ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

 

 2 Δεκεμβρίου, 2024

 

 

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 45/2016)

(σχ. με 46/2016)

 

 

THOMAS KYRIAKOU & CO

(LAND PROPERTY DEVELOPERS LTD),

 

Εφεσείοντες/Ενάγοντες,

 

ν.

 

 

                          1. COLIN JAMES DEVLIN

2. DARREN JOHN PAUL DADABHAY

 

Εφεσίβλητων/Εναγόμενων.

 

___________________________________________________________________

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 46/2016)

(σχ. με 45/2016)

 

 

                          1. COLIN JAMES DEVLIN

2. DARREN JOHN PAUL DADABHAY

 

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,

ν.

 

THOMAS KYRIAKOU & CO

(LAND PROPERTY DEVELOPERS LTD),

 

Εφεσίβλητων/Εναγόντων.

 

 

Κ. Καρσού (κα) για Ι. Φράγκος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες στην 45/2016 και Εφεσίβλητους στην 46/2016.

 

Α. Αμοιρίδου (κα) για L.G. Zambartas LLC, για τους Εφεσίβλητους στην 45/2016 και Εφεσείοντες στην 46/2016.

 

___________________________________________________________________

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.:  Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από  τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

_____________________________________________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της Πολιτικής Έφεσης Αρ. 45/2016 είναι η Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (εφεξής πρωτόδικο Δικαστήριο) στην Αγωγή υπ' αρ. 3132/2011 (εφεξής Αγωγή), με την οποία απερρίφθη αίτημα των Εφεσειόντων - Εναγόντων στην Αγωγή - για αναβολή της ακρόασης η οποία ήταν ορισμένη στις 27/11/2015.

 

Η αναφορά στο ιστορικό της διαδικασίας θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση των όσων εγείρονται στην υπό συζήτηση περίπτωση.

 

Η Αγωγή ήταν ορισμένη στις 3/11/2015 για ακρόαση. Οι Εφεσείοντες δεν είχαν μάρτυρα παρόντα για να ξεκινήσουν την υπόθεσή τους, αναφέροντας ότι ο μάρτυρας τους ευρίσκετο στο εξωτερικό και δεν μπορούσε να έλθει. Ζήτησαν αναβολή δηλώνοντας ταυτόχρονα την ετοιμότητα τους, κατ' εκείνο το στάδιο, να προχωρήσουν σε κατάθεση παραδεκτών γεγονότων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέκρινε την αναβολή ώστε να γίνουν διευθετήσεις για να έλθει ο μάρτυρας από το εξωτερικό, ορίζοντας την υπόθεση για ακρόαση σε δύο ημερομηνίες, στις 26 και 27/11/2015, η ώρα 11.00 π.μ. Στις 26/11/2015 οι Εφεσείοντες υπέβαλαν εκ νέου αίτημα αναβολής στη βάση του ότι ο μάρτυρας τους δεν είχε καταφέρει να διευθετήσει την παρουσία του την ημέρα εκείνη, αναφέροντας συγχρόνως ότι αυτός θα βρίσκετο στην Κύπρο την 1/12 μέχρι τις 3/12. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής και αφού δόθηκε λίγος χρόνος στους Εφεσείοντες αυτοί παρουσίασαν δύο μάρτυρες. Με την ολοκλήρωση της μαρτυρίας τους και ενόψει του ότι δεν είχαν άλλους διαθέσιμους μάρτυρες στο Δικαστήριο, ζήτησαν όπως η ακρόαση συνεχιστεί στις 27/11/2015 που ήταν ήδη ορισμένη η υπόθεση. Στις 27/11/2015 ζητήθηκε πάλι από τους Εφεσείοντες αναβολή στη βάση του ότι ο βασικός τους μάρτυρας ευρίσκετο στο εξωτερικό. Σε ερώτηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο αν υπήρχαν και άλλοι μάρτυρες εκτός από το μάρτυρα αυτό, οι Εφεσείοντες είχαν δηλώσει ότι είχαν καταβάλει προσπάθεια την προηγούμενη ημέρα να εντοπίσουν δύο μάρτυρες οι οποίοι, ωστόσο, δεν μπορούσαν να εμφανιστούν εκείνη την ημέρα.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αρχικά αναφέρθηκε σε μια γενική ανασκόπηση του φακέλου της υπόθεσης και στις διάφορες ημερομηνίες που αυτή ήταν ορισμένη, είτε για οδηγίες είτε για ακρόαση, απέρριψε το αίτημα αναβολής στη βάση του ακόλουθου σκεπτικού:

 

«Στις 3.11.2015 οι ενάγοντες δεν είχαν μάρτυρα παρών για να ξεκινήσουν την υπόθεση τους και είχαν αναφέρει ότι ο μάρτυρας τους έρχεται από το εξωτερικό. Ζήτησαν αναβολή και προς εξοικονόμηση χρόνου και προκειμένου να μην απορριφθεί η υπόθεση τους προχώρησαν με σύμφωνη γνώμη των εναγομένων σε σειρά παραδεκτών γεγονότων. Το Δικαστήριο παρά το βεβαρημένο ιστορικό αυτής της υπόθεσης ενέκρινε ξανά αίτημα αναβολής στις 3.11.2015 ώστε να γίνουν διευθετήσεις διά να έρθει αυτός ο μάρτυρας από το εξωτερικό και μάλιστα το Δικαστήριο δέσμευσε 2 μέρες από το πρόγραμμα του ούτως ώστε να έρθει αυτός ο μάρτυρας, να ολοκληρωθεί η εξέταση και αντεξέταση του και να γίνει αυτό κοντά στο Σαββατοκυρίακο προς καλύτερη ευκολία της πλευράς των εναγόντων και για τα λιγότερα έξοδα του μάρτυρα αυτού.

 

 

 

Εγκρίθηκε το αίτημα αναβολής. Η υπόθεση ήταν ορισμένη ξανά χτες για ακρόαση και σήμερα. Να σημειωθεί ότι σ' αυτό το διάστημα μεταξύ 3 Νοεμβρίου μέχρι 26 Νοεμβρίου το Δικαστήριο δεν ενημερώθηκε ότι υπήρξε οποιοδήποτε κώλυμα του μάρτυρα αυτού να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν υπήρξε καμιά ενημέρωση παρά μόνο χτες η ώρα 11:00, την ώρα της ακρόασης όταν υποβλήθηκε εκ νέου αίτημα αναβολής και οι δικηγόροι απεκάλυψαν ότι αυτός ο μάρτυρας δεν ήταν ο μοναδικός μάρτυρας για την πλευρά των εναγόντων. Υπήρχαν και άλλοι μάρτυρες εντός Κύπρου, εκτός από τον μάρτυρα από το εξωτερικό, αλλά η πλευρά των εναγόντων δεν τους κλήτευσε παρόλο που γνώριζε όπως αναφέρει ότι είχε πρόβλημα να παρουσιάσει αυτόν τον μάρτυρα από το εξωτερικό. Δόθηκε χρόνος χτες να παρουσιάσουν άλλους μάρτυρες που βρίσκονται εντός Κύπρου. Αρχικά δόθηκε μισή ώρα και μετά άλλη (μισή ώρα - 40 λεπτά) για να έρθει και ο δεύτερος μάρτυρας. Έσπευσαν οι ενάγοντες να φέρουν 2 μάρτυρες χτες. Αυτοί οι μάρτυρες δεν ήταν μάρτυρες γεγονότων αλλά κλήθηκαν στο Δικαστήριο να δώσουν μαρτυρία μόνο επειδή το αίτημα αναβολής είχε απορριφθεί.

 

Ο πρώτος μάρτυρας ήταν υπάλληλος ή δικηγόρος του γραφείου που κατέθεσε κάποια έγγραφα σχετικά με την υπόθεση τα οποία θα μπορούσαν να κατατεθούν από κοινού και μετά κλήθηκε άλλο πρόσωπο με το όνομα Νικόλας Κυριάκου που δεν είχε προσωπική γνώση των γεγονότων. Αναλώθηκε μεγάλο μέρος του χρόνου του δικαστηρίου με αυτόν τον τρόπο χτες, περιμένοντας τους ενάγοντες να παρουσιάσουν μάρτυρες. Οι ενάγοντες ζήτησαν αναβολή μετά από τον δεύτερο μάρτυρα και ενέκρινα την αναβολή και τους έδωσα την ευκαιρία να παρουσιάσουν τους άλλους μάρτυρες την επομένη. Σήμερα προκύπτει ότι εκτός από αυτόν τον μάρτυρα του εξωτερικού υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί μάρτυρες στην Κύπρο που θα μπορούσαν να είχαν κληθεί αλλά δεν είχαν κλητευθεί έγκαιρα από τους δικηγόρους των εναγόντων. Μου έχουν αναφέρει ότι υπάρχει μαρτυρία αρχιτέκτονα που βρίσκεται στην Κύπρο, αλλά ειδοποιήθηκε χτες να παρουσιαστεί. Υπάρχει εκτιμήτρια που είχε πρόβλημα να παρουσιαστεί διότι δεν ειδοποιήθηκε έγκαιρα ούτε κλητεύθηκε να είναι παρούσα. Ως εκ τούτου και πάλι οι ενάγοντες δεν είναι σε θέση να προχωρήσουν με την ακροαματική διαδικασία αυτής της υπόθεσης και κρίνω ότι υπάρχει παρελκυστική τακτική εκ μέρους των δικηγόρων. Καταρχήν ο λόγος που προβλήθηκε για την απουσία του μάρτυρα από το εξωτερικό και χτες και σήμερα δεν είναι ικανοποιητικός. Δεν τέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου έγκαιρα ότι υπήρχε τέτοιο πρόβλημα να μεταβεί στην Κύπρο για να υπάρχει η δυνατότητα για αλλαγή ημερομηνίας. Ο ίδιος λόγος αναβολής προβλήθηκε και στις 3.11.2015 για να εξασφαλίσουν αναβολή και τότε το Δικαστήριο όρισε δύο μέρες προς ικανοποίηση του αιτήματος των εναγόντων. Δεν έχω οποιαδήποτε στοιχεία ενώπιον μου που να δείχνουν ότι πράγματι ήταν ανυπέρβλητα τα προβλήματα αυτού του προσώπου να έρθει στην Κύπρο, εφόσον οι δικηγόροι του ζήτησαν αναβολή στις 3.11 και ορίστηκε η υπόθεση 2 μέρες συνεχόμενες ώστε να γίνουν διευθετήσεις να παρευρεθεί στο Δικαστήριο. Είχαν και άλλους μάρτυρες για να καλέσουν στο Δικαστήριο αλλά δεν το έπραξαν. Το Δικαστήριο τους έδωσε αναβολή στις 3.11.2015, δέσμευσε το πρόγραμμα του και σήμερα και πάλι επαναλαμβάνεται το ίδιο πράγμα δεν έχουν μάρτυρες είτε από το εξωτερικό είτε εντός Κύπρου για να προχωρήσουν με την υπόθεση τους. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Παρισή ν. Στυλιανού από τον δικαστή Ναθαναήλ «ο ρόλος του δικαστηρίου δεν συναρτάται μόνο προς το συμφέρον του διαδίκου ή του δικηγόρου, αλλά οι δικαστές ασκούν δημόσιο καθήκον ολόκληρης της κοινωνίας γι' αυτό τον λόγο δεν μπορεί να ενθαρρύνεται παρελκυστική τακτική από τους δικηγόρους και δεν θα πρέπει να παρασυρθεί το Δικαστήριο να μην ασκεί αποτελεσματικά και αποφασιστικά το καθήκον του να διεκπεραιώνει και να εκδικάζει υποθέσεις εντός εύλογου χρόνου». Κρίνω ότι με το αυτό το ιστορικό και τους λόγους που έχουν προβληθεί ενώπιον μου για την αναβολή δεν τεκμηριώνονται βάσιμοι λόγοι αναβολής. Όχι μόνο δεν τεκμηριώνεται βάσιμος λόγος αναβολής αλλά κρίνω ότι υπάρχει παρελκυστική τακτική στην προώθηση της υπόθεσης. Υπήρχε τρόπος σήμερα να προωθηθεί η υπόθεση με έγκαιρη κλήτευση μαρτύρων. Κρίνω ότι αν δώσω αναβολή στη σημερινή δικάσιμο δεν θα εκτελώ το καθήκον μου κατά παράβαση του άρθρου 30 του Συντάγματος. Λαμβάνω υπόψη μου το ιστορικό της υπόθεσης και το γεγονός ότι αυτή η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου από το 2011. Ως εκ τούτου το αίτημα αναβολής απορρίπτεται.»

 

Με ένα Λόγο Έφεσης οι Εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι η εσφαλμένη απόρριψη του αιτήματος τους για αναβολή της ακρόασης στις 27/11/2015 η οποία, όπως αναφέρουν δεν τους επέτρεψε να προσάγουν ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη της υπόθεσης τους και/ή το αίτημα του του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προβούν  αυθημερόν σε αγορεύσεις χωρίς να έχουν επαρκή χρόνο για προπαρασκευή, οδήγησαν στην έκδοση δικαστικής απόφασης εναντίον τους λόγω ελλιπούς, κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, μαρτυρίας. Τα πιο πάνω συνιστούν, όπως προβάλλεται, παραβίαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος για δίκαιη δίκη, αναιρούν τη διεξαχθείσα δίκη και καθιστούν τη δικαστική απόφαση ημερ. 17/12/2015 άκυρη.

 

Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για αναβολή ακρόασης είναι καλά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

 

Η απόφαση για αναβολή ακρόασης εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος την υπόθεση Δικαστηρίου, η οποία ασκείται δικαστικά στη βάση των δεδομένων της κάθε υπόθεσης σε συνάρτηση πάντοτε με τους λόγους επί των οποίων το αίτημα εδράζεται.  Το αίτημα αναβολής θα πρέπει να εξετάζεται μέσα στο πλαίσιο αφενός του δικαιώματος του διαδίκου να ακουσθεί και της συνταγματικής επιταγής για τη συμπλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Το Δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας καλείται να εξισορροπήσει τα εκατέρωθεν δικαιώματα των διαδίκων και της απόδοσης δικαιοσύνης σε εύλογο χρόνο. Προεξάρχον κριτήριο στην άσκηση της περί ου ο λόγος διακριτικής ευχέρειας, αποτελεί η αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης. Οι παράμετροι του κατ' έφεση δικαστικού ελέγχου της διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά το θέμα της αναβολής έχουν, και αυτοί, σαφώς καθορισθεί στη νομολογία. Δεν αναθεωρείται, εκτός όπου διαπιστώνεται πως ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχει ο νόμος, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες, ή οδηγεί σε πασιφανή αδικία εις βάρος του διάδικου[1]. Επίσης το Εφετείο δεν επεμβαίνει έστω και αν το ίδιο θα μπορούσε πρωτόδικα να είχε ενεργήσει διαφορετικά.

 

Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Παρίσση v. θεοχάρη Στυλιανού κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 1936:

«Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η απόφαση για αναβολή ακρόασης εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάζοντος την υπόθεση Δικαστηρίου, η οποία ασκείται βέβαια δικαστικά και ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο σε περίπτωση αμφισβήτησης της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ο τρόπος ενάσκησης αυτής της διακριτικής ευχέρειας σε αίτηση αναβολής έχει εξεταστεί σε σωρεία υποθέσεων, μεταξύ των οποίων και στην Kier (Cyprus) Ltd v. Trenco Constructions Ltd (1981) 1 C.L.R. 30, στην οποία αναφέρθηκαν με επιδοκιμασία τα όσα λέχθηκαν στην Kranidiotis v. The Ship M/V Amor (1980) 1 C.L.R. 297, ήτοι, ότι η αναβολή της ακρόασης μιας υπόθεσης είναι ιδιαίτερα ανεπιθύμητη και ότι οι αναβολές θα πρέπει να αποφεύγονται όσο το δυνατόν και μόνο σε ασυνήθιστες περιπτώσεις πρέπει να εγκρίνονται. Ο λόγος είναι ότι το Δικαστήριο πρέπει να διασφαλίζει την τελεσιδικία της διαφοράς των διαδίκων, μέσα στα πλαίσια του δικαιώματος ενός διαδίκου να έχει δίκαιη δίκη εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, σύμφωνα με το Άρθρο 30 του Συντάγματος

 

Έχουμε διεξέλθει και προσεχτικά μελετήσει τις θέσεις, αναφορές και εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων, σε συνάρτηση με τα γεγονότα της υπόθεσης και τους παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.

 

Παραπονούνται οι Εφεσείοντες ότι λανθασμένα δεν δόθηκε αναβολή από το πρωτόδικο Δικαστήριο στις 27/11/2015, επισημαίνοντας ότι το Δικαστήριο είχε ήδη ενημερωθεί από τις 26/11/2015 ότι ο μάρτυρας που ευρίσκετο στο εξωτερικό είχε προγραμματίσει να ταξιδέψει στην Κύπρο και να δώσει μαρτυρία σε άλλη υπόθεση στις 2/12/2015 και ότι, συνεπώς, θα ήταν διαθέσιμος από την 1/12/2015 μέχρι και το απόγευμα της 3/12/2015. Όπως, συναφώς, υποστηρίχθηκε, χωρίς αυτά τα γεγονότα να αμφισβητηθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αυτό επέλεξε να τα αγνοήσει και να μην προβεί σε έλεγχο του προγράμματος του κατά πόσο ήταν εφικτό να ορίσει την υπόθεση εντός των ως άνω ημερομηνιών ή σε οποιαδήποτε άλλη μεταγενέστερη ημερομηνία.

 

Η πιο πάνω αντίκρυση του όλου ζητήματος από πλευράς των Εφεσειόντων είναι, με κάθε σεβασμό, παντελώς λανθασμένη.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε την ευκαιρία στους Εφεσείοντες να μεριμνήσουν για την εξασφάλιση της παρουσίας του μάρτυρα τους που βρισκόταν στο εξωτερικό, όταν ενέκρινε το αίτημα τους για αναβολή στις 3/11/2015 επαναορίζοντας την υπόθεση για ακρόαση σε δύο συνεχόμενες δικασίμους. Στο μεσοδιάστημα οι Εφεσείοντες δεν είχαν θέσει, όπως ορθά επεσήμανε το πρωτόδικο Δικαστήριο, την ύπαρξη οποιουδήποτε κωλύματος από πλευράς του μάρτυρα τους να μεταβεί στην Κύπρο και να καταθέσει κατά τις ορισθείσες ημερομηνίες ακρόασης, για να δοθεί η δυνατότητα για ενδεχόμενη αλλαγή της ημερομηνίας της ακρόασης, παρά μόνο υπεβλήθη αίτημα αναβολής στις 27/11/2015. Όπως μάλιστα προκύπτει από το ίδιο πρακτικό, στο πλαίσιο του αιτήματος τους για αναβολή, είχαν παραδεχτεί ότι ουδεμία προηγούμενη ενημέρωση του Δικαστηρίου είχε γίνει, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, ότι «είχαν γίνει προσπάθειες για να μπορέσει να είναι παρών για την ακροαματική διαδικασία αυτής της αγωγής, αλλά δεν κατέστη δυνατό εξου και μέχρι την τελευταία στιγμή δεν είχε ενημερωθεί και το Δικαστήριο για το ότι ο μάρτυρας δεν θα μπορούσε να ήταν παρών γι' αυτό απολογούμαι και ήταν πράγματι λάθος εκ μέρους του γραφείου μας που δεν υπήρχε όσο το δυνατό πιο σύντομη ειδοποίηση του Δικαστηρίου για να καθορίσει το πρόγραμμα του .»

 

Αν η ακρόαση αναβάλλετο  στις 27/11/2015 διότι οι Εφεσείοντες δεν είχαν μέχρι τότε διευθετήσει τη διαθεσιμότητα του μάρτυρα που θα ερχόταν από το εξωτερικό, που ήταν και ο λόγος που η υπόθεση αναβλήθηκε την προηγούμενη φορά στις 3/11/2015, ο προγραμματισμός και η διεξαγωγή της δίκης ουσιαστικά θα επαφίετο στη διάθεση των διαδίκων να συμμορφωθούν ή όχι μέχρι την τελευταία στιγμή με τα ευλόγως αναμενόμενα από αυτούς (βλ. Στέλιος Α. Ρήγα και Μερόπη Καπνουλλά, υπό την ιδιότητα των ως Διαχειριστών της περιουσίας του αποβιώσαντος Δημήτρη Καπνουλλά ν. Σταύρου κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 84).

 

Θα ήταν άτοπο, και βεβαίως ανεπίτρεπτο, να θεωρείται ότι διάδικοι και μάρτυρες μπορούν να ρυθμίζουν τη διαδικασία του Δικαστηρίου ανάλογα με το δικό τους πρόγραμμα. Τα Δικαστήρια δεν αναβάλλουν τις υποθέσεις για να διευκολύνουν τους δικηγόρους. Δεν πρέπει, δε, να λησμονείται ότι η ακρόαση των δικαστικών υποθέσεων κατά τον ορισθέντα χρόνο συναρτάται άμεσα με την εύρυθμη απονομή της δικαιοσύνης, παράγοντας μείζονος σημασίας για την εκπλήρωση της δικαστικής αποστολής.

 

Έπειτα, όπως διεφάνη και ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο το επεσήμανε, οι Εφεσείοντες είχαν και άλλους μάρτυρες τους οποίους θα μπορούσαν να είχαν καλέσει κατά την ορισθείσα δικάσιμο ιδιαίτερα ενόψει και του γεγονότος ότι ο μάρτυρας που ευρίσκετο στο εξωτερικό δεν θα μπορούσε να προσέλθει. Το ότι είχαν ειδοποιήσει κάποιους από αυτούς, οι οποίοι, ωστόσο, δεν μπορούσαν να προσέλθουν, ουδεμία σημασία μπορεί να έχει με δεδομένο ότι αυτό το διάβημα από μέρους τους, όπως προέκυψε, έγινε την τελευταία στιγμή. Η ευθύνη να λάβουν εγκαίρως τα δέοντα μέτρα ώστε να είναι έτοιμοι για να προωθήσουν την υπόθεση τους προσκομίζοντας την αναγκαία μαρτυρία οπωσδήποτε εβάρυνε τους ίδιους.

 

Το ότι κατά τη γενική ανασκόπηση του φακέλου της υπόθεσης από το Δικαστήριο με αναφορά στις ημερομηνίες που η υπόθεση είχε ορισθεί είτε για ακρόαση, είτε για οδηγίες υπήρξαν κάποιες ανακρίβειες λόγω του ότι υπήρχαν και πρακτικά μη αποστενογραφημένα, δεν διαφοροποιεί την ουσία του ζητήματος, ούτε τα δεδομένα που υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατά την 27/11/2015 με βάση τα οποία άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια. Ό,τι, εν προκειμένω, είχε τη σημασία του από το ιστορικό της υπόθεσης και είναι αυτό που, τελικώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο τόνισε, ήταν ότι επρόκειτο για παλαιά υπόθεση η οποία εκκρεμούσε από το 2011. Εκείνο που οπωσδήποτε βάρυνε στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για να καταλήξει αν τεκμηριώνετο βάσιμος λόγος αναβολής ήταν το ιστορικό που μεσολάβησε από τις 3/11/2015 που είχε ξεκινήσει η ακρόαση της υπόθεσης μέχρι τις 27/11/2015 και, κυρίως, αν οι Εφεσείοντες, με τον τρόπο που είχαν ενεργήσει σε ό,τι αφορά την προσφορά μαρτυρίας για προώθηση της υπόθεσης τους, είχαν ή όχι, τελικά, ακολουθήσει παρελκυστική τακτική. Ούτε και το κατά πόσο, με βάση το ιστορικό της υπόθεσης, οι αναβολές που είχαν δοθεί ήταν, κυρίως, λόγω έλλειψης χρόνου από πλευράς Δικαστηρίου, αν και στοιχείο σχετικό, δεν  μπορεί να συνιστά αυτοτελή παράγοντα, παρά μόνο στο βαθμό που βοηθά στην αντιμετώπιση του αιτήματος αναβολής στη σωστή του διάσταση. Και τούτο γιατί, ως έχει ήδη αναφερθεί, το κάθε αίτημα για αναβολή εξετάζεται στη βάση των γεγονότων που το συνθέτουν και των δεδομένων της υπόθεσης (βλ. Χριστοφίδη v. Λουκά (1998) 1 Α.Α.Δ. 389 και Κωνσταντίνου v. Μαυρονικόλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 509/2012, ημερ. 5/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:A526).

 

H δε παρελκυστική ταχτική στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε δεν ήταν σε καμία περίπτωση επειδή βασίστηκε στο ιστορικό της υπόθεσης, όπως διατείνονται οι Εφεσείοντες, αλλά στην ίδια την εξέλιξη των γεγονότων μετά την έναρξη της ακρόασης στις 3/11/2015.

 

Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω δεν διαπιστώνουμε ότι υπήρξε, εν προκειμένω, εσφαλμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας, αλλά ούτε και διαφωνούμε με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Τσουλόφτας v. Μιχαήλ (Αρ.2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 228, «Η εσφαλμένη εντύπωση ότι οποιοσδήποτε διάδικος μπορεί να θεωρεί ως δεδομένο ότι τα Δικαστήρια είναι υπόχρεα να αναβάλουν την υπόθεση του για να ικανοποιούνται οι προσωπικές του διευθετήσεις και επιθυμίες, πρέπει να εξαληφθεί. Η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης και ο έλεγχος των διαδικασιών για πραγμάτωση του στόχου αυτού, είναι στην τελευταία ανάλυση ευθύνη των Δικαστηρίων και η διακριτική εξουσία τους πρέπει να ασκείται με στόχο τη διατήρηση μιας ισορροπίας μεταξύ του καθιερωμένου δικαιώματος της εκδίκασης υποθέσεων εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και του δικαιώματος ενός διαδίκου να ακουστεί

 

Ακολουθεί πως η Έφεση πρέπει να απορριφθεί.

 

 Η Έφεση απορρίπτεται με έξοδα €3.200 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των Εφεσιβλήτων και εναντίον των Εφεσειόντων.

 

Πολιτική Έφεση Αρ. 46/2016

 

Αντικείμενο της Πολιτικής Έφεσης με αρ. 46/2016 είναι η ορθότητα της Απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απερρίφθη η Ανταπαίτηση των Εφεσειόντων, Εναγομένων 1 και 2.

 

Πριν γίνει αναφορά στους Λόγους Έφεσης κρίνεται σκόπιμο να αποτυπωθεί το πραγματικό υπόβαθρο της διαδικασίας στο πλαίσιο του οποίου λήφθηκε η προσβαλλόμενη Απόφαση.

 

Μετά την απόρριψη του αιτήματος των Εφεσειόντων στην Πολιτική Έφεση αρ. 45/2016 - Εναγόντων στην υπόθεση - για αναβολή της ακρόασης, κλήθηκε η πλευρά των Εναγομένων και Εφεσειόντων στην πιο πάνω Έφεση να καλέσουν τους δικούς τους μάρτυρες προς απόδειξη της Ανταπαίτησης τους. Οι Εναγόμενοι δεν είχαν, τελικά, διαθέσιμους μάρτυρες παρά το γεγονός ότι το πρωί κατά τις 9 π.μ. είχαν ενημερωθεί από τους Ενάγοντες ότι δεν θα μπορούσαν να καλέσουν μάρτυρες και ότι θα τίθετο από αυτούς αίτημα αναβολής.

 

Κληθείσα η συνήγορος των Εναγομένων από το πρωτόδικο Δικαστήριο να καλέσει τους μάρτυρες της προς απόδειξη της Ανταπαίτησης της ανέφερε:

 

«Κα Φιλίππου: Εντιμοτάτη σήμερα δεν έχουμε έτοιμο μάρτυρα καθότι η υπόθεση ήταν συνεχιζόμενη από χτες για τους ενάγοντες, δεν έκλεισε, εγώ ανέμενα να ακούσω την εκτιμήτρια σήμερα. Σε κάθε περίπτωση οι δικοί μου μάρτυρες είναι από το εξωτερικό και οι εναγόμενοι θέλω χρόνο για να τους καλέσω, βεβαίως μπορώ να κάνω διαβήματα να βρω μάρτυρα στην Κύπρο που είναι Λεμεσό αυτή τη στιγμή.»

 

Στη συνέχεια, όταν η συνήγορος των Εναγομένων ζήτησε χρόνο για να ειδοποιήσει μάρτυρα από τη Λεμεσό να έλθει και το Δικαστήριο της ανέφερε ότι όφειλε να τον είχε διαθέσιμο η ώρα 11.00, που ήταν ορισμένη η υπόθεση και με δεδομένο ότι γνώριζε το ότι οι Ενάγοντες δεν θα είχαν μάρτυρες από η ώρα 9.00 το πρωΐ, η συνήγορος ανέφερε:

 

«Κα Φιλίππου:  Το γνώριζα το πρόβλημα, γνώριζα ότι θα τεθεί και αίτημα αναβολής, δεν γνώριζα την έκβαση της απόφασης του Δικαστηρίου.»

 

Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής επισημαίνοντας ότι η πλευρά των Εναγομένων ενώ είχε ενημερωθεί από η ώρα 9.00 το πρωΐ από τους αντιδίκους ότι δεν θα είχαν μάρτυρες, δεν είχαν φροντίσει να κλητεύσουν μάρτυρες για την Ανταπαίτηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά του Δικαστηρίου, έγινε και διάλειμμα και από τις 11 π.μ. που ήταν ορισμένη η υπόθεση μέχρι και τις 2 μ.μ. δεν είχε καταφέρει η πλευρά των Εναγομένων να προσκομίσει οποιαδήποτε μαρτυρία για τους σκοπούς προώθησης της Ανταπαίτησης της και παρά το γεγονός ότι δόθηκε προς τούτο χρόνος πέραν της μιας ώρας. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τα πρακτικά:

 

«Δικαστήριο: Θα επαναλάβω τα όσα έχω αναφέρει για τους ενάγοντες, ότι δεν δύναται το Δικαστήριο που έχει καθήκον να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις εντός εύλογου χρόνου και με βάση τα δεδομένα της υπόθεσης και με αυτό το βεβαρημένο ιστορικό και ειδικά λαμβάνοντας υπόψη το τι έγινε χτες στην υπόθεση και το γεγονός ότι νωρίς το πρωΐ η πλευρά των εναγόντων εξ ανταπαιτήσεως ενημερώθηκε ότι δεν θα είχε μάρτυρες η άλλη πλευρά. Κρίνω ότι δεν μπορεί να δοθεί περαιτέρω αναβολή. Κρίνω ότι θα πρέπει τώρα να προχωρήσουν στην απόδειξη της ανταπαίτησης τους ως ενάγοντες σε αυτήν τη διαδικασία. Η ώρα είναι 2:00 και έχει πέραν της 1 ώρας που είμαστε σε αναμονή για μαρτυρία.»

 

Μετά την απόρριψη του αιτήματος αναβολής και δεδομένης της μη προσκόμισης οποιασδήποτε μαρτυρίας από πλευράς των Εναγομένων, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Ανταπαίτηση.

 

Η Απόφαση του αυτή προσβάλλεται με τρεις Λόγους Έφεσης. Με τον            1ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ως λανθασμένη και αδικαιολόγητη η Απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την Ανταπαίτηση των Εναγομένων 1 και 2 στις 27/11/2015 και με το 2ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι η εν λόγω Απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος. Με τον 3ο Λόγο Έφεσης οι Εφεσείοντες διατείνονται ότι η Απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πάσχει από αμεροληψία και προκατάληψη και αντίκειται στους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Προτού εξεταστούν οι πιο πάνω Λόγοι κρίνεται σκόπιμο όπως εξετασθεί η εισήγηση των Εφεσιβλήτων στην παρούσα Έφεση για το ότι η παρούσα Έφεση θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς να εξεταστεί η ουσία της «λόγω έλλειψης παραδεκτότητας» καθώς, όπως προβάλλεται, οι Εφεσείοντες επέλεξαν να ακολουθήσουν λανθασμένη διαδικασία για την επαναφορά της Ανταπαίτησής τους. Ήταν η θέση των Εφεσιβλήτων ότι η μόνη οδός για την επαναφορά υπόθεσης που απερρίφθη λόγω παράλειψης του διάδικου μέρους να προβεί στην απόδειξή της, είναι μέσω της υποβολής αιτήματος προς το ίδιο το Δικαστήριο που την απέρριψε. Έγινε προς τούτο επίκληση της Δ.33, θ.5[2] --- προφανώς από λάθος γίνεται αναφορά στη Δ.30,              θ.5 ---, καθώς και της Δ.26, θ.14[3] των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, καθώς και στις αποφάσεις Mesologitis and others v. Koutas (1986) 1 C.L.R. 161 και Toumbouros Estates Ltd v. Ιωαννίδου κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1512.

 

Η πιο πάνω εισήγηση είναι, με κάθε σεβασμό, αβάσιμη.

 

Στην υπό συζήτηση περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού άκουσε τους διαδίκους δια των δικηγόρων τους, θεώρησε ότι το αίτημα αναβολής θα έπρεπε να απορριφθεί. Το ότι η πλευρά των Εναγομένων βρέθηκε σε αδυναμία προώθησης της Ανταπαίτησής της, ήταν επόμενο της άρνησης αναβολής και της μη ετοιμασίας της υπόθεσης ώστε οι μάρτυρες ή ο διάδικος να έδιδαν μαρτυρία. Με δεδομένο δε ότι οι Εναγόμενοι είχαν εκπρόσωπο, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «απόντες» ώστε να ενεργοποιούνται οι πρόνοιες της Δ.33, θ.θ. 1-5, της οποίας η προϋπόθεση είναι η απουσία του ιδίου του διαδίκου προσωπικά ή εκπροσωπούμενου δια του συνηγόρου του. Ο δικηγόρος με την υπογραφή σχετικού διοριστηρίου (Δ.2, θ.14), εκπροσωπεί νομίμως το διάδικο και η εμφάνιση του για λογαριασμό του πρώτου, δεν μπορεί ασφαλώς να ισοδυναμεί με «παράλειψη εμφάνισης».

 

Η πιο πάνω προσέγγιση προκύπτει από την απόφαση S.N. & A.A.G. DEVELOPERS LTD v. KERMIA PROPERTIES AND INVESTMENTS LTD κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 31/2012, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:A285, στην οποία, αφού έγινε εκτεταμένη αναφορά σε νομολογία μεταγενέστερη των υποθέσεων Mesologitis και Toumbouros, το Ανώτατο Δικαστήριο επέλεξε να μην ακολουθήσει τις εν λόγω υποθέσεις διαπιστώνοντας, προς τούτο, σύγκρουση νομολογίας.

 

Επανερχόμαστε στους Λόγους Έφεσης.

 

Έχουμε διεξέλθει και προσεχτικά μελετήσει την προσβαλλόμενη Απόφαση καθώς και τις θέσεις, αναφορές και εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων, τη νομολογία και αυθεντίες στις οποίες παρέπεμψαν, αναφορικά με τα ζητήματα που απασχολούν στην παρούσα.

 

Παραπονούνται οι Εφεσείοντες ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα τους για αναβολή χωρίς να τους δοθούν δίκαια χρονικά περιθώρια κλήτευσης μαρτύρων. Ακόμη προβάλλουν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρασυρόμενο από την παρελκυστική συμπεριφορά των Εναγόντων απέρριψε το δικό τους αίτημα αναβολής επιδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο άνιση μεταχείριση των δύο πλευρών.

 

Έχοντας κατά νουν τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως αυτά αναδύονται από τα πρακτικά του Δικαστηρίου, οι πιο πάνω αιτιάσεις των Εφεσειόντων δεν έχουν έρεισμα.

 

Οι Εφεσείοντες γνώριζαν από το πρωΐ της 27/11/2015 ότι δεν θα υπήρχε διαθέσιμος μάρτυρας από πλευράς των Εναγόντων. Δεν μερίμνησαν να έχουν στη διάθεση τους και κάποιον από τους δικούς τους μάρτυρες θεωρώντας, όπως προέκυψε, ότι θα ετίθετο θέμα αναβολής από τους αντιδίκους τους. Δεν εξήγησαν, ωστόσο, γιατί δεν υπολόγισαν ότι ένα τέτοιο αίτημα μπορούσε να μην γίνει αποδεκτό από το Δικαστήριο, όπως εν προκειμένω.

 

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Δημοκρατική Εργατική Ομοσπονδία Κύπρου (ΔΕΟΚ) ν. Σωτηριάδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1829:

 

«Αίτημα για αναβολή, που ανάγεται στο συνταγματικό δικαίωμα του διαδίκου να ακουστεί, εξετάζεται σε συνάρτηση με την παράλληλη συνταγματική επιταγή για περάτωση της δίκης εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, εφ' όσον κάθε αναβολή εξυπακούει καθυστέρηση της δίκης και δεν μπορεί να είναι εκ προοιμίου επιθυμητή, ούτε μπορεί να εκλαμβάνεται ως δεδομένο ότι η αναβολή θα δοθεί ακόμα και αν συμφωνούν και οι δύο πλευρές. Είναι καθήκον των διαδίκων και των συνηγόρων τους να είναι έτοιμοι για την ακρόαση την ημέρα που ορίζεται από το Δικαστήριο, το οποίο έχει και την πρωταρχική ευθύνη της συμπλήρωσης των διαδικασιών και της κατεύθυνσης της υπόθεσης σε δίκη σύμφωνα και με το πρόγραμμα του

 

                                (Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

Στην υπό συζήτηση περίπτωση δεν θα μπορούσε να λεχθεί ότι η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν έξω από τα πλαίσια. Η ανετοιμότητα των Εφεσειόντων να έχουν διαθέσιμο μάρτυρα για τους σκοπούς προώθησης της Ανταπαίτησης τους μετά που εγκαίρως και, εν πάση περιπτώσει, αρκετά πριν την ορισθείσα ώρα της ακρόασης ενημερώθηκαν για την αδυναμία των Εναγόντων για προσκόμιση περαιτέρω μαρτυρίας για την Αγωγή τους σε συνδυασμό με το παλαιό της υπόθεσης, δεν καταδείκνυαν λανθασμένη προσέγγιση εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε και σε πασιφανή αδικία στους Εφεσείοντες έστω και αν η απόρριψη του αιτήματος τους απέληξε σε απόρριψη της Ανταπαίτησης.

 

Κατ' ακολουθίαν όλων των όσων πιο πάνω έχουν αναφερθεί, ουδείς εκ των Λόγων Έφεσης είναι βάσιμος.

 

Η Έφεση απορρίπτεται με έξοδα €3.200 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των Εφεσιβλήτων και εναντίον των Εφεσειόντων.

 

 

 

 

                                       Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.

 

 

                                      Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

 

                                      Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.



[1]Σε σχέση δε με τις αρχές που διέπουν την επέμβαση του Εφετείου σε θέματα αναβολών αυτές προσδιορίσθηκαν ως πιο κάτω στην Αρέστη v. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, στις σελίδες                    988-989:

 

"Όπου η επίλυση επίδικου θέματος επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, αποκλειστικός κριτής της άσκησης της εξουσίας είναι ο δικαστής στον οποίο εναποτίθεται η δικαιοδοσία. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν αναθεωρείται με γνώμονα την ορθότητα της απόφασης κατά την υποκειμενική κρίση των μελών του Εφετείου, αλλά με αντικειμενικά κριτήρια που περιορίζουν την ευχέρεια επέμβασης σε δύο μόνο περιπτώσεις:

 

(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκησή της εξωγενείς παράγοντες, και

 

(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση απόφασης στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο."

 

[2] 5. Any judgment obtained where one party does not appear at the trial may in a proper case be set aside by the Court upon such terms as may seem fit, upon an application made within fifteen days after the trial.

 

                                          (Η έμφαση είναι δική μας)

 

[3] 14. Any judgment by default, whether under this Order or under any other of these Rules, may in a proper case be set aside by the Court upon such terms as to costs or otherwise as the Court may think fit.

                                          (Η έμφαση είναι δική μας)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο