ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 69/2020)

(Υπόθ. Αρ. 221/2016)

 

29 Ιανουαρίου, 2025

 

[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ,

Εφεσείωv

                                                  v.

 

EΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ (E.T.E.K.)

                                                          Εφεσίβλητου

 

                                                -----------------------

Π. Αγαθοκλέους, για Γερολέμου, Αγαθοκλέους και Συνεργάτες ΔΕΠΕ,  για  τον Εφεσείοντα

Στ. Μαξιούτη (κα) κα Θ. Παναγή (κα), για Τάσσος Παπαδόπουλος και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητο

                 

.......

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ.  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη

 

........

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Ο Εφεσείων είναι απόφοιτος της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων - Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και μέλος του Ε.Τ.Ε.Κ (Εφεσίβλητου) στην ειδικότητα Μηχανικής Μεταλλείων του Κλάδου Μηχανικής Μεταλλείων και Εφαρμοσμένης Γεωλογία, στη Μηχανική Μεταλλείων από τις 20.2.2008.

 

          Με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 15.7.2014, ο Εφεσείων ζήτησε από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, την αναγνώριση των επαγγελματικών του προσόντων, στη βάση των διατάξεων της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, οι οποίες έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, με τον περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμο του 2008 (Ν.31(Ι)/2008), ώστε ο Εφεσείων να ασκεί και εργασίες γεωλογικής επισκόπησης. 

 

          Το αίτημα του αυτό στηρίζεται, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, στο γεγονός ότι στην Ελληνική Δημοκρατία, βάσει Προεδρικού Διατάγματος, ο απόφοιτος της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων - Μεταλλουργών, του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, έχει τη δυνατότητα επαγγελματικής ενασχόλησης με γεωλογικές εργασίες. Επιπρόσθετα, από το πρόγραμμα σπουδών του, προκύπτει η επαγγελματική του επάρκεια, προκειμένου να εγγραφεί στην ειδικότητα της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας. 

 

          Το ζήτημα αυτό, αποστάληκε λόγω αρμοδιότητας στον Εφεσίβλητο, ο οποίος με επιστολή του ημερ. 24.9.2014 απάντησε ότι οι διατάξεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις επαγγελματία ο οποίος επιθυμεί τη διακίνηση και εγκατάσταση του από ένα Κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε άλλο.  Σύμφωνα με τον Εφεσίβλητο, η περίπτωση του Εφεσείοντα, ως πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας που δεν επιθυμούσε τη διακίνηση και εγκατάσταση από άλλο Κράτος - μέλος στην Κυπριακή Δημοκρατία, δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και συνεπώς οι διατάξεις της δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση.

 

          Στις 19.6.2015, ο Εφεσείων υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο μητρώο μελών του Εφεσίβλητου, για την ειδικότητα της Εφαρμοσμένης Γεωλογίας του Κλάδου Μηχανικής Μεταλλείων και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας.

 

          Η αίτηση του Εφεσείοντα εξετάστηκε αρχικά από την Υποεπιτροπή του κλάδου, η οποία στις 5.10.2015 εισηγήθηκε προς την Επιτροπή Εγγραφής Μελών του Εφεσίβλητου την απόρριψη της, την οποία και υιοθέτησε.           Η Διοικούσα Επιτροπή, κατά τη συνεδρία της ημερ. 17.11.2015 αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης.

 

 

          Η απορριπτική απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής, κοινοποιήθηκε στον Εφεσείοντα με επιστολή ημερ. 2.12.2015, η νομιμότητα της οποίας αποτέλεσε το αντικείμενο της Προσφυγής αρ. 221/2016. 

 

Παραθέτουμε αυτούσιο απόσπασμα από την προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 2.12.2015, με σχετική αιτιολογία της απόρριψης:

 

«Αναφέρομαι στην αίτησή σας ημερομηνίας 5.10.2015, για να εγγραφείτε ως μέλος του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ) στον κλάδο της Μηχανικής Μεταλλείων και Εφηρμοσμένης Γεωλογίας, στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία και λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι, η Διοικούσα Επιτροπή μετά από εξέταση της αίτησής σας, στη συνεδρία της ημερομηνίας 17.11.2015, αποφάσισε ότι, δεν δικαιούστε να εγγραφείτε στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον πιο πάνω κλάδο γιατί δεν κατέχετε τα υπό του Νόμου απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα.

 

Τα προγράμματα σπουδών που έχετε παρακολουθήσει προς απόκτηση του «Δίπλωμα Μηχανικού Μεταλλείων Μεταλλουργός» από το ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ της ΕΛΛΑΔΑΣ και του «Μεταπτυχιακός τίτλος στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ)» από το ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ της ΚΥΠΡΟΥ, δεν έχουν τύχει αναγνώρισης στον εν λόγω κλάδο από το Επιμελητήριο (αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλων σπουδών, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν.224/90) για τους σκοπούς του Νόμου του ΕΤΕΚ.

 

Ειδικότερα πληροφορείστε ότι, τα ακαδημαϊκά προσόντα του «Δίπλωμα Μηχανικού Μεταλλείων Μεταλλουργός», από το ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ της ΕΛΛΑΔΑΣ και του «Μεταπτυχιακός τίτλος στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ)», από το ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ της ΚΥΠΡΟΥ, δεν ικανοποιούν τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του Περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ.  Δεν είναι πτυχία ή διπλώματα πανεπιστημίου ή άλλα ισοδύναμα προσόντα στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου.

 

Για περισσότερες πληροφορίες, σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους η αίτησή σας έχει απορριφθεί αλλά και για τις ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβείτε ώστε να καταστεί δυνατή η εγγραφή σας στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ μπορείτε να επικοινωνείτε με το Επιμελητήριο.»

 

          Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού προσδιόρισε ότι το εγερθέν ζήτημα αφορούσε το κατά πόσο οι διατάξεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του εναρμονιστικού αυτής Νόμου Ν.31(Ι)/2008, τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση του Εφεσείοντα, - δηλ. πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας ο οποίος απέκτησε τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλο Κράτος - μέλος (Ελλάδα) και επιθυμεί να ασκήσει το επάγγελμα αυτό στην Κυπριακή Δημοκρατία - με αναφορά σε δεσμευτική επί του ζητήματος νομολογία της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ν. Βαρνάβα Α.Ε. 109/2012, ημερ. 11.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:C4), επί ακριβώς ταυτόσημων νομικών και πραγματικών ισχυρισμών, κατέληξε πως οι ισχυρισμοί του Εφεσείοντα α) περί εφαρμογής, στην περίπτωση του, των διατάξεων του Ν.31(Ι)/2008 και της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και β) περί εφαρμογής εκ μέρους του Εφεσίβλητου, αντισταθμιστικών μέτρων (για απαίτηση πρακτικής άσκησης ή υποβολή δοκιμασίας επάρκειας, σύμφωνα με τις εν λόγω νομοθεσίες (Εθνική και Ευρωπαϊκή), δεν ευσταθούν.

 

          Περαιτέρω, κατέληξε πως κανένα δικαίωμα του Εφεσείοντα δεν επηρεάστηκε και καμιά δυσμενής συνέπεια επήλθε σε σχέση με αυτόν, συνεπεία της παράλειψης του Εφεσίβλητου να τον ενημερώσει για τα μέσα θεραπείας που είχε στη διάθεση του, ούτε και απέσεισε το αποδεικτικό βάρος που έχει προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού του ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση, παραβιάστηκε η αρχή της ίσης μεταχείρισης. 

 

          Η κατάληξη αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οδήγησε σε απόρριψη της Προσφυγής και συνακόλουθα, επικύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

          Ο Εφεσείων, θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση και με την παρούσα Έφεση επιδιώκει την ανατροπή της στη βάση τεσσάρων (4) λόγων Έφεσης.

 

          Ο 1ος και 2ος λόγος Έφεσης περιστρέφονται γύρω από την εισήγηση του Εφεσείοντα περί εσφαλμένης, εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ερμηνείας της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και συνακόλουθα, της εσφαλμένης κρίσης του πως ο Εφεσείων, ως κύπριος πολίτης, ο οποίος απέκτησε τα ακαδημαϊκά του προσόντα σε Κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ελλάδα)  και επιθυμεί να εξασκήσει τα επαγγελματικά του προσόντα στην Κυπριακή Δημοκρατία, δεν εμπίπτει εντός του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του Ν.31(Ι)/2008.

 

          Με τον 3ο λόγο Έφεσης ο Εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση πως ο ισχυρισμός του περί παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης είχε προβληθεί αόριστα, ενώ με τον 4ο λόγο Έφεσης παραπονείται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει τους λόγους ακύρωσης που αφορούν την πλάνη περί το Νόμο, την έλλειψη δέουσας έρευνας, την πλάνη περί τα πράγματα, την παράβαση της Αρχής της καλής πίστης και/ή της χρηστής διοίκησης ως και την παράβαση της αρχής της αναλογικότητας.

 

          Προχωρούμε με την σωρευτική εξέταση του 1ου και 2ου λόγου Έφεσης, ως άμεσα σχετικοί και αλληλένδετοι μεταξύ τους. 

 

          Στα πλαίσια του 1ου και 2ου λόγου Έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα κάλεσε το παρόν Δικαστήριο όπως αποκλίνει από την προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Βαρνάβα (ανωτέρω), στην οποία, με αναφορά στις προηγούμενες αποφάσεις,  Φλωρίδης ν. Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου, (2016) 3 ΑΑΔ, 527  και Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ν. Μίκαλλου, (2016) 3 ΑΑΔ 754 αποφασίστηκε πως οι πρόνοιες του Νόμου 31(Ι)/2008 (ως ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο) δεν αφορούσαν και δεν κάλυπταν πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας οι οποίοι αιτούνται την εγγραφή τους στο μητρώο μελών του ΕΤΕΚ.  Συνακόλουθα, δεν τύγχαναν εφαρμογής στην συγκεκριμένη εκείνη περίπτωση, όπου ο Αιτητής/Εφεσίβλητος είχε υποβάλει την αίτηση του ως κύπριος πολίτης και όχι ως υπήκοος άλλου Κράτους - μέλους.   

 

          Στήριξε το αίτημα του στους εξής δύο λόγους:  α) σε καμιά από τις πιο πάνω αποφάσεις δεν εξετάσθηκε το ζήτημα ερμηνείας και εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, ούτε και το ζήτημα της πλημμελούς μεταφοράς της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ στην Εθνική Νομοθεσία (Ν.31(Ι)/2008) και κατ' επέκταση ενασχόλησης με το ζήτημα της αρχής υπεροχής του κοινοτικού δικαίου, έναντι της εθνικής νομοθεσίας και  β) η εκ των υστέρων τροποποίηση της εθνικής νομοθεσίας δηλ. του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου Ν.224/1990 και του Ν.31(Ι)/2008, (μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης), ώστε να συνάδει με τις πρόνοιες της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, ως και η αναγνώριση εκ μέρους της διοίκησης και του Εφεσίβλητου σε σχέση με την πλημμελή μεταφορά της Οδηγίας, αποτελεί αναγνώριση εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατ' επέκταση του Εφεσίβλητου.

 

          Αντίθετα, οι ευπαίδευτες συνηγόροι του Εφεσίβλητου, υποστηρίζουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και απορρίπτουν τις πιο πάνω εισηγήσεις του Εφεσείοντα.  Περαιτέρω, εγείρουν ζήτημα αλυσιτέλειας της παρούσας Έφεσης, που άπτεται  κυρίως των πρώτων δύο λόγων Έφεσης και συγκεκριμένα στο κατά πόσο ο Εφεσείων έχει εν τέλει έννομο συμφέρον στην προώθηση των ισχυρισμών του στα πλαίσια της παρούσας Έφεσης, ως ζήτημα δημόσιας τάξης που μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

 

          Προχωρούμε στην εξέταση του εγερθέντος ζητήματος της αλυσιτέλειας της Έφεσης, που προέχει ως εκ της φύσης του. 

 

          Είναι η εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων του Εφεσίβλητου πως ακόμα και αν στην περίπτωση του Εφεσείοντα τύγχαναν εφαρμογής οι διατάξεις του Ν.31(Ι)/2008 (ως ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, το 2015) και η Οδηγία 2005/36/ΕΚ, - ως ο ισχυρισμός του Εφεσείοντα - και πάλι ο Εφεσείων δεν θα δικαιούτο εγγραφή στην ειδικότητα που αιτήθηκε.  Τούτο γιατί, εν πάση περιπτώσει αυτός δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ αρ. 11,  ως και του αρ. 15 και 17(1)(2)(β) του Ν.31(Ι)/2008

 

          Συγκεκριμένα, έγινε αναφορά στο παραδεκτό γεγονός ότι ο Εφεσείων δεν κατέχει οποιαδήποτε βεβαίωση επάρκειας ή τίτλο εκπαίδευσης στο αντικείμενο της ειδικότητας στην οποία επιθυμεί να εγγραφεί (ειδικότητα της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας), τονίζοντας πως το επίδικο ζήτημα συνίσταται στο κατά πόσο νόμιμα απορρίφθηκε η αίτηση του Εφεσείοντα στην ειδικότητα της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας, με μόνη την κατοχή από τον Εφεσείοντα, του Διπλώματος Μηχανικού Μεταλλείων. 

 

          Εξετάσαμε την πιο πάνω εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων του Εφεσίβλητου.

 

          Όπως με σαφήνεια προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης (ανωτέρω), ο Εφεσίβλητος απέρριψε το αίτημα του Εφεσείοντα για εγγραφή του ως μέλος του στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία.  Τούτο γιατί, όπως έκρινε, το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησε, προς απόκτηση του «Διπλώματος Μηχανικού Μεταλλείων Μεταλλουργός» από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο της Ελλάδας, ως και ο «Μεταπτυχιακός Τίτλος στην Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ)» από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, δεν έτυχαν αναγνώρισης από τον Εφεσίβλητο στον κλάδο της Μηχανικής Μεταλλείων και Εφηρμοσμένης Γεωλογίας, στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία (ως το αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλου σπουδών με βάση το Άρθρο 7 του Ν.224/1990).

 

          Ειδικότερα, διευκρινίστηκε πως οι εν λόγω τίτλοι που κατέχει ο Εφεσείων, δεν ικανοποιούν τις πρόνοιες του Άρθρου 7(1)(α) του Ν. 224/1990 για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του Εφεσίβλητου, εφόσον δεν είναι πτυχία ή διπλώματα Πανεπιστημίου ή άλλα ισοδύναμα προσόντα στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία. 

 

          Το Άρθρο 7(1)(α) του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου του 1990 (Ν.224/1990) ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, έχει ως ακολούθως:

«7.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (1Γ), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν—

 

(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, για την εγγραφή πολιτών κρατών μελών στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης, εξαιρουμένης της αρχιτεκτονικής, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος εδαφίου γίνεται τηρουμένων των διατάξεων του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.»

 

 

          Περαιτέρω, το Άρθρο 17(1)(2) του Ν.31(Ι)/2008,  ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 13 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ),  προνοεί ως ακολούθως:

17.-(1) Εάν στη Δημοκρατία απαιτείται για την ανάληψη ή την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος η κατοχή συγκεκριμένων επαγγελματικών προσόντων, το αρμόδιο όργανο παρέχει την δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους πολίτες της Δημοκρατίας, στους αιτητές που είναι κάτοχοι της βεβαίωσης επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του.

 

(2) Οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης που αναφέρονται στο εδάφιο (1), πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(α) να έχουν χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους·

 

 (β) να βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται στη Δημοκρατία, όπως ορίζεται στο άρθρο 15.

 

          Σ' ό,τι αφορά την εφαρμογή του Άρθρου 17, καθορίζονται στο Άρθρο 15 τα επίπεδα των επαγγελματικών προσόντων. 

 

          Σύμφωνα με την Εκτίμηση αρ. 11 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ:

«Όσον αφορά τα επαγγέλματα που καλύπτονται από το γενικό σύστημα αναγνώρισης των τίτλων εκπαίδευσης, στο εξής αναφερόμενο ως «το γενικό σύστημα» τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν το δικαίωμα να ορίζουν το ελάχιστο επίπεδο απαραίτητων προσόντων ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στην επικράτειά τους».

 

          Από τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις, προκύπτει κατά τρόπο σαφή πως η Οδηγία 2005/36/ΕΚ, δεν περιορίζει με οποιοδήποτε τρόπο την ευχέρεια των Κρατών-μελών για καθορισμό των προυποθέσεων και ελάχιστων επιπέδων προσόντων που τα ίδια απαιτούν.  Αυτό επιβεβαιώνεται από το Άρθρο 17(1)(2) (ανωτέρω), σε συνδυασμό με το Άρθρο 15 του Ν.31(Ι)/2008,  που καθορίζει το ελάχιστο επίπεδο προσόντων.

 

          Συνακόλουθα, προκύπτει από τα πιο πάνω ότι, ακόμα και αν οι ισχυρισμοί του Εφεσείοντα περί εφαρμογής στην περίπτωση του, των διατάξεων του Ν.31(Ι)/2008 και της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, ο Εφεσείων και πάλι δεν θα εδικαιούτο σε εγγραφή στον κλάδο της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας, ως το αίτημα του.  Τούτο γιατί, ο Εφεσείων όχι μόνο δεν παρουσίασε πέραν των πιο πάνω διπλωμάτων του, οποιαδήποτε βεβαίωση επάρκειας ή τίτλο εκπαίδευσης στον συγκεκριμένο κλάδο της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας όπως απαιτεί το Άρθρο 17 του Ν.31(Ι)/2008 (ανωτέρω), αλλά ούτε καν ισχυρίζεται πως πληρεί τις ελάχιστες προϋποθέσεις που τάσσει το εν λόγω άρθρο.  Συνεπώς, η επίκληση και μόνο εκ μέρους του Εφεσείοντα, του Ελληνικού Προεδρικού Διατάγματος, δεν αποτελεί, σύμφωνα με το Άρθρο 17 του Ν.31(Ι)/2008, επαρκές προσόν για την εγγραφή του στο Μητρώο Μελών του Εφεσίβλητου στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία, αφού τα διπλώματα που αυτός κατέχει, δεν αποτελούν,  σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση, πτυχία ή διπλώματα πανεπιστημίου ή ισοδύναμα προσόντα στην Εφηρμοσμένη Γεωλογία.

 

          Όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Βαρνάβα (ανωτέρω), ο Ν.224/1990, θέτει τον Εφεσίβλητο, ως το μόνο αρμόδιο όργανο για αναγνώριση του τίτλου σπουδών του Εφεσείοντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του.  Ο ίδιος ο Νόμος ως ειδικός, είναι ο εφαρμοστέος Νόμος.  Το ακόλουθο απόσπασμα είναι σχετικό:

«Καθήκον των Εφεσειόντων (ΕΤΕΚ), όπως εντοπίζεται και στην απόφαση Φλωρίδης (ανωτέρω), με αναφορά στο άρθρο 7 του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου Ν. 224/90, ήταν:

 

«..... να λάβει υπόψη του την εγγραφή του εφεσείοντα σε άλλο επαγγελματικό σώμα και εξετάζοντας τα προσόντα του να αποφασίσει κατά τη δική του κρίση επί της αίτησης κατά πόσο τα πιστοποιητικά εγγραφής αντιστοιχούν στις απαιτήσεις που το ίδιο θέτει ..............

...................................................... Με βάση το πιο πάνω άρθρο ο Ν.224/90 θέτει ως το μόνο αρμόδιο όργανο για αναγνώριση του τίτλου σπουδών του εφεσείοντα το Επιμελητήριο σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού.  Ο ίδιος δε Νόμος ως ειδικός είναι ο εφαρμοστέος νόμος.»

 

 

 

Όπως, επίσης σχετικά, εντοπίζεται στην υπόθεση Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ν. Λούκα Βιολάρη, ΑΕ 207/2010, ημερ. 21.22.2016:

 

«Η αναγνώριση τίτλων σπουδών, για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, ανάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Επιμελητηρίου, ρυθμίζεται δε από τον περί ΕΤΕΚ Νόμο και ιδιαιτέρως από το άρθρο 7(1)(α) ανωτέρω ...................»

 

  

Στην υπό κρίση περίπτωση οι Εφεσείοντες, ενεργώντας στα πλαίσια της αποκλειστικής τους αρμοδιότητας και του καθήκοντός τους για αξιολόγηση των υποβληθέντων προσόντων, απέρριψαν την αίτηση του Εφεσίβλητου για εγγραφή στο Μητρώο Μελών στον κλάδο της Μηχανολογικής Μηχανικής, στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν τους κατά τον χρόνο εξέτασης της αίτησης. Σύμφωνα με τα όσα ο ίδιος ο Εφεσίβλητος υπέβαλε, τα ακαδημαϊκά του προσόντα ουδεμία σχέση είχαν με τον συγκεκριμένο κλάδο της Μηχανολογικής Μηχανικής για τον οποίο αιτήθηκε εγγραφής. Παρά δε το γεγονός ότι οι Εφεσείοντες ζήτησαν από τον Εφεσίβλητο περαιτέρω στοιχεία προς επιβεβαίωση των προσόντων του και προς παροχή της δυνατότητας συνολικής αξιολόγησής τους, ο ίδιος αρνήθηκε και/ή παρέλειψε να το πράξει.

 

Συμπληρώνουμε, ολοκληρώνοντας, ότι οι εξουσίες του Δικαστηρίου κατά την αναθεωρητική του δικαιοδοσία κινούνται σε απολύτως διακριτά όρια. Όπως επαναλαμβάνεται και στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Βιολάρης (ανωτέρω):

 

«Το Δικαστήριο κατά την αναθεωρητική του δικαιοδοσία διενεργεί έρευνα προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης, την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα ή την υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου (Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1638) και δεν επιτρέπεται να διεξάγει πρωτογενή έρευνα, όπως έπραξε στην υπό κρίση περίπτωση, ασκώντας ουσιαστική κρίση ως προς την κατοχή των αναγκαίων προσόντων του εφεσίβλητου, υποκαθιστώντας έτσι την κρίση του διοικητικού οργάνου, εν προκειμένω του ΕΤΕΚ, και το κυριότερο, κατ΄ αντίθεση προς τα νομολογηθέντα (Σαββίδης και Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων, ανωτέρω).  Αποδοχή της ορθότητας της ανωτέρω κατάληξης θέτει εκ ποδών τη διακριτική ευχέρεια του μόνου αρμοδίου οργάνου να αποφασίζει την εγγραφή προσώπων στο Μητρώο των Μελών του, όπως του εναποτέθηκε εκ του Νόμου, μετατρέποντας την σε δέσμια και την εγγραφή ότι επέρχεται αυτοδικαίως και αυτομάτως.»

 

          Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, συμφωνούμε με τις ευπαίδευτες συνηγόρους  του Εφεσίβλητου πως με αυτά τα δεδομένα, η παρούσα Έφεση καθίσταται αλυσιτελής ως προς τους 1ο και 2ο λόγο Έφεσης, οι οποίοι και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι, εφόσον, ακόμα και αν αυτοί εγίνοντο αποδεκτοί, εν τούτοις δεν θα μπορούσαν να οδηγήσουν  σε δικαίωση και ικανοποίηση του Εφεσείοντα και επομένως αυτός δεν θα έχει καμιά ωφέλεια από την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για αυτούς ειδικά τους λόγους.

 

          Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από το Σύγγραμμα Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως της Γ.Π. Σιούτη σελ. 192, Παρ. 184, κάτω από τον τίτλο «Η αλυσιτελής αίτηση ακύρωσης»:

 

«Έντονη διαπλοκή εννόμου συμφέροντος και βασίμου παρουσιάζεται και στη λεγόμενη αλυσιτελή αίτηση ακύρωσης.  Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται και απορρίπτεται εκείνη η αίτηση ακύρωσης, η οποία ακόμη και αν γίνει δεκτή δεν πρόκειται να οδηγήσει σε δικαίωση και ικανοποίηση του αιτούντος και επομένως ο αιτών δεν θα έχει καμία ωφέλεια από την ακύρωση της πράξης.  Η κρίση αυτή όμως συνδέεται, σχεδόν πάντοτε, με την ουσιαστική κρίση των λόγων ακύρωσης ή εν πάση περιπτώσει με την εκτίμηση στοιχείων, που αφορούν τη βασιμότητα της.  Παρά ταύτα, συχνά η κρίση περί του αλυσιτελούς εμφιλοχωρεί στο προκριματικό στάδιο της έρευνας για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος και καταλήγει στην απόρριψη της αίτησης ακύρωσης ως απαράδεκτης και όχι ως αβάσιμης.»

 

          Προχωρούμε στην εξέταση του 3ου λόγου Έφεσης που αφορά την κατ' ισχυρισμό παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

 

          Είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα, πως η θέση του Εφεσίβλητου ότι ο Εφεσείων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, πλήττει άμεσα την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αφού ένας Έλληνας απόφοιτος της ίδιας σχολής με τον Αιτητή, θα έχει το δικαίωμα να εγγραφεί στην συγκεκριμένη ειδικότητα, ενώ ο Εφεσείων, δεν δύναται να εγγραφεί.  Επικαλέστηκε προς τούτο, όπως και πρωτόδικα, σχετική επιστολή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού προς τον Εφεσίβλητο ημερ. 13.1.2015, στην οποία αναφέρεται  αυτό το παράδειγμα.

 

          Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο πως ο Εφεσείων προέβαλε τον πιο πάνω ισχυρισμό αόριστα, χωρίς να αναφερθεί σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που πράγματι πραγματοποιήθηκε τέτοια εγγραφή  και συνεπώς απέτυχε να αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που ο ίδιος φέρει προς τεκμηρίωση τέτοιου ισχυρισμού.  Όπως είναι νομολογημένο, όπου εγείρεται ζήτημα δυσμενούς διάκρισης, θα πρέπει να τεκμηριώνεται με συγκεκριμένη επιχειρηματολογία και όχι αόριστα με επίκληση γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, χωρίς κατ' επέκταση να επιδέχεται δικανική εκτίμηση.  Όπου δε γίνεται επίκληση πραγματικών γεγονότων, όπως  ο ισχυρισμός για άνιση μεταχείριση της περίπτωση του αιτητή έναντι άλλων παρόμοιων περιπτώσεων, θα πρέπει να τεκμηριώνονται οι περιπτώσεις αυτές.  (βλ. Α. Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 815).

 

          Στην προκειμένη περίπτωση, η απλή αναφορά στο ενδεχόμενο εγγραφής Έλληνα πολίτη στη συγκεκριμένη ειδικότητα, εν αντιθέσει με τον Εφεσείοντα, δεν αποτελεί επαρκή τεκμηρίωση του ισχυρισμού του για άνιση μεταχείριση.  Τέτοια πληροφόρηση περί ενδεχόμενης δυνατότητας Έλληνα για εγγραφή, δεν παρουσιάστηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και πολύ περισσότερο ούτε και για ήδη επιτευχθείσα εγγραφή Έλληνα πολίτη.  Η μοναδική αναφορά σε επιστολή του Υπουργείου Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού με παρόμοιο προβληματισμό, δεν είναι αρκετή για τεκμηρίωση του ισχυρισμού περί άνισης μεταχείρισης.  Εξάλλου, όπως έχουμε ήδη κρίνει ανωτέρω, ο Εφεσείων, εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να εγγραφεί ως το αίτημα του, ο δε Εφεσίβλητος είναι το αποκλειστικά αρμόδιο όργανο για να αποφασίσει την εγγραφή είτε του Εφεσείοντα είτε του οποιουδήποτε Έλληνα υπήκοου στο Μητρώο μελών του, με βάση τη σχετική νομοθεσία. 

 

          Συνεπώς και ο 3ος λόγος Έφεσης δεν γίνεται αποδεκτός και απορρίπτεται. 

 

          Αβάσιμος κρίνεται και ο 4ος λόγος Έφεσης.  Μελετώντας τους λόγους ακύρωσης που ο Εφεσείων επικαλέστηκε πρωτόδικα, περί πλάνης περί το Νόμο, έλλειψη δέουσας έρευνας, πλάνη περί τα πράγματα και παραβίαση της Αρχής της καλής πίστης και/ή χρηστής Διοίκησης και Αναλογικότητας, διαπιστώνεται ότι όλοι οι ισχυρισμοί του περιστρέφονται γύρω από τον κύριο ισχυρισμό του περί εσφαλμένης τοποθέτησης του Εφεσίβλητου ότι ο Εφεσείων δεν εμπίπτει στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του Ν.31(Ι)/2008.  Είναι δε προφανές από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης ότι ο Εφεσίβλητος αντιμετώπισε την αίτηση του Εφεσείοντος για εγγραφή του στην ειδικότητα της Εφηρμοσμένης Γεωλογίας και όχι της Γεωλογίας, ως η θέση του Εφεσείοντος πρωτόδικα.

 

          Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξέτασε και αποφάσισε σε σχέση με τον ισχυρισμό του Εφεσείοντα περί μη εφαρμογής εκ μέρους του Εφεσίβλητου αντισταθμιστικών μέτρων, ως και για την ισχυριζόμενη παραβίαση του Άρθρου 5 του Ν.158(Ι)/1999 σε σχέση με την ενημέρωση του Εφεσείοντα για τα μέσα θεραπείας που είχε στη διάθεση του.  Είναι δε σημαντικό να τονισθεί πως ο Εφεσείων δεν συμπεριέλαβε οποιοδήποτε λόγο Έφεσης που να προσβάλλει την ορθότητα των εν λόγω ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου και συνεπώς δεν υπάρχει πεδίο επέμβασης μας.

 

          Συνακόλουθα και ο 4ος λόγος Έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

          Για όλα τα πιο πάνω, η Έφεση απορρίπτεται. 

 

          Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος του Εφεσίβλητου και σε βάρος του Εφεσείοντα ύψους €4.000 (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει).

 

                                               

                                                                                                               Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ,  Δ.

 

 

Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο