ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 91/17)

 

 

29 Νοεμβρίου, 2023

 

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

1.   ZILHA OZAY OGUZ, ΑΛΛΩΣ ZILHA OZAY HALIL ΩΣ ΜΙΑ ΕΚ ΤΩΝ ΔΥΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ MEHMET OGUZ, ΑΛΛΩΣ MEHMET AHMET BESSIM, ΑΠΟ ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

2.   MINE OGUZ  ΩΣ ΜΙΑ ΕΚ ΤΩΝ ΔΥΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ MEHMET OGUZ, ΑΛΛΩΣ MEHMET AHMET BESSIM, ΑΠΟ ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

 

Εφεσείουσες/Αιτήτριες

ΚΑΙ

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ-ΑΜΑΘΟΥΝΤΑΣ

 

Εφεσίβλητο/Καθ΄ ου η αίτηση Συμβούλιο

_________________

 

     Κ. Κυριακόπουλος, για τις Εφεσείουσες.

    Ρ. Ιάσωνος (κα) για Chrysses Demetriades & Co LLC, για το Εφεσίβλητο Συμβούλιο.

_________________

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

_________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.:   Οι εφεσείουσες αμφισβητούν την ορθότητα της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου με την οποία απέρριψε την προσφυγή.  Με την τελευταία, ζητούσαν απόφαση του Δικαστηρίου ότι η επιβολή τελών αποχέτευσης και οι απαιτήσεις πληρωμής τους από τις εφεσείουσες, οι οποίες να σημειωθεί ότι δεν επιδόθηκαν σ'  αυτές αλλά περιήλθαν σε γνώση του πληρεξουσίου αντιπροσώπου τους στις 26.6.2015, είναι άκυρες και στερημένες οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος. 

 

    Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση σε συντομία έχουν ως ακολούθως:

 

    Στις 30.4.2015 δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:  (α) η γνωστοποίηση για καθορισμό και πληρωμή των ετήσιων τελών αποχέτευσης ομβρίων υδάτων (Κ.Δ.Π. 140/15), και (β) η γνωστοποίηση για καθορισμό και πληρωμή των ετήσιων τελών αποχέτευσης λυμάτων (Κ.Δ.Π. 141/15).  

 

    Ο καθορισμός των εν λόγω τελών αφορούσε, μεταξύ άλλων, και τρία ακίνητα τα οποία βρίσκονται σε χωριό της επαρχίας Λεμεσού, ιδιοκτησίας αποβιώσαντα προσώπου.   Οι διαχειριστές της περιουσίας του τελευταίου, καταχώρισαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού αγωγή εναντίον της Δημοκρατίας και του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών  (στο εξής «ο Κηδεμόνας»), αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, την επιστροφή των εν λόγω ακινήτων.    Ακολούθως, στις 15.7.2014, στο πλαίσιο της πιο πάνω αγωγής, εκδόθηκε από το Δικαστήριο διάταγμα απαλλοτρίωσης.  Η δε αποζημίωση συμφωνήθηκε στο συνολικό ποσό των €3.200.000, το οποίο θα καταβαλλόταν στο λογαριασμό της διαχείρισης σε δύο δόσεις και ειδικότερα το ποσό των €1.700.000 μέχρι 31.3.2015 και το ποσό των €1.500.000 μέχρι 31.3.2016.      Το διάταγμα απαλλοτρίωσης των ακινήτων εκδόθηκε στις 30.4.2015.  

 

    Ακολούθως στις 30.10.2015 και στις 4.12.2015 δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οι γνωστοποιήσεις για παράταση της προθεσμίας πληρωμής των προαναφερθέντων τελών αποχέτευσης (Κ.Δ.Π. 357/15 και 418/15).   Το ύψος των τελών αναφορικά με τα ακίνητα του αποβιώσαντα, για το έτος 2015, ανέρχονταν στο ποσό των €2.867,86.  Η επιβολή τελών αποχέτευσης και οι απαιτήσεις για πληρωμή τους δεν επιδόθηκαν στις εφεσείουσες.  Στις 26.6.2015, ο αντιπρόσωπος των διαχειριστριών της περιουσίας του αποβιώσαντα, μετά από επικοινωνία που είχε με λειτουργούς του Εφεσίβλητου, πληροφορήθηκε για το προαναφερθέν καταβλητέο ποσό αποχετευτικών τελών.  Ακολούθως, το εν λόγω πρόσωπο, στις 29.6.2015, κατέβαλε το πιο πάνω ποσό «υπό διαμαρτυρία και με επιφύλαξη δικαιωμάτων».   Κατά τον συνήγορο των διαχειριστριών, το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού τον είχε ενημερώσει προηγουμένως ότι η καταβολή των εν λόγω τελών ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την αποδέσμευση της πρώτης δόσης αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση. 

 

    Το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν εκδίδει καταστάσεις λογαριασμών στους εγγεγραμμένους ιδιοκτήτες όσον αφορά στα τέλη για τουρκοκυπριακές περιουσίες. Αντιθέτως, αποστέλλει σχετικούς καταλόγους με τα επιβληθέντα αποχετευτικά τέλη στην Υπηρεσία Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών του Υπουργείου Εσωτερικών.  Τα αποχετευτικά τέλη των επίδικων ακινήτων μέχρι και το 2014 καταβλήθηκαν από την Υπηρεσία Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.   Τα δε τέλη για το έτος 2015 αποστάληκαν στην πιο πάνω υπηρεσία στις 13.7.2015.          

 

    Το επίδικο ζήτημα στην υπό εξέταση περίπτωση εστιάζεται στο κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη υπαγόμενη στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου.

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι:

«. η επίδικη διαφορά, έτσι όπως τίθεται στην παρούσα υπόθεση, και η οποία ουσιαστικά περιορίζεται στην αμφισβήτηση καταβολής συγκεκριμένου χρηματικού ποσού από τις αιτήτριες αντί από τον Κηδεμόνα, συνιστά χρηματική διαφορά, η οποία δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου, αλλά αρμόδια προς εξέτασή της είναι τα πολιτικά Δικαστήρια. Πρόκειται για ζήτημα που αφορά στην ίδια τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου τούτου να εκδικάσει την επίδικη διαφορά και, ως τέτοιο, μπορεί να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα (βλ. Koupepa v. Republic (1968) 3 C.L.R. 496 και Lazarou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2267).

 

Εν προκειμένω, ο καθ' ου η αίτηση, κατ' εφαρμογή της οικείας νομοθεσίας και δη των περί Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας Κανονισμών του 1991 έως 2013, καθόρισε τα αποχετευτικά τέλη για το έτος 2015 αναφορικά με συγκεκριμένο αριθμό και κατηγορίες ακινήτων, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα επίδικα ακίνητα, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία εντός της οποίας τα εν λόγω τέλη θα έπρεπε να πληρωθούν. Είναι δε σαφές ότι ο υπολογισμός και καθορισμός του πληρωτέου τέλους γίνεται επί του εκάστοτε ακινήτου, και όχι του εγγεγραμμένου ιδιοκτήτη, στη βάση της εκτιμημένης αξίας του ακινήτου, ως αυτή είναι γραμμένη ή καταχωρημένη στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογίου, μετά από διενεργηθείσα γενική εκτίμηση της αξίας του ακινήτου. Αυτά άλλωστε αναφέρονται ρητά και στις προαναφερθείσες Κ.Δ.Π. 140/2015 και 141/2015.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση δεν αμφισβητείται, και ορθώς, ούτε η εξουσία και νομιμότητα της επιβολής αποχετευτικών τελών επί των ακινήτων από το καθ' ου η αίτηση, ως το εκ του νόμου αρμόδιο όργανο, ούτε και η ορθότητα υπολογισμού του συγκεκριμένου ποσού αποχετευτικών τελών που επιβλήθηκε για τα ακίνητα αναφορικά με το έτος 2015. Αυτό που ξεκάθαρα αμφισβητεί η πλευρά των αιτητριών είναι την ορθότητα της καταβολής των επίδικων τελών από αυτές αντί από τον Κηδεμόνα. Ωστόσο, δεν επέβαλε το καθ' ου η αίτηση Συμβούλιο στις αιτήτριες την πληρωμή των εν λόγω τελών, όπως εσφαλμένα προβάλλουν οι αιτήτριες. Ως έχω ήδη αναφέρει, αυτό που καθόρισε το καθ' ου η αίτηση ήταν τα πληρωτέα αποχετευτικά τέλη επί των ακινήτων στη βάση της προαναφερθείσας μεθοδολογίας. Το εάν τελικά καταβλήθηκαν τα τέλη αυτά από τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο των αιτητριών προς το καθ' ου η αίτηση επειδή, ως ισχυρίζεται ο κ. Κυριακόπουλος στην αγόρευσή του (βλ. παράγραφο 13), το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού ανέφερε σε αυτόν ότι η εν λόγω καταβολή αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την αποδέσμευση της πρώτης δόσης του συμφωνηθέντος ποσού αποζημίωσης (εκ €1.700.000) για την απαλλοτρίωση των ακινήτων, εδώ δεν ενδιαφέρει. Όπως επίσης δεν ενδιαφέρει το κατά πόσον εσφαλμένα καταβλήθηκαν τα συγκεκριμένα τέλη από τις αιτήτριες και όχι από τον Κηδεμόνα. Αυτό που ενδιαφέρει είναι το κατά πόσον αυτή η διαφορά εμπίπτει στη σφαίρα του Διοικητικού Δικαίου και εντός της έννοιας του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, δυνάμενη ωσαύτως να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο .»

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά σε νομολογία και συγγράμματα, έκρινε ότι, η διαφορά που αναφύεται στην υπό κρίση υπόθεση συνιστά χρηματική διαφορά, μη εμπίπτουσα στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου.  Έτσι, απέρριψε την προσφυγή.

 

    Ο εφεσείοντας αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης  του πρωτόδικου Δικαστηρίου με δύο λόγους έφεσης.  Ειδικότερα, προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι:  (α) η επίδικη διαφορά συνιστά χρηματική διαφορά που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Δικαστηρίου αλλά των πολιτικών δικαστηρίων (λόγος έφεσης αρ. 1) και (β)  το  εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν επέβαλε στις εφεσείουσες την πληρωμή των επίδικων τελών αποχέτευσης αλλά επέβαλε τέλη αποχέτευσης επί των  ακινήτων (λόγος έφεσης αρ. 2).   Ενόψει της συνάφειας τους, οι πιο πάνω λόγοι έφεσης θα εξεταστούν σωρευτικά.

 

    Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η γένεση από αυτή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.  Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί, πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοση της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεστεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεση τους.  Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης.  Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής  πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης και συνιστούν μοχλό για την υλοποίηση της αρχικής πράξης ή απόφασης (Βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited (1994) 3 Α.Δ.Δ.  26).

 

    Στην πρόσφατη υπόθεση M.S. (Skyra) Vassas Ltd v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 20/16, ημερ. 20.3.2023, ECLI:CY:AD:2023:C97, επισημάνθηκε ότι:        

«. όταν το αντικείμενο της διαφοράς μεταξύ του διοικούμενου και της Διοίκησης, περιορίζεται σε χρηματική απαίτηση, χωρίς να υφίσταται το ενδεχόμενο άλλης   εφαρμογής της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, ανεξάρτητα αν διέπεται από διοικητική νομοθεσία ή όχι, το Διοικητικό Δικαστήριο, στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, δεν έχει αρμοδιότητα να επιληφθεί της διαφοράς  και αρμόδια είναι τα Πολιτικά Δικαστήρια (βλ.  Charalambides vRepublic (1982) 3 CLR 403, Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 470 και Α. Γκίνης Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 470).

 

     Στην πιο πάνω υπόθεση, το αντικείμενο της αμφισβήτησης των εφεσειόντων περιορίστηκε στην απαίτηση εκ μέρους τους χρηματικού ποσού, το οποίο είχαν ήδη καταβάλει ως λατομικά δικαιώματα.   Κρίθηκε ότι πρόκειται για χρηματική απαίτηση, χωρίς να υπάρχει το ενδεχόμενο οποιασδήποτε εφαρμογής ή συνέπειας από την προσβαλλόμενη απόφαση και συνακόλουθα η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά αφορούσε καθαρή χρηματική διαφορά που συνίστατο σε απαίτηση των εφεσειόντων για επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων λατομικών δικαιωμάτων για την οποία απαίτηση αποκλειστικά αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια.       

 

     Στην υπόθεση Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 470, υιοθετήθηκαν τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Panorama Publications κ.ά. ν. Γενικού Έφορου Προεδρικής Εκλογής κ.ά. (1989)       3(Γ) Α.Α.Δ. 1424, ότι:  «Η άρνηση πληρωμής είναι εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου.  Η πληρωμή είναι υλική εκτέλεση και όχι διοικητική πράξη. Η άρνηση χρηματικής απαίτησης, στην υπόθεση αυτή, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη».                

 

    Περαιτέρω, το ακόλουθο απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 -1959, σελ. 235 και 236 είναι σχετικό:

«Απομένει προς έρευναν το ζήτημα της χρηματικής διαφοράς της γεννωμένης εκ μονομερούς πράξεως της Διοικήσεως, εκδιδομένης επί τη βάσει κανόνων του διοικητικού δικαίου.

 

Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν γίνεται δεκτόν υπό της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ότι εφ' όσον το αντικείμενον της αμφισβητήσεως περιορίζεται εις απαίτησιν συγκεκριμένου χρηματικού ποσού, δεν υφίσταται δε ενδεχόμενον άλλης τινός εφαρμογής ή άλλης συνεπείας της προσβαλλομένης διοικητικής πράξεως, αρμόδια τυγχάνουν τα πολιτικά δικαστήρια. Ούτω εκρίθησαν ως υπαγόμενα εις την αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων η απαίτησις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου, εφ' όσον δεν υφίσταται ειδική διάταξις επιβάλλουσα την έκδοσιν διοικητικής πράξεως περί επιστροφής, η αίτησις η στρεφομένη κατά πράξεως αρνουμένης την καταβολήν χρηματικής οφειλής του Δημοσίου, ως αρνήσεως προς καταβολήν συντάξεως.»

 

 

 

 

    Σχετικό επίσης είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από το Σύγγραμμα Ε. Π. Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, Τόμος 2, 16η Έκδοση (2022), σελ. 148, 150, παρ. 485 και 487.

 

«485.  Δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως οι νομικές πράξεις (ή οι παραλείψεις διενέργειας νομικών πράξεων) των οργάνων, με τη στενή έννοια, του Κράτους (Δημοσίου) και των λοιπών δημόσιων νομικών προσώπων, οι οποίες εκδίδονται (ή συντελούνται) στο πλαίσιο συμβατικών ή  άλλων σχέσεων που ρυθμίζονται από το ιδιωτικό δίκαιο.  Οι πράξεις αυτές δημιουργούν διαφορές ιδιωτικού δικαίου, που υπάγονται στην αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων (κατωτ. αριθ 592) και μπορούν να ενταχθούν κατά κατηγορίες, κυρίως σε:

 

..........................................................................................................

 

 

487.  Δεν χωρεί αίτηση ακυρώσεως κατά διοικητικών πράξεων ή παραλείψεων, με τις οποίες προκαλούνται χρηματικές διαφορές, δηλαδή διαφορές σχετικές είτε: i) με αξιώσεις των διοικουμένων κατά του Δημοσίου ή άλλου δημόσιου νομικού προσώπου για την αναγνώριση οφειλής ή την καταβολή ορισμένου χρηματικού ποσού είτε ii) με υποχρεώσεις των διοικουμένων για την καταβολή στο Δημόσιο ή σε άλλο δημόσιο νομικό πρόσωπο ορισμένου χρηματικού ποσού.'»

 

 

    Στο δε σύγγραμμα Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 4η έκδοση σελ. 569, παρ. 529, αναφέρεται ότι:  «. είναι απαράδεκτη η αίτηση ακυρώσεως που κατά κύριο λόγο αμφισβητεί την ύπαρξη χρηματικής οφειλής, . ή την επιστροφή ποσών αχρεωστήτως καταβληθέντων».

 

     Στην  υπό εξέταση περίπτωση, το εφεσίβλητο Συμβούλιο, στο πλαίσιο της σχετικής νομοθεσίας και των κανονισμών, καθόρισε τα αποχετευτικά τέλη για το έτος 2015 αναφορικά με συγκεκριμένο αριθμό και κατηγορίες ακινήτων στα οποία περιλαμβάνονταν και τα ακίνητα του αποβιώσαντα, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία εντός της οποίας θα έπρεπε να καταβληθούν.  Στις Κ.Δ.Π. 140/2015  και 141/2015 ρητά καταγράφεται ο τρόπος υπολογισμού του πληρωτέου τέλους. Ειδικότερα, για τον καθορισμό και πληρωμή των ετήσιων τελών αποχέτευσης ομβρίων υδάτων θα καταβαλλόταν σχετικό τέλος το οποίο καθορίστηκε σε 80/1000 του σεντ για κάθε ευρώ πάνω στην εκτιμημένη αξία του ακινήτου, αναφορικά με την οποία είναι πληρωτέο το τέλος, όπως αυτή είναι καταχωρημένη στα βιβλία του Κτηματολογίου, μετά από την διενεργηθείσα γενική εκτίμηση της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας.  Για δε τον καθορισμό και πληρωμή των ετήσιων τελών αποχέτευσης λυμάτων θα καταβαλλόταν τέλος 320/1000 του σεντ πάνω στην εκτιμημένη αξία του ακινήτου, αναφορικά με την οποία είναι πληρωτέο το τέλος, όπως αυτή είναι καταχωρημένη στα βιβλία του Κτηματολογίου, μετά από την διενεργηθείσα γενική εκτίμηση της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας.   

 

    Στην παρούσα περίπτωση, δεν αμφισβητήθηκε η εξουσία και η νομιμότητα επιβολής αποχετευτικών τελών επί των επίδικων ακινήτων του αποβιώσαντα, μα ούτε και η ορθότητα υπολογισμού του συγκεκριμένου ποσού. Όπως ορθά υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο, το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν επέβαλε και δεν απαίτησε από τις εφεσείουσες την  πληρωμή των εν λόγω τελών. Όπως έχει αναφερθεί το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν εκδίδει καταστάσεις λογαριασμού όσον αφορά τα τέλη στους εγγεγραμμένους ιδιοκτήτες τουρκοκυπριακών περιουσίων, αλλά στον Κηδεμόνα τουρκοκυπριακών περιουσιών.  Μέχρι και το έτος 2014 ο Κηδεμόνας ήταν αυτός που πλήρωσε τα αποχετευτικά τέλη των επίδικων ακινήτων. Οι εφεσείουσες, για δικούς τους λόγους, στις 29.6.2015  κατέβαλαν, «υπό διαμαρτυρία και με επιφύλαξη δικαιωμάτων» μέσω του πληρεξουσίου αντιπροσώπου τους, τα τέλη για το έτος 2015, όταν ο τελευταίος πληροφορήθηκε, μετά από δική του  πρωτοβουλία, για το ποσό των αποχετευτικών τελών που βάρυνε τα επίδικα ακίνητα αφού,  κατά το συνήγορο των διαχειριστριών, το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού τον ενημέρωσε ότι η καταβολή τους ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την αποδέσμευση της πρώτης δόσης για την  απαλλοτρίωση. Το εφεσίβλητο Συμβούλιο δεν επέβαλε και δεν απαίτησε από τις εφεσείουσες την πληρωμή των τελών.  Επιλογή τους η καταβολή των τελών.

 

    Στην προκείμενη περίπτωση το αντικείμενο της αμφισβήτησης  των εφεσειουσών περιορίστηκε στην απαίτηση εκ μέρους τους, χρηματικού ποσού το οποίο είχαν ήδη καταβάλει.  Πρόκειται για χρηματική απαίτηση χωρίς να υπάρχει το ενδεχόμενο οποιασδήποτε άλλης εφαρμογής ή συνέπειας από την προσβαλλόμενη πράξη.   Με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη υπαγόμενη στην  αναθεωρητική αρμοδιότητα του Διοικητικού Δικαστηρίου, αλλά αφορά χρηματική διαφορά που ουσιαστικά συνίσταται σε απαίτηση τους για επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων τελών.

   

     Για τους  λόγους  που εξηγούνται πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3.000, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, εναντίον των εφεσειουσών και υπέρ του εφεσίβλητου.

 

                                                Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

                                                ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

                                                Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο