ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                     (Πολιτική Αίτηση Αρ. 229/2024)                                                                                                          (i-justice)

9 Ιανουαρίου, 2025

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

                                                           ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ε. Β. ΔΕΑ: [   ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ                                     24ης  ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024 ΚΑΙ ΩΡΑ 13:35, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 387 Π. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27, 28 ΚΑΙ 29 ΚΑΙ ΝΟΜΟ 29/77, ΑΡΘΡΟ 29(3)

    Δ. Τσολακίδης, για τον Αιτητή.

______________________________________________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα Αυθημερόν)

 

 Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενης από Ένορκη Δήλωση του Αστ. 387 Π. Χαραλάμπους της ΥΚΑΝ Λευκωσίας, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (εφεξής Κατώτερο Δικαστήριο) εξέδωσε στις 24/11/2024 Ένταλμα Έρευνας της οικίας, των υποστατικών και οχημάτων του Αιτητή, επί τη βάσει εύλογης υποψίας ότι εντός αυτών υπάρχουν ελεγχόμενα φάρμακα τα οποία συνδέονται με το αδίκημα της παράνομης κατοχής ναρκωτικών.

 

Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για να καταχωρίσει Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας, ημερ. 24/11/2024, αναφορικά με την οικία του στα Πυργά. Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Μιχάλη Κωνσταντίνου, δικηγόρου στο γραφείο της δικηγορικής εταιρείας που εκπροσωπεί τον Αιτητή, ενώ συνοδεύεται και από Έκθεση, ως προβλέπεται από το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Το ουσιώδες μέρος από την Ένορκη Δήλωση του Αστυνομικού που τέθηκε ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου για σκοπούς εξασφάλισης του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας και το οποίο αφορά στην οικία στα Πυργά, είχε ως εξής:

 

«Συγκεκριμένα στις 21/11/2024, λήφθηκε πληροφορία στην ΥΚΑΝ, από αξιόπιστο πληροφοριοδότη, ότι ο Ε. Β., ο οποίος διατηρεί αποθήκη στην περιοχή Πέρα Χωρίου Νήσου, κοντά στην ιδιωτική σχολή φόρουμ, ασχολείται με την εμπορία ναρκωτικών και συγκεκριμένα παραλαμβάνει μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, τις οποίες στο εν λόγω υποστατικό αποθηκεύει, συσκευάζει και στη συνέχεια διακινεί τις ποσότητες αυτές. Ο πληροφοριοδότης είναι πρόσωπο του περιβάλλοντος του Ε. Β. και το οποίο γνωρίζει για την ύπαρξη των ποσοτήτων των ναρκωτικών, καθότι σε επίσκεψη του στις 20/11/2024, στο υποστατικό, είδε ο ίδιος τις συσκευασίες εντός της αποθήκης. Επίσης, σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη, ο Ε. Β. διακινεί τις ποσότητες με τα οχήματα με αριθμό εγγραφής PBP [   ], TOYOTA άσπρο και το βαν με αριθμό εγγραφής PBA [   ].

Από εξετάσεις που έγιναν στο μηχανογραφημένο σύστημα της Αστυνομίας, διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για τον A. O., ΔΕΑ.: [   ], ΗΜ. ΓΕΝΝ.: [  /  /1973], Κούρδος της Τουρκίας και ο οποίος μετονομάστηκε σε Ε. Β. και ο οποίος διαμένει μαζί με την σύζυγο του, Λ. Η., Δ.Τ.: [   ], στην οδό Α. Δ.33Α, στον Στρόβολο και διατηρεί αποθήκη στην οδό Σ. 1Δ, στην Νήσου.

Σε νέα επικοινωνία με τον πληροφοριοδότη, αυτός ανάφερε ότι στην πρόσφατη του επίσκεψη στην αποθήκη που διατηρεί ο Ε.Β. στην Νήσου, είδε πάνω σε ξύλινο τραπέζι μηχανή πλαστικοποίησης, νάιλον σακούλια και ναρκωτικές ουσίες. Επίσης, ο πληροφοριοδότης ανάφερε ότι ο Ε.Β. του εκμυστηρεύτηκε ότι διατηρεί εξοχική κατοικία στο χωριό Πυργά, στην οποία αποκρύβει και άλλες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών.

...............................

Την 23/11/2024 και μεταξύ των ωρών 0800-0900, μέλη της ΥΚΑΝ Λευκωσίας, έθεσαν υπό διακριτική παρακολούθηση, αγροτική περιοχή στο χωριό Πυργά. Κατά την διάρκεια της παρακολούθησης, διαπιστώθηκε ότι στην τοποθεσία Τεκκέ και συγκεκριμένα στο τεμάχιο με στοιχεία Φύλλο/Σχέδιο: 0/2-241-365, Αριθμός Τεμαχίου: [  ], υπάρχει κατοικία, η οποία βρίσκεται στο βάθος του περιφραγμένου χώρου και εντός του περιφραγμένου χώρου, της πιο πάνω οικίας, βρισκόταν σταθμευμένο το όχημα αριθμό εγγραφής ΡΒΡ [  ], μάρκας TOYOTA, χρώματος άσπρου. Ακολούθως, σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, μικρού τύπου οχήματα, προσέγγισαν την πιο πάνω οικία και αφού στάθμευσαν έξω από τον περιφραγμένο χώρο της οικίας, θεάθηκε ο Ε. Β., να προσεγγίζει τα εν λόγω οχήματα από την πλευρά του συνοδηγού, χωρίς να φαίνονται οι κινήσεις του, να συνομιλεί με τον οδηγό και μετά από πάροδο, δύο με τριών λεπτών περίπου, τα οχήματα αναχώρησαν και ο Ε.Β. επέστρεψε πίσω στην οικία. Πράγμα το οποίο παραπέμπει σε παράνομες δοσοληψίες.

.......».

 

Οι Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα για άδεια εξειδικεύονται στην Έκθεση, και θα μπορούσαν να συνοψιστούν, ως ακολούθως: 

1)   Επάρκεια Όρκου: Μελέτη του ΄Ορκου καταδεικνύει ότι η Αστυνομία βασίστηκε σε πληροφόρηση που έχει λάβει από πληροφοριοδότη ο οποίος ανέφερε ότι ο Αιτητής του εκμυστηρεύτηκε ότι διατηρεί εξοχική κατοικία στο χωριό Πυργά, στην οποία αποκρύβει και άλλες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών. Η πληροφορία αυτή είναι γενική και αόριστη και ανεπαρκής ως προς τις λεπτομέρειες της.

2)   Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στερείτο δικαιοδοσίας να εκδώσει το επίδικο Ένταλμα και/ή το εξέδωσε καθ' υπέρβαση των προνοιών των Άρθρων 27 και 28 του Κεφ. 155 και του Άρθρου 15 και 16 του Συντάγματος αφού δεν πληρούνται σωρευτικά οι δύο προϋποθέσεις για την έκδοση Εντάλματος Έρευνας. Συγκεκριμένα, δεν στοιχειοθετείτο η προϋπόθεση της ύπαρξης εύλογης υπόνοιας και της αναγκαίας και απαραίτητης διασύνδεσης της ερευνηθείσας κατοικίας στα Πυργά με την προηγηθείσα αναφορά του πληροφοριοδότη ότι σε εξοχική οικία στα Πυργά αποκρύβει άλλες ποσότητες ναρκωτικών.

3)   Προσωποπαγές Ένταλμα: Μελέτη του Όρκου καταδεικνύει ότι γίνονται αναφορές ως προς τις ενέργειες του ιδίου του Αιτητή, ενώ ουδεμία αναφορά γίνεται ως προς τη σύνδεση της οικίας του με τη διάπραξη των αδικημάτων, ούτε και η πληροφορία συνδέει την οικία του Αιτητή με την αποθήκευση και/ή διατήρηση ναρκωτικών ουσιών.

4)   Η έκδοση του επίδικου Εντάλματος παραβίασε τα Άρθρα 15 και 16 του Συντάγματος και τα αντίστοιχα Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτόκολλου της ΕΣΔΑ και τα αντίστοιχα Άρθρα 7 και 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ορίζουν αυστηρές προϋποθέσεις για την επέμβαση στην ιδιωτική ζωή ενός ατόμου και στην άρση του ασύλου της κατοικίας και, ως εκ τούτου, αποτελεί υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι ο Αιτητής μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου του έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν μέσω γραπτής αγόρευσης. Θα κάνω ειδική αναφορά σε αυτά, όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.

 

Οι αρχές με βάση τις οποίες παρέχεται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος αυτής της μορφής είναι καλά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τέτοια άδεια παρέχεται όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή συζητήσιμη υπόθεση.

 

Η πιο κάτω περικοπή από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2015, ημερ. 29/12/2016, είναι απόλυτα σχετική:

 

«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).

 

Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).» 

 

Είναι, επίσης, νομολογημένο ότι ο έλεγχος σε ζητήματα ενταλμάτων έρευνας λαμβάνει χώρα - και είναι η μόνη οδός - μέσω προνομιακών ενταλμάτων με στόχευση, βεβαίως, τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσης τους (Σιακαλλή (Αρ. 1) (2001) 1 Α.Α.Δ. 282 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κληρίδη, Πολιτική Αίτηση Αρ. 172/2021, ημερ. 13/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D394). Το Certiorari ως δραστικό μέτρο αναχαιτίζει στη ρίζα του το διάταγμα που εκδόθηκε αν προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης προς έκδοση του (Αναφορικά με την Αίτηση του Αρτέμη Κκολού, Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2017, ημερ. 31/1/2017).

 

Ο πυρήνας του Άρθρου 27 του Κεφ. 155 είναι η δεόντως εξουσιοδοτημένη αναζήτηση πράγματος ή πραγμάτων που παρέχουν μαρτυρία ή απόδειξη για αξιόποινες πράξεις. Τα δε βασικά σημεία αναφοράς της εν λόγω πρόνοιας είναι, αφενός τα υπό αναζήτηση αντικείμενα, και αφετέρου ο τόπος ή ο χώρος στον οποίο υπάρχει εύλογη υποψία ή αιτία ότι βρίσκονται τα εν λόγω αντικείμενα ή πράγματα. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση «Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα» (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1014, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων. Προκειμένου δε να εκδοθεί ένταλμα έρευνας με βάση το Άρθρο 27 του Κεφ. 155, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη εύλογης αιτίας συναρτημένης προς τα αντικείμενα για τα οποία επιδιώκεται η ανεύρεση ώστε να τεκμηριώνεται η απαραίτητη προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσεως.

 

Με βάση τα διαλαμβανόμενα στο εν λόγω Άρθρο το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιείται πως, με βάση τον Όρκο που τίθεται ενώπιον του, υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στα υποστατικά του Αιτητή υπάρχει οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθηκε ή υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Η εύλογη υπόνοια είναι του ίδιου του Δικαστή που εκδίδει το ένταλμα, ο οποίος οφείλει να εξαγάγει το δικό του συμπέρασμα με βάση τα γεγονότα όπως αυτά περιέχονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει το αίτημα και να αιτιολογήσει δεόντως την έκδοση του εντάλματος έρευνας, ικανοποιούμενος από τη μαρτυρία που παρουσιάζεται ενώπιόν του ότι η υποψία είναι εύλογη (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Steven James Moran, Πολιτική Έφεση Αρ. 346/2014, ημερ. 31/3/2016 και Ανδρέου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 103/2020, ημερ. 21/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:A164). 

 

Ειδικότερα σε περιπτώσεις που το αίτημα για έκδοση εντάλματος έρευνας αφορά κατοικία, θα πρέπει να είναι κατά νουν οι πρόνοιες του Άρθρου 16.1 του Συντάγματος, μέσω των οποίων διασφαλίζεται το απαραβίαστο της κατοικίας και το οποίο διαλαμβάνει ότι η είσοδος ή έρευνα εντός της κατοικίας δεν επιτρέπεται. Επιτρέπεται μόνο για τους συγκεκριμένους λόγους που παρατίθενται στο εδάφιο (2) του Άρθρου 16 του Συντάγματος «ειμή ότε και όπως ο νόμος ορίζη και κατόπιν δικαστικού εντάλματος δεόντως ητιολογημένου». Όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Χαράλαμπου Σιακαλλή (2001) 1 Α.Α.Δ. 282:

 

«... στην περίπτωση δε κατοικίας είναι μάλιστα αναγκαία η σύνδεση του αντικειμένου με την οικία ώστε να αιτιολογείται δεόντως η έκδοση του εντάλματος όπως απαιτείται από το Άρθρο 16.2. Μόνο όπου η μαρτυρία είναι τέτοια ώστε να δικαιολογεί συγκεκριμένη και εύλογη υποψία ότι το αντικείμενο βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, και όχι απλώς γενική και αόριστη υπόθεση ότι θα μπορούσε να βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, προκύπτει επαρκής σύνδεση με την οικία ή άλλο τόπο του οποίου ζητείται η έρευνα. Άλλως, η παρεχόμενη από το Σύνταγμα και το νόμο προστασία, ιδιαίτερα της κατοικίας, θα απέληγε ευάλωτη και άνευ ουσίας.» 

 

Η αναγκαιότητα προσδιορισμού και διασύνδεσης της έρευνας με συγκεκριμένο τόπο ή χώρο, όπως και με τη διερεύνηση συγκεκριμένου αδικήματος, είναι, επομένως, δεδομένη.

 

Όπως προκύπτει από την υπό κρίση Αίτηση, το παράπονο του Αιτητή περιστρέφεται γύρω από την έκδοση Εντάλματος Έρευνας αναφορικά με την εξοχική οικία του στο χωριό Πυργά.

 

Το ζητούμενο είναι κατά πόσο με βάση τον Όρκο που τέθηκε ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου αποκαλύπτεται μαρτυρία που να στοιχειοθετεί, σε αυτό το στάδιο, εύλογη πιθανότητα σε σχέση με την αναφερόμενη οικία. Όπως καταγράφεται στο Σύγγραμμα του Γεώργιου Μ. Πική, Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, Δεύτερη Αναθεωρημένη Έκδοση, σελ. 69, με αναφορά στις πρόνοιες του Άρθρου 27 του Κεφ. 155, «η πιθανότητα ύπαρξης οποιουδήποτε τεκμηρίου στα υποστατικά, συνδεομένου με τη διάπραξη του αδικήματος, αποτελεί ικανοποιητικό λόγο για την έκδοση εντάλματος». Περί πιθανότητας, λοιπόν, ο λόγος, η οποία, ασφαλώς, πρέπει να είναι εύλογη υπό τις περιστάσεις. 

 

Η ύπαρξη εύλογης υποψίας είναι το κρίσιμο ζητούμενο και εναπόκειτο στο Κατώτερο Δικαστήριο στο πλαίσιο εξέτασης του αιτήματος αυτής της μορφής να ικανοποιηθεί, στη βάση της ενώπιον του μαρτυρίας και εξάγοντας το δικό του συμπέρασμα περί της αποκάλυψης εύλογης υπόνοιας. Τότε και μόνο νομιμοποιείται στην έκδοση του εντάλματος. Το βάσιμο της εύλογης αιτίας συναρτάται απόλυτα με το περιεχόμενο του Όρκου που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Η ανάγκη παρουσίασης ενός είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας, βεβαίως δεν σημαίνει καταγραφή στοιχείων με αποδεικτική αξία σε υψηλό επίπεδο. (Βλ. C.P.S. Freight Services Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2014, ημερ. 29/2/2016). Έστω και σε χαμηλό επίπεδο όμως, πρέπει να δοθούν στοιχεία και όχι απλά συμπεράσματα ή καταλήξεις.

 

Σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό,  αφού λήφθηκε αρχικά πληροφορία στην ΥΚΑΝ από πληροφοριοδότη, ο οποίος, όπως σημειώνεται, είναι άτομο του περιβάλλοντος του Αιτητή, σχετικά με την αποθήκη που διατηρεί ο Αιτητής στο χωριό Νήσου, σε νέα επικοινωνία της ΥΚΑΝ με τον πληροφοριοδότη, ο τελευταίος ανέφερε ότι ο Αιτητής του εκμυστηρεύτηκε ότι διατηρεί εξοχική κατοικία στο χωριό Πυργά, «στην οποία αποκρύβει και άλλες ποσότητες ναρκωτικών ουσιών».

 

Ισχυρίζεται ο Αιτητής μέσω του 1ου και του 2ου Λόγου ότι η πληροφορία που εξασφάλισε η Αστυνομία ήταν γενική και αόριστη και ανεπαρκής ως προς τις λεπτομέρειες της και ότι η μοναδική αναφορά που γίνεται στον Όρκο περί ύπαρξης ναρκωτικών ουσιών στην οικία του Αιτητή στα Πυργά, ήταν μόνο ο γενικός και αόριστος ισχυρισμός ότι ο Αιτητής το εκμυστηρεύτηκε σε κάποιο «αξιόπιστο πληροφοριοδότη». Μέσω δε του 3ου Λόγου ο Αιτητής διατείνεται ότι η μοναδική πληροφορία που είχε ενώπιον του το Κατώτερο Δικαστήριο ήταν ότι ο Αιτητής διαμένει στη συγκεκριμένη κατοικία και ότι είναι σε αυτή τη βάση που εκδόθηκε το  Ένταλμα Έρευνας και χωρίς τη διασύνδεση της οικίας με τη διάπραξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος.

 

Το Δικαστήριο δεν συγκλίνει με τις πιο πάνω θέσεις.

 

Εν προκειμένω, η Αστυνομία αναφέρθηκε σε συγκεκριμένο πληροφοριοδότη ο οποίος πληροφόρησε την ΥΚΑΝ για τα πιο πάνω. Επρόκειτο, επομένως, για πληροφορία η οποία είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο και η οποία προήρχετο από άτομο του περιβάλλοντος του Αιτητή και συνέδεε την οικία του Αιτητή στο χωριό Πυργά με την απόκρυψη, σε αυτή, συγκεκριμένων αντικειμένων, ήτοι ναρκωτικών ουσιών. Αφορούσε, δε, σε πληροφόρηση που το άτομο αυτό είχε λάβει απευθείας από τον Αιτητή. Δεν επρόκειτο, δηλαδή, για γενικά και αόριστα συμπεράσματα του πιο πάνω πληροφοριοδότη.

 

Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Νεοκλέους, Πολιτική Αίτηση Αρ. 182/2021, ημερ. 29/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D429, σημειώθηκαν τα ακόλουθα:  

 

«Ως προς το περιεχόμενο του όρκου του αστυφύλακα αναφορικά με τη μαρτυρία που υπάρχει, πρόκειται για γεγονότα που απεκάλυψε στην Αστυνομία άτομο που εργαζόταν μαζί με τον αιτητή σε νυχτερινό κέντρο στην Αγία Νάπα και ότι ανέφερε είναι γεγονότα που ο ίδιος αντιλήφθηκε. Δεν πρόκειται για γενικά και αόριστα συμπεράσματα ενός πληροφοριοδότη, όπως εισηγήθηκε ο αιτητής, παρά το ότι θα μπορούσε να ήταν πιο λεπτομερής

                               

                                       (Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

Υπό αυτά τα δεδομένα, η μαρτυρία που είχε ενώπιον του το Κατώτερο Δικαστήριο αποτελούσε επαρκή βάση για τη δυνατότητα έκδοσης του επίδικου Εντάλματος Έρευνας. Πέραν της εν λόγω πληροφορίας και στο πλαίσιο διερεύνησης της, στον Όρκο είχε τεθεί και μαρτυρία αναφορικά με παρακολουθήσεις της συγκεκριμένης οικίας από μέλη της ΥΚΑΝ. Από αυτές διαπιστώθηκε ότι σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, οχήματα προσέγγισαν την πιο πάνω οικία και, αφού στάθμευσαν έξω από τον περιφραγμένο της χώρο, θεάθηκε ο Αιτητής να προσεγγίζει τα εν λόγω οχήματα από την πλευρά του συνοδηγού, χωρίς να φαίνονται οι κινήσεις του, να συνομιλεί με τον οδηγό και μετά από πάροδο, δύο με τριών λεπτών περίπου, τα οχήματα να αναχωρούν και ο Αιτητής να επιστρέφει πίσω στην οικία. Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι η μαρτυρία αυτή αναφορικά με τις παρακολουθήσεις, από μόνη της, δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει εύλογη υποψία ότι στην κατοικία του Αιτητή θα ανευρίσκονταν ναρκωτικά. Είναι σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία που θα μπορούσε να έχει αυτή τη δυναμική.

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω δεδομένων, η μαρτυρία του πληροφοριοδότη από μόνη της, αλλά και σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία, αποτελούσε επαρκή βάση για τη δυνατότητα έκδοσης του επίδικου Εντάλματος Έρευνας.

 

Ως εκ τούτου οι Λόγοι 1, 2 και 3 δεν είναι βάσιμοι και απορρίπτονται.

 

Με τον 4ο Λόγο καταλογίζεται στο Κατώτερο Δικαστήριο ότι με την έκδοση του υπό κρίση Εντάλματος παραβίασε τα δικαιώματα του Αιτητή που αφορούν στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή. Τέτοιο ζήτημα θα προέκυπτε μόνο αν η έκδοση του Εντάλματος για οποιοδήποτε από τους Λόγους που είχαν τεθεί δεν ήταν δικαιολογημένη. Δεδομένης, ωστόσο, της απόρριψης των Λόγων 1 - 3 και της μη διαπίστωσης ύπαρξης συζητήσιμου θέματος σε σχέση με τα ζητήματα που εγείρονται σε αυτούς, καθώς και της μη προώθησης, στο πλαίσιο του εν λόγω Λόγου, οτιδήποτε που να υποστηρίζει την πιο πάνω θέση, είναι φανερό πως ο 4ος Λόγος παρέμεινε άνευ οποιουδήποτε περιεχομένου και ερείσματος.

 

Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω κρίνεται ότι δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση προς ικανοποίηση του αιτήματος για παροχή άδειας.

 

Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

                                               Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο