ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 156/19)
27 Νοεμβρίου, 2024
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Γ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
---------------
Ξ. Ευγενίου (κα) για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για τον εφεσείοντα.
Ρ. Ιάσoνος (κα) για Chrysses Demetriades & Co LLC, για τους εφεσίβλητους.
Δ. Νικολετόπουλος για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για το ενδιαφερόμενο μέρος.
---------
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Οικονόμου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο κ. Ανδρέας Αντωνίου (ΕΜ) είχε προαχθεί για πρώτη φορά στη θέση βοηθού αρχιεπιστάτη στο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (ΣΥΛ) στις 18.6.1997. Ο διορισμός του ακυρώθηκε κατόπιν προσφυγής με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τη θέση κατέλαβαν διαδοχικά άλλα πρόσωπα των οποίων όμως οι διορισμοί επίσης ακυρώνονταν μετά από προσφυγές συναδέλφων τους, περιλαμβανομένου του κ. Χαράλαμπου Χαραλάμπους (εφεσείοντα). Τελικά στις 13.1.2014 το ΣΥΛ διόρισε ξανά το ΕΜ στην εν λόγω θέση. Παραθέτουμε απόσπασμα από το σχετικό πρακτικό, από το οποίο παραλείπουμε τις αναφορές στο τρίτο ενδιαφερόμενο τότε πρόσωπο:
«Το Συμβούλιο έχοντας υπόψη του όλα τα ενώπιον του δεδομένα, τους προσωπικούς φακέλους και τις αξιολογήσεις των υποψηφίων καθώς και τα ευρήματα του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Αποφάσεις 479/2004, 493/2004, 158/2009 και 213/2009 και μετά από τη δέουσα συνεκτίμηση και σύγκριση όλων των στοιχείων σύμφωνα με τα καθιερωμένα κριτήρια αξία, προσόντα και αρχαιότητα, διαπίστωσε τα ακόλουθα:
Στο κριτήριο αξία, ο υποψήφιος Α. Αντωνίου υπερτερεί αισθητά των υποψηφίων [.] και Χαραλάμπους, αφού η αξιολόγηση του υπερτερεί των αξιολογήσεων των υποψηφίων [.]και Χαραλάμπους.
Συγκεκριμένα, οι αξιολογήσεις των τριών υποψηφίων για το έτος 1995 ήταν όπως πιο κάτω:
Κριτήριο Αξιολόγησης |
[.] |
Βαθμολογία υποψήφιου Χαράλαμπου Χαραλάμπους |
Βαθμολογία υποψήφιου Ανδρέα Αντωνίου |
Επαγγελματική κατάρτιση |
[.] |
Β |
Α |
Απόδοση |
[.] |
A |
Α |
Υπηρεσιακό ενδιαφέρον |
[.] |
A |
Α+ |
Υπευθυνότητα |
[.] |
A |
A |
Πρωτοβουλία |
[.] |
Β |
A |
Συνεργασία/Σχέσεις |
[.] |
A |
A |
Συμπεριφορά προς τους πολίτες |
[.] |
A |
A |
Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα |
[.] |
Β |
A |
Στο κριτήριο προσόντα, σημειώθηκε ότι τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας όπως θέσης προσόντα είναι:
i Απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης
ii Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Επιστάτη
iii Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.
iv Πολύ καλή γνώση όπως Ελληνικής και καλή γνώσης όπως Αγγλικής γλώσσας.
Οι αιτητές [.] και Αντωνίου δικαιούνται να είναι υποψήφιοι με βάση τη σχετική σημείωση του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, έστω και αν δεν κατέχουν τα απαιτούμενα στην παράγραφο (i) και (iν) προσόντα, εφόσον υπηρετούσαν στο Συμβούλιο κατά την 31/12/1981 και θεωρούνται ισότιμοι αφού κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα.
Ο υποψήφιος Χ. Χαραλάμπους κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Επιπρόσθετα κατέχει πιστοποιητικό παρακολούθησης εκπαιδευτικών μαθημάτων διάρκειας 60 ωρών στο ΚΕΠΑ με θέμα «Υδραυλικά και αποχετεύσεις οικιακών εγκαταστάσεων». Το πιο πάνω πιστοποιητικό λήφθηκε υπόψη αλλά κατά την κρίση του Συμβουλίου, δεν δύναται να δοθεί σε αυτό μεγάλη βαρύτητα λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι το σχέδιο υπηρεσίας δεν προνοεί για την κατοχή επιπρόσθετων προσόντων.
Στο κριτήριο αρχαιότητα, ο υποψήφιος [.] υπερέχει ελαφρά του υποψήφιου Α. Αντωνίου, αφού προήχθησαν στη θέση Επιστάτη με διαφορά 11/2 χρόνου περίπου. Ο υποψήφιος Χ. Χαραλάμπους υστερεί των άλλων δυο υποψηφίων, αφού προήχθη στη θέση Επιστάτη με διαφορά πέραν των 4 χρόνων.
Συγκεκριμένα, η ημερομηνία προαγωγής των τριών υποψηφίων στη θέση Επιστάτη είναι όπως πιο κάτω:
[.] |
Χαράλαμπος Χαραλάμπους |
Ανδρέας Αντωνίου |
[.] |
01/08/1993 |
01/11/1989 |
Η Πρόεδρος και τα Μέλη του Συμβουλίου, πλην του Μέλους Μ. Βασιλείου που διαφώνησε, υποστήριξαν την προαγωγή του υποψηφίου Ανδρέα Αντωνίου και ανέφεραν ότι η απόφαση τους στηρίχθηκε στα πιο κάτω:
Στο κριτήριο αξία, ο υποψήφιος Α. Αντωνίου υπερτερεί των άλλων υποψηφίων, αφού η βαθμολογία του στις αξιολογήσεις του έτους 1995 υπερέχει αισθητά. Στο κριτήριο προσόντα όλοι οι υποψήφιοι θεωρούνται ίσοι αφού κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα με οριακή υπεροχή του Χ. Χαραλάμπους. Στο κριτήριο αρχαιότητα, ο υποψήφιος Α. Αντωνίου προήχθη στη θέση Επιστάτη με διαφορά 1 ½ περίπου έτους από τον αμέσως προηγούμενο υποψήφιο [.], διαφορά η οποία δεν δύναται να προσδώσει ιδιαίτερο προβάδισμα στον υποψήφιο [.] έναντι του Α. Αντωνίου. Συνεκτιμώντας τα πιο πάνω, το Συμβούλιο αποφάσισε κατά πλειοψηφία, διαφωνούντος του Μέλους κ. Μ. Βασιλείου, την προαγωγή του υποψήφιου Ανδρέα Αντωνίου στη θέση Βοηθού Αρχιεπιστάτη του ΣΥΛ από 1/7/1997.
Το Μέλος Μ. Βασιλείου υποστήριξε ότι ο αιτητής Χ. Χαραλάλμπους υπερέχει οριακά των άλλων δύο υποψηφίων που έχουν ήδη αφυπηρετήσει από το ΣΥΛ, εφόσον πέραν των απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντων κατέχει πιστοποιητικό παρακολούθησης εκπαιδευτικών μαθημάτων διάρκειας 60 ωρών στο ΚΕΠΑ με θέμα «Υδραυλικά και αποχετεύσεις οικιακών εγκαταστάσεων».
Στη συνέχεια ο Διευθυντής επανήλθε στην αίθουσα Συνεδριάσεων και δόθηκαν σε αυτόν οδηγίες για κατάλληλη ενημέρωση των Δικηγόρων των υποψηφίων για τη θέση.»
Ο εφεσείων επανήλθε με νέα προσφυγή επικαλούμενος πλάνη και έλλειψη δέουσας έρευνας, τόσο του Διευθυντή, όσο και του ΣΥΛ, εφόσον έλαβαν υπόψη τους μόνο μια υπηρεσιακή έκθεση του 1995. Επίσης παραπονείται ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν αναιτιολόγητη. Ισχυρίστηκε ειδικότερα ότι η σύσταση ήταν γενική και συνιστούσε απλή αναπαραγωγή των στοιχείων των φακέλων, παρασιωπώντας το γεγονός ότι ο εφεσείων είχε απολυτήριο σχολής μέσης παιδείας, που δεν είχε το ΕΜ και ότι ο εφεσείων είχε πρόσθετο προσόν, αφού έτυχε εκπαίδευσης 60 ωρών σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης.
Το Διοικητικό Δικαστήριο απάντησε σε κάθε ένα από τους παραπάνω ισχυρισμούς ως ακολούθως:
«Αναφορικά με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη μόνο η υπηρεσιακή έκθεση για το έτος 1995, ο καθ' ου η αίτηση απαντά στην αγόρευσή του ότι αυτό έγινε επειδή ήταν η μόνη διαθέσιμη μετά τη θέσπιση των Όρων Υπηρεσίας Κανονισμών του 1995 και η μοναδική που ανάγεται στον ουσιώδη χρόνο.»
[.]
Ως προς τη σύσταση του Διευθυντή, ο αιτητής εισηγείται ότι αυτή ήταν γενική και απλή αναπαραγωγή των στοιχείων των φακέλων ενώ παρασιώπησε το γεγονός ότι ο αιτητής είχε απολυτήριο που δεν είχε το ενδιαφερόμενο μέρος και δεν διαπίστωσε ότι ο αιτητής είχε πρόσθετη εκπαίδευση 60 ωρών σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης. Εισηγείται επίσης ότι ο αιτητής δεν ήταν ίσος σε προσόντα με τους άλλους υποψήφιους.
Δεν διαπιστώνω κάποιο ελάττωμα στη σύσταση του Διευθυντή από την οποία προκύπτει ότι σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος αντί τον αιτητή επειδή, αφενός, υπερτερεί σε αξία και, αφετέρου, επειδή υπερέχει του ενδιαφερομένου μέρους σε αρχαιότητα κατά «4 περίπου χρόνια». Δεν συμφωνώ ότι αποσιώπησε ο Διευθυντής την κατοχή απολυτηρίου από τον αιτητή αφού η αναφορά στα προσόντα έγινε με την κατάληξη ότι όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα από το σχέδιο υπηρεσίας.»
Ως προς τα απαιτούμενα προσόντα το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε ειδικότερα στο γεγονός ότι το ΕΜ δεν κατέχει απολυτήριο μέσης εκπαίδευσης σε αντίθεση με τον εφεσείοντα. Σημείωσε σχετικά τα ακόλουθα:
«Η ικανοποίηση της σημείωσης του σχεδίου υπηρεσίας από κάποιους υποψηφίους γίνεται, ακριβώς, για να εντάξει ως ισότιμους υποψήφιους όσους δεν κατέχουν απολυτήριο Μέσης Εκπαίδευσης και πολύ καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας και καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας αλλά, υπηρετούσαν στον καθ' ου η αίτηση στις 31.12.1981. Συνεπώς, δεν είναι δυνατό κάποιος υποψήφιος που κατέχει απολυτήριο και ικανοποιεί το γλωσσικό επίπεδο που απαιτείται να θεωρηθεί ότι κατέχει επιπλέον προσόντα που δεν κατέχουν οι άλλοι διαφορετικά, θα εξουδετερωνόταν η σημασία της ένταξης ως υποψηφίων όσων ικανοποιούν τη σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας.»
Αναφορικά με το πιστοποιητικό παρακολούθησης εκπαιδευτικών μαθημάτων διάρκειας 60 ωρών στο ΚΕΠΑ με θέμα «Υδραυλικά και Αποχετεύσεις Οικιακών εγκαταστάσεων» ως κατ' ισχυρισμόν πρόσθετο προσόν του εφεσείοντα το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε τα ακόλουθα:
«Το δε πρόσθετο προσόν στο οποίο αναφέρεται ο αιτητής, συνεκτιμήθηκε από το Συμβούλιο αλλά δεν ήταν δυνατό να επισκιάσει την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους στο θεσμοθετημένο κριτήριο της αρχαιότητας. Η μη αναφορά από τον Διευθυντή στο πρόσθετο αυτό προσόν, δεν θεωρώ ότι μπορεί να αποτελέσει λόγο ακύρωσης εφόσον, όπως έχω ήδη εξηγήσει, λήφθηκε υπόψη από τον καθ' ου η αίτηση.
Ως προς τους ισχυρισμούς του αιτητή περί πάσχουσας έρευνας του καθ' ου η αίτηση, επιχειρηματολογεί ότι δεν ερεύνησαν αν το πρόσθετο προσόν του αιτητή σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης και αγνόησαν ότι κατείχε απολυτήριο και γνώση Αγγλικής γλώσσας. Το τελευταίο έχει ήδη εξεταστεί και απορριφθεί πιο πάνω. Ως προς τον έλεγχο σχετικότητας του πρόσθετου προσόντος, όπως και πάλι ανέφερα πιο πάνω ο καθ' ου η αίτηση εντόπισε το προσόν και το συνεκτίμησε. Αυτό από μόνο του, υποδηλοί ότι το θεώρησε σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Αν δεν το θεωρούσε δεν θα το λάμβανε καθόλου υπόψη.»
Ως προς το κριτήριο της αξίας για το οποίο ο εφεσείων υπέβαλε ότι πεπλανημένα το δικαστήριο έκρινε πως το ΕΜ υπερέχει αισθητά αυτού, το δικαστήριο σημείωσε τα ακόλουθα:
«.Στα πρακτικά ο καθ' ου η αίτηση παραθέτει πίνακα με τις αξιολογήσεις και των τριών υποψηφίων. Το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε με επτά Α και ένα Α+ και ο αιτητής με πέντε Α και τρία Β. Ίσως η επιλογή από τον καθ' ου η αίτηση της λέξης «αισθητά» να μην ήταν η ορθότερη υπό τις περιστάσεις, πλην όμως η υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους έναντι του αιτητή παραμένει.»
Ακολούθησε η παρούσα έφεση. Προβάλλει κατά πρώτον ο εφεσείων ότι κακώς το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στους περί Υδατοπρομήθειας (Δημοτικές και Άλλες Περιοχές) (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) του 1996, ΚΔΠ 111/96, οι οποίοι θέτουν τους κανόνες με βάση τους οποίους πρέπει να γίνονται οι προαγωγές των υπαλλήλων, με υιοθέτηση των βασικών κριτηρίων, της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας. Με αυτό τον τρόπο το πρωτόδικο δικαστήριο υποκατέστησε τη διοίκηση και αποφάσισε πρωτογενώς επικαλούμενο Κανονισμούς που το διοικητικό όργανο δεν επικαλέστηκε και δεν ερμήνευσε. Διαφωνούμε. Η επίκληση των Κανονισμών δεν ήταν παρά η αναγκαία παραπομπή στο κανονιστικό πλαίσιο, υπό το πρίσμα του οποίου το αναθεωρητικό δικαστήριο είχε υποχρέωση να προβεί σε έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης.
Παραπονείται επίσης ο εφεσείων ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως η σύσταση του διευθυντή ήταν νόμιμη αποφασίζοντας πρωτογενώς ότι το γεγονός πως δεν έγινε αναφορά στο πρόσθετο προσόν που κατέχει ο εφεσείων δεν μπορούσε να αποτελέσει λόγο ακύρωσης, εφόσον εν τέλει λήφθηκε υπόψη από το ΣΥΛ. Θα έπρεπε το ΣΥΛ να απορρίψει τη σύσταση ως ελλιπή και όχι να την συμπληρώσει με δική του προσθήκη, κάνοντας αναφορά στις 60 ώρες του ΚΕΠΑ ή να ζητήσει διευκρινίσεις και νέα κρίση από το διευθυντή. Συμφωνούμε και εν προκειμένω με το πρωτόδικο δικαστήριο. Σημασία έχει ότι το αποφασίζον όργανο συνεκτίμησε το προβληθέν ως πρόσθετο προσόν. Επρόκειτο για ένα πιστοποιητικό παρακολούθησης για 60 ώρες εκπαίδευσης στο ΚΕΠΑ με θέμα "Υδραυλικά και αποχετεύσεις οικιακών εγκαταστάσεων" που ήταν ενώπιον του αποφασίζοντος οργάνου, το οποίο έκρινε ότι δεν χρειάζονταν διευκρινίσεις. Άλλωστε εφόσον το συνεκτίμησε, σημαίνει ότι το θεώρησε σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, όπως ορθά αντελήφθη το πρωτόδικο δικαστήριο. Συνεπώς δεν συμφωνούμε ούτε με τον ισχυρισμό του εφεσείοντα ότι το ΣΥΛ δεν ερεύνησε εάν το επιπρόσθετο προσόν ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.
Τέλος, παραπονείται ο εφεσείων ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, εσφαλμένα απέρριψε τον ισχυρισμό του εφεσείοντα περί πλάνης, ως εκ του γεγονότος ότι έκρινε πως το ΕΜ υπερείχε αισθητά του ιδίου. Δεν μπορούσε, ισχυρίζεται, μόνο μια έκθεση να αποτελέσει αντικειμενικό δείκτη της αξίας των υποψηφίων και άλλωστε η υπεροχή κατά δύο ή τρία τετραγωνάκια σε αξία είναι οριακή. Η υπεροχή όμως σε αξία του ΕΜ από την εν λόγω βαθμολογία είναι δεδομένη και συνδυάζεται με αρχαιότητα τεσσάρων και πλέον ετών. Το γεγονός ότι λήφθηκε υπόψη μόνο μια υπηρεσιακή έκθεση εξηγείται εκ του ότι ήταν η μόνη διαθέσιμη μετά τη θέσπιση των εν λόγω Κανονισμών. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα μας παρέπεμψε σε μια Κατάσταση Υποψηφίων που είχε επισυναφθεί ως συνημμένο στην αγόρευση του πρωτοδίκως, στην οποία γίνεται λόγος και για έκθεση του 1996. Όμως, όπως ορθά σημείωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, η έκθεση του 1995 είναι η μοναδική που ανάγεται στον ουσιώδη χρόνο πλήρωσης των προσόντων σε σχέση με την ημερομηνία προκήρυξης της θέσης. Προβλήθηκε περαιτέρω από την πλευρά του εφεσείοντα ότι όλοι οι υποψήφιοι για προαγωγή ήταν για πολλά χρόνια στην υπηρεσία και άρα υπήρχαν στοιχεία της αξίας και της προσφοράς τους στους φακέλους που θα μπορούσαν να είχαν μελετηθεί, ώστε να ληφθούν υπόψη για προσδιορισμό αντικειμενικά της αξίας τους ανεξάρτητα από το εάν υπήρχαν ή όχι υπηρεσιακές εκθέσεις. Εναπόκειτο όμως στον εφεσείοντα να στοιχειοθετήσει τη θέση του περί παράλειψης δέουσας έρευνας, με συγκεκριμένα επιχειρήματα σε σχέση με το περιεχόμενο των φακέλων.
Η έφεση απορρίπτεται με €3.500 έξοδα πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
Μ. Καλλιγέρου, Δ.
/φκ