ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 134/19)
16 Οκτωβρίου, 2024
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
HΛΙΑΣ ΣΟΥΛΗ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ
ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ,
Εφεσιβλήτων.
---------------
Δ. Νικολεττόπουλος για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τον εφεσείοντα.
Κ. Χατζηδημητρίου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας Α για Γενικό Εισαγγελέα, για τους εφεσίβλητους.
---------
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Οικονόμου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο Κηδεμόνας Τουρκοκυπριακών Περιουσιών είχε εκμισθώσει προς το Κοινοτικό Συμβούλιο Ορόκλινης τουρκοκυπριακή περιουσία με σκοπό την ανέγερση περιπτέρου και την υπεκμίσθωση του σε εκτοπισμένο και μόνο πρόσωπο. Ο εφεσείων, εκτοπισμένος το 1974, ενοικίαζε από 1.10.2010, από το Συμβούλιο το ανεγερθέν περίπτερο μαζί με τον εξοπλισμό του.
Όταν ο εφεσείων παρέλειψε να καταβάλει σειρά ενοικίων, το Συμβούλιο αποφάσισε να μην ανανεώσει τη μεταξύ τους σύμβαση ενοικίασης και όπως προχωρήσει στην προκήρυξη νέων προσφορών. Παράλληλα κάλεσε τον εφεσείοντα όπως παραδώσει ελεύθερη κατοχή του περιπτέρου. Αυτός δεν ανταποκρίθηκε.
Αντ' αυτού, αποτάθηκε στον Κηδεμόνα με επιστολή του ημερ.16.7.2013, ζητώντας όπως μειωθεί δραστικά το ενοίκιο και όπως μεριμνήσει να ενοικιαστεί σε αυτόν το περίπτερο.
Ο Κηδεμόνας με επιστολή του ημερ. 26.3.2014 («η πρώτη επιστολή/απόφαση») απέρριψε το αίτημα αποφασίζοντας «όπως το υποστατικό συνεχίσει να εκμισθώνεται στο Κοινοτικό Συμβούλιο Ορόκλινης με δικαίωμα υπεκμίσθωσης μόνο σε εκτοπισμένο». Υπέδειξε δε περαιτέρω προς τον εφεσείοντα ότι «αν θα συνεχίσει η εκμίσθωση σε εσάς εξαρτάται από το Κοινοτικό Συμβούλιο με το οποίο θα πρέπει να έρθετε σε επαφή».
Ο εφεσείων επανήλθε με επιστολή των δικηγόρων του προς τον Κηδεμόνα ημερ. 24.10.2014, ζητώντας, αυτή τη φορά, την εκμίσθωση του περιπτέρου προς τον ίδιο. Η απάντηση του Κηδεμόνα δόθηκε με επιστολή ημερ. 29.6.2015 («η δεύτερη επιστολή/απόφαση»), η οποία αποτελεί την επίδικη απόφαση ως ακολούθως:
«Ο Κηδεμόνας, αφού μελέτησε όλα τα στοιχεία της υπόθεσης, αποφάσισε να παραμείνει το υποστατικό στο Κ.Σ. Ορόκλινης και από 1.4.2014 να υπογραφεί νέα Σύμβαση Μίσθωσης με το Κοινοτικό Συμβούλιο Ορόκλινης με αυξημένο ενοίκιο και με δικαίωμα υπεκμίσθωσης του υποστατικού μόνο σε εκτοπισμένο. Το Κ.Σ. θα είναι υπεύθυνο για την επιλογή του μισθωτή και για το ενοίκιο που θα του καταβάλλεται.»
Ακολούθησε προσφυγή. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν υπεισήλθε στην ουσία της, εφόσον εξέτασε και αποφάσισε υπέρ των εφεσιβλήτων προδικαστική ένσταση τους, σύμφωνα με την οποία δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά βεβαιωτική της πρώτης απόφασης.
Το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε ότι στη δεύτερη επιστολή οι δικηγόροι του εφεσείοντα, πέραν του εν λόγω αιτήματος, έθεσαν διάφορα ερωτήματα και ισχυρισμούς συνοδευόμενους από σχετικά έγγραφα αναφορικά με τη νομιμότητα και εγκυρότητα της συμφωνίας ενοικίασης του εν λόγω υποστατικού μεταξύ Συμβουλίου και εφεσείοντα, καθώς και αναφορικά με την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Ωστόσο, έκρινε πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν το προϊόν νέας έρευνας, αλλά συνιστούσε επανάληψη και επιβεβαίωση της πρώτης επιστολής. Τη δεύτερη φορά οι δικηγόροι του εφεσείοντα δεν παρουσίασαν κανένα νέο στοιχείο ή γεγονός. Αναφέρθηκαν στο ιστορικό της υπόθεσης. Όλα τα στοιχεία ήταν υπόψη της διοίκησης ήδη κατά τον χρόνο της πρώτης απόφασης. Δεν είχαν τεθεί νέα ουσιώδη στοιχεία που δεν ήταν ήδη γνωστά. Υπό το φως των διαπιστώσεων αυτών το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι σαφώς βεβαιωτική, δεικνύουσα απλώς εμμονή της διοίκησης στην προγενέστερη απόφαση της και ως τέτοια δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να προσβληθεί δια προσφυγής.
Ακολούθησε η παρούσα έφεση, με την οποία προσβάλλεται ως εσφαλμένο το παραπάνω εύρημα του δικαστηρίου.
Προβάλλεται καταρχάς με την έφεση ότι διαφορετικό ήταν το αίτημα με την πρώτη επιστολή. Τότε ο εφεσείων δεν είχε ζητήσει απευθείας εκμίσθωση από τον Κηδεμόνα, αλλά όπως ο Κηδεμόνας μεριμνήσει ώστε το Συμβούλιο να του υπενοικιάσει το περίπτερο με δραστική μείωση του ενοικίου. Συνεπώς, κατά τον ευπαίδευτο δικηγόρο του εφεσείοντα, το δικαστήριο παρερμήνευσε το περιεχόμενο του αιτήματος/επιστολής ημερ. 16.7.2013.
Ακολούθως ο εφεσείων, σύμφωνα με τη θέση του, ζήτησε πλέον με την επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 24.10.2014, στην οποία τίθεντο με λεπτομέρειες τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης και η νομική συνέπεια τους, όπως εκμισθωθεί στον ίδιο το περίπτερο και κατ' ουσίαν όπως σταματήσει η παράνομη πρακτική σύμφωνα με την οποία τουρκοκυπριακές περιουσίες εκμισθώνονταν όχι σε εκτοπισμένους αλλά σε τρίτους, περιλαμβανομένων τοπικών αρχών. Ο Κηδεμόνας απέρριψε το δεύτερο αυτό αίτημα σημειώνοντας ότι έπραξε τούτο «αφού μελέτησε όλα τα στοιχεία της υπόθεσης». Επομένως μελέτησε και απέρριψε τα νομικά στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του. Ως εκ τούτου επρόκειτο για διοικητική πράξη, στην οποία ο Κηδεμόνας κατέληξε προβαίνοντας όχι απλώς σε νέα έρευνα αλλά επί ενός νέου αιτήματος.
Η πλευρά των εφεσίβλητων υιοθέτησε ως ορθή την πρωτόδικη προσέγγιση.
Η νομολογία είναι ξεκάθαρη ως προς το κριτήριο που διακρίνει τις βεβαιωτικές προηγούμενης απόφασης πράξεις από τις μεταγενέστερες εκείνες πράξεις οι οποίες αποκτούν αφ' εαυτών εκτελεστότητα. Τούτο προϋποθέτει νέα έρευνα από τη διοίκηση ουσιωδών πραγματικών ή νομικών στοιχείων τα οποία προκύπτουν μετά ή προϋπήρχαν, αλλά ήταν άγνωστα και λαμβάνονται υπόψη για πρώτη φορά (Elias Marine Consultants Ltd, EΔΔ Αρ. 41/2016, 26.10.2022, Καλακουτή ν. Δημοκρατίας, ΑΕ Αρ. 65/2013, 2.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:C274, Γρηγορίου ν. Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ΑΕ Αρ. 58/2012, ημερ. 9.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:C437, Δημήτρης Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2017) 3Β ΑΑΔ 726, ). Η αναφορά όμως σε νέα ουσιώδη νομικά στοιχεία δεν έχει την έννοια της νομικής και μόνο επιχειρηματολογίας περί της ταξινόμησης μιας κατάστασης πραγμάτων. Κάτι τέτοιο από μόνο του δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αφετηρία για ουσιαστική επανεξέταση επί νέων δεδομένων ή δεδομένων που προϋπήρχαν αλλά δεν περιήλθαν εγκαίρως στη γνώση της διοίκησης (Marfin Popular Bank Public Co Ltd v. Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού (2011) 3 Α.Α.Δ. 851).
Εν προκειμένω, στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο διαφορετικά αιτήματα, έστω και αν σε αυτά δόθηκε η ίδια απάντηση. Την πρώτη φορά ο εφεσείων είχε ζητήσει τη διαμεσολάβηση του Κηδεμόνα ώστε το Συμβούλιο να του υπεκμισθώσει το περίπτερο με δραστική μείωση του μισθώματος. Στην πρώτη επιστολή, η οποία εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο (ερυθρό 76), αναγράφεται:
«Το μόνο που ζητώ είναι να μειωθεί δραστικά το ενοίκιο και να μεριμνήσετε να μου ενοικιαστεί το υποστατικό για να μπορέσουμε να δουλέψουμε και να αποπληρώσουμε τη ΣΠΕ Ορμήδειας .»
Έτσι είχε αντιληφθεί και ο Κηδεμόνας το αίτημα εφόσον, ως άνω, η απάντηση του ήταν πως θα συνέχιζε η ενοικίαση προς το Συμβούλιο.
Με τη δεύτερη επιστολή, οι δικηγόροι του εφεσείοντα δεν περιορίστηκαν απλώς σε νομική επιχειρηματολογία επί της ίδιας βάσης δεδομένων ώστε να υποστηρίξουν το πρώτο αίτημα. Η δεύτερη επιστολή περιείχε ένα δεύτερο, διαφορετικό, αίτημα. Αυτή τη φορά ο εφεσείων ζητούσε απευθείας εκμίσθωση από τον Κηδεμόνα προς τον ίδιο. Προς ενίσχυση της θέσης του πρόβαλε διάφορα νομικά επιχειρήματα, ως λ.χ. ότι η εκμίσθωση από τον Κηδεμόνα προς το Συμβούλιο παραβίαζε τις πρόνοιες του περί Τουρκοκυπριακών Περιουσίων (Διαχείριση και Άλλα Θέματα) (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμου του 1991 (Ν. 139/91) που επιτρέπουν εκμίσθωση σε αρχές τοπικής διοίκησης σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο όπου τούτο εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Ήταν δε η θέση του ότι δεν εξυπηρετείτο το δημόσιο συμφέρον εφόσον το μηνιαίο μίσθωμα που είχε συμφωνηθεί να καταβάλλει ο ίδιος προς το Συμβούλιο ήταν €5.150, ενώ το ποσό που συμφωνήθηκε να καταβάλλει το Συμβούλιο προς τον Κηδεμόνα ήταν, αρχικά τουλάχιστον, £200 (€341,72) ετησίως (άδεια Δημοκρατίας της Κύπρου δια της Κεντρικής Επιτροπής Διαχειρίσεως Τουρκοκυπριακών Περιουσιών προς το Συμβούλιο Βελτιώσεως Βορόκληνης ημερ. 29.11.1988).
Ως εκ των άνω η δεύτερη απόφαση δεν ήταν βεβαιωτική της πρώτης, αλλά μια διαφορετική εκτελεστή διοικητική πράξη. Εν όψει αυτής της διαπίστωσης το πρωτόδικο δικαστήριο θα πρέπει χωρίς καθυστέρηση να εξετάσει τους λόγους ακύρωσης, στους οποίους βεβαίως δεν υπεισερχόμεθα.
Η πρωτόδικη απόφαση επί της προδικαστικής ένστασης παραμερίζεται, όπως επίσης και η διαταγή για τα έξοδα.
Διατάσσεται η συνέχιση της ακρόασης της προσφυγής από το δικαστήριο υπό την ίδια σύνθεση.
Έξοδα υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων €2.000 πλέον ΦΠΑ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
Μ. Καλλιγέρου, Δ.
/φκ