ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ.191/2016)

 

 

  22 Ιανουαρίου 2025

 

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

 

 

C.  & S. SMART MOVE DEVELOPERS LTD,

 

Εφεσείουσα,

ν.

 

1.   ΜΙΧΑΛΗ ΦΙΛΙΠΠΟΥ,

2.   ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

____________________

 

Α. Μυλωνάς για Αναστάσιος Μυλωνάς & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα. 

Χ. Τσίγκης, για τους Εφεσίβλητους.

____________________

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Η Εφεσείουσα, εταιρεία πώλησης προκατασκευασμένων κατοικιών, προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αξίωση της εναντίον του ζεύγους των Εφεσίβλητων, για επιπλέον εργασίες που εκτέλεσε, με οδηγίες τους, στην κατοικία που τους πώλησε και εγκατέστησε σε τεμάχιο των τελευταίων.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχτηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του διευθυντή της Εφεσείουσας, αλλά ούτε και αυτή της Εφεσίβλητης 2.  Ο μόνος άλλος μάρτυρας στη δίκη ήταν ο επιμετρητής ποσοτήτων που κοστολόγησε τις «επιπλέον» εργασίες κατ' εντολή της Εφεσείουσας, ο οποίος κρίθηκε αξιόπιστος.  Ως αποτέλεσμα της αξιολόγησης του, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν ήταν σε θέση να διαπιστώσει ποιες εργασίες περιλαμβάνονταν σε εκείνες που η Εφεσείουσα είχε συμφωνήσει να εκτελέσει δυνάμει της συμφωνίας της με τους Εφεσίβλητους και ποιες ήταν επιπλέον.  Απέρριψε έτσι την αξίωση της.

 

Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν μπορούσε να διακρίνει τις επιπλέον εργασίες, προσβάλλεται ως εσφαλμένη με το λόγο έφεσης 1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχτηκε ότι το έγγραφο που παρουσιάστηκε (τεκμ.2) συνιστούσε τους τεχνικούς όρους της συμφωνίας των διαδίκων και αποτελούσε μέρος της.  Ούτε ότι τα αρχιτεκτονικά σχέδια που παρουσίασε ο διευθυντής της Εφεσείουσας (τεκμ.2(1)-(6)) ήταν εκείνα στα οποία γινόταν αναφορά στη συμφωνία.  Είναι η θέση της Εφεσείουσας ότι αυτά ήταν αποδεχτά στη δικογραφία και ότι η επί του προκειμένου μαρτυρία του διευθυντή της Εφεσείουσας δεν είχε αμφισβητηθεί κατά την αντεξέταση του.

 

Με το περίγραμμα αγόρευσης της η Εφεσείουσα παρέπεμψε στην παρ.2 της Υπεράσπισης, στην οποία γίνεται παραδοχή της συμφωνίας.  Καμιά, όμως, παραδοχή δεν γίνεται σε σχέση με οιαδήποτε αρχιτεκτονικά σχέδια ή έγγραφο τεχνικών όρων, στα οποία άλλωστε ουδεμία αναφορά γινόταν στην Έκθεση Απαίτησης.

 

Ούτε ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ότι δεν αντεξετάστηκε ο διευθυντής της Εφεσείουσας σε σχέση με τα αρχιτεκτονικά σχέδια που παρουσίασε.  Του υποβλήθηκε ότι η πρόθεση των μερών ήταν να περιλαμβάνεται και κατοικήσιμος χώρος στη σοφίτα, που δεν περιλαμβανόταν στα σχέδια που είχε παρουσιάσει και που είχαν απορριφθεί από τους Εφεσίβλητους.  Κατά δε την αντεξέταση του, παρουσιάστηκαν και άλλα αρχιτεκτονικά σχέδια, που είχαν αποσταλεί από το εργοστάσιο με το οποίο συνεργαζόταν η Εφεσείουσα (τεκμ.12-15) στα οποία περιλαμβανόταν και κατοικήσιμη σοφίτα.

 

Με το λόγο έφεσης 4 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι εσφαλμένα εξέτασε και έδωσε σημασία στα τελευταία αυτά αρχιτεκτονικά σχέδια, αφού ουδεμία αναφορά σε αυτά γινόταν στην Υπεράσπιση.

 

Τα τελευταία αυτά αρχιτεκτονικά σχέδια, ορθά λήφθηκαν υπόψη για σκοπούς αξιολόγησης της εκδοχής του διευθυντή της Εφεσείουσας ότι τα αρχιτεκτονικά σχέδια που ο ίδιος παρουσίασε αποτελούσαν μέρος της συμφωνίας.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβηκε στη δικαιολογημένη παρατήρηση ότι ο διευθυντής της Εφεσείουσας, που επέμενε ότι τα αρχιτεκτονικά σχέδια που παρουσίασε, Απριλίου του 2009, αποτελούσαν μέρος της συμφωνίας, ουδεμία λογική εξήγηση πρόσφερε γιατί στη συνέχεια, και προτού υπογραφεί η συμφωνία την 26.3.2010, είχαν ετοιμαστεί σωρεία άλλων αρχιτεκτονικών σχεδίων.

 

Επομένως, οι λόγοι έφεσης 1 και 4 κρίνονται αβάσιμοι και απορρίπτονται.

 

Με το λόγο έφεσης 2 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι λανθασμένα αποφάσισε ότι ο μάρτυρας επιμετρητής ποσοτήτων δεν έλεγξε και δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο οι εργασίες που κοστολόγησε περιλαμβάνονταν στη συμφωνία των μερών ή ήταν επιπλέον.  Αυτό, όμως, που διατυπώνεται στην αιτιολογία του λόγου έφεσης είναι ότι ο επιμετρητής διαπίστωσε ότι συγκεκριμένες εργασίες δεν περιλαμβάνονταν στα αρχιτεκτονικά σχέδια (τεκμ.2(1)-(6)) και στους τεχνικούς όρους (τεκμ.2) που το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε ότι αποτελούσαν μέρος της συμφωνίας. 

 

Ο επιμετρητής είχε κριθεί αξιόπιστος, όμως από τη μαρτυρία του δεν μπορούσε να καθοριστεί ποιες εργασίες ήταν επιπλέον της συμφωνίας των μερών.  Όπως σημείωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο ίδιος ο επιμετρητής είχε εξηγήσει ότι η εργασία που επιτέλεσε περιορίστηκε στη μελέτη και κοστολόγηση των εργασιών που καταγράφονταν στην κατάσταση που είχε ετοιμάσει ο διευθυντής της Εφεσείουσας και στη βάση του εγγράφου τεχνικών προδιαγραφών που του παρέδωσε.  Και είχε διευκρινίσει ότι δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο οι εργασίες που κοστολόγησε περιλαμβάνονταν ή όχι στις συμφωνηθείσες.

 

Άλλωστε και στην επιστολή του προς την Εφεσείουσα ο επιμετρητής κατέγραφε ότι: «Επισημαίνεται το γεγονός ότι η πιο πάνω εκτίμηση κόστους περιορίζεται αυστηρά στην εκτίμηση κόστους των εργασιών όπως απαιτούνται από τον Πωλητή και δεν ελέγχει την ορθότητα της απαίτησης εφόσον αυτή υπόκειται σε επιβεβαίωση της με μαρτυρική διαδικασία».

 

  Επομένως, ο λόγος έφεσης 2 επίσης απορρίπτεται.

 

Τέλος, με το λόγο έφεσης 3 η Εφεσείουσα παραπονείται γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν της απέδωσε εύλογη αμοιβή για επιπλέον εργασίες σύμφωνα με την έκθεση του επιμετρητή της.

 

Η θεραπεία της εύλογης αμοιβής (quantum meruit) απορρέει από το δικαίωμα αυτού που προσέφερε υπηρεσίες να αμειφθεί στη βάση σύμβασης να πληρωθεί εύλογη αμοιβή, που εξυπακούεται από την παραγγελία και αποδοχή των υπηρεσιών του (Halsbury's Laws of England, 4η έκδ., Τομ.4, παρ.1350).  Καλύπτει τις περιπτώσεις όπου προσφέρονται υπηρεσίες υπό περιστάσεις που αναδεικνύουν ότι θα γινόταν για αυτές πληρωμή, χωρίς όμως να έχει καθοριστεί συγκεκριμένη αμοιβή (Pollock & Mulla, Indian Contract and Specific Relief Acts, 9η έκδ., σελ.485) και όπου οι υπηρεσίες δεν προσφέρονται χαριστικά (Polyxeni Demou Kyriacou v. The Estate of the Late Katina Petrou (1961) C.L.R. 300, 301) (βλ. ακόμη Βασιλαράς κ.ά. ν. Α/φοί Θράσου & Συνεργάτες (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1754, 1763).

 

Εύλογη αμοιβή αποδίδεται ως θεραπεία εκεί όπου η εργασία που εκτελέστηκε προς όφελος του εναγόμενου διαπιστώνεται, πλην όμως δεν διαπιστώνεται συμφωνία ως προς το ποσό που θα καταβαλλόταν για αυτήν.  Εν προκειμένω, υπήρχε αδυναμία καθορισμού της ίδιας της εργασίας, κατά πόσο δηλαδή είχε εκτελεστεί εργασία (επιπλέον της συμφωνίας) και δεν νοείτο να αποδοθεί εύλογη αμοιβή για άγνωστη εργασία. 

 

Επομένως και ο λόγος έφεσης 3 απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

€3.500 έξοδα της έφεσης, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον της Εφεσείουσας.

 

 

 

 

                                                          Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

                                                          Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.        

 

                                                          Ε. Εφραίμ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο