ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

(ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ.53/20)

 

8 Ιανουαρίου, 2025.

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/στές]

 

Μεταξύ:

1.   ΕΥΓΕΝΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΟΥ,

2.   APL ALEXANDER PROMOTIONS LIMITED

Εφεσειόντων/Αιτητών,

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ,

Εφεσιβλήτων/Καθ' ων η Αίτηση.

 

------------------------

 

Μ. Ιωάννου, για Εφεσείοντες/Αιτητές

Φ. Σωτηρίου, δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για Γενικό Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητους/Καθ' ων η Αίτηση

Καμία εμφάνιση, για Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

------------------------

 

Δικαστήριο: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί

από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε η Προσφυγή των Εφεσειόντων/Αιτητών σε σχέση με πράξεις των Εφεσίβλητων/Καθ' ων η Αίτηση.

 

Οι πράξεις αυτές αφορούσαν παύση διευθυντή/γραμματέα, μεταβίβαση μετοχών και αντικατάσταση της διεύθυνσης εγγεγραμμένου γραφείου της εταιρείας Altanoso Ltd και πράξεις αναφορικά με διορισμούς άλλων προσώπων ως διευθυντές της εταιρείας αυτής.

 

Υπήρξε ένα μακρύ ιστορικό σε συνάρτηση με τις κοινοποιήσεις των εκ του Νόμου εντύπων στον Έφορο Εταιρειών για τις πράξεις αυτές, το οποίο ιστορικό θα μας απασχολήσει μόνο εφόσον χρειαστεί.

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε την Προσφυγή ως μη παραδεκτή λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας καθότι κατέταξε τις προσβαλλόμενες αποφάσεις σε πράξεις ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς δεν συνιστούσαν αποφάσεις εν τη εννοία του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.

 

Για τις ίδιες πράξεις κατεχωρήθηκε από τους Εφεσείοντες και αγωγή το 2015 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, με την οποία, σύμφωνα με την εκκαλούμενη απόφαση, ζητείτο ακύρωση των πράξεων που προσβάλλονταν με την Προσφυγή.

 

Ηγέρθη ένσταση, μεταξύ άλλων, από τους Εφεσίβλητους πως οι προσβαλλόμενες με την Προσφυγή αποφάσεις δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις.

 

Ορθά βεβαίως το Διοικητικό Δικαστήριο εξέτασε το θέμα πρωταρχικά αφού η διαπίστωση της ύπαρξης δικαιοδοσίας είναι το θεμέλιο του παραδεκτού της Προσφυγής (βλ. Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Δαγτόγλου, 6η Έκδοση, 2014, σελ.357 κ.έ.). Δεν συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο των Εφεσειόντων πως οι τυχόν ιδιομορφίες ή οι ενδεχόμενες παρανομίες που μας παρέθεσε, θα μπορούσαν να διαφοροποιήσουν το θέμα της δικαιοδοσίας ή όχι του Δικαστηρίου.

 

Όπως τονίσθηκε σε σειρά από αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας, βασικό κριτήριο για να κριθεί εάν μια πράξη ανάγεται στη σφαίρα του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου είναι η εγγενής φύση της πράξης σε συνδυασμό με το συμφέρον του κοινού στον συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας αρχής ή οργάνου. Αν δε, η πράξη επηρεάζει παρεμπιπτόντως και το συμφέρον του κοινού, αυτό δεν την καθιστά πράξη δημοσίου δικαίου. (Βλ. τη σύνοψη των αρχών που γίνεται στη Λοϊζίδης ν. Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος κ.ά., Ε.Δ.Δ.5/18, ημερ.20.11.23).

 

Στη Sampratrans Shipping Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 1 Α.Α.Δ.644 ο Δικαστής Χατζηχαμπής, όπως ήταν τότε, αναλύοντας παλαιότερη νομολογία ανέφερε πως σε σχέση με τη διάκριση, η ουσία είναι ότι πρόκειται για περιουσιακά δικαιώματα στον καθορισμό των οποίων δεν υπεισέρχεται κρίση της διοίκησης, καταλήγοντας πως τα δικαιώματα των μερών δεν εξαρτώντο καν από τις καταχωρίσεις αλλά από τις ουσιαστικές συναλλαγές και νομικές πρόνοιες που τα ρύθμιζαν.

 

Από τη νομολογία μας επίσης κρίθηκε ότι το ίδιο όργανο δύναται να ενεργεί είτε εντός είτε εκτός της σφαίρας του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου αντίστοιχα, ανάλογα με τη φύση της πράξης που διενεργεί. (Βλ. Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ.218).

 

Όπως δε τονίσθηκε στη Hellenic Bank v. Republic (1986) 3 C.L.R.481, πράξεις διοικητικών οργάνων με τις οποίες ρυθμίζονται ιδιωτικά δικαιώματα πολιτών ανάγονται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.

 

Αυτό συμβαίνει εν προκειμένω και ορθά διατυπώθηκε η σχετική πρωτόδικη κρίση πως οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή αποφάσεις, ενέπιπταν στη σφαίρα ιδιωτικού δικαίου, αφού, ενώ λήφθησαν από δημόσιο όργανο, δηλαδή τον Έφορο Εταιρειών, επρόκειτο για αποφάσεις που αφορούσαν στο ζήτημα της εκ του νόμου υποχρέωσης καταχώρησης μετοχικής και διοικητικής δομής των Εφεσειόντων και του εγγεγραμμένου γραφείου τους. Εκ της φύσεως τους οι πράξεις ρυθμίζουν κυρίως ιδιωτικά δικαιώματα και όχι ζητήματα για τα οποία εξ αντικειμένου το κοινό έχει από τη φύση των πραγμάτων συμφέρον στην έκδοσή του. Όπως εύστοχα σημειώνει και ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής, είναι γι' αυτό τον λόγο που καταχωρήθηκε και η αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού. Εν αντιθέσει της εισήγησης του κ. Ιωάννου, δεν θεωρούμε ότι η παρατήρηση αυτή του δικαστηρίου είχε στην ουσία επίδραση επί της κρίσης του. Ήταν ένα παρεμπίπτον γεγονός που απλώς ενίσχυε τα δεδομένα που αυτόνομα οδήγησαν στη διαπίστωση της έλλειψης δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου αφού δεν υφίστατο εν προκειμένω εκτελεστή διοικητική πράξη εν τη εννοία του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Η σχετική Νομοθεσία που καλύπτει τις υποχρεώσεις εταιρειών να γνωστοποιούν στον Έφορο τις αλλαγές στη διοικητική, μετοχική δομή ή το εγγεγραμμένο τους γραφείο (π.χ. Άρθρο 102) ή και την εγγραφή επιβαρύνσεων είναι φυσικά ο περί Εταιρειών Νόμος, Κεφ.113.

 

Η υπόθεση Hellenic Bank Ltd v. Republic (ανωτέρω) αφορούσε απόφαση του Εφόρου να μην εγγράψει υποθήκη σε βάρος εταιρείας. Κρίθηκε πως το Δικαστήριο (το Ανώτατο Δικαστήριο τότε υπό την αναθεωρητική του δικαιοδοσία) δεν είχε δικαιοδοσία καθότι η άρνηση του Εφόρου ενέπιπτε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.

 

Ο Δικαστής Πικής, όπως ήταν τότε, ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«The decision to refuse registration is not taken by any reference to administrative policy or discretion, but in accordance with set principles of private law.»

 

Στη Midland Bank Project Finance Ltd ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ.2099 σαφώς αναφέρθηκε, πως οι προσβαλλόμενες πράξεις του Εφόρου (που αφορούσαν απόφαση για διαγραφή από το μητρώο εταιρείας προηγηθείσης εγγραφής εκχωρήσεως των δικαιωμάτων της εταιρείας δυνάμει του Άρθρου 90 του Κεφ.113), αφορούσαν θέματα ιδιωτικού δικαίου. Συναφώς τονίσθηκε πως: «Το γεγονός ότι εγείρονται ζητήματα που προσέλκυαν το ενδιαφέρον του κοινού δεν ήταν αρκετό για να θεωρηθεί πράξη στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου».

 

Στη Photos Photiades v. Takis Photiades v. Republic of Cyprus (1988) 3 C.L.R.2084, διασαφηνίζεται ο διεκπεραιωτικός χαρακτήρας τέτοιων πράξεων αφού είναι το Αρχείο ή τα πιστοποιητικά της εταιρείας που καταδεικνύουν τα δικαιώματα. Θα προσθέταμε ακόμη πως είναι οι ιδιωτικές πράξεις ή οι συμφωνίες που αποτελούν το έρεισμα των δεδομένων στο Αρχείο ή στα πιστοποιητικά της εταιρείας.

 

Αναφέρονται και τα εξής στην ως άνω υπόθεση Photiades:

 

«The act of registration is par excellence a ministerial act entailing the certification of an existing fact.»

 

Περαιτέρω τονίζεται η σημασία των ποινικών κυρώσεων στην παράλειψη τήρησης σχετικών άρθρων στο Κεφ.113. Κάτι που φαίνεται να ανησυχούσε ιδιαιτέρως τον κ. Ιωάννου. Αυτό όμως δεν έχει σχέση με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

 

Επίσης παρόμοιο θέμα απασχόλησε σε διαδικασία mandamus στην Πολ. Αίτ.11/20, Αναφορικά με την Αίτηση της TMC Trade Mark AG, ημερ.14.4.21, στην οποία ο Δικαστής Οικονόμου, με αναφορά στη Sebry v. Companies House [2015] EWHC 115 QB, ομοίως θεώρησε πως η εξουσία του Εφόρου περιορίζεται στην κοινοποίηση στοιχείων που είναι (ή θα έπρεπε να είναι) καταχωρημένα στο μητρώο της εταιρείας.

 

Στο Palmer's Company Law, Vol.2, ch.8, 8.707 αναφέρεται πως:

 

«. The registration does not determined whether a person is in fact a director of a company.»

 

Με όσα πιο πάνω καταγράφουμε καθίσταται σαφές πως η πρωτόδικη κρίση ήταν ορθή. Όσα δε αναφέρει η πλευρά των Εφεσειόντων στον μοναδικό λόγο έφεσης, επιχειρώντας να ανατρέψει την πρωτόδικη κρίση, δεν συνιστούν βάσιμους και πειστικούς λόγους προς το σκοπό αυτό. Ούτε και η σχετική νομολογία που παρατίθεται, είναι βοηθητική αφού καμιά από τις υποθέσεις αυτές δεν έχει το ίδιο πλαίσιο και ουδεμία συνηγορεί υπέρ της άποψής των Εφεσειόντων.

 

 

 

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €4.000- υπέρ Εφεσιβλήτων/Καθ' ων η Αίτηση και εναντίον Εφεσειόντων/Αιτητών.

 

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

 

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

 

 

Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

/Σ.Θ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο