ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 17/2020, σχετ. με 19/2020, 20/2020, 21/2020, 22/2020)
21 Ιανουαρίου, 2025
[ΛΙΑΤΣΟΣ Π., ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΚΑΡΑΚΑΝΝΑ, Δ/ΣΤΕΣ]
1. Α/ΦΟΙ Μ. ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΛΤΔ
2. Α. THEODOSIOU ENGINEERING LTD
3. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
4. VISSUANIC HOLDING LD
5. KCN ENERGY LTD
6. CNC KOMO LTD
7. P. HIMONAS ESTATES LTD
8. ΕΛΛΗ ΚΑΤΣΑΡΗ
9. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΥ
10. SOLARPIAZZA PV LTD
Εφεσείουσες / Αιτήτριες
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΙΔΙΚΟΥ
ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΠΕ ΚΑΙ ΕΞ.Ε.
Εφεσιβλήτων / Καθ' ων η αίτηση
.........
Σ. Α. Αγγελίδης για Α.Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για τους Eφεσείοντες στην 17/2020
Α. Παπαμιχαήλ (κα) μαζί με Α. Αυξεντίου για Α. & Α.Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες στην 19/2020, 20/2020, 21/2020 και 22/2020
Δ. Εργατούδη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, μαζί με Β. Χαλκίδη (κα) και Κ. Μοσχοπούλου (κα), ασκούμενες δικηγόρους, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Eφεσίβλητους
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τη Δ. Σωκράτους, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.: Με απόφαση του, ημερομηνίας 2.12.2011, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε το Σχέδιο Χορηγιών για ενθάρρυνση της ηλεκτροπαραγωγής από μεγάλα αιολικά, ηλιοθερμικά, φωτοβολταϊκά συστήματα και την αξιοποίηση της βιομάζας για το έτος 2012 (εφεξής το «Σχέδιο»).
Σύμφωνα με τον περί της Προώθησης και Ενθάρρυνσης της Χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και της Εξοικονόμησης Ενέργειας Νόμο, Ν. 33(Ι)/2003, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον περί Προώθησης και Ενθάρρυνσης της Χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Α.Π.Ε.) Νόμο, Ν.123(Ι)/2013, η παραλαβή, αξιολόγηση και έγκριση των αιτήσεων που υποβάλλονται στα πλαίσια της λειτουργίας του Σχεδίου, διενεργούνται, από την Επιτροπή Διαχείρισης του Ταμείου Α.Π.Ε. και ΕΞ.Ε. (εφεξής «η Επιτροπή»). Μία από τις κατηγορίες επενδύσεων του Σχεδίου ήταν η ΝΜΦ.1, η οποία αφορούσε εμπορικά φωτοβολταϊκά συστήματα, δυναμικότητας μέχρι 150kw. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Σχεδίου του έτους 2012, οι αιτητές, οι οποίοι θα εγκρίνονταν στα πλαίσια της εν λόγω κατηγορίας, θα λάμβαναν σταθερή συνολική τιμή πώλησης 25 σεντς/kwh για περίοδο είκοσι ετών. Η συγκεκριμένη διατίμηση καθορίστηκε, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που ίσχυαν κατά την περίοδο που εγκρίθηκε το Σχέδιο, δηλαδή, τον Δεκέμβριο του 2011, έτσι ώστε τα έργα να επιτυγχάνουν βαθμό απόδοσης (IRP) της τάξης του 12-13%, προς συμμόρφωση με την απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με αριθμό Ν143/2009 και ημερομηνία 2.7.2009, με την οποία ενέκρινε το Σχέδιο.
Με βάση τις πρόνοιες του Σχεδίου, η προτεραιότητα έγκρισης αιτήσεων της κατηγορίας ΝΜΦ.1 θα καθοριζόταν με σχετική απόφαση της Επιτροπής. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Επιτροπής, ημερομηνίας 18.5.2012, το 2012 μπορούσαν να εγκριθούν νέες αιτήσεις συνολικής δυναμικότητας 2mw (κατηγορία ΝΜΦ.1Β). Νέες θεωρούνταν, βάση της ανακοίνωσης, όλες οι αιτήσεις που δεν είχαν λάβει άδεια από την ΡΑΕΚ μέχρι την 31.1.2011. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη ότι, μέχρι τις 30.10.2012, η οποία ήταν η τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων, δεν είχε εκδοθεί καμία νέα άδεια από την ΡΑΕΚ, εξέδωσε ανακοίνωση, με βάση την οποία παράτεινε την τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων της κατηγορίας ΝΜΦ.1, μέχρι τις 21.12.2012. Η εξασφάλιση Άδειας Κατασκευής της ΡΑΕΚ αποτελούσε ένα από τα απαιτούμενα πιστοποιητικά που έπρεπε να υποβάλλονται προς την Επιτροπή, μαζί με την αίτηση.
Τον Δεκέμβριο του 2012, η ΡΑΕΚ, εφαρμόζοντας δική της διαδικασία, με κριτήρια που καθορίστηκαν από την ίδια, κατάρτισε ιεραρχικό κατάλογο και έκδωσε νέες Άδειες Κατασκευής σε δεκαοκτώ ενδιαφερόμενους.
Οι Εφεσείοντες υπέβαλαν, εντός Δεκεμβρίου του 2012 και εμπρόθεσμα, αιτήσεις, προς την Επιτροπή, για λήψη σταθερής συνολικής τιμής πώλησης ύψους 25 σεντς/kwh για περίοδο είκοσι ετών και οι αιτήσεις τους καταχωρήθηκαν, λαμβάνοντας σχετικούς αριθμούς πρωτοκόλλου. Λόγω του πολύ μικρού χρονικού περιθωρίου που υπήρχε από την ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων μέχρι την 31.12.2012, τελευταία ημερομηνία ισχύος του Προϋπολογισμού του Ταμείου Α.Π.Ε. και ΕΞ.Ε. για το έτος 2012, δεν κατέστη δυνατή η ολοκλήρωση της αξιολόγησης των αιτήσεων των αιτητών, από την Επιτροπή, εντός του έτους 2012. Η Επιτροπή, στο διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου - Ιουλίου 2013, δεν μπόρεσε να εγκρίνει καμία αίτηση που εκκρεμούσε ενώπιόν της, λόγω του ότι δεν είχε εγκριθεί έγκαιρα ο προϋπολογισμός του Ταμείου Α.Π.Ε. και ΕΞ.Ε. για το έτος 2013, ο οποίος, τελικά, δημοσιεύθηκε, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, στις 5.7.2013.
Το 2012 καταγράφηκε μεγάλη μείωση στο κόστος αγοράς φωτοβολταϊκών πλαισίων, με αποτέλεσμα το Υπουργικό Συμβούλιο, με νέες αποφάσεις του, με αριθμούς 74.442 και 75.132 και ημερομηνίες 19.12.2012 και 24.5.2013 αντίστοιχα, να προχωρήσει σε μείωση της συνολικής τιμής πώλησης της παραγόμενης ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα για τις αιτήσεις που εντάσσονταν στα Σχέδια Χορηγιών του έτους 2013, από 25 σεντς/kwh σε 13.8 σεντς/kwh.
Έχοντας υπόψη την εξέλιξη αυτή, εξετάστηκε η πιθανότητα να περιληφθούν, στη νέα διατίμηση, και οι αιτήσεις που είχαν υποβληθεί το 2012 αλλά δεν εξετάστηκαν, ούτε έλαβαν έγκριση, λαμβανομένου, περαιτέρω, υπόψη και του γεγονότος ότι και οι αιτητές του 2012 θα πραγματοποιούσαν τις επενδύσεις τους με τους αιτητές που είχαν υποβάλει τις αιτήσεις τους το έτος 2013.
Μετά από λήψη γνωμάτευσης, για το θέμα, από την Νομική Υπηρεσία, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε, στη συνεδρία του με αριθμό 76.199, ημερομηνίας 19.12.2013, την έγκριση της τροποποίησης του Σχεδίου για το έτος 2012, για τις αιτήσεις ΝΜΦ.1, εμπορικά φωτοβολταϊκά συστήματα δυναμικότητας 150kw που δεν είχαν ακόμη εξασφαλίσει καταρχήν έγκριση από την Επιτροπή, με μείωση της συνολικής τιμής πώλησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από €0,25/kwh σε €0,138/kwh, για είκοσι χρόνια.
Επιπρόσθετα, αποφασίστηκε η προσφορά αποζημίωσης, μέχρι ύψους €10.000, για κάλυψη εξόδων για όσους αιτητές δεν θα επιθυμούσαν να προχωρήσουν με την υλοποίηση της επένδυσής τους.
Η εν λόγω απόφαση, ημερομηνίας 19.12.2013, κοινοποιήθηκε στους Εφεσείοντες, οι οποίοι κλήθηκαν και παρευρέθηκαν σε σύσκεψη, όπου τους επεξηγήθηκαν οι λόγοι της τροποποίησης του Σχεδίου. Οι Εφεσείοντες υπέγραψαν γραπτή δήλωση αποδοχής της τροποποίησης του Σχεδίου. Η αποδοχή ήταν ρητή, χωρίς επιφύλαξη οιουδήποτε δικαιώματος. Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή, με επιστολή της, ημερομηνίας 21.3.2014, ενημέρωσε τους Εφεσείοντες για την καταρχήν έγκριση της αίτησης τους, με την τροποποιημένη τιμή επιδότησης, ζητώντας τα απαραίτητα πιστοποιητικά, ούτως ώστε να προχωρήσουν στην υπογραφή συμφωνίας παροχής χορηγίας.
Οι Εφεσείοντες καταχώρησαν αιτήσεις ακυρώσεως, προσβάλλοντας, ως άκυρη, την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 19.12.2013.
Η Εφεσίβλητη ήγειρε ζήτημα παραδεκτού των προσφυγών (οι οποίες συνεκδικάστηκαν), προβάλλοντας προδικαστική ένσταση, ότι η επίδικη προσβαλλόμενη πράξη, ήτοι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Οι Εφεσίβλητοι υποστήριξαν πρωτόδικα, όπως και ενώπιόν μας, πως η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, όπως και γενικότερα τα Σχέδια Χορηγιών ή οι τροποποιήσεις τους, αποτελεί πράξη ευρύτερης ενέργειας, η οποία δεν απευθύνεται εξατομικευμένα στους αιτητές / εφεσείοντες, αλλά θέτει κανόνες, κατά τρόπο γενικό και απρόσωπο, στη βάση των οποίων θα εξετάζονταν οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν από τους αιτητές και θα λαμβανόταν απόφαση έγκρισης ή απόρριψης τους.
Έθεσαν επίσης ότι η επίδικη πράξη δεν θίγει ευθέως και κατά τρόπο άμεσο τα συμφέροντα των αιτητών, ώστε να θεωρείται εκτελεστή και οι Εφεσείοντες να δικαιούνται να την προσβάλουν απευθείας, με προσφυγή. Εισηγήθηκαν, περαιτέρω, πως οποιοδήποτε παράπονο των Αιτητών σε σχέση με τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θα μπορούσε να εξεταστεί στα πλαίσια προσφυγών, τις οποίες θα μπορούσαν, οι Αιτητές, να ασκήσουν εναντίον των αποφάσεων εγκρίσεων που έλαβαν για επιδότηση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε την προδικαστική ένσταση, κρίνοντας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή πράξη, με το ακόλουθο σκεπτικό, παραπέμποντας σε σχετικά συγγράμματα, καθώς και στην απόφαση στην Προσφυγή αρ. 812/2008, ημερ. 12.4.2011 Γεώργιος Κάππας και Οργανισμού Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας:
«Η επίδικη απόφαση δεν επενεργεί βλαπτικά, άμεσα και ευθέως (χωρίς, δηλαδή, την ανάγκη μεσολάβησης άλλης πράξεως), χαρακτηριστικό γνώρισμα των εκτελεστών πράξεων, επί των δικαιωμάτων ενδιαφερομένων, εδώ των αιτητών. Τα δικαιώματα των αιτητών επηρεάζονται (πλέον, εξατομικευμένα) στην περίπτωση και μόνο, που ακολουθεί απόφαση έγκρισης της αίτησης τους, η οποία εδράζεται (και) στην προσβαλλόμενη απόφαση. Η απόφαση έγκρισης της αίτησης για έκαστο αιτητή, επί τη βάσει της εδώ προσβληθείσας απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για τροποποίηση της διατίμησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, αποτελεί την μόνη ατομική (τελική) εκτελεστή διοικητική πράξη, η οποία ευθέως και άμεσα βλάπτει τον αιτητή και όφειλε να είχε προσβληθεί από ένα έκαστο εξ αυτών, αντί της εδώ επίδικης πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου (ανωτέρω).»
Με τις ασκηθείσες εφέσεις από έναν έκαστο των Εφεσειόντων, προβλήθηκαν παρόμοιοι, με ελάχιστες διαφορές στο λεκτικό, λόγοι έφεσης, ο πρώτος εκ των οποίων, σε όλες, προσβάλλει την ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου. Στις Εφέσεις 19/20, 20/20, 21/20 και 22/20, ο δεύτερος λόγος έφεσης προβάλλει πως εσφαλμένα, το Δικαστήριο, στηρίχθηκε στην απόφαση Γεώργιος Κάππα (ανωτέρω), ενώ με τον τρίτο λόγο στις ανωτέρω εφέσεις και τον δεύτερο στην 17/20 επικαλούνται σφάλμα του Δικαστηρίου να μην προχωρήσει στην εξέταση των λόγων ακύρωσης που προέβαλαν πρωτόδικα.
Είναι η θέση των Εφεσειόντων πως αποτελεί προφανέστατη πλάνη ότι η απόφαση δεν είναι εκτελεστή πράξη, αφού δι' αυτής επήλθε διαφοροποίηση της κατάστασης που δημιούργησε η απόφαση / προκήρυξη του 2012, στην οποία ανταποκρίθηκαν οι Εφεσείοντες, των οποίων τα δικαιώματα, κακόπιστα και αντίθετα προς κάθε έννοια καλής πίστης, έπληξε. Γι' αυτό και εισήγαγε το ενδεχόμενο κάποιας αποζημίωσης. Εισηγούνται, περαιτέρω, ότι με την απόφαση δεν εισήχθη γενικός κανόνας, αλλά επλήγησαν ατομικά δικαιώματα των Εφεσειόντων, μειώνοντας κατά ποσοστό 50% περίπου «το κλειδωμένο ποσό», για το οποίο υπήρχε βεβαιότητα είσπραξης εκ μέρους τους και όχι γενική προσδοκία.
Οι Εφεσίβλητοι υποστήριξαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και υπέβαλαν όσα ανωτέρω καταγράφηκαν, ως προς το ζήτημα του παραδεκτού της προσφυγής.
Είναι σαφές ότι απόφαση επί του πρώτου λόγου έφεσης καθιστά, εάν αυτός δεν γίνει αποδεκτός, απορριπτέους και τους υπόλοιπους.
Εκτελεστή είναι η πράξη η οποία αφορά τη δημιουργία, διαφοροποίηση, αλλοίωση ή κατάργηση νομικής υπόστασης του πολίτη, ως διοικούμενου, έναντι της διοίκησης. Είναι εκείνη η οποία επηρεάζει τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του διοικούμενου. Συνήθως, οι πράξεις που θέτουν γενικό κανόνα δικαίου εμπίπτουν στις κανονιστικές ρυθμίσεις και δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις.
Όπως τέθηκε στην P.A. College v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 187, η απόφαση του Υπουργού Παιδείας δεν παρήγαγε, από μόνη της, άμεσα αποτελέσματα. Ήτοι, η απόφασή του να προδιαγράψει τους καταληκτικούς τίτλους σπουδών που θα ήταν δυνατό να παρασχεθούν από σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τα στοιχεία που αυτοί έπρεπε να περιλαμβάνουν, δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, διότι η απόφαση δεν προκαθόριζε τους τίτλους σπουδών που θα μπορούσαν να χορηγήσουν οι Εφεσείοντες. Προδιαγραφόταν μόνο η διαδικασία και το πλαίσιο έγκρισης σπουδών. Όπως λέχθηκε, «Για να είναι εκτελεστή απόφαση της Διοίκησης, η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων για τα δικαιώματα των διοικούμενων πρέπει να είναι άμεση και όχι να πιθανολογείται ως ενδεχόμενο του μέλλοντος.»
Διαφωτιστική επίσης η αναφορά στο σύγγραμμα Π. Δ. Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» 5η Έκδ. σελ. 289, ότι «Διοικητική είναι μόνο η πράξη που αναπτύσσει άμεση νομική ισχύ, δέσμευση δηλαδή του αποδέκτη της χωρίς την ανάγκη μεσολαβητικής πράξης άλλου οργάνου.»
Ενασχόληση με τη διάκριση εκτελεστής και μη πράξης έγινε, από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, στην απόφαση Ελένη Φακοντή v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, ΕΔΔ 147/2018, ημερ. 7.6.2024, όπου σημειώθηκαν τα ακόλουθα:
«Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της κανονιστικής πράξης, το οποίο τη διακρίνει από την ατομική, είναι η εννοιολογική της γενικότητα, όπως εξηγείται, μεταξύ άλλων, στην Αλέκτωρ Φαρμακευτική Λτδ v. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 250, σε συνάρτηση με την εμβέλεια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος:
«Η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η οποία ασκείται δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, περιορίζεται στον έλεγχο πράξεων οι οποίες απορρέουν από την άσκηση της εκτελεστικής και διοικητικής λειτουργίας του κράτους. Οι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις, νομοθετικού περιεχομένου, διαφεύγουν αυτού του ελέγχου. Οι πράξεις αυτές εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση νόμου και συνήθως θέτουν κανόνα ή κανόνες δικαίου. Ως εκ της φύσεως τους, δημιουργούν καταστάσεις γενικές, αφηρημένες, απρόσωπες και αντικειμενικές και έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα όχι την αριθμητική γενικότητα αλλά την εννοιολογική, η οποία παρέχει δυνατότητα εφαρμογής της συγκεκριμένης πράξης σε περιπτώσεις αόριστες οι οποίες είτε υπάρχουν είτε θα εφαρμοστούν στο μέλλον. Το νομικό περιεχόμενο των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων δεν εξαντλείται στη μια εφαρμογή τους αλλά η ισχύς του διατηρείται ώστε να παρέχεται η δυνατότητα νέων εφαρμογών σε αόριστες και μέλλουσες περιπτώσεις οι οποίες συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις που έχει θέσει η πράξη. Αντίθετα, η ατομική διοικητική πράξη δημιουργεί υποκειμενικές καταστάσεις εξατομικεύοντας ένα κανόνα δικαίου κατά την εφαρμογή του στη συγκεκριμένη ατομική περίπτωση. Βλ. Lanitis Farm v. Republic (1982) 3 C.L.R. 124, Δημητριάδη και Άλλοι v. Υπουργικού Συμβουλίου και Άλλων (1996) 3 Α.Α.Δ. 85, Kanika Hotels Ltd κ.ά. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (1996) 3 Α.Α.Δ. 169, Δημοκρατία v. Cyprus General Bonded & Transit Stores Association και Άλλοι (1998) 3 Α.Α.Δ. 57 και Σύνδεσμος Υπεραγορών Τροφίμων Κύπρου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 751.»»
Στην προκείμενη περίπτωση, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν παρήγε άμεσα δεσμευτικά αποτελέσματα για τον κάθε Εφεσείοντα ξεχωριστά. Δημιουργούσε, λόγω της φύσης της, καταστάσεις γενικές, απρόσωπες και αντικειμενικές, σε αντίθεση με την ατομική διοικητική πράξη, η οποία δημιουργεί υποκειμενικές καταστάσεις, εξατομικεύοντας έναν κανόνα δικαίου και εφαρμόζοντας τον στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Το νομικό περιεχόμενο της κανονιστικής πράξης, εδώ της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν εξαντλείται με μία εφαρμογή, αλλά διατηρεί τη δυνατότητα να προκαλεί νέες εφαρμογές σε αόριστες και μέλλουσες περιπτώσεις που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις που έχει θέσει η πράξη (Kanika Hotel κ.α. v. Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (1996) 3 Α.Α.Δ. 169).
Έθετε έναν γενικό κανόνα, απευθυνόταν και, ταυτόχρονα, ενημέρωνε, τους διοικούμενους, για την τιμή επιδότησης και θα ακολουθούσε, όπως και ακολούθησε, εξέταση της κάθε αίτησης ξεχωριστά, με συγκεκριμένη απάντηση, και αφού οι Εφεσείοντες συμπλήρωσαν ειδικές έντυπες δηλώσεις. Εκείνη ήταν η εκτελεστή ατομική πράξη, η οποία παρήγε άμεσα, υποκειμενικά, βλαπτικά, για τα συμφέροντα των Εφεσειόντων, αποτελέσματα και εκείνη θα ήταν δεκτική προσφυγής, στα πλαίσια της οποίας μπορούσε να εξεταστεί η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Όπως λέχθηκε στην The Nicosia Race Club v. Republic (1984) 3 CLR 791, «η νομιμότητα μιας κανονιστικής πράξης μπορεί να εξεταστεί, παρεμπιπτόντως, όταν το δικαστήριο εξετάζει προσφυγή, δια της οποίας προσβάλλεται μία ατομική πράξη, η οποία εκδόθηκε επί τη βάσει της κανονιστικής.»
Στη βάση των ανωτέρω, κρίνουμε ότι ορθά, το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγήθηκε και κατέληξε στην απόφασή του ότι οι προσφυγές δεν ήταν παραδεκτές, αφού δεν στρέφονταν εναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης.
Συνεπώς, οι Εφέσεις απορρίπτονται.
Επιδικάζονται έξοδα €4.000 υπέρ των Εφεσιβλήτων και εναντίον των Εφεσειόντων.
Α. Ρ. Λιάτσος, Π.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Τ. Καρακάννα, Δ.
/μσ