ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 34/2025)

                                                                                                            (i-justice)

 

17 Μαρτίου, 2025

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ KINGSLEY AYUK NKWASSEU ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ (ΚΕΦ. 105) ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2008/115/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

 

ΚΑΙ

 

    ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ-

 

1.   ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

2.   ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ ΚΑΙ

3.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

    ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ κ. KINGSLEY AYUK NKWASSEU ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 (1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ.

 

______________________________________________________________

 

  Π. Γιαννακάς, για τον Αιτητή.

 

  Αφρ. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________________________________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum, ώστε να αφεθεί ελεύθερος γιατί, όπως διατείνεται, κρατείται από την 1/12/2022 παράνομα.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Αιτητή.

 

Η Δημοκρατία καταχώρισε Ειδοποίηση Πρόθεσης Ένστασης που υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Νάσιας Γεωργίου, Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, όπως αυτό προκύπτει τόσο μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, είναι, σε γενικές γραμμές, το ακόλουθο:

 

■ Ο Αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν.

■ Στις 18/10/2022 ο Αιτητής εισήλθε παράνομα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω μη εξουσιοδοτημένου αερολιμένα στις κατεχόμενες περιοχές με άδεια εισόδου ως φοιτητής σε πανεπιστήμιο με έδρα τα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας. Στη συνέχεια στις 25/10/2022 από άγνωστο σημείο της γραμμής καταπαύσεως του πυρός, εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και μετέβηκε στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (ΚΕΠΥ) Πουρνάρα.

■ Στις 10/11/2022 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.

■ Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του σε αστυνομικό της ΥΑΜ ο Αιτητής προέβη σε λεπτομερή εξιστόρηση εγκληματικών ενεργειών και συγκεκριμένα στην ομαδική παραπλάνηση και δολοφονία γυναικών δίνοντας λεπτομερή περιγραφή του τρόπου δράσης και πρόκλησης του θανάτου τους όντας μέλος σε μια μυστική οργάνωση στη χώρα του. Υπήρξε ο ίδιος, όπως εξιστόρησε, συνεργός σε φόνους τριών γυναικών που έγιναν κατά το μήνα Φεβρουάριο του 2021.

■ Στις 30/11/2022 το επαρχιακό κλιμάκιο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) απέστειλε επιστολή προς το Διοικητή της ΥΑΜ, με την οποία εισηγείτο όπως εναντίον του Αιτητή εκδοθούν διατάγματα κράτησης και απέλασης για λόγους δημόσιας τάξης. Η επιστολή κοινοποιήθηκε στη Διευθύντρια του Τμήματος στις 30/11/2022.

■ Την 1/12/2022 λόγω της φύσης και της σοβαρότητας των όσων αναφέρονταν στην προαναφερόμενη επιστολή της ΥΑΜ και στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων κρίθηκε ως επιβεβλημένη η έκδοση Διατάγματος Κράτησης εναντίον του Αιτητή δυνάμει του Άρθρου 9 (ΣΤ)(2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου[1] ως επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη, ενώ η επιβολή εναλλακτικών μέτρων αντί της κράτησης κρίθηκε ότι δεν εξυπηρετούσε το σκοπό του Νόμου. Το εν λόγω Διάταγμα επιδόθηκε στον Αιτητή την 1/12/2022 κατά τη σύλληψη του.

■ Στις 2/2/2023, 3/4/2023 και 2/6/2023 ετοιμάστηκαν σημειώματα προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης  (ΤΑΠΜ) σε σχέση με τη συνέχιση της κράτησης του Αιτητή. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του.

■ Στις 31/3/2023 και 2/6/2023 το Τμήμα απέστειλε στην Υπηρεσία Ασύλου αίτημα με το οποίο την καλούσε να εξετάσει την αίτηση του Αιτητή το συντομότερο δυνατό.

■ Στις 19/6/2023 ο Αιτητής καταχώρισε στο Ανώτατο Δικαστήριο αίτηση νομικής αρωγής με σκοπό την καταχώριση αίτησης για Habeas Corpus.

■ Στις 27/6/2023 Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τις συνεντεύξεις που λήφθηκαν από τον Αιτητή στις 2/6/2023 και 9/6/2023. Ακολούθως, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση και αποφάσισε τον αποκλεισμό του Αιτητή από τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 5(2)(β) του                            Ν. 6(Ι)/2000[2].

■ Στις 5/7/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία, η οποία επιστολή παραλήφθηκε και υπεγράφη ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 7/7/2023.

■ Στις 21/7/2023 το Τμήμα έλαβε ηλεκτρονική ενημέρωση από την ομάδα διερεύνησης ότι ο αλλοδαπός ενημερώθηκε για τα δεδομένα της υπόθεσης του και εξακολουθεί να μην συνεργάζεται για τον επαναπατρισμό του.

■ Στις 31/7/2023 διενεργήθηκε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή, ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε σημείωμα προς τη Διευθύντρια, η οποία και αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του.

■ Την 1/8/2023 ο Αιτητής καταχώρισε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας την Προσφυγή υπ' αρ. 2525/2023 κατά της εν λόγω απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία ακόμη εκκρεμεί. Η Προσφυγή επιδόθηκε στην Υπηρεσία Ασύλου στις 21/8/2023 και ορίστηκε για οδηγίες στις 4/10/2023 και ακολούθως την 1/12/2023. Κατά την τελευταία ημερομηνία δόθηκαν οδηγίες για την καταχώριση ένστασης εντός τεσσάρων εβδομάδων και ακολούθως για την καταχώριση της αγόρευσης του Αιτητή εντός άλλων τεσσάρων εβδομάδων. Στις 9/10/2024 απεστάλη επιστολή από τη Δικηγόρο της Δημοκρατίας δια της οποίας ενημερώνετο το Δικαστήριο ότι η Προσφυγή αφορούσε σε άτομο που τελούσε υπό κράτηση και υποβάλλετο αίτημα για επίσπευση της διαδικασίας. Η ένσταση της Δημοκρατίας καταχωρίστηκε στις 10/10/2023.  Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου η υπόθεση ορίστηκε στις 16/10/2023 και ακυρώθηκαν οι προηγούμενες οδηγίες. Κατά την εν λόγω ημερομηνία ο δικηγόρος του Αιτητή έφερε ένσταση στο αίτημα για ταχεία εκδίκαση της Προσφυγής, δηλώνοντας ότι επιθυμεί η διαδικασία να παραμείνει στον κανονικό της χρόνο. Η γραπτή αγόρευση του Αιτητή καταχωρήθηκε την 1/12/2023 και η γραπτή αγόρευση των Καθ' ων η Αίτηση καταχωρήθηκε την 1/2/2024. Ακολούθως, δόθηκε χρόνος για καταχώριση αίτησης προσαγωγής μαρτυρίας στην πλευρά του Αιτητή η οποία καταχωρίστηκε στις 14/3/2024 και η ενδιάμεση αίτηση ορίστηκε στις 3/4/2024. Στις 22/5/2024 καταχωρίστηκε η απαντητική αγόρευση του Αιτητή. Την 1/7/2024, εκδόθηκε διάταγμα προσαγωγής μαρτυρίας σύμφωνα με την ενδιάμεση αίτηση του αιτητή ημερομηνίας 14/3/2024, στην οποία οι Καθ' ων η Αίτηση δεν έφεραν ένσταση. Η υπόθεση ορίστηκε για διευκρινίσεις στις 9/10/2024 και την ημερομηνία εκείνη, το Δικαστήριο εξέδωσε οδηγίες μέσω αναρτημένου πινακίου, σύμφωνα με το οποίο η Προσφυγή επαναορίστηκε για διευκρινίσεις στις 5/2/2025. Κατόπιν νέων οδηγιών του Δικαστηρίου, η υπόθεση ορίστηκε για διευκρινίσεις στις 6/11/2024, ακυρώθηκε η ημερομηνία 5/2/2025 και έλαβαν χώρα διευκρινίσεις στις 6/11/2024, στις 6/12/2024 και στις 10/1/2025. Η απόφαση επί της Προσφυγής επιφυλάχθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας στις 10/1/2025.

■ Στις 2/8/2023, Λειτουργός του Τμήματος, απέστειλε ηλεκτρονικά μηνύματα, τόσο στην Αστυνομία όσο και στην Υπηρεσία Ασύλου, με σκοπό να λάβει πληροφόρηση σε σχέση με τα ζητήματα που αφορούν τον Αιτητή και είναι της αρμοδιότητας τους.

■ Στις 3/8/2023 διενεργήθηκε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή και ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε σημείωμα προς τη Διευθύντρια του Τμήματος σε σχέση με τη συνέχιση της Κράτησης του. Η Διευθύντρια αποφάσισε την συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

■ Στις 29/9/2023, ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε σημείωμα προς τη Διευθύντρια του Τμήματος σε σχέση με τη συνέχιση της Κράτησης του Αιτητή. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

■ Στις 27/11/23 διενεργήθηκε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή και ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε σημείωμα προς τη Διευθύντρια του Τμήματος σε σχέση με τη συνέχιση της Κράτησης του. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

■ Στις 28/11/2023, απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus.

Στις 2/7/2024 στάλθηκε επιστολή από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, στην οποία επισυνάπτεται καταγραφή ενεργειών για τον Αιτητή.

■ Στις 11/11/2024, έγινε επαναξιολόγηση της κράτησης του Αιτητή και σημειώθηκε ότι γίνονται προσπάθειες από το Κλιμάκιο για εξεύρεση τρίτης χώρας για την απέλαση του. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του αιτητή.

■ Στις 10/1/2025, Λειτουργός Μετανάστευσης κατόπιν ενημέρωσης που έλαβε από το Χώρο κράτησης της Μενόγειας, απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για τα προβλήματα που προκαλεί ο Αιτητής στο χώρο διαμονής του και ζητά ενημέρωση για τις ενέργειες εξεύρεσης τρίτης χώρας απέλασης.

■ Στις 27/1/2025, έγινε επαναξιολόγηση της Κράτησης του Αιτητή. Η Λειτουργός που εισηγήθηκε την παράταση της κράτησης του Αιτητή στο πλαίσιο της επαναξιολόγησης,  μετέβη στη Μενόγεια και έλαβε συνέντευξη από τον Αιτητή. Ο Αιτητής εξέφρασε την επιθυμία να μεταβεί στο Βέλγιο στο οποίο, ως ισχυρίζεται, ο αδελφός του είναι φοιτητής. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

■ Στις 6/2/2025, η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, απέστειλε αίτημα στη liaison της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, με την οποία γίνεται παράκληση να μεσολαβήσουν με τις αρμόδιες εκεί αρχές να αποδεχτούν τη μετάβαση του Αιτητή άμα τη εκδόσει της τελικής απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας με την οποία επικυρώνει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 11/2/2025, προωθήθηκε εκ νέου το αίτημα.

■ Στις 6/2/2025, ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε σημείωμα προς τη Διευθύντρια του Τμήματος σε σχέση με τη συνέχιση της Κράτησης του Αιτητή. Η Διευθύντρια αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

■ Στις 3/2/2025, ο Αιτητής καταχώρισε στο Ανώτατο Δικαστήριο την αίτηση νομικής αρωγής υπ' αριθμό 1/2025 για παροχή νομικής αρωγής με σκοπό να καταχωρίσει αίτηση για έκδοση Προνομιακού Διατάγματος Habeas Corpus. Στις 7/2/2025 εγκρίθηκε το αίτημα του Αιτητή για Νομική Αρωγή.

 

Η προνομιακή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση του εντάλματος Habeas Corpus για έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης από την άποψη της διάρκειας, που αφορά η υπό κρίση περίπτωση, παρέχεται στο Άρθρο 9ΣΤ(7)(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000, στο οποίο αναφέρεται ότι, «Η διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Άρθρου».

 

Παρεμβάλλεται στο σημείο αυτό ότι η νομιμότητα του Διατάγματος κράτησης δεν έχει προσβληθεί από τον Αιτητή.  Ενώ λοιπόν είναι δεδομένη η νομιμότητα της αρχικής κράτησης, μια νόμιμη κράτηση είναι δυνατόν να καταστεί εκ των υστέρων παράνομη, από την άποψη της διάρκειας της, αν διαπιστωθεί ότι είναι αδικαιολόγητα παρατεταμένη ή εάν οι λόγοι κράτησης έχουν εκλείψει. Το αντικείμενο εξέτασης της νομίμως αρξανόμενης, αλλά ενδεχομένως παρανόμως συνεχιζόμενης κράτησης, για σκοπούς απέλασης, δεν μπορεί παρά μόνο να ελεγχθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του Habeas Corpus (βλ. Haghilo (2011) 1 Α.Α.Δ. 2219, 2224).

 

Όπως είναι καλά γνωστό, το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη εκ μέρους του αιτούντος του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998)                     1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας δια της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ' ισχυρισμό τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388,                σελ. 400).

 

Επισημαίνεται ότι ο έλεγχος της διάρκειας της κράτησης διενεργείται υπό το φως των διατάξεων του Άρθρου 9ΣΤ(4)(α) του Νόμου που προνοεί ότι: «Η κράτηση αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2).» Ακόμα, στο Άρθρο 9ΣΤ(4)(β) προβλέπεται ότι: «Οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με λόγο κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις.  Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στον αιτητή δεν δικαιολογούν την συνέχιση της κράτησης».

 

Οι πιο πάνω πρόνοιες της Νομοθεσίας μας είναι προφανές ότι μεταφέρουν στην κυπριακή έννομη τάξη τα όσα διαλαμβάνονται στην Οδηγία 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία. Ειδικότερα το Άρθρο 8 της Οδηγίας επιτρέπει την κράτηση αιτητή ασύλου ή αιτητή καθεστώτος διεθνούς προστασίας, μόνο για ορισμένους λόγους, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης[3], ενώ το Άρθρο 9 προνοεί για εγγυήσεις για κρατούμενους αιτητές με την κράτηση να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και για όσο διάστημα ισχύουν οι λόγοι που καθορίζονται στην παράγραφο (3) του Άρθρου 8[4]. Η Οδηγία δεν καθορίζει συγκεκριμένο χρονικό όριο. Ωστόσο με δεδομένο το δικαίωμα του Αιτητή στην ελευθερία του, είναι σαφές ότι αυτός θα πρέπει να απολαμβάνει αποτελεσματικών εγγυήσεων που να καθιστούν δυνατή την άρση της κράτησης του μόλις αυτή παύσει να είναι αναγκαία ή αναλογική με το σκοπό που επιδιώκει. Όπως δε αναφέρθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με τον Tombulovi, Πολιτική Αίτηση Αρ. 87/2021, ημερ. 9/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:D248: 

 

«Αυτά δε, υπό το πρίσμα πάντοτε του άρθρου 5(1)(στ) της ΕΣΔΑ και του Άρθρου 11.2(στ) του Συντάγματος και της αποκρυσταλλωμένης αρχής ότι το κράτος οφείλει να ενεργεί σε τέτοιες περιπτώσεις καλή τη πίστει με μοναδική πρόθεση την επιδίωξη της απέλασης, επιδεικνύοντας επιμέλεια και ταχύτητα και με σεβασμό προς την αρχή της ελευθερίας και την ανάγκη για «περιορισμούς στον περιορισμό» της ελευθερίας (J.N. v. The United Kingdom, Appl. No. 37289/12, 19 May 2016,             R. v. Governor of Durham Prison, Ex-parte Hardial Singh (1984) WLR 704, Mikolenko v. Esthonia, Appl. No. 10664/05, 8.10.2009).»

 

Σε συμφωνία με τα όσα επεσήμανε η πλευρά των Καθ' ων η Αίτηση, οι ισχυρισμοί του Αιτητή στην ένορκη του δήλωση αναφορικά με τη βασιμότητα του αιτήματος του για διεθνή προστασία και τη νομιμότητα της απόφασης για τον αποκλεισμό του από τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δεν δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στην παρούσα διαδικασία.

 

Με δεδομένο ότι η κράτηση του Αιτητή βασίστηκε σε λόγους ασφάλειας της Δημοκρατίας και ειδικότερα επειδή αυτός θεωρήθηκε επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη, στον έλεγχο της νομιμότητας της διάρκειας κράτησης αιτητή ασύλου ή αιτητή καθεστώτος διεθνούς προστασίας, όπως εν προκειμένω, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία το δικαίωμα του Αιτητή σε αποτελεσματική δικαστική προστασία δεν μπορεί παρά να εξεταστεί σε συνάρτηση με την προστασία της εθνικής ασφάλειας του Κράτους. Τηρουμένης δε της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε σκοπούς γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων. H νομολογία του ΔΕΕ επί του θέματος καθορίζει ότι η προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης αποτελεί το σκοπό του Άρθρου 8 της Οδηγίας 2013/33. Ειδικότερα, το Άρθρο 8 της Οδηγίας στην ουσία επιτρέπει την κράτηση αιτητή ασύλου ή αιτητή καθεστώτος διεθνούς προστασίας μόνο για ορισμένους λόγους που απαντώνται στο εδάφιο (3), μεταξύ των οποίων, κατά την υποπαράγραφο (ε), εάν αυτό απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης.  Η κράτηση ενός προσώπου, όταν αυτό απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης, είναι μέτρο πρόσφορο για την προστασία του κοινού από ενδεχόμενο κίνδυνο που η συμπεριφορά του συγκεκριμένου ατόμου επιβάλλει. (J.N. v. Staatssecretaris van Veilingheiden Justitie, 15/2/2016, C-601/15/PPU σκέψεις 49-50)[5]. Το Άρθρο 9 της Οδηγίας προνοεί για εγγυήσεις για κρατούμενους αιτητές με την κράτηση να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και για όσο διάστημα ισχύουν οι λόγοι που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 8. 

 

Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Yazen, Πολιτική Αίτηση Aρ. 202/2019, ημερ. 30/1/2020, αναφέρθηκε ότι, κατά τον έλεγχο της νομιμότητας της διάρκειας κράτησης που διατάχθηκε ως απαιτούμενη για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης:

 

« .. Στο σύγγραμμα των Jacobs, White & Ovey: The European Convention of Human Rights, 5η έκδ., σελ. 236 κ.ε., σε σχέση με το δικαίωμα ελέγχου της κράτησης κάτω από το Άρθρο 5(4), αναφέρεται ότι δεν διασφαλίζεται δικαίωμα σε «judicial review» τέτοιας έκτασης που να δίδει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να υποκαταστήσει τη δική του ευχέρεια γι΄ αυτή της διοίκησης. Πρέπει όμως να είναι ευρεία ώστε να εξετάζονται εκείνες οι συνθήκες που καθιστούν την κράτηση νόμιμη («lawful») σύμφωνα με το Άρθρο 5(1), (E. v. Norway (1990) 17 EHRR 30, παρ. 50). Η δυνατότητα ελέγχου κάτω από το Άρθρο 5(4) έχει χαρακτηρισθεί από τους Harris, O'Boyle & Warbrick: Law of the European Convention of Human Rights, 2η έκδ., σελ. 182, ως το «habeas corpus» της Σύμβασης. Το υλικό το οποίο κατά το κράτος δικαιολογεί την κράτηση πρέπει να παρέχεται στο Δικαστήριο ώστε να αξιολογείται και πρέπει να υπάρχει μια ορθή ισορροπία μεταξύ των διαφόρων δικαιωμάτων. Αν και αναγνωρίζεται ότι στο πλαίσιο της εξέτασης, η αποκάλυψη διαβαθμισμένου ή εμπιστευτικού υλικού πρέπει να γίνεται με προσοχή, αυτό δεν σημαίνει ότι οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παραμένουν χωρίς αποτελεσματικό έλεγχο από τα εθνικά Δικαστήρια, (Chahal v. U.K. (1996) 23 EHRR 413)

 

  

Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία, το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στους λόγους που η Διοίκηση αποφάσισε ότι τίθεται ζήτημα ασφάλειας του Κράτους. Και τούτο από την άποψη ότι αυτά είναι ζητήματα για τα οποία το Κράτος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια. Η ενεργός Διοίκηση είναι κατ' εξοχή το όργανο στο οποίο εναποτίθεται η ευθύνη για εκτίμηση των γεγονότων (Stoyanov v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 718/2012, ημερ. 26/2/2014, ECLI:CY:AD:2014:D151). Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει ιδίαν κρίση περί της επικινδυνότητας ενός αιτητή. Μπορεί, βεβαίως, στο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της όλης διαδικασίας να ελέγξει τις πληροφορίες - εφόσον τέτοιος έλεγχος δεν μπορεί να διενεργηθεί χωρίς στοιχεία - χωρίς, ωστόσο, να υπεισέρχεται στην ουσιαστική εκτίμηση των πληροφοριών, ήτοι χωρίς να τις αξιολογεί για να αποφανθεί κατά πόσο η απόφαση της Διοίκησης ήταν ορθή ή η ενδεδειγμένη (Bekefi v. Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 42/2013, ημερ. 30/6/2016). 

 

Στη Stoyanov v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 718/2012, ημερ. 26/2/2014, ECLI:CY:AD:2014:D151, όπου εξετάστηκε η ευχέρεια των αρχών να επιβάλουν περιορισμούς στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας[6]  αναφέρθηκε ότι:

 

 « . κάθε τέτοιο μέτρο που λαμβάνεται πρέπει να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ατόμου η οποία «... πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας.». Δεν επιτρέπεται κατά την επιφύλαξη του άρθρου 29(3)(α), η επίκληση λόγων γενικής πρόληψης ή λόγων που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της εκάστοτε ατομικής περίπτωσης. ..................

 

Στα πλαίσια της κυριαρχίας του κράτους και στη βάση της εξέτασης κατά πόσο συμπεριφορά συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, υποδείχθηκε στην απόφαση Svetlin Lilyanchov Dichev v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 309/2012, ημερ. 15.11.2013,  ότι η συμπεριφορά αυτή μπορεί να διαπιστωθεί και χωρίς καταδικαστική απόφαση από Δικαστήριο. Αρκεί να υπάρχουν πληροφορίες και αξιόπιστες πηγές οι οποίες να προκαλούν ανησυχίες αναφορικά με την παρουσία του αλλοδαπού στη Δημοκρατία. Συναφώς στην Eddine v. Δημοκρατία (2008) 3 Α.Α.Δ. 95, αποφασίστηκε ότι «το κράτος δεν έχει την υποχρέωση να υποστηρίξει την απορριπτική του θέση με στοιχεία που θα δικαιολογούσαν με θετικό τρόπο τη μη συνέχιση της παραμονής του στην Κύπρο.». Αρκεί να παρέχεται επαρκώς πραγματικό έρεισμα για την αρνητική απόφαση εφόσον υπάρχουν και συγκεντρώνονται από κατάλληλες βέβαια πηγές πληροφορίες που προκαλούν ανησυχία. Ακόμη και γενικές ενδείξεις μπορούν δικαιολογημένα να αιτιολογήσουν αρνητική απόφαση, η όποια δε αμφιβολία επενεργεί υπέρ της Δημοκρατίας, στα πλαίσια του προεξάρχοντος κυριαρχικού της δικαιώματος να ελέγχει ποιοι διακινούνται και διαμένουν στο έδαφος της, (Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 και Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583). ................

 

Η ενεργός διοίκηση είναι κατ΄ εξοχήν το όργανο στο οποίο εναποτίθεται η ευθύνη για εκτίμηση των γεγονότων και δεν θα ήταν δυνατό να αναθεωρείται από το Ανώτατο Δικαστήριο η εκτίμηση αυτή στη βάση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, ιδιαιτέρως όταν υπεισέρχονται στην εικόνα εμπιστευτικές πληροφορίες από πρόσωπα τα οποία τις δίδουν στην αστυνομία. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει ιδίαν κρίση περί της επικινδυνότητας του αιτητή. Ελέγχει μόνο τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας.»

   

 Αναφέρθηκε ακόμα ότι: 

 

«Στην Eddine v. Δημοκρατίας - πιο πάνω -, η Ολομέλεια θεώρησε ακόμη και γενικές ενδείξεις περί ενδεχόμενου προβλήματος στη βάση πληροφοριών που ευλόγως προκαλούν ανησυχία, ως επαρκείς. Και, όπως λέχθηκε και στην Kapsaskis κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. αρ. 290/2012, 291/2012 και 203/2012, ημερ. 20.2.2013, η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση παροχής οποιωνδήποτε εξηγήσεων για την έκδοση διατάγματος απαγόρευσης εισόδου αλλοδαπού για σκοπούς ασφάλειας. Το Δικαστήριο δεν ερευνά τους λόγους που συνάπτονται με θέματα κρατικής ασφάλειας που είναι κατ΄ εξοχήν έργο της εκτελεστικής εξουσίας. Τα ίδια λέχθηκαν και στην Kolomoets v. Δημοκρατίας (1999) 4 A.A.Δ. 443, στο ότι η διοίκηση έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και εξουσία για απέλαση αλλοδαπών, εξουσία η οποία όταν συναρτάται προς κίνδυνο στην εσωτερική τάξη και την εθνική ασφάλεια, είναι ακόμη πιο πλατειά, (Mushtag v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1479).»

 

 

Στην Bekefi κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 258,  267 και πάλι στα πλαίσια εξέτασης της δυνατότητας επιβολής περιορισμών στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, αναφέρθηκε ότι:

«Η έννοια της δημόσιας τάξης και της δημόσιας ασφάλειας δεν ορίζονται στην Οδηγία 2004/38/ΕΚ, ούτε στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Η δε έκταση της διακριτικής ευχέρειας των κρατών μελών στον τομέα αυτό, επίσης  παραμένει αόριστη και αδιευκρίνιστη. Προφανώς γιατί πρόκειται για ευαίσθητα ζητήματα εμπίπτοντα στη σφαίρα του κυριαρχικού δικαιώματος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ρυθμίζουν και να ελέγχουν τα περί της εισόδου και παραμονής ξένων υπηκόων στο έδαφος τους και που χρήζουν, συνήθως, καθορισμού σε ad hoc βάση. Όπως έχει τονιστεί επανειλημμένα από το ΔΕΕ, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα κατ' ουσία να καθορίζουν τις απαιτήσεις της δημόσιας τάξης και της δημόσιας ασφάλειας σύμφωνα με τις εθνικές τους ανάγκες και αξίες (36/75 Rutili), οι οποίες ενδέχεται να διαφέρουν ανάλογα με το κράτος και τη χρονική περίοδο. Οι απαιτήσεις αυτές πρέπει, όμως, να ερμηνεύονται συσταλτικώς στο πλαίσιο της Ένωσης, αν χρησιμοποιούνται ως δικαιολογητικός λόγος για παρέκκλιση από τη θεμελιώδη αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων. Η έννοια της δημόσιας τάξης προϋποθέτει, εν πάση περιπτώσει, εκτός της διασάλευσης της κοινωνικής τάξης, την οποία συνιστά κάθε παράβαση του νόμου, την ύπαρξη πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας (βλ.C-434/10, Petar Aladzhov v. Zamestnik director na Stolichna direktsia na vatreshnite raboti kam Ministerstvo na vatreshnite raboti, ημερομηνίας 17.11.2011), η οποία να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου πολίτη της Ένωσης.»

 

 

Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι από την υποβολή της αίτησης του Αιτητή για διεθνή προστασία στις 10/11/2022, την 1/12/2022 εκδόθηκε Διάταγμα Κράτησης του και έκτοτε αυτός τελεί υπό κράτηση. Όπως αναφέρεται στο σχετικό Διάταγμα, η κράτηση κρίθηκε αναγκαία για λόγους δημόσιας ασφάλειας, δυνάμει του Άρθρου 9(ΣΤ)(2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου, στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων. Αυτά αφορούν στη μαρτυρία του ίδιου του Αιτητή πως στη χώρα του έγινε μέλος μιας οργάνωσης η οποία τον εξανάγκαζε και προέβαινε σε εγκληματικές ενέργειες και συγκεκριμένα στην ομαδική παραπλάνηση και δολοφονία γυναικών. Είναι ο ίδιος που στο πλαίσιο συνέντευξης του σε Αστυνομικό της ΥΑΜ, έδωσε λεπτομερή περιγραφή του τρόπου δράσης και πρόκλησης του θανάτου των πιο πάνω ατόμων[7]. Όπως ορθώς επισημαίνεται από την ευπαίδευτη συνήγορο για τους Καθ' ων η Αίτηση, στη βάση των πιο πάνω στοιχείων είναι σαφές ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για τους οποίους θεωρείται ότι ο Αιτητής έχει διαπράξει σοβαρά εγκλήματα, ήτοι τα κακουργήματα της συνωμοσίας για φόνο, περιαγωγής σε κατάσταση νάρκωσης με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, φόνου εκ προμελέτης  και αρπαγής ή απαγωγής ή στέρησης της ελευθερίας προσώπου με σκοπό να φονευθεί εκ προμελέτης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση. Στο Διάταγμα αναφέρεται, επίσης, ότι δεν ήταν εφικτό να εφαρμοστούν λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα και ότι υπήρχε κίνδυνος διαφυγής του Αιτητή. Σύμφωνα με το Διάταγμα αυτός θα παραμείνει υπό κράτηση για όσο διάστημα ισχύουν οι εκεί αναγραφόμενοι λόγοι, ήτοι, ότι η κράτηση του απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας και/ή της δημόσιας τάξης, ότι εισήλθε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας και ότι δεν επιθυμεί τον επαναπατρισμό του.

Το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου κατά τον Ιούλιο του 2023, ήτοι επτά περίπου μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης της κράτησης του και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία η αίτηση του απερρίφθη κοινοποιήθηκε στον ίδιο στις 7/7/2023.

 

Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου κατά την οποία εκκρεμούσε η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, το Τμήμα δεν παρέμεινε άπρακτο. Επανεξέτασε το ζήτημα της κράτησης του Αιτητή αποστέλλοντας συγχρόνως αιτήματα προς την Υπηρεσία Ασύλου για την εξέταση της αίτησης του το συντομότερο δυνατό. Συγκεκριμένα, η κράτηση του Αιτητή έτυχε επανεξέτασης στις 2/2/2023, 3/4/2023 και 2/6/2023 στο πλαίσιο των οποίων αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησης του για τους ίδιους λόγους, ενώ παράλληλα δύο φορές, στις 31/3/2023 και 2/6/2023 η Διευθύντρια του Τμήματος απέστειλε στην Υπηρεσία Ασύλου αίτημα για εξέταση του αιτήματος του Αιτητή το συντομότερο δυνατό, σημειώνοντας ότι αυτός ήταν κρατούμενος από την 1/12/2022. Σε κάθε επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή γίνονταν σχετικές εισηγήσεις και το Τμήμα αξιολογούσε εκ νέου την κατάσταση καταγράφοντας τους λόγους για τους οποίους θεωρούσε αναγκαία την παράταση της κράτησης του Αιτητή, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τη μη ύπαρξη αλλαγής στα δεδομένα του από προηγούμενη επαναξιολόγηση.

 

Μετά την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου το Τμήμα και πάλι δεν παρέμεινε αδρανές. Συγκεκριμένα, στις 31/7/2023 διενεργήθηκε εκ νέου επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή και αποφασίστηκε η συνέχιση της για τους ίδιους ακριβώς λόγους.

 

Την 1/8/2023 ο Αιτητής καταχώρισε Προσφυγή, η εκδίκαση της οποίας έχει εν τω μεταξύ ολοκληρωθεί και η απόφαση από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει επιφυλαχθεί στις 10/1/2025.

 

Όπως ορθά επισημαίνεται από πλευράς Καθ' ων η Αίτηση, ο Αιτητής έχοντας προσβάλει εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας στο ΔΔΔΠ την Απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου για τον αποκλεισμό του από τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, εκκρεμούσης της απόφασης του Δικαστηρίου αυτός διατηρεί το καθεστώς του αιτητή διεθνούς προστασίας και, ένεκα τούτου, δεν έχει αρχίσει οποιαδήποτε διαδικασία απέλασης του.  Ωστόσο, όπως ήδη πιο πάνω έχει επισημανθεί, η Διοίκηση δεν παρέμεινε αδρανής είτε κατά το στάδιο που εκκρεμούσε η αίτηση του για διεθνή προστασία, είτε στη συνέχεια κατά το στάδιο που εκκρεμούσε η Προσφυγή του ενώπιον του ΔΔΔΠ. Σε σχέση με το τελευταίο δεν είναι άνευ σημασίας και το γεγονός ότι η Διοίκηση, προσπαθώντας να διασφαλίσει την ολοκλήρωση το ταχύτερο δυνατό των διαδικασιών που, ως είχε δικαίωμα, τροχοδρόμησε ο Αιτητής αιτήθηκε τη σύντομη εκδίκαση της καταχωρηθείσας Προσφυγής.

 

Επανεξετάσεις της κράτησης του διενεργήθηκαν επίσης στις 3/8/2023, στις 29/9/2023 και στις 27/11/2023, κατά τις οποίες αποφασίστηκε η συνέχιση της για τους ίδιους λόγους μέχρι την ολοκλήρωση της προσφυγής του.

 

Όπως προέκυψε από το αίτημα που η ΥΑΜ απέστειλε στις 6/2/2025 στη liaison της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, με το οποίο γίνεται παράκληση να μεσολαβήσουν με τις αρμόδιες εκεί αρχές να αποδεχτούν τη μετάβαση του Αιτητή σε περίπτωση που με την έκδοση της Τελικής Απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας επικυρωθεί η Απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η ΥΑΜ προβαίνει σε σχετικά διαβήματα για την υλοποίηση της μετάβασης του Αιτητή σε τρίτη χώρα. Είναι σαφές από τα πιο πάνω ότι η Διοίκηση προβαίνει σε προκαταρκτικές ενέργειες για απέλαση του Αιτητή όταν τούτο της επιτραπεί.

Όπως προκύπτει, παρά τη μεσολάβηση σημαντικού χρονικού διαστήματος, δεν έχει διαφανεί καθ' οιοδήποτε τρόπο ότι οι αρμόδιες αρχές ενεργούν κακόπιστα, ή ότι έχουν εγκαταλείψει το σκοπό για τον οποίο ο Αιτητής τελεί υπό κράτηση, ήτοι την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης, ούτε οι λόγοι για τους οποίους εκδόθηκε το Διάταγμα Κράτησης διαφαίνεται να έχουν εκλείψει.

 

Έχοντας, λοιπόν, υπόψη όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, την εξέλιξη των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση περίπτωση, τον τρόπο δράσης των αρμοδίων αρχών της Δημοκρατίας σε συνάρτηση με τη συμπεριφορά του ιδίου του Αιτητή, καθώς επίσης και την εκκρεμότητα της Προσφυγής, θεωρώ ότι το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα στις ειδικότερες περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, δεν είναι τέτοιο που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Εν τέλει, ο Αιτητής δεν απέσεισε το βάρος που έφερε προς απόδειξη ότι η διάρκεια της κράτησης δεν ήταν εύλογη και ότι, ως εκ της διάρκειάς της, κατέστη παράνομη.

 

Επομένως, υπό τις ειδικότερες περιστάσεις που περιβάλλουν την περίπτωση, οι αιτιάσεις και τα παράπονα του Αιτητή κρίνονται ανεδαφικά.

Στη βάση των πιο πάνω, η Αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

 

 

 

 

 

                                                    Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.



[1] (2) Εκτός εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι εφικτό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα, όπως τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3), και εφόσον κρίνεται αναγκαίο και κατόπιν ατομικής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης, ο Υπουργός δύναται να εκδίδει γραπτό διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση αιτητή, μόνο για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

........

(ε) όταν απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης·

[2] (2) Αιτητής αποκλείεται από το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαροί λόγοι ότι-

.......................................................

(β) έχει διαπράξει σοβαρό έγκλημα∙ ή

 

[3] 3.   Ο αιτών μπορεί να υποβληθεί σε κράτηση μόνο:

.....................................

ε)

όταν απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης,

 

[4] 1.   Η κράτηση αιτούντος έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και εφαρμόζεται μόνο για όσο διάστημα ισχύουν οι λόγοι που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3.

Οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με τους λόγους κράτησης που καθορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στο αιτούντα δεν δικαιολογούν συνέχιση της κράτησης.

 

 

[5]

49

 Επιτρέποντας την κράτηση αιτούντος όταν αυτό απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξεως, το άρθρο 8, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2013/33 προβλέπει περιορισμό της ασκήσεως του δικαιώματος στην ελευθερία το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 του Χάρτη.

 

50

 Εντούτοις, κατά το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται σε αυτόν πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο και να σέβεται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, περιορισμοί επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνον εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε σκοπούς γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων.

53.Δεδομένου ότι η προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξεως αποτελεί τον σκοπό του άρθρου 8, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχείο ε΄, της οδηγίας 2013/33, διαπιστώνεται ότι μέτρο κρατήσεως βάσει της διατάξεως αυτής ανταποκρίνεται πράγματι σε σκοπό γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση. Κατά τα λοιπά, η προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξεως συμβάλλει επίσης στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των τρίτων. Ως προς το σημείο αυτό, το άρθρο 6 του Χάρτη διακηρύσσει το δικαίωμα κάθε προσώπου όχι μόνο στην ελευθερία, αλλά επίσης και στην ασφάλεια (βλ., επ' αυτού, απόφαση Digital Rights Ireland κ.λ.π., C‑293/12 και C‑594/12, EU:C:2014:238, σκέψη 42).

 

[6] Άρθρο 29 του περί Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου, Ν.7(Ι)/2007.

[7] Όπως αναφέρθηκε από τον Αιτητή στο πλαίσιο της συνέντευξης του στην ΥΑΜ (Τεκμήριο 4 στην Ένορκη Δήλωση της Νάσιας Γεωργίου):

 

"After 5 months he was given a nickname "Bishop" and his job was to meet girls at the night club make them feel drunk by putting sleeping pills inside the drinks and take them to the hotel "Pandora" (cooperates with the brotherhood). At the hotel when the girls were sleeping, he used to close their faces with a white handkerchief and another member of the society named " Igwe" cut their genitals which the brotherhood used to boil in a pot and share/drink the juice...He participated on February of 2021 in 3 Cameroonian girls killings."


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο