3.—(1) Μάρτυρας σε ποινική διαδικασία χρήζει βοηθείας δυνάμει του παρόντος εδαφίου-
(α) Αν κατά το χρόνο της ακρόασης δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του· ή
(β) αν το Δικαστήριο κρίνει ότι η μαρτυρία που θα δοθεί από το μάρτυρα ενδέχεται να επηρεαστεί λόγω του ότι ο μάρτυρας είναι διανοητικά ασθενής ή άλλως πως μειωμένου νοητικού και κοινωνικής προσαρμοστικότητας· ή
(γ) αν ο μάρτυρας πάσχει από σωματική αδυναμία ή αναπηρία.
(2) Μάρτυρας σε ποινική διαδικασία χρήζει βοηθείας δυνάμει του παρόντος εδαφίου αν το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι η ποιότητα της μαρτυρίας που θα δοθεί από το μάρτυρα ενδέχεται να επηρεαστεί λόγω φόβου ή αγωνίας ή οδύνης εκ μέρους του μάρτυρα σε σχέση με την κατάθεσή του κατά τη διαδικασία.
(3) Το Δικαστήριο για να αποφασίσει κατά πόσο μάρτυρας χρήζει βοηθείας δυνάμει του εδαφίου (2) λαμβάνει υπόψη ιδιαίτερα-
(α) Τη φύση και τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε το αδίκημα στο οποίο αφορά η διαδικασία·
(β) την ηλικία του μάρτυρα-
(γ) το κοινωνικό και πολιτιστικό υπόβαθρο και την εθνική καταγωγή του μάρτυρα-
(δ) το οικογενειακό και εργασιακό περιβάλλον του μάρτυρα·
(ε) τις θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις του μάρτυρα·
(στ) τη συμπεριφορά του κατηγορουμένου ή μελών της οικογένειάς του ή των συνεργατών του κατηγορουμένου έναντι του μάρτυρα· και
(ζ) τις απόψεις τις οποίες εξέφρασε ο μάρτυρας.
(4) Όταν το θύμα ποινικού αδικήματος προβλεπόμενου από τον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμο του 2000, και τον περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμο του 2000, είναι μάρτυρας σε ποινική διαδικασία σε σχέση προς το εν λόγω αδίκημα, ο μάρτυρας θεωρείται ως μάρτυρας που χρήζει βοηθείας σε σχέση προς τη διαδικασία αυτή, εκτός αν δηλώσει στο Δικαστήριο την επιθυμία του να μη θεωρηθεί ως μάρτυρας που χρήζει βοηθείας.
(5) Μάρτυρας που έχει ενταχθεί στο Σχέδιο Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης, που καθιδρύεται με το άρθρο 17, θεωρείται ως μάρτυρας που χρήζει βοηθείας.