ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 29/2024)

(i-Justice)

 

29 Ιανουαρίου, 2025

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΑΥΙΔ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΗΜΕΡ. 21.10.2024 ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 139/2024

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/1964)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Α.Δ.Τ. [ ] ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 13, 15, 28, 30, 33 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6, 8, 13, 14 ΚΑΙ 18 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 123, 124 ΚΑΙ 128 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155 ΚΑΙ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ:

 

ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΉ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙKΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΑΠΟ ΤΙΣ 04/07/2024 ΚΡΑΤΟΥΝ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ ΑΙΤΗΤΗ ΓΙΩΡΓΟ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Α.Δ.Τ. [ ], ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ, ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΛΗΡΩΤΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΤΙΜΟΥ, ΠΑΡΑ ΤΟ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΕΚΤΙΣΕΙ ΗΔΗ ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΕΤΟΥΣ ΠΟΙΝΗ ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ, ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ, ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΗΣ ΕΣΔΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

Α. Ε. Ανδρέου, για τον Αιτητή.

Η. Ζησίμου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα.

_________________

   ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:   Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας θα δώσει ο Ιωαννίδης, Δ., και με αυτή συμφωνεί ο Δαυίδ, Δ., ενώ ο Γιασεμής, Δ. θα δώσει διιστάμενη απόφαση.  

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Πλειοψηφίας)

 

    ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- Ο εφεσείων διαπράττει κατά κόρον ποινικά αδικήματα αφού συστηματικά παραβιάζει τις πρόνοιες του περί Κέντρων Αναψυχής Νόμου, Ν.29/1985, ως τροποποιήθηκε, και τις πρόνοιες της Νομοθεσίας που αφορά στην τροχαία κίνηση.  Για τα εν λόγω ποινικά αδικήματα που διαπράττει, του επιβάλλονται, σε διαφορετικές ημερομηνίες, από αρμόδια Δικαστήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας, χρηματικές ποινές, πρόστιμα, τα οποία δεν καταβάλλει.

 

Ο Νόμος μας και συγκεκριμένα ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, προβλέπει, στο Μέρος IV, για τον τρόπο είσπραξης των χρηματικών ποινών που επιβάλλονται από τα Δικαστήρια μας. Πιο συγκεκριμένα, είναι δυνατόν, κάτω από προϋποθέσεις που καθορίζονται στο πιο πάνω Μέρος του Νόμου, το Δικαστήριο να εκδώσει ένταλμα φυλάκισης με το οποίο να φυλακίζεται πρόσωπο που διατάχθηκε να καταβάλει χρηματική ποινή. Το άρθρο 128, του Κεφ. 155, το οποίο τιτλοφορείται «Περίοδος φυλάκισης σε περίπτωση παραπομπής σε φυλάκιση», προνοεί τα ακόλουθα:

 

«128. Όταν πρόσωπο φυλακίζεται όπως προβλέπεται στο Μέρος αυτό, η περίοδος φυλάκισης σε σχέση με οποιοδήποτε ποσό που δεν υπερβαίνει αυτό που εκτίθεται στην πρώτη στήλη του πίνακα που περιλαμβάνεται στο άρθρο αυτό δεν υπερβαίνει την αντίστοιχη περίοδο που εκτίθεται στη δεύτερη στήλη.

 

                                                          ΠΙΝΑΚΑΣ

Πρώτη Στήλη

Δεύτερη Στήλη

£2

5 ημέρες

£5

10 ημέρες

£10

20 ημέρες

£15

1 μήνας

£50

3 μήνες

£100

6 μήνες

£300

1 έτος»

 

   

Το άρθρο 13 του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν.62(Ι)/96, ως αυτός τροποποιήθηκε, κάτω από τον τίτλο «Κρατούμενοι για χρηματικά ποσά», προβλέπει τα ακόλουθα:

 

«13.-(1) Πρόσωπο που φυλακίζεται για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού θεωρείται κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης.

(2)  Όταν ποινή φυλάκισης για αδίκημα ακολουθείται αμέσως από ποινή φυλάκισης για άλλο αδίκημα ή για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού και η ποινή αυτή δε συντρέχει με οποιαδήποτε άλλη ποινή φυλάκισης, η επόμενη ποινή φυλάκισης αρχίζει από τη λήξη της προηγούμενης ποινής φυλάκισης.»

 

Όσον αφορά στα ιδιαίτερα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, θα παραθέσουμε αυτολεξεί το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:    

«Το κοινό και αδιαμφισβήτητο ιστορικό των γεγονότων έχει ως ακολούθως:

 

1)   Εναντίον του Αιτητή εκδόθηκαν συνολικά 120 εντάλματα φυλάκισης για το συνολικό ποσό των €26.000 περίπου, εκ των οποίων τα 105 εκδόθηκαν στα πλαίσια ποινικών υποθέσεων για διάφορα αδικήματα δυνάμει του περί Κέντρων Αναψυχής Νόμου και τροχαίες παραβάσεις, στις οποίες ο Αιτητής είτε δεν εμφανίστηκε είτε δήλωσε παραδοχή.

 

2)  Μεταξύ των ετών 2011 και 2022 δόθηκαν, κατόπιν απόφασης του Προέδρου της Δημοκρατίας και με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα, συνολικά 13 αναστολές εκτέλεσης ενταλμάτων φυλάκισης για έξι μήνες νοουμένου ότι ο Αιτητής θα κατέβαλλε μηνιαίως το εκάστοτε συμφωνηθέν ποσό.

 

3)  Ο Αιτητής φυλακίστηκε πέντε φορές για χρονικές περιόδους κάποιων ημερών και μηνών μεταξύ των ετών 2018 και 2021, κατόπιν εκτέλεσης ενταλμάτων φυλάκισης.

 

4)   Το ένταλμα υπ' αριθμό 16071/2011 το οποίο είχε εκδοθεί στις 18.4.2011 για τη φυλάκιση του Αιτητή για 10½ μήνες εκτός αν πληρωνόταν το σχετικό ποσό, είχε εκτελεστεί στις 26.9.2019 όταν ο Αιτητής παρέμεινε υπό κράτηση από τις 26.9.2019 μέχρι τις 5.12.2019. Η κράτηση του διεκόπη κατόπιν απόφασης του Προέδρου της Δημοκρατίας και της σύμφωνης γνώμης του Γενικού Εισαγγελέα για αναστολή έξι μηνών μέσω διακανονισμού για μηνιαία καταβολή δόσεων.

 

5)  Στις 4.10.2023 εκτελέστηκε το ένταλμα φυλάκισης υπ' αριθμό 12050/2011 το οποίο είχε εκδοθεί στις 5.11.2010 για τη φυλάκιση του Αιτητή για ένα έτος εκτός εάν πληρωνόταν το σχετικό ποσό και ο Αιτητής παρέμεινε υπό κράτηση μέχρι και τις 23.7.2024, ήτοι για ένα έτος όπως αυτό υπολογίζεται από τις Κεντρικές Φυλακές.

 

6)   Στις 23.7.2024, κατόπιν ολοκλήρωσης της εκτέλεσης του ανωτέρω εντάλματος, εκτελέστηκε εκ νέου το ένταλμα φυλάκισης υπ΄ αριθμό 16071/2011. Για το εν λόγω ένταλμα ο Αιτητής είχε εν τω μεταξύ καταβάλει κάποια ποσά το 2013 και το 2016.

 

7)  Το εν λόγω ένταλμα εκτελέστηκε για το υπόλοιπο της ποινής και έκτοτε μέχρι και τον χρόνο καταχώρισης της Αίτησης, ο Αιτητής παραμένει υπό κράτηση, ήτοι συνολικά πέραν του ενός έτους.»  

 

 

 

Αδελφή Δικαστής, ενώπιον της οποίας είχε τεθεί η Αίτηση του εφεσείοντα για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus, απέρριψε την Αίτηση αφού βρήκε, μεταξύ άλλων, πως «Η κράτηση του αιτητή η οποία αποτελεί απότοκο της εκτέλεσης των δύο νομίμως εκδοθέντων ενταλμάτων φυλάκισης το ένα μετά το άλλο, νόμιμα ξεπερνά το ένα έτος, εξακολουθεί να ισχύει και δεν έχει καταστεί παράνομη με οποιονδήποτε τρόπο». 

 

Ο εφεσείων, με δύο λόγους έφεσης, τους οποίους παραθέτουμε αυτολεξεί αμέσως πιο κάτω, προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση:

 

«1ος ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ:

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας τη νομιμότητα της διαδοχικής εκτέλεσης ενταλμάτων φυλάκισης, λόγω απλήρωτων χρηματικών προστίμων, ορθά αποφάσισε μεν ότι, το άρθρο 120 του Κεφ. 155, μιλά για την έκδοση ξεχωριστού εντάλματος για κάθε πληρωμή, χωρίς οπουδήποτε στο Μέρος IV να γίνεται αναφορά στην εκτέλεση μαζί και από κοινού όλων των ενταλμάτων που εκκρεμούν, πλην όμως εσφαλμένα ερμήνευσε ότι, οι σχετικές πρόνοιες αναφορικά με την εκτέλεσή τους αναφέρονται στην εκτέλεση του καθενός ξεχωριστά.

 

2ος ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και/ή αναιτιολόγητα υιοθέτησε την ερμηνεία των Καθ΄ ων η Αίτηση/Εφεσιβλήτων, σε σχέση με το άρθρο 13 του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν.62(Ι)/1996, ότι δηλαδή κάθε ένταλμα φυλάκισης για μη πληρωμή χρηματικού προστίμου, εκτελείται μετά τη λήξη του προηγούμενου εντάλματος καταλήγοντας ότι, η κράτηση του Εφεσείοντα είναι νόμιμη. Ενόψει του σφάλματος αυτού, κατέληξε στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι, ο Εφεσείοντας δεν έχει αποσείσει το βάρος που φέρει, να αποδείξει ότι η κράτηση του, ως εκ της διάρκειας της, έχει καταστεί παράνομη. Το σφάλμα αυτό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το εμπόδισε να διαπιστώσει την παρανομία κράτησης του Εφεσείοντα, μετά τις 23/7/2024 μέχρι σήμερα.»

 

 

Ουκ ολίγες φορές έχει λεχθεί πως η έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum, δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, συνιστά διαδικασία με την οποία επιδιώκεται η άμεση απελευθέρωση ενός αιτητή από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, σε φυλακή ή σε ιδιωτικό χώρο από αρχή ή ιδιώτη (Δημητράκης Χ"Σάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, Καλφοπούλου (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 55 και ΧΧΧ Αl Lakoud v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 77/20, ημερ. 8.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A231). Δεν τίθεται θέμα έκδοσης Εντάλματος Habeas Corpus, όταν ο αιτητής τελεί υπό νόμιμη κράτηση δυνάμει καταδίκης (Ιn re Pantelis Vrakas and Another (1977) 1 C.L.R. 70). 

 

Στη Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 858, η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, και ακυρώνοντας το εκδοθέν ένταλμα Habeas Corpus, σημείωσε τα ακόλουθα ενδιαφέροντα:

 

«Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό, για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης. Ανάληψη εκ μέρους μας δικαιοδοσίας για την αναθεώρηση της ποινής του Νίκου Σαμψών για οποιοδήποτε λόγο, θα συνιστούσε εκτροπή και, συγχρόνως, παραβίαση της αρχής που καθιερώνει το Σύνταγμα και ο νόμος, ότι ο μόνος κριτής της ποινής η οποία επιβάλλεται σε καταδικασθέντα είναι το αρμόδιο δικαστήριο - στην προκείμενη περίπτωση το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας που επελήφθη της υπόθεσης και καταδίκασε τον εφεσίβλητο στις 31/8/76 σε εικοσαετή φυλάκιση. Αναθεώρηση επιβληθείσας ποινής, βάσει του νομικού μας συστήματος, μπορεί να διενεργηθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο έφεσης. Στερούμεθα συνεπώς δικαιοδοσίας να επιληφθούμε του αιτήματος, στην απουσία της οποίας δε θα προβούμε σε καμιά αξιολόγησή του».

 

 

 

Εν προκειμένω, ο εφεσείων στερείται της ελευθερίας του δυνάμει συγκεκριμένων αποφάσεων Δικαστηρίων, τα οποία κατ΄ επίκληση συγκεκριμένων προνοιών του Νόμου, καθόρισαν και επέβαλαν φυλάκιση λόγω παράλειψης του να καταβάλει χρηματικές ποινές οι οποίες του είχαν επιβληθεί από τα Δικαστήρια.  Αυτές οι αποφάσεις, οι οποίες συνιστούν το μόνο έρεισμα που προβλέπεται από το Σύνταγμα για τον περιορισμό της ελευθερίας και την κράτηση καταδίκου, ουδέποτε έχουν προσβληθεί και ουδέποτε έχουν ακυρωθεί. Είναι στη βάση αυτών των αποφάσεων που ο εφεσείων στερείται της ελευθερίας του.

 

Υιοθέτηση εκ μέρους μας των θέσεων του αιτητή, θα ισοδυναμούσε, στο πλαίσιο διαδικασίας έκδοσης Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus, με αναθεώρηση των πιο πάνω αποφάσεων, πράγμα απαράδεκτο.

 

Με τον προσήκοντα σεβασμό, διαφωνούμε με την προσέγγιση του αδελφού Δικαστή, ως αυτή εκτίθεται στην απόφαση μειοψηφίας.  Κατ΄ επέκταση, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θέση του πως                 «η διαδοχική εκτέλεση ενταλμάτων φυλάκισης απολήγει στην παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας του ατόμου». Το ζητούμενο, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, είναι κατά πόσο ο εφεσείων κρατείται παράνομα.

 

Επαναλαμβάνουμε, ο εφεσείων στερείται της ελευθερίας του δυνάμει ισχυρών και νόμιμων δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες εκτελούνται νομίμως. Υιοθέτηση των θέσεων του εφεσείοντα, θα σήμαινε πως κάθε φορά που εναντίον κάποιου εκκρεμούν αρκετά εντάλματα φυλάκισης για χρηματικές ποινές, που επιβλήθηκαν για διαφορετικά ποινικά αδικήματα, αυτά θα πρέπει να εκτελούνται ταυτόχρονα από τις αρμόδιες αρχές, κάτι που ουσιαστικά θα απέληγε σε διαφοροποίηση των ποινών φυλάκισης από τις εν λόγω αρχές και όχι από τα Δικαστήρια. Τούτο, όμως, θα συνιστούσε, όπως λέχθηκε και στη Σαμψών (ανωτέρω), εκτροπή.

 

Ως εκ τούτου, συμφωνούμε με τη θέση της κας Ζησίμου πως «αν η εκτέλεση των ενταλμάτων γινόταν με τον τρόπο που αναφέρει ο Εφεσείοντας τότε το Τμήμα Φυλακών θα ενεργούσε κατά τρόπο παράνομο και ασύμβατο με τις σχετικές διατάξεις του Νόμου, αλλά και των οδηγιών εκάστου Επαρχιακού Δικαστηρίου που εξέδωσε το κάθε ένταλμα φυλάκισης για είσπραξη της συγκεκριμένης χρηματικής ποινής, στην βάση του ύψους της οποίας επιβλήθηκε η αντίστοιχη ποινή φυλάκισης σε έκαστο εξ΄ αυτών.»

 

Εν κατακλείδι, η πρωτόδικη απόφαση, με την οποία απερρίφθη η Αίτηση του εφεσείοντα, κρίνεται ορθή. Αφήνουμε βεβαίως κατά μέρος πως ο εφεσείων δεν κρατείται πλέον δυνάμει των ενταλμάτων φυλάκισης που απασχόλησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά δυνάμει άλλων, εξέλιξη η οποία από μόνη της δεν δικαιολογεί, σήμερα, την έκδοση του αιτούμενου εντάλματος. 

 

Η έφεση απορρίπτεται. Ουδεμία διαταγή για έξοδα.

 

                                  

                                                               Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

                                                               Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου     

 

 

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                      (Πολιτική Έφεση Αρ. 29/2024)

 

29 Ιανουαρίου, 2025

 

[Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Α. ΔΑΥΙΔ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΚΑΤ' ΕΦΕΣΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΔΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 139/2024, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21.10.2024

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/1964)

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Α.Δ.Τ. [ ] ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 13, 15, 28, 30, 33 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6, 8, 13, 14 ΚΑΙ 18 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 123, 124 ΚΑΙ 128 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155 ΚΑΙ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ:

 

ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΉ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙKΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΑΠΟ ΤΙΣ 04/07/2024 ΚΡΑΤΟΥΝ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ ΑΙΤΗΤΗ ΓΙΩΡΓΟ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Α.Δ.Τ. [ ], ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ, ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΛΗΡΩΤΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΤΙΜΟΥ, ΠΑΡΑ ΤΟ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΕΚΤΙΣΕΙ ΗΔΗ ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΕΤΟΥΣ ΠΟΙΝΗ ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ, ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ, ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΗΣ ΕΣΔΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

............................

Α. Ε. Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα

Η. Ζησίμου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

--------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(ΔΙΪΣΤΑΜΕΝΗ)

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.  Με σεβασμό προς την άποψη των αδελφών Δικαστών, υπάρχει διαφωνία ως προς την απόφαση τους για τους λόγους που εξηγούνται στη συνέχεια.   Ο εφεσείων, για μια περίοδο γύρω στο 2010, υπήρξε καθ' έξιν  παραβάτης του Νόμου. Συγκεκριμένα, καταγγέλθηκε και τιμωρήθηκε για σωρεία παραβάσεων του περί Κέντρων Αναψυχής Νόμου καθώς και για τροχαίες παραβάσεις. Σε καμία όμως από αυτές, δεν τιμωρήθηκε με ποινή φυλάκισης.  Τού επιβλήθηκε χρηματική ποινή, σε όλες τις περιπτώσεις.  Όταν ήρθε η ώρα, όμως, αυτός να πληρώσει τις οφειλές του, αποδείχθηκε ανίκανος να ανταποκριθεί.  Τα εντάλματα πληρωμής που είχαν εκδοθεί για το σκοπό αυτό, παρέμειναν απλήρωτα, οπότε εκδόθηκαν εναντίον του εντάλματα φυλάκισης, 120 τον αριθμό, για συνολικό ποσό €26.000.-  Κάποια έχουν εκτελεστεί οπότε ο εφεσείων φυλακίστηκε, συναφώς, για συγκεκριμένες περιόδους.  Σε σχέση με κάποια, έλαβε αναστολή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα.  Όσα από τα πιο πάνω εντάλματα φυλάκισης, δεν έχουν ακόμα εκτελεστεί, και αυτά είναι τα περισσότερα, εκτελούνται διαδοχικά. 

 

Ο εφεσείων, ευρισκόμενος έγκλειστος στις Κεντρικές Φυλακές υπό τις πιο πάνω συνθήκες, καταχώρισε αίτηση για habeas corpus, προς το σκοπό προσβολής της νομιμότητας της φυλάκισης του, η οποία, όμως, απερρίφθη.  Η ευπαίδευτη Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εξέτασε την αίτηση σε πρώτο βαθμό, δεν ικανοποιήθηκε ότι η κράτηση του είναι παράνομη.  Κατά την άποψη της, αυτός έπρεπε να είχε αποδείξει το παράνομο της κράτησης του, εκ πρώτης όψεως, όμως, δεν ικανοποίησε ως προς τούτο, έστω και στο βαθμό αυτό.  Ο εφεσείων, με την παρούσα έφεση και στη βάση δύο σχετικών μεταξύ τους λόγων, ουσιαστικά, εισηγείται πως το Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι τα εντάλματα φυλάκισης εναντίον του, ορθώς εκτελούνται διαδοχικά. Εν ολίγοις, ψέγει το νόμιμο της συγκεκριμένης πρακτικής.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της άσκησης της δικαιοδοσίας του για έκδοση habeas corpus, εξετάζει το νόμιμο της κράτησης προσώπου στη βάση των ενώπιον του δεδομένων.  Εν προκειμένω, το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της εξέτασης που διενήργησε, διαπίστωσε ότι με την ενώπιον του διαδικασία δεν προσβαλλόταν η νομιμότητα των προαναφερθέντων ενταλμάτων φυλάκισης, θέση η οποία είναι, βεβαίως, ορθή. Αναφερόμενο δε στα γεγονότα και στη νομική πτυχή της υπόθεσης, παρατήρησε συναφώς ότι:

«Η κράτηση του Αιτητή προέρχεται από τη διαδοχική εκτέλεση δύο ενταλμάτων φυλάκισης. Από τη στιγμή που η εκτέλεση του εντάλματος υπ'  αριθμό 12050/2011 έχει ολοκληρωθεί με την κράτηση του Αιτητή από τις 4.10.2023 μέχρι τις 23.7.2024, τότε το παρόν Δικαστήριο δεν έχει εξουσία να ασχοληθεί αυτοτελώς και ξεχωριστά με εκείνη την κράτηση. Ουσιαστικά το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει κατά πόσο η αμέσως διαδοχική εκτέλεση άλλου εντάλματος φυλάκισης μετά τη λήξη της φυλάκισης του Αιτητή για το προηγούμενο ένταλμα, η οποία οδηγεί στην κράτηση του για συνολική περίοδο πέραν του ενός έτους είναι παράνομη και αδικαιολόγητη

(Η υπογράμμιση προσετέθη για τονισμό)

 

Βασικά, με τη δεύτερη πρόταση στο πιο πάνω απόσπασμα, το Δικαστήριο, αφού προσδιόρισε το ζήτημα που ήγειρε ενώπιον του ο εφεσείων, πρόσθεσε, συναφώς και τα εξής: «Εκείνο το οποίο αμφισβητεί (ο εφεσείων) είναι τη διάρκεια της κράτησης του η οποία ξεπερνά το ένα έτος και τη νομιμότητα της εκτέλεσης των ενταλμάτων φυλάκισης η οποία είναι διαδοχική και απολήγει στην πιθανότητα φυλάκισης του για συνολικά 120 έτη, κάτι το οποίο, ως ισχυρίζεται, παραβιάζει τα συνταγματικά και νόμιμα δικαιώματα του.»  Σε πλήρη συμφωνία με την ευπαίδευτη συνάδελφο, τούτη, ακριβώς, είναι και η ουσία του πράγματος.  Όπως ο εφεσείων, το έθεσε, ακόμα πιο παραστατικά, εφόσον συνεχίσει χωρίς διακοπή η πιο πάνω πρακτική, θα παραμείνει στη φυλακή πέραν από τον αναμενόμενο χρόνο διάρκειας της ζωής ενός ανθρώπου, εκτός και αν αυτός ζήσει μέχρι την ηλικία των 120 χρόνων.  Τοιουτοτρόπως, το παράπονο του εφεσείοντος επεκτείνεται πέραν της επίδρασης των εν λόγω δύο ενταλμάτων  γεγονός το οποίο το Δικαστήριο φαίνεται να αναγνωρίζει στην απόφαση του.  Επομένως, ορθώς διαπιστώνεται πως ό,τι προσβάλλεται είναι η πρακτική που ακολουθείται όσον αφορά τον τρόπο εκτέλεσης των ενταλμάτων φυλάκισης, σε σχέση με τον εφεσείοντα, που έχει ως αποτέλεσμα αυτός να τελεί αδιαλείπτως υπό κράτηση, έγκλειστος στη φυλακή για αβέβαιο, μάλιστα, χρονικό διάστημα.

 

Το σχετικό Μέρος IV, του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ρυθμίζει το θέμα μέχρι ενός βαθμού. Προβλέπει για τη  φυλάκιση προσώπου διά της εκτέλεσης εναντίον του εντάλματος φυλάκισης, όταν αυτό δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί προς ικανοποίηση εκδοθέντος σε βάρος του εντάλματος πληρωμής.  Ειδικά, το άρθρο 128 προβλέπει, σε σχετικό Πίνακα, το μέγιστο του χρόνου φυλάκισης για χρηματική ποινή μέχρι συγκεκριμένου ποσού.  Για παράδειγμα, προβλέπει πέντε (5) ημέρες φυλάκιση για χρηματική ποινή μέχρι Λ.Κ.2.00, (€3.57) και ένα (1) έτος φυλάκισης για Λ.Κ.300, (€535.08).  Η υπό αναφορά αίτηση, όμως, υπενθυμίζεται, δεν στρεφόταν κατά της νομιμότητας οποιουδήποτε εντάλματος φυλάκισης, αλλά κατά της πρακτικής που ακολουθείται, σε σχέση με την εκτέλεση των ενταλμάτων φυλάκισης που εκκρεμούν σε βάρος του αιτητή. Παρεμπιπτόντως, στρεφόταν κατά του Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών, όπως προκύπτει από τον τίτλο της αίτησης, ως του καθ'  ύλην αρμόδιου για την φυλάκιση του εφεσείοντος. 

 

Ο εφεσείων, λόγω της συγκεκριμένης πρακτικής, βρίσκεται στη φυλακή για αβέβαιο μακρό χρονικό διάστημα. Τούτο, συμβαίνει συνεπεία της φυλάκισής του στη βάση  ενταλμάτων φυλάκισης τα οποία εκτελούνται διαδοχικά, ήτοι σε αδιάσπαστη συνέχεια. Το ίδιο, όμως, θα συνέβαινε και αν αυτά ήταν μόνο δύο εντάλματα.  Συγκεκριμένα,  φυλάκιση για δύο ποσά συνολικού ύψους Λ.Κ.600, (€1.057), δυνατό να απολήγει κατά το άρθρο 128 του Νόμου Κεφ. 155, σε δύο συνεχόμενα έτη στέρησης της ελευθερίας του προσώπου στο οποίο τα εντάλματα φυλάκισης αφορούν.  Πόσο μάλλον που τα διατάγματα, στην περίπτωση του εφεσείοντα, είναι και πολλά.  Σε κάποιο χρόνο αριθμούσαν 120, που σημαίνει ότι αυτός θα ζήσει  το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή. 

 

Στην πραγματικότητα, το θέμα που απασχολεί δεν ρυθμίζεται νομοθετικά, οπότε δεν παρέχεται και εξουσία στο Δικαστήριο να διατάξει όπως η φυλάκιση προσώπου στη βάση δύο ή περισσοτέρων ενταλμάτων φυλάκισης να συντρέχει ή να είναι διαδοχική.  Εμφανώς, από την προαναφερθείσα πρακτική, προκύπτει ότι τούτο επαφίεται στη βούληση του Αρχιδεσμοφύλακα, όπως ακριβώς συμβαίνει εν προκειμένω, στην περίπτωση του εφεσείοντος. Σε αντίθεση και με την πρόνοια στο άρθρο 117 του Νόμου,  Κεφ. 155, όπου στη βάση του εδαφίου (2) αυτού, προβλέπεται ότι ποινή φυλάκισης που επιβάλλεται σε καταδικασθέντα, «εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης ποινής, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά».  Εν ολίγοις, η εξουσία κατά πόσο καταδικασθείς σε δύο ή περισσότερες ποινές φυλάκισης, θα τις εκτίσει  διαδοχικά ή αυτές θα συντρέχουν, επαφίεται στην κρίση του δικαστηρίου.

 

Κατά την εξέταση της υπό αναφορά αίτησης, το Δικαστήριο αναφέρθηκε και στο άρθρο 13 του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν.62(Ι)/1996.  Τούτο προβλέπει τα εξής:

 

«13.-(1) Πρόσωπο που φυλακίζεται για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού θεωρείται κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης.

 

(2)  Όταν η ποινή φυλάκισης για αδίκημα ακολουθείται αμέσως από ποινή φυλάκισης για άλλο αδίκημα ή για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού και η ποινή αυτή δε συντρέχει με οποιαδήποτε άλλη ποινή φυλάκισης, η επόμενη ποινή φυλάκισης αρχίζει από τη λήξη της προηγούμενης ποινής φυλάκισης.» (η υπογράμμιση προσετέθη για τονισμό)

 

Το εδάφιο (1), του πιο πάνω Νόμου, βεβαιώνει το αυτονόητο, ότι στέρηση της ελευθερίας για μη πληρωμή χρηματικής ποινής, συνιστά ποινή φυλάκισης.  Η πρόνοια στο εδάφιο (2), όμως, δεν εξουσιοδοτεί το δικαστήριο να αποφασίζει κατά πόσο σε σχέση με την εκτέλεση ενταλμάτων φυλάκισης, οι ποινές θα συντρέχουν ή θα είναι διαδοχικές. Ωστόσο, έπρεπε, όπως και στην περίπτωση του άρθρου 117 του Νόμου, Κεφ. 155 να υπάρχει νομοθετική πρόνοια η οποία να δίνει εξουσία στο δικαστήριο να αποφασίσει, ανάλογα ως προς τούτο, εκτιμώντας, συγχρόνως, τις περιστάσεις που αφορούν στο πρόσωπο, υποκείμενο των εν λόγω ενταλμάτων. Στην απουσία τέτοιας ρύθμισης, η διαδοχική εκτέλεση ενταλμάτων  φυλάκισης, απολήγει στην παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας του ατόμου. Όσον αφορά τον εφεσείοντα, που αναμφίβολα υπήρξε καθ' έξιν παραβάτης του νόμου, στη βάση της πιο πάνω πρακτικής θα καταλήξει να εκτίνει ποινή φυλάκισης πολύ πέραν αυτής που το ποινικό δικαστήριο θεώρησε πρέπουσα να του επιβάλει σε κάθε περίπτωση, που δεν ήταν και άλλη από την ποινή  προστίμου.   

 

Ανακεφαλαιώνοντας,  διαπιστώνεται ότι η υπό συζήτηση πρακτική δεν έχει οποιαδήποτε νομιμοποίηση.  Τούτο, σε αντιδιαστολή και με την περίπτωση όπου σε ποινικές υποθέσεις ο χρόνος και ο τρόπος έκτισης ποινής φυλάκισης καταδικασθέντος προσώπου, επαφύεται στο δικαστήριο να τα αποφασίσει, η δε απόφαση του υπόκειται  σε έφεση.  Ο εφεσείων, επομένως, έχει οπωσδήποτε, αποδείξει την υπόθεση του εκ πρώτης όψεως, ώστε να δικαιούται του δικαιώματος του, της ελευθερίας.

 

Για τους πιο πάνω λόγους,  η έφεση θα έπρεπε να επιτύγχανε.

 

 

                                                            Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

 

/γκ

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο