ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ.123/2024

 

 

[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.]

 

 

24 Μαρτίου, 2025

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (N.33/1964)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΗΑΒΕΑS CORPUS

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 8, 11, 12, 15, 17, 32, 34, 35, 163 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΑΛΟΓΑ ΑΡΘΡΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 4, 21Β, 7, 11, 15, 18, 19 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΝΟΜΟΥ  ΤΟΥ 1996 (62(Ι)/1996) ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ (ΚΔΠ 121/97), ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12, 13, 14, 19, 34, 35, ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΥΠΟΠΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΤΕΛΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005 (163(Ι)/2005), ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ  ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΚΛΗΡΗΣ, ΑΠΑΝΘΡΩΠΗΣ Ή ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Ή ΤΙΜΩΡΙΑΣ (ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ) (ΚΥΡΩΤΙΚΟΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2009, ΤΟΥΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΦΥΛΑΚΩΝ (EUROPEAN PRISON RULES), ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΦΥΤΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ ΚΑΤΑΔΙΚΟ ΜΙΧΑΛΗ ΧΡΙΣΤΑΚΗ, ΑΡ. ΚΡ. 1561, ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΆΡΘΡΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΤΙΤΛΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΟΤΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΤΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΚΑΤ' ΟΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ

----------------------------

Αλ. Κληρίδης, για Αιτητή

Π. Ευθυβούλου (κα) με Ν. Κόλιαρου (κα) και Μ. Φωτιάδου, (κα), για Καθ'  ου η Αίτηση, Γενικό Εισαγγελέα

Αιτητής παρών

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.  Ο αιτητής, βρίσκεται έγκλειστος στις Κεντρικές Φυλακές εκτίοντας ποινή φυλάκισης οκτώ (8) ετών που του επέβαλε το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού στην ποινική υπόθεση αρ. 8190/2020, στις 15.2.2023.  Προηγήθηκε η καταδίκη του, στις 5.10.2022, για το αδίκημα της κατοχής απαγορευμένου φαρμάκου Τάξεως Α, με σκοπό την προμήθεια του.  Στην ίδια υπόθεση κρίθηκε ένοχος και για άλλα συναφή αδικήματα, για τα οποία του επεβλήθηκαν μικρότερες ποινές φυλάκισης. Αυτές συντρέχουν με την προαναφερθείσα μεγαλύτερη σε χρόνο ποινή.  Η έκτιση της δε από τον αιτητή, αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 27.6.2028. 

 

Με την παρούσα αίτηση, ο αιτητής ζητά την έκδοση εντάλματος habeas corpus ad subjiciendum για να αφεθεί ελεύθερος, στη βάση ότι η κράτηση του στις Κεντρικές Φυλακές είναι παράνομη.  Προς τούτο επικαλείται την κατάσταση της υγείας του, σε συνδυασμό με τις συνθήκες κράτησης που επικρατούν στις Κεντρικές Φυλακές. Δεν αναφέρει κάτι το συγκεκριμένο σε σχέση με το τελευταίο θέμα. Από την πλευρά όμως του σωφρονιστικού ιδρύματος, επισημαίνεται ότι τηρούνται όλοι οι κανόνες καθαριότητας προς διασφάλιση της υγιούς διαμονής των κρατουμένων σε αυτό. Όσον αφορά την ιατρική περίθαλψη, αναφέρεται ότι υπάρχουν έξι ιατρεία στελεχωμένα από ιατρικούς λειτουργούς επί 24ωρου βάσεως και ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων, οι οποίοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη βάση του ίδιου ωραρίου, ανωτέρω.

 

Σε σχέση με το πρώτο θέμα, που θίγει πιο πάνω ο αιτητής, είναι γεγονός ότι αυτός πάσχει από τη νόσο της θαλασσαιμίας, που απαιτεί να υποβάλλεται εβδομαδιαία σε μετάγγιση αίματος.  Για το σκοπό αυτό μεταφέρεται στο Κέντρο Θαλασσαιμίας, όπου υποβάλλεται στη σχετική θεραπευτική αγωγή.  Με την  ολοκλήρωση της, μεταφέρεται πίσω στις Κεντρικές Φυλακές.  Ευρισκόμενος εκεί, υποβάλλει τον εαυτό του σε αποσιδήρωση.  Τη σχετική διαδικασία διεξάγει ο ίδιος στο κελί όπου κρατείται, αν και έχει τη δυνατότητα να μεταβαίνει για το σκοπό αυτό σε ένα από τα ιατρεία του σωφρονιστικού ιδρύματος.  Ωστόσο, όπως δηλώνει, προτιμά το χώρο του, δηλαδή το κελί το οποίο μοιράζεται με ακόμα δύο κρατούμενους. 

 

Συμπληρωματικά, αναφέρεται ότι στις 9.10.2023, ο αιτητής υποβλήθηκε σε εξέταση από Ιατροσυμβούλιο.  Αυτό κατέληξε ότι, «. παρόλο που ο  ασθενής δεν είναι βαριά πάσχων ή κλινήρης, βάσει της κατάστασης της υγείας του, θα ήταν προτιμότερο η κατ'  οίκον παραμονή του ώστε να διασφαλίζονται οι συνθήκες αποστείρωσης και αντισηψίας οι οποίες είναι απαραίτητες για την αποσιδήρωση, ως θεραπεία και λόγω της ανοσοκαταστολής του.».  Ο αιτητής, βασιζόμενος στην πιο πάνω έκθεση, απευθύνθηκε, διά του συνηγόρου του, στο Γενικό Εισαγγελέα, προκειμένου ο τελευταίος να εγκρίνει την ένταξη του στο μέτρο του κατ'  οίκον περιορισμού.  Η απάντηση, σχετικά, δόθηκε στις 7.3.2024 και ήταν αρνητική, στη βάση ότι η περίπτωση του αιτητή δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες του άρθρου 21Β(1)(ε)[1] του του περί Φυλακών Νόμου 1996, Ν.62(Ι)/1996, όπως έχει τροποποιηθεί, ( Νόμος 62(Ι)/1996)

 

Ο αιτητής, δεδομένης της κατάστασης της υγείας του, θεωρεί ότι οι συνθήκες κράτησης του στις Κεντρικές Φυλακές, συνιστούν απάνθρωπη ή ταπεινωτική τιμωρία ή μεταχείριση, κατά παράβαση του Άρθρου 8[2] του Συντάγματος και του αντίστοιχου άρθρου 3[3] της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.  Υπέβαλε την υπό εξέταση αίτηση για habeas corpus στη βάση αυτή και όχι για να αφεθεί ελεύθερος, χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό. Συγκεκριμένα, εισηγείται ότι, αφού αφεθεί ελεύθερος από τις Κεντρικές Φυλακές να τεθεί σε κατ' οίκον περιορισμό, τρόπος έκτισης ποινής φυλάκισης, εντασσώμενος στις πρόνοιες του άρθρου 21Β(1)(ε) του Νόμου 62(Ι)/1996, ανωτέρω.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος, προς υποστήριξη του πιο πάνω αιτήματος του πελάτη του αιτητή, παρέπεμψε στη σειρά, Halsbury's Laws of England, 88A, Rights and Freedoms, 5η Έκδοση σελίδα 56, παράγραφος 50, και στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπό τον τίτλο «Guide on Article 3 of the European Convention Human Rights - Prohibition of torture (31/8/24). Σε αυτά υπάρχουν αναφορές σε σχετική νομολογία, ότι οι συνθήκες που τυχόν να επικρατούν σε ένα σωφρονιστικό ίδρυμα, δυνατόν να συνιστούν παραβίαση του προαναφερθέντος θεμελιώδους δικαιώματος φυλακισμένου προσώπου, ειδικά, δεδομένης της κακής κατάστασης της υγείας του. Αυτή δε κατατείνει στο να καταδείξει ότι, υπό τέτοιες συνθήκες δυνατό να δικαιολογείται η έκδοση εντάλματος habeas corpus, ώστε ο αιτητής αφού αφεθεί ελεύθερος από τη φυλακή, όπου εκτίνει ποινή φυλάκισης, να τέθει υπό καθεστώς έκτισης της ποινής του με το μέτρο του κατ' οίκον περιορισμού.

 

Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, προέχει η εξέταση ενός θέματος που ήγειρε προδικαστικά η ευπαίδευτη συνήγορος που εκπροσωπεί το Γενικό Εισαγγελέα.  Συγκεκριμένα, πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι μετά την επιβολή ποινής στον αιτητή, αυτός καταχώρισε την Ποινική Έφεση αρ. 25/2023, το περιεχόμενο λόγων έφεσης της οποίας είναι όμοιο με ό,τι ζητείται στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης.  Έχει διευκρινιστεί ότι την εν λόγω έφεση χειρίζεται άλλος δικηγόρος, ο οποίος επίσης ενεργεί εκ μέρους του αιτητή. Έγινε εισήγηση από το Δικαστήριο όπως αντίγραφο της σχετικής ειδοποίησης κατατεθεί για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας. Ο συνήγορος που εκπροσωπεί εδώ τον αιτητή συμφώνησε, όπως και η συνήγορος εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

 

Από το περιεχόμενο της πιο πάνω ειδοποίησης έφεσης βεβαιώνεται ότι, με αυτήν ο αιτητής προσβάλλει τόσον την απόφαση για την καταδίκη του όσο και το ύψος της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής φυλάκισης.  Κατά την εισήγηση της ευπαίδευτης συνηγόρου για τον Γενικό Εισαγγελέα είναι εμφανές ότι, ο αιτητής έχει λάβει και προωθεί σε σχέση με την ίδια υπόθεση δύο όμοια μέτρα.  Ειδικά το πρώτο, που είναι η ποινική έφεση, υπερκαλύπτει ό,τι αυτός επιδιώκει με την παρούσα αίτηση για habeas corpus.  Δηλαδή, να αφεθεί ελεύθερος, ανεξάρτητα της νομικής βάσης που επικαλείται, συναφώς, εν πάση περιπτώσει.  Θα δικαιολογείτο, εισηγείται περαιτέρω, η καταχώρηση της αίτησης για habeas corpus αν συνέχιζε η κατάσταση, που κατ'  ισχυρισμό βιώνει ο αιτητής στη φυλακή λόγω της κατάστασης της υγείας του, μετά που θα είχε περατωθεί η ποινική έφεση και η έκβαση της τυχόν να είναι σε βάρος του.  Δε συντρέχουν όμως τέτοιες περιστάσεις και γι'  αυτό, εισηγείται, τέλος, η παρούσα αίτηση πρέπει να απορριφθεί.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο, είχε την ευκαιρία στο παρελθόν, στο πλαίσιο της πρωτόδικης δικαιοδοσίας του, να ασχοληθεί με δύο συγκεκριμένες υποθέσεις που αφορούν παρόμοια περιστατικά, όπως αυτά που υπάρχουν στην παρούσα υπόθεση.  Πρώτη, χρονολογικά, είναι η υπόθεση Ευαγγέλου (Αρ.2) (1998) 1 Α.Α.Δ. 2088. Στην περίπτωση εκείνη, ο αιτητής για habeas corpus είχε καταδικαστεί από ποινικό δικαστήριο και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δώδεκα (12) μηνών.  Την ίδια ημέρα, καταχώρισε έφεση κατά της εν λόγω απόφασης.  Δεκαπέντε (15) μέρες μετά, καταχώρησε και αίτηση για habeas corpus με την οποία ζητούσε την ακύρωση της απόφασης για φυλάκιση του.  Το Δικαστήριο, αναφερόμενο στη φύση του εντάλματος habeas corpus, σε συνάρτηση με την ύπαρξη υπαλλακτικής θεραπείας και υιοθετώντας τη θέση που επικρατεί, συναφώς, στην Αγγλία ανέφερε στη σελίδα 2090 τα εξής:  «Το ένταλμα Habeas Corpus ad Subjiciendum σε αντίθεση με άλλα εντάλματα, είναι ένα προνομιακό ένταλμα που έχει το χαρακτήρα μιας ασυνήθιστης θεραπείας.  Επειδή το ένταλμα εκδίδεται δικαιωματικά (as of right) όταν ο αιτητής αποδείξει το παράνομο της κράτησης του, η ύπαρξη μιας υπαλλακτικής θεραπείας μπορεί να λεχθεί ότι αποστερεί από τον αιτητή το δικαίωμα να ζητήσει την έκδοση του εντάλματος. Όπως αναφέρεται στο Annual Practice 1958 V.1 1735 και στο Supreme Court Practice 1979 V.1 835,  "It is a writ of right and granted ex debito justitiae, but not as of course and may be refused where another remedy lies whereby the validity of the restraint can be effectively questioned."

 

Το Δικαστήριο, με δεδομένη την ύπαρξη της έφεσης για την οποία, μάλιστα, ο αιτητής δήλωσε ότι είχε καλές πιθανότητες επιτυχίας, απέρριψε την αίτηση για habeas corpus, παρατηρώντας ότι οι λόγοι που προβάλλονταν μέσα από αυτή, θα μπορούσαν να εξεταστούν στο πλαίσιο της έφεσης.

 

Η άλλη υπόθεση είναι η Γεωργιάδης (Αρ.1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 604.    Αφορούσε περίπτωση όπου ο αιτητής σε αίτηση για habeas corpus είχε καταδικαστεί από το Κακουργιοδικείο για σεξουαλικά αδικήματα.  Του επιβλήθηκαν διάφορες ποινές συνολικής διάρκειας 2½ χρόνων.  Καταχώρισε αίτηση για habeas corpus προκειμένου να ελεχθή η νομιμότητα της κράτησης του, όπως είχε ο σχετικός ισχυρισμός, για το λόγο ότι διατάχθηκε καθ'  υπέρβαση δικαιοδοσίας ή και στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία  διεξήχθη κατά παράβαση των διατάξεων του Άρθρου 30.2. του Συντάγματος.  Προβλήθηκε ένσταση εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τη Δημοκρατία. Εγείροντας το θέμα προδικαστικά, εισηγήθηκε ότι η αίτηση για habeas corpus συνιστούσε κατάχρηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.  Τούτο, για το λόγο ότι είχε προηγηθεί η καταχώριση έφεσης εναντίον της καταδίκης του αιτητή, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμούσε. Το θέμα εξετάστηκε με αναφορά στην υπόθεση Δ/ντής των Φυλακών ν. Τζενάρο Περέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217.  Σε εκείνη την περίπτωση απασχόλησε το θέμα της κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας, που αφορούσε στην ανάληψη πέραν του ενός ένδικου μέσου προς επίτευξη του ίδιου, ουσιαστικά, σκοπού.  Λέχθηκαν, με τον πλέον εμφαντικό τρόπο, στη σελίδα 223, σχετικά, τα εξής:

 

«Από τα πολύ παλιά χρόνια έγινε δεκτό ότι η έγερση ή η προώθηση περισσοτέρων της μιας διαδικασιών για την επίτευξη στόχων που μπορεί και έπρεπε να επιδιωχθούν σε μια διαδικασία, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας [βλ. Williams vHunt [1905] 1 Κ.Β. 512]. Στην Πολιτική Έφεση 8894 (αποφασίστηκε στις 28.4.93) [4], η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαπίστωσε ότι: "... Η επίκληση των δικαιοδοσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου ελέγχεται προς αποτροπή κατάχρησης των δικαιοδοσιών. Η επιδίωξη όμοιων σκοπών με την υιοθέτηση παράλληλων ένδικων μέσων ελέγχεται από το Δικαστήριο όπως και γενικότερα η πολλαπλότητα των διαδικασιών για την επίτευξη του ίδιου στόχου. ...".

 

  Στην υπόθεση Γεωργιάδης (Αρ.1), ανωτέρω, το Δικαστήριο υιοθετώντας την πιο πάνω νομολογία σε σχέση με την ενώπιον του υπόθεση, διατύπωσε τη θέση, στη σελίδα 611, ότι:

 

 «Με την επίδικη αίτηση επιδιώκεται μεν φραστικά η απελευθέρωση του αιτητή από τις φυλακές, για να γίνει όμως τούτο πρέπει να κηρυχθεί άκυρη η διαδικασία που οδήγησε στην καταδίκη του, για τους λόγους που επικαλείται ο δικηγόρος του αιτητή, και που συνόψισα πιο πάνω.  Η φράση κλειδί στην υπόθεση Περέλλα, «επιδίωξη κοινών σκοπών», έχει πλατιά σημασία και αγγίζει την ουσία του επιδιωκόμενου σκοπού.  Στην περίπτωση που εξετάζουμε επιδιώκεται η απελευθέρωση του αιτητή, αφού ακυρωθεί προηγουμένως η δίκη λόγω της κατ΄ισχυρισμόν παραβίασης του άρθρου 30.2 του Συντάγματος.  Ο ίδιος σκοπός επιδιώκεται με την έφεση, δηλαδή η απελευθέρωση του αιτητή, εφόσον επιτύχει η έφεση του, με την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο καλείται να ανατρέψει την καταδικαστική απόφαση του κακουργιοδικείου.

 

Η πιο πάνω αρχή υιοθετήθηκε για πρακτικούς αλλά και ουσιαστικούς λόγους.  Η έναρξη πολλαπλών διαδικασιών, ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, στην περίπτωση που εξετάζουμε του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μπορεί να απολήξουν σε διαφορετικές αποφάσεις, είτε ως προς το τελικό αποτέλεσμα ή την αιτιολόγηση τους, κάτι βεβαίως που θα ήταν ολωσδιόλου ανεπιθύμητο, καθώς θα οδηγούσε σε εγκλωβισμό των διαδικασιών και δικαστικό αδιέξοδο.»

 

Ο αιτητής στην παρούσα υπόθεση ζητά την έκδοση εντάλματος habeas corpus, για να αφεθεί ελεύθερος από τη φυλακή όπου εκτίει ποινή φυλάκισης, για το λόγο ότι, η κράτηση του εκεί είναι παράνομη, συνεπεία της κατάστασης της υγείας του, εισηγούμενος, συγχρόνως, το μέτρο του κατ΄ οίκον περιορισμού ως υπαλλακτική λύση. Δεν ζητά να κηρυχθεί παράνομη η καταδίκη του, όπως με τους πλείστους λόγους της έφεσης.  Με το λόγου 12, όμως αυτής, ακριβώς, θέτει θέμα νομιμότητας της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής φυλάκισης, δεδομένου του σοβαρού προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει. Συγκεκριμένα, δηλώνεται σε αυτόν: «Έκδηλα υπερβολική ποινή ή/και αδικαιολόγητη διάκριση κατά την επιβολή ποινής». Τον αιτιολογεί δε ως εξής:  «Υπό τις ιδιάζουσες περιστάσεις της παρούσας ή/και τα σοβαρότατα προβλήματα υγείας του εφεσείοντα ή/και το προσδόκιμο ζωής του ή/και το χρονικό διάστημα που παρέμεινε ο Εφεσείοντας περιορισμένος κατ'  οίκον με ηλεκτρονική παρακολούθηση (πέραν των δύο χρόνων), η ποινή φυλάκισης των οκτώ ετών που του επιβλήθηκε με έναρξη την ημερομηνία καταδίκης του Εφεσείοντα, ήταν έκδηλα υπερβολική ή/και υπήρξε αδικαιολόγητη διάκριση (disparity of sentencing) σε σύγκριση με την ποινή που επιβλήθηκε στον Εφεσείοντα με τους συγκατηγορούμενους του.».

 

Ο αιτητής και στις δύο περιπτώσεις, επιχειρεί να πλήξει τη νομιμότητα της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής φυλάκισης, επικαλούμενος προς τούτο την κατάσταση της υγείας του.  Και είτε αυτή προκειμένου να μειωθεί ή να εξαλειφθεί  εντελώς, όπως εισηγείται με τον πιο πάνω λόγο έφεσης είτε για να τεθεί ο ίδιος υπό το μέτρο του κατ' οίκον περιορισμού, ως η θέση του στο πλαίσια της παρούσας αίτησης.    Θα είχε ίσως σημασία η παρούσα αίτηση αν με το πέρας της έφεσης παρέμεναν ακόμα θέματα που τυχόν να ενέπιπταν στον τομέα της συγκεκριμένης δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αναμφίβολα, όμως, ως έχουν τα πράγματα, ο αιτητής προωθεί συγχρόνως δύο όμοιες, ουσιαστικά, θεραπείες μέσω δύο διαφορετικών διαδικασιών, πράγμα ανεπίτρεπτο, σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία.   Επομένως, η κατάληξη αυτή οδηγεί σε αποτυχία της παρούσας αίτησης.

 

Ίδια θα ήταν η τύχη της υπό εξέταση αίτησης, όμως, και επί της ουσίας. Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Ο αιτητής, παρά το ότι επικαλείται την κακή κατάσταση της υγείας του, εντούτοις δεν αιτείται να αφεθεί ελεύθερος στη βάση αυτή.  Ό,τι ζητά, είναι να αφεθεί ελεύθερος από την κράτηση στη φυλακή και να εφαρμοστεί στην περίπτωση του το μέτρο του κατ'  οίκον περιορισμού που προβλέπεται στο άρθρο 21Β(1)(ε) του Νόμου 62(Ι)/1996.  Σύμφωνα με την πιο πάνω πρόνοια, αυτός πρέπει να είναι «βαριά ασθενής ή κλινήρης»Το Ιατροσυμβούλιο στην έκθεση του αναφέρει ότι, δεν είναι τέτοια η περίπτωση του αιτητή.  Προχωρεί όμως και προσθέτει, εκ περισσού, ότι για λόγους υγειονομικής φύσεως που αναφέρει, γενικώς, ο αιτητής είναι προτιμότερο όπως παραμείνει κατ'  οίκον.  Δεν βρήκε σύμφωνο το Γενικό Εισαγγελέα η εισήγηση αυτή του Ιατροσυμβουλίου.  Όπως επισημαίνει, οι όροι της πιο πάνω εισήγησης του Ιατροσυμβουλίου, δεν εντάσσουν την περίπτωση του αιτητή στις πρόνοιες του Νόμου 62(Ι)/1996, ανωτέρω.  Η ερμηνεία αυτή της πιο πάνω πρόνοιας στο άρθρο 21Β(1)(ε) είναι ορθή. Σημειώνεται δε πως ο αιτητής δεν βασίζει την αίτηση του για habeas corpus και σε οποιαδήποτε άλλα γεγονότα.  Επομένως, αυτή δεν θα μπορούσε να επιτύχει και επί της ουσίας.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.  Δεδομένων των περιστάσεων του αιτητή, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα. 

 

 

 

 

 

                                                            Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

/γκ



[1] 21Β(1)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Κατάταξης δύναται να επιτρέψει σε  κατάδικο που-

 (α)  ......................................

(ε) είναι βαριά ασθενής ή κλινήρης, να εκτίσει μέρος της επιβληθείσας σ' αυτόν ποινής με το μέτρο του κατ' οίκον περιορισμού, με τέτοιους όρους, όπως ήθελε καθορίσει η Επιτροπή Κατάταξης, για όση χρονική περίοδο κρίνεται αναγκαίο βάσει της κατάστασης της υγείας του, η οποία βεβαιώνεται μετά από γνωμάτευση Ιατροσυμβουλίου και τη σύμφωνη Γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα:

Νοείται ότι ο κατάδικος, ο οποίος επιλέγεται και αποδέχεται έκτιση μέρους της ποινής του με κατ' οίκον περιορισμό, θεωρείται ότι τελεί κατά πάντα χρόνο υπό καθεστώς φυλάκισης.

 

[2] 8. Ουδείς υποβάλλεται εις βασανιστήρια ή εις απάνθρωπον ή ταπεινωτικήν τιμωρίαν ή μεταχείρισιν.

[3] 3. Κανείς δεν επιτρέπεται να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.

[4] Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (Αρ.2) (1993) 1 Α.Α.Δ. 248.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο