ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Aίτηση Αρ. 50/2025)
(i-Justice)
18 Mαρτίου, 2025
[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Σ.Α. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡ. 22.1.2025 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΗΣ Α/ΑΣΤΥΦ. 962 Α. ΒΟΥΝΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΟΙΚΙΑΣ, ΧΩΡΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΟΥ ΟΧΗΜΑΤΟΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ ΕΓΓΡΑΦΗΣ KVW063, ΑΦΟΡΩΝΤΑ ΤΟΝ ΑΙΤΗΤΗ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155, ΑΡΘΡΑ 27, 28 ΚΑΙ 29
_____________________
Χ. Γεωργίου με Γ. Βρυώνη (κα) για Πελεκάνος & Πελεκάνου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- O αιτητής, πρώην ερωτικός σύντροφος ύπανδρης γυναικός, φέρεται, μεταξύ άλλων, να απέκτησε εικόνες και βίντεο κατά τη διάρκεια των ερωτικών τους περιπτύξεων. Δεν χρειάζεται να εκτεθούν λεπτομέρειες στην παρούσα απόφαση, και πολύ ορθά οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, δεν επικεντρώθηκαν και δεν εστίασαν στο περιεχόμενο των εν λόγω εικόνων και βίντεο.
Ο αιτητής, στρατιωτικός στο επάγγελμα, μη αποδεχόμενος τον τερματισμό εκ μέρους της ύπανδρης γυναικός της μυστικής τους ερωτικής σχέσης, και έχοντας στην κατοχή του το πιο πάνω υλικό, φέρεται να διέπραξε σοβαρά ποινικά αδικήματα, ανάμεσα σε αυτά και αδικήματα που αφορούν σε εκδικητική πορνογραφία (porn revenge). Στην προσπάθεια του να εκθέσει και ταπεινώσει ακόμη περισσότερο την πρώην ερωτική του σύντροφο, φέρεται να ενημέρωσε τον σύζυγο της τόσο για την ερωτική τους σχέση όσο και για το υλικό που κατείχε. Μάλιστα, τον Δεκέμβρη του 2024 φέρεται να απείλησε και τον σύζυγο της πως αν δεν του έδιδε το χρηματικό ποσό των €100.000, θα δημοσίευε γυμνές φωτογραφίες της συζύγου του, και ότι αν τολμούσε να προέβαινε σε καταγγελία στην Αστυνομία, θα παρέδιδε τις γυμνές φωτογραφίες σε άλλο πρόσωπο για να τις δημοσιεύσει.
Στις 22.1.2025, η Αστυνομία, κατόπιν σχετικής καταγγελίας που υπεβλήθη από την πρώην ερωτική σύντροφο του αιτητή, επεδίωξε την εξασφάλιση εντάλματος σύλληψης εναντίον του και εντάλματος έρευνας του τόπου διαμονής του, του χώρου εργασίας του και του μηχανοκίνητου οχήματος του. Τα αδικήματα για τα οποία αξίωσε από Επαρχιακό Δικαστήριο (στο εξής «το κατώτερο Δικαστήριο»), τα πιο πάνω εντάλματα, αφορούσαν σε:
«1. Διάδοση πορνογραφικού υλικού, Ν.115(1)/21, Άρθρο 9(1).
2. Απειλεί διάδοσης πορνογραφικού υλικού, Ν.115(1)/21, Άρθρο 9(2)
3. Εκβίαση Κεφ.154, Άρθρο 290Α.
4. Απαίτηση περιουσίας με απειλές με σκοπό κλοπής, Κεφ.154, Άρθρο 290.
5. Παρενόχληση με πρόκληση φόβου, Ν.114(1)/21, Άρθρο 3(2).
6. Σεξουαλική παρενόχληση Ν.115(1)21, Άρθρο 7.
7. Άσκηση ψυχολογικής βίας Ν.115(1)/21, Άρθρο 6.
8. Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, Άρθρο 371, Κεφ. 154.»
Γυνή Αστυφύλαξ είχε υποστηρίξει το αίτημα της Αστυνομίας με Ένορκη Δήλωση της, στην οποία γινόταν αναφορά στα πιο πάνω, και όχι μόνο. Το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε την ίδια ημέρα και τα δύο εντάλματα αφού βρήκε πως συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του νόμου. Αυτό ρητά καταγράφεται τόσο στο εκδοθέν ένταλμα σύλληψης όσο και στο εκδοθέν ένταλμα έρευνας. Ό,τι τώρα ενδιαφέρει είναι το ένταλμα έρευνας, αφού ο αιτητής δεν επεδίωξε να ακυρώσει το ένταλμα σύλληψης που εξεδόθη εναντίον του.
Με την υπό εκδίκαση μονομερή Αίτηση, ο αιτητής ζητά την άδεια του Ανώτατου Δικαστηρίου για να καταχωρίσει Αίτηση διά κλήσεως για την ακύρωση του εντάλματος έρευνας «ως δικαστική πράξη παράνομη ή/και αντίθετη στο Σύνταγμα και/ή στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο». Κατά την ακρόαση της Αιτήσεως, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι περιόρισαν την Αίτηση τους στο εξής. Παραθέτω αυτολεξεί τον σχετικό νομικό λόγο από την Έκθεση που συνοδεύει την Αίτηση:
«1. Το προσβαλλόμενο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αφού εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 16 του Συντάγματος και των Άρθρων 27 και 28 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφαλαίου 155. Τούτο γιατί:
i) Το προσβαλλόμενο ένταλμα εξουσιοδότησε έρευνα για την Άργους 1 Διαμ.101, Λακατάμεια δηλαδή για διεύθυνση/τόπο για τον οποίο, δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά στον όρκο της Α/Αστυφ.962 Α. Βουνού και ως εκ τούτου, δεν στοιχειοθετείτο η εκ του Νόμου απαιτούμενη επιτακτική διασύνδεση και/ή εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι εκεί βρίσκονταν και/ή φυλάττονταν τα γενικώς και αορίστως αναζητούμενα αντικείμενα και έτσι ουδεμία αναγκαιότητα υπήρχε για έρευνα.»
Η προβολή των πιο πάνω θέσεων φαίνεται να έγινε επειδή τόσο στο δακτυλογραφημένο κείμενο της Ένορκης Δήλωσης, όσο και στο δακτυλογραφημένο κείμενο του εκδοθέντος εντάλματος έρευνας, υπάρχουν χειρόγραφες διορθώσεις οι οποίες μονογράφονται/υπογράφονται από τη γυναίκα Αστυφύλακα η οποία είχε προβεί στην Ένορκη Δήλωση προς υποστήριξη του αιτήματος. Πιο συγκεκριμένα, στη δεύτερη και τρίτη σελίδα της Ένορκης Δήλωσης, η λέξη «ύποπτη» διαγράφεται και αντικαθίσταται με τη λέξη «παραπονούμενη». Στην πρώτη και έκτη σελίδα της Ένορκης Δήλωσης, ο τόπος διαμονής του αιτητή από «Άργους 1, Διαμ. 101, Λακατάμεια» διαφοροποιείται σε «Άργους 10, Διαμ. 101, Λακατάμεια».
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσω πως δεν αμφισβητείται ότι ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου η Ένορκη Δήλωση ετέθη με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, δηλαδή με τις πιο πάνω διαφοροποιήσεις. Όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι, «Η χειρόγραφη διόρθωση που φέρεται να έλαβε χώρα στον όρκο εγώ μπορώ να αποδεχθώ ότι έγινε προτού κατατεθεί ενώπιον του Σεβαστού κατώτερου Δικαστηρίου. Και ενώ ο όρκος μιλά για «Άργους 10», ο πρωτόδικος Δικαστής έκδωσε για την «Άργους 1».
Με άλλα λόγια, ο αιτητής δέχεται πως η Ένορκη Δήλωση που ετέθη ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου προς υποστήριξη του αιτήματος, ομιλούσε για παραπονούμενη και όχι για ύποπτη. Δέχεται ακόμη, και αυτό είναι το ουσιώδες, πως με την εν λόγω Ένορκη Δήλωση, η Αστυνομία είχε αξιώσει ένταλμα έρευνας του τόπου διαμονής του, που τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν στην οδό «Άργους 10, Διαμ. 101, Λακατάμεια». Μάλιστα, ο αιτητής με την Ένορκη Δήλωση του η οποία υποστηρίζει την υπό εκδίκαση Αίτηση, παραδέχεται ότι «Είμαι σε διάσταση με τη σύζυγο μου και από την 1.7.2024, ενοικιάζω και διαμένω στην πολυκατοικία ..., στην οδό Άργους 10, στη Λακατάμεια».
Ο αιτητής δεν δέχεται όμως, αν έχω αντιληφθεί ορθά, ότι το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε τελικά ένταλμα έρευνας για τον τόπο διαμονής του. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι εισηγήθηκαν ότι «Η ενόρκως δηλούσα ... ζητούσε ένταλμα έρευνας σε σχέση με την Άργους 10 και το Δικαστήριο έδωσε Άργους 1. Εν κατακλείδι, η δική μας θέση είναι ότι ο όρκος ζητούσε μία συγκεκριμένη διεύθυνση και το Σεβαστό Δικαστήριο έκδωσε με άλλη διεύθυνση. Η οποιαδήποτε αλλοίωση ή επέμβαση που φαίνεται στο σημείο του εντάλματος έρευνας, που είναι η δικαστική απόφαση, δεν μπορεί να προσδώσει οτιδήποτε». Αφήνεται να νοηθεί ότι η πιο πάνω Αστυφύλαξ παραποίησε το εκδοθέν ένταλμα έρευνας που εκτελέστηκε από την Αστυνομία, αφού ουσιαστικά η θέση του αιτητή είναι ότι αυτή προέβη στην εν λόγω διόρθωση όχι εκ των προτέρων αλλά εκ των υστέρων.
Η πιο πάνω θέση θα είχε, ενδεχομένως, βάση εάν το υπογραφέν από το κατώτερο Δικαστήριο ένταλμα έρευνας, το οποίο κρατήθηκε και καταχωρίστηκε στο οικείο Πρωτοκολλητείο, ομιλούσε για «Άργους 1». Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το εν λόγω έγγραφο έχει ακριβώς το ίδιο περιεχόμενο με το περιεχόμενο του εγγράφου που εδόθη στην Αστυνομία για εκτέλεση. Συνεπώς, προκύπτει από τα πιο πάνω, πως η εν λόγω χειρόγραφη διόρθωση στο έντυπο του εντάλματος έρευνας, εν ουδεμιά περιπτώσει έγινε από την Αστυφύλακα παράνομα και εκ των υστέρων.
Δεν είναι ούτε παράνομο ούτε επιλήψιμο ένα μέλος της Αστυνομικής Δύναμης, που έχει νομίμως στην κατοχή του δακτυλογραφημένα έγγραφα, να προβαίνει σε χειρόγραφη διόρθωση/τροποποίηση αυτών, πριν τα θέσει ενώπιον Δικαστηρίου για έγκριση, όταν διαπιστώνει λάθη ή παραλείψεις που έγιναν κατά τη δακτυλογράφηση του κειμένου. Εν προκειμένω, η Αστυφύλαξ διόρθωσε και μονόγραψε όχι μόνο το έντυπο του εντάλματος έρευνας, αλλά και το έντυπο της Ένορκης Δήλωσης της. Ούτε βεβαίως είναι η θέση του αιτητή ότι πρόσωπο/πρόσωπα παραποίησαν το εκδοθέν ένταλμα έρευνας, καθ΄ ον χρόνο αυτό βρισκόταν καταχωρισμένο στο οικείο Πρωτοκολλητείο.
Δεν διαπιστώνω ότι ο αιτητής απεκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για να του χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια.
Ανεξάρτητα όμως από την πιο πάνω κατάληξη μου, θα πρέπει να σημειώσω πως δεν θα χορηγούσα την αιτούμενη άδεια ακόμη και αν στο ένταλμα έρευνας αναγραφόταν «Άργους 1» αντί «Άργους 10». Και εξηγώ αμέσως πιο κάτω τους λόγους. Ως ελέχθη, η Αστυνομία είχε ζητήσει ένταλμα έρευνας του τόπου διαμονής του αιτητή. Με άλλα λόγια, η Αστυνομία ουσιαστικά ήθελε να ερευνήσει τον τόπο διαμονής του αιτητή και όχι ένα ακίνητο σε συγκεκριμένη διεύθυνση, άσχετο με τη διαμονή του αιτητή. Η Ένορκη Δήλωση που χρησιμοποιήθηκε προς υποστήριξη του αιτήματος, ρητά κατέγραφε τα πιο πάνω.
Ουσιαστικά το κατώτερο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε πως θα έπρεπε να εκδώσει, και εξέδωσε, ένταλμα έρευνας για τον τόπο διαμονής του αιτητή. Μάλιστα στο εκδοθέν από το κατώτερο Δικαστήριο ένταλμα έρευνας, ρητά καταγράφεται ότι «Επειδή φαίνεται στη γραπτή ένορκη δήλωση της Α/Αστυφ. 962 Α. Βουνού από Τ.Α.Ε. Λευκωσίας ότι υπάρχει εύλογος αιτία να πιστεύεται ότι στην οικία και χώρο εργασίας .. αποκρύπτονται παράνομα τεκμήρια, όπως κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές .. αυτό το ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια να μπείτε στα αναφερόμενα οικεία ..». Με άλλα λόγια, το κατώτερο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε πως συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την έκδοση εντάλματος έρευνας του τόπου διαμονής του αιτητή, ως αυτός είχε συγκεκριμενοποιηθεί στην Ένορκη Δήλωση, και που ήταν στην οδό «Άργους 10, Διαμέρισμα 101». Μαρτυρία ότι υπήρχε διεύθυνση «Άργους 1, Διαμέρισμα 101», και ότι σε αυτή διέμενε ο αιτητής, όχι μόνο δεν υπήρξε, αλλά, ως ελέχθη, ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι αυτός διέμενε μόνο στην «Άργους 10, Διαμέρισμα 101», τόπο διαμονή για τον οποίο ικανοποιήθηκε το κατώτερο Δικαστήριο. Εάν τώρα, εκ παραδρομής ή εξ αβλεψίας, αναγραφόταν στο εκδοθέν ένταλμα έρευνας «Άργους 1, Διαμέρισμα 101» αντί «Άργους 10, Διαμέρισμα 101» (πράγμα που εν προκειμένω δεν συνέβη), δεν σημαίνει ότι το εκδοθέν ένταλμα έρευνας εξεδόθη παράνομα, ως η θέση του αιτητή.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΣΓεωργίου