15.-(1) Οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών τιμωρείται, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική ευθύνη δυνάμει του παρόντος ή άλλου Νόμου, με διοικητικό πρόστιμο μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται στον πλοιοκτήτη του επιβατηγού πλοίου ή του επιβατηγού ταχύπλοου σκάφους ή στον πλοίαρχο, με αιτιολογημένη απόφαση του Γενικού Διευθυντή που βεβαιώνει την παράβαση.
(3) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(4) Τα κριτήρια υπολογισμού του ύψους του κατά περίπτωση επιβαλλόμενου δυνάμει του εδαφίου (2) προστίμου θα καθορίζονται ενδεικτικά σε οδηγίες του Υφυπουργού, χωρίς τούτο να περιορίζει, μέσα στα πλαίσια των οδηγιών, τη διακριτική ευχέρεια του Γενικού Διευθυντή, που βεβαιώνει τη συγκεκριμένη παράβαση, να αποφασίζει ελεύθερα με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
(5) Ο Γενικός Διευθυντής κοινοποιεί στον πλοιοκτήτη του επιβατηγού πλοίου ή του επιβατηγού ταχύπλοου σκάφους την περί επιβολής διοικητικού προστίμου απόφασή του και δεν επιτρέπει άρση της απαγόρευσης απόπλου που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, μέχρις ότου καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο ή κατατεθεί τραπεζική εγγύηση αναγνωρισμένου πιστωτικού ιδρύματος για ίσο ποσό, και με όρους που ικανοποιούν το Γενικό Διευθυντή.