ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.281/2016)
18 Φεβρουαρίου 2025
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑ ΔΡΑΚΟΥ,
Εφεσείοντας,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΤΣΑΓΓΑΡΗ,
Εφεσίβλητου.
____________________
Α. Μελάς για Κώστας Μελάς και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Χρ. Θεοφίλου (κα) για Α. Chr. Theophilou LLC, για τον Εφεσίβλητο.
____________________
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η αξίωση του Εφεσίβλητου ήταν για ποσό 75.000 στερλινών και Λ.Κ. 50.000 (€85.430) που ισχυριζόταν ότι είχε δανείσει στον Εφεσείοντα την 24.10.1999 και 23.8.2000 αντίστοιχα και που ο τελευταίος παρέλειψε να του επιστρέψει με τόκο, όπως είχε συμφωνηθεί. Η καταβολή των ποσών στους αναφερθέντες χρόνους ήταν παραδεκτή από τον Εφεσείοντα, που ωστόσο προέβαλε ότι τα ποσά είχαν καταβληθεί για την αγορά μετοχών εκ μέρους και για λογαριασμό του Εφεσίβλητου.
Οι διάδικοι ήταν φίλοι και ήταν παραδεκτό από τον Εφεσίβλητο ότι είχε αγοράσει μετοχές εταιρειών του Εφεσείοντα και με την ανάμιξη του και άλλων τρίτων εταιρειών, κατά διάφορες χρονικές περιόδους, όχι όμως με τα επίδικα ποσά, που αφορούσαν δάνεια προς τον Εφεσείοντα.
Οι διάδικοι, πέραν της δικής τους μαρτυρίας, κάλεσαν από ένα μάρτυρα για να ενισχύσουν παραμέτρους της εκδοχής τους. Οι μάρτυρες, μια τραπεζική υπάλληλος εκ μέρους του Εφεσίβλητου και λογίστρια σε ελεγκτικό γραφείο με το οποίο συνεργάζεται ο Εφεσείων εκ μέρους του τελευταίου, κρίθηκαν αμφότερες αξιόπιστες, οι μαρτυρίες τους όμως δεν ήταν καταλυτικές για την έκβαση της αγωγής, που κρίθηκε επί της αξιοπιστίας των διαδίκων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου και απέρριψε την εκδοχή του Εφεσείοντα, που, όπως ανέφερε, είχε «καταρρεύσει λόγω αναξιοπιστίας της». Εξέδωσε, συνεπώς, απόφαση υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον του Εφεσείοντα για τα δύο ποσά, πλέον τόκους και έξοδα.
Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ως εσφαλμένη με πέντε λόγους έφεσης.
Με το λόγο έφεσης 2 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε την αξιοπιστία του Εφεσείοντα «βάσει του ισοζυγίου των πιθανοτήτων και όχι σύμφωνα με δικαστική κρίση για το αξιόπιστο της μαρτυρίας του». Τέτοιο ολίσθημα εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν διακρίνουμε στην απόφαση του. Αντίθετα, διαπιστώνουμε ότι η απόρριψη της μαρτυρίας του Εφεσείοντα ήταν ευλόγως δικαιολογημένη, μετά από διερευνητική προσέγγιση των όσων προέβαλε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε ότι ο Εφεσείων είχε καταθέσει ότι είχε να λαμβάνει Λ.Κ.200.000 από τον Εφεσίβλητο, δεν είχε όμως δικογραφήσει τέτοιο ισχυρισμό, ούτε ανταπαίτηση ή άλλη αγωγή είχε σχετικά εγείρει. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι η θέση του αυτή στερείτο λογικού ερείσματος και δεν γινόταν αποδεχτή. Καταλογίζεται επί τούτου στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι απέρριψε τη μαρτυρία του Εφεσείοντα απλά και μόνο γιατί την θεώρησε αντίθετη με την ανθρώπινη εμπειρία. Επικαλείται ο Εφεσείων τη Mustafa ν. Κακουρή κ.ά. (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 165, 173, όπου αναφέρθηκε ότι: «Ό,τι αποκλείεται, είναι η κρίση της αξιοπιστίας των μαρτύρων με μέτρο το ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Δηλαδή, δεν είναι επιτρεπτό για το δικαστήριο να δεχτεί μαρτυρία ως αξιόπιστη, διότι οι πιθανότητες προς εκεί κατατείνουν. Και το απίθανο μπορεί να είναι αληθινό».
Διαπιστώνουμε ότι η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην κοινή λογική και την ανθρώπινη εμπειρία, ήταν επιβεβαιωτική του ευρήματος του ότι ο Εφεσείων δεν ήταν μάρτυρας της αλήθειας. Καταγράφονται οι λόγοι που οδήγησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο να απορρίψει τη μαρτυρία του Εφεσείοντα και είναι στη συνέχεια που αναφέρεται ότι «Πέραν των πιο πάνω η εκδοχή του [Εφεσείοντα] είναι παράδοξη και αντίθετη με την κοινή λογική και την ανθρώπινη εμπειρία». Επομένως, ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 1, προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η αξίωση αποδείχθηκε, επειδή θεώρησε την εκδοχή του Εφεσίβλητου πιο πιθανή παρά την αντίθετη, δηλαδή εκείνη του Εφεσείοντα, και όχι γιατί η εκδοχή του Εφεσίβλητου ήταν πιο πιθανή παρά όχι. Καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι θεώρησε ότι αποδείχθηκε η αξίωση για το μόνο λόγο ότι κατέρρευσε η εκδοχή του Εφεσείοντα.
Δεν συνέβηκε κάτι τέτοιο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο όχι μόνο απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του Εφεσείοντα, αλλά αποδέχτηκε ως αξιόπιστη την εκδοχή του Εφεσίβλητου ο οποίος είχε καταθέσει ότι είχε δανείσει στον Εφεσείοντα τα δύο ποσά.
Αναφέρεται ακόμα στην αιτιολογία του λόγου ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε την αξιοπιστία των μαρτύρων όχι αυτόνομα αλλά αντιπαραθετικά και συγκριτικά. Ο λόγος έφεσης αφορά και περιορίζεται στο μέτρο απόδειξης που εφαρμόζεται σε αστικές υποθέσεις. Δεν προσβάλλεται με το λόγο η ορθότητα της κρίσης της αξιοπιστίας των διαδίκων και δεν μπορεί ο λόγος να διευρυνθεί μέσα από την αιτιολογία του (Φωκά κ.ά. ν. Haralco & Spantios Developers Ltd, Πολ. Έφ. Αρ.86/2016, ημερ.4.9.2024 και Άζινου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. Αρ.110/2021, ημερ.7.12.2021). Σε κάθε όμως περίπτωση, όπως αναφέρθηκε στη Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1056, 1061: «Η αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν περιορίζεται μόνο στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του καθενός μάρτυρα ξεχωριστά. Είναι επιθυμητό η μαρτυρία να συσχετίζεται, να αντιπαραβάλλεται και να διερευνάται με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων, προσέγγιση η οποία επαυξάνει το κύρος των ευρημάτων του δικαστηρίου και ενισχύει την πίστη του κοινού στη δικαστική αποστολή». Επομένως, και ο λόγος έφεσης 1 απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 3 προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η κατάθεση των ποσών στους λογαριασμούς του Εφεσείοντα αποδείκνυε από μόνη της την υπόθεση του Εφεσίβλητου.
Ούτε αυτό ευσταθεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταγράφει στην απόφαση του ότι η είσπραξη των δύο ποσών ήταν παραδεχτή από τον Εφεσείοντα, όπως καταγράφει και την υπεράσπιση που πρόβαλλε ο Εφεσείων. Αν ήταν της αντίληψης που του αποδίδει ο Εφεσείων, η δίκη θα ήταν αχρείαστη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τον Εφεσίβλητο ως αξιόπιστο μάρτυρα, αποδέχτηκε τη δική του εκδοχή ότι επρόκειτο περί δανείων και γι' αυτό τον δικαίωσε. Ο λόγος έφεσης 3 επίσης απορρίπτεται.
Ούτε ο λόγος έφεσης 4, με τον οποίο καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι θεώρησε ως δεδομένο ότι τα ποσά αφορούσαν δάνεια και ότι αντέστρεψε το βάρος απόδειξης, ευσταθεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε ως ειλικρινή τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου ότι επρόκειτο για δάνεια και γι' αυτό εξέδωσε απόφαση υπέρ του. Σε κάθε περίπτωση, δεδομένης της αποδοχής εκ μέρους του Εφεσείοντα της είσπραξης των δύο ποσών, το αποδεικτικό βάρος είχε μεταφερθεί στους δικούς του ώμους να αποδείξει τους δικογραφημένους ισχυρισμούς του, ότι τα ποσά πληρώθηκαν για αγορές μετοχών και δεν όφειλε να τα επιστρέψει. Ο λόγος έφεσης 4 απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 5 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν κατέγραψε τα ευρήματα του στην απόφαση του, περιοριζόμενο στο εύρημα ότι τα δύο ποσά πληρώθηκαν στον Εφεσίβλητο από τον Εφεσείοντα. Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Είναι σαφές από την πρωτόδικη απόφαση ότι έγιναν αποδεχτές οι θέσεις του Εφεσίβλητου ότι οι δύο πληρωμές αφορούσαν δάνεια προς τον Εφεσείοντα, τα οποία δεν είχαν εξοφληθεί όπως είχε συμφωνηθεί. Επρόκειτο για απλή υπόθεση και η αποδοχή της εκδοχής του Εφεσίβλητου καταδείκνυε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι τα πραγματικά γεγονότα ήταν όπως τα είχε περιγράψει ο Εφεσίβλητος. Επομένως και ο λόγος έφεσης 5 απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.
€4.000 έξοδα της έφεσης, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον του Εφεσείοντα.
Κ. Σταματίου Π.
` Χ. Μαλαχτός, Δ.
Ε. Εφραίμ, Δ.