θέμα Προσωπικού

(α) Μελετήθηκαν τα πρακτικά συνδριάσεων της Συμβ. Υ/Ε της Αρχής για Θέματα Προσωπικού που έγιναν στις 2 και 8 Μαΐου, 1991 και στάληκαν για τη συνεδρία ως Παράρτημα 5.

Ακύρωση Διορισμών/Προαγωγών/Μεταθέσεων από το Ανώτατο Δικαστήριο

Ο κ. Εργατούδης κλήθηκε στη συνεδρία για να εκφέρει τις απόψεις του.

Μια θέση Διευθυντή ΗΣ Δεκέλειας, Κλίμακα Α15

Με προηγούμενη απόφαση της Αρχής ημερ. 3.11.1989 είχε προαχθεί στην πιο πάνω θέση από 1.6.1987 ο 8741 Ανδρέας Φιλίππου. Η απόφαση της Αρχής να προάξει τον 8741 Ανδρέα Φιλίππου ακυρώθηκε λόγω του ότι το Συμβούλιο της Αρχής δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένο, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ.103/90.

Η Αρχή ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε εκ νέου της αιτήσεως για προαγωγή όπως αναφέρεται στον κατάλογο χρώματος λευκού, και του υποψηφίου για προαγωγή ο οποίος πληρεί το Σχέδιο Υπηρεσίας και δεν υπέβαλε αίτηση για τη θέση αυτή όπως φαίνεται στον κατάλογο χρώματος πρασίνου, και αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελο του κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Αρχής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα σε συσχετισμό προς το ισχύον για τη θέση Σχέδιο Υπηρεσίας και επίδοση την υπηρεσία όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για θέματα Προσωπικού, τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος προτείνει για προαγωγή στην πιο πάνω θέση τον 8741 Ανδρέα Φιλίππου, επιβεβαιώνοντας τη σύσταση του που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον της Αρχής καθώς επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους, και αφού ακολούθησαν διαβουλεύσεις των Μελών της Αρχής μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Διευθυντή (ο οποίος αποχώρησε μετά που εξέφρασε τις απόψεις του)

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ

χωρίς να λάβει υπόψη της ή να επηρεασθεί κατά οποιοδήποτε τρόπο από την προηγούμενη (ακυρωθείσα) απόφαση της Αρχής, την προαγωγή του 8741 Ανδρέα Φιλίππου, στη θέση Διευθυντή ΗΣ Δεκέλειας, αναδρομικά (εφόσον η προηγούμενη προαγωγή ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για λόγους τυπικούς) από 1.6.1987."

Eναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή με την οποία ο Αιτητής προβάλει πολλούς και ποικίλους λόγους για την ακύρωσή της. Ένας από τους βασικότερους ισχυρισμούς του Αιτητή εναντίον της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρεται στο γεγονός ότι τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και η Αρχή θεώρησαν το Ενδιαφερόμενο Μέρος ως υποψήφιο για την πλήρωση της επίδικης θέσης παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος ουδέποτε υπόβαλε αίτηση για προαγωγή σ' αυτή. Είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου του Αιτητή ότι, εφόσον το Ενδιαφερόμενο Μέρος δεν υπόβαλε αίτηση για προαγωγή, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και ακολούθως η Αρχή ενήργησαν κάτω από το βάρος πλάνης ως προς το νόμο και τους ισχύοντες κανονισμούς και ότι, παρόλο που το Ενδιαφερόμενο Μέρος κατείχε ομολογουμένως τα απαραίτητα προσόντα για προαγωγή στην επίδικη θέση, δε θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί ως υποψήφιος για την πλήρωσή της.

Αφού μελέτησα τα επιχειρήματα των ευπαιδεύτων δικηγόρων των δυο πλευρών, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο πιο πάνω ισχυρισμός του Αιτητή είναι βάσιμος και ότι η προσβαλλόμενη προαγωγή πρέπει να ακυρωθεί για το μοναδικό αυτό λόγο. Η αιτιολογία της απόφασής μου έχει ως εξής:

Σύμφωνα με τον κανονισμό 13(1)* των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), η Αρχή με γνωστοποίηση της ημερομηνίας 2/5/1987 είχε προκηρύξει για πλήρωση την επίδικη κενή θέση και καθόρισε ως ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων από προσοντούχους υπαλλήλους της Αρχής την 9/5/1987. Η εν λόγω γνωστοποίηση έχει συγκεκριμένα ως εξής:

"Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων Αρ. 6/87

Γίνονται δεκτές αιτήσεις από υπαλλήλους της Αρχής για την πλήρωση της θέσεως του Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας.

Οι αιτήσεις πρέπει να υποβληθούν στο Έντυπο ΑΗΚ αρ.353 και να ληφθούν από τον Αρχιμηχανικό & Γενικό Διευθυντή το αργότερο μέχρι τις 9 Μαΐου, 1987.

Αιτήσεις θα λαμβάνονται υπόψη μόνο στις περιπτώσεις που οι αιτητές κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα της θέσεως κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων που καθορίζεται πιο πάνω (δηλαδή 9.5.1987).

Αιτήσεις από αιτητές που δεν κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα κατά την πιο πάνω ημερομηνία, δεν θα λαμβάνονται υπόψη. Δεν θα λαμβάνονται επίσης υπόψη αιτήσεις που θα ληφθούν μετά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, που αναφέρεται πιο πάνω.

Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσεως Διευθυντή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού επισυνάπτεται στην παρούσα Γνωστοπoίηση για πληροφορία κάθε ενδιαφερόμενου."

Δέον να σημειωθεί ότι η επίδικη θέση ταξινομείται, σύμφωνα με τον Πρώτο Πίνακα των εν λόγω Κανονισμών, ως θέση Επιστημονικού Προσωπικού με μισθολογική κλίμακα Α15.

Ο μόνος προσοντούχος υπάλληλος που υπέβαλε αίτηση για προαγωγή στην επίδικη θέση, σύμφωνα με την πιο πάνω προκήρυξη, ήταν ο Αιτητής.

Σύμφωνα με τον κανονισμό 23(3) η Αρχή, κατά την προαγωγή σε θέση επί κλίμακας Α15 και άνω, όπως είναι η παρούσα, λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή καθώς και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων. Ενώ κατά την προαγωγή σε θέση άλλη από εκείνη που αναφέρεται στην παράγραφο (3) του Κανονισμού 23, δηλαδή, σε θέση επί κλίμακας κατώτερης της Α15, η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη, σύμφωνα με την παράγραφο (4) του ίδιου Κανονισμού, τις συστάσεις και απόψεις της αρμοδίας Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, του Διευθυντή και οποιουδήποτε Διευθυντή Υπηρεσίας, Περιφερείας ή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού που η Αρχή ήθελε κρίνει σκόπιμο να συμβουλευτεί καθώς και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων.

Ο ρόλος τόσο της Επιτροπής Επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο (4) του κανονισμού 23, όσο και της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής που αναφέρεται στην παράγραφο (3) του εν λόγω κανονισμού είναι μόνο συμβουλευτικός με σκοπό την παροχή βοήθειας προς την Αρχή στην επιλογή του καλύτερου διαθέσιμου υποψήφιου. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι, ενώ η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με τον Κανονισμό 19, να επιλαμβάνεται θεμάτων διορισμού, προαγωγής και μεταθέσεως σε θέσεις όλων των επιπέδων, η αρμοδιότητα της Επιτροπής Επιλογής περιορίζεται, σύμφωνα με τον κανονισμό 18, στην πλήρωση δια προαγωγής θέσεων προαγωγής και θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής με μισθολογική κλίμακα κάτω της κλίμακας Α15.

Οι Κανονισμοί που ρυθμίζουν τη διαδικασία των Επιτροπών Επιλογής περιέχονται στο Μέρος Ι του Δεύτερου Πίνακα των εν λόγω Κανονισμών. Σύμφωνα με τον κανονισμό 10* του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα, στις περιπτώσεις που υποβλήθηκαν για την πλήρωση συγκεκριμένης κενής θέσης λιγότερες των τριών αιτήσεων από υπαλλήλους που πληρούν το σχέδιο υπηρεσίας της εν λόγω θέσης, η Επιτροπή Επιλογής μπορεί να θεωρήσει ως υποψήφιους και προσοντούχους υπαλλήλους που δεν έχουν υποβάλει αίτηση για πλήρωση της θέσης.

H διαδικασία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ρυθμίζεται από άλλους κανονισμούς που περιέχονται στο Μέρος ΙΙ του Δεύτερου Πίνακα των εν λόγω Κανονισμών. Σχετική με το παρόν επίδικο θέμα, είναι η διάταξη του κανονισμού 5**, η οποία, δέον να σημειωθεί, δεν περιλαμβάνει πρόνοια αντίστοιχη με την πρόνοια του κανονισμού 10 στον οποίο έχω ήδη αναφερθεί και που ισχύει στην περίπτωση των Επιτροπών Επιλογής. Σ' αντίθεση με τον εν λόγω κανονισμό 10, ο κανονισμός 5 του μέρους ΙΙ προνοεί μόνο για ένα κατάλογο υποψηφίων που να περιλαμβάνει όλες τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί για πλήρωση της κενής θέσης, ανεξάρτητα αν ο κατάλογος αυτός περιέχει λιγότερες ή περισσότερες των τριών αιτήσεων.

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Αρχής εισηγήθηκε ότι τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και η Αρχή, θεωρόντας το Ενδιαφερόμενο Μέρος ως υποψήφιο για πλήρωση της θέσης παρόλο που ο ίδιος δεν υπέβαλε ποτέ αίτηση, ενήργησαν νόμιμα και σύμφωνα με την πρόνοια του κανονισμού 10 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα των Κανονσιμών της Αρχής.

Διαφωνώ με την εισήγηση αυτή για τον απλούστατο λόγο ότι παραγνωρίζει την υφιστάμενη διάκριση στην ακολουθητέα διαδικασία στις περιπτώσεις πλήρωσης κενών θέσεων με μισθολογική κλίμακα κάτω της Α15, στις οποίες, εκτός από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, έχει αρμοδιότητα και η Επιτροπή Επιλογής κάτω από τον Κανονισμό αρ.18, αφ' ενός, και στην ακολουθητέα διαδικασία στις περιπτώσεις πλήρωσης κενών θέσεων με μισθολογική κλίμακα Α15 και άνω, όπως είναι η επίδικη θέση, στις οποίες αρμοδιότητα έχει μόνο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κάτω από τον κανονισμό αρ.19, αφ' ετέρου. Η νομική πλάνη τόσο της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όσο και της Αρχής έγκειται στην παραγνώριση της εν λόγω διάκρισης και στην εφαρμογή, κατά τη διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης, του κανονισμου 5 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα των Κανονισμών, ο οποίος, για τους λόγους που έχω ήδη εκθέσει, δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση. Θα μπορούσα ακόμα να υποδείξω ότι, αν ο νομοθέτης ήθελε να συμπεριλάβει στον κανονισμό 5 του Μέρους ΙΙ του Δεύτερου Πίνακα παρόμοια πρόνοια με αυτή που ίσχυε στην περίπτωση πλήρωσης κενών θέσεων με κλίμακα κάτω της Α15, θα μπορούσε να το είχε ρητά κάμει όπως έκαμε και στην περίπτωση του κανονισμού 10 του Μέρους Ι του εν λόγω Πίνακα. Ο κανονισμός 5 του Μερόυς ΙΙ του Πίνακα μπορεί να ερμηνευθεί χωρίς την ύπαρξη τέτοιας πρόνοιας και, σίγουρα, δεν είναι επιτρεπτό να εισάγονται στο κείμενό του λέξεις και φράσεις που δεν υπάρχουν.

Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι δεν υπάρχει νομοθετική πρόνοια με βάση την οποία θα μπορούσε η Αρχή να θεωρήσει ως  υποψήφιο το Ενδιαφερόμενο Μέρος εφόσον δεν είχε υποβάλει αίτηση. Η επί του προκειμένου νομική πλάνη της Αρχής οδηγεί σε ακύρωση της προσβαλλόμενης προαγωγής. Η προκήρυξη της επίδικης θέσης σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(1) αποτελεί προϋπόθεση για τη νόμιμη πλήρωσή της. Προϋπόθεση νόμιμης προαγωγής σ' αυτή οποιουδήποτε προσοντούχου υπαλλήλου της Αρχής, αποτελεί η εμπρόθεσμη υποβολή αίτησης από τον εν λόγω υπάλληλο. Παρόμοια θέματα ηγέρθηκαν στην υπόθεση Άρτας Μεταξά και Άλλοι v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 2608, με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση να ακυρωθεί στην ολότητά της βάσει του άρθρου 146.4 του Συντάγματος.

Κάτω από τις παρούσες περιστάσεις δεν κρίνω σκόπιμη την περαιτέρω εξέταση της προσφυγής με βάση τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης που επικαλείται ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή του.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους ακυρώνεται. Η Αρχή καταδικάζεται να πληρώσει £100 έναντι των εξόδων του Αιτητή.

H προσφυγή επιτυγχάνει με £100 σε βάρος της καθ' ης η Aίτηση Aρχής.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο