ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.217/2016)
28 Ιανουαρίου 2025
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Δ. Ν. ΦΑΚΟΝΤΗΣ ΛΤΔ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΟΣΚΗΠΟΥ,
Εφεσίβλητου.
____________________
Σ. Μάτσας, για την Εφεσείουσα.
Α. Κορακίδου Μακρίδου για Aristi Korakidou-Makridou LLC, για τον Εφεσίβλητο.
____________________
Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Με πέντε λόγους έφεσης, η Εφεσείουσα εταιρεία προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αξίωση της εναντίον του Εφεσίβλητου Δήμου Γεροσκήπου.
Η Εφεσείουσα αξίωνε αποζημιώσεις για παράνομη κατακράτηση και ζημιές, σε σχέση με πέντε μηχανοκίνητα οχήματα, δύο πλαίσια (σασίν) οχημάτων και ένα κιβώτιο ταχυτήτων οχήματος, ιδιοκτησίας της ή που κατείχε, τα οποία ο Εφεσίβλητος μετακίνησε και τοποθέτησε σε περιφραγμένο χώρο υπό τον έλεγχο του, χωρίς την έγκριση της. Κατά τον Εφεσίβλητο, τα οχήματα βρίσκονταν εγκαταλελειμμένα σε χώρους, εντός των ορίων του Δήμου, και δεν μετακινήθηκαν από την Εφεσείουσα, παρά τις σχετικές ειδοποιήσεις του Δήμου. Υποστήριξε, συναφώς, ότι είχε ενεργήσει σύμφωνα με τις εξουσίες που του παρείχε το άρθρο 92Α των περί Δήμων Νόμων του 1985 μέχρι 2004,[1] ακολουθώντας τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Ο Εφεσίβλητος δεν παραδεχόταν τη μετακίνηση των λοιπών αντικειμένων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία των ουσιαστικών μαρτύρων της Εφεσείουσας και αποδέχτηκε τη μαρτυρία όλων των μαρτύρων του Εφεσίβλητου. Προέβηκε σε ευρήματα ως προς τα πραγματικά γεγονότα, στη βάση των οποίων διαπίστωσε ότι τα οχήματα έφεραν τέτοια χαρακτηριστικά ώστε εύλογα κρίθηκαν ως εγκαταλελειμμένα, οπόταν, παρελθούσης της προθεσμίας που είχε τεθεί με τις ειδοποιήσεις του Εφεσίβλητου, για τις οποίες η Εφεσείουσα είχε λάβει γνώση, ο Εφεσίβλητος νομιμοποιείτο να τα μετακινήσει. Καθ' όσον αφορά τα άλλα αντικείμενα, αποφάνθηκε ότι κανένα από αυτά δεν είχε μετακινηθεί από τον Εφεσίβλητο.
Συμπλήρωσε πως, κι' αν ακόμα είχε κριθεί ότι ο Εφεσίβλητος είχε παρανομήσει, η αγωγή και πάλι θα απορριπτόταν γιατί η μαρτυρία που προσέφερε η Εφεσείουσα για τις ζημιές της είχε απορριφθεί.
Πρώτος θα μας απασχολήσει ο λόγος έφεσης 3, με τον οποίο η Εφεσείουσα διατείνεται ότι εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη μαρτυρία που δεν περιλαμβανόταν στο δικόγραφο της Υπεράσπισης και που ήταν άσχετη με τα επίδικα θέματα.
Εκ προοιμίου αναφέρουμε ότι η μαρτυρία δεν πρέπει να περιλαμβάνεται στη δικογραφία, η οποία πρέπει να εμπεριέχει μόνο τα ουσιώδη γεγονότα κατά τρόπο συνοπτικό (Δ.19, Θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας). Μάλιστα, αν παρεισφρύσει μαρτυρία στα δικόγραφα, αυτή θα πρέπει να διαγραφεί (Παγκύπριος Ετ. Αρτοποιών Λτδ ν. Σαββίδη (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 685, 689). Επομένως, για να είναι η μαρτυρία αποδεκτή (admissible) ό,τι απαιτείται να έχει δικογραφηθεί είναι ο σχετικός ισχυρισμός που η μαρτυρία προσφέρεται για να τεκμηριώσει και ασφαλώς όχι η ίδια η μαρτυρία.
Η μαρτυρία για την οποία παραπονείται η Εφεσείουσα, δόθηκε από την εκτελεστική μηχανικό του Εφεσίβλητου Δήμου (Μ.Υ.3) και αφορούσε στο ότι δεν υπήρχαν άδειες για χώρους στάθμευσης στο τεμάχιο 352, στην οδό Αρχ. Μακαρίου Γ', αρ.88, στη Γεροσκήπου. Πρόκειται για το χώρο όπου η Εφεσείουσα ασκούσε τις εργασίες της και ήταν η μαρτυρία του διευθυντή της (Μ.Ε.1) ότι κάποια από τα οχήματα που μετακινήθηκαν, ευρίσκονταν σταθμευμένα σε χώρους στάθμευσης εντός του τεμαχίου 352, σε ιδιωτικό, δηλαδή, χώρο. Ο σχετικός ισχυρισμός προβαλλόταν στην Έκθεση Απαίτησης, στην οποία αναφερόταν ακόμη ότι τα οχήματα ήταν εκεί «σταθμευμένα-ακινητοποιημένα, κατόπιν αδείας από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, Τμήμα Οδικών Μεταφορών».
Η δοθείσα από τη μηχανικό του Δήμου μαρτυρία σκοπό είχε να διαψεύσει το διευθυντή της Ενάγουσας και, εφόσον κρίθηκε αξιόπιστη, δικαιολογημένα λήφθηκε υπόψη. Επομένως, ο λόγος έφεσης 3 απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 2 προβάλλεται ότι εσφαλμένα και αυθαίρετα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε ευρήματα που δεν στηρίζονταν και ήταν αντίθετα με την προσκομισθείσα μαρτυρία.
Η μαρτυρία την οποία επικαλείται η Εφεσείουσα προέρχεται από τους Μ.Ε.1, 2 και 3, τους οποίους το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε αναξιόπιστους. Ισχυρισμός για εσφαλμένα ή αυθαίρετα ευρήματα, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί στη βάση ότι αυτά δεν συνάδουν με μαρτυρία που έχει απορριφθεί. Στην αιτιολογία του λόγου προβάλλεται ότι εσφαλμένα οι Μ.Ε.2 και 3 κρίθηκαν αναξιόπιστοι, όμως τέτοια θέση δεν μπορεί να εξεταστεί. Στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αργυρίδη, Εφ. Αρ.2/2024, ημερ.17.12.2024, του Δευτεροβάθμιου Εκλογοδικείου, με αναφορά σε προγενέστερη νομολογία, επισημάνθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι «δεν είναι επιτρεπτή η διεύρυνση του λόγου μέσα από την αιτιολογία του, που στοχεύει και περιορίζεται στην αιτιολόγηση των όσων ο ίδιος ο λόγος έφεσης εγείρει». Για τον ίδιο λόγο, δεν θα μπορούσε να απασχολήσει η εγειρόμενη, σε άλλο σημείο της αιτιολογίας του ιδίου λόγου, προσβολή του ευρήματος ότι οι Μ.Υ.1, 2 και 5 ήταν αξιόπιστοι.
Δεν έχει υποδειχθεί εύρημα γεγονότος το οποίο να μην εδράζεται επί μαρτυρίας που έγινε αποδεχτή ως αξιόπιστη ή εύρημα γεγονότος το οποίο να είναι αντίθετο ή ασυμβίβαστο με τέτοια μαρτυρία. Επομένως και ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 1 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε το Νόμο εσφαλμένα και εσφαλμένα τον εφάρμοσε στα γεγονότα της υπόθεσης. Εγείρονται ζητήματα που αφορούν όλες τις προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 92Α των Νόμων.[2] Το μηχανοκίνητο όχημα πρέπει να παραμένει εγκαταλελειμμένο σε δημόσιο δρόμο ή σε ανοικτό δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, δηλαδή «μη περιφραγμένο χώρο που αποτελεί ιδιωτική ιδιοκτησία» (άρθρο 92Α(6)(β)) για χρονική περίοδο μεγαλύτερη από τρεις εβδομάδες.
Σύμφωνα με την αιτιολογία του λόγου, δεν αποδείχθηκε ότι τα πέντε οχήματα που μετακινήθηκαν βρίσκονταν σε δημόσιο δρόμο ή σε ανοικτό δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο. Αναφέρεται ότι τα δύο, με αρ. εγγραφής NY860 και WJ626, βρίσκονταν σε χώρο όπου η Εφεσείουσα πωλούσε οχήματα, ενώ τα άλλα τρία, με αρ. εγγραφής BAM696 και EHZ856 και ένα μάρκας Dacia (χωρίς αριθμό εγγραφής), σε ιδιωτικό περιφραγμένο χώρο ιδιοκτησίας του διευθυντή της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ότι τα πρώτα δύο δεν ήταν στις προθήκες, σε χώρο στάθμευσης ή σε βιτρίνα των καταστημάτων της Εφεσείουσας. Παραλήφθηκαν, όπως ανέφερε, από τον Εφεσίβλητο από την οδό Αρχ. Μακαρίου Γ', αρ.88, στην Γεροσκήπου, το ΝΥ860 από το σημείο που φαίνεται στην φωτογραφία Τεκμ.50 και το WJ 626 από το σημείο που φαίνεται στην πρώτη φωτογραφία του Τεκμ.51. Πρόκειται για ανοικτούς χώρους, παρακείμενους στο δρόμο. Για τα υπόλοιπα τρία, διαπίστωσε ότι παραλήφθηκαν από τον Εφεσίβλητο από την οδό Ευαγόρα Παλληκαρίδη, αρ.17, τεμάχιο 9, στο οποίο κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν υπήρχε κάποιου είδους περίφραξη και το οποίο ήταν ανοικτό σε πρόσβαση.
Το παράπονο της Εφεσείουσας ότι λανθασμένα και αντινομικά το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι ο χώρος στον οποίο εντοπίστηκαν τα οχήματα για τους σκοπούς του Νόμου είναι αδιάφορος, είναι αβάσιμος. Παρερμηνεύτηκε η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο κατέγραψε ότι «. είναι αδιάφορος εφόσον αναφέρεται «σε δημόσιο δρόμο ή σε ανοικτό δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο».», εννοώντας ότι εφόσον εμπίπτει στη μια ή την άλλη περίπτωση δεν είχε σημασία σε ποια.
Καθοριστικής σημασίας είναι η ερμηνεία της λέξης «εγκαταλελειμμένο» στο άρθρο 92Α(1). Η αρχή της γραμματικής ερμηνείας είναι θεμελιακή. Η γραμματική όμως ερμηνεία μπορεί να ποικίλει σε σχέση και με το κείμενο στο οποίο χρησιμοποιείται η λέξη. Δεν είναι πρόσφορο να δοθεί περιοριστική ερμηνεία της λέξης, ούτε και εξαντλητική περιγραφή των περιπτώσεων που μπορεί να καλύπτει και η κάθε υπόθεση θα πρέπει να κρίνεται κάτω από τις δικές της περιστάσεις. Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση της Εφεσείουσας, ότι είναι απαραίτητο συστατικό της εγκατάλειψης, στην έννοια που έχει η λέξη «εγκαταλελειμμένο» στο άρθρο 92Α(1), η απουσία ενδιαφέροντος ή αδιαφορία για την τύχη του οχήματος ή η αποποίηση του οχήματος ως περιουσιακό στοιχείο. Αντίθετα, με την προσδοκία εκμετάλλευσης τους με κάποιο τρόπο και στην απουσία μέρους για την αποθήκευση τους ή προς αποφυγή του σχετικού κόστους, πολλά οχήματα εγκαταλείπονται σε δρόμους ή ανοικτούς χώρους μέχρι να παρουσιαστεί η δυνατότητα ή ευκαιρία. Ούτε η μη χρησιμοποίηση του οχήματος είναι απαραίτητο συστατικό στοιχείο. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου παλιά οχήματα χρησιμοποιούνται για αποθήκευση άλλων αντικειμένων. Όχημα παραμένει «εγκαταλελειμμένο» όταν ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος του το αφήνει σε ένα μέρος. Η εγκατάλειψη διαπιστώνεται με αντικειμενική παρατήρηση και ανεξαρτήτως της διάθεσης του ιδιοκτήτη ή κατόχου του οχήματος. Και η εμβέλεια του νόμου καλύπτει πολύ περισσότερες περιπτώσεις από εκείνες στις οποίες αναμένεται ότι ο οικείος Δήμος θα χρησιμοποιήσει τη σχετική του εξουσία.
Το συμβούλιο του Εφεσίβλητου Δήμου ενημερώθηκε από το Δημοτικό Γραμματέα, κατ' ακολουθία σχετικής πληροφόρησης του τελευταίου από τροχονόμο του Δήμου ότι τα επίδικα οχήματα παρέμεναν εγκαταλελειμμένα. Ο Εφεσίβλητος ενήργησε στη βάση της σχετικής ενημέρωσης την οποία προδήλως αποδέχτηκε ως ακριβή. Στην περίπτωση που διαφαινόταν ότι η ενημέρωση δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, ο Εφεσίβλητος θα είχε παρανομήσει. Η νομιμοποίηση της μετακίνησης, δυνάμει των προνοιών του άρθρου 92Α(1), διέρχεται μέσα από την απόδειξη του γεγονότος ότι των ενεργειών του οικείου Δήμου προηγήθηκε περίοδος μεγαλύτερη των τριών εβδομάδων διαρκούσης της οποίας το όχημα ή αντικείμενο παρέμενε «εγκαταλελειμμένο» σε χώρο όπως καθορίζεται.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του τροχονόμου του Εφεσίβλητου ως προς την εγκατάλειψη των οχημάτων και το χρόνο που βρίσκονταν στην κατάσταση αυτή. Σημείωσε ότι οι περιγραφές ως προς την κατάσταση των οχημάτων ανταποκρίνονταν στις απεικονίσεις στις σχετικές φωτογραφίες που παρουσιάστηκαν. Ορθά λοιπόν αποδέχθηκε ότι τα πέντε οχήματα ήταν εγκαταλελειμμένα για χρονική περίοδο που υπερέβαινε τις τρείς εβδομάδες.
Το επόμενο σημείο που προβάλλεται με το λόγο έφεσης 1 είναι ότι δεν επικολλήθηκε σε κανένα από τα οχήματα «περίοπτη αυτοκόλλητη γνωστοποίηση» και δεν ακινητοποιήθηκαν, όπως προβλέπεται στην παρ.(α) του άρθρου 92Α(1).
Διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι επικολλήθηκε οιαδήποτε γνωστοποίηση σε οιονδήποτε από τα οχήματα. Ο Εφεσίβλητος δεν επικαλείται ότι υφίστατο προς τούτο μαρτυρία. Η Εφεσίβλητη δεν προέβηκε σε εισήγηση ως προς τις συνέπειες της παράλειψης συμμόρφωσης με την υπόψη διάταξη.
Δεν βρίσκουμε ότι οι διατάξεις της παρ.(α) του άρθρου 92Α(1) είναι προϋπόθεση για τη νομιμοποίηση της διαδικασίας για τη μετακίνηση εγκαταλελειμμένου οχήματος από τον οικείο Δήμο. Ο χαρακτηρισμός του οχήματος ως «εγκαταλελειμμένο», μέσω γνωστοποίησης που επικολλάται στο όχημα, δεν είναι καθοριστικός. Σημασία έχει να ικανοποιείται η ουσιαστική προϋπόθεση του εδαφίου (1) ότι το όχημα είναι «εγκαταλελειμμένο». Η παρ.(α) δεν κατοχυρώνει οιαδήποτε δικαιώματα στον ιδιοκτήτη του οχήματος ή άλλο πρόσωπο. Αντίθετα, μετά την επικόλληση και πριν την επίδοση ειδοποίησης με την οποία ζητείται η μετακίνηση του, ενδεχομένως να εμποδίζεται ο ιδιοκτήτης από του να το μετακινήσει, αφού το όχημα μπορεί να θεωρείται ότι περιέρχεται στην κατοχή του συμβουλίου του οικείου Δήμου.
Περαιτέρω, η Εφεσείουσα διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «στάληκαν όλες οι ειδοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 92Α». Παραπονείται ακόμη ότι για τα οχήματα με αρ. εγγραφής WJ626 και NY860 δεν έγιναν δημοσιεύσεις σε δύο άλλα μόνο μία εφημερίδα, ενώ για το όχημα μάρκας Dacia δεν στάλθηκε ειδοποίηση, αλλά ούτε και δημοσίευση έγινε.
Αυτό που το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ήταν ότι η Εφεσείουσα είχε λάβει γνώση όλων των ειδοποιήσεων που στάλθηκαν από τον Εφεσίβλητο. Ότι οι ειδοποιήσεις αυτές στάλθηκαν και παραλήφθηκαν από την Εφεσείουσα αποτέλεσε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα, δεν καλύπτεται από το λόγο έφεσης, εφόσον δεν αφορά ζήτημα ερμηνείας ή εφαρμογής του Νόμου και δεν μπορεί να εξεταστεί. Επρόκειτο για τέσσερις ειδοποιήσεις που αφορούσαν τα οχήματα με αρ. εγγραφής NY860, WJ626, BAM696 και EHZ856. Σε σχέση με αυτά δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε με το ζήτημα της δημοσίευσης σε εφημερίδα, αφού η επιφύλαξη της παρ.(β) του εδαφίου (1) του άρθρου 92Α[3] παραπέμπει σε δυνατότητα για δημοσίευση στην περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατή η επίδοση της ειδοποίησης στον ιδιοκτήτη του οχήματος.
Προκύπτει, ωστόσο, ότι καμιά ειδοποίηση δεν επιδόθηκε και καμιά δημοσίευση δεν έγινε αναφορικά με το όχημα μάρκας Dacia. Ούτε και αναφερόταν στην Υπεράσπιση ότι είχε επιδοθεί τέτοια ειδοποίηση, αφού η δικογραφημένη θέση του Εφεσίβλητου ήταν ότι αγνοούσε την ύπαρξη αυτού του οχήματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προέβηκε σε καμία αναφορά. Προφανώς διέλαθε της προσοχής του. Σε σχέση λοιπόν με το όχημα μάρκας Dacia, η ουσιαστικής σημασίας προϋπόθεση εφαρμογής του Νόμου, για επίδοση σχετικής ειδοποίησης, δεν εκπληρώθηκε. Ως αποτέλεσμα η μετακίνηση του οχήματος αυτού από τον Εφεσίβλητο Δήμο δεν έγινε στο πλαίσιο του Νόμου και δεν ήταν νόμιμη.
Με το λόγο έφεσης 1 καταλογίζεται τέλος στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι παρέλειψε να λάβει υπόψη του ότι τα οχήματα δεν διατέθηκαν από τον Εφεσίβλητο σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου και ότι ο τελευταίος δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα για τη φύλαξη τους με αποτέλεσμα να κλαπούν.
Οι πρόνοιες του άρθρου 92Α(2) παρέχουν στον οικείο Δήμο εξουσίες για τη διάθεση των οχημάτων που μετακινεί. Μάλιστα εφόσον ασκηθούν, ο ιδιοκτήτης του οχήματος χάνει οριστικά την ιδιοκτησία του και δεν λαμβάνει οιονδήποτε ποσό από τυχόν έσοδα που προκύπτουν από τη διάθεση του. Επομένως δεν μπορεί να παραπονείται, ούτε για την μη διάθεση του, αλλά ούτε και να επιρρίπτει ευθύνες σε σχέση με τη φύλαξη του, ζήτημα που εν προκειμένω δεν εγειρόταν ούτε στη δικογραφία, που συμπληρώθηκε την 11.9.2009, δύο και πλέον χρόνια πριν την κλοπή, το Νοέμβριο του 2011.
Η μερική επιτυχία του λόγου έφεσης 1, οριοθετεί την εξέταση του λόγου έφεσης 4, με τον οποίο προσβάλλεται η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε η κατάσταση και αξία των επίδικων οχημάτων, με αναφορά στο όχημα μάρκας Dacia μόνο.
Η σχετική με την αξία του μαρτυρία προερχόταν από το διευθυντή της Εφεσείουσας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε το μάρτυρα αυτό εντελώς αναξιόπιστο, «για ότι κατάθεσε», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε. Διαπίστωσε μάλιστα ότι αυτός παρουσίασε κατά τη δίκη αρκετά παραποιημένα έγγραφα αναφορικά με τα οχήματα και επομένως δικαιολογημένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αισθάνθηκε ότι δεν μπορούσε να αποδεχτεί την αλήθεια του περιεχομένου οιουδήποτε εγγράφου. Ορθά κρίθηκε ότι η μαρτυρία του δεν θα μπορούσε να αποτελέσει υπόβαθρο για να καταλήξει το Δικαστήριο σε εύρημα αναφορικά με την αξία του οχήματος μάρκας Dacia.
Περαιτέρω, απορρίπτεται και ο λόγος έφεσης 5 με τον οποίο προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε στην Εφεσείουσα τα όσα αξίωνε.
Η διαπίστωση παρανομίας εκ μέρους του Εφεσίβλητου, αναφορικά με τη μετακίνηση του οχήματος μάρκας Dacia και παρά την απόρριψη της μαρτυρίας για συγκεκριμένη ζημιά, οδηγεί στο ότι η αγωγή δεν έπρεπε να είχε απορριφθεί. Επομένως, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και εκδίδεται απόφαση υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον του Εφεσίβλητου για ονομαστικές αποζημιώσεις €50. Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος της επιτυχίας της αγωγής, σε σχέση και με την συνολική αξίωση, κρίνουμε ότι θα ήταν ορθό και δίκαιο να μην προβούμε σε διαταγή ως προς τα έξοδα πρωτοδίκως.
Η έφεση επιτυγχάνει ως ανωτέρω.
Λαμβάνοντας υπόψη το εύρος της επιτυχίας της έφεσης, επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον του Εφεσίβλητου €1.500 έξοδα της έφεσης, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.
` Χ. Μαλαχτός, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Ε. Εφραίμ, Δ.
[1] Σήμερα άρθρο 120 των περί Δήμων Νόμων του 2022 έως (Αρ.4) του 2024,.
[2] «Σε περίπτωση, κατά την οποία μηχανοκίνητο όχημα παραμένει εγκαταλελειμμένο σε δημόσιο δρόμο ή σε ανοικτό δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, για χρονική περίοδο μεγαλύτερη από τρεις εβδομάδες, τότε το συμβούλιο-
(α) επικολλά στο όχημα περίοπτη αυτοκόλλητη γνωστοποίηση, στην οποία τούτο χαρακτηρίζεται ως εγκαταλελειμμένο, και το ακινητοποιεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να καθίσταται σαφές ότι τούτο έχει περιέλθει στην κατοχή του συμβουλίου· και
(β) επιδίδει ειδοποίηση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 137, στον ιδιοκτήτη του οχήματος ή, όταν το όχημα βρίσκεται σε ιδιωτικό χώρο, και στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ιδιωτικού χώρου, με την οποία τους καλεί να μετακινήσουν το όχημα μέσα σε τέσσερεις εβδομάδες από την ημερομηνία της ειδοποίησης:»
.
[3] «Νοείται ότι, σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατή η επίδοση της εν λόγω ειδοποίησης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 137, στον ιδιοκτήτη του οχήματος ή στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ιδιωτικού χώρου ή, όταν αυτοί είναι αγνώστου διαμονής, θα θεωρείται ως νόμιμη ειδοποίηση η δημοσίευση της ειδοποίησης σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες παγκύπριας κυκλοφορίας».