ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 43A/20)
23 Ιανουάριου, 2025
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΤΖΗΚΥΡΟΥ
Εφεσείοντας,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσίβλητης,
_________________
Α. Πετουφάς, για Ανδρέας Πετουφάς & Σία, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Κοτσώνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας μαζί με Ε. Ιωάννου (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
_________________
ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ.: Αντικείμενο της υπό κρίση έφεσης είναι η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «Ε.Δ.Υ.»), ημερομηνίας 20.10.2017, με την οποία προήχθησαν στη μόνιμη θέση Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου, Εσωτερικές Υπηρεσίες της Δημοκρατίας, από την 1.10.2017, τα ενδιαφερόμενα μέρη (ΕΜ1-EM7), αντί του εφεσείοντα. Ο εφεσείοντας προσέβαλε την πιο πάνω απόφαση με την προσφυγή 1677/2017, αμφισβητώντας τόσο τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών (στο εξής «ο Διευθυντής»), όσο και την τελική απόφαση της Ε.Δ.Υ..
Συγκεκριμένα, προέβαλε τη θέση ότι ο Διευθυντής πεπλανημένα έκρινε ότι οι υποψήφιοι, με βάση τις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις, ήσαν ισοδύναμοι σε αξία, ενώ παρέλειψε να αναφερθεί στην κατοχή του προσόντος της «ευθυκρισίας και ακεραιότητας χαρακτήρα», που προβλεπόταν στο Σχέδιο Υπηρεσίας. Πεπλανημένα δεν έλαβε υπόψη του τα επιπρόσθετα προσόντα που αυτός κατείχε, ήτοι ότι ήταν γνώστης ξένων γλωσσών, ενώ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στα μεταπτυχιακά πτυχία των ενδιαφερομένων μερών. Η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη τις προαναφερθείσες συστάσεις του Διευθυντή με αποτέλεσμα η απόφαση της να καθίσταται τρωτή και υποκείμενη σε ακύρωση.
Το Διοικητικό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου τέθηκε η προσφυγή, έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείτο λόγος ακύρωσης της επίδικης απόφασης την οποία και επικύρωσε, απορρίπτοντας την προσφυγή.
Ο εφεσείοντας αμφισβητεί την πιο πάνω κατάληξη με έξι λόγους έφεσης, λόγοι έφεσης 1, 2, 4, 5, 6 και 7, οι οποίοι στην ουσία επικεντρώνονται σε ένα μόνο θέμα, στην κρίση τόσο του Διευθυντή όσο και της Ε.Δ.Υ, ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν του εφεσείοντα. Η Ε.Δ.Υ. πεπλανημένα δεν έλαβε υπόψη ότι ο εφεσείοντας υπερείχε σε αξία και αρχαιότητα, ενώ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στους μεταπτυχιακούς τίτλους των ενδιαφερόμενων μερών, αγνοώντας τα πρόσθετα προσόντα του εφεσείοντα. Ο λόγος έφεσης 3, ο οποίος αφορούσε τα έξοδα που επιδικάσθηκαν κατά την πρωτόδικη διαδικασία, αποσύρθηκε.
Με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου προκύπτει ότι τόσο ο εφεσείοντας όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη διορίστηκαν στις Εξωτερικές Υπηρεσίες της Δημοκρατίας, την 02.04.2009, στη θέση του Ακόλουθου. Το σχέδιο υπηρεσίας για την επίδικη θέση προνοούσε όπως οι υποψήφιοι έχουν «τετραετή τουλάχιστο ευδόκιμη υπηρεσία εις τη θέση Ακόλουθου, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, ακεραιότητα χαρακτήρα, ευθυκρισία, πρωτοβουλία, ζήλο και ικανότητα αναλήψεως ευθύνης». Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου ήταν, σύμφωνα πάντα με το σχέδιο υπηρεσίας, τα πιο κάτω:
«(5) Προΐσταται ενός των Τμημάτων του Υπουργείου ή βοηθεί ή αναπληροί τον Προϊστάμενον τοιούτου Τμήματος.
Εργάζεται διά την προαγωγήν των πολιτικών, οικονομικών, πολιτιστικών και άλλων συμφερόντων της Δημοκρατίας, ώς και διά την βελτίωσιν και ανάπτυξιν των εν γένει σχέσεων της μετά των άλλων Κρατών και των διεθνών οργανισμών.
Εν περιπτώσει τοποθετήσεώς του εις Διπλωματικήν Αποστολήν της Δημοκρατίας εις το εξωτερικόν βοηθεί τον Αρχηγόν της Αποστολής και, οσάκις παρίσταται ανάγκη, αναπληροί αυτόν.
Υπό την προξενικήν αυτού ιδιότητα ενασκεί άπαντα τα καθήκοντα τα οποία απορρέουν εκ των γενικώς ανεγνωρισμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και διεθνούς πρακτικής των Νόμων και Κανονισμών της Δημοκρατίας και των Προξενικών Συμβάσεων.
Εντός των πλαισίων των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων αυτού, πραγματοποιεί επαφάς μετά διπλωματικών υπαλλήλων και υπηρεσιακών παραγόντων άλλων κρατών ως και μετ' αξιωματούχων διεθνών οργανισμών, υποβάλλει αναφοράς, υπομνήματα και εισηγήσεις και διεξάγει τρεχούσης φύσεως διπλωματικήν εργασίαν.
Εκτελεί οιαδήποτε άλλα καθήκοντα ήθελον ανατεθή εις αυτόν.»
Η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στην επίδικη θέση έγινε σε τρία στάδια, κατά τη συνεδρία της Επιτροπής, ημερομηνίας 11.09.2017.
Ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη. Έλαβε υπόψη ότι όλοι οι υποψήφιοι διορίστηκαν στη θέση Ακολούθου την ίδια ημερομηνία και ήταν ισοδύναμοι σε αξία. Με βάση τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, όλοι οι υποψήφιοι είχαν αξιολογηθεί ως καθόλα «εξαίρετοι», με εξαίρεση το ΕΜ2, το οποίο για το έτος 2014 είχε σε ένα σημείο χαμηλότερη αξιολόγηση από το «εξαίρετος». Έλαβε επίσης υπόψη ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν μεταπτυχιακό δίπλωμα σε θέματα που σχετίζονταν με τις δραστηριότητες και τις αρμοδιότητες της θέσης. Επεσήμανε ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος δεν απαιτείτο ούτε προβλεπόταν από το σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, αλλά ήταν σχετικό με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και ως εκ τούτου τού απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα. Αφού εκτίμησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, κατέληξε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν των λοιπών υποψηφίων και τους σύστησε για προαγωγή στην επίδικη θέση.
Η Επιτροπή, μετά τη λήψιν των συστάσεων του Διευθυντή, προέβη σε συγκριτική αντιπαραβολή και αξιολόγηση των υποψηφίων. Εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από τον φάκελο πλήρωσης της θέσης, τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, τις συστάσεις του Διευθυντή και αφού έλαβε υπόψη την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των άλλων υποψηφίων και τούς επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για τη μόνιμη θέση Γραμματέα Β΄ ή Υποπρόξενου.
Αποτελεί βασική αρχή ότι το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε πρωτογενή αξιολόγηση των στοιχείων των υποψηφίων και δεν υποκαθιστά την κρίση του αρμοδίου οργάνου με την δική του. Εκείνο που ελέγχει είναι τη νομιμότητα της προσβαλλομένης πράξης. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852:
«First, that an administrative court does not annul a decision of an appointing authority, such as the appellant Commission, which, in accordance with the law applicable to, and the facts of, a particular case, was reasonably open to such authority (see, inter alia, Georghiou v. The Republic, (1976) 3 C.L.R. 74, 82 and more recently Petrides v. The Republic, (1984) 3 C.L.R. 341, 350, Constantinou v. The Republic, (1984) 3 C.L.R. 498, 502, Efthymiou v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1171, 1174 and Papadopoullos v. The Public Service Commission, (1985) 3 C.L.R. 405, 413).
Secondly, that an administrative court does not, in a case of this nature, substitute its own discretion as regards the choice of the most suitable candidate for promotion or appointment in the place of the discretion of the competent organ (see, in this respect, Christou v. The Republic, 4 R.S.C.C. 1, 6, Georghiades v. The Republic, (1970) 3 C.L.R. 257, 268 and Piperi v. The Republic, (1984) 3 C.L.R. 1306, 1311).»
Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο σε περίπτωση που καταδειχθεί ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερομένου μέρους. Μόνο τότε συνάγεται ότι το διορίζον όργανο υπερέβη τα όρια της διακριτικής του ευχέρειας και ενήργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας (βλ. Hjioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041, 1045). Η έννοια της «έκδηλης υπεροχής» αναλύεται με εύστοχο τρόπο από τον Δικαστή Πική, όπως ήταν τότε, στην απόφαση HjiSavva v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 76, 78:
«As the expression 'striking superiority' suggests, a party' s superiority, to validate an allegation of this kind, must be self-evident and apparent from a perusal of the files of the candidates. Superiority must be of such a nature as to emerge on any view of the combined effect of the merits, qualifications and seniority of the parties competing for promotion; in other words, it must emerge as an unquestionable fact; so telling, as to strike one at first sight».
(Η πιο πάνω ανάλυση του ορισμού «έκδηλη υπεροχή» υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια στην Hjioannou v. Republic (ανωτέρω)).
Αρχίζοντας από το θέμα της αρχαιότητας, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το προβάδισμα του εφεσείοντα έναντι των υπολοίπων ενδιαφερομένων μερών, ανάγετο στην ημερομηνία γέννησής του και όχι στο χρόνο υπηρεσίας του στη θέση του Ακόλουθου. Συμφωνούμε με τη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου (στο εξής Δικαστήριο), ότι η υπεροχή αυτή ήταν ήσσονος σημασίας, η οποία ενδεχομένως να αποκτούσε κάποια οριακή αξία εάν σε όλα τα υπόλοιπα κριτήρια αξιολόγησης οι υποψήφιοι ήταν ίσοι μεταξύ τους.
Οριακής σημασίας είναι, ως ορθά έκρινε το Δικαστήριο και το γεγονός ότι το EM2, κατά το έτος 2014 είχε σε ένα μόνο σημείο, αξιολόγηση χαμηλότερη από το «εξαίρετος». Το γεγονός αυτό, από μόνο του, δεν μπορούσε να προσδώσει υπεροχή στον εφεσείοντα (βλ. Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 374).
Όσον αφορά τα προσόντα, με βάση τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν μεταπτυχιακούς τίτλους και ή διπλώματα, ενώ το ΕΜ6 κατείχε επιπρόσθετα και διδακτορικό τίτλο. Η διοίκηση αφού παρατήρησε ότι το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτούσε ούτε προέβλεπε την κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου, έκρινε ότι οι συγκεκριμένοι τίτλοι/διπλώματα ήταν συναφείς με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της επίδικης θέσης και τους έδωσε την ανάλογη βαρύτητα.
Ο εφεσείοντας αμφισβητεί τη συνάφεια των τίτλων/διπλωμάτων, που κατείχαν τα ενδιαφερόμενα μέρη, με την επίδικη θέση. Το Δικαστήριο δεν δύναται να επέμβει στην κρίση της διοίκησης. Ως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η πρωτογενής αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων και ο συσχετισμός των μεταπτυχιακών τίτλων/διπλωμάτων με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της επίδικης θέσης εκφεύγει του ελέγχου του Δικαστηρίου.
Όλα τα προσόντα του εφεσείοντα, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών κατοχής και παρακολούθησης μαθημάτων ξένων γλωσσών και του πιστοποιητικού με τίτλο «Certificate of Diplomatic Law: Privileges and Immunities, Diplofoundation Malta», περιλαμβάνονταν στους προσωπικούς φακέλους του εφεσείοντα. Ο εφεσείοντας δεν ήταν ο μόνος που ήταν γνώστης ξένων γλωσσών, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, με βάση το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων, ήταν γνώστες της Αγγλικής και της Γαλλικής γλώσσας, ενώ το ΕΜ1 γνώριζε επίσης Πορτογαλικά και Τούρκικα, το ΕΜ5 Τούρκικα (basic), το ΕΜ6, Ρωσικά και το ΕΜ7, Ιταλικά. Στα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. δεν γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι ο εφεσείοντας και οι υπόλοιποι υποψήφιοι, συμπεριλαμβανομένων των ενδιαφερόμενων μερών, ήταν γνώστες ξένων γλωσσών, τα σχετικά όμως στοιχεία, ως προαναφέραμε, περιλαμβάνονταν στους προσωπικούς τους φακέλους. Οι πιο πάνω φάκελοι ήταν ενώπιον τόσο του Διευθυντή όσο και της Ε.Δ.Υ.. Στο πρακτικό δε της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 11.09.2017, στο σημείο που καταγράφεται η σύσταση του Διευθυντή, γίνεται ρητή αναφορά ότι αυτός έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων όλων των υποψηφίων. Παρόμοια αναφορά γίνεται στο ίδιο πρακτικό και σε σχέση με την Ε.Δ.Υ.. Το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων ήταν ένα από τα στοιχεία που αυτή έλαβε υπόψη κατά τη διαμόρφωση της τελικής της κρίσης.
Το γεγονός ότι δεν γίνεται ρητή αναφορά στα πρακτικά της συνεδρίας, στα πιο πάνω προσόντα του εφεσείοντα, δεν οδηγεί από μόνο του στο συμπέρασμα ότι αυτά δεν λήφθηκαν υπόψη από τη διοίκηση. Το διορίζον όργανο δεν είναι υποχρεωμένο να αναφερθεί στα πρόσθετα προσόντα του κάθε υποψηφίου, με λεπτομέρεια (βλ. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης ν. Μεταξά (2013) 3 Α.Α.Δ. 341). Καθοδηγητικό επί του θέματος είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Ierides v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 165, 179:
«There is, indeed, no express reference to seniority in the relevant minutes of the Commission, but it is stated, however, therein that "all facts appertaining to each one of the candidates" were taken into consideration and, also, that "the Personal Files and the Annual Confidential Reports of the candidates already in the service were also taken into consideration".
There can be no doubt, especially in view of the presumption of regularity which is applicable in relation to administrative actions (see, inter alia, The Republic v. Ekkeshis, (1975) 3 C.L.R. 548, 556, that the seniority of all the candidates, including, of course, the appellant and the interested party, as appearing in their personal files, was taken into consideration in reaching the sub judice decision (and see, also, the decision of the Council of State in Greece in case 1341/1963, which is reported in Επιθεώρησις Δημοσίου Δικαίου και Διοικητικού Δικαίου-Review of Public Law and Administrative Law-1963, vol. 7, pp. 403, 404). Moreover, the notion of "experience" must, reasonably, be taken to include that of "seniority".»
Με βάση τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ορθά δεν διέκρινε να είχε εμφιλοχωρήσει οποιαδήποτε πλάνη της διοίκησης ως προς τα πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων ή ως προς τα άλλα στοιχεία κρίσης, αξία και αρχαιότητα. Δεν έχει καταδειχθεί έκδηλη υπεροχή του εφεσείοντα έναντι των ενδιαφερομένων μερών, γεγονός που ενδεχομένως να δικαιολογούσε την παρέμβαση του Δικαστηρίου.
Η έφεση απορρίπτεται. Επιδικάζονται €2.500 έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Τ. ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ.
/ΓΓ