ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)
(Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 63/17)
24 Οκτωβρίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης.
---------------
Αλ. Ταλιαδώρος με Ηρ. Ταλιαδώρο, για τον εφεσείοντα.
Α. Χρίστου (κα) με Κ. Αγαθαγγέλου, για τους εφεσίβλητη.
Καμιά εμφάνιση για το ενδιαφερόμενο μέρος.
---------
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Το 2009 το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (εφεσίβλητης), στη βάση σύστασης του γενικού διευθυντή της Αρχής και της αρμόδιας συμβουλευτικής υποεπιτροπής, προήγαγε ως ανώτερο μηχανικό-βοηθό διευθυντή (περιφέρειας), κλ. Ν2, Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών, Γραφείο Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας, τον κ. Παύλο Ζαντή (ενδιαφερόμενο μέρος, ΕΜ). Αυτός είχε προαχθεί αντί του εφεσείοντα και άλλων υποψηφίων.
Η πράξη για διορισμό του ΕΜ ημερ. 24.3.2009 ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία (μονομελής σύνθεση) (βλ. Χρ. Κόκκινος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 566/2009, ημερ. 31.5.2012). Το δικαστήριο έκρινε ότι η σύσταση του διευθυντή έπασχε για δύο λόγους:
(α) διότι είχε αποδώσει ουσιαστική σημασία στα καθήκοντα που εκτελούσε το ΕΜ στην περιφέρεια Αμμοχώστου-Λάρνακας, όπου βρίσκεται η κρινόμενη θέση, πριν από την επίδικη περίοδο και
(β) διότι η σύσταση ήταν αντιφατική, εφόσον «Προβαίνοντας στη σύσταση του για προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους ο Γενικός Διευθυντής έκρινε ότι ο αιτητής (ο εφεσείων) υστερούσε σε αξία, παρόλο που υπερτερούσε σε αρχαιότητα και σε προσόντα, σχετικά με τη θέση, αλλά μη απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Κρίνοντας την υποψηφιότητα άλλου, ο οποίος υπερτερούσε σε αξία έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους, ο Γενικός Διευθυντής έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στην αρχαιότητα του τελευταίου. Καταφαίνεται, συναφώς, ότι στην περίπτωση του αιτητή παραγνωρίζει την αρχαιότητα του ενώ σ΄ άλλη περίπτωση δίδει σημασία σε αυτήν.»
Η αναφορά του δικαστηρίου έγινε για δύο άλλους υποψηφίους οι οποίοι αφενός ακολουθούσαν σε αρχαιότητα το ΕΜ (6 μήνες και 19 μήνες αντίστοιχα), και αφετέρου στην υπεροχή τους σε βαθμολογημένη αξία δεν δόθηκε σημασία, εφόσον «η υπεροχή τους όμως ήταν 2Α σε σύνολο πέντε τελευταίων ετών.» Ενώ στην περίπτωση του εφεσείοντα, η αρχαιότητα των δύο ετών που είχε έναντι του ΕΜ υπερσκελίστηκε από την υπεροχή του τελευταίου κατά 4Α.
Ακολούθησε επανεξέταση με σκοπό την συμμόρφωση στην ακυρωτική απόφαση. Το αποτέλεσμα της ήταν η προαγωγή και πάλι του ΕΜ, στις 11.12.2012, αναδρομικά από 1.4.2009. Βάση αποτέλεσε νέα σύσταση του διευθυντή, στην οποία θα αναφερθούμε κατωτέρω.
Είναι όντως αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι παραλείφθηκε αυτή τη φορά η πλημμέλεια υπό (α) ανωτέρω. Σε σχέση, όμως, με την πλημμέλεια υπό (β) ο εφεσείων επανήλθε με νέα προσφυγή, εισηγούμενος ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση της διοίκησης. Είναι η θέση του ότι η νέα σύσταση του διευθυντή και κατ' επέκταση η απόφαση της εφεσίβλητης, απέτυχε εκ νέου να εφαρμόσει ενιαίο μέτρο κρίσης μεταξύ των υποψηφίων, χρησιμοποιώντας απλώς διαφορετική λεκτική διατύπωση.
Επιπρόσθετα ο εφεσείων ήγειρε, μεταξύ άλλων, θέμα πλάνης σε συνδυασμό με ισχυρισμούς για πλημμελή εφαρμογή των κριτηρίων αξιολόγησης. Ειδικότερα, προκύπτει ο ισχυρισμός για πλάνη σε σχέση με την σημασία του θεσμοθετημένου κριτηρίου της αξίας που, εν προκειμένω, καθόρισε τα πράγματα υπέρ του ΕΜ.
Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε όλες τις θέσεις του εφεσείοντα. Βρήκε αφενός ότι τη δεύτερη φορά η εφεσίβλητη αποκατέστησε αμφότερες τις πλημμέλειες και αφετέρου ότι ορθά εφαρμόστηκαν τα κριτήρια αξιολόγησης, ήτοι το κριτήριο της αξίας, της αρχαιότητας και των προσόντων.
Ο εφεσείων είχε υπέρ του την αρχαιότητα εφόσον είχε προαχθεί στην αμέσως κατώτερη της επίδικης θέση δύο περίπου χρόνια ενωρίτερα από το ΕΜ. Περιπλέον, είχε πρόσθετο, μη προβλεπόμενο, από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, ακαδημαϊκό προσόν το οποίο κρίθηκε συναφές με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Όπως πρόσθετα προσόντα, ας σημειωθεί, είχαν άλλοι έξι από τους συνολικά εννέα υποψήφιους.
Το ΕΜ υπερτερούσε σε βαθμολογημένη αξία έναντι του εφεσείοντα κατά 4Α στο σύνολο των πενήντα συνολικά βαθμολογήσεων των πέντε τελευταίων ετών. Είχε και τη σύσταση του διευθυντή.
Στη νέα σύσταση του ο διευθυντής δεν αναφέρθηκε στην υπεροχή των άλλων δύο υποψηφίων κατά 2Α έναντι του ΕΜ όπως είχε πράξει την πρώτη φορά. Αυτή τη φορά αναφέρθηκε στα δεδομένα σε σχέση με την αρχαιότητα, την αξία, και το πρόσθετο προσόν και προέβη σε σύσταση ως ακολούθως: «Εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, καθώς επίσης και την καταλληλότητα των υποψηφίων στην κρινόμενη θέση, συστήνω για προαγωγή ως τον καταλληλότερο υποψήφιο τον Παύλο Ζαντή.» Η σύσταση του αυτή υιοθετήθηκε από τη συμβουλευτική επιτροπή και αποτέλεσε τη βάση της απόφασης για προαγωγή του ΕΜ.
Υπενθυμίζουμε πως ό,τι είχε χαρακτηριστεί ως στοιχείο αντιφατικότητας στην πρώτη απόφαση σχετίζετο με την αναφορά στη σύσταση ότι άλλοι δύο υποψήφιοι που ακολουθούσαν το ΕΜ σε αρχαιότητα (6 μήνες και 19 μήνες αντίστοιχα), υπερείχαν σε βαθμολογημένη αξία στην οποία όμως δεν έδωσε σημασία, εφόσον επρόκειτο για 2Α μόνο στο σύνολο των πέντε τελευταίων ετών. Συνεπώς σε σχέση με εκείνους δόθηκε υπεροχή στο ΕΜ με βάση την αρχαιότητα. Μεταξύ εφεσείοντα και ΕΜ τα αντίστοιχα δεδομένα ήταν δύο χρόνια αρχαιότητας υπέρ του εφεσείοντα έναντι της υπεροχής κατά 4Α στο σύνολο των πέντε τελευταίων ετών υπέρ του ΕΜ. Σε αυτή όμως την περίπτωση ο διευθυντής έδωσε βαρύτητα στο κριτήριο της αξίας.
Η προσέγγιση δεν άλλαξε τη δεύτερη φορά παρά την, όντως, διαφορετική λεκτική αποτύπωση. Ό,τι τέθηκε με την πρώτη απόφαση ήταν η αποτυχία της διοίκησης να χρησιμοποιήσει ενιαίο μέτρο κρίσης. Η πλημμέλεια αυτή παρέμεινε.
Πέραν τούτου, εγείρεται όντως και ζήτημα πλάνης σε σχέση με τη σημασία της βαθμολογικής αξιολόγησης, εφόσον δόθηκε καθοριστική σημασία στη διαφορά σε βαθμολογική αξιολόγηση κατά 4Α. Η προσέγγιση όμως της νομολογίας υποδεικνύει ότι μικρές διαφορές στις επιμέρους αξιολογήσεις έχουν κατ' επανάληψη κριθεί οριακές ώστε να παραμένει ουσιαστικά ισοδυναμία (Λοϊζος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 639, Αττάς κ.α. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 ΑΑΔ 8, Αττάς κ.α. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 ΑΑΔ 438, Στέλιος Π. Ηλία ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2015) 3 ΑΑΔ 135). Την ίδια στιγμή, καταγράφηκε μεν το πρόσθετο, συναφές με τα καθήκοντα της κρινόμενης θέσης, προσόν του εφεσείοντα και παράλληλα σημειώθηκε ότι του δόθηκε η δέουσα βαρύτητα.
Δεν είναι η περίπτωση που ο εφεσείων είχε το βάρος να αποδείξει έκδηλη υπεροχή, γι΄ αυτό και δεν θα επεκταθούμε σε συγκριτική διεργασία, ωσάν αυτό να ήταν το επίδικο θέμα. Με βάση τα επίδικα θέματα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο της έφεσης, κρίνουμε ότι ο εφεσείων έχει αποδείξει ότι η εφεσίβλητη επέδειξε εμμονή σε ό,τι το δικαστήριο στην πρώτη απόφαση είχε χαρακτηρίσει ως αντιφατικό, όπως με σαφήνεια προκύπτει από το διοικητικό φάκελο. Έχει περαιτέρω αποδείξει πλάνη σε ό,τι αφορά την υπεροχή σε αξία, εφόσον η καθοριστική σημασία που δόθηκε στη βαθμολογική αξιολόγηση δεν βρίσκει έρεισμα στη νομολογία.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται.
Έξοδα €3.000 πλέον ΦΠΑ υπέρ του εφεσείοντα.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
Μ. Καλλιγέρου, Δ.
/φκ