ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1990) 3 ΑΑΔ 2295
30 Iουνίου, 1990
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΟΙΝΙΚΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ
ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Aρ. 387/87).
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Άρθρο 23(1) των Περί Bεβαιώσεως και Eισπράξεως Φόρων Nόμων του 1978 έως 1979 — Eφαρμογή της διάταξης επί τη βάσει των δηλώσεων του φορολογουμένου οι οποίες όμως ήταν ελλειπείς — H εφαρμογή ορθή.
O αιτητής προσέβαλε τις σε βάρος του επιβληθείσες φορολογίες εισοδήματος και έκτακτης εισφοράς.
Tο Aνώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Είναι αναντίλεκτο ότι τα περιουσιακά στοιχεία που πήρε ο αιτητής από το συνεταιρισμό στις 31 Μαΐου, 1983, καθαρής αξίας £1.852,- και το ποσό των £4.806,- που πλήρωσε στη Λαϊκή Τράπεζα για το χρέος που συνήψε για οικοδόμηση του σπιτιού της κόρης του, ούτε αποκαλύφθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη στον προσδιορισμό του αντικειμένου του φόρου για τα προηγούμενα χρόνια. Ο αιτητής παράλειψε να δηλώσει τα πιο πάνω στην κεφαλαιουχική κατάσταση που υπόβαλε.
Mε βάση τη νομοθετική διάταξη του Άρθρου 23(1) ο Έφορος είχε εξουσία να επιβάλει τις προσβαλλόμενες φορολογίες για εισόδημα για το οποίο δεν είχε φορολογηθεί ο αιτητής.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Eφόρου Φόρου Eισοδήματος να επιβάλει στον αιτητή φόρο εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1980-1983 και έκτακτη εισφορά για τα τρίμηνα 2/80 και 4/81.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΣTYΛIANIΔHΣ, Δ.: Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (ο "Έφορος") αναφορικά με το φόρο εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1980-83 και την έκτακτη εισφορά για τα τρίμηνα 2/80 και 4/81, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 7 Μαρτίου, 1987.
Το εισόδημα του αιτητή προερχόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο κυρίως από μισθό για υπηρεσίες που πρόσφερε στην εταιρεία "Ι. Φοίνικας και Μ. Αχιλλέως Λτδ." και από το μερίδιο των κερδών του συνεταιρισμού "Φοίνικας και Τάκης".
Ο αιτητής φορολογήθηκε στο παρελθόν για τα φορολογικά έτη 1977-80 (έτη εισοδήματος 1976-80) και υπόβαλε ένσταση στη φορολογία εκείνη.
Με βάση το Άρθρο 20(3) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978 έως 1979, ζητήθηκε από τον αιτητή να υποβάλει μέχρι 29 Φεβρουαρίου, 1984, μεταξύ άλλων, κατάσταση των περιουσιακών του στοιχείων στις 31 Δεκεμβρίου, 1983. (Βλ. επιστολή ημερομηνίας 20 Ιανουαρίου, 1984).
Ο αιτητής προέβηκε σε σχετική δήλωση για συμμόρφωση.
Υπόβαλε δηλώσεις εισοδήματος για τα έτη 1980-82 στις 14 Δεκεμβρίου, 1983 και για το 1983 στις 19 Σεπτεμβρίου, 1984.
Στις 30 Σεπτεμβρίου, 1986, υποβλήθηκαν οι εξελεγμένοι λογαριασμοί του συνεταιρισμού "Φοίνικας και Τάκης". Από τους λογαριασμούς αυτούς αποκαλύφθηκε ότι ο αιτητής στις 31 Μαΐου, 1983 πήρε από το συνεταιρισμό για εξόφληση του μεριδίου του: 1/2 υποστατικού αξίας £1,547.-, εργαλεία £130.- και ανέλαβε πιστωτές £300.-. Επίσης μέσα στο 1983 έγινε διαχωρισμός του υποστατικού με κεφαλαιουχικά έξοδα, με αναλογία μεριδίου αιτητή, αξίας £475.-.
Στις 21 Ιανουαρίου, 1984, έγινε τελική συμφωνία για τη διάλυση του συνεταιρισμού.
Τα πιο πάνω δε δηλώθηκαν στο I.R. 78 που συμπληρώθηκε στις 6 Φεβρουαρίου, 1984, ούτε στις δηλώσεις - αποκάλυψη περιουσιακών στοιχείων για την περίοδο μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1983, στα οποία έγινε αναφορά πιο πάνω.
Αποκαλύφθηκε περαιτέρω ότι από το υπόλοιπο του δανείου - £5,034.- που συνήψε από τη Λαϊκή Τράπεζα για το κτίσιμο της κατοικίας που προικοδότησε στην κόρη του Έλενα Σκουρουμούνη, πληρώθηκαν £4,806.- από τον ίδιο και όχι από την κόρη του. Η κόρη του ούτε δήλωσε τέτοιο δάνειο, ούτε διεκδίκησε τόκους γι' αυτό.
Με βάση το Άρθρο 23(1) ο Έφορος επέβαλε πρόσθετη φορολογία και έκτακτη εισφορά και έστειλε στον αιτητή Ειδοποίηση Επιβολής Φορολογίας στις 5 Δεκεμβρίου, 1986, για τα φορολογικά έτη 1980, 1981, 1982, 1983.
Στις 12 Δεκεμβρίου, 1986, ο αιτητής, μέσω των ελεγκτών του, υπόβαλε ένσταση. Ο λόγος της ένστασης ήταν ότι οι φορολογικές υποθέσεις του αιτητή έκλεισαν με την έρευνα που έγινε μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 1983, και ως εκ τούτου η φορολογία που επιβλήθηκε δεν ήταν επιτρεπτή.
Στις 25 Φεβρουαρίου, 1987, ο αιτητής και ο ελεγκτής του είχαν προσωπική συνέντευξη με λειτουργό του Τμήματος σχετικά με την ένσταση. Επειδή δεν επήλθε συμφωνία ο Έφορος πήρε την προσβαλλόμενη απόφαση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 7 Μαρτίου, 1987, το ουσιώδες μέρος της οποίας έχει:-
"2. Ύστερα από προσεκτική επανεξέταση της υπόθεσής σας αποφάσισα σύμφωνα με το άρθρο 20(5) των Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-1979 να βεβαιώσω το εισόδημά σας όπως πιο κάτω:
α) Φόρος Εισοδήματος
Φορολογικό έτος Μισθός Μερίδιο Κέρδους Σύνολο
1980 £3000 £2836 £5836
1981 3500 1863 5363
1982 4500 1295 5795
1983 4500 446 4946
£15500 £6440 £21940
===== ===== ======
β) Έκτακτη Εισφορά
Τριμηνία Μερίδιο Κέρδους
2/80 £1537
4/81 1333
3. α) Ο μισθός προέρχεται από την εταιρεία Ι. Φοίνικας & Μ. Αχιλλέως Λτδ και είναι σύμφωνα με τις δηλώσεις σας.
β) Το μερίδιο κέρδους προέρχεται από το συνεταιρισμό Φοίνικας & Τάκης και είναι σύμφωνα με τους ελεγμένους λογαριασμούς που υποβλήθηκαν από το ελεγκτικό γραφείο Μεταξάς, Λοϊζίδης, Συρίμης, Χριστοφίδης & Σία ύστερα από δική σας έγκριση."
Ο λόγος ακυρότητας που προβάλλεται είναι ότι ο Έφορος δεν είχε το δικαίωμα να επιβάλει την προσβαλλόμενη φορολογία, ύστερα από την κεφαλαιουχική μέθοδο φορολογίας των προηγούμενων χρόνων.
Είναι αναντίλεκτο ότι τα περιουσιακά στοιχεία που πήρε ο αιτητής από το συνεταιρισμό στις 31 Μαΐου, 1983, καθαράς αξίας £1,852.- και το ποσό των £4,806.- που πλήρωσε στη Λαϊκή Τράπεζα για το χρέος που συνήψε για οικοδόμηση του σπιτιού της κόρης τους Έλενας, ούτε αποκαλύφθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη στον προσδιορισμό του αντικειμένου του φόρου για τα προηγούμενα χρόνια. Ο αιτητής παράλειψε να δηλώσει τα πιο πάνω στην κεφαλαιουχική κατάσταση που υπόβαλε.
Το Άρθρο 23(1) έχει:-
"Οσάκις ο Διευθυντής κρίνη ότι πρόσωπόν τι εφ ου επεβλήθη φόρος δυνάμει οιουδήποτε νόμου, περιλαμβανομένου και νόμου Κοινοτικής Συνελεύσεως επιβαλόντος προσωπικήν εισφοράν υπό μορφήν φόρου εισοδήματος, ψηφισθέντος είτε προ είτε κατόπιν της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν εφορολογήθη ή εφορολογήθη διά ποσού ελάσσονος εκείνου διά του οποίου ώφειλε να φορολογηθή, ο Διευθυντής δύναται, εντός του φορολογικού έτους ή εντός έξ ετών από της λήξεως αυτού, να επιβάλη εις το πρόσωπον τούτο φορολογίαν τοιούτου ποσού ή τοιούτου επιπροσθέτου ποσού οίον επεβλήθη δυνάμει των διατάξεων του επιβαλόντος τον φόρον νόμου και έδει να είχε βεβαιωθή και εσπραχθή δυνάμει των εν λόγω διατάξεων, αι δε διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται επί της τοιαύτης βεβαιώσεως και του επί τη βάσει αυτής επιβληθέντος φόρου:
Νοείται ότι κατά την διενέργειαν πάσης τοιαύτης βεβαιώσεως ο Διευθυντής χορηγεί τοιαύτας εκπτώσεις οίας προβλέπει ο επί του οικείου φορολογικού έτους εφαρμοζόμενος νόμος, ο δε βάσει της βεβαιώσεως καταβλητέος φόρος επιβάλλεται συμφώνως προς τους συντελεστάς οι οποίοι προβλέπονται υπό του επί του οικείου φορολογικού έτους εφαρμοζομένου νόμου."
Με βάση την πιο πάνω νομοθετική διάταξη ο Έφορος είχε εξουσία να επιβάλει τις προσβαλλόμενες φορολογίες για εισόδημα για το οποίο δεν είχε φορολογηθεί ο αιτητής.
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη και επικυρώνεται.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.