3. (1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού με βάση τον οποίο πληρούνται κενές θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, παθόντες και τέκνα εγκλωβισμένων που είναι υποψήφιοι για διορισμό ή προαγωγή και κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα, προτιμώνται έναντι ανθυποψηφίων, οι οποίοι με βάση τα κριτήρια του οικείου νόμου έχουν κριθεί περίπου ισοδύναμοι μ’ αυτούς:
Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου τυγχάνουν εφαρμογής μια φορά μόνο για κάθε παθόντα ή τέκνο εγκλωβισμένου, δηλαδή είτε στο στάδιο της πρόσληψης είτε στο στάδιο μιας από τις προαγωγές:
Νοείται περαιτέρω ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε πρόσωπα που διορίσθηκαν ή προήχθησαν δυνάμει του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, ανάπηρος που είναι υποψήφιος για συγκεκριμένη θέση έχει προτεραιότητα για σκοπούς πρόσληψης έναντι οποιουδήποτε εξαρτωμένου αναπήρου.
(3) Για την υλοποίηση των προνοιών του παρόντος Νόμου καταρτίζονται ειδικοί κατάλογοι παθόντων ανάλογα με τα προσόντα τους ή τη σειρά επιτυχίας τους στο γραπτό ή προφορικό διαγωνισμό που διενεργείται για σκοπούς πλήρωσης θέσεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.