11.—(1) Καμία πράξη, απόφαση ή εργασία του Συμβουλίου, επιτροπής ή υπεπιτροπής του δε θεωρείται άκυρη για μόνο το λόγο της ύπαρξης, χηρεύουσας θέσης στο Συμβούλιο ή σε επιτροπή ή υπεπιτροπή του, ανάλογα με την περίπτωση, ή της ύπαρξης οποιουδήποτε ελαττώματος στο διορισμό οποιουδήποτε μέλους αυτών.
(2) Εκτός αν και μέχρις ότου αποδειχθεί το αντίθετο κάθε συνεδρία του Συμβουλίου, επιτροπής ή υπεπιτροπής αυτού για τις εργασίες των οποίων έχουν τηρηθεί πρακτικά, θεωρείται ότι έχει δεόντως συγκληθεί και ότι όλα τα πρόσωπα που έχουν παραστεί στη συνεδρία θεωρούνται ότι διαθέτουν τα νόμιμα προσόντα του μέλους και, προκειμένου για εργασία οποιασδήποτε επιτροπής ή υπεπιτροπής, ότι αυτή έχει δεόντως συσταθεί και ότι έχει εξουσία να επιληφθεί του θέματος το οποίο καταχωρήθηκε στα πρακτικά της.