14.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή ανακαλεί ή αναστέλλει την ισχύ άδειας «Α» ή «Δ» για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:
(α) Αν η χορήγηση της άδειας «Α» ή «Δ» έχει εξασφαλιστεί με δόλο, ψευδή δήλωση ή απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος που έγινε εν γνώσει του αδειούχου· ή
(β) αν συχνά ή συστηματικά ο αδειούχος παραβιάζει διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή τους όρους υπό τους οποίους χορηγήθηκε η άδεια «Α» ή «Δ».
(2) Προτού η αρμόδια αρχή ανακαλέσει ή αναστείλει την ισχύ άδειας «Α» ή «Δ» δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, παρέχει στον αδειούχο, στον οποίο αναφέρεται η άδεια «Α» ή «Δ», προειδοποίηση τουλάχιστο δύο εβδομάδων για την πρόθεσή της αυτή, αναφέροντας λεπτομερώς τους λόγους της ανάκλησης ή της αναστολής, και δίνοντας την ευκαιρία στον αδειούχο να υποβάλει γραπτώς τις πιθανές παραστάσεις του. Η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω παραστάσεις:
(3) Η ισχύς άδειας «Α» ή «Δ» ανακαλείται αυτόματα-
(α) Αν το Συμβούλιο ανακάλεσε την ισχύ της άδειας· ή
(β) αν το φορτηγό όχημα έπαυσε να πληροί τις διατάξεις των εκάστοτε σε ισχύ νόμων, κανονισμών και διαταγμάτων που αφορούν στα φορτηγά οχήματα:
(4) Η ισχύς άδειας «Α» ή «Δ» αναστέλλεται αυτόματα αν το Συμβούλιο ανέστειλε την ισχύ της άδειας. Η διάρκεια της αναστολής της ισχύος άδειας «Α» ή «Δ» είναι ίση και ταυτόχρονη με τη διάρκεια της αναστολής της ισχύος της άδειας.
(5) Σε περίπτωση ανάκλησης ή αναστολής της ισχύος άδειας «Α» ή «Δ», που αποφασίζεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο αδειούχος στον οποίο αναφέρεται η άδεια «Α» ή «Δ» οφείλει, χωρίς καθυστέρηση, να την επιστρέψει στην αρμόδια αρχή χωρίς να δικαιούται να του επιστραφούν τέλη που έχει καταβάλει. Αν ο αδειούχος που κατέχει τέτοια άδεια παραλείψει να την επιστρέψει, όπως προβλέπεται πιο πάνω, η άδεια «Α» ή «Δ» κατάσχεται και επιστρέφεται στην αρμόδια αρχή από οποιοδήποτε επιθεωρητή ή αστυνομικό με στολή.