4Α.-(1)(α) Νομικό πρόσωπο, εκτός από πρόσωπο που εμπίπτει στις παραγράφους (β) έως (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, το οποίο προτίθεται να προβεί σε δραστηριότητες διαχείρισης πιστωτικών διευκολύνσεων, είναι αδειοδοτημένο από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 και των εδαφίων (1) έως (5) του άρθρου 8 του περί Διαχειριστών Πιστώσεων και Αγοραστών Πιστώσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου.
(β) Διαχειριστής πιστωτικών διευκολύνσεων που αδειοδοτείται από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 και των εδαφίων (1) έως (5) του άρθρου 8 του περί Διαχειριστών Πιστώσεων και Αγοραστών Πιστώσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου σε σχέση με διαχείριση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω Νόμου, δύναται να διαχειρίζεται πιστωτικές διευκολύνσεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και εντός του πεδίου εφαρμογής του.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία, πρόσωπο το οποίο προβλέπεται στις παραγράφους (β) έως (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 προτίθεται να προβεί σε εργασίες διαχείρισης πιστωτικών διευκολύνσεων, δεν υποχρεούται να αδειοδοτηθεί ως διαχειριστής πιστωτικών διευκολύνσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) άδεια δύναται να ανακληθεί με βάση τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 9 του περί Διαχειριστών Πιστώσεων και Αγοραστών Πιστώσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου.
(4) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του παρόντος Νόμου, οι διατάξεις του άρθρου 7, του εδαφίου (2) του άρθρου 11, των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 12, του άρθρου 13, του εδαφίου (1) του άρθρου 29, των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 35 και του άρθρου 36 του περί Διαχειριστών Πιστώσεων και Αγοραστών Πιστώσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και σε σχέση με διαχειριστή που αδειοδοτείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) και δραστηριοποιείται με βάση τον παρόντα Νόμο, και, οποιαδήποτε αναφορά σε “πίστωση”, περιλαμβανομένων των ορισμών που την περιλαμβάνουν, συνιστά για τους σκοπούς του παρόντος νόμου αναφορά σε “πιστωτική διευκόλυνση”.