ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ.326/2015)

 

 

  12 Δεκεμβρίου 2024

 

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσείουσα,

ν.

1.   ARESTIS BROS LIMITED,

2.   INTER-PLANET LOGISTICS LIMITED,

 

Εφεσιβλήτων.

____________________

 

Ρ. Ευγενίου (κα) για Μελίνα Καραολιά (κα), για την Εφεσείουσα.

Σ. Αγγελίδης για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη Αρ.1.

Θ. Αριστείδου (κα) για Καραπατάκης Παυλίδης Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη Αρ.2.

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Η Εφεσίβλητη 1 εταιρεία, εισήγαγε εμπορεύματα στην Κύπρο.  Για να τεθούν σε καθεστώς ελεύθερης κυκλοφορίας και ανάλωσης στη Δημοκρατία, δηλαδή να εκτελωνιστούν, υπέβαλε μέσω της Εφεσίβλητης 2 εταιρείας, που ήταν ο εξουσιοδοτημένος τελωνειακός της πράκτορας δύο ηλεκτρονικές διασαφήσεις εισαγωγής.  Οι εισαγωγικοί δασμοί, φόροι και τέλη επιθεώρησης καθορίστηκαν από την Εφεσείουσα στο ποσό των €18.642,55 (Λ.Κ.10.911).  Το ποσό πληρώθηκε με επιταγές που εξέδωσε η εταιρεία  Frakapor Logistics Ltd.

 

Τα εμπορεύματα της Εφεσίβλητης 1 εκτελωνίστηκαν και τα παρέλαβε.  Ωστόσο, οι επιταγές της Frakapor επιστράφηκαν απλήρωτες.  Η Εφεσείουσα αξίωσε το ποσό των €18.642,55 από την Εφεσίβλητη 1 ως τον εισαγωγέα και την Εφεσίβλητη 2 ως τον διασαφιστή, όμως η αξίωση της απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Η Frakapor, ήταν η εναγόμενη 3 στην αγωγή, που όμως δεν προωθήθηκε εναντίον της αφού είχε στο μεταξύ τεθεί υπό εκκαθάριση.  Η πρωτόδικη απόφαση αφορούσε και την Σ. ΤΑ.ΤΕ. ΠΕ. Λ. Λτδ, εναγόμενη 4 στην αγωγή, εναντίον της οποίας η αξίωση, στη βάση εγγύησης της πληρωμής των επιταγών της Frakapor είχε επίσης απορριφθεί, η έφεση όμως εναντίον της εγκαταλείφθηκε και ο συναφής λόγος έφεσης 4 απορρίπτεται.  Η απόρριψη λοιπόν της αξίωσης εναντίον των Εφεσίβλητων 1 και 2 προσβάλλεται με τους εναπομείναντες λόγους έφεσης 1-3.

 

Ο λόγος έφεσης 1 είναι γενικός.  Προσβάλλεται ως εσφαλμένη η πρωτόδικη κρίση ότι η Εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση της εναντίον των Εφεσίβλητων 1 και 2.

 

Με το λόγο έφεσης 2 προσβάλλεται ως εσφαλμένη η επί μέρους κρίση ότι δεν ετύγχανε εφαρμογής ο Καν.17(1) των περί Χορηγήσεως Αδείας εις Τελωνειακούς Πράκτορες και Βοηθούς Τελωνειακούς Πράκτορες Κανονισμών του 1974, Κ.Δ.Π. 119/1974.  Η αναφορά στο λόγο έφεσης σε «Κ.Δ.Π. 117/1974» ασφαλώς και οφειλόταν σε τυπογραφικό λάθος, που δεν επηρεάζει την ουσία του λόγου.

 

Ο λόγος έφεσης 3 αναφέρει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο πλανήθηκε ως προς τη σημασία των άρθρων 151, 152 και 153 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, των άρθρων 4 και 5 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και του άρθρου 74 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου του 2004, Ν.94(Ι)/2004.

 

Οι λόγοι είναι μεταξύ τους συναφείς και θα εξεταστούν όλοι μαζί.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε μαρτυρία  ότι η Frakapor ήταν αντιπρόσωπος της Εφεσίβλητης 2.  Κατέληξε ότι η Frakapor είχε ενεργήσει «εξ ιδίου ονόματος και για ίδιο λογαριασμό».

 

Εντελώς εσφαλμένα, αφού ήταν εύρημα του ιδίου του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Frakapor εξέδωσε δικές της επιταγές για διασαφήσεις που είχε υποβάλει η Εφεσίβλητη 2, ενεργώντας έτσι μετά από προφορικές οδηγίες της τελευταίας. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέλαβε ότι έπρεπε να εξετάσει το ζήτημα στη βάση του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992, που αφορά στο διορισμό αντιπροσώπου ενώπιον των τελωνειακών αρχών, που αφορούσε όμως τη σχέση Εφεσίβλητης 1 και Εφεσίβλητης 2.  Ακολουθώντας την ίδια εσφαλμένη προσέγγιση, ενέπλεξε και τις πρόνοιες του άρθρου 74 του Ν.94(Ι)/2004  που προβλέπει για τον ορισμό αντιπροσώπου  ενώπιον του Τμήματος Τελωνείων για τη διεκπεραίωση των πράξεων και των διατυπώσεων που προβλέπονται στην τελωνειακή ή την άλλη νομοθεσία και όπου αναφέρεται ότι η αντιπροσώπευση γίνεται εγγράφως στον τύπο και τρόπο που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει.

 

Η Frakapor κατ' εντολή της Εφεσίβλητης 2 πλήρωσε για τις δύο επίδικες διασαφήσεις που είχε υποβάλει η  Εφεσίβλητη 2.  Κατ' αυτό τον τρόπο η Frakapor ενήργησε ως αντιπρόσωπος της Εφεσίβλητης 2.  Τόσο απλά.  Χωρίς ωστόσο την οιανδήποτε σημασία, αφού η αξίωση εναντίον των Εφεσίβλητων 1 και 2 δεν εδραζόταν σε ευθύνη τους για πράξεις ή παραλείψεις της Frakapor, σε σχέση με την μη τίμηση των επιταγών που εξέδωσε ή διαφορετικά, αλλά επειδή η Εφεσίβλητη 1 ήταν ο εισαγωγέας και η Εφεσίβλητη 2 ο διασαφιστής των εμπορευμάτων που εκτελωνίστηκαν, χωρίς εν τέλει να πληρωθούν οι φόροι και δασμοί που είχαν καθοριστεί.  Είναι γι' αυτό που ουδεμία εφαρμογή είχαν στα περιστατικά της υπόθεσης τα άρθρα 151, 152 και 153 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, στα οποία παρέπεμψε το πρωτόδικο Δικαστήριο και τα οποία αφορούν στην ευθύνη για τις πράξεις υποκατάστατου αντιπροσώπου.

 

Ο Καν.17(1) της Κ.Δ.Π.119/1974 προβλέπει ότι:

 

«. ο τελωνειακός πράκτωρ ή βοηθός τελωνειακός πράκτωρ, και ο εισαγωγεύς ή εξαγωγεύς διά λογαριασμόν ούτινος ενεργεί, ευθύνονται αλληλεγγύως έναντι των τελωνειακών άρχων της Δημοκρατίας διά την καταβολήν παντός δασμού, φόρου ή τέλους ή πάσης φύσεως δικαιώματος αναφορικώς προς οιαδήποτε εμπορεύματα, ωσαύτως δε διά την καταβολήν παντός ποσού πληρωτέου εις τας τελωνειακάς αρχάς δυνάμει του Νόμου καθ' όσον αφορά εις οιαδήποτε εμπορεύματα και όπερ, λόγω λάθους, παραλείψεως ή αμελείας οιουδήποτε τελωνειακού πράκτορος ή βοηθού τελωνειακού πράκτορος δεν εχρεώθη, επεβλήθη ή εισεπράχθη κατά τον χρόνον της εισαγωγής ή εξαγωγής ή του τελωνισμού των εμπορευμάτων».

  

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο Καν.17(1) δεν τύγχανε εφαρμογής γιατί δεν είχε ενώπιον του μαρτυρία για λάθος, παράλειψη ή αμέλεια τελωνειακού πράκτορα. 

 

    Το πρωτόδικο απέτυχε να αντιληφθεί ότι ο Κανονισμός έχει δύο σκέλη και ότι με το πρώτο ο τελωνειακός πράκτορας και ο εισαγωγέας «ευθύνονται αλληλεγγύως έναντι των τελωνειακών άρχων της Δημοκρατίας διά την καταβολήν παντός δασμού, φόρου ή τέλους ή πάσης φύσεως δικαιώματος αναφορικώς προς οιαδήποτε εμπορεύματα».

 

    Επομένως ο λόγος έφεσης 2 επιτυγχάνει.

 

    Το άρθρο 201(1)(α) του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 καθορίζει ότι η τελωνειακή οφειλή γεννάται «από τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία εμπορεύματος υποκείμενου σε εισαγωγικούς δασμούς».  Το εδάφιο (3) προβλέπει ότι «Οφειλέτης είναι ο διασαφιστής.  Σε περίπτωση έμμεσης αντιπροσώπευσης, οφειλέτης είναι επίσης το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου κατατίθεται η διασάφηση».  Η αντιπροσώπευση είναι έμμεση όταν ο αντιπρόσωπος ενεργεί στο όνομα του, αλλά για λογαριασμό τρίτου (άρθρο 5(2) του Κανονισμού), όπως εν προκειμένω η Εφεσίβλητη 2 ενήργησε στο όνομα της, αλλά για λογαριασμό της Εφεσίβλητης 1.

 

    Ο Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 έχει καταργηθεί και αντικατασταθεί από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013 για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα.  Αυτό έγινε την 1.5.2016, πολύ μετά τους ουσιώδεις χρόνους, μετά και την καταχώριση της παρούσας έφεσης.  Ο δικηγόρος της Εφεσίβλητης 1 επέμενε ότι, ως αποτέλεσμα, η Εφεσείουσα απώλεσε τα όποια δικαιώματα της απέρρεαν από την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992 που, εκ των υστέρων, καταργήθηκε, χωρίς να μας έχει ούτε κατ' ελάχιστο πείσει για το βάσιμο της επιχειρηματολογίας του.

 

    Ο λόγος έφεσης 3 επίσης επιτυγχάνει, όπως και ο γενικότερος λόγος έφεσης 1.  Η Εφεσείουσα δεν είχε αποτύχει να αποδείξει την υπόθεση της εναντίον των Εφεσίβλητων και η αγωγή της δεν θα έπρεπε να είχε απορριφθεί.

    

    Η έφεση επιτυγχάνει.

 

    Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και εκδίδεται απόφαση υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσίβλητων 1 και 2 αλληλέγγυα και κεχωρισμένα για το ποσό των €18.642,55 με νόμιμο τόκο από 3.6.2004 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το αρμόδιο Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.

 

    Περαιτέρω επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσίβλητων 1 και 2 €4.500 έξοδα της έφεσης,[1] πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.

 

 

 

 

 

                    `                                     Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

 

                                                          Ι. Ιωαννίδης, Δ.        

 

 

                                                          Ε. Εφραίμ, Δ.



[1]   Περιλαμβάνονται τα έξοδα της ενώπιον μας διαδικασίας αναφορικά με το ζήτημα της συνταγματικότητας του άρθρου 23(1)(β)(i) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 έως 2024. Βλ. σχετικά την Διευθύντρια Τμήματος Τελωνείων Κυπριακής Δημοκρατίας ν. Arestis Bros Limited κ.ά., Παραπομπή Αρ.3/2024, ημερ.30.10.2024, του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο