ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

(ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΡ.24/20)

 

11 Δεκεμβρίου, 2024.

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/στές]

 

ΝΙΚΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Εφεσείων/Αιτητής,

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ,

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,

2.   ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων/Καθ' ων η Αίτηση.

 

------------------------

 

Μ. Δαμιανού (κα), για Σ. Σαμψών και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσείων/Αιτητή

Κ. Παπαδοπουλου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητους/Καθ' ων η Αίτηση

 

------------------------

 

Δικαστήριο: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί

από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα αυθημερόν)

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων/Ατητής ο οποίος υπηρετούσε ως Υποδιοικητής στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) στις 15.3.11 συνελήφθη μαζί με άλλα δυο πρόσωπα ως ύποπτος για τη διάπραξη διαφόρων ποινικών αδικημάτων. Στις 17.3.11, αυτός τέθηκε σε διαθεσιμότητα για περίοδο που δεν θα υπερέβαινε τους τρεις μήνες και ελάμβανε ως χορήγημα διαθεσιμότητας το ένα δεύτερο του μισθού του. Εναντίον του Εφεσείοντα καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση, αλλά και πειθαρχική υπόθεση για την εκ μέρους του διάπραξη των αδικημάτων της ανάρμοστης συμπεριφοράς (πέντε κατηγορίες), καθώς και της παράβασης ή παράλειψης (τρεις κατηγορίες), κατά παράβαση των διατάξεων του Πειθαρχικού Κώδικα και των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών (Κ.Δ.Π.53/1989), ως αυτοί ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο. Στις 12.5.11, ο Αρχηγός Αστυνομίας παρέτεινε τη διαθεσιμότητα του μέχρι την εκδίκαση της εναντίον του ποινικής και πειθαρχικής υπόθεσης.

 

Στις 24.2.12, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, με απόφασή του στο στάδιο της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης, αθώωσε και απάλλαξε τον Εφεσείοντα από όλες τις εναντίον του κατηγορίες, ενώ στις 6.9.12, η Πειθαρχική Επιτροπή επέβαλε σ' αυτόν την ποινή της «πειθαρχικής μετάθεσης», εφόσον τον έκρινε ένοχο σε μια εκ των προαναφερθεισών κατηγοριών, που αφορούσε στο αδίκημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, ο Εφεσείων καταχώρησε στο Συμβούλιο Eφέσεων, στις 19.9.12, έφεση, τόσο αναφορικά με την καταδίκη του όσο και αναφορικά με την επιβληθείσα ποινή. Εκκρεμούσης της έφεσης, ως αναφέρεται σε σχετική επιστολή του Αρχηγού Αστυνομίας προς τους δικηγόρους του Εφεσείοντα, ημερομηνίας 20.5.14, αποφασίστηκε η άρση της διαθεσιμότητάς του, με ισχύ από 7.9.12, και η επιστροφή στα καθήκοντά του από 21.5.14. Με την επιστροφή του, τοποθετήθηκε στην ΥΑΜ, ως Υπεύθυνος του Κέντρου Ελέγχου Διαβατηρίων (ΚEΔ) Αερολιμένα Λάρνακας.

 

Τελικά, την 1.2.17, το Συμβούλιο Eφέσεων αθώωσε τον Εφεσείοντα, ακυρώνοντας την προαναφερθείσα ποινή της πειθαρχικής μετάθεσης που του είχε επιβληθεί. Μετά από αυτή την εξέλιξη, με επιστολή των δικηγόρων του προς τον Αρχηγό, ημερομηνίας 2.2.17, ο Εφεσείων ζητούσε όπως (α) αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά του ως Υποδιοικητής (ΥΑΜ), (β) του καταβληθεί το ποσό που είχε αποκοπεί και/ή παρακρατηθεί από τη μισθοδοσία του για την περίοδο από 17.3.11 μέχρι 5.9.12 που βρισκόταν σε διαθεσιμότητα, μαζί με τους σχετικούς τόκους και (γ) του πιστωθεί και/ή παραχωρηθεί άδεια ανάπαυσης για την προαναφερθείσα περίοδο που αυτός βρισκόταν σε διαθεσιμότητα.

 

Η απάντηση των Εφεσίβλητων στα πιο πάνω αιτήματα δόθηκε με επιστολή του Αρχηγού προς τους δικηγόρους του Εφεσείοντα, ημερ.28.2.17, στην οποία αναφέρονταν και τα εξής:

 

«Αναφέρομαι στην επιστολή σας σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι, δεν έχει επιβληθεί η ποινή της «πειθαρχικής μετάθεσης» στον πελάτη σας, καθότι μετά την ποινή που του επιβλήθηκε στις 6.9.2012, ο πελάτης σας εφεσίβαλε την απόφαση της πειθαρχικής επιτροπής στις 19.9.2012, και ως εκ τούτου η υπόθεση παρέμεινε σε εκκρεμότητα μέχρι την 1.2.2017, όπου και εκδικάστηκε από το Συμβούλιο Εφέσεων.

 

2. Η μετάθεση του Ανώτερου Υπαστυνόμου xxxxx Θεοδώρου στις 21.5.2014, ως Υπεύθυνος του Κέντρου Ελέγχου Διαβατηρίων Αερολιμένα Λάρνακας διενεργήθηκε μέσα στα πλαίσια της εύρυθμης λειτουργίας και των αναγκών της Υπηρεσίας, που υπήρχαν την δεδομένη στιγμή.

 

3. Όσον αφορά την καταβολή του χρηματικού ποσού που κατακρατήθηκε κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του, πληροφορείστε ότι ήδη δόθηκαν οδηγίες στο Λογιστήριο για να του καταβληθεί.

 

4. Όσον αφορά την άδεια απουσίας που απώλεσε κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας του, πληροφορείστε ότι δεν μπορεί να του πιστωθεί καθότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό 2(1) των περί Αστυνομίας (Γενικών) Κανονισμών, όπως τροποποιήθηκαν μέχρι σήμερα, ο όρος «υπηρεσία» για σκοπούς υπολογισμού της άδειας ανάπαυσης, δεν περιλαμβάνει απουσία λόγω διαθεσιμότητας.».

 

Με την προσφυγή του ο Εφεσείων ζητούσε με τα Παρακλητικά Α, Β και Γ τα εξής:

 

Α. Ακύρωση της μετάθεσης που κατά τον Εφεσείοντα είχε πειθαρχική υφή.

Β. Ακύρωση της απόφασης για μη τοκοφορία του ποσού της κατακράτησης κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας του ως άνω.

Γ. Ακύρωση της απόφασης για μη πίστωση της άδειας ανάπαυσης που απώλεσε κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του.

 

Και τα τρία ως άνω παρακλητικά πηγάζουν από την ίδια απόφαση που περιλαμβάνεται στην εν λόγω επιστολή ημερ.28.2.17.

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επιλήφθηκε μόνο του Παρακλητικού Α και ενώ έκρινε πως η μετάθεση δεν είχε την χροιά της πειθαρχικής ποινής, στη συνέχεια την ακύρωσε επειδή δόθηκε χωρίς επαρκή αιτιολόγηση.

 

Θεώρησε επίσης πως ένεκα των εν λόγω διαπιστώσεων του, δεν θα έπρεπε να εξετάσει τα λοιπά θέματα και ως συνέπεια ακύρωσε, όπως σημειώνει, «την προσβαλλόμενη απόφαση».

 

Η κρίση αυτή θεωρήθηκε ελλιπής και καταχωρήθηκε έφεση από τον Εφεσείοντα, ο οποίος με τους δύο λόγους έφεσης μέμφεται τη μη εξέταση των Παρακλητικών Β και Γ. Συνεπεία, δε, αυτής της παράλειψης, η απόφαση της Διοίκησης επί των θεμάτων αυτών παραμένει ανέπαφη.

 

Η Δημοκρατία διά της ευπαίδευτου συνηγόρου συμφώνησε για την ατέλεια της δικανικής κρίσης. Μάλιστα και οι δύο πλευρές, εμφανιζόμενες σήμερα ενώπιόν μας, έθεσαν την εισήγηση για την ανάγκη να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Διοικητικό Δικαστήριο ώστε να συμπληρωθεί η κρίση του.

 

Θα συμφωνήσουμε πως η δικανική κρίση υπήρξε ατελής αφού δεν απασχόλησαν πρωτοδίκως τα θέματα που ήταν σχετικά με τα Παρακλητικά Β και Γ. Ενώ η επίδικη επιστολή του Διοικητικού Οργάνου ημερ.28.2.17 περιλάμβανε σαφώς και άλλα αποφασισθέντα, ως ακριβώς εκτίθενται στα Παρακλητικά αυτά, δεν υπήρξε για αυτά τα θέματα συναφής δικαστική κρίση. Είναι φανερό πως τα θέματα αυτά δεν επιλύονταν μόνο με τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου σε σχέση με το Παρακλητικό Α. Η δε ακύρωση της διοικητικής απόφασης από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφορούσε προφανώς μόνον το θέμα της μετάθεσης, ως προέκυπτε από το Παρακλητικό Α, εφόσον δεν υπήρξε κρίση σε σχέση με τα Παρακλητικά Β και Γ.

 

Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι η έφεση πρέπει να πετύχει. Παραπέμπεται η υπόθεση στο Διοικητικό Δικαστήριο (στον ίδιο Δικαστή) ώστε να αποφασισθεί η υπόθεση και σε σχέση με τα Παρακλητικά Β και Γ.

 

Συμφωνηθέν ποσόν έναντι των εξόδων της έφεσης €500- (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) επιδικάζονται υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον των Εφεσίβλητων.

 

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

 

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

 

 

Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

/Σ.Θ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο