ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1993) 4 ΑΑΔ 1346

11 Ιουνίου, 1993

[ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

M.G.A. MANUFACTURERS LTD.,

Αιτητές,

v.

KYΠPIAKHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

MEΣΩ YΠOYPΓEΙOY OIKONOMIKΩN KAI AΛΛΩN,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 266/91)

 

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Αυτεπάγγελτη εξέταση — Προϋπόθεση της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξης — Αυτεπάγγελτη εξέταση της πλήρωσής της από το Δικαστήριο, παρά τη μη έγερση του θέματος από τους καθ' ων η αίτηση — Εκτελεστότητα της πράξης θέμα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου — Έλλειψη εκτελεστότητας της προσβληθείσας πράξης, στην κριθείσα περίπτωση.

Ο περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεων Νόμος του 1967 (Ν. 81/67) Άρθρο 163(1)(δ) — Η διάταξη, όπως προκύπτει από το Άρθρο 30(1) του Νόμου, συνιστά εξαίρεση στη γενική πρόνοια περί αμέσου καταβολής δασμών επί όλων των εισαγομένων εμπορευμάτων — Εξαιρετικής φύσεως διατάξεις επιβάλλεται να ερμηνεύονται στενά και περιοριστικά — Περιστάσεις της κριθείσας περίπτωσης — Η εφαρμογή του Άρθρου 163(1)(δ) αποκλείστηκε.

Αντικείμενο της προσφυγής ήταν η απαίτηση των καθ'ων η αίτηση από τους αιτητές, να καταβάλουν δασμό για ετικέτες που εισήγαγαν, και δεν επανεξήγαγαν ώστε να δικαιούνται ατελείας. Παρόλο που οι κρίσιμες ετικέτες είχαν καταστραφεί χωρίς καμμιά ευθύνη των αιτητών.  Κρίσιμο απέβη το ζήτημα του χρόνου γέννησης της υποχρέωσης προς καταβολή του δασμού, καθώς και το ζήτημα της εκτελεστότητας της προβαλλόμενης πράξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν εγείρει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας θέμα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης Ειδοποίησης. Το γεγονός όμως αυτό δεν εμποδίζει το Δικαστήριο να επιληφθεί του θέματος αυτεπάγγελτα, εφόσον η δικαιοδοσία του να επιληφθεί της ουσίας της προσφυγής εξαρτάται από το κατά πόσο το αντικείμενο της προσφυγής συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη ή όχι.

    Οι δασμολογικές υποχρεώσεις των αιτητών, επηρεάστηκαν όχι με την επίδικη ειδοποίηση αλλά με την απόφαση ημερομηνίας 1/11/1990 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για απαλλαγή από την καταβολή των δασμών και της έκτακτης προσφυγικής εισφοράς, αναφορικά με τις ετικέττες που καταστράφηκαν με την πυρκαγιά της 6ης Σεπτεμβρίου 1988. Η επίδικη ειδοποίηση δε συνιστά εκτελεστή πράξη. Συνιστά και βεβαιώνει την εμμονή της Διοίκησης στην απόφαση της ημερομηνίας 1/11/1990. Η προσφυγή αναφορικά με την προσβαλλόμενη ειδοποίηση, είναι, ως εκ τούτου, απαράδεχτη για το μοναδικό αυτό λόγο.

2. Επί της ουσίας της προσφυγής, η διάταξη του Άρθρου 163(1)(δ) του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν. 81/67), πρέπει να ερμηνευθεί λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι όπως προκύπτει από το Άρθρο 30(1) του Νόμου, συνιστά εξαίρεση στη γενική πρόνοια για την άμεση καταβολή δασμών πάνω σε όλα τα εμπορεύματα που εισάγονται στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν την ερμηνεία νομοθετικών διατάξεων, όπως είναι η παρούσα, η ερμηνεία που επιβάλλεται να δοθεί σ'αυτές είναι στενή και περιοριστική.

3. Ο δασμός καθώς και η έκτακτη προσφυγική εισφορά, αναφορικά με τις επίδικες ετικέττες, έπαυσαν να είναι νομίμως απλήρωτοι μόλις έληξε η παραταθείσα προθεσμία της ατελούς κατοχής τους από τους αιτητές χωρίς αυτοί να υποβάλουν αίτημα και να επιτύχουν νέα παράταση και χωρίς να προβούν στην επανεξαγωγή τους. Εφόσον οι ετικέττες καταστράφηκαν στη διάρκεια της παράνομης ατελούς κατοχής τους από τους αιτητές, η διάταξη του Άρθρου 163(1)(δ) δεν εφαρμόζεται στην περίπτωσή τους, επειδή ο δασμός ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο παράνομα απλήρωτος, όπως ορθά αναφέρουν οι καθ'ων η αίτηση στην επιστολή τους προς τους αιτητές με ημερομηνία 1/11/1990.

H προσφυγή απορρίπτεται με £150 έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων Λτδ. v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 832.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της Ειδοποίησης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 7.1.1991, με την οποία καλούσαν του αιτητές να καταβάλουν τους δασμούς και την έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση για διάφορες ποσότητες ετικεττών τις οποίες εισήξαν με σκοπό την επανεξαγωγή τους.

Χρ. Κληρίδης, για τους Αιτητές.

Λ. Καουτζάνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠOΓIATZHΣ, Δ.: Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται για τους ακόλουθους δυο αυτοτελείς διαζευκτικούς λόγους: Πρώτο, γιατί η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη εν όψει της εκδόσεως από το Διευθυντή, Τμήμα Τελωνείων, της εκτελεστής διοικητικής απόφασης ημερομηνίας 1/11/1990 σχετικά με το θέμα στο οποίο αναφέρεται η Ειδοποίηση Απαιτήσεως (Demand note) ημερομηνίας 7/1/1991 που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής. Δεύτερο, γιατί εν πάση περιπτώσει η προσφυγή κρίνεται κατ' ουσία αβάσιμη.

Δε φαίνεται να υπάρχει διαφωνία ως προς τα ουσιώδη γεγονότα. Σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες οι Αιτητές εισήξαν αεροπορικώς στη Δημοκρατία διάφορες ποσότητες ετικεττών για τις οποίες ο Νόμος προνοεί την επιβολή δασμού και έκτακτης προσφυγικής επιβάρυνσης πριν την παραλαβή τους από τον εισαγωγέα. Εντούτοις οι Αιτητές, κατ' εξαίρεση της εν λόγω υποχρέωσής τους, παρέλαβαν τα εν λόγω εμπορεύματα χωρίς να καταβάλουν τον πληρωτέο δασμό και έκτακτη εισφορά κατ' επίκληση του άρθρου 37(β)* του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν.82/67) και ως αποτέλεσμα αποδοχής από τις Τελωνειακές Αρχές δήλωσης των Αιτητών ότι οι ετικέττες εισήχθηκαν προσωρινά και θα επανεξαχθούν αφού τοποθετηθούν σε εμπορεύματα (βαλίτσες) που θα κατασκευάζονταν στη Δημοκρατία και ακολούθως θα εξάγονταν στο εξωτερικό.

Η πρώτη εισαγωγή ετικεττών παραχωρήθηκε σ' αυτούς με ατέλεια με το έντυπο προσωρινής εισαγωγής C.104 αρ.Β097993 ημερομηνίας 26/6/1987, υπό τον όρο ότι θα παρουσιάζονταν στο Τελωνείο για επανεξαγωγή το αργότερο μέχρι 25/9/1987. Η πιο πάνω προθεσμία παρατάθηκε μέχρι 25/3/1988. Η δεύτερη εισαγωγή παραχωρήθηκε στους Αιτητές με προσωρινή ατέλεια με το έντυπο C.104 αρ.Β097748 ημερομηνίας 3/9/1987 με υποχρέωση επανεξαγωγής τους μέχρι 2/12/1987. Η προθεσμία αυτή παρατάθηκε μέχρι 2/6/1988. Η τρίτη εισαγωγή παραχωρήθηκε στους Αιτητές επίσης με προσωρινή ατέλεια με το έντυπο C.104 αρ. Β107059 ημερομηνίας 25/9/1987 με υποχρέωση επανεξαγωγής τους μέχρι 24/12/1987. H προθεσμία αυτή παρατάθηκε μέχρι 24/6/1988. Η παράταση των προθεσμιών ως αναφέρεται πιο πάνω παραχωρήθηκε στους Αιτητές κατόπιν αιτήσεως τους που είχαν υποβάλει μετά την εκπνοή των προθεσμιών που είχαν αρχικά καθοριστεί στα αντίστοιχα έντυπα C.104.

Παρά το γεγονός ότι οι πιο πάνω προθεσμίες και το καθεστώς που δημιουργήθηκε με τα ως άνω έντυπα C.104 εξέπνευσαν χωρίς ποτέ οι Αιτητές να υποβάλουν αίτηση για περαιτέρω παράταση της ισχύος τους, μέρος των επίδικων ετικέττων που δεν είχαν στο μεταξύ επανεξαχθεί εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην κατοχή των Αιτητών στην Κύπρο. Οι Αιτητές δεν αρνούνται, ούτε θα μπορούσαν να αρνηθούν ότι η διατήρηση της κατοχής από μέρους τους των εν λόγω ετικεττών μετά  την εκπνοή των χρονικών προθεσμιών στις οποίες έχω αναφερθεί, συνιστούσε παράβαση των όρων και υποχρεώσεων που είχαν αναλάβει με τα αντίστοιχα έντυπα C.104. Η διαφωνία τους με τους Καθ' ων η Αίτηση περιορίζεται στις συνέπειες της εν λόγω παράβασής τους. Θα αναφερθώ στα επί του προκειμένου επιχειρήματα των δυο πλευρών μετά που θα συμπληρώσω την εξιστόριση των ουσιωδών γεγονότων.

Οι Αιτητές με επιστολή τους ημερομηνίας 16/12/1989 πληροφόρησαν το Τμήμα Τελωνείων ότι η ποσότητα των ετικεττών που δεν είχε επανεξαχθεί σύμφωνα με τα εν λόγω έντυπα C.104, είχε καταστραφεί λόγω πυρκαγιάς που συνέβηκε στις 6/9/1988 και η οποία κατέστρεψε ολοσχερώς την αποθήκη του εργοστασίου τους.  Για το λόγο αυτό, όπως αφήνουν να νοηθεί στην εν λόγω επιστολή τους, ζητούσαν να απαλλαγούν από την υποχρέωσή τους να καταβάλουν τους αναλογούντες δασμούς και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση. Μέχρι την ημέρα αποστολής της επιστολής αυτής από τους Αιτητές, οι Καθ' ων η Αίτηση δεν είχαν διερευνήσει την εκκρεμότητα που προέκυψε από την παράλειψη των Αιτητών να επανεξάξουν τις ετικέττες, ούτε είχαν ζητήσει από τους Αιτητές να καταβάλουν τους αναλογούντες δασμούς και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση συνολικού ύψους £1255,58.

Οι Καθ' ων η Αίτηση ερεύνησαν τους ισχυρισμούς της εν λόγω επιστολής των Αιτητών και απέστειλαν σ'αυτούς την πιο κάτω συστημένη επιστολή ημερομηνίας 1/11/1990:

"Kύριοι,

Aναφέρομαι στο τηλεομοιοτυπικό μήνυμα σας ημερομηνίας 25 Οκτωβρίου 1990 και σας πληροφορώ ότι οι δασμοί και Έκτακτη Προσφυγική Επιβάρυνση για τις ποσότητες των εμπορευμάτων που φαίνονται στα έντυπα C.104 αρ. Β097748 ημερομηνίας 3.9.87, C.104 αρ. Β097993 ημερομηνίας 26.6.87 και C.104 αρ. Β107059 ημερομηνίας 25.9.87 οι οποίες δεν έχουν εξαχθεί γιατί όπως με πληροφορείτε έχουν καταστραφεί από πυρκαγιά που εξεράγει στο εργοστάσιό σας στις 6.9.1988, εξακολουθούν να παραμένουν οφειλόμενοι στη Δημοκρατία, καθότι παραλείψατε να ανανεώσετε τη χρονική περίοδο προσωρινής εισαγωγής των εντύπων, εξ αιτίας δε αυτού τα εμπορεύματα κατείχοντο από εσάς μη νομίμως και τοιουτοτρόπως οι πρόνοιες του άρθρου 163, παράγραφος 1(δ) του Νόμου 82/67 δεν είναι εφαρμόσιμες στην περίπτωσή σας.

Για το λόγο αυτό παρακαλείσθε όπως απευθυνθείτε στον Ανώτερο Τελώνη Λευκωσίας ο οποίος έχει ενημερωθεί με αντίγραφο της επιστολής αυτής και τακτοποιήσετε την καταβολή των δασμών και Ε.Π.Ε. προσκομίζοντας τα έντυπα C.104 με αριθμούς Β097748, Β097993 και Β107059, τα οποία μου αποστείλατε και τα οποία δια της παρούσης σας επιστρέφονται.

                                                         Με τιμή,

                                                       Διευθυντής,

                                                 Τμήμα Τελωνείων."

Από τα ενώπιόν μου στοιχεία οι Καθ' ων η Αίτηση δε φαίνεται να αμφισβητούν την καταστροφή των επίδικων ετικεττών στην κατοχή των Αιτητών στη διάρκεια της πυρκαγιάς στις 6/9/1988, δηλαδή πολύ μεταγενέστερα της εκπνοής των προθεσμιών που καθορίστηκαν στα έντυπα C.104 και ακολούθως παρατάθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές. Συμπεραίνω επίσης ότι οι Αιτητές δε συμμορφώθηκαν με την υπόδειξη των Καθ' ων η Αίτηση στην τελευταία παράγραφο της πιο πάνω επιστολής τους ημερομηνίας 1/11/1990.

Στις 7/1/1991 οι Καθ' ων η Αίτηση απέστειλαν συστημένη στους Αιτητές την ακόλουθη έντυπη ειδοποίηση στα Αγγλικά που προφανώς είχε τυπωθεί στη διάρκεια της Αγγλοκρατίας:

"DEMAND NOTE

        CUSTOM HOUSE

       NICOSIA

      7 January, 1991.

To Messrs M.G.A. MANUFACTURERS LTD.,

P.O. Box 5587,

Nicosia.

Gentlemen,

I beg to inform you that an amount of £1,255.58 is due by you in respect of import Duty and TRL on a quantity of Aluminium Labels imported Temporarily under Form C104 Nos. B097748 of 3.9.87, B097993 of 26.6.87 and B107059 of 25.9.87 and which you failed to reexport. (Photocopy of the relative Form C104 attached herewith), and I shall be grateful if you will remit this amount at your early convenience and, in any case, not later than 7 days from the date hereof.

If payment is made by cheque, it should be crossed and made payable to Senior Collector of Customs, Nicosia.

Import Duty £1,018.50

                     £237.08

                  £1,255.58

I have the honour to be,

Gentlemen.

Yοur obedient Servant,

Senior Collector of Customs."

Το περιεχόμενο της πιο πάνω Ειδοποίησης αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

To πρώτο ερώτημα που επιβάλλεται να απαντηθεί είναι κατά πόσο η πιο πάνω Ειδοποίηση των Καθ' ων η Αίτηση συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη προσβλητέα με προσφυγή κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος.  Οι Καθ' ων η Αιτηση δεν έχουν εγείρει σε οποιοδήποτε στάδιο της  διαδικασίας θέμα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης Ειδοποίησης. Το γεγονός όμως αυτό δεν εμποδίζει το Δικαστήριο να επιληφθεί του θέματος αυτεπάγγελτα εφόσον η δικαιοδοσία του να επιληφθεί της ουσίας της προσφυγής εξαρτάται από το κατά πόσο το αντικείμενο της προσφυγής συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη ή όχι.

Από τα στοιχεία ενώπιόν μου δεν έχω αμφιβολία ότι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση στο αίτημα των Αιτητών για απαλλαγή από την καταβολή δασμών και έκτακτης προσφυγικής εισφοράς αναφορικά με τις επίδικες ετικέττες εξετέθη με σαφήνεια με την επιστολή τους προς τους Αιτητές με ημερομηνία 1/11/1990 στην οποία έχω αναφερθεί. Η επιστολή αυτή περιέχει αιτιολογημένη εκτελεστή διοικητική απόφαση με την οποία καθορίστηκαν οι υποχρεώσεις των Αιτητών αναφορικά με τις εν λόγω ετικέττες. Η απόφαση αυτή δεν έχει ποτέ προσβληθεί από τους Αιτητές. Με την επίδικη Ειδοποίηση ημερομηνίας 7/1/1991 καθώς και με τη μεταγενέστερη πανομοιότυπη ειδοποίηση ημερομηνίας 11/2/1991 οι Αιτητές απλώς καλούνται από τη Διοίκηση να συμμορφωθούν με την εκτελεστή απόφαση ημερομηνίας 1/11/1990. Οι δασμολογικές υποχρεώσεις των Αιτητών επηρεάστηκαν όχι με την επίδικη ειδοποίηση αλλά με την απόφαση ημερομηνίας 1/11/1990 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για απαλλαγή από την καταβολή των δασμών και της έκτακτης προσφυγικής εισφοράς αναφορικά με τις ετικέττες που καταστράφηκαν με την πυρκαγιά της 6ης Σεπτεμβρίου 1988. Η επίδικη ειδοποίηση δε συνιστά εκτελεστή πράξη· συνιστά και βεβαιώνει την εμμονή της Διοίκησης στην απόφασή της ημερομηνίας 1/11/1990. Η προσφυγή αναφορικά με την προσβαλλόμενη ειδοποίηση είναι, ως εκ τούτου, απαράδεχτη για το μοναδικό αυτό λόγο. Επειδή, όμως ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Αιτητών δεν είχε την ευκαιρία να εκφράσει οποιεσδήποτε απόψεις αναφορικά με την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης ειδοποίησης, έκρινα ότι επιβάλλεται να επιληφθώ και της ουσίας της προσφυγής, κατά παρέκκλιση από την ακολουθητέα πρακτική και να εκθέσω σε συντομία τους λόγους για τους οποίους έχω φθάσει στο συμπέρασμα ότι η προσφυγή, κρινόμενη με αναφορά στους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης της επίδικης ειδοποίησης, είναι εν πάση περιπτώσει αβάσιμη και θα πρέπει να απορριφθεί και για το διαζευκτικό αυτό λόγο.

Το επιχείρημα των Αιτητών είναι ότι οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν κάτω από το βάρος πλάνης ως προς το νόμο, η οποία τους οδήγησε σε υπέρβαση των εξουσιών τους. Συγκεκριμένα οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι οι Καθ' ων η Αίτηση δεν ερμήνευσαν ούτε εφάρμοσαν ορθά την πρόνοια του άρθρου 163(1)(δ) του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967, την οποία επικαλούνται στην επιστολή τους στους Αιτητές με ημερομηνία 1/11/1990. Η επίδικη νομοθετική πρόνοια έχει ως ακολούθως:

"163(1)  Eφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή ότι εμπορεύματα υποκείμενα εις τινα δασμόν ή φόρον απωλέσθησαν ή κατεστράφησαν εξ αφεύκτου τινός αιτίας-

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

(δ)   καθ' οιονδήποτε χρόνον, εν όσω ο δασμός ή φόρος παραμένει εισέτι νομίμως απλήρωτος, εκτός οσάκις η πληρωμή του δασμού ή φόρου κατέστη μεν απαιτητή παρεσχέθη όμως υπό του Διευθυντού παράτασις του χρόνους πληρωμής· ή

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

ο Διευθυντής απαλλάτει τα εμπορεύματα του φόρου ή δασμού ή επιστρέφει τον καταβληθέντα δασμόν ή φόρον ή παραιτείται πάσης αξιώσεως προς επαναπληρωμήν οιουδήποτε δασμού ή φόρου επιστραφέντος επί τη αποταμιεύσει τούτων."

H εν λόγω διάταξη θα πρέπει να εμηνευτεί λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι όπως προκύπτει από το άρθρο 30*(1) του Νόμου, συνιστά εξαίρεση στη γενική πρόνοια για την άμεση καταβολή δασμών πάνω σε όλα τα εμπορεύματα που εισάγονται στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν την ερμηνεία νομοθετικών διατάξεων όπως είναι η παρούσα, η ερμηνεία που επιβάλλεται να δοθεί σ' αυτές είναι στενή και περιοριστική. Αναφέρω ενδεικτικά την υπόθεση Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων Λτδ v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 832, καθώς και το ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα του Μιχ. Δ. Στασινόπουλου "Μαθήματα Δημοσιονομικού Δικαίου", Έκδοση 3η, στις σσ.246 και 247:

"Στενή ερμηνεία επιβάλλεται αναμφιβόλως εις τας διατάξεις, αίτινες θεσπίζουν φορολογικάς απαλλαγάς ή εξαιρέσεις, διότι η φορολογική εξαίρεσις ή απαλλαγή, αποτελεί παρέκκλισιν από τον κανόνα της καθολικότητος του φόρου και άρα αι θεσπίζουσαι εξαιρέσεις ή απαλλαγάς διατάξεις είναι διατάξεις εξαιρετικαί, αι δε εξαιρετικής φύσεως διατάξεις, συμφώνως προς γενικούς ερμηνευτικούς κανόνας, δέον να ερμηνεύωνται στενώς."

Η εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου των Αιτητών είναι ότι αν οι Καθ' ων η Αίτηση ερμήνευαν και εφάρμοζαν ορθά την επίδικη διάταξη στα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, θα κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι κατά το χρόνο που οι επίδικες ετικέττες καταστράφηκαν εξ αφεύκτου αιτίας ο δασμός αναφορικά με αυτές ήταν απλήρωτος νόμιμα και όχι παράνομα, όπως λανθασμένα αποφάσισαν οι Καθ' ων η Αίτηση οι οποίοι όφειλαν, ως εκ τουτου, να απαλλάξουν τις ετικέττες του φόρου ή δασμού που απαιτούν με την επίδικη ειδοποίησή τους. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Αιτητών ισχυρίζεται ότι παρά τη λήξη της παραταθείσας προθεσμίας για την ατελή κατοχή των ετικεττών, ο απαιτούμενος δασμός εξακολούθησε να παραμένει μέχρι και την καταστροφή των ετικεττών νομίμως απλήρωτος· μόνο δε με την επίδοση στους Αιτητές από τους Καθ' ων η Αίτηση της επίδικης ειδοποίησης, μετά την καταστροφή των ετικεττών, ο δασμός κατέστη για πρώτη φορά παράνομα απλήρωτος.

Διαφωνώ με τον πιο πάνω ισχυρισμό. Ο δασμός καθώς και η έκτακτη προσφυγική εισφορά αναφορικά με τις επίδικες ετικέττες έπαυσαν να ειναι νομίμως απλήρωτοι μόλις έληξε η παραταθείσα προθεσμία της ατελούς κατοχής τους από τους Αιτητές χωρίς αυτοί να υποβάλουν αίτημα και να επιτύχουν νέα παράταση και χωρίς να προβούν στην επανεξαγωγή τους. Εφόσον οι ετικέττες καταστράφηκαν στη διάρκεια της παράνομης ατελούς κατοχής τους από τους Αιτητές, η διάταξη του άρθρου 163(1)(δ) δεν εφαρμόζετα στην περίπτωσή τους επειδή ο δασμός ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο παράνομα απλήρωτος όπως ορθά αναφέρουν οι Καθ' ων η Αίτηση στην επιστολή τους προς τους Αιτητές με ημερομηνία 1/11/1990.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται.

Οι Αιτητές να πληρώσουν £150 έναντι των εξόδων των Καθ' ων η Αίτηση.

H προσφυγή απορρίπτεται με £150,- έξοδα σε βάρος των αιτητών.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο