28.(1) Όταν ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον εγγεγραμμένου κτηματομεσίτη, καμιά πειθαρχική δίωξη δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ή συνεχιστεί εναντίον του για λόγους που σχετίζονται με την ποινική δίωξη μέχρις ότου αυτή πάρει οριστικό τέλος.
(2) Εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης που διώκεται για ποινικό αδίκημα και που τελικά αθωώνεται, δεν επιτρέπεται να διωχθεί πειθαρχικά για την ίδια κατηγορία, μπορεί όμως να διωχθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που προκύπτει από τη διαγωγή του, η οποία σχετίζεται με την ποινική δίωξη, αλλά δεν εγείρει το ίδιο επίδικο θέμα όπως εκείνο της κατηγορίας κατά την ποινική δίωξη.
(3) Όταν εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα, το οποίο, κατά την κρίση του Συμβουλίου, ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, είτε η καταδίκη αυτή επικυρωθεί ύστερα από έφεση είτε δεν ασκηθεί κατ’ αυτής έφεση, το Συμβούλιο λαμβάνει το γρηγορότερο αντίγραφο των πρακτικών της διαδικασίας του εκδικάσαντος την υπόθεσή ή, ανάλογα με την περίπτωση, την έφεση δικαστηρίου και χωρίς περαιτέρω έρευνα της υπόθεσης προβαίνει στην επιβολή της πειθαρχικής ποινής της διαγραφής του ονόματός του από το Μητρώο.