ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Εφέσεις κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ρίου Αρ.79/20 και 90/20)
[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/στές]
29 Ιανουαρίου, 2025.
Ε.Δ.Δ.79/20
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσείων/Καθ' ου η Αίτηση,
ν.
ΔΡ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ,
Εφεσίβλητου/Αιτητή.
Ε.Δ.Δ.90/20
ΔΡ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ,
Εφεσείων/Αιτητής,
ν.
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητου/Καθ' ου η Αίτηση.
-------------------------
Δ. Καΐλης, για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για Εφεσείοντα/Καθ' ου η Αίτηση στην 79/20 και για Εφεσίβλητο/Καθ' ου η Αίτηση στην 90/20.
Αλ. Κουντουρή (κα) και Θ. Παναγή (κα), για Τάσσος Παπαδόπουλος και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητο/Αιτητή στην 79/20 και για Εφεσείοντα/Αιτητή στην 90/20.
-------------------------
Δικαστήριο: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί
από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ενόψει του πολυδιάστατου της Προσφυγής, των εγερθέντων θεμάτων και της διφυούς διαδικασίας των εφέσεων θεωρήσαμε σκόπιμο να αποδοθεί η απόφαση μας σε σχετικά κεφάλαια, ως ακολούθως:
Πρωτόδικη Διαδικασία
Ο Αιτητής στην Πρωτόδικη διαδικασία και Εφεσείων στην Έφεση 90/20 ο οποίος είναι Εφεσίβλητος στην Έφεση αρ.79/20 (εν τοις εφεξής, για σκοπούς ευκολίας «Αιτητής») είχε διατυπώσει στο παρακλητικό της Προσφυγής του δύο αιτούμενες θεραπείες.
Με τη θεραπεία Α ζητούσε όπως η πράξη και/ή απόφαση του Καθ' ου η Αίτηση και Εφεσίβλητου στην Έφεση 90/20 αλλά και Εφεσείοντα στην Έφεση 79/20 (εν τοις εφεξής για σκοπούς ευκολίας «Καθ' ου η Αίτηση»), η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή με επιστολή ημερ.29.6.16 είναι άκυρη και παράνομη.
Διά της πράξεως αυτής του Καθ' ου η Αίτηση αποφασίσθηκε ότι δεν είναι δυνατή η προσφορά διορισμού προς τον Αιτητή στη θέση Καθηγητή στην Ιατρική Σχολή, στην ειδικότητα «Γενική Χειρουργική».
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η θεραπεία Α έπρεπε να πετύχει και έτσι η διοικητική πράξη ακυρώθηκε. Εξ ου και η έφεση του Πανεπιστημίου στην Έφεση 79/20. Ωστόσο, η προηγηθείσα επιμέρους πρωτόδικη κρίση ότι, ούτε η συγκρότηση ούτε η σύνθεση της Επιτροπής έπασχε, οδήγησε τον Αιτητή στην καταχώρηση της Έφεσης 90/20.
Η ακύρωση της διοικητικής πράξης στηρίχθηκε στο ότι «πάσχει η διαδικασία λήψης της απόφασης της εισηγητικής έκθεσης της Ειδικής Επιτροπής κατά τη συνεδρίαση 12.5.16 ως ληφθείσας υπό πλάνης, όπως πάσχει και η αιτιολογία της».
Σκόπιμο είναι να παραθέσουμε το αιτιολογικό της πρωτόδικης κρίσης:
«Ως έχει προαναφερθεί, το εξωτερικό μέλος της Ειδικής Επιτροπής Prof. Nober Senninger απουσίαζε από την εν λόγω συνεδρίαση της Ειδικής Επιτροπής ημερομηνίας 12.5.2016. Ωστόσο, είναι παραδεκτό από το καθ' ου η αίτηση αλλά και πρόδηλο από τα εν λόγω πρακτικά ότι, στους ψήφους που έλαβαν οι υποψήφιοι για την συμπερίληψη τους στη μικρή λίστα (short list) υποψηφίων, οι οποίοι κλήθηκαν σε συνέντευξη, προσμέτρησε και η ψήφος του απουσιάζοντος μέλους, αποδεικνυόμενου αυτού του γεγονότος από το ότι κάποιοι εκ των υποψηφίων έλαβαν πέντε (5) ψήφους. Αυτό δεν είναι νομικά επιτρεπτό. Δικαίωμα ψήφου έχει ένα μέλος μόνο αν είναι (φυσικά) παρόντας σε συνεδρίαση του οργάνου στο οποίο μετέχει (βλ. σύγγραμμα Καθ. Α.Ι. Τάχου, ανωτέρω, σελ.378, §76 Τα συλλογικά όργανα, υπό ΙΙΙ. αποφάσεις (άρθρο 15)) και δεν δύναται να συμμετέχει εξ αποστάσεως (σημ. Δικ: το ζήτημα αυτό έχει, εν τω μεταξύ, πολύ προσφάτως και μεταγενέστερα του εδώ ουσιώδους χρόνου, άνευ αναδρομικής ισχύος, ρυθμιστεί με τρόπο που να επιτρέπεται, πλέον και η διεξαγωγή νόμιμης συνεδρίασης οργάνου μέσω τηλεδιάσκεψης, βλ. Τροποποιητικό Ν.28(I)/2020, τροποποίηση (και) επί του άρθρου 21 του Ν. 158(Ι)/1999). Ούτε είναι αντικειμενικά ανιχνεύσιμο από το Δικαστήριο, εάν, πως και πόσο, τελικά, δυνατόν να επηρέασε η λανθασμένα προσμετρηθείσα ψήφος του απουσιάζοντος Prof. .... Senninger την ψήφο των υπόλοιπων μελών ή αντιστρόφως. Συνεπώς, τόσο ο τρόπος και διαδικασία λήψης της ενδιάμεσης απόφασης βαθμολόγησης και, ως εκ τούτου του αποτελέσματος, η μη κλήση του αιτητή σε συνέντευξη ενώπιον της Ειδικής Επιτροπής όσο και κατ' επέκταση, η τελική εισήγηση της Ειδικής Επιτροπής και η επίδικη απόφαση του καθ' ου η αίτηση, όπως και η αιτιολογία αυτών, είναι παράνομες, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.»
Η θεραπεία Β του παρακλητικού της Προσφυγής απορρίφθηκε και δεν θα μας απασχολήσει.
Η Διοικητική Διαδικασία - Η Ειδική Επιτροπή
Στις 2.12.15, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου αποφάσισε, μεταξύ άλλων, τη σύσταση της επίδικης Ειδικής Επιτροπής για την αξιολόγηση αιτήσεων στη βάση προκήρυξης μιας θέσης στη βαθμίδα Καθηγητή στην ειδικότητα «Γενική Χειρουργική».
Ως μέλη της Επιτροπής διορίσθηκαν πέντε συνολικά άτομα, δύο εσωτερικά και τρία εξωτερικά μέλη, ενώ ορίσθηκαν και πέντε αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη.
Ο Καθ' ου η Αίτηση προκήρυξε τη θέση στις 18.12.15 και υποβλήθηκαν έξι αιτήσεις - μεταξύ των οποίων και του Αιτητή.
Τι συνέβη στις 12.5.16;
Σύμφωνα με τα δεδομένα της υπόθεσης, στις 12.5.16 έλαβε χώρα συνεδρίαση της Ειδικής Επιτροπής (απόντος του Καθηγητή Senninger, ο οποίος δήλωσε αδυναμία να παραστεί λόγω απρόσμενων συνθηκών). Μεταφέρουμε αυτούσια από την Πρωτόδικη απόφαση το τί σημειώθηκε για τη συνεδρίαση αυτή:
«. και αφού, στα πλαίσια προκαταρκτικής επιλογής, κάλεσε (και διενήργησε) συνέντευξη σε δύο (2) εκ των υποψηφίων άλλων από τον αιτητή, οι οποίοι έλαβαν τις περισσότερες ψήφους για την υποψηφιότητα τους από τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής, αποφάσισε, εν τέλει, ομόφωνα μεταξύ των παρόντων μελών, όπως μην εισηγηθεί κάποιον εκ των υποψηφίων για την επίδικη θέση.»
Το Εκλεκτορικό Σώμα, η Σύγκλητος και η Επιτροπή Προσωπικού και Κανονισμών
Το Εκλεκτορικό Σώμα αποφάσισε ομόφωνα σε συνεδρίαση την 1.6.16 στη βάση και της εισήγησης της Ειδικής Επιτροπής τη μη εκλογή υποψηφίου στην επίδικη θέση. Η απόφαση αυτή έτυχε επικύρωσης από τη Σύγκλητο σε συνεδρίας 8.6.16.
Στη συνέχεια η Επιτροπή Προσωπικού και Κανονισμών επικύρωσε ομοίως την απόφαση σε συνεδρίαση της ημερ.21.6.16.
Οι επιστολές Διαμαρτυρίας του Αιτητή μέσω δικηγόρων και απαντήσεις του Καθ' ου η Αίτηση
Ακολούθησαν επιστολές του Αιτητή προς τη Σύγκλητο με την οποία διαμαρτυρόταν (μεταξύ άλλων) ότι ο ίδιος ουδέποτε έλαβε πρόσκληση για προσωπική συνέντευξη. Με άλλη δε επιστολή διαμαρτυρόταν κυρίως ότι στην Ειδική Επιτροπή κακώς έλαβε μέρος ο Κοσμήτορας της Ιατρικής Σχολής Ζαχαρίου ο οποίος, κατά τη θέση, διέκειτο εχθρικά εναντίον του. Ο Καθ' ου η Αίτηση αρνήθηκε τις θέσεις αυτές.
Συγκρότηση και Σύνθεση Συλλογικών Οργάνων
Επειδή πρωτοδίκως και κατ' έφεση απασχόλησε το ως άνω θέμα σκόπιμο είναι να ξεχωρίσουν οι δύο έννοιες. Παραθέτουμε την εννοιολογική τους διαφορά από το σύγγραμμα Π. Δ. Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 3η Έκδοση, 451-452.
«Νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου είναι η θεμελίωση του σε έγκυρο κανόνα δικαίου και ο νόμιμος καθορισμός (διορισμός, εκλογή, κ.λπ.) όλων των υπό του νόμου προβλεπόμενων μελών, καθώς και του Προεδρείου.
............................... Η σύνθεση του συλλογικού οργάνου αναφέρεται, αντιθέτως προς τη συγκρότηση, όχι στο όργανο καθ' εαυτό και αφηρημένως, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση λειτουργίας του.»
(Βλ. Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2017) 3 Α.Α.Δ.174 και Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών ν. Κοινοπραξίας «Strabag Nemesis Consortium» Ε.Δ.Δ.29/16, 2.3.22).
Η Έφεση του Αιτητή 90/20
Ο Αιτητής παραπονείται για την πρωτόδικη απόφαση λόγω του ότι θεωρεί λανθασμένη την κρίση ότι η συγκρότηση της επιτροπής δεν έπασχε λόγω συμμετοχής του Καθηγητή Δέλτα (πρώτος λόγος έφεσης), ότι λανθασμένα έκρινε πως δεν είχε παραβιασθεί η αρχή της αμεροληψίας, ισότητας και πάσχουσας σύνθεσης και παρανομίας λόγω συμμετοχής του Καθηγητή Ζαχαρία στην όλη διαδικασία (δεύτερος λόγος έφεσης). Ακόμη παραπονείται ότι λανθασμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τους λοιπούς λόγους ακύρωσης (τρίτος λόγος έφεσης).
Πρωτίστως θα πρέπει να εξετάσουμε την Έφεση 90/20 γιατί οι λόγοι αυτοί προηγούνται από την πλημμέλεια που διαπίστωσε το Δικαστήριο στη διαδικασία στις 12.5.16.
Ο Αιτητής επαναφέρει διά της έφεσης του ουσιαστικά όλα τα σχετικά επιχειρήματα που έθεσε πρωτοδίκως για τα ως άνω θέματα. Έχουμε μελετήσει τις αντίστοιχες θέσεις κάτω από το πρίσμα της πρωτόδικης απόφασης.
Σε σχέση με τον πρώτο λόγο έφεσης, δηλαδή τη συμμετοχή του καθηγητή Δέλτα, ο οποίος, σύμφωνα με την εισήγηση ως αναπληρωματικό μέλος δεν δικαιούτο να συμμετάσχει ώστε, κατά τη θέση, να πάσχει η συγκρότηση της Επιτροπής, σημειώνουμε, όπως ορθά παρατηρεί το Πρωτόδικο Δικαστήριο, πως η συμμετοχή του Καθηγητή Δέλτα αντί του Καθηγητή Λεονίδη συνιστά, κατ' ουσία, αντικατάσταση στην επιλογή προσώπου το οποίο εξ αρχής δήλωσε αδυναμία να συμμετέχει στην Ειδική Επιτροπή και ουδέποτε κατέστη μέλος της.
Δεν βρίσκουμε τίποτε το μεμπτό στην κρίση και την επικυρώνουμε.
Επίσης θεωρούμε ορθή την κρίση ότι ο Καθηγητής Δέλτας, ως εσωτερικός εισηγητής, δεν καλύπτεται από τον Κ.4 του ως άνω Κανονισμού που επιτάσσει πως «η ειδικότητα εξωτερικού μέλους Ειδικής Επιτροπής θα πρέπει να έχει συνάφεια, με το γνωστικό αντικείμενο της προκήρυξης ή την ειδικότητα του υποψηφίου για ανέλιξη». (Βλ. Παπαλεοντίου ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Α.Ε.13/11, 24.10.17).
Υιοθετούμε συνεπώς ως ορθά τα λεχθέντα πρωτοδίκως και απορρίπτουμε τον πρώτο λόγο έφεσης.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά τη συμμετοχή του Καθηγητή Ζαχαρίου στην ίδια Επιτροπή, ο οποίος, κατά τον Αιτητή, διακατέχεται από οξεία έχθρα ή εμπάθεια απέναντι του και συνεπώς, κατά την εισήγηση, αυτό καθιστούσε παράνομη διαδικασία.
Όπως είναι νομολογιακά εδραιωμένο, οι οποίοι ισχυρισμοί για προκατάληψη ή μεροληψία πρέπει να τίθενται ευθύς εξ αρχής και το βάρος απόδειξης τους το έχει ο Αιτητής. Μάλιστα η όποια προκατάληψη πρέπει να στοιχειοθετείται με ικανοποιητική βεβαιότητα είτε από τα στοιχεία των φακέλων ή με ασφαλή συμπεράσματα που μπορεί να συναχθούν από στοιχεία (Ιακωβίδης ν. ΕΔΥ (1997) 3 Α.Α.Δ.28, Μούστρας ν. Δημοκρατίας (1998) Α.Α.Δ.70).
Εν προκειμένω, ορθά εκρίθη πρωτοδίκως πως ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.
Επρόκειτο σαφώς για «υποψίες» που δεν αποδείχθησαν με οποιοδήποτε αντικειμενικό τρόπο αλλά προέρχονταν μάλλον από την επαγγελματική ιδιότητα του Αιτητή και του Καθηγητή Ζαχαρίου που δεν έφτασε σε όποια διαπροσωπική σχέση που να δικαιολογούσε τέτοιους ισχυρισμούς. (Βλ. Δημοκρατία ν. Χριστοδούλου, Α.Ε.11/15, 1.11.21, ECLI:CY:AD:2021:C488).
Ομοίως, ο δεύτερος λόγος απορρίπτεται.
Ο τρίτος λόγος έφεσης βέβαια συναρτάται με το κατά πόσον θα πετύχει ή όχι η Έφεση 79/20, αφού εάν επικυρωθεί η κρίση του Δικαστηρίου επ' αυτής, το θέμα ορθά κρίθηκε ως λήξαν.
Συνεπώς, θα επανέλθουμε επ' αυτής αφού εξετάσουμε την Έφεση 79/20.
Η Έφεση του Πανεπιστημίου 79/20
Με την ως άνω Έφεση του Καθ' ου η Αίτηση προσβάλλεται η ορθότητα της κρίσης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία ακύρωσε τη μη προσφορά διορισμού στον Αιτητή στην ως άνω θέση, (πλην όμως, όπως αναφέραμε πιο πάνω, απέρριψε διάφορους ισχυρισμούς του, οι οποίοι προηγούνται του λόγου ακύρωσης τον οποίο έκρινε βάσιμο).
Είναι η θέση του Πανεπιστημίου πως λανθασμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο έπραξε ως άνω, καθότι αγνόησε τον Κ.5(2)[1] με τον τίτλο «Ο περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Εκλογή, Ανέλιξη και Ανανέωση Συμβάσεων Ακαδημαϊκού Προσωπικού)», ΚΔΠ36/96, αφού, σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτό, ο τελικός κατάλογος των υποψηφίων που θα κληθούν σε συνέντευξη ετοιμάζεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, χωρίς τη σύγκλιση συνεδρίας των μελών της Ειδικής Επιτροπής.
Η επιχειρηματολογία του Καθ' ου η αίτηση βασίζεται στο ότι, αφού δεν χρειάζεται συνεδρίαση για την κατάρτιση του τελικού καταλόγου, η κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου πως δεν μπορούσε να προσμετρηθεί η ψήφος του Καθηγητή Senninger καθότι απουσίαζε στις 12.5.16 και ούτε μπορούσε να συμπεριληφθεί στους ψήφους που έλαβαν οι υποψήφιοι για το short list, είναι αντίθετη με τον ως άνω Κανονισμό. Τονίζεται ακόμη ότι στη συνεδρίαση αυτή «δεν έλαβε χώρα η ετοιμασία του καταλόγου».
Υπήρξε ισχυρή η θέση της πλευράς του Αιτητή ότι ο Καθ' ου η αίτηση δεν μπορεί να προβάλει τέτοιο θέμα, εφ' όσον ουδέποτε πρωτοδίκως είχε εγείρει επίκληση του Καν.5. Βεβαίως η άλλη πλευρά, αντιτείνει πως το θέμα προέκυψε διά της απόφασης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο - χωρίς να είχε προβληθεί - έθεσε από μόνο του θέμα πλημμέλειας της διαδικασίας στις 12.5.16.
Δεν θα συμφωνήσουμε με τη θέση αυτή του Καθ' ου η Αίτηση. Η όλη διαδικασία και η νομιμότητα του τι εσυνέβη στη διαδικασία - συνεδρίαση στις 12.5.16 εντασσόταν στη γενικότερη θέση για την απουσία του Καθηγητή Senninger από την επίδικη συνεδρίαση και το τι αυτό συνεπακόλουθα σήμαινε για τη διαδικασία. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε πως ενώ η απουσία του Καθηγητή ήταν δικαιολογημένη και δεν θα επηρέαζε - χωρίς τις επιμέρους περιστάσεις - την εγκυρότητα της συνεδρίασης, ωστόσο, σε συσχετισμό με τα εν τέλει δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο σώμα του πρακτικού, η όλη διαδικασία καθίστατο προβληματική.
Συνεπώς, ήταν επιτρεπτό στο Δικαστήριο να εξετάσει τη νομιμότητα και βασιμότητα της διαδικασίας στις 12.5.16, όπως το έπραξε. Ενώ, αντιθέτως, δεν είναι θεμιτό στον Καθ' ου η Αίτηση να εγείρει στην έφεση για πρώτη φορά επίκληση του ως άνω Κανονισμού και να προβάλει θέση περί διαφορετικής διαδικασίας που όφειλε η Επιτροπή να ακολουθηθεί. Εάν η θέση του ήταν αυτή, όφειλε να την προβάλει ευθύς εξαρχής για να διακηρύξει το νόμιμο της συνεδρίασης ημερ.12.5.16. Άλλωστε, με βάση την ίδια την ένσταση του Καθ' ου η Αίτηση, είναι σ' αυτή τη συγκεκριμένη συνεδρίαση που αναφέρεται ότι η Ειδική Επιτροπή «αποφάσισε» (Παρ.4 της Ένστασης), οπότε αποκλείεται η πλευρά του Καθ' ου η Αίτηση να επικαλείται διαφορετικά στάδια της διαδικασίας για τους ψήφους, στάδια τα οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν απέδειξε.
Με βάση τα πιο πάνω, δεν μπορεί να μας απασχολήσει θέμα που δεν είχε τεθεί πρωτοδίκως, σύμφωνα με τις πάγιες νομολογημένες αρχές. (Παρτασίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε.Δ61/10, 11.5.15 και την Καπακιώτης Παπαέλληνας Λτδ ν. Δημοκρατίας, 21.12.16, όπου αναφέρθηκε ακριβώς πως δεν μπορούν να απασχολήσουν κατ' έφεση θέματα τα οποία δεν εγέρθησαν πρωτοδίκως).
Συνεπακόλουθα η έφεση 79/20 απορρίπτεται και κατά τη λογική του πράγματος απορρίπτεται και ο τρίτος λόγος έφεσης της Έφεσης 90/20.
Κατάληξη
Και οι δύο εφέσεις απορρίπτονται. Ενόψει της κοινής κατάληξης τους, δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.
/Σ.Θ.
[1]K.5(2). Ο Πρόεδρος της Επιτροπής μέσα σε έξι εβδομάδες από την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων ετοιμάζει τελικό κατάλογο των υποψηφίων που θα κληθούν σε συνέντευξη. Στον κατάλογο περιλαμβάνονται τα ονόματα όσων υποψηφίων προτάθηκαν από δύο ή περισσότερα μέλη της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου.