50Η.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 50Β, σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο δεν θέτει στη διάθεση του Εφόρου Φορολογίας στοιχεία ή έγγραφα που απαιτούνται δυνάμει των διαταγμάτων τα οποία εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (17) του άρθρου 11 και του εδαφίου (5) του άρθρου 21Α του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου και των διατάξεων των παραγράφων (α1) και (β1) του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμου και τα οποία καθορίζουν τις υποχρεώσεις των εταιρειών που καταβάλλουν τόκους, μερίσματα ή δικαιώματα για τη διενέργεια ελέγχων και τη διατήρηση υποστηρικτικών στοιχείων εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχετικού αιτήματος, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους-
(α) δύο χιλιάδων ευρώ (€2.000), σε περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία ή έγγραφα τίθενται στη διάθεση του Εφόρου Φορολογίας μεταξύ της εξηκοστής πρώτης (61ης) και της ενενηκοστής (90ής) ημέρας από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος·
(β) τεσσάρων χιλιάδων ευρώ (€4.000), σε περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία ή έγγραφα τίθενται στη διάθεση του Εφόρου Φορολογίας μεταξύ της ενενηκοστής πρώτης (91ης) και της εκατοστής εικοστής (120ής) ημέρας από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος· και
(γ) δέκα χιλιάδων ευρώ (€10.000), σε περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία ή έγγραφα τίθενται στη διάθεση του Εφόρου Φορολογίας μετά την εκατοστή εικοστή πρώτη (121η) ημέρα από την κοινοποίηση του σχετικού αιτήματος ή σε περίπτωση που δεν τεθούν καθόλου.».
(2) Ο Έφορος Φορολογίας πριν από την επιβολή διοικητικού προστίμου, ειδοποιεί σχετικά το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή του, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντάς του το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός προθεσμίας τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3)(α) Ο Έφορος Φορολογίας, αφού λάβει υπόψη τις υποβληθείσες παραστάσεις, επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή του, την οποία κοινοποιεί στο επηρεαζόμενο πρόσωπο:
(β) Η απόφαση του Εφόρου Φορολογίας-
(i) καθορίζει την παράβαση για την οποία επιβάλλεται το διοικητικό πρόστιμο·
(ii) παρέχει πληροφόρηση στο επηρεαζόμενο πρόσωπο-
(αα) για το δικαίωμά του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου· και
(ββ) για την προθεσμία εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (αα)· και
(iii) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να καταβάλει στον Έφορο Φορολογίας το διοικητικό πρόστιμο, ο Έφορος Φορολογίας λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου αμφισβητήθηκε δικαστικώς και ακυρώθηκε τελεσίδικα, ο Έφορος Φορολογίας επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο που το κατέβαλε.