ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.119/16)

 

14 Σεπτεμβρίου, 2023

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΠΕΤΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠ. ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ/Η ΑΡΧΗΓΟΥ Ε.Φ. ΚΑΙ/Η ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ (ΕΠΥ),

Εφεσίβλητων.

 

_________________

 

Λ. Περικλέους και Μ. Παντελή (κα), για Χ. Π. Σαββίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

 

Γ. Χατζηπροδρόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της           Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

_________________

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από τον Σάντη, Δ.

_________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

          ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Ο Εφεσείων-Αιτητής ο Εφεσείων»), προσβάλλει την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 3.11.16 («η Πρωτόδικη Απόφαση») να απορρίψει τις συνεκδικασθείσες Προσφυγές 142/14 και 326/14 που τούτος καταχώρισε («οι Προσφυγές») για ακύρωση και παραμερισμό (ως παράνομης και στερημένης «. παντός εννόμου αποτελέσματος.»), της απόφασης των Εφεσίβλητων-Καθ' ων η Αίτηση («οι Εφεσίβλητοι») ημερομηνίας 3.12.13 να μην εγκρίνουν την Ιεραρχική Προσφυγή του ημερομηνίας 16.10.13 («η Ιεραρχική Προσφυγή») κατά απόφασης του Συμβουλίου Κρίσεων ΕΠΥ («το Συμβούλιο Κρίσεων») ημερομηνίας 2.10.13 με την οποία ο Εφεσείων κρίθηκε «ως μη προακτέος» για το έτος 2013 (Προσφυγή 142/14), αλλά και την απόφαση των Εφεσίβλητων «. που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 24.1.2014 .», να τερματίσουν την απασχόληση του «. ως εθελοντή Πενταετούς Υποχρέωσης (ΕΠΥ) του Στρατού της Δημοκρατίας από 1.3.2014 .» (Προσφυγή 326/14).

          Ο Εφεσείων ήταν Εθελοντής Πενταετούς Υποχρέωσης («ΕΠΥ») στον Στρατό της Κυπριακής Δημοκρατίας και ανήκε στο Σώμα Υλικού Πολέμου του Στρατού Ξηράς. Προσλήφθηκε ως ΕΠΥ με Σύμβαση Απασχόλησης ημερομηνίας 17.3.00 («η Σύμβαση Απασχόλησης»), διάρκειας πέντε ετών, με τον βαθμό του Λοχία, που στη συνέχεια ανανεώθηκε για δύο περαιτέρω πενταετείς περιόδους (την 17.2.05 και την 9.3.10).

Από την 30.9.09 μέχρι 1.3.14, ο Εφεσείων υπηρετούσε σε Προκεχωρημένη Αποθήκη Υλικού Πολέμου ως Αξιωματικός Κινήσεως.

          Το 2013 ο Εφεσείων πληρούσε τις προϋποθέσεις κρίσης από το Συμβούλιο Κρίσεων για το ίδιο έτος κατά τα διαλαμβανόμενα στους Περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμούς 1995η Κ.Δ.Π. 44/95»).

          Την 1.8.13, ο Εφεσείων κρίθηκε ομόφωνα ως μη προακτέος από το Συμβούλιο Κρίσεων αφού κατά τα πρακτικά της αφορώσας συνεδρίας/Παράρτημα (Παράρτημα Α/Αίτηση), αυτό εκτίμησε «. τις χαμηλές βαθμολογίες στις Εκθέσεις Ικανότητάς του . καθώς και τις 37 πειθαρχικές ποινές που του επιβλήθηκαν.».

          Ακολούθως, ο Υπουργός Άμυνας με απόφαση του ημερομηνίας 20.9.13, κύρωσε τους Πίνακες των κριθέντων ΕΠΥ - όπου συμπεριλαμβανόταν και ο Εφεσείων - ως μη προακτέους.

          Ο Εφεσείων υπέβαλε την Ιεραρχική Προσφυγή για την οποία συγκροτήθηκε Συμβούλιο Επανακρίσεων που τη διερεύνησε, αποφασίζοντας (στις 3.12.13), ως το Παράρτημα Β/Αίτηση, την απόρριψη της, με παρεπόμενο και τον τερματισμό της Σύμβασης Απασχόλησης την 23.1.14 (από 1.3.14).

          Εξού και οι Προσφυγές.

Το Διοικητικό Δικαστήριο αποφάνθηκε - σε αντίθεση προς αντίστοιχες τοποθετήσεις του Εφεσείοντα - πως οι Εφεσίβλητοι ερμήνευσαν καλώς και τους Κανονισμούς 25, 28, 29, Κ.Δ.Π. 44/95 [1] και όσα άλλα συναπάρτισαν θέσεις των μερών, λέγοντας Διοικητικό Δικαστήριο (μεταξύ άλλων) και αυτά:

«[...] Είναι δε ακριβώς λόγω της συγκεκριμένης βαθμολογίας του που ο          αιτητής κρίθηκε ως μη προακτέος, κατ' ορθή εφαρμογή των προνοιών του         Κανονισμού 29. Επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει και από το λεκτικό των         διατάξεων των παραγράφων (2) και (3) του εν λόγω Κανονισμού, αρκεί η, σε οποιαδήποτε έκθεση ικανότητας του ΕΠΥ στον κατεχόμενο βαθμό,          βαθμολόγησή του, έστω και σε ένα ουσιαστικό προσόν, κάτω του «καλός»,

 προκειμένου αυτός να κριθεί ως μη προακτέος. Έχοντας δε ο αιτητής   εξασφαλίσει, σε δυο ξεχωριστές εκθέσεις ικανότητας, μέσο όρο βαθμολογίας        κάτω του «καλός» (4,5 και 4) σε δυο από τα ουσιαστικά          προσόντα κάθε       έκθεσης, κρίνω ότι η κατάληξη των καθ' ων η αίτηση να κρίνουν αυτόν ως    μη προακτέο, κατ' ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του Κανονισμού 29, ήταν       καθόλα ορθή και σύννομη [...]».

 

Περαιτέρω, το Διοικητικό Δικαστήριο υπολόγισε και τα των πειθαρχικών ποινών του Εφεσείοντα - ήτοι συνολική ποινή φυλάκισης 104 ημερών, κράτηση 90 ημερών και διήμερο περιορισμό (ως και τη συνοδευτική αιτιολογία τους) - κατά τις προβλέψεις του Κανονισμού 23, Κ.Δ.Π. 44/95. [2]

          Ο Εφεσείων βάλλει κατά της Πρωτόδικης Απόφασης με δύο λόγους έφεσης, διατεινόμενος πως το Διοικητικό Δικαστήριο κακώς έκρινε ότι οι Εφεσίβλητοι αξιολόγησαν σωστά τον Εφεσείοντα «. ως κάτω του «καλός», υιοθετώντας την αξιολόγηση του, όπως αυτή έλαβε χώρα, από το Συμβούλιο Επανακρίσεων .», με επακόλουθο αυτός «. να αξιολογηθεί με μη αντικειμενικά και/ή πραγματικά κριτήρια .», και τούτο διότι οι Εφεσίβλητοι όφειλαν να συνεκτιμήσουν κατά την αξιολόγηση του Εφεσείοντα τις εκθέσεις ικανότητας του για την περίοδο 9.8.00-31.1.04 κάτι που «. θα επενεργούσε και/ή λειτουργούσε προς όφελος του . καθότι ο βαθμός αξιολόγησης του, θα ήταν πάνω του «καλός», λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο όρο της βαθμολογίας του .» (λόγος έφεσης 1), και πως (ομοίως λαθεμένα) το Διοικητικό Δικαστήριο «. παρέλειψε να αξιολογήσει τον ισχυρισμό του αιτητή αναφορικά με την μέθοδο υπολογισμού του μέσου όρου βαθμολογίας του στον κατεχόμενο βαθμό» (λόγος έφεσης 2).

Αποτιμήσαμε καθετί που μας τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.

Το ίδιο, και τις αγορεύσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων.

Θα επιληφθούμε των λόγων έφεσης σωρευτικά.

Κρίνουμε πως οι λόγοι έφεσης δεν μπορούν να επιτύχουν.

Εξηγούμε.

Οι δικηγόροι του Εφεσείοντα ανήγαγαν ως καίριας και αποφασιστικής σημασίας για την τύχη της έφεσης την αναφορά του Διοικητικού Δικαστηρίου στην Πρωτόδικη Απόφαση, ότι αρκούσε η βαθμολόγηση του Εφεσείοντα σε οποιαδήποτε έκθεση ικανότητας του στον κατεχόμενο βαθμό - έστω και σε ένα ουσιαστικό προσόν - κάτω του «καλός» προκειμένου να κριθεί ως μη προακτέος και πως δεδομένου ότι εξασφάλισε σε δύο ξεχωριστές εκθέσεις ικανότητας μέσο όρο βαθμολογίας χαμηλότερο του «καλός» σε δύο από τα ουσιαστικά προσόντα κάθε έκθεσης, αυτός κατέστη μη προακτέος «. κατ' ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του Κανονισμού 29 .».

Δεν ήταν όμως εν προκειμένω αυτή η ουσία του πράγματος.

Τούτο, γιατί, ο Εφεσείων φαίνεται μάλλον να υποβάθμισε ότι το Συμβούλιο Κρίσεων - ως ρητά και αναμφισβήτητα αναφέρεται στο πρακτικό ημερομηνίας 2.10.13 (Παράρτημα Α/Αίτηση) - ενώπιον του οποίου «. τέθηκαν όλα τα στοιχεία που περιέχονται στον ατομικό . φάκελο [του Εφεσείοντα], αφού έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας [του] στο Στρατό στοιχεία ...», αποφάσισε να τον κρίνει «. ομόφωνα «μη προακτέο»», αναφερόμενο συν τω χρόνω και λεπτομερώς στην αξιολόγηση των εκθέσεων ικανότητας του Εφεσείοντα (με ειδικότερη μνεία στα ουσιαστικά του προσόντα και πειθαρχικούς ελέγχους), επί μιας μακράς χρονικής περιόδου που εκτεινόταν από την 19.2.04 μέχρι την 14.6.13.  

Για την περίοδο 27.8.12 - 31.12.12 - και με προεξάρχων σημείο αναφοράς τον Κανονισμό 25, Κ.Δ.Π. 44/95 - ο Εφεσείων είχε μέσο όρο βαθμολογίας κάτω από «καλός» στα ουσιαστικά προσόντα της αφοσίωσης στο καθήκον και της πειθαρχίας. Ο Εφεσείων επιδείκνυε χαμηλό ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία και ο τρόπος με τον οποίο εκτελούσε τα καθήκοντα του δεν ήταν καθόλου ικανοποιητικός αφού ήταν ασυνεπής στις υποχρεώσεις του και δεν εκτελούσε τα διατασσόμενα κατά ικανοποιητικό τρόπο.

          Σε σχέση προς την έκθεση ικανότητας του Εφεσείοντα για το διάστημα 1.1.13-14.6.13, αυτός είχε μέσο όρο βαθμολογίας πάλι κάτω του «καλός» στα ουσιαστικά προσόντα της αφοσίωσης στο καθήκον και της πειθαρχίας, με τον Εφεσείοντα να μην χαρακτηρίζεται από συνέπεια και αξιοπιστία και να παρουσιάζει μειωμένο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, δίχως να εκτελεί με ακρίβεια τα διατασσόμενα, και να δείχνει έλλειψη συνέπειας στις υποχρεώσεις του.

Επιπροσθέτως, οι Εφεσίβλητοι - ως εξάλλου και το Διοικητικό Δικαστήριο - αποτίμησαν λελογισμένα και στο ορθό πλαίσιο τις πειθαρχικές ποινές του Εφεσείοντα, παρέχοντας προς τούτο εκτενή και επαρκή αιτιολογία, συναρτώντας μάλιστα εν τίνι τρόπω τις ποινές αυτές και με τα προαναφερθέντα ουσιαστικά προσόντα του Εφεσείοντα ενεργώντας έτσι εντός της νομολογίας (Δημοκρατία ν. Χατζηκωνσταντίνου (1999) 3 Α.Α.Δ. 728, 734, Τιαγκούδης ν. Δημοκρατίας (2003) 4(Α) Α.Α.Δ. 482, 486, 488).

Η ουσία λοιπόν του πράγματος είναι πως οι Εφεσίβλητοι ενήργησαν, σε κάθε επίπεδο, εντός των παρεχόμενων ορίων του Κανονισμού 28, Κ.Δ.Π. 44/95 χωρίς η, εκ του περισσού για τα δεδομένα της περίπτωσης διασταλτική ερμηνευτική που εφάρμοσε το Διοικητικό Δικαστήριο στον Κανονισμό 29, Κ.Δ.Π. 44/95, να μπορεί, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, να αλλοιώσει την (ορθή πάντως) αιτιολογία των Εφεσίβλητων επί της ουσίας των προσβαλλόμενων αποφάσεων.

 Διαφορετική συλλογιστική θα μετέβαλλε στην προκειμένη το Διοικητικό Δικαστήριο σε διοικητικό όργανο - κάτι το κατ' αρχήν απαράδεκτο (Καρπή ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 889/07, ημ. 9.7.08) - υποκαθιστώντας τουτέστιν (κατά δικαιοδοτικώς αθέμιτο τρόπο), την κρίση της Διοίκησης (εδώ των Εφεσίβλητων), στην απουσία στοιχείων και περιστάσεων που θα μπορούσαν να κατατείνουν στο ότι η ευχέρεια τους δεν ενασκήθηκε ευλόγως και επιτρεπτώς (MCA Hotels Ltd v. Υπουργού Οικονομικών και Άλλων, Α.Ε. 24/14, ημ. 3.6.20, ECLI:CY:AD:2020:C180, Χαραλάμπους ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, Α.Ε. 82/13, ημ. 22.5.19, ECLI:CY:AD:2019:C194, Lord Sheratons Reproductions Ltd v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 187/12, ημ. 28.3.19, ECLI:CY:AD:2019:C112).

Δεν ήταν όμως τέτοια η πρόθεση του Διοικητικού Δικαστηρίου, και τούτο προκύπτει με καθαρότητα από το σύνολο της Πρωτόδικης Απόφασης (και όχι αποσπασματικά), όπου καταγράφονται και τα ακόλουθα, τα οποία επιλέγουμε, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, να μεταφέρουμε αυτούσια, παρά την έκταση τους:

«[...] Αντίθετα, όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία, το Συμβούλιο Επανακρίσεων, στην απόφασή του να κρίνει τον αιτητή ως μη προακτέο, έλαβε υπόψη του και τα στοιχεία του ατομικού φακέλου του αιτητή, καθώς και τις διατάξεις του προαναφερθέντος Κανονισμού 29, ως ρητά επιτάσσει ο Κανονισμός 28. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Κανονισμών, όπου ρυθμίζεται η υπό του Συμβουλίου κρίση ΕΠΥ με βάση τα στοιχεία του ατομικού του φακέλου, ρητά προβλέπονται ως στοιχείο κρίσης «(θ) τυχόν επιβληθείσες σ' αυτόν πειθαρχικές ποινές οποιασδήποτε μορφής και τα αιτιολογικά τους». Αυτό απαντά και στον ισχυρισμό του αιτητή περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, αλλά και απουσίας οποιασδήποτε αιτιολογίας αναφορικά με την υπό των καθ' ων λήψη υπόψη των επιβληθεισών πειθαρχικών ποινών λόγω των τριανταεπτά πειθαρχικών παραπτωμάτων που αυτός είχε διαπράξει από το έτος 2004 μέχρι το έτος 2013. Αντίθετα, καθόλα ορθά οι καθ' ων η αίτηση, ως άλλωστε όφειλαν δυνάμει των προαναφερθέντων Κανονισμών 23 και 28, έλαβαν υπόψη τους και τις εν λόγω πειθαρχικές ποινές.

 

Όσον δε αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης του Συμβουλίου Επανακρίσεων, κρίνω ότι αυτή είναι επαρκής, αφού σε αυτήν παρατίθενται τόσο το σκεπτικό και/ή οι λόγοι που οδήγησαν στις συγκεκριμένες βαθμολογίες του αιτητή στις δυο προαναφερθείσες εκθέσεις ικανότητάς του, όσο και τα τριανταεπτά διαπραχθέντα πειθαρχικά παραπτώματα, «από τα οποία τα περισσότερα ήταν τα ίδια και επαναλαμβανόμενα» και των οποίων «η φύση και η σοβαρότητα» οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση. Ούτε και είχαν υποχρέωση οι καθ' ων η αίτηση να αιτιολογήσουν γιατί έλαβαν ειδικά υπόψη τους είτε τις δυο προαναφερθείσες συγκεκριμένες εκθέσεις ικανότητας του αιτητή, είτε τα πειθαρχικά αδικήματα που διαπράχθηκαν από τον αιτητή τα προηγούμενα έτη, προκειμένου να τον κρίνουν ως μη προακτέο, δεδομένου ότι, ως έχει εκτεθεί αναλυτικά, ενήργησαν, ως όφειλαν, σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών 29, 28 και 23 των Κανονισμών.

 

Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι η απόφαση του Συμβουλίου Επανακρίσεων να κρίνει τον αιτητή ως μη προακτέο είναι ορθή, νόμιμη και, εν πάση περιπτώσει, εύλογα επιτρεπτή και οι ισχυρισμοί περί πλάνης και μη διενέργειας της δέουσας έρευνας, καθώς και περί έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης του Συμβουλίου δεν μπορούν, να ευσταθούν, υποκείμενοι ωσαύτως σε απόρριψη. Κατά την άποψή μου η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη, αφού περιλαμβάνει τόσο τη νομική βάση, ήτοι την σχετική νομοθεσία, όσο και την πραγματική βάση, ήτοι τις βαθμολογίες του αιτητή καθώς και τις πειθαρχικές ποινές πού του επιβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της υπηρεσίας του, ώστε εύλογα το Συμβούλιο κατέληξε ότι η υπηρεσία του θα έπρεπε να τερματισθεί. Εξάλλου, η αιτιολογία, για να είναι πλήρης, δεν εξαρτάται μόνο από την έκτασή της, αλλά και από το εάν περιλαμβάνει εκείνα τα ουσιώδη στοιχεία, ώστε αφενός μεν το αποφασίζον όργανο να καταλήγει σε εύλογα συμπεράσματα, αφετέρου δε να παρέχει τη δυνατότητα ελέγχου της ορθότητάς της από το Δικαστήριο (βλ. Γεώργιος Χριστοφοράκης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 851/10, ημερ. 30.9.2011). Σαφώς και αυτά τα χαρακτηριστικά υπάρχουν στην παρούσα περίπτωση».

 

Δεν παρέχεται περιθώριο παρέμβασης μας στην Πρωτόδικη Απόφαση.

Ουδείς των λόγων έφεσης ευσταθεί.

          Η έφεση απορρίπτεται.

          Επιδικάζουμε έξοδα ύψους €3.400,00 υπέρ των Εφεσίβλητων και κατά του Εφεσείοντα.

 

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/μκε



[1] «25.—(1) Τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ προσδιορίζουν γενικά την ουσιαστικά ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία προσόντα στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του ΕΠΥ διακρίνονται στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυία του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωση του στο καθήκον, στην υπευθυνότητα του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα. (2) Τα σωματικά προσόντα του ΕΠΥ αναφέρονται στη γενική κατάσταση της υγείας του, στο παράστημα του, στην αντοχή του σε παρατεταμένη καταβολή προσπαθειών και στην αντοχή του σε κακουχίες και στερήσεις. (3) Τα ψυχικά προσόντα του ΕΠΥ αναφέρονται στη δύναμη της θέλησης του, στο θάρρος του έναντι φυσικών κινδύνων, στη σθεναρότητα και αποφασιστικότητά του, στην αυτοπεποίθηση του, στην ψυχική ευστάθεια, ψυχραιμία και αυτοκυριαρχία του και στην επιμονή και καρτερικότητα του. (4) Η νοημοσύνη και ευφυία του ΕΠΥ αναφέρονται στην ικανότητα του για ορθή κρίση, στην ικανότητα του για αντίληψη της πραγματικότητας και στη δημιουργικότητα και επινοητικότητα του. (5) Ο χαρακτήρας του ΕΠΥ αναφέρεται στην τιμιότητα, ειλικρίνεια, ευσυνειδησία, αξιοπρέπεια, σεμνότητα, ευθύτητα, αμεροληψία, συνέπεια και αξιοπιστία του και στο αίσθημα του για δικαιοσύνη. (6) Η αφοσίωση του ΕΠΥ στο καθήκον αναφέρεται στο ζήλο και το ενδιαφέρον του για την υπηρεσία και στην επιμέλεια και τυπικότητα του στην εκτέλεση των καθηκόντων του. (7) Η υπευθυνότητα του ΕΠΥ αναφέρεται στο αίσθημα της ευθύνης του, στο θάρρος της γνώμης του, στην ανάληψη ευθυνών και στη σταθερότητα στις γνώμες και αποφάσεις του. (8) Η πειθαρχία του ΕΠΥ αναφέρεται στην ακριβή εκτέλεση των διατασσομένων και στην τήρηση του νόμου και της τάξης. (9) Τα ηγετικά προσόντα του ΕΠΥ αναφέρονται στο κύρος του, στη δύναμη επιβολής στους υφισταμένους του, στην ικανότητα του να εμπνέει εμπιστοσύνη και να καθοδηγεί, στην ικανότητα του για αποδοτική χρησιμοποίηση των υφισταμένων του, στην ικανότητα του για ανάπτυξη πρωτοβουλίας και στην ικανότητα του να συνεργάζεται αποδοτικά και με λεπτότητα με υφισταμένους και προϊσταμένους. (10) Τα διοικητικά προσόντα του ΕΠΥ αναφέρονται στην ικανότητα του να διοικεί, οργανώνει, συντονίζει και εποπτεύει, στη μεθοδικότητα του, στην προβλεπτικότητα του, στη δραστηριότητα του, στο ενδιαφέρον του για την ανύψωση του ηθικού και της απόδοσης των υφισταμένων του και στην ικανότητα του για δημιουργία πνεύματος συνεργασίας. (11) Τα επαγγελματικά προσόντα του ΕΠΥ αναφέρονται στην κατάρτιση του για τον κατεχόμενο βαθμό, στην κατάρτιση του για περαιτέρω εξέλιξη, στην ικανότητα του για αφομοίωση νέων εξελίξεων και στην ικανότητα του στην προφορική και γραπτή έκφραση».

«28.—(1) Κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου Κρίσεων ο εισηγητής θέτει υπόψη του Προέδρου και των μελών του λεπτομερή στοιχεία για τον κάθε κρινόμενο ΕΠΥ, όπως αυτά προκύπτουν από τον ατομικό του φάκελο. (2) Το Συμβούλιο Κρίσεων, κατά την κρίση ΕΠΥ, λαμβάνει υπόψη του και εκτιμά όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στο Στρατό στοιχεία που υπάρχουν στον ατομικό του φάκελο, ιδιαίτερη όμως σημασία δίδεται στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού. (3) Το Συμβούλιο Κρίσεων, με βάση τα στοιχεία που θα τεθούν ενώπιον του και λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του Κανονισμού 29 των παρόντων Κανονισμών, αποφασίζει, με φανερή ψηφοφορία, για τον κάθε κρινόμενο ΕΠΥ. (4) Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσεων λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένες. (5) Για κάθε συνεδρία του Συμβουλίου Κρίσεων τηρούνται από το γραμματέα πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τα μέλη».

«29.—(1) Οι διαβαθμίσεις των κρίσεων είναι — (α) Προακτέος (β) Μη προακτέος (2). Για να κριθεί ΕΠΥ προακτέος, πρέπει, εκτός των άλλων ευνοϊκών στοιχείων, στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμενο βαθμό ο μέσος όρος της βαθμολογίας του για κάθε ουσιαστικό προσόν που αναφέρεται στον Κανονισμό 25 των παρόντων Κανονισμών να είναι τουλάχιστον «καλός». (3) ΕΠΥ ο οποίος στις εκθέσεις ικανότητας στον κατεχόμενο βαθμό έχει μέσο όρο βαθμολογίας σε ουσιαστικό προσόν που αναφέρεται στον Κανονισμό 25 των παρόντων Κανονισμών κάτω από το «καλός» κρίνεται μη προακτέος».

 

 

[2] «23.—(1) Το Συμβούλιο Κρίσεων κρίνει τον ΕΠΥ με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στον ατομικό του φάκελο. (2) Στον ατομικό φάκελο κάθε ΕΠΥ πρέπει απαραίτητα να υπάρχουν— (α) Όλες οι εκθέσεις ικανότητας του που αναφέρονται στον Κανονισμό 24 των παρόντων Κανονισμών (β) όλες οι προηγούμενες αποφάσεις των Συμβουλίων Κρίσεων γι' αυτόν (γ) πιστοποιημένα αντίγραφα των ακαδημαϊκών του προσόντων σχετικά με τη μέση, ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση και των δελτίων επίδοσης του στη στρατιωτική σχολή ή σχολές στις οποίες έχει τυχόν φοιτήσει (δ) στοιχεία των θέσεων στις οποίες έχει υπηρετήσει, καθώς και της χρονικής διάρκειας κατοχής καθεμιάς απ' αυτές (ε) στοιχεία και εκθέσεις για την κατάσταση της υγείας του (στ) τυχόν εκθέσεις ή στοιχεία για την πολεμική του δράση (ζ) τυχόν προτάσεις και απονομές ηθικών αμοιβών (η) τυχόν καταδίκες του από ποινικά δικαστήρια και (θ) τυχόν επιβληθείσες σ' αυτόν πειθαρχικές ποινές οποιασδήποτε μορφής και τα αιτιολογικά τους. (3) Καταδίκη από ποινικό δικαστήριο ΕΠΥ διαγράφεται από τον ατομικό του φάκελο, μόλις ο ΕΠΥ αποκατασταθεί για την καταδίκη αυτή με βάση τις διατάξεις του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου και η καταδίκη αυτή δεν επιτρέπεται να αποτελέσει στο μέλλον στοιχείο για την κρίση του. Επίσης διαγράφονται από τον ατομικό φάκελο του ΕΠΥ και δεν επιτρέπεται να αποτελέσουν στο μέλλον στοιχεία για την κρίση του και οι πειθαρχικές ποινές που έχουν επιβληθεί σ' αυτόν, έπειτα από παρέλευση δέκα ετών από την επιβολή τους».

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο