ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9(3)(γ) ΤΟΥ Ν. 33/1964
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ
(Αίτηση Αρ. 5/2024)
2 Δεκεμβρίου, 2024
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΑΥΙΔ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ
1. ΣΑΒΒΑ ΠΑΣΙΟΥΡΤΙΔΗ
2. ΓΙΑΝΟΥΛΛΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΑΣΙΟΥΡΤΙΔΟΥ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ Ε95/2021, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 08/02/2024, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Μεταξύ:
1. ΣΑΒΒΑ ΠΑΣΙΟΥΡΤΙΔΗ
2. ΓΙΑΝΟΥΛΛΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΑΣΙΟΥΡΤΙΔΟΥ
Εφεσειόντων,
ΚΑΙ
BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LTD
Εφεσίβλητης.
Α. Μαθηκολώνης με Α. Δημητρίου για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης & Σία ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
Ε. Καπφχάμερ (κα) με Στ. Χέττιγκερ (κα) για Χάρης Κυριακίδης ΔΕΠΕ, για την Καθ'ης η Αίτηση.
_____________________________________________________________________
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
_____________________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές, Εφεσείοντες στην αναφερόμενη στον τίτλο Πολιτική Έφεση αρ. Ε95/2021, στην οποία εκδόθηκε Απόφαση από το Εφετείο στις 8/2/2024, καταχώρισαν την υπό κρίση Αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο, επιζητώντας άδεια για να υποβάλουν αίτηση δυνάμει του Άρθρου 9(3)(γ) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων 1964 έως (3) του 2023 (εφεξής «ο Νόμος»).
Η πιο πάνω Απόφαση εκδόθηκε στο πλαίσιο έφεσης εναντίον συνοπτικής απόφασης που εξεδόθη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στο πλαίσιο της Αγωγής με αρ. 1077/2020 εναντίον των Αιτητών και υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση. Ειδικότερα, η Απόφαση αφορούσε σε έκδοση Διαταγμάτων για παύση επέμβασης σε κατοικία (εφεξής «το Ακίνητο») από μέρους των Αιτητών, εκκένωση και παράδοση κενής και ελεύθερης κατοχής αυτού από τους Αιτητές προς την Καθ' ης η Αίτηση, καθώς και δήλωση ότι οι Αιτητές δεν έχουν δικαίωμα να επεμβαίνουν ή εισέρχονται ή εκμεταλλεύονται ή καρπούνται με οποιοδήποτε τρόπο το εν λόγω Ακίνητο.
Για σκοπούς ευχερέστερης αντίληψης της επίδικης Αίτησης και των όσων έπονται, κρίνεται αναγκαία η παράθεση των όσων προηγήθηκαν της πιο πάνω Αίτησης ενώπιον του Εφετείου, όπως αποτυπώνονται στην Απόφασή του.
Η Καθ' ης η Αίτηση παραχώρησε προς τους Αιτητές πιστωτικές διευκολύνσεις προς εξασφάλιση των οποίων οι τελευταίοι υποθήκευσαν το Ακίνητο προς όφελος της Καθ' ης η Αίτηση. Η Καθ' ης η Αίτηση τερμάτισε τις πιστωτικές διευκολύνσεις ισχυριζόμενη μη συμμόρφωση των οφειλετών με τις υποχρεώσεις τους και καταχώρισε την Αγωγή με αρ. 1634/2017 με την οποία αξίωσαν απόφαση για το οφειλόμενο ποσό, καθώς και Διατάγματα εκποίησης των υποθηκών. Ακολούθως, η Καθ' ης η Αίτηση προώθησε τη διαδικασία που προβλέπεται από τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/1965 για εκποίηση του ενυπόθηκου Ακινήτου δια δημοσίου πλειστηριασμού. Οι Αιτητές αντέδρασαν καταχωρώντας την Αίτηση/Έφεση αρ. 40/2019 ζητώντας τον παραμερισμό της Ειδοποίησης Τύπου «ΙΑ» που η Καθ' ης η Αίτηση είχε εκδώσει. Η εν λόγω Αίτηση/Έφεση, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, απερρίφθη στις 30/7/2019. Μετά την έκδοση της απορριπτικής Απόφασης οι Αιτητές έλαβαν αριθμό μέτρων, ήτοι προχώρησαν σε καταχώριση έφεσης αναφορικά με την Απόφαση ημερ. 30/7/2019, καταχώρισαν αίτηση στο πλαίσιο της Αγωγής αρ. 1634/2017 επιδιώκοντας την έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να εμποδίζεται η εκποίηση των υποθηκών και στο πλαίσιο της Αγωγής αρ. 1077/2020 καταχώρισαν αίτηση ζητώντας την αναστολή εκτέλεσης της Απόφασης μέχρι εκδικάσεως της Πολιτικής Έφεσης αρ. Ε95/2021. Οι δύο αιτήσεις απερρίφθησαν μετά από εκδίκαση, ενώ η έφεση κατά της Απόφασης ημερ. 30/7/2019 εκκρεμεί.
Το Ακίνητο τέθηκε σε πλειστηριασμό και, αφού δεν κατέστη δυνατή η πώλησή του, αγοράστηκε από την Καθ' ης η Αίτηση Τράπεζα. Στις 15/5/2020, η Καθ' ης η Αίτηση απέστειλε ειδοποίηση στους Αιτητές πληροφορώντας τους ότι το Ακίνητο είχε εγγραφεί επ' ονόματι της και ζητώντας από τους Αιτητές να της παραδώσουν κενή κατοχή. Οι Αιτητές καταχώρισαν την Αγωγή με αρ. 827/2020 αξιώνοντας αναγνωριστική απόφαση ότι η διαδικασία που είχε προωθηθεί για εκποίηση της υποθήκης ήταν παράνομη, ενώ συνέχισαν να κατέχουν το Ακίνητο και να αρνούνται την παράδοση της κατοχής του στην Καθ' ης η Αίτηση. Η Καθ' ης η Αίτηση καταχώρισε την Αγωγή με αρ. 1077/2020, στο πλαίσιο της οποίας εξεδόθη συνοπτική απόφαση εναντίον των Αιτητών και υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση, και η οποία απόφαση αποτέλεσε το αντικείμενο έφεσης ενώπιον του Εφετείου.
Μετά την έκδοση της Απόφασης του Εφετείου ακολούθησε η καταχώριση από τους Αιτητές της παρούσας Αίτησης, με την οποία ζητούν άδεια για την εκδίκαση «Νομικών Θεμάτων τα οποία προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου», ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου.
Η Καθ' ης η Αίτηση καταχώρισε Ένσταση στη βάση του ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου προνοεί ότι, από την 1η Ιουλίου 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο:
«αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό βάσει αιτήσεως, η οποία υποβάλλεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή οιονδήποτε των διαδίκων κατόπιν αδείας παραχωρουμένης υπό του ιδίου και κατόπιν προηγηθείσας διαδικασίας πολιτικής ή ποινικής εφέσεως επί νομικών θεμάτων τα οποία προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου και συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου, κατά την υπ' αυτού ενασκουμένη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία:
Νοείται ότι, η συμφώνως των πιο πάνω, υποβαλλομένη αίτηση δέον να προσδιορίζει σαφώς τα προκύπτοντα από την οικεία απόφαση νομικά θέματα, ως και τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία τα υποστηρίζοντα το αίτημα, προκειμένου το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφανθεί κατά πόσο θα παραχωρήσει την απαιτούμενη άδεια:
Νοείται περαιτέρω ότι, σε τέτοια περίπτωση η απόφαση του Εφετείου αντικαθίσταται από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Zutphen κ.ά., Αρ. Αίτησης 2/2023, ημερ. 30/1/2024:
«Προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου ότι η δικαιοδοσία αφορά στην επίλυση νομικών θεμάτων. Τα νομικά αυτά θέματα πρέπει να προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου. Περαιτέρω, τα νομικά αυτά θέματα πρέπει να συναρτώνται:
- με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, ή
- με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή
- με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, ή
- ζήτημα γενικής δημόσιας σημασίας, ή
- ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου.
Και η αίτηση για άδεια πρέπει να προσδιορίζει σαφώς τα νομικά αυτά θέματα και επίσης να προσδιορίζει τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που υποστηρίζουν το αίτημα.»
Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Δομίνικου Κολλίτση (Δ.Β.Γ.Κ) v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αίτηση Αρ. 10/2024, ημερ. 11/9/2024, το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου προβλέπει τη δυνατότητα παροχής άδειας για εκδίκαση σε τρίτο βαθμό νομικών ζητημάτων που σαφώς χρήζουν είτε νέας ερμηνείας κατ' απόκλιση από την υπάρχουσα νομολογία, είτε ορθής ερμηνείας όπου η μέχρι στιγμής ερμηνεία δεν είναι σαφής, είτε σαφήνειας όπου υπάρχουν αντικρουόμενες αποφάσεις, είτε αφορά θέμα δημοσίου συμφέροντος.
Στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 2023, με τον Κανονισμό 9(2)(α)(iv) προβλέπεται ότι για τη χορήγηση άδειας επισυνάπτεται έκθεση Νομικών Θεμάτων που προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου, σε ξεχωριστές αριθμημένες παραγράφους και ξεχωριστή αιτιολογία για το κάθε ένα, ενώ στον Κανονισμό 9(2)(β) αναφέρεται ότι στην αίτηση παρατίθενται οι λόγοι για τους οποίους πρέπει να χορηγηθεί άδεια. Περαιτέρω, ο Κανονισμός 14(1)(α) προβλέπει ότι, όπου το Δικαστήριο χορηγεί άδεια, η έκθεση Νομικών Θεμάτων θα αποτελεί το έγγραφο στη βάση του οποίου θα διεξάγεται η ακρόαση. Όπως είχαμε την ευκαιρία να επισημάνουμε σε πρόσφατες Αποφάσεις μας, αυτό σημαίνει ότι το νομικό ζήτημα πρέπει να είναι διατυπωμένο με τρόπο ώστε να καθίσταται ευχερής η εξέταση του ως έχει.
Η πρώτη επιφύλαξη του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου απαιτεί όπως η αίτηση προσδιορίζει σαφώς τα Νομικά Θέματα που προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου, καθώς επίσης τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που τα υποστηρίζουν.
Στην Έκθεση Νομικών Θεμάτων που επισυνάπτεται στην Αίτηση για άδεια καταγράφονται τέσσερα «Νομικά Θέματα» τα οποία συνοδεύονται από αιτιολογία. Αναφερθήκαμε πιο πάνω στην πρωτόδικη και εφετειακή Απόφαση ούτως ώστε με το υπόβαθρο που προκύπτει να μπορούσε να αναδειχθούν, αν αυτό ήταν δυνατόν, τα θέματα που με την υπό συζήτηση Αίτηση προβάλλονται ως τα «Νομικά Θέματα» που προκύπτουν από την Απόφαση του Εφετείου.
Μεταφέρουμε αυτούσια τα εν λόγω «Νομικά Θέματα» - χωρίς την αιτιολογία που τα συνοδεύει - ως εκτίθενται στην Έκθεση Νομικών Θεμάτων της Αίτησης:
«1. Πρώτο Νομικό Θέμα
Το κατά πόσο στη βάση της Δ.18 τα Δικαστήρια οφείλουν να εξετάσουν όλες τις εγειρόμενες υπερασπίσεις και όλους τους εγειρόμενους ισχυρισμούς και απαντήσεις στην απαίτηση.»
«2. Δεύτερο Νομικό Θέμα
Η Απόφαση του Εφετείου και του Πρωτόδικου Δικαστηρίου παραβιάζει το κατά το άρθρο 30 του Συντάγματος δικαίωμα των Αιτητών-Εφεσειόντων να τύχουν δίκαιης δίκης στις προγενέστερες αγωγές 1077/2020 και 1634/2017, ως επίσης και στην αγωγή 827/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Κατά συνέπεια θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η καταχώρηση μεταγενέστερης διαδικασίας και η εξέταση και κατάληξη της συνοπτικά παραβιάζει το δικαίωμα της δίκαιης δίκης εφόσον ανεπίτρεπτα παρέκαμπτε τις προγενέστερες διαδικασίες και προκαταλάμβανε επίδικα σε αυτές ζητήματα και λάμβανε στη νέα αγωγή ως δεδομένα εκείνα που ήδη είναι τα ζητούμενα στις προηγούμενες.»
«3. Τρίτο Νομικό Θέμα
Το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να αποφασίσει το κατά πόσο η καταχώρηση μεταγενέστερης διαδικασίας ήτοι η αγωγή 1077/20 και η εξέταση και κατάληξη της με τη διαδικασία της αίτησης για έκδοση συνοπτικής απόφασης, αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας και παραβιάζει το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη εφόσον ανεπίτρεπτα παρέκαμπτε τις προγενέστερες διαδικασίες «Αγωγή 1634/2017, Αγωγή 827/20, Έφεση 346/19» και προκαταλάμβανε επίδικα σε αυτές ζητήματα και λάμβανε στη νέα αγωγή ως δεδομένα εκείνα που ήδη είναι τα ζητούμενα στις προηγούμενες. Κατά συνέπεια στην πραγματικότητα αποστερούσε το δικαίωμα των Αιτητών-Εφεσειόντων να ακουστούν και ή τους αποστερούσε το δικαίωμα τους για πρόσβαση στη δικαιοσύνη.»
«4. Τέταρτο Νομικό Θέμα
Εξέταση και ερμηνεία των προνοιών του άρθρου 21(1)(γ) του Ν. 9/65 σε συνάρτηση με το δόγμα του Equity of Redemption και κατά πόσο η μη συμμόρφωση του περιεχομένου σύμβασης και δήλωσης υποθήκης και εγγράφου υποθήκης με τις πρόνοιες του άρθρου 21(1)(γ) αποτελεί παρανομία στη συμφωνία υποθήκευσης και επιφέρει την ακυρότητα της υποθήκης στη βάση των άρθρων 23 και 24 του Περί Συμβάσεων Νόμου και της νομολογίας που αφορά την παρανομία σε συμφωνία.»
Εξέταση του «Πρώτου Νομικού Θέματος» αναδεικνύει, κατά πρώτο, ότι αυτό δεν αφορά σε συγκεκριμένο Νομικό Θέμα που προκύπτει από την ίδια την Απόφαση του Εφετείου. Δεν υπήρξε, με άλλα λόγια, οποιαδήποτε τοποθέτηση του Εφετείου στο κατά πόσο, στο πλαίσιο της Δ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, θα πρέπει να εξετάζονται ή όχι όλοι οι εγειρόμενοι ισχυρισμοί και απαντήσεις στην απαίτηση. Κατ' ουσίαν το ερώτημα αποτελεί μορφή συγκεκαλυμμένης περαιτέρω έφεσης σε τρίτο βαθμό εφόσον, όπως προκύπτει από την ίδια την αιτιολογία που συνοδεύει το εν λόγω ερώτημα, αφορά σε κατ' ισχυρισμό σφάλμα του Εφετείου (αλλά και του πρωτόδικου Δικαστηρίου) στη βάση του ότι, ενώ προωθήθηκαν από τους Αιτητές υπερασπίσεις μέσω των οποίων εγείρονταν «περίπλοκα και δυσεπίλυτα ζητήματα τα οποία ήταν αναγκαίο να αξιολογηθούν και να αποφασιστούν μέσα από την κανονική διεξαγωγή της δίκης», αυτές (οι υπερασπίσεις) δεν εξετάστηκαν καθόλου από το Εφετείο.
Πέραν και ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, το ίδιο το ερώτημα που τίθεται ως «Πρώτο Νομικό Θέμα» δεν αποτελεί ζήτημα που χρήζει αποσαφήνισης εφόσον, όπως ορθά επισημάνθηκε από πλευράς των ευπαιδεύτων συνηγόρων της Καθ' ης η Αίτηση, υπάρχει σωρεία πάγιας νομολογίας που αναλύει τις αρχές της Δ.18 έτσι ώστε να μην εγείρεται οποιοδήποτε θέμα για εξέταση από το Ανώτατο Δικαστήριο στην τριτοβάθμια του δικαιοδοσία, είτε αναφορικά με την ανάγκη ορθής ερμηνείας της εν λόγω Διατάξεως, είτε με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, ως είναι οι λόγοι που οι Αιτητές προτάσσουν για σκοπούς χορήγηση άδειας.
Όσον αφορά το «Δεύτερο Νομικό Θέμα» και το «Τρίτο Νομικό Θέμα» όπως αυτά έχουν διατυπωθεί στην Αίτηση, είναι προφανές ότι μέσω τούτων εγείρονται ισχυρισμοί για σφάλματα και λάθη της Απόφασης υπό μορφή λόγων έφεσης και συνοδεύεται από αιτιολογία ένας έκαστος, λαμβάνοντας η Αίτηση, τοιουτοτρόπως, σε σχέση με αυτά τα θέματα, τη μορφή μιας περαιτέρω έφεσης σε τρίτο βαθμό. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά στο «Δεύτερο Νομικό Θέμα» της φράσης «η απόφαση του Εφετείου και του Πρωτόδικου Δικαστηρίου παραβιάζει το κατά το άρθρο 30 του Συντάγματος δικαίωμα των Αιτητών - Εφεσειόντων να τύχουν δίκαιης δίκης στις προγενέστερες αγωγές 1077/2020 και 1634/2017, ως επίσης και στην αγωγή 827/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας». Επιπλέον στην ίδια την αιτιολογία που συνοδεύει το εν λόγω Θέμα καταγράφονται μια σειρά από λόγους για τους οποίους, κατά την άποψη των Αιτητών, η Απόφαση του Εφετείου ήταν εσφαλμένη και ότι παραβίασε το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το δικαίωμα της δίκαιης δίκης. Κατ' ανάλογο τρόπο στο «Τρίτο Νομικό Θέμα» ό,τι βασικά προβάλλεται είναι ο ισχυρισμός των Αιτητών ότι η επικύρωση, από το Εφετείο, της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου για έκδοση συνοπτικής απόφασης στην Αγωγή 1077/2020 αποστέρησε από τους Αιτητές του δικαιώματος της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και να ακουστούν στις προγενέστερες διαδικασίες εφόσον, όπως υποστηρίζεται, προκαταλάμβανε επίδικα θέματα των διαδικασιών αυτών «τα οποία δεν είχαν ακόμα τελεσιδίκως αποφασιστεί από τα αρμόδια Δικαστήρια».
Δεν είναι, όμως, αυτή η τριτοβάθμια δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Κλεοβούλου, Αίτηση Αρ. 6/2023, ημερ. 3/6/2024, «Η δικαιοδοσία δεν αφορά σε έφεση κατά της απόφασης του Εφετείου, πόσο μάλλον επανακρόαση της έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης». Η τριτοβάθμια δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αφορά αποκλειστικά και μόνο νομικά σημεία όπως αυτά προκύπτουν ξεκάθαρα μέσα από την Απόφαση του Εφετείου και όχι κατ' ισχυρισμό λάθη του Εφετείου.
Δεδομένων των πιο πάνω, ό,τι επιχειρείται και ό,τι αξιώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο είναι καινούρια κρίση και μια δεύτερη ευκαιρία επί των γεγονότων της υπόθεσης, ζήτημα το οποίο σαφώς και δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του, όπως αυτή καθορίζεται από το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου. Όπως τονίσθηκε από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στην Αίτηση Αρ. 2/2023, Αναφορικά με την Αίτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. ΕΔΔ 4/2019, ημερ. 31/1/2024 και στο πλαίσιο εξέτασης αιτήματος για άδεια με βάση το αντίστοιχο προς το Άρθρο 9(3)(γ) του Νόμου, Άρθρο 9(2)(γ)[1], η παροχή άδειας στη βάση του εν λόγω Άρθρου δεν συναρτάται με το εσφαλμένο ή μη της Απόφασης που εξεδόθη από το Εφετείο. Ούτε και άπτεται του κατά πόσο το Ανώτατο Δικαστήριο εναρμονίζεται ή όχι με την κρίση του Εφετείου. Εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τη συνδρομή των προϋποθέσεων του εν λόγω Άρθρου.
Σε ό,τι αφορά το «Τέταρτο Νομικό Θέμα» μέσω του οποίου οι Αιτητές επιδιώκουν «εξέταση και ερμηνεία του Άρθρου 21(1)(γ) του Ν. 9/65 σε συνάρτηση με το δόγμα του Equity of Redemption» και «κατά πόσο η μη συμμόρφωση του περιεχομένου σύμβασης και δήλωσης υποθήκης και εγγράφου υποθήκης με τις πρόνοιες του άρθρου 21(1)(γ) αποτελεί παρανομία στη συμφωνία υποθήκευσης και επιφέρει την ακυρότητα της υποθήκης στη βάση των άρθρων 23 και 24 του Περί Συμβάσεων Νόμου», είναι πρόδηλο από την ίδια την αιτιολογία που το συνοδεύει ότι και εδώ εγείρονται, από πλευράς των Αιτητών, σφάλματα και λάθη της Απόφασης υπό μορφή λόγου έφεσης. Όπως, μεταξύ άλλων, αναφέρεται στην αιτιολογία του εν λόγω θέματος «το Πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο ερμήνευσαν λανθασμένα ή και καθόλου τις πρόνοιες του Ν.9/65 οι οποίες εμφανώς σχετίζονται με το δόγμα του Equity of Redemption». Στην υπό συζήτηση περίπτωση το Εφετείο, εξετάζοντας την εισήγηση των Αιτητών αναφορικά με το Equity of Redemption ότι η επίδικη υποθήκη δεν επέτρεπε σε αυτούς να επανακτήσουν την ιδιοκτησία τους όπου η υποθήκη έχει εξοφληθεί, αφού επεσήμανε ότι από το κείμενο της επίδικης υποθήκης δεν προέκυπτε πως εμποδίζετο με οποιοδήποτε τρόπο το δικαίωμα των Αιτητών να ζητήσουν την εξάλειψη της, νοουμένου φυσικά ότι εξοφλήσουν το ενυπόθηκο χρέος, έκρινε ότι η επίκληση, από αυτούς, του δόγματος του Equity of Redemption παρέμενε μετέωρη. Σημειώνοντας, συγχρόνως, ότι δεν είχε αναφερθεί από τους Αιτητές ότι υπήρξε τέτοια εξόφληση ή έστω τέτοιο αίτημα. Είναι, επομένως, σαφές, ότι από την ίδια την Απόφαση του Εφετείου δεν προκύπτει, ούτε εγείρεται, το θέμα που οι Αιτητές προβάλλουν ως «Τέταρτο Νομικό Θέμα».
Ως αποτέλεσμα των όσων πιο πάνω αναφέρθηκαν, είναι η κατάληξη μας ότι δεν τεκμηριώθηκαν οι προϋποθέσεις παροχής άδειας για σκοπούς ενεργοποίησης της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη βάση του Άρθρου 9(3)(γ) του Νόμου.
Η Αίτηση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Καθ' ης η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3000 πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
[1] (γ) αποφασίζει σε τρίτο και τελευταίο βαθμό βάσει αίτησης, η οποία υποβάλλεται από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή οιονδήποτε των διαδίκων, κατόπιν αδείας παραχωρουμένης υπό του ιδίου και κατόπιν προηγηθείσας διαδικασίας αναθεωρητικής εφέσεως επί νομικών θεμάτων προκυπτόντων από την απόφαση του Εφετείου, τα οποία συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή με ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουομένων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου κατά την υπ' αυτού ενασκουμένη αναθεωρητική δικαιοδοσία:
[..]