95.-(1) Σε περίπτωση που η Αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, είτε κατά παράβαση όρου άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου είτε κατά παράβαση του παρόντος Νόμου είτε κατά παράβαση των κανονισμών είτε κατά παράβαση των οδηγιών της Αρχής που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 15, η Αρχή δύναται να επιβάλλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλης νομοθεσίας.
(2) Η Αρχή, προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε εύλογη προθεσμία από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της, την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και -
(α) Η οποία καθορίζει την παράβαση· και
(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο -
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος· και
(ii) περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκήσει προσφυγή κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος· και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου να καταβάλει στην Αρχή διοικητικό πρόστιμο, το οποίο του επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.