59.-(1) Πρόσωπο που δικαιούται επίδομα σωματικής βλάβης ή παροχές λόγω αναπηρίας, δικαιούται επίσης τη δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που παρέχεται από την Κυβέρνηση, περιλαμβανομένης νοσοκομειακής περίθαλψης στα Κυβερνητικά Ιατρικά Ιδρύματα, όταν αυτή είναι αναγκαία ως αποτέλεσμα της σωματικής βλάβης που υπέστη το εν λόγω πρόσωπο:
Νοείται ότι, το δικαίωμα για δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σύμφωνα με το παρόν άρθρο, περιλαμβάνει ειδική ιατρική περίθαλψη και γνωμοδότηση από μη Κυβερνητικές Ιατρικές Υπηρεσίες, εάν η περίθαλψη ή γνωμοδότηση παρέχεται στους μισθωτούς με βάση σχέδιο υγείας του εργοδότη τους εγκεκριμένο από τον Υπουργό, έναντι ποσού που δεν υπερβαίνει τα τέλη που καταβάλλει στα Κυβερνητικά Ιατρικά Ιδρύματα το Ταμείο.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) ιατροφαρμακευτική περίθαλψη παρέχεται επίσης δωρεάν και σε κάθε πρόσωπο που δικαιούται σύνταξη ανικανότητας ή που δικαιούταν τέτοια σύνταξη κατά τη συμπλήρωση του εξηκοστού τρίτου έτους της ηλικίας του.
60. Οι δαπάνες επαγγελματικής εκπαίδευσης ή αναπροσαρμογής σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 40 και την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 55, καταβάλλονται από το Ταμείο, όπως καθορίζεται εκάστοτε με Κανονισμούς.
61.-(1) Πρόσωπο εκπίπτει από το δικαίωμα για λήψη επιδόματος ασθενείας, ανεργίας, μητρότητας, πατρότητας, επίδομα γονικής άδειας ή σωματικής βλάβης ή σύνταξης ανικανότητας για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εκτίει ποινή φυλάκισης ή τελεί υπό νόμιμη κράτηση:
(2) Πρόσωπο εκπίπτει από το δικαίωμά του για λήψη επιδόματος ασθενείας, ανεργίας, μητρότητας, πατρότητας ή σωματικής βλάβης για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα απουσιάζει από την Κύπρο:
62.-(1) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται θεσμοθετημένη σύνταξη, σύνταξη ανικανότητας ή σύνταξη αναπηρίας-
(α) συζεί με την/τον σύζυγό και/ή την/τον συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο:
(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή ۠
(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,
τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται -
(i) εάν πρόκειται για θεσμοθετημένη σύνταξη ή σύνταξη ανικανότητας, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Τέταρτου Πίνακα, ή
(ii) εάν πρόκειται για σύνταξη αναπηρίας, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Πέμπτου Πίνακα.
(2) Όταν γυναίκα, η οποία δικαιούται επίδομα μητρότητας -
(α) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ως μόνος γονέας ή ο σύζυγός της είναι μόνιμα ανίκανος να το συντηρεί ή δεν συζεί με αυτή ή εκτίει ποινή φυλάκισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός (1) έτους·
(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·
(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα της, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας της που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου της·
(δ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του συζύγου της, ο οποίος είναι μόνιμα ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του,
τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται όπως ορίζεται στο Μέρος ΙΙΙ του Τέταρτου Πίνακα.
(2A) Σε περίπτωση κατά την οποία πατέρας δικαιούται επίδομα πατρότητας δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (5) του άρθρου 29Α, συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικα τέκνα ως μόνος γονέας, το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται όπως ορίζεται στο Μέρος ΙΙΙ του Τέταρτου Πίνακα.
(3) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται σύνταξη χηρείας με βάση το εδάφιο (1) ή (2) του άρθρου 41 ή επίδομα αγνοουμένου με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 45 ή σύνταξη χηρείας με βάση τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 52 -
(α) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·
(β) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,
τότε το εβδομαδιαίο ύψος τη βασικής παροχής αυξάνεται -
(i) εάν πρόκειται για σύνταξη χηρείας δυνάμει του άρθρου 41 ή επίδομα αγνοουμένου δυνάμει του άρθρου 45, όπως καθορίζεται στο Μέρος IV του Τέταρτου Πίνακα·
(ii) εάν πρόκειται για σύνταξη χηρείας δυνάμει του άρθρου 52, όπως καθορίζεται στο Μέρος ΙΙ του Πέμπτου Πίνακα.
(4) Όταν πρόσωπο, το οποίο δικαιούται επίδομα ασθενείας, ανεργίας ή σωματικής βλάβης -
(α) συζεί με τη/το σύζυγό του/της ή συντηρεί αυτή/αυτόν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο·
(β) συντηρεί αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ανήλικο τέκνο ή ανήλικο νεότερο αδελφό ή ανήλικη νεότερη αδελφή·
(γ) ανέλαβε αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο τη συντήρηση του πατέρα του, ο οποίος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή της μητέρας του που είναι χήρα ή άγαμη ή της οποίας ο σύζυγος είναι ανίκανος να συντηρεί τον εαυτό του ή προσώπου το οποίο έχει τη φροντίδα εξαρτώμενου τέκνου του,
τότε το εβδομαδιαίο ύψος της βασικής παροχής αυξάνεται -
(i) εάν πρόκειται για επίδομα ασθενείας ή επίδομα ανεργίας, όπως ορίζεται στο Μέρος ΙΙ του Τέταρτου Πίνακα, ή
(ii) εάν πρόκειται για επίδομα σωματικής βλάβης, όπως ορίζεται στο Μέρος Ι του Πέμπτου Πίνακα:
(5) Σε περίπτωση, κατά την οποία καταβάλλεται ταυτόχρονα παροχή και στους δύο συζύγους, η αύξηση που καταβάλλεται για τους εξαρτωμένους δυνάμει του παρόντος άρθρου καταβάλλεται μόνο στο/στη σύζυγο που δικαιούται αύξηση της παροχής στο μεγαλύτερο ύψος.
(6) Ουδεμία αύξηση παροχής καταβάλλεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει του παρόντος άρθρου, αναφορικά με οποιοδήποτε εξαρτώμενο που δικαιούται σύνταξη χηρείας, θεσμοθετημένη σύνταξη, σύνταξη ανικανότητας, επίδομα αγνοουμένου, επίδομα ορφανίας, σύνταξη αναπηρίας ή σύνταξη γονέα.
(7) Η αύξηση, η οποία καταβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, αναφορικά με σύζυγο που συζούσε με το δικαιούχο κατά ή μετά το χρόνο χορήγησης σύνταξης ή που συντηρούνταν από το δικαιούχο κατά ή μετά τον εν λόγω χρόνο, δύναται να καταβάλλεται στο σύζυγο ή στη σύζυγο, ανάλογα με την περίπτωση, εφόσον έπαυσε να συζεί με το δικαιούχο και ο Διευθυντής κρίνει τούτο εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης.
(8) Η αύξηση, η οποία καταβάλλεται για εξαρτώμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου σε πρόσωπο το οποίο δικαιούται θεσμοθετημένη σύνταξη, ανικανότητας, χηρείας, αναπηρίας ή επίδομα αγνοουμένου, παύει να καταβάλλεται στο δικαιούχο από την ημερομηνία από την οποία καταβάλλεται κοινωνική σύνταξη στον εξαρτώμενο.
63.-(1) Κάθε πρόσωπο που δικαιούται θεσμοθετημένη σύνταξη, σύνταξη ανικανότητας, σύνταξη χηρείας, επίδομα ορφανίας, επίδομα αγνοουμένου, σύνταξη αναπηρίας ή σύνταξη γονέα, δικαιούται για κάθε έτος επιπρόσθετο ποσό, ίσο με το ένα δωδέκατο (1/12) του ολικού ποσού παροχής που του καταβλήθηκε μέσα στο έτος αυτό.
(2) Το ποσό, που αναφέρεται στο εδάφιο (1), καταβάλλεται το Δεκέμβριο κάθε έτους μαζί με την αντίστοιχη παροχή για το μήνα αυτό:
64.-(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, η χορήγηση οποιασδήποτε παροχής προϋποθέτει την υποβολή αίτησης από το πρόσωπο που δικαιούται την παροχή.
(2) Κανονισμοί ρυθμίζουν την προθεσμία υποβολής της αίτησης για παροχή, τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να παραταθεί η προθεσμία υποβολής αίτησης για παροχή, τον τρόπο υποβολής της αίτησης και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες, είτε έχει υποβληθεί αίτηση είτε όχι, την παραγραφή του δικαιώματος για λήψη της παροχής λόγω παράλειψης ή καθυστέρησης στην υποβολή αίτησης ή στην είσπραξη της πληρωμής της παροχής.
(3) Ανεξάρτητα από τις άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου, με Κανονισμούς ρυθμίζονται επίσης ο χρόνος και ο τρόπος πληρωμής των παροχών, ο χρόνος έναρξης καταβολής των παροχών που χορηγούνται για πρώτη φορά, ο χρόνος τερματισμού της πληρωμής παροχών, ο χρόνος από τον οποίο ισχύουν τυχόν αλλαγές στο ύψος των παροχών και ο υπολογισμός του ποσού των παροχών για χρονικές περιόδους μικρότερες ή μεγαλύτερες της μιας εβδομάδας.
65.-(1) Όταν ένα πρόσωπο θεμελιώνει ταυτόχρονα δικαίωμα για δύο ή περισσότερες περιοδικές παροχές με βάση τη δική του ασφάλιση δυνάμει του παρόντος Νόμου, δικαιούται μόνο την παροχή που καταβάλλεται στο μεγαλύτερο ύψος και, σε περίπτωση που οι εν λόγω παροχές καταβάλλονται στο ίδιο ύψος, την παροχή που του χορηγήθηκε πρώτα:
(2) Πρόσωπο δικαιούται να λαμβάνει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερες συντάξεις αναπηρίας, το ολικό ύψος των οποίων υπολογίζεται λαμβανομένου υπόψη του ολικού βαθμού των σχετικών αναπηριών και του ψηλότερου από τους δύο ή περισσότερους μέσους όρους ασφαλιστικών μονάδων, όπως αυτό υπολογίστηκε σύμφωνα με το Μέρος IV του Πέμπτου Πίνακα:
Νοείται ότι -
(α) σε καμιά περίπτωση το άθροισμα των βαθμών αναπηρίας δεν μπορεί να υπερβεί το 100%, και
(β) δεν καταβάλλεται συμπληρωματική παροχή για αναπηρία που προκλήθηκε πριν από τις 6 Οκτωβρίου 1980.
(3) Πρόσωπο, που δικαιούται σύνταξη χηρείας με βάση το εδάφιο (1) ή (2) του άρθρου 41 ή επίδομα αγνοουμένου δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 45 ή σύνταξη χηρείας με βάση τα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 52, δικαιούται να λαμβάνει ταυτόχρονα και θεσμοθετημένη σύνταξη, σύνταξη ανικανότητας, σύνταξη αναπηρίας, επίδομα μητρότητας, επίδομα πατρότητας, επίδομα γονικής άδειας, επίδομα ασθενείας, επίδομα ανεργίας ή επίδομα σωματικής βλάβης, ανάλογα με την περίπτωση:
66. Όταν πρόσωπο, που υπέβαλε αίτηση για οποιαδήποτε παροχή ή που ισχυρίζεται ότι δικαιούται ή που δικαιούταν οποιαδήποτε παροχή ή πρόσωπο, στο οποίο καταβάλλεται παροχή, είναι για οποιοδήποτε λόγο ανίκανο να ενεργήσει ή έχει πεθάνει, ο Διευθυντής δύναται να ορίσει κατάλληλο πρόσωπο για να υποβάλει την αίτηση, να διεκδικήσει ή να εισπράξει την παροχή, ως αντιπρόσωπος ή για λογαριασμό ή εκ μέρους του εν λόγω προσώπου.
67.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι άκυρη η εκχώρηση ή επιβάρυνση παροχής, όπως και κάθε συμφωνία για εκχώρηση ή επιβάρυνσή της και, σε περίπτωση πτώχευσης δικαιούχου παροχής η παροχή δεν περιέρχεται στο σύνδικο της πτώχευσης ή σ’ οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό των πιστωτών του δικαιούχου.
(2) Καμία παροχή δεν υπόκειται σε κατάσχεση με βάση τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
68.-(1) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ένα πρόσωπο έλαβε οποιοδήποτε ποσό υπό μορφή παροχής, χωρίς να το δικαιούται, το πρόσωπο αυτό οφείλει να επιστρέψει το ποσό που εισέπραξε, εάν αυτό του καταβλήθηκε λόγω αποσιώπησης ή ψευδούς παράστασης ουσιώδους γεγονότος, είτε η αποσιώπηση ή η ψευδής παράσταση ήταν δόλια ή όχι.
(2) Το οφειλόμενο ποσό δύναται να παρακρατηθεί από οποιαδήποτε παροχή που οφείλεται μεταγενέστερα, χωρίς όμως να αποκλείεται η διεκδίκηση του εν λόγω ποσού με οποιοδήποτε άλλο μέσο:
Νοείται ότι, όταν πρόσωπο, που έλαβε οποιοδήποτε ποσό υπό μορφή παροχής χωρίς να το δικαιούται, αποδεικνύει ότι το έλαβε με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι δεν το δικαιούται, το ποσό επιστρέφεται αμέσως ή παρακρατείται από οποιαδήποτε παροχή που οφείλεται μεταγενέστερα, εάν δεν παρήλθε εύλογος χρόνος.