ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν.33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 94/2017
(Υπ. αρ.4191/2013)
29 Νοεμβρίου, 2023
[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΕΛΠΙΔΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Εφεσείουσα
και
ΔΗΜΟΥ ΕΓΚΩΜΗΣ
Εφεσίβλητου
------------------------
Χρ. Θ. Χριστάκη, για Εφεσείουσα
Α. Σ. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητο
--------------------
Τ.,ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.: Την 1.11.2010 η Εφεσείουσα διορίστηκε επί δοκιμασία για περίοδο 2 χρόνων, στη θέση Λειτουργού Δημοτικής Υπηρεσίας (Γενικά Διοικητικά Θέματα). Κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ημερ. 18.9.2012, κατέστη αναγκαίος ο διορισμός ερευνώντος λειτουργού σχετικά με καταγγελίες σε βάρος της Εφεσείουσας, που αφορούσαν την ατομική της υγιεινή και καθαριότητα, ως και των χώρων υγιεινής που χρησιμοποιούσε. Η έρευνα ολοκληρώθηκε και η αρμόδια λειτουργός υπέβαλε στο Δήμαρχο την έκθεση της ημερ. 1.11.2012.
Στις 6.11.2012, ο Εφεσίβλητος αποφάσισε την παράταση της περιόδου δοκιμασίας της Εφεσείουσας για 3 μήνες, δηλ. μέχρι 31.1.2013.
Στις 4.2.2013 ο Αναπληρωτής Δημοτικός Γραμματέας, σε σημείωμα του προς το Δήμαρχο, επεσύναψε την Τελική Υπηρεσιακή Έκθεση της Εφεσείουσας για την περίοδο από 1.11.2012 - 31.1.2013, ως και τις παρατηρήσεις του σε σχέση με την τελική αξιολόγηση της Εφεσείουσας. Σύμφωνα με την Τελική Υπηρεσιακή Έκθεση της Εφεσείουσας, αυτή κρίθηκε ακατάλληλη για μονιμοποίηση και λόγω του δυσμενούς περιεχομένου της, της δόθηκε το δικαίωμα να υποβάλει ένσταση, όπως και έπραξε στις 13.2.2013. Ο Αναπληρωτής Δημοτικός Γραμματέας, με σημείωμα του προς το Δήμαρχο ημερ. 27.2.2013, υπέβαλε τις δικές του παρατηρήσεις σε σχέση με την ένσταση της Εφεσείουσας.
Σε συνεδρία του ημερ. 5.3.2013, το Δημοτικό Συμβούλιο επιλήφθηκε του θέματος της Εφεσείουσας και αποφάσισε ότι συνέτρεχαν αιτιολογημένοι λόγοι για πιθανή μη μονιμοποίηση της και/ή για τερματισμό της υπό δοκιμασία απασχόλησης της. Γι' αυτό, με επιστολή του ημερ. 7.3.2013 ενημέρωσε σχετικά την Εφεσείουσα και την κάλεσε να υποβάλει είτε γραπτώς είτε προφορικώς οποιεσδήποτε παραστάσεις της, προκειμένου να τεθούν ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου κατά τη συνεδρία του στις 26.3.013.
Η Εφεσείουσα ζήτησε και έλαβε κάθε αναγκαίο έγγραφο, ως και αντίγραφο του σημειώματος του Αναπληρωτή Δημοτικού Γραμματέα ημερ. 27.2.2013, για υποβολή των παραστάσεων της και με επιστολή της ημερ. 13.3.2013, πληροφόρησε τον Εφεσίβλητο ότι προτίθετο να καταθέσει τις παραστάσεις της προφορικά και γραπτώς στη σχετική συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου.
Πράγματι, κατά τη συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου στις 26.3.2013, η Εφεσείουσα ανέγνωσε τις γραπτές της παραστάσεις και έδωσε διευκρινίσεις. Αφού ακολούθησαν ερωτήσεις προς την Εφεσείουσα, μετά την αποχώρηση της, ακολούθησε διαβούλευση και στάθμιση όλων των δεδομένων και το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε κατά πλειοψηφία ότι δεν ήταν δυνατή η μονιμοποίηση της, γι' αυτό και τερμάτισε τον επί δοκιμασία διορισμό της στις 31.3.2013, διότι η υπηρεσία και προσφορά της στο χρόνο δοκιμασίας της, κρίθηκε ως μη ικανοποιητική. Η Εφεσείουσα ενημερώθηκε για την εν λόγω απόφαση, με επιστολή του Εφεσίβλητου ημερ. 27.3.2013.
Εναντίον της νομιμότητας της ως άνω απόφασης του Εφεσίβλητου ημερ. 27.3.2013, να μην την μονιμοποιήσει και να προβεί σε άμεσο τερματισμό των υπηρεσιών της ως Λειτουργού Δημοτικής Υπηρεσίας από 31.3.2013, η Εφεσείουσα καταχώρισε την προσφυγή με αρ. 4191/2013.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε όλους τους λόγους ακύρωσης που προώθησε ενώπιον του η Εφεσείουσα, κατέληξε ότι κανένας από αυτούς δεν ευσταθεί και συνεπώς η επίδικη απόφαση ήταν καθ' όλα νόμιμη.
Η κατάληξη αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οδήγησε σε απόρριψη της Προσφυγής αρ. 4191/2013 και συνακόλουθα, η επίδικη απόφαση με την οποία τερματίσθηκαν οι υπηρεσίες της Εφεσείουσας ως Λειτουργού Δημοτικής Υπηρεσίας (Γενικά Διοικητικά Θέματα), επικυρώθηκε.
Η Εφεσείουσα θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση και με την παρούσα Έφεση επιδιώκει την ανατροπή της, στη βάση δέκα (10) λόγων Έφεσης.
Ειδικότερα, η Εφεσείουσα με τους Λόγους Έφεσης 1-4 προσβάλλει ως εσφαλμένη, πεπλανημένη, αντινομική και αναιτιολόγητη, την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τις αξιολογήσεις της Εφεσείουσας για τις περιόδους α) 1.11.2011 - 30.4.2012, β) 1.5.2012 -1.11.2012 και γ)1.11.2012 - 31.1.2013.
Περαιτέρω, η Εφεσείουσα υποστηρίζει πως το πρωτόδικο Δικαστήριο, εσφαλμένα, πεπλανημένα, αντιφατικά και χωρίς αιτιολογία και/ή με ελαττωματική αιτιολογία, απέρριψε τον ισχυρισμό της περί παραβίασης α) των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (5ος λόγος Έφεσης), β) της αρχής της ισότητας (6ος λόγος Έφεσης) και γ) της αρχής της αναλογικότητας (7ος λόγος Έφεσης).
Τέλος, προσβάλλει ως εσφαλμένη την υπό πλάνη και χωρίς αιτιολογία κρίση και εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, α) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λήφθηκε στη βάση της διοικητικής έρευνας που είχε διεξαχθεί εναντίον της, (8ος λόγος Έφεσης), β) ότι τόσο η συνεδρία ημερ. 5.3.2013, όσο και αυτή ημερ. 26.3.2013 ουδόλως έπασχαν (9ος λόγος Έφεσης) και γ) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν δεόντως αιτιολογημένη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και ουδόλως αποτέλεσε προϊόν πλάνης και πασχουσών προπαρασκευαστικών πράξεων (10ος λόγος Έφεσης).
Στα πλαίσια των λόγων Έφεσης 1-4, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας εισηγήθηκε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε πως οι αξιολογήσεις της Εφεσείουσας για τις περιόδους 1.11.2010 - 30.4.2011 και 1.5.2011 - 30.10.2011 «είχαν σοβαρά προβλήματα νομιμότητας και ο καθ' ου η αίτηση έπραξε ορθά όταν επέλεξε να μην τις λάβει υπόψη.». Αντίθετα, προέβαλε την θέση πως αυτές ήταν καθόλα νόμιμες.
Εξετάσαμε με κάθε προσοχή τις σχετικές εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου της Εφεσείουσας, τις οποίες προέβαλε πρωτόδικα και επανέλαβε ενώπιον μας. Αυτές δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Όπως ορθά επεσήμανε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσίβλητου, το Δημοτικό Συμβούλιο σε συνεδρία του ημερ. 28.11.2011, αποφάσισε όπως οι επίμαχες αξιολογήσεις μη ληφθούν υπόψη, για τους συγκεκριμένους λόγους που αναφέρονται στο σημείωμα του Αναπληρωτή Δημοτικού Γραμματέα ημερ. 8.11.2011 που είχε εξετάσει, «λαμβάνοντας υπόψη πως το Δημοτικό Συμβούλιο κατά την κρίση του και με αιτιολογημένη απόφαση του μπορεί να παρατείνει την περίοδο δοκιμασίας τους».
Συνεπώς, με δεδομένη την απόφαση του Εφεσίβλητου ημερ. 6.11.2012 για παράταση της περιόδου δοκιμασίας της Εφεσείουσας για 3 μήνες δηλ. μέχρι 31.1.2013, την οποία η Εφεσείουσα αποδέχθηκε ανεπιφύλακτα, χωρίς συγχρόνως να διαμαρτυρηθεί ποτέ για την πιο πάνω απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ημερ. 28.11.2011 να μην λάβει υπόψη τις πιο πάνω δύο αξιολογήσεις - οι οποίες κατά την κρίση του ήταν παράνομες, όπως ορθά κατέληξε και το πρωτόδικο Δικαστήριο - η Εφεσείουσα εμποδιζόταν να εγείρει πρωτόδικα αλλά και κατ' Έφεση, ότι η εν λόγω απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ημερ. 28.11.2011 δεν ήταν νόμιμη. Και τούτο γιατί η Εφεσείουσα εμποδιζόταν να αποδοκιμάσει εκ των υστέρων, ό,τι είχε ήδη επιδοκιμάσει. Πολύ περισσότερο όταν η ίδια η Εφεσείουσα υπέβαλε στις 13.2.2013 ένσταση σε σχέση με μεταγενέστερη αξιολόγηση που της είχε γίνει για την περίοδο της παράτασης της δοκιμασίας της από 1.11.2012 - 31.1.2013, χωρίς ωστόσο, να υποστηρίξει ότι οι επίμαχες προηγούμενες αξιολογήσεις θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη.
Επιπρόσθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας, υποστήριξε πως οι αξιολογήσεις που είχαν γίνει για τις περιόδους μετά την παρασχεθείσα παράταση της δοκιμαστικής περιόδου της, δηλ. 1.11.2011 - 30.4.2012, 1.5.2012 - 1.11.2012 και 1.11.2012 - 31.1.2013 ήταν δυσμενείς, παράνομες και αντιφατικές.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε με προσοχή τις θέσεις της Εφεσείουσας και ορθά κατέληξε πως σε σχέση με την αξιολόγηση για την περίοδο 1.11.2011 - 30.4.2012, οι παραστάσεις που είχε υποβάλει η Εφεσείουσα, λήφθηκαν υπόψη από τον Αναπληρωτή Δημοτικό Γραμματέα. Το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση είναι σχετικό, με το οποίο συμφωνούμε και υιοθετούμε πλήρως:
«Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο, η αιτήτρια αξιολογήθηκε αρχικά για την περίοδο 1.11.2011 μέχρι 30.4.2012. Στην αξιολόγηση αυτή, έλαβε τον χαρακτηρισμό «Μη Ικανοποιητικά» σε τρία από τα έξι σημεία αξιολόγησης και συγκεκριμένα, στα σημεία «Υπευθυνότητα», «Πρωτοβουλία» και «Συνεργασία / Σχέσεις».
Η πιο πάνω αξιολόγηση αποφασίστηκε στις 21.5.2012 και αντίγραφό της κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 22.5.2012. Η αιτήτρια με επιστολή της ημερομηνίας 5.6.2012 προς τον αναπληρωτή δημοτικό γραμματέα, εξέφρασε τη διαφωνία της και κατέληξε με το εξής:
«Ως εκ τούτου, ευελπιστώ ότι θα κληθώ για συζήτηση όλων των πιο πάνω που αναφέρω και προσδοκώ στην αναθεώρηση της αξιολόγησης μου.»
Ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας, με επιστολή του προς την αιτήτρια ημερομηνίας 12.6.2012 την πληροφόρησε ότι αφού μελέτησε την ένσταση που υπέβαλε, αποφάσισε ότι η αξιολόγηση παραμένει ως έχει και θα αποσταλεί στον Δήμαρχο μαζί με την ένσταση της αιτήτριας για τις περαιτέρω ενέργειες.
Την ίδια ημερομηνία, ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας σύνταξε σημείωμα προς τον Δήμαρχο, στο οποίο αναφέρει τα ακόλουθα:
«Επειδή η αξιολόγηση που υποβλήθηκε θεωρείται «δυσμενής» ως προνοεί η ΚΔΠ71/2000 - περί Δημοτικής Υπηρεσίας Κανονισμοί του Δήμου Έγκωμης, άρθρο 27(7), αλλά και ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγησης Υπαλλήλων) Κανονισμοί του 1990 (ΚΔΠ386/1990), άρθρο 8(8), 8(9), 8(10), δίνεται το δικαίωμα στον αξιολογούμενο να υποβάλει τις παραστάσεις του. Μέσα στα πλαίσια αυτά υποβλήθηκε από την κα Ε. Χριστοδούλου ένσταση με επιμέρους δικαιολόγηση στα κεφάλαια που επηρεάζεται, η οποία και έχει καταχωρηθεί στο προσωπικό της φάκελο στα Κ.69-66.
Περαιτέρω, ως προνοούν οι σχετικοί Κανονισμοί, αφού μελέτησα επισταμένα το περιεχόμενο της ένστασης που υπέβαλε, έκρινα ότι δεν πρέπει να αλλοιωθεί καθόλου γιατί αυτή βασίστηκε σε αξιοκρατικά κριτήρια και βρίσκω την αξιολόγησή που ετοίμασα απόλυτα αντικειμενική.»
Στο σημείωμα του αυτό, ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας επισυνάπτει αποσπάσματα από τις σχετικές Κ.Δ.Π. που εφαρμόζονται στην περίπτωση υπαλλήλων της δημόσιας υπηρεσίας. Όπως προκύπτει από την υπογράμμιση σχετικού αποσπάσματος, ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας θεώρησε ότι εφαρμογής τυγχάνει η παράγραφος 10 της Κ.Δ.Π.110/93 που προνοεί ότι:
«Τηρουμένων των διατάξεων των Κανονισμών 5 και 6, η Υπηρεσιακή Έκθεση αμέσως μετά τη σύνταξή της κοινοποιείται στον υπάλληλο και μετά παρέλευση 15 εργάσιμων ημερών αποστέλλεται στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, εκτός αν στο μεταξύ ο υπάλληλος υποβάλει προσωπικές ή μέσω δικηγόρου παραστάσεις, γραπτώς, με πλήρη δικαιολογητικά στην ομάδα αξιολόγησης. Αν οι παραστάσεις του υπαλλήλου γίνουν αποδεκτές, ετοιμάζεται νέα έκθεση, η οποία και αποστέλλεται στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με κοινοποίηση στον υπάλληλο. Αν όμως μόνο μερικές ή καμιά από τις παραστάσεις του υπαλλήλου γίνουν αποδεκτές, πληροφορείται γι' αυτό ο υπάλληλος και η τελική έκθεση αποστέλλεται στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.»
Σε περιπτώσεις πρόθεσης σύνταξης δυσμενούς κρίσης, η Κ.Δ.Π. 71/2000 περιέχει ειδική πρόνοια, την παράγραφο 27(7). Η φράση «δυσμενής κρίση» ερμηνεύεται στην Κ.Δ.Π. 110/93 ως «εκείνη που υπάρχει σε οποιοδήποτε στοιχείο, όταν σ' αυτό ο υπάλληλος κρίνεται «μη ικανοποιητικά»». Στην παρούσα περίπτωση ο αξιολογών την αιτήτρια εξέφρασε, για σκοπούς του Νόμου, δυσμενή κρίση.
Συνεπώς, θα έπρεπε σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 27(7) προτού ολοκληρώσει την αξιολόγησή του ως τελική να δώσει την ευκαιρία στην αιτήτρια να υποβάλει τις παραστάσεις της. Αντί αυτού, ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας, κοινοποίησε την τελική του έκθεση στην αιτήτρια στην κανονική πορεία των πραγμάτων. Δεν έχω εντοπίσει σημείωμα ή επιστολή στον διοικητικό φάκελο από τον αναπληρωτή δημοτικό γραμματέα προς την αιτήτρια που να την ενημερώνει για το δικαίωμα της να υποβάλει παραστάσεις, έστω και παρά την μη έγκαιρη κοινοποίηση της έκθεσης ως προνοεί η σχετική Κ.Δ.Π. Η αιτήτρια υπέβαλε με δική της πρωτοβουλία την ένστασή της.
Η αναφορά στο σημείωμα του αναπληρωτή δημοτικού γραμματέα προς τον Δήμαρχο ημερομηνίας 12.6.2012 ότι «επειδή η αξιολόγηση που υποβλήθηκε θεωρείται «δυσμενής» [.], δίνεται το δικαίωμα στον αξιολογούμενο να υποβάλει τις παραστάσεις του. Μέσα στα πλαίσια αυτά υποβλήθηκε από την κα Ε. Χριστοδούλου ένσταση [.]», δεν βρίσκει έρεισμα στον διοικητικό φάκελο εφόσον, όπως ανέφερα και πιο πάνω, δεν εντόπισα οτιδήποτε στον διοικητικό φάκελο που να προέρχεται από τον καθ' ου η αίτηση και να ενημερώνει την αιτήτρια για το δικαίωμά της αυτό.
Παρόλαυτά, όπως προκύπτει και πάλι από το σημείωμα ημερομηνίας 12.6.2012, ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας δηλώνει ότι αφού μελέτησε επισταμένα το περιεχόμενο της ένστασης της αιτήτριας, έκρινε ότι η αρχική του αξιολόγηση «δεν πρέπει να αλλοιωθεί καθόλου». Συνεπώς, παρόλο που εντοπίζω κάποια πλάνη από πλευράς του αναπληρωτή δημοτικού γραμματέα σε σχέση με την ορθή διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί, δεν θεωρώ ότι η πλάνη αυτή ήταν ουσιώδης για να οδηγήσει σε ακύρωση την πράξη αφού έστω και με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, οι παραστάσεις που υπέβαλε η αιτήτρια λήφθηκαν υπόψη.»
Σ' ό,τι αφορά τις αξιολογήσεις για τις επόμενες περιόδους 1.5.2012 - 1.11.2012 και 1.11.2012 - 31.1.2013, κρίνουμε πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε πως ο Αναπληρωτής Δημοτικός Γραμματέας ορθά ακολούθησε την διαδικασία που προνοείται στην παρ. 27(8) της Κ.Δ.Π. 71/2000, εφόσον και οι δύο αυτές δυσμενείς αξιολογήσεις κοινοποιήθηκαν στην Εφεσείουσα, η οποία υπέβαλε τις ενστάσεις της στις 19.10.2012 και 13.2.2013 αντίστοιχα. Προκύπτει, συνεπώς, πως μετά από τις διαδοχικές αξιολογήσεις της Εφεσείουσας κατά τρίμηνο, της παραχωρείτο πλήρως το δικαίωμα ακρόασης και αυτή υπέβαλε τις παραστάσεις της και στις τρεις αυτές ξεχωριστές διαδοχικές αξιολογήσεις της.
Για όλα τα πιο πάνω, οι λόγοι Έφεσης 1-4 δεν γίνονται αποδεκτοί και απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Στα πλαίσια του 5ου λόγου Έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας προέβαλε ισχυρισμό περί «δευτερολογίας» του Αναπληρωτή Δημοτικού Γραμματέα στη συνεδρία της 26.3.2013, η οποία συνιστά παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Δεν συμφωνούμε ούτε και με τη θέση αυτή. Το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση είναι σχετικό, το οποίο και υιοθετούμε:
«Όσον αφορά τον ισχυρισμό για «δευτερολογία» του αναπληρωτή δημοτικού γραμματέα και αξιολόγηση της αιτήτριας στην απουσία της, επίσης δεν βρίσκει έρεισμα. Ο αναπληρωτής δημοτικός γραμματέας, απάντησε σε ισχυρισμούς τους οποίους η ίδια η αιτήτρια ανέπτυξε ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου. Αυτό δεν συνιστά δευτερολογία αλλά βασικό δικαίωμα του κάθε προσώπου κατά του οποίου εκφράζονται κατηγορίες, να απαντήσει. Κατά τα άλλα δεν εντόπισα να λέχθηκε οτιδήποτε πέραν των όσων ήταν ήδη υπόψη της αιτήτριας.»
Σ' ό,τι αφορά το παράπονο της Εφεσείουσας για άνιση μεταχείριση, αντικείμενο του 6ου λόγου Έφεσης, επικαλούμενη γεγονότα που αφορούσαν άλλο συνάδελφο της, κρίνουμε πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε πως:
«Όσον αφορά τους ισχυρισμούς της αιτήτριας για άνιση μεταχείρισή της επικαλούμενη γεγονότα που αφορούν σε άλλο πρόσωπο, εκτός του ότι τα γεγονότα αυτά δεν βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν υποχρεούται ο καθ' ου η αίτηση σε κάθε περίπτωση να ακολουθεί την ίδια τακτική αλλά κάθε περίπτωση κρίνεται με τα ιδιαίτερα περιστατικά της.»
Συνακόλουθα, ο 5ος και 6ος λόγος Έφεσης, επίσης δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.
Με τον 7ο λόγο Έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας προέβαλε τη θέση περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε πως ο Εφεσίβλητος, είχε τη δυνατότητα να επιλέξει την λιγότερο επαχθή για την Εφεσείουσα λύση, όπως την περαιτέρω μία τρίμηνη παράταση της υπό δοκιμασία υπηρεσίας της. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ως ακολούθως:
«Ούτε βλέπω πώς υπήρξε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας αφού, σύμφωνα με τον Νόμο, η υπηρεσία της αιτήτριας θα μπορούσε να είχε τερματιστεί νόμιμα πριν καν της δοθεί τρίμηνη παράταση. Συνεπώς, η αιτήτρια γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ο διορισμός της με δοκιμασία δεν συνεπαγόταν αυτόματα ή οπωσδήποτε τη μονιμοποίησή της.»
Όπως ορθά επεσήμανε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσίβλητου, η Εφεσείουσα γνώριζε από την αρχή του διορισμού της ότι αυτός τελούσε υπό δοκιμασία και ο Εφεσίβλητος δεν την απέλυσε αμέσως. Αντίθετα, της χορήγησε παράταση της περιόδου δοκιμασίας της. Επομένως, ο Εφεσίβλητος εφάρμοσε ήδη την αρχή της αναλογικότητας στο προγενέστερο στάδιο χορήγησης της παράτασης.
Πέραν αυτού η διαπίστωση της μη ικανοποιητικής υπηρεσίας της Εφεσείουσας σε ένα υπό δοκιμασία διορισμό, θα λέγαμε ότι δεν αφήνει περιθώριο στην επίκληση της αρχής της αναλογικότητας. Κατ' επέκταση, κρίνουμε πως δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης της αρχής αυτής.
Συνεπώς και ο 7ος λόγος Έφεσης δεν γίνεται αποδεκτός και απορρίπτεται.
Για τους ίδιους λόγους απορρίπτεται και 9ος λόγος Έφεσης, στα πλαίσια του οποίου προβλήθηκε η θέση πως οι συνεδρίες ημερ. 5.3.2013 και 26.3.2013 έπασχαν, αφού δεν διερευνήθηκε από τον
Εφεσίβλητο η περίπτωση παράτασης της δοκιμασίας στη βάση της αρχής της αναλογικότητας.
Όπως ορθά επεσήμανε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η απόφαση παράτασης της περιόδου δοκιμασίας της Εφεσείουσας, είχε ήδη ληφθεί ομόφωνα σε προγενέστερη συνεδρία ημερ. 6.11.2012. Αφού τέθηκαν ενώπιον του Εφεσίβλητου οι παραστάσεις της Εφεσείουσας, κατέληξε στις 26.3.2013 σε απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας της, εφόσον η οριστική σύσταση που περιλήφθηκε στην Τελική Υπηρεσιακή Έκθεση ήταν ότι η Εφεσείουσα ήταν ακατάλληλη για μονιμοποίηση.
Απορριπτέος είναι και ο 8ος λόγος Έφεσης στα πλαίσια του οποίου ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας, προσβάλλει ως εσφαλμένο το εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν λήφθηκε στη βάση ούτε είχε αφετηρία ούτε αιτιολογία την διοικητική έρευνα. Όπως ορθά επεσήμανε το πρωτόδικο Δικαστήριο, το συμπέρασμα αυτό προκύπτει αβίαστα από τα πρακτικά της συνεδρίας του Εφεσίβλητου ημερ. 6.11.2012 - στην οποία λήφθηκε και η απόφαση για παράταση της περιόδου δοκιμασίας - όσο και της τελικής απόφασης ημερ. 26.3.2013, κατά την οποία ο Δήμαρχος σημείωσε πως για το θέμα για το οποίο διεξάχθηκε διοικητική έρευνα, διαπιστώθηκε βελτίωση, όμως στην αξιολόγηση της δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη το θέμα αυτό και η Εφεσείουσα κρίθηκε για την απόδοση της στην εργασία της.
Συνεπώς και ο 8ος λόγος απορρίπτεται ως αβάσιμος, όπως και ο 10ος λόγος Έφεσης, στη βάση των όσων αναφέρθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με τους υπόλοιπους λόγους Έφεσης.
Κρίνουμε πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αποτέλεσμα επαρκούς και δέουσας έρευνας όλων των γεγονότων της υπόθεσης, λήφθηκε στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας του Εφεσίβλητου, ο οποίος είχε καθήκον και υποχρέωση, ως το αρμόδιο όργανο να προβεί στην τελική εκτίμηση των γεγονότων και στη λήψη σχετικής απόφασης και είναι πλήρως αιτιολογημένη όπως αυτή συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Συνεπώς δεν υπάρχει κανένα πεδίο επέμβασης μας.
Για όλα τα πιο πάνω, η Έφεση απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος του Εφεσίβλητου και σε βάρος της Εφεσείουσας ύψους €3.000 (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει).
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.