ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 30/2020)

 

7 Φεβρουαρίου, 2025

 

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

1)     ΦΑΙΔΩΝΑ ΚΑΡΑΜΑΝΩΛΗ

2)     ΕΥΗΣ ΚΑΛΟΔΙΚΗ,

Εφεσίβλητων.

 

_________________

 

Δρ Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή (κα), για Δρ Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.

 

Σ. Α. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.

 

_________________

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απόφαση μας είναι ομόφωνη ως προς το αποτέλεσμα,  όχι όμως ως προς το σκεπτικό.  Η απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία συμφωνεί η Καλλιγέρου, Δ., θα δοθεί από τον Σάντη, Δ.

Ο Οικονόμου, Δ., θα δώσει το δικό του σκεπτικό.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Οι Εφεσείοντες αντιτίθενται στην απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου στην Προσφυγή 781/17 («η Προσφυγή»), να ακυρώσει την απόφαση τους που περιεχόταν σε επιστολή ημερομηνίας 13.3.17/Παράρτημα Α στην Αίτηση Ακύρωσης η προσβαλλόμενη απόφαση»). Με την εν λόγω απόφαση κρίθηκε ότι ο συνολικός συντελεστής δόμησης που «... παράγουν τα τεμάχια ...» των Εφεσίβλητων (τεμάχια 192 και 193, XLI/57.1.1., Τμήμα 3, στην Σκάλα), μαζί με τον «... επιπρόσθετο συντελεστή δόμησης που λήφθηκε λόγω των κινήτρων για δημιουργία δημόσιων χώρων στάθμευσης (1678 τ.μ. συν 770 τ.μ. αντίστοιχα), σύμφωνα με πρόσφατες διευκρινίσεις που είχαν δοθεί από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ...» είχε ήδη υπερκαλυφθεί «... με την υφιστάμενη ανάπτυξη ...» και επομένως δεν υπήρχε πλέον «... υπολειπόμενος συντελεστής δόμησης για μεταφορά σε άλλα τεμάχια όπως αναφέρθηκε στην επιστολή μου ημερ. 30/10/2012» (οι περικοπές είναι αυτούσιες, ως και όσες ακολουθούν).

          Προκύπτει, με τη δική της σημασία για τα τρέχοντα, η περιγραφή των γεγονότων της υπόθεσης όπως τα διαπίστωσε το Διοικητικό Δικαστήριο διότι έτσι θα γίνουν πιο κατανοητά τα όσα έπονται εξ απόψεως δικαστικού σκεπτικού και δικηγορικής επιχειρηματολογίας. 

          Οι Εφεσίβλητοι είναι συνιδιοκτήτες των τεμαχίων 192 και 193, XLI/57.1.1., τμήμα 3, επί της οδού Στασίνου στην Λάρνακα. Την 16.11.06 είχε υποβληθεί από την Εφεσίβλητη 2 και την Μαρία Καλοδίκη πολεοδομική αίτηση για ανέγερση εκεί εξαώροφου χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων («ο χώρος στάθμευσης»).

Την 3.4.08 χορηγήθηκε η πολεοδομική άδεια, και την 28.12.11, η άδεια οικοδομής. Εντούτοις, επειδή οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν υποβάλει αίτημα για εξασφάλιση σχεδίου παροχής κινήτρων για τη δημιουργία χώρων στάθμευσης προς δημόσια χρήση, με επιστολή τους ημερομηνίας 28.12.11, αποτάθηκαν στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως («το Τμήμα»), ζητώντας να τους παραχωρηθεί επιδότηση για το υπό αναφορά έργο.

Η αίτηση των Εφεσίβλητων εξετάστηκε σε συνεδρία ημερομηνίας 24.9.12 από την Ειδική Τεχνική Επιτροπή του Τμήματοςη Τεχνική Επιτροπή»), ενώπιον της οποίας είχαν τεθεί τα τροποποιημένα σχέδια που υπέβαλαν οι μελετητές εκ πλευράς Εφεσίβλητων (με σχετικό να είναι και το περιεχόμενο του Παραρτήματος 4 στην Ένσταση των Εφεσειόντων στην πρωτόδικη διαδικασία).

Την 24.10.12 το Τμήμα πληροφόρησε τους Εφεσίβλητους - κατά το περιεχόμενο επιστολής ίδιας ημερομηνίας, ως το Παράρτημα Γ στην Αίτηση Ακύρωσης - ότι η Τεχνική Επιτροπή «... αποφάσισε ομόφωνα την έγκριση του αιτήματος για τη δημιουργία 95 χώρων στάθμευσης για δημόσια χρήση ...» και πως σε ό,τι αφορούσε στον «... επωφελούμενο πρόσθετο συντελεστή δόμησης που αντιστοιχεί σε 770 τ.μ. δομήσιμου εμβαδού, αυτός [όπως και ο συντελεστής δόμησης που ισχύει για τα υπό ανάπτυξη τεμάχια-2.40:1- και ο οποίος δεν έχει ακόμα αξιοποιηθεί] θα μπορούσε να μεταφερθεί σε άλλα τεμάχια γης για την αξιοποίησή τους με επιθυμητές αναπτύξεις, με τη διαδικασία της κατά παρέκκλιση έγκρισης ...» («η Επιστολή 24.10.12»).

Επιπροσθέτως, με επιστολή των Εφεσειόντων ημερομηνίας 30.10.12 προς την Μαρία Καλοδίκη - σε λογότυπο του Δήμου Λάρνακας και υπογραμμένη από τον Δημοτικό Μηχανικό Ανδρέα Καρακατσάνη («ο Δημοτικός Μηχανικός») - γνωστοποιούνταν πως «... ο συνολικός συντελεστής ο οποίος προκύπτει και μπορεί να μεταφερθεί σε άλλα τεμάχια με παρέκκλιση είναι 2,448 τ.μ. (ως το άθροισμα των 1,678 τ.μ., που είναι ο συνολικός συντελεστής που παράγει το ίδιο το γήπεδο της ανάπτυξης και των 770 τ.μ. που είναι ο επιπρόσθετος συντελεστής λόγω των κινήτρων) ...» («η Επιστολή 30.10.12»). Σημειωτέον, ότι τούτη η απόφαση ουδέποτε φαίνεται να ανακλήθηκε από τους Εφεσείοντες.

Εν τω μεταξύ, οι Εφεσίβλητοι είχαν υποβάλει νέα πολεοδομική αίτηση, η οποία απέληξε στην έκδοση νέας πολεοδομικής άδειας, ημερομηνίας 31.10.12, που αφορούσε σε τροποποίηση των προηγούμενων αδειών, εξαιτίας και της μείωσης τής χωρητικότητας τού χώρου στάθμευσης.

Μολαταύτα, ύστερα από τέσσερα τόσα έτη, οι Εφεσείοντες ενημέρωσαν (την 13.3.17) τους Εφεσίβλητους για τα καθέκαστα διά της προσβαλλόμενης απόφασης.

Οι Εφεσίβλητοι αντέδρασαν στην εξέλιξη, και με επιστολή ημερομηνίας 5.4.17 τού τότε δικηγόρου τους προς τους Εφεσείοντες, ζήτησαν εξηγήσεις.

Οι εξηγήσεις δόθηκαν από τον δικηγόρο των Εφεσειόντων με επιστολή ημερομηνίας 19.5.17. Εκεί, γράφτηκε πως η Επιστολή 30.10.12 «... είχε σταλεί εκ παραδρομής, με την εντύπωση ότι οι χώροι στάθμευσης έχουν μηδενικό συντελεστή ...» και ότι «...[σ]την πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει όταν η στάθμευση είναι η μόνη χρήση του κτιρίου, όπως αυτή της κυρίας Καλοδίκη ...», και πως το «... ανεγερθέν κτίριο ίσως να έχει καλύψει περισσότερους χώρους από όσους επιτρέπεται» («η Επιστολή 19.5.17»).

Τούτων δοθέντων, οι Εφεσίβλητοι καταχώρισαν την Προσφυγή την 24.5.17.

Το Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη καθότι σαφώς επήλθαν από αυτή έννομες συνέπειες που δεν υφίσταντο προηγουμένως, όπως και διαφοροποίηση και επηρεασμός των δικαιωμάτων των Εφεσίβλητων, λέγοντας και τα εξής για την αρμοδιότητα τού αποφασίζοντος οργάνου:

«[...] Δε χωρεί αμφιβολία ότι αρμόδιο όργανο να λάβει την επίδικη απόφαση, σύμφωνα με τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο (Ν.90/1972), ως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν ο καθ' ου η αίτηση. Εν προκειμένω, τόσο την αρχική απόφαση του Δήμου, ημερομηνίας 30.12.2012, όσο και την επίδικη υπογράφει ο Δημοτικός Μηχανικός του καθ' ου η αίτηση, κ. Καρακατσάνης. Ωστόσο, σύμφωνα με τα ενώπιον μου στοιχεία, παρατηρείται ότι, στη διαδικασία που οδήγησε στη λήψη της αρχικής απόφασης για τη δυνατότητα μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε άλλα τεμάχια των αιτητών, συμμετείχε και το Τμήμα μέσω της Ειδικής Τεχνικής Επιτροπής. Σχετικό επ' αυτού είναι το πρακτικό συνεδρίας της εν λόγω Επιτροπής ημερομηνίας 3.7.2012 (παράρτημα 4 στην ένσταση), καθώς και η επιστολή του Τμήματος προς την κα Καλοδίκη, με κοινοποίηση στον Δήμαρχο Λάρνακας, ημερομηνίας 24.10.2012 (παράρτημα 6). Συνεπώς, εύλογα τίθεται το ερώτημα κατά πόσον παρόμοια διαδικασία, ήτοι με τη συμμετοχή ενός αρμόδιου συλλογικού οργάνου, ως ήταν η προαναφερθείσα Ειδική Τεχνική Επιτροπή του Τμήματος, ακολουθήθηκε και κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης, η οποία αφορούσε ακριβώς στο ίδιο θέμα ως και η αρχική απόφαση, ήτοι στο ζήτημα της δυνατότητας μεταφοράς συντελεστή δόμησης σε άλλα τεμάχια. Από το σύνολο των ενώπιον μου στοιχείων δεν προκύπτει κάτι τέτοιο και, εν πάση περιπτώσει, το όλο ζήτημα παραμένει ασαφές. Αντίθετα, ως εξάλλου και ο ισχυρισμός της πλευράς του καθ' ου η αίτηση επί του θέματος, ελλείψει οποιουδήποτε άλλου στοιχείου επί του θέματος, φαίνεται ότι την επίδικη απόφαση έλαβε ο Δημοτικός Μηχανικός του καθ' ου η αίτηση, χωρίς τη συμμετοχή οποιουδήποτε άλλου προσώπου και/ή οργάνου στη σχετική διαδικασία, εξ' ου και η μη ύπαρξη οποιουδήποτε πρακτικού επί του θέματος, πέραν βεβαίως της επιστολής ημερομηνίας 13.3.2017, όπου και περιέχεται η επίδικη απόφαση.

[...]

Στην απουσία δε έγγραφης καταχώρισης που να επιβεβαιώνει ότι η απόφαση έχει ληφθεί από το όργανο στο οποίο ο Νόμος έχει εναποθέσει την σχετική αρμοδιότητα, το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων δεν διαθέτει την εμβέλεια να ενδύει με τον μανδύα της νομιμότητας τα όσα χρειάζονται να συντελεστούν για να θεωρείται ως έγκυρα ληφθείσα μια απόφαση (βλ. Κούτσιου, ανωτέρω). Αντίθετη προσέγγιση θα ισοδυναμούσε με καταστρατήγηση των αρχών της χρηστής διοίκησης, οι οποίες υπαγορεύουν την τήρηση εγγράφων καταχωρίσεων, το δε τεκμήριο της κανονικότητας θα καθίστατο όχημα προς την παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης (βλ. επίσης τις πιο πρόσφατες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Ελένη Ιωαννίδου ν. Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2016:D382, Υποθ. Αρ. 201/2012, ημερ. 28.7.2016, ECLI:CY:AD:2016:D382 και Αθανάσιος Αθανασιάδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 856/2012, ημερ. 17.10.2014), ECLI:CY:AD:2014:D794. Παρόμοια προσέγγιση ακολουθήθηκε και από το Δικαστήριο τούτο στην Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 644/2016, ημερ. 4.9.2018).

Στην υπό κρίση περίπτωση, ενόψει και των όσων έχουν ήδη λεχθεί, προκαλεί εντύπωση από μόνο του το γεγονός ότι την επίδικη απόφαση, τουλάχιστον ως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου αλλά και τα παραρτήματα της ένστασης, έλαβε μόνος του ο Δημοτικός Μηχανικός, χωρίς τη συμμετοχή είτε του Δημοτικού Συμβουλίου του καθ' ου η αίτηση, είτε κάποιου άλλου αρμόδιου συλλογικού οργάνου, ως ήταν η Ειδική Τεχνική Επιτροπή του Τμήματος, που είχε συμμετάσχει στη διαδικασία που απέληξε στην αρχική απόφαση του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 30.10.2012 [...]».

 

 

Στη βάση αυτή - αλλά και κατά κάποιες άλλες παραμέτρους που τώρα δεν απασχολούν αφού δεν προωθήθηκαν στην έφεση - το Διοικητικό Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.

Οι Εφεσείοντες αμφισβήτησαν στο εφετήριο την πρωτόδικη κρίση με δέκα λόγους έφεσης, προτάσσοντας πως το κρίσιμο θέμα δεν είναι άλλο από το ότι οι αποφάσεις των Εφεσειόντων λαμβάνονται από το Δημοτικό Συμβούλιο, το οποίο ουδέποτε αποφάσισε σχετικώς, και πως, κατά προέκταση, οποιαδήποτε άλλη επιστολή «... είναι ... από το γραφειακό ή τεχνικό προσωπικό, η οποία δεν περιέχει οποιαδήποτε απόφαση του Δήμου, εκτός εάν πράγματι υπάρχει σχετική απόφαση ...».

Τούτα, ως καθαρώς αποτυπώνουν οι Εφεσείοντες στο Περίγραμμα τους, αντανακλώνται στους λόγους έφεσης 1-6, εξού και μόνον αυτούς είναι που ανέπτυξαν τελικώς - και σωρευτικώς - «... διότι το θέμα είναι ένα και μοναδικό ...».

Με αυτό δοσμένο, οι λόγοι έφεσης 7-10 δεν θα μας απασχολήσουν (Παύλου ν. Αδελφοί Λανίτη Δημόσια Λτδ (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 532, 537).

Διεξήλθαμε πάντα όσα τέθηκαν ενώπιον μας, στην πλήρη τους μορφή, και σε αυτά περιλαμβάνονται τα περιγράμματα των διαδίκων και οι προφορικές τοποθετήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων τους.

Διατείνονται οι Εφεσείοντες, πως με βάση το Άρθρο 11(1) του Περί Δήμων Νόμου 111/85 ο Ν.111/85»), έκαστος Δήμος, και άρα ο Δήμος Λάρνακας, διοικείται «... υπό συμβουλίου το οποίον ασκεί πάσας τας εξουσίας διά των οποίων έκαστος δήμος είναι περιβεβλημένος ...» δυνάμει των διατάξεων της νομοθεσίας. Κατ' ακολουθίαν, επιστολή που δεν προέρχεται από το Δημοτικό Συμβούλιο ή από αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν συνιστούν τίποτε περισσότερο από επιστολές προερχόμενες από το γραφειακό ή το τεχνικό προσωπικό των Εφεσειόντων. Αυτό, συνέβη και στην παρούσα υπόθεση, μια και τόσον η προσβαλλόμενη απόφαση όσον και η Επιστολή 24.10.12, διόλου δεν προέρχονται από τον Δήμο Λάρνακας, αλλά από τον Δημοτικό Μηχανικό. Τοιουτοτρόπως, δεν υπήρχε τίποτε προς ακύρωση από το Διοικητικό Δικαστήριο. Κατ' αυτή τη λογική, οι πρωτόδικες αναφορές πως για την προσβαλλόμενη απόφαση δεν υπήρχαν πρακτικά, ερμηνεύθηκαν λανθασμένως γιατί απλούστατα δεν υπήρχε απόφαση εν τη εννοία του νόμου.

Οι Εφεσίβλητοι αντιτείνουν στο Περίγραμμα τους - με τις εμφάσεις να είναι δικές τους - ότι ο Δημοτικός Μηχανικός απέστειλε την προσβαλλόμενη απόφαση «... αναρμόδια και ανακάλεσε ή τροποποίησε ΠΑΡΑΝΟΜΑ προηγούμενη απόφαση του Δήμου ημερ. 30.10.2012, χωρίς το θέμα να τεθεί υπόψη του Δημοτικού Συμβουλίου και χωρίς να ληφθεί απόφαση από το αρμόδιο συλλογικό όργανο ή ακόμα και χωρίς εξέταση από την Ειδική Τεχνική Επιτροπή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως που εξέτασαν τότε την αίτηση των Εφεσιβλήτων για την παροχή κινήτρων ...». Πέραν τούτου, κατά τη συλλογιστική, ακόμη και αν ήθελεν γίνει αποδεκτό πως δεν λήφθηκε απόφαση από το Δημοτικό Συμβούλιο των Εφεσειόντων επί του θέματος, τούτο δεν αλλοιώνει το ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση - και το γεγονός πως (ως συνάγεται από τις θέσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων τους στη σελίδα 3 του Περιγράμματος), αυτή λήφθηκε από διοικητικό όργανο και φέρει το τεκμήριο νομιμότητας - ανατράπηκε μια ευμενής κατάσταση πραγμάτων υπέρ των Εφεσίβλητων. Τούτο, κιόλας, μετά από νόμιμη εξέταση και έγκριση των αιτήσεων των Εφεσίβλητων για παροχή κινήτρων και πολεοδομική άδεια. Κατά συνέπεια, καλώς έκρινε το Διοικητικό Δικαστήριο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση απαρτίζει εκτελεστή διοικητική πράξη προσβλητέα διά προσφυγής (με τον επί τούτω λόγο έφεσης 8 να μην προωθείται από τους Εφεσείοντες), εφόσον δημιουργήθηκαν έννομες συνέπειες.

Η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, μας βρίσκει σύμφωνους.

Εξηγούμε.

Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 (Εθνικό Τυπογραφείο 1961) 105-106, υποδεικνύονται τα πιο κάτω σχετικά με ό,τι εν προκειμένω απασχολεί:

«[.] Πράξεις εκδιδόμεναι κατά παράβασιν των ως άνω αρχών παρ' αναρμοδίων οργάνων είναι παράνομοι: 373 (48), 1494 (49), 1782 (57) κ.ά., ως τοιαύται δε υπόκεινται εις ανάκλησιν υπό του εκδόντος ταύτας οργάνου: 708 (53) και εις ακύρωσιν εκ μέρους του ιεραρχικώς προϊσταμένου οργάνου: 568 (1933). Αι αυταί πράξεις, προσβαλλόμεναι επί ακυρώσει ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι ακυρωτέαι: 1582 - 90 (47), 373 (48), 1782 (57) κ.ά., της αναρμοδιότητος προβλεπομένης ως λόγου ακυρώσεως εν άρθρω 47 του ν. 3713 (1928). Εξ αυτών τινές θεωρούνται ανυπόστατοι, είναι δε αύται αι καθ' υπέρβασιν της λεγομένης «λειτουργικής» αρμοδιότητος εκδοθείσαι, ήτοι αι ανήκουσαι εις την αρμοδιότητα των οργάνων της νομοθετικής ή της δικαστικής λειτουργίας: 206 - 209 (1929), 365 (30), [1] ως επίσης τινές των καθ' υπέρβασιν της καθ' ύλην αρμοδιότητος εκδοθεισών, της περιπτώσεως ταύτης περιλαμβανούσης πράξεις, προς έκδοση των οποίων ήσαν μεν αρμόδια διοικητικά όργανα, πλην ταύτα ετύγχανον όλως άσχετα προς το εκδόν την πράξιν: 1516 (53). Αι πράξεις αύται θεωρούνται ως ουδέν παραγαγούσαι έννομον αποτέλεσμα, ασχέτως της τυχόν ανακλήσεώς των ή ακυρώσεώς των κατόπιν ευθείας προσβολής των δι' αιτήσεως ακυρώσεως. Αι λοιπαί αναρμοδίως εκδοθείσαι πράξεις είναι απλώς άκυροι έχουσαι όμως υπέρ εαυτών το «τεκμήριον της νομιμότητος», υφιστάμενον χάριν της σταθερότητος των δημοσίων εννόμων σχέσεων, παράγουν δε αποτελέσματα, εφ' όσον δεν ανακληθώσι ή δεν προσβληθώσιν εμπροθέσμως επί ακυρώσει: 1516 (53). Των ανυποστάτων κατά τα άνω πράξεων, προσβαλλομένων ευθέως επί ακυρώσει θα παρείλκεν, ως εκ του τοιούτου χαρακτήρος των (της μη υποστάσεώς των), ή ακύρωσις. Το Συμβούλιον της Επικρατείας εν τούτοις χωρεί και εις τας περιπτώσεις ταύτας εις ακύρωσιν της προβαλλόμενης πράξεως, επί τη σκέψει, ότι, καίτοι αύτη είναι ανυπόστατος νόμω, εφ' όσον φέρει την μορφήν διοικητικής πράξεως και εφηρμόσθη επί του διοικουμένου, ορθόν είναι να τεθή και πρακτικώς, ούτως ειπείν, εκποδών απαγγελομένης της ακυρώσεως αυτής υπό του Σ.τ.Ε.: 206-209 (29), 365 (30). Ακυρούνται, όθεν, πάσαι αι δι' αιτήσεως ακυρώσεως προσβαλλόμεναι διοικητικαί πράξεις, εάν δεν εξεδόθησαν υπό του κατά νόμον αρμοδίου οργάνου, είτε αύται εξεδόθησαν καθ' υπέρβασιν της «λειτουργικής» αρμοδιότητος [2] είτε καθ' υπέρβασιν της καθ' ύλην ή της κατά τόπον τοιαύτης (εφ' όσον βεβαίως ο νόμος δεν προβλέπει ειδικώς άλλως εις τας συγκεκριμένας περιπτώσεις). Εις ακύρωσιν υπόκεινται αι αναρμοδίως εκδοθείσαι πράξεις και αν έτι το αρμόδιον όργανον επεκύρωσε ταύτας μετέπειτα, μη καθιστάμεναι διά της τοιαύτης επικυρώσεως έγκυροι: 367 (33), 288 (34), 734 (35). Τον λόγον περί αναρμοδιότητος του οργάνου ερευνά το Συμβούλιον της Επικρατείας και αυτεπαγγέλτως: 512 (30), 105 (43)[...]».

 

Από το σύνολο των γεγονότων, ως τούτα αναφύονται από την πρωτόδικη απόφαση και τον διοικητικό φάκελο (Τεκμήριο 1 στην πρωτόδικη διαδικασία), η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από διοικητικό όργανο (Δημοτικό Μηχανικό) ο οποίος εργαζόταν στον Δήμο Λάρνακας που ήταν το αρμόδιο προς τούτο όργανο βάσει του Ν.111/85. Πιο συγκεκριμένα - και εκτός των άλλων που είπαμε ήδη - στη διαδικασία που οδήγησε στη λήψη της αρχικής απόφασης για τη μεταφορά του συντελεστή δόμησης σε άλλα τεμάχια των Εφεσίβλητων την 30.10.12, συμμετείχε και το Τμήμα μέσω της Τεχνικής Επιτροπής. Αυτό, εντοπίζεται, ως ορθώς παρατήρησε το Διοικητικό Δικαστήριο, στο πρακτικό συνεδρίας της Τεχνικής Επιτροπής ημερομηνίας 3.7.12 (Παράρτημα 4/Ένσταση), όπως και σε επιστολή του Τμήματος προς τους Εφεσίβλητους, με κοινοποίηση προς τον Δήμαρχο Λάρνακας, ημερομηνίας 24.10.12 (Παράρτημα 6/Ένσταση).

Εξάγεται περαιτέρω, πως τόσον η αρχική απόφαση των Εφεσειόντων ημερομηνίας 30.10.12 όσον και η προσβαλλόμενη απόφαση, υπογράφθηκαν από τον Δημοτικό Μηχανικό, σε επιστολόχαρτο του Δήμου Λάρνακας, με όλα τα περιβάλλοντα στοιχεία, ως τα ανίχνευσε το Διοικητικό Δικαστήριο, να συγκλίνουν σωρευτικώς προς το ότι, ευλόγως πια, ο σώφρων και καλόπιστος διοικούμενος - εδώ οι Εφεσίβλητοι - δεν μπορούσε παρά να εκλάβει, και να δώσει πίστη, δικαιολογημένως, στο μαχητό τεκμήριο νομιμότητας της επίδικης πράξης του διοικητικού οργάνου (Εφεσειόντων). Δεν πρόκειται ως εκ τούτου για ανυπόστατη πράξη που φέρει τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στο πιο πάνω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959). Με την προσβαλλόμενη απόφαση, να ανατρέπει εκ των πραγμάτων και δεδομένων μια ευμενή για τους Εφεσίβλητους κατάσταση. Αιφνιδίως. Τούτο, κιόλας, μετά από την αναντιρρήτως νόμιμη εξέταση και έγκριση των αιτήσεων τους για παροχή κινήτρων και πολεοδομική άδεια, ως προείπαμε. Δίχως, προσθέτουμε, να υφίστανται, κατά τα γεγονότα, ή έστω να έχουν προβληθεί από τους Εφεσείοντες, αντικειμενικές συνθήκες και ικανά στοιχεία βάσει των οποίων οι Εφεσίβλητοι θα έπρεπε ή θα αναμενόταν λελογισμένως να είχαν αντιληφθεί την όποια παραδρομή στα επισυμβάντα - κατά τη συλλογιστική τουλάχιστον των Εφεσειόντων και τις φαινομενικά όψιμες αιτιάσεις στην Επιστολή 19.5.17 προς τους Εφεσίβλητους - ώστε να τίθετο κατά συζήτηση η περίπτωση, υπό αλλιώτικη θεώρηση και οπτική (βλ. κατ' αναλογίαν, Cerafogli v. European Central Bank (ECB) [2012] EUECJ F-43/10 (12 December 2012), Bui Van v. The Commission, Case T-491/08 P (12 May 2010)).

Δεν έχει καταδειχθεί βάθρο για εφετειακή παρέμβαση.

Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή στην ουσία της.

Κάτι τελευταίο το οποίο θα πρέπει να αντικριστεί υπό ένα ευρύτερο πρίσμα ανάλυσης και εφαρμογής.

Η εμπιστοσύνη του ιδιώτη στην καλή πίστη, ειλικρίνεια και συνέπεια της διοίκησης είναι αναγκαία για τη λειτουργία κάθε δημοκρατικής πολιτείας. Σε ένα κοινωνικό κράτος, όπου το μεγαλύτερο μέρος της ζωής, ρυθμίζεται, και εν πολλοίς εξαρτάται, ή θίγεται, από την παροχική και ρυθμιστική κυρίως διοίκηση, η εμπιστοσύνη τούτη του ιδιώτη προς τη διοίκηση αποτελεί αδιαπραγμάτευτη επιδίωξη. Αυτό, επιβάλλει, εξάλλου, και το δημόσιο συμφέρον, εντός, εννοείται, των παραμέτρων τής κατά περίπτωση αναγκαίας αναλογικότητας και τήρησης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου προς τη διοίκηση η οποία οφείλει, εντός των παραμέτρων που προείπαμε, να μεταδίδει στον διοικούμενο πολίτη, με διαφάνεια και σαφήνεια, τον τρόπο λειτουργίας και επεξεργασίας ανάλογων αιτημάτων ως προς τη νομιμότητα και δεσμευτικότητα τους (βλ. γενικώς, Καμένος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 25, 36-37, The Overseas People (TOP) Build Ltd ν. Δήμου Στροβόλου (1996) 4(Ε) Α.Α.Δ. 2989, 2994-2996).

Οι λόγοι έφεσης 1-6 απορρίπτονται για τους λόγους που εξηγήσαμε, με τους λόγους έφεσης 7-10 να απορρίπτονται προσέτι, ως μη προωθηθέντες.

          Η έφεση απορρίπτεται.

Η ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επικυρώνεται.

Επιδικάζουμε έξοδα ύψους €3.500,00, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον των Εφεσειόντων.

 

 

 

 

Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

 

Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.

 

 

/μκε

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(γ) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 30/2020)

 

7 Φεβρουαρίου, 2025

 

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

 

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

1)   ΦΑΙΔΩΝΑ ΚΑΡΑΜΑΝΩΛΗ,

2)     ΕΥΗΣ ΚΑΛΟΔΙΚΗ,

Εφεσίβλητων.

 

_________________

 

Δρ Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή (κα), για Δρ Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.

 

Σ. Α. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.

 

_________________

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ:  Τα γεγονότα φαίνονται στην απόφαση του αδελφού Δικαστή Ν. Γ. Σάντη.  Καταλήγω και εγώ σε απόρριψη της έφεσης, πλην όμως με διαφορετικό σκεπτικό.

 

Επίδικη είναι η επιστολή του δημοτικού μηχανικού Λάρνακας προς τους εφεσίβλητους ημερ. 13.3.2017.  Είναι η θέση των ιδίων των εφεσειόντων ότι αυτή δεν ενσωμάτωνε απόφαση του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, ήτοι του Δημοτικού Συμβουλίου Λάρνακας.  Τέτοια απόφαση δεν υπήρχε.  Η επιστολή προερχόταν από τον δημοτικό μηχανικό.  Αυτή ήταν και η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Οι εφεσείοντες δε όχι μόνο δεν την προσέβαλαν, αλλά ρητά στήριξαν την έφεση τους στο εύρημα αυτό, από τα στοιχεία του φακέλου και τα παραρτήματα της ένστασης, ότι την επίδικη απόφαση έλαβε μόνος του ο δημοτικός μηχανικός, χωρίς τη συμμετοχή του Δημοτικού Συμβουλίου. 

 

Τούτου δοθέντος, ο ευπαίδευτος δικηγόρος τους κατέληξε με την εισήγηση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα ακύρωσε την προσβαλλόμενη «απόφαση».  Δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, δεν δημιουργούσε έννομες συνέπειες, ήταν μια απλή επιστολή του δημοτικού μηχανικού. 

 

Οι διαπιστώσεις αυτές του πρωτόδικου δικαστηρίου κατατάσσουν την επιστολή του δημοτικού μηχανικού, εφόσον πρόκειται για πράξη που δεν εκδόθηκε υπό του κατά νόμο αρμοδίου οργάνου, στην έννοια της «ανυπόστατης διοικητικής πράξης» (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ.105-106).  Πρόκειται για πράξεις ανύπαρκτες στο νομικό κόσμο.  Η στενή, κυριολεκτική, έννοια της ανυπόστατης πράξης δεν είναι κατά ακριβολογία μια ελαττωματική πράξη της διοίκησης, αλλά απλώς μια μη-πράξη.  Ο χαρακτηρισμός τους βασίζεται σε οντολογική και όχι αξιολογική κρίση διότι έχει ως έρεισμα τη διαπίστωση της νομικής ανυπαρξίας της πράξης και όχι τη διαπίστωση έλλειψης νομιμότητας.  Αυτά εξηγούνται στο σύγγραμμα Η ανυπόστατη διοικητική πράξη, 2012, Κ. Γώγος, στο κεφάλαιο «Πράξη ανύπαρκτη στο νομικό κόσμο», όπου στη συνέχεια αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Ιδιαίτερα σημαντική στον ορισμό αυτό είναι η επισήμανση ότι η ανυπόστατη διοικητική πράξη δεν υφίσταται από νομική άποψη, ότι δεν υπάρχει στον νομικό κόσμο.  Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα μπορεί κάλλιστα να υφίσταται ένα έγγραφο ή άλλου είδους εξωτερικό «κέλυφος», το οποίο να αξιώνει τη μεταχείριση του ως κυριαρχική ρύθμιση της διοίκησης.  Όμως το έγγραφο αυτό δεν αποτελεί διοικητική πράξη, διότι η έννομη τάξη δεν το αναγνωρίζει ως τέτοια, καθώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από τον νόμο για την ύπαρξη διοικητικής πράξης.  Το ανύπαρκτο της πράξης συνιστά φυσικά αποτέλεσμα νομικού χαρακτηρισμού· υπό αυτή την έννοια, και προφανώς χωρίς διάθεση νομικής ακριβολογίας, έχει υποστηριχθεί ότι το «ανυπόστατο» της διοικητικής πράξης αποτελεί ένα «πλάσμα δικαίου» που καθιστά ανίσχυρη μια υπαρκτή στον υλικό κόσμο πράξη.»

 

          Ως προς τις συνέπειες του ανυπόστατου αναφέρονται στα Πορίσματα Νομολογίας, όπ.:

 

«Των ανυποστάτων κατά τα άνω πράξεων, προσβαλλομένων ευθέως επί ακυρώσει θα παρείλκεν, ως εκ του τοιούτου χαρακτήρος των (της μη υποστάσεώς των), ή ακύρωσις. Το Συμβούλιον της Επικρατείας εν τούτοις χωρεί και εις τας περιπτώσεις ταύτας εις ακύρωσιν της προβαλλόμενης πράξεως, επί τη σκέψει, ότι, καίτοι αύτη είναι ανυπόστατος νόμω, εφ' όσον φέρει την μορφήν διοικητικής πράξεως και εφηρμόσθη επί του διοικουμένου, ορθόν είναι να τεθή και πρακτικώς, ούτως ειπείν, εκποδών απαγγελομένης της ακυρώσεως αυτής υπό του Σ.τ.Ε.: 206-209 (29), 365 (30).»

Βλ. επίσης Κ. Γώγος, όπ., σελ.50-51.

          Είναι συνεπώς επί της ίδιας της θέσης των εφεσειόντων που συμφωνώ με την απόρριψη της έφεσης.  Η επιστολή του δημοτικού μηχανικού ήταν μια πράξη ανύπαρκτη στο νόμο.  Ορθά η προσφυγή είχε γίνει δεκτή πρωτοδίκως, έστω και αν το πρωτόδικο δικαστήριο, παρά τη διαπίστωση του αυτή, προχώρησε να εξετάσει και ζήτημα που αφορούσε στη νομιμότητα της ανύπαρκτης αυτής πράξης, ήτοι το κατά πόσον ήταν δεόντως αιτιολογημένη.

 

          Ως εκ τούτου, απορρίπτω την έφεση με έξοδα.

 

 

                                                                             Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

/φκ

                                                                  

 



[1] «Ενίοτε ο χαρακτηρισμός των πράξεων τούτων ως ανυπάρκτων δεν αναφέρεται εις τας αποφάσεις, αναφερομένου απλώς ότι αύται εξεδόθησαν άνευ αρμοδιότητος : 111, 355 (55), ή ότι απλώς είναι ακυρωτέαι: 293 (3)».

 

[2] «Ως καθ' υπέρβασιν της κατά λειτουργίαν αρμοδιότητος δεν θεωρούνται εκδοθείσαι αι παρεμπιπτόντως κρίνασαι επί θέματος κυριότητος ή ετέρου υπαγομένου εις την αρμοδιότητα των δικαστηρίων, καθ' όσον ή παρεμπίπτουσα έρευνα των θεμάτων τούτων είναι επιτρεπτή: 146, 147, 225 (29), 53, 220(3), 1032 (36), 752 (40) κ.ά.».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο