28.-(1) Εγγεγραμμένος Κτηματομεσίτης διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα και υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη ενώπιον του Συμβουλίου αν-
(α) διαπράξει οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ή
(β) έχει επιτύχει την εγγραφή του στο Μητρώο Κτηματομεσιτών ή έχει εξασφαλίσει ετήσια άδεια με τη χρήση ψευδών ή δόλιων παραστάσεων ή δηλώσεων, ή
(γ) έχει ενεργήσει ή παραλείψει οτιδήποτε με τρόπο που ισοδυναμεί με παράβαση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ή τις υποχρεώσεις κτηματομεσίτη, ή
(δ) κατά την άσκηση του επαγγέλματός του επιδεικνύει διαγωγή ανέντιμη ή επονείδιστη ή οποιαδήποτε άλλη διαγωγή ή συμπεριφορά ανάρμοστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμά του ή υποβιβάζει το κύρος και την υπόληψη του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη, ή
(ε) υποβοηθεί ή υποθάλπει εικονική διενέργεια κτηματομεσιτικής εργασίας.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος “καθήκοντα και υποχρεώσεις κτηματομεσίτη” περιλαμβάνει κάθε καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται σε κτηματομεσίτη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδομένων κανονισμών ή οποιασδήποτε άλλης σε ισχύ νομοθετικής διάταξης.
29.-(1) Οι ακόλουθες πειθαρχικές κυρώσεις μπορούν να επιβληθούν από το Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου-
(α) επίπληξη·
(β) χρηματική κύρωση που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ·
(γ) αναστολή της ετήσιας άδειας που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη·
(δ) διαγραφή του ονόματος του κτηματομεσίτη από το Μητρώο Κτηματομεσιτών.
(2) Για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα δεν επιβάλλονται περισσότερες από μια πειθαρχικές κυρώσεις:
Νοείται ότι η κύρωση της επίπληξης μπορεί να επιβληθεί μαζί με οποιαδήποτε άλλη κύρωση που προβλέπεται στο εδάφιο (1):
Νοείται περαιτέρω ότι οι δυνάμει του εδαφίου (1) πειθαρχικές κυρώσεις μπορούν να επιβάλλονται σε συνδυασμό με την επιβολή υποχρέωσης πληρωμής των εξόδων των σχετικών με την ενώπιον του Συμβουλίου διαδικασία.
(3) Σε περίπτωση διαγραφής του ονόματος κτηματομεσίτη από το Μητρώο Κτηματομεσιτών ως αποτέλεσμα πειθαρχικής κύρωσης που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο διαγραφόμενος κτηματομεσίτης στερείται του δικαιώματος επανεγγραφής για τόση χρονική περίοδο όπως το Συμβούλιο ήθελε καθορίσει με την απόφαση για διαγραφή.
30.-(1) Όταν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο υποπέσει στην αντίληψή του ότι εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης δυνατόν να έχει διαπράξει οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 28, τότε το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Όταν από την έρευνα που έχει διεξαχθεί δυνάμει του εδαφίου (1) αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, ο επηρεαζόμενος εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης πληροφορείται γραπτώς για την εναντίον του υπόθεση και παρέχεται σ’ αυτόν ευκαιρία να ακουστεί είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου.
(3) Η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται σύμφωνα με διαδικασία η οποία καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Το Συμβούλιο με την απόφασή του μπορεί είτε να βρει τον ενδιαφερόμενο εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη ένοχο όλων ή οποιωνδήποτε από τα πειθαρχικά παραπτώματα για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις πειθαρχικές κυρώσεις την οποία θα δικαιολογούσαν οι περιστάσεις της υπόθεσης ή να τον απαλλάξει από την κατηγορία. Οι αποφάσεις αυτές του Συμβουλίου ανακοινώνονται στον τύπο.
(5) Κάθε πρόσωπο, εκτός του κατηγορουμένου, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη, το οποίο καλείται αρμοδίως να εμφανιστεί ενώπιον του Συμβουλίου και παραλείπει χωρίς αιτία να προσέλθει κατά το χρόνο και στον τόπο που αναφέρεται στην κλήση ή κατά τη διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσης ή το οποίο αρνείται να απαντήσει σε οποιαδήποτε νόμιμα τιθέμενη ερώτηση, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ.
31.-(1) Όταν ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη, καμιά πειθαρχική δίωξη δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ή συνεχιστεί εναντίον του για λόγους που σχετίζονται με την ποινική δίωξη μέχρις ότου αυτή πάρει οριστικό τέλος.
(2) Εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης που διώκεται για ποινικό αδίκημα και που τελικά αθωώνεται, δεν επιτρέπεται να διωχθεί πειθαρχικά για την ίδια κατηγορία, μπορεί όμως να διωχθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που προκύπτει από τη διαγωγή του, η οποία σχετίζεται με την ποινική δίωξη, αλλά δεν εγείρει το ίδιο επίδικο θέμα όπως εκείνο της κατηγορίας κατά την ποινική δίωξη.
(3) Όταν εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα, το οποίο, κατά την κρίση του Συμβουλίου, ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, είτε η καταδίκη αυτή επικυρωθεί ύστερα από έφεση είτε δεν ασκηθεί κατ’ αυτής έφεση, το Συμβούλιο λαμβάνει το γρηγορότερο αντίγραφο των πρακτικών της διαδικασίας του εκδικάσαντος την υπόθεσή ή, ανάλογα με την περίπτωση, την έφεση δικαστηρίου και χωρίς περαιτέρω έρευνα της υπόθεσης προβαίνει στην επιβολή της πειθαρχικής κύρωσης της διαγραφής του ονόματός του από το Μητρώο.
32.-(1) Πρόσωπο που, σε προσωρινή και περιστασιακή βάση, παρέχει υπηρεσίες στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, υπόκειται κατ΄ αναλογία στις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
(2) Για τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1), αντί της πειθαρχικής κύρωσης που προβλέπεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου 1 του άρθρου 29, το Συμβούλιο μπορεί να επιβάλει απαγόρευση παροχής υπηρεσιών στη Δημοκρατία για διάρκεια που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.