ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ.57/20)
17 Ιανουαρίου, 2025.
[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΚΟΥΛΛΗΣ,
Εφεσείων/Αιτητής,
v.
ΔΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ,
Εφεσίβλητων/Καθ' ων η Αίτηση.
------------------------
Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για Εφεσείοντα/Αιτητή
Μ. Μουαΐμης με Χρ. Μουαΐμη, για Μουαΐμης και Μουαΐμης, για Εφεσίβλητους/Καθ' ων η Αίτηση
------------------------
Δικαστήριο: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί
από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο Κανονισμός 54 των περί Δημοτικής Λειτουργίας Κανονισμών του Δήμου Παραλιμνίου, ΚΔΠ374/00 απασχόλησε πρωτοδίκως στην Προσφυγή του Εφεσείοντα/Αιτητή κατά της πράξης των Εφεσίβλητων/Καθ' ων η Αίτηση να του επιβάλουν την ποινή της αναγκαστικής αφυπηρέτησης λόγω της κήρυξης του σε πτώχευση.
Ο Κανονισμός αυτός έχει ως εξής:
«54 - (1) Δημοτικός Υπάλληλος εναντίον του οποίου άρχισε διαδικασία Πτώχευσης, πληροφορεί αμέσως για αυτή το Δήμαρχο.
(2) Μόλις αυτός κηρυχθεί σε πτώχευση ή μόλις εκδοθεί το διάταγμα παραλαβής εναντίον του ή μόλις επιτευχθεί συμβιβασμός με τους πιστωτές του, ο δημοτικός υπάλληλος τίθεται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών αυτών και δεν αποκαθίσταται στη θέση του, εκτός αν το Συμβούλιο κρίνει, με βάση την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία ή ύστερα από εξέταση των γεγονότων και αφού ακούσει τον υπάλληλο, ότι οι οικονομικές του δυσχέρειες προκλήθηκαν από αναπόφευκτη ατυχία και δεν οφειλόταν σε σπατάλη ή ασύγγνωστη απρονοησία, ή συντρέχουν ελαφρυντικά για τον δημοτικό υπάλληλο.
(3) Κατά τη διάρκεια της περιόδου της διαθεσιμότητας του δημοτικού υπαλλήλου όλες οι εξουσίες, τα προνόμια και τα ωφελήματα του αναστέλλονται:
Νοείται ότι το Συμβούλιο επιτρέπει στον δημοτικό υπάλληλο να λαμβάνει μέρος των απολαβών της θέσης του, όχι λιγότερα από το μισό, όπως θα κρίνει το Συμβούλιο.
(4) Αν το Συμβούλιο αποφασίσει να αποκατασταθεί ο δημοτικός υπάλληλος στη θέση του σύμφωνα με την παράγραφο 1 η διαθεσιμότητα του τερματίζεται και ο υπάλληλος δικαιούται ολόκληρο το ποσό των απολαβών τις οποίες θα έπαιρνε αν δεν ετίθετο σε διαθεσιμότητα.
(5) Αν το Συμβούλιο αποφασίσει να μην αποκατασταθεί ο δημοτικός υπάλληλος στη θέση του, αποφασίζει την αναγκαστική του αφυπηρέτηση από τη δημοτική υπηρεσία και εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών, οι διατάξεις της παραγράφου (6) του Κανονισμού 65.»
Όπως αναφέρει το Πρωτόδικο Δικαστήριο, το σχετικό ιστορικό καταγράφεται σε απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στα πλαίσια της Αίτησης αρ.4/15, ότι δηλαδή στις 28.2.14, στα πλαίσια της αγωγής 3594/09, εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της Ενάγουσας/Αιτήτριας και εναντίον του Εναγομένου 2/Καθ' ου η Αίτηση για το ποσό των €388.208,19 με τόκο 13% ετησίως από 17.9.09 μέχρι εξοφλήσεως και κεφαλαιοποίηση του τόκου την 30η Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου πλέον €10.937,33 συσσωρευμένους τόκους πλέον €6.255.- έξοδα, πλέον ΦΠΑ. Η εν λόγω απόφαση προνοούσε ότι θα υπήρχε αναστολή εκτέλεσης για περίοδο 6 μηνών από 28.2.14 και εάν εντός της πιο πάνω περιόδου αναστολής καταβαλλόταν από τον Εναγόμενο 2/Καθ' ου η Αίτηση το ποσό των €300.000.- πλέον έξοδα, τότε η απόφαση θα θεωρείτο ως εξοφληθείσα σε σχέση με αυτόν. Στις 2.1.15 καταχωρήθηκε η Πτωχευτική Ειδοποίηση με αρ.1/15 εναντίον του Εφεσείοντα. Η εν λόγω πτωχευτική ειδοποίηση του επιδόθηκε προσωπικά στις 20.1.15 και αυτός καταχώρισε διαδικασία για παραμερισμό της, η οποία όμως αποσύρθηκε στις 2.4.15. Η δε προθεσμία καταχώρισης της αίτησης άρχιζε από την πιο πάνω ημερομηνία. Η αίτηση πτώχευσης επιδόθηκε προσωπικά στον Εφεσείοντα στις 23.4.15 και στον Επίσημο Παραλήπτη στις 24.4.15.
Είναι παραδεκτό ότι στις 23.2.16 εκδόθηκε Διάταγμα Πτώχευσης εναντίον του Εφεσείοντα. Ο Εφεσείοντας δεν πληροφόρησε σχετικά τον Δήμαρχο Παραλιμνίου ότι είχε ξεκινήσει διαδικασία πτώχευσης εναντίον του. Όταν εν τέλει οι Εφεσίβλητοι το πληροφορήθηκαν, τον έθεσαν σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με τον πιο πάνω Κανονισμό. Τον κάλεσαν δε να προβάλει τις θέσεις του για να εξετάσουν τις συνθήκες που τον οδήγησαν σε πτώχευση, κατά πόσο δηλαδή οι οικονομικές δυσχέρειες προέκυψαν από αναπόφευκτη ατυχία ή αν συντρέχουν ελαφρυντικά προς το πρόσωπο του.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, στην εκκαλούμενη απόφαση, έκρινε πως η Προσφυγή έπρεπε να αποτύχει, στηριζόμενο στη νομιμότητα και ορθότητα των ενεργειών των Εφεσίβλητων σε συνάρτηση με την εφαρμογή του εν λόγω Κανονισμού εν προκειμένω.
Κατέληξε δε ως εξής:
«Είναι ορθή η επισήμανση του καθ' ου η αίτηση ότι ο κανονισμός 54(2) δεν διακρίνει μεταξύ πρωτοφειλέτη και εγγυητή αλλά εφαρμόζεται σε οποιοδήποτε υπάλληλο έχει κηρυχθεί σε πτώχευση. Η αποκατάσταση στη θέση του, όμως, γίνεται εφόσον ο καθ' ου η αίτηση ικανοποιηθεί ότι ο υπάλληλος αυτός έφτασε στην πτώχευση από αναπόφευκτη ατυχία και όχι λόγω σπατάλης ή ασύγγνωστης απρονοησίας ή αν συντρέχουν ελαφρυντικά για τον υπάλληλο.
Έχω την άποψη ότι στο πιο πάνω απόσπασμα από το πρακτικό της συνεδρίας του καθ' ου η αίτηση δίδεται επαρκής αιτιολογία και επεξήγηση με αναφορά στο κείμενο της δικαστικής απόφασης και όλα τα πραγματικά δεδομένα που οδήγησαν στην πτώχευση του αιτητή με τρόπο ώστε να μην χωρά δικαστική παρέμβαση. Ο καθ' ου η αίτηση εξήγησε γιατί δεν θεωρεί ότι συντρέχουν ελαφρυντικά για τον αιτητή εφόσον είναι μια σειρά από οικονομικές υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε ο αιτητής χωρίς, όμως, να μπορεί να ανταποκριθεί που τον οδήγησαν στην πτώχευση.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω ότι η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Λόγω του ότι ο αιτητής είναι πτωχεύσας, δεν επιδικάζονται έξοδα εναντίον του.»
Ο Εφεσείων επανέρχεται στα κριθέντα με δύο λόγους έφεσης, ότι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο ερμηνεύει τον Κ.54(2) και 65 των Κανονισμών επί τω ότι οι Εφεσίβλητοι πριν να επιβάλουν τη σχετική ποινή όφειλαν να ακούσουν τον πειθαρχικά διωκόμενο (λόγος 1) και ότι η απόφαση είναι εσφαλμένη για το λόγο ότι είχε ληφθεί κατά παράβαση των συνταγματικών υποχρεώσεων και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έναντι του Εφεσείοντος, παραβιάζοντας την αρχή της δίκαιης δίκης και της αμεροληψίας, ειδικά επί τω ότι έχει παραβιασθεί η αρχή ότι ο κάθε πειθαρχικά διωκόμενος δικαιούται να τύχει της ίδιας μεταχειρίσεως με τον ποινικά διωκόμενο (λόγος 2).
Πριν την εξέταση των λόγων έφεσης οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι διά της αιτιολογίας αυτών επιχειρείται διεύρυνση των λόγων με την εισαγωγή της θέσης ότι δεν μπορούσε ο κανονισμός ως δευτερογενής νομοθεσία να αποτελέσει λόγο απόλυσης. Είναι φανερό ότι η θέση αυτή δεν καλύπτεται από τους λόγους έφεσης και ως εκ τούτου δεν θα μας απασχολήσει. (Βλ. Πασατουριάν ν. Τραπέζης Κύπρου (2002) 1(Α) Α.Α.Δ.322, Προκοπίου ν. Ryan κ.ά. (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ.1982 και Χατζηχάννας ν. Χατζηχάννα, Έφ. Αρ.28/21, ημερ.23.6.22).
Επανερχόμενοι στους δύο λόγους έφεσης παρατηρούμε ότι είναι συναφείς και συνεπώς μπορούν να εξετασθούν σε κοινό πλαίσιο.
Είναι ορθό βεβαίως ότι γενικά σε μια πειθαρχική δίκη ισχύουν αναλογικά οι ίδιες αρχές ως μια ποινική δίκη.
Στην υπόθεση Κατσαντώνη ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ.35/18, ημερ.26.6.24 είχαμε σημειώσει τα εξής:
«Δεν υφίσταται βεβαίως διαφωνία πως η πειθαρχική δίκη είναι στη φύση της - και έτσι δέον να αντιμετωπίζεται - ως ποινικού χαρακτήρα παρέχουσα τα ίδια δικαιώματα που παρέχει το Σύνταγμα σε πρόσωπο που διώκεται ποινικά, χωρίς να εξομοιώνεται πλήρως (βλ. Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ.ά. ν. Παναγή κ.ά., Α.Ε. 47/14, 25.2.2021, ECLI:CY:AD:2021:C71 και Δημοκρατία ν. Ζαχαρίογλου, ΕΔΔ104/18, 25.1.2024).
Ορθό είναι επίσης πως το Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ καλύπτει και διοικητικές διαδικασίες που επιβάλλουν ποινικού τύπου κυρώσεις (βλ. Grande ν. Stevens v. Italy, Application Nos. 18640/10, 18647/10, 18663/10 et. al. Jud. 4.3.2014, Φιλιππίδου ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, ΑΕ 7/16, 10.5.2023), ECLI:CY:AD:2023:C163.
Συνεπώς, είναι ορθό πως η πειθαρχική διαδικασία πρέπει να είναι δίκαιη, αμερόληπτη και ακριβοδίκαιη.»
Στην κρινόμενη περίπτωση έχουμε ένα ιδιαίτερο αδίκημα σχεδόν αυστηρής ευθύνης, για το οποίο ισχύει μια ειδική διαδικασία που περιγράφεται στον ως άνω Κ.54 (και όχι τον Κανονισμό 65, ως η εισήγηση, ο οποίος κανονισμός καθορίζει τις διάφορες μορφές ποινών, καθώς και επιμέρους ρυθμίσεις για τις συνέπειες επί των ωφελημάτων των δημοτικών υπαλλήλων σε περίπτωση επιβολής ποινών).
Αυτό που όφειλαν οι Εφεσίβλητοι να πράξουν ήταν να καλέσουν τον Εφεσείοντα να προβάλει τις θέσεις του και να εξετάσουν την πιθανή υπεράσπιση που θα έθετε, δηλαδή κατά πόσο η πτώχευση του οφείλεται σε αναπόφευκτη ατυχία όπως ειδικά προνοείται στον σχετικό κανονισμό.
Ορθά επισημαίνεται πρωτοδίκως πως εάν, αντιθέτως, διαφαίνετο πως η πτώχευση του οφείλεται σε σπατάλη ή ασύγγνωστη απρονοησία ή δεν συντρέχουν ελαφρυντικά ώστε να αναιρείτο ο αρχικός χαρακτήρας της πράξης, ο ίδιος ο Κ.54 καθορίζει την ποινή, χωρίς διακριτική εξουσία του οργάνου, σ' αυτή της ποινής της αναγκαστικής αφυπηρέτησης.
Το Παράρτημα 11 της ένστασης αποτελεί το πρακτικό της κρίσιμης συνεδρίασης του αποφασίζοντος οργάνου. Χρήσιμο είναι να παρατεθεί μέρος του αιτιολογικού:
«Στις 27/7/2016 σε συνεδρία ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου, τον ρώτησα και πάλι γιατί δεν με ενημέρωσε, ως όφειλε ότι άρχισε διαδικασία πτώχευσης ή και το αποτέλεσμα αυτής και αυτός μου απάντησε ότι δεν γνώριζε ότι έχει τέτοια υποχρέωση και πρόσθεσε ότι για άλλον υπάλληλο που έχει πτωχεύσει δεν έγινε η ίδια διαδικασία, χωρίς να μας δίνει περαιτέρω στοιχεία, παρ' όλες τις παροτρύνσεις.
Επιπρόσθετα, ο ίδιος και ο δικηγόρος του, αρχικά είχαν τη θέση ότι δεν είχε πτωχεύσει και είναι σε διαδικασία πτώχευσης, σ' αντίθεση με όσα συμπεριλαμβάνονται στη δικαστική απόφαση ημερ. 23/02/2016. Περαιτέρω, ισχυρίζονταν ότι ο κανονισμός 54 της Κ.Δ.Π. 374/2000 δεν εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση τονίζοντας μάλιστα ότι δεν είναι πρωτοφειλέτης αλλά εγγυητής και ότι το θέμα αυτό δεν είναι σοβαρό παραλείποντας να μας αναφέρουν ότι ήταν εγγυητής της πρωτοφειλέτιδας εταιρείας Ε & Κ Elian (Athina Gardens) Ltd, της οποίας ο ίδιος ήταν Διευθυντής και Γραμματέας κατά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης. Η απόφαση πτώχευσης του κ. Α. Κακουλλή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, ημερ. 23/02/2016, υπ. αρ. 4/2015, μιλά ξεκάθαρα σχετικά με την έκδοση του διατάγματος, των γεγονότων που το περιβάλλουν κ.ά. Πρέπει να σας επισημάνω, ότι η πιο πάνω απόφαση είναι τελεσίδικη και μη αμφισβητούμενη, εφόσον ο κ. Α. Κακουλλής δεν την εφεσίβαλε.
Επίσης, ο πτωχεύσας δημοτικός υπάλληλος μέσω επιστολής του δικηγόρου του, ισχυρίστηκε ότι είχε συμφωνήσει με την Alpha Bank Cyprus Ltd, ότι η τράπεζα δεν προτίθεται να συνεχίσει τη διαδικασία πτώχευσης του εάν δώσει προς αυτή το ποσό των €310.000, διότι θα εξασφάλιζε πώληση συγκεκριμένης περιουσίας προς ικανοποίηση του χρέους του, ενώ είχε το διάταγμα πτώχευσης. Όσον αφορά τους εν λόγω ισχυρισμούς του, σχετικά με την συμφωνία της τράπεζας δεν μας προσκόμισε οποιαδήποτε στοιχεία που να την επιβεβαιώνουν. Επίσης, στις αρχικές του τοποθετήσεις, σχετικά με την πιο πάνω συμφωνία μας έλεγε ότι το θέμα θα διευθετηθεί εντός 2-3 μηνών, ενώ στη συνέχεια έγινε μέχρι τις 31/12/2016. Πρόσθετα, ο κ. Α. Κακουλλής, είχε δηλώσει, ότι με την εκκαθάριση της εταιρείας Ε & Κ Elian (Athina Gardens) Ltd, το θέμα θα τερματιζόταν, ενώ σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου το οφειλόμενο ποσό δεν εξασφαλίζεται, γι' αυτό εκδόθηκε το διάταγμα πτώχευσης. Στη δικαστική απόφαση ημερ. 23/02/2016, ο κ. Α. Κακουλλής παραδέχθηκε, ότι στα πλαίσια άλλης αγωγής εκδόθηκε απόφαση ημερ. 08/07/2015 εναντίον του για το ποσό των €1.366.881,15, ανεξάρτητα από την παρούσα υπόθεση. Επίσης διαπιστώνεται μέσα από την απόφαση, ότι προηγούνται άλλες υποθήκες και memo σ' άλλες υποθέσεις, επομένως δεν μπορούν να πωληθούν και να εξοφληθεί το συγκεκριμένο εξ αποφάσεως χρέος.
Περαιτέρω, κατά τη γνώμη μου, σύμφωνα με τα ενώπιον μας στοιχεία και τα γεγονότα που ακούστηκαν, διαπιστώνω ότι ο κ. Α. Κακουλλής, περιέπεσε σ' αρκετές αντιφάσεις και μας παρέθεσε αρκετές ανακρίβειες, όπως για παράδειγμα, ότι ο εκκαθαριστής δεν τον άφηνε να φύγει διότι από το 2008 είχε διοριστεί, ενώ με βάση τα στοιχεία του εφόρου εταιρειών ήταν διευθυντής μέχρι το 2011, η ημερ. αίτησης εκκαθάρισης ήταν 25/10/2013, η ημερ. διατάγματος εκκαθάρισης 07/02/2013 και ο διορισμός του εκκαθαριστή ήταν 03/06/2014. Με βάση τα πιο πάνω και όχι μόνο, θεωρώ τους ισχυρισμούς του κ. Α. Κακουλλή αναξιόπιστους και μη ειλικρινείς.
Κρίνω σύμφωνα με τα πιο πάνω σε συνδυασμό με το σύνολο των γεγονότων και των ενώπιον μας στοιχείων, ότι κατά την άποψη μου δεν διαπιστώνω ότι υπάρχουν τα όποια ελαφρυντικά, ούτε διαπιστώνω ότι η πτώχευση προκλήθηκε από αναπόφευκτη ατυχία για το Δημοτικό Υπάλληλο, καθ' ότι ο ίδιος ήταν διευθυντής το 2006 μέχρι το 2011, ο ίδιος μας ανέφερε ότι υπήρχαν εξασφαλίσεις, σ' αντίθεση με όσα καταγράφονται στην απόφαση ημερ. 23/02/2016, και όταν ερωτήθηκε πώς κατέληξε η εταιρεία που ο ίδιος διαχειριζόταν να μην πληρώνει τα χρέη της, αυτός απάντησε ότι πληρωνόντουσαν κι άλλοι. Μ' άλλα λόγια προκύπτει ζήτημα κακής διαχείρισης και όχι κάποιο εκ των ελαφρυντικών που προβλέπουν οι κανονισμοί, παρ' όλο που ήταν εγγυητής και όχι πρωτοφειλέτης, φαίνεται όμως ότι ήταν διευθυντής και γραμματέας αυτής.
Ως εκ των ανωτέρω, εισηγούμαι ότι δεν πρέπει να αποκατασταθεί ο Δημοτικός Υπάλληλος στη θέση του και κατ' επέκταση την αναγκαστική του αφυπηρέτηση, όπως προβλέπεται στον κανονισμό 54(5) της Κ.Δ.Π. 374/2000.»
Ακολούθως οι Δημοτικοί Σύμβουλοι υιοθέτησαν και ενίσχυσαν τη θέση του Δημάρχου, με την εξής κατάληξη:
«Το Δημοτικό Συμβούλιο, εξέτασε μία προς μία τις περιπτώσεις που προβλέπει ο Κανονισμός 54(2) της Κ.Δ.Π. 374/2000 και διαπίστωσε, ότι δεν συντρέχουν τα όποια ελαφρυντικά ή όποια αναπόφευκτη ατυχία. Θεώρησε ότι η πτώχευση του κ. Α. Κακουλλή έγινε ανεξαρτήτως, ότι ήταν εγγυητής και όχι πρωτοφειλέτης, διότι αυτός ήταν Διευθυντής και Γραμματέας, αυτός υπέγραψε τη σύμβαση δανείου με την Τράπεζα, είχε τον έλεγχο της εταιρείας μέχρι το 2011, δέχθηκε την πρωτόδικη απόφαση χωρίς να την εφεσιβάλει, καθώς επίσης ότι απέκρυψε τη διαδικασία, την αίτηση και το διάταγμα πτώχευσης του από το Δήμο.»
Δέον να προσεχθεί πως οι Εφεσίβλητοι ορθά στάθηκαν ιδιαιτέρως στο διευθυντικό ρόλο που είχε ο Εφεσείοντας στα οικονομικά δεδομένα της πρωτοφειλέτριας εταιρείας, καθώς και στην άμεση εμπλοκή του για μεγάλο διάστημα στην όλη διαχείριση των χρεών και των εξασφαλίσεων που αφορούσαν την επίδικη περίπτωση.
Είναι φανερό από τα όσα πιο πάνω αναλυτικά αναγράφονται, πως ορθά το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε νόμιμες και δέουσες τις ενέργειες των Εφεσίβλητων. Πρόδηλο είναι πως τηρήθηκε η υποχρέωση να ακουσθεί ο πειθαρχικά διωκόμενος, ο οποίος έδωσε την εκδοχή του, εκδοχή που αξιολογήθηκε και δεν έπεισε για τους λόγους που λεπτομερώς εξηγούνται πιο πάνω. Ομοίως, ο Εφεσείοντας δεν μας έχει πείσει πως χωρεί οποιοδήποτε πεδίο επέμβασης μας στην πρωτόδικη κρίση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €4.000-, πλέον ΦΠΑ εάν υπάρχει, εναντίον του Εφεσείοντα και υπέρ των Εφεσίβλητων.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.
/Σ.Θ.